Η οικονομικη κριση δεν εξαντλειται στον αγωνα για την επιβιωση. Στον βαθμο που ο σημερινος ανθρωπος εννοει την υπαρξη του σε οικονομικους ορους, δηλαδη στον βαθμο που η εκτατικοτητα της ανθρωπινης υπαρξης συρρικνωνεται στη χωρητικοτητα ενος πορτοφολιου, η οