Τραγουδι του 1978. Ενας αντρας, ισως ταμιας, ισως λογιστης, κανει λογαριασμους:
20 φορες το 15, 11+7 18
συνολο 16,
Μοιαζει ευσυνειδητος και υπευθυνος:
λες να `χω λαθος, ας τα ξαναδω
Τα ξαναβλεπει, τα παιρνει μαζι του στο σπιτι, τα τσεκαρει και τα ξανατσεκαρει.
Φαινεται καλο παιδι, επιμελης και φρονιμος:
Αν κοιμηθω νωρις θα σηκωθω νωρις
θα ξεκινησω νωρις και θα παρκαρω νωρις
αν κοιμηθω αργα, θα σηκωθω αργα
κι οταν θα ψαχνω για θεση θα `ν’ αργα
Αντε κι ενας τελευταιος ελεγχος. Πλεον ειναι σιγουρος.
Μα τι γινεται τωρα; Απροσμενα, ο ρυθμος αλλαζει. Ηταν γρηγορος και χαζοχαρουμενος, allegro, τωρα γινεται αργος και, σχεδον, στοχαστικος, ας πουμε andante:
κι ομως κατα βαθος καπου υπαρχει λαθος
καπου την εχουμε πατησει κι οι δυο
Ψυχανεμιζεται ενα λαθος τελειως αλλου απο εκει που το εψαχνε. Και, προφανως, ειναι αλλου ειδους λαθος, αλλης ταξης. Ενα λαθος που δεν ανηκει στην καθημερινοτητα του, π.χ. στο 10-5-5, δεν ανηκει στην ωρα που θα βαλει το ξυπνητηρι για να βρει να παρκαρει. Το λαθος που ψυχανεμιζεται ο φιλος μας αποκτα κατι το μυστηριακο, κατι το, οπως ελεγαν οι Αρχαιοι, δεινον. Σαν, παραδιπλα στον φιλο μας, σαν σκια, να τον ακολουθει ενα φαντασμα. Σαν να αντιλαμβανεται πως κοιμαται, η πως του εχουν κανει μαγια και ζει, οπως ζει, και περιφερονται, αυτος κι η γυναικα του, που εκπροσωπουν ολους μας, σαν υπνοβατες. Σαν σε πνευματικη συσκοτιση. Σαν τρελοι.
Ενα τραγουδι ακομα, απο τον Leonard Cohen. Λεει τα εξης:
Σκουντουφλωντας βγηκα απ' το κρεβατι
Ετοιμαστηκα για τον αγωνα
Καπνισα ενα τσιγαρο
Και μου 'δωσα κουραγιο
Ειπα αυτο δεν μπορει να 'μαι εγω
Θα 'ναι ο σωσιας μου
Και δεν μπορω να ξεχασω, δεν μπορω να ξεχασω
Δεν μπορω να ξεχασω, μα δεν θυμαμαι τι
Ο ανθρωπος που σηκωνεται απ' το κρεβατι κι ετοιμαζεται για τον αγωνα της ζωης, δεν ειναι αυτος ο ιδιος, ειναι ο σωσιας του. Και τι δεν μπορει να ξεχασει; Ενδεχομενως αυτο, οτι ο αληθινος εαυτος του ειναι ενας αλλος, ομως ενας αλλος αγνωστος κι απλησιαστος. Αυτος που σηκωνεται απο το κρεβατι και ξεκινα τη μερα του, οπως την ξεκινα, δεν ειναι ο εαυτος του, ειναι ενα πλασμα σχεδον ονειρικο, ενα φαντασμα - ενας τρελος.
Θαλασσες, πολεις, ερημοι σταθμοι
Αλλαζουν ολα εδω κατω με ορμη
Τι να καταλαβουμε οι φτωχοι
Τι να καταλαβουμε οι φτωχοι
Τι ειδους τρελα ειναι αυτη; Τοσο κοντα και τοσο μακρια μας; Το "και" στην εκφραση "τοσο κοντα και τοσο μακρια" δεν ειναι συμπλεκτικος συνδεσμος αλλα επεξηγηματικος: τοσο κοντα, δηλαδη τοσο μακρια. Συχνα ειμαστε σαν εκεινον που ψαχνει για τα γυαλια του ενω τα φοραει. Η τρελα που αισθανομαστε να μας εχει στοιχειωσει σε ωρες οπου θα πουμε "κατα βαθος καπου υπαρχει λαθος", σε ωρες που "δεν μπορω να ξεχασω, μα δεν θυμαμαι τι", σε ωρες που "οι φτωχοι" εμεις δεν καταλαβαινουμε τιποτα, η τρελα που μας εχει στοιχειωσει και την υποψιαζομαστε απο μακρια, ειναι διπλα και μεσα μας.
Και ομως, θα πει κανεις, ο πραγματικα τρελος κανει μπαμ, και επιπλεον ειναι ολοτελα διαφορετικος απο εμας τους υπολοιπους. Μηπως εδω τραβαω την εννοια "τρελα" απο τα μαλια; Μηπως την επεκτεινω τοσο που τελικα δεν ονομαζει και δεν διαφοροποιει τιποτα;
Καθως ετοιμαζα την ομιλια σκεφτηκα κατι που μου φανηκε ενδιαφερον να το ακολουθησω και να το μοιραστω μαζι σας. Η σκεψη ειναι πως επανω στον πλανητη για τον καθε τρελο υπαρχει ενας τοπος και ενας χρονος και μια κοινωνια οπου αυτο που εμεις χαρακτηριζουμε "τρελα" του, ειναι κοινος τοπος και τροπος ζωης. Ετσι για παραδειγμα σε μια κοινωνια οπου ενδημει η μαυρη μαγεια, ο παρανοϊκος θα ηταν στο στοιχειο του. Το ιδιο θα συνεβαινε με οπτικες και ακουστικες ψευδαισθησεις σε μια κοινωνια του Μεσαιωνα. Σκεφτειτε ακομα τους ηρωες της Ιλιαδας και της Οδυσσειας και την εμπλοκη των θεων στη ζωη τους.
Κι εδω διαφαινεται μια βασικη διαφορα της ψυχιατρικης απο την υπολοιπη ιατρικη: ενας διαβητικος ειναι αρρωστος σε ολα τα μηκη και πλατη της γης, εστω και αν η αρρωστια του μπορει να παρασταινεται σε αλλοτε αλλους ορους. Ο σχιζοφρενης ειναι αρρωστος, εχει ονομα και διαγνωση μονο αν ξεστρατισε, αν βρεθηκε εξω απο τον χρονο και τον τοπο και την κοινωνια οπου θα ζουσε οπως λιγο-πολυ ολοι.
Μηπως απο εδω υποδηλωνεται μια απαντηση στον λογιστη και στον αγουροξυπνημενο και στον φτωχο που δεν καταλαβαινει; Αν μπορουσαμε δηλαδη, αν βλεπαμε τον σημερινο κοσμο μας με τα ματια ενος αλλου, θα διαγιγνωσκαμε ισως μια συλλογικη, περιρρεουσα και γι' αυτο αφανη τρελα, οπως εμεις την διαπιστωνουμε σε τριτοκοσμικες, πρωτογονες, η αρχαϊκες κοινωνιες. Αν ενας ανθρωπος, ερχομενος απ' αλλου, βρισκοταν στον κοσμο και στον καιρο μας, γραφει σ' ενα ποιημα ο Paul Celan, θα μπορουσε μονο να παραμιλα συνεχως:
Ο ανθρωπος θα τρελαινονταν απο την τρελα που θα συναντουσε. Ομως ας τα παρουμε απο την αρχη. Ας πουμε οτι βρεθηκε προσφατα σ' αυτην την μικρη κινεζικη πολη
και στο μαυρο συννεφο απο πανω της να προβαλλει αυτο:
Και το ρεπορταζ τελειωνει με την διαβεβαιωση πως βεβαια προκειται για "illusion", ψευδαισθηση.
Περιδιαβαινοντας τον πλανητη ο ανθρωπος μας βρισκεται τωρα στην Ισπανια, σε μια γκαλερι με εργα του ιαπωνα Katsumi Hayakawa. Στο βαθος της αιθουσας βλεπει ενα γλυπτο απο χαρτι:
Το πλησιαζει. Θυμιζει εκεινη την μετεωρη πολη στον κινεζικο ουρανο:
Πηγαινει κοντυτερα
Και κοντυτερα
Και κοντυτερα
Τα κτισματα ειναι κενα, σαν φαντασματα:
Το εργο εχει τον τιτλο "Fata Morgana".
Μιαν αλλη Fata Morgana συναντα στη Ζυριχη, σ' ενα εργο του Jean Tinguely:
Μια τεραστια μηχανη που λειτουργει εν κενω.
Και καποια στιγμη ακουει κι ενα τραγουδι για την αγαπη:
Ποιαν αγαπας; Καποια τσιγγανα.
Πως τη λενε; Φατα Μοργκανα.
Και τι εχουν αυτα για να τρελανουν τον ανθρωπο και ν' αρχισει να παραμιλα; Τι βλεπει στην Φατα Μοργκανα που τον αναστατωνει συθεμελα; Μηπως μας βλεπει, εμας πλεον, ερμαια αντικατοπτρισμων; Δηλαδη, καθως λεει η μετεωρολογος του CNN, παραδομενους σε ψευδαισθησεις; Τι θα βλεπαμε, αν βλεπαμε την εποχη και τον εαυτο μας καθρεφτισμενο στα δικα του τα ματια; Ας ξαναδουμε τον ουρανο της Κινας:
Στο ταπεινο, καθημερινο και πεζο τοπιο προβαλλει μια πολη επιβλητικη, παραμυθενια, και τοσο κοντα!. Σε καλει, τρεχεις προς αυτην - κι αυτη χανεται. Η Φατα Μοργκανα που μας αφορα: Η ψευδαισθηση πως κατι απιαστο ειναι κοντα και φτανει ν' απλωσεις το χερι σου για να το συλλαβεις.
Το χρημα. Αν π.χ. για ενα ακριβο αυτοκινητο εγω χρειαζεται να εργαζομαι εναν χρονο, ο πλουσιος
μπορει να το αποκτησει με εργασια μιας ημερας. Αυτος λοιπον ζει, αν ζωη σημαινει αποκτηση αγαθων, 365 φορες περισσοτερο χρονο απο εμενα. Αν δηλαδη εγω ζησω 80 χρονια, αυτος θα ζησει 80x365=29.200 χρονια. Το χρημα υποσχεται την αθανασια. Ειπαμε, με μια προϋποθεση - πως ζωη σημαινει αποκτηση αγαθων. Κι εδω πρωταγωνιστει το παραληρητικο ματι που βλεπει το αρεστο, το ωραιο και αντανακλαστικα συμπληρωνει: Το θελω! Δικο μου! Ομως δεν γνωριζει, και οταν γνωρισει δεν το αναγνωριζει οτι αυτα τα πραγματα, οταν περιερχονται στην κατοχη μου, αλλαζουν. Η μαγεια, η σαγηνη τους χανεται. Ξεθωριαζουν. Για να χρησιμοποιησω μια εκφραση του Wittgenstein εκτος των δικων του συμφραζομενων, το μαγικο ραβδι γινεται ενα κομματι σιδερο. Χανεται οπως η πολη στον κινεζικο ουρανο. Ομως εννοουμε να συνεχιζουμε, λεφτα κι αλλα λεφτα, κερδος και μεγαλυτερο κερδος, στο ιδιο παραληρημα, σαν υπνοβατες.
Και καθως μιλουσαμε για την Κινα, μου ερχεται στον νου ενα ρητο τους:
Οταν ο σοφος δειχνει το φεγγαρι, ο ηλιθιος βλεπει το δαχτυλο.
Ο ηλιθιος ειναι μυωπικος. Ομως η μυωπικοτητα του, σημερα, δεν φτανει μονο μεχρι το δαχτυλο. Καθως γι' αυτον μονο το χειροπιαστο ειναι, πηγαινει και μεχρι το φεγγαρι, θελει να το πατησει. Και τι πατα;
Με κατι γελοια ρουχα, ασυγκριτα πιο περιοριστικα απο εναν ζουρλομανδυα, πατα ενα πραγμα απο χωμα και πετρες που δεν μπορεις καν να το πεις ερημο.
Η μυωπικοτητα τον εμποδιζει να βλεπει το μακρινο και απροσιτο και να μενει, να διαγει στα μερη του. Πρεπει να παει κοντα, να το ψαχουλεψει, να το κανει κτημα του. Θα μπορουσαμε να πουμε οτι η εποχη μας διακατεχεται απο μια δυσανεξια για το απροσιτο. Το βλεπει μονο στερητικα: το απροσιτο ως το μη προσιτο. Και το καταπολεμα. Και εχει επιστρατευσει εναν τροπο κτησης πολυ πιο αποτελεσματικο, νομιζει, απο το ψαχουλεμα και την αποκτηση. Εχει βουτηξει στο παραληρημα της συλληψης μεσω της γνωσης. Και καθως γνωση θα πει βασικα επιστημη, και επιστημη θα πει μονοσημαντοτητα των ορων της, ενας οπως ο κορυφαιος δανος φυσικος Niels Bohr λεει την απιστευτη φραση, που συνιστα βεβαια το credo καθε επιστημονα:
Πραγματικο ειναι ο,τι μπορει να μετρηθει
Μ' αυτο η επιστημη συμπληρωνει το οπλοστασιο, στο οποιο ηδη δεσποζει ενα αλλο παραληρημα για το πραγματικο:
Nihil est sine ratione / Τιποτα δεν ειναι διχως τον αποχρωντα (επαρκη) λογο του.
Τα δυο παραληρηματα παντρευονται αγαστα για να γεννησουν ενα τριτο, που ονομαζει τον τροπο της παρουσιας των πραγματων για την επιστημη, αλλα πλεον και για την καθημερινη αντιληψη: διαδικασια. Ο Wittgenstein γραφει ειδικοτερα για τις ψυχικες καταστασεις, ομως τα λογια του αφορουν καθε επιστημονικο αντικειμενο:
Πως φθανουμε στο φιλοσοφικο προβλημα των ψυχικων διεργασιων και καταστασεων [...]; - Το πρωτο βημα ειναι αυτο που δεν προκαλει την προσοχη καθολου. Μιλαμε για διεργασιες και καταστασεις κι αφηνουμε τη φυση τους ανοιχτη! ισως καποτε γνωρισουμε περισσοτερα γι' αυτην - λεμε. Ομως ακριβως μ' αυτο εχουμε καθηλωθει σε εναν ορισμενο τροπο θεωρησης. Διοτι εχουμε μια ορισμενη ιδεα γι' αυτο, τι θα πει: να γνωρισω μια διεργασια καλυτερα. (Το αποφασιστικο βημα στο ταχυδακτυλουργικο νουμερο εχει γινει, και αυτο ακριβως μας φανηκε αθωο.)
Θυμαμαι μια υφηγητρια της Ιατρικης στο μαθημα της Παθολογιας να μιλα για κατι και να λεει με υφος Ζωης Κωνσταντοπουλου:
Δεν το εχουμε βρει ΑΚΟΜΑ
Σαν να ελεγε στο ακομα αγνωστο που αντιστεκοταν στην επιστημη: Το τελος σου πλησιαζει! Η, οπως λενε σε αμερικανικα αστυνομικα της πλακας απειλωντας καποιον: You are dead!
Και ομως, αυτο που η επιστημονικη ερευνα συναντα παλι και παλι, ειναι το οτι με την καθε απαντηση που καταφερνει να δωσει, ανοιγονται πολλαπλασια ερωτηματα. Η Φατα Μοργκανα της: Με καθε βημα η τελικη απαντηση, η τελικη λυση κανει ενα αλμα ακομα μακρυτερα. Ομως φαινεται να μην το προσεχει κανεις.
Η γνωση τρεφεται απο το οραμα ενος καλυτερου κοσμου: μια ζωη πιο ανετη, διχως αρρωστιες, μαλιστα διχως γεραματα, ενας πλανητης καθαρος, τα αναπαντητα εχουν βρει τις απαντησεις τους. Ο Eric Schmidt, εκτελεστικος διευθυντης της Google, σε μια προσφατη ομιλια με τιτλο "Οικοδομωντας το ψηφιακο μελλον", παραθετει μια φραση του George Bernard Shaw που λεει: "Βλεπεις πραγματα και λες: γιατι; Ομως εγω ονειρευομαι πραγματα που δεν ηταν ποτε, και λεω, γιατι οχι;" Και ο Eric Schmidt συνεχιζει: "Γιατι αυτο ειναι ετσι; Γιατι δεν θα μπορουσε να ειναι καλυτερο; Γιατι υπαρχει αδικια στον κοσμο; Γιατι δεν μπορουμε να το φτιαξουμε; 'Why can’t we fix that?'"
Ετσι φτανουμε στο παραληρημα της εξελιξης και της προοδου. Προσδοκουμε τα παιδια μας να προκοβουν, εμεις να αυτοβελτιωνομαστε, η ανθρωποτητα να προχωραει, λεει, μπροστα. Που θα πει οτι βλεπουμε τον εαυτο μας συνεχως στο μειον, στην υστερηση, και απαιτειται να καταβαλουμε ολο και μεγαλυτερη προσπαθεια, να κυνηγησουμε ολο και μεγαλυτερες επιδοσεις. Το μειον αυτο ειναι σαν γυαλια ηλιου. Αν οι φακοι ειναι καφε, τοτε ολα εμφανιζονται σε καφε αποχρωσεις. Οταν οι φακοι ειναι ρυθμισμενοι στο μειον, τοτε ολα εμφανιζονται ως ελειμματικα και χρειαζονται αναπτυξη, βελτιωση, διορθωση, τελειοποιηση. Στοχοι που, καθως φοραμε αυτα τα γυαλια, μενουν το ιδιο μακρια οσο και να προσπαθουμε, οσα βηματα και νομιζουμε πως κανουμε.
Παρομοιο ειναι και το παραληρημα της δυναμης. Το ιδεωδες της ειναι το χαρακτηριστικο που καποτε αποδιδονταν στον χριστιανικο θεο: causa sui, να ειναι κανεις αιτιο του εαυτου του, δηλαδη να μην δινει λογαριασμο σε κανεναν, π.χ. η φιγουρα του master of the universe, και τουτο οχι μονο στην πολιτικη. Ηδη μας την υποβαλλουν οι περισσοτερες διαφημισεις αυτοκινητων: δεν υπαρχει τιποτε αλλο στον δρομο, το πολυ ανθρωποι που το κοιταζουν με θαυμασμο. Οσο για την πολιτικη, οι παλαιοτεροι θα θυμουνται τον χρησμο του Ανδρεα Παπανδρεου για την Δεξια που μπαινει "στα χρονοντουλαπα της ιστοριας", και που ενας νεοτερος επαναλαμβανει, λες και δεν εμαθε τιποτα, λες και συγχρωτιζεται με τον παλαιοτερο σε μια folie a deux, καθως δεν ξερουν οτι ποτε η μια μορφη δεν μπορει να εκμηδενισει την αλλη, λες και δεν εμαθαν απο το παθημα των αντιπαλων τους, που στις προηγουμενες δεκαετιες κυνηγουσαν την αντιστροφη χιμαιρα, την αλλη Φατα Μοργκανα. Και οι επιδοξοι διαδοχοι παλι στην ιδια μεθη κολυμπανε, οταν βλεπουν τους νυν ως "παρενθεση". Ομως κανεις τους δεν μπορει διαφορετικα. Διοτι η δυναμη μπορει να ειναι δυναμη μονον οταν υπερβαινει τον εαυτο της συνεχως. Η οικονομικη και η πολιτικη εξουσια ειναι εκ φυσεως αχορταγη. Βουλιμικη.
Καθημερινοτητα
Η πλανη ειναι πλανα. Αποπλανα. Αυτο συμβαινει με οσα μεχρι τωρα συναντησαμε: το χρημα, την γνωση, την προοδο, την δυναμη και την εξουσια.
Αποπλανα και η μουσικη. Η συμφωνικη ορχηστρα θα μπορουσε να ειναι μια φιγουρα της κοινωνιας. Τα εγχορδα, τα πνευστα, τα κρουστα, οι φωνες, με τις υποομαδες τους ως κοινωνικες ταξεις, ολα συγκεντρωμενα και συγχρονισμενα στον μαεστρο-ηγετη που καθοδηγει τα παντα και τα συντηκει σε μια καθολικη συμ-φωνια. Η ορχηστρα ως φιγουρα μιας κοινωνιας που βεβαια δεν υπηρξε ποτε, δεν θα υπαρξει ποτε, που ομως παρασταινεται ως οραμα και οδηγος.
Αποπλανα και ο ερωτας. Ανοιγει τις φτερουγες του προς την δικη του Φατα Μοργκανα: Ειναι η φυγη της μοναξιας προς τα εμπρος, προς την συντηξη με μιαν αλλη ψυχη:
Αιωνια στον κοσμο μαζυ σου να ζω πως ποθω
κι απο 'να φιλι σου γλυκο να μεθω
οι δυο καρδιες μας με ιδιο παλμο να χτυπουν
κι οι χτυποι ερωτων ανθους να σκορπουν
Ειναι η χιμαιρα του φωλιασματος σ' εναν μικροκοσμο που θα παραμεινει, σαν ευγενες μεταλλο, αθικτος απο τον υπολοιπο κοσμο:
σαν δυο πουλια ερωτευμενα
ας πλεξωμε φωλια
σε μια κρυφη κρυφη μερια
σαν δυο μικρα πουλια
ας πλεξωμε μεις μια φωλια
….
Ισως η απολυτη Φατα Μοργκανα ειναι η ιδια η ζωη, εκει που ζητα να επιμενει στον εαυτο της. Στο "Τουνελ", απο τα "Ονειρα" του Akira Kurosawa, ενας στρατιωτης βγαινει απο το τουνελ και συναντα τον διοικητη του, τον μονο που επεζησε απο τη μαχη. Διαμειβεται ο παρακατω διαλογος:
Διοικητης: Οπλιτη Nogushi!
Nogushi: Μαλιστα, κυριε διοικητα!
Διοικητης: Εσυ …
Nogushi: Κυριε διοικητα, ειναι αληθεια; Πραγματι σκοτωθηκα εν ωρα μαχης; Δεν … δεν μπορω να το πιστεψω πως ειμαι πραγματικα νεκρος. Πηγα σπιτι. Εφαγα τα ειδικα γλυκα που εκανε η μητερα μου για μενα. Το θυμαμαι καλα.
Διοικητης: Μου το ειπες και πριν. Σε χτυπησαν. Λιποθυμησες. Μετα συνηλθες. Εγω σε φροντιζα και μου 'πες αυτην την ιστορια. Ηταν ονειρο. Το ειδες οσο ησουν αναισθητος. Ηταν τοσο εντονο που το θυμαμαι. Αλλα καπου πεντε λεπτα αργοτερα πεθανες. Πραγματικα πεθανες.
Nogushi: Καταλαβαινω. Αλλα οι γονεις μου δεν πιστευουν πως ειμαι νεκρος.
Κι εδω το βλεμμα του Nogushi πεφτει σ' ενα φωτακι στην απεναντι πλαγια. Ειναι η ζωη του, πλεον ως Φατα Μοργκανα.
Nogushi: Να το σπιτι μου. Η μητερα μου κι ο πατερας μου … ειναι εκει … κι ακομα με περιμενουν.
Διοικητης: Αλλα ειναι γεγονος. Πεθανες. Λυπαμαι τοσο πολυ, αλλα εισαι νεκρος. Πραγματικα πεθανες στα χερια μου.
Περιρρεουσα τρελα. Ο ανθρωπος που, ερχομενος απ' αλλου, θα βρισκοταν στον κοσμο και στον καιρο μας, και θα παραμιλαγε, "Pallaksch. Pallaksch", θα μπορουσε να ειναι και ο νεος απο το "Χειμερινο ταξιδι" του Schubert που λεει
Uns're Freuden, uns're Wehen, ... / Οι χαρες μας, οι πονοι μας, ολα παιχνιδι απο ενα πλανερο φως! Ολα παιχνιδι απο ενα πλανερο φως!
Τι κοσμος ειναι αυτος; Γιατι να κυριαρχειται απο την τρελα; Στην "Αντιγονη" του Σοφοκλη ο Κρεων ειναι εξω φρενων γιατι, παρα τις εντολες του, μαθαινει οτι αποδωθηκαν νεκρικες τιμες στον Πολυνεικη. Διχως στοιχεια, σαν σε παρανοϊκο παραληρημα, κατηγορει τον φυλακα οτι δωροδοκηθηκε, και θα το πληρωσει. Και τοτε ο φυλακας λεει τα παρακατω λογια:
Αχ! Τι δεινο, αυτος που εχει γνωμη να εχει και λαθος γνωμη!
Η γνωμη, ηδη ως γνωμη, ειναι παντα λαθος γνωμη. Υπερβαλλει καθως υπερβαινει τα μετρα: Ορθωνει μια σταση επανω στο αστατο, μια σταση, για να παραφρασω τον Καλβο, "επι την απειρον θαλασσαν" των πραγματων. Οι Αρχαιοι το ονομαζαν Υβρις. Και υπαρχει ενας νομος που διατυπωνεται στον "Αγαμεμνονα" του Αισχυλου:
Η παλαια υβρη εχει την ταση να γεννα νεα υβρη στους θνητους και να προξενει νεα κακα
Ετσι στην τρελα δεν υπαρχει λυση. Διοτι η τρελα γεννα ακομα μεγαλυτερη τρελα. Υπαρχει μονο η καθαρση, και αυτη συμβαινει με το τελος στο οποιο η υβρη οδηγει αμειλικτα: την καταστροφη. Αυτην την μοιρα ειναι που τραγουδα ο Υπεριων του Hölderlin:
Ομως σ' εμας δεν δοθηκε
Τοπος γαληνης κανενας,
Χανονται, πεφτουν
Οι δολιοι οι ανθρωποι
Τυφλα απο τη μια
Ωρα στη αλλη,
Σαν το νερο που πετιεται
Απο βραχο σε βραχο,
Χρονια και χρονια στου αβεβαιου τον γκρεμο.
Ομως ολα αυτα διολου δεν σημαινουν μια ζωη στην μαυριλα και στην απελπισια. Ο Κωνσταντινος Καβαφης στο ποιημα "Αλεξανδρινοι βασιλεις" γραφει για την στεψη των παιδιων της Κλεοπατρας οπου ανακηρυσσονται βασιλεις απο βασιλεια που δεν υφιστανται πια. Μια τρελα κι αυτη. Το ποιημα κλεινει ετσι:
Οι Aλεξανδρινοι ενοιωθαν βεβαια
που ησαν λογια αυτα και θεατρικα.
Aλλα η μερα ητανε ζεστη και ποιητικη,
ο ουρανος ενα γαλαζιο ανοιχτο,
το Aλεξανδρινο Γυμνασιον ενα
θριαμβικο κατορθωμα της τεχνης,
των αυλικων η πολυτελεια εκτακτη,
ο Καισαριων ολο χαρις κι εμορφια
(της Κλεοπατρας υιος, αιμα των Λαγιδων)·
κ’ οι Aλεξανδρινοι ετρεχαν πια στην εορτη,
κ’ ενθουσιαζονταν, κ’ επευφημουσαν
ελληνικα, κ’ αιγυπτιακα, και ποιοι εβραιικα,
γοητευμενοι με τ’ ωραιο θεαμα-
μ’ ολο που βεβαια ηξευραν τι αξιζαν αυτα,
τι κουφια λογια ησανε αυτες η βασιλειες.
Μια ομορφη μερα ειναι μια μερα φιλοξενη. Τα δεχεται ολα, και τα δεχεται με εγκαρδιοτητα, χωρις να τα εξεταζει, χωρις να τα κρινει, χωρις να τα επιτρεπει, η να τα απαγορευει. Αλλα μια τετοια μερα τα αφηνει και να φευγουν, στην ωρα τους, χωρις να κραταει κανενα και χωρις να κρατιεται απο κανενα. Μπορουμε να ενθουσιαζομαστε και ν' απελπιζομαστε με τα πραγματα, να τα χαιρομαστε, η να υποφερουμε, γνωριζοντας βεβαια "τι αξιζουν αυτα" - τι αξιζουν, συμφωνα με τον φυλακα στην "Αντιγονη", οι γνωμες - το δοκειν, ειναι η αρχαια λεξη. Η, με λογια του φιλοσοφου Jean Beaufret, που παραφραζουν τον τιτλο ενος ποιηματος του René Char:
Εις υγειαν των δοκουντων!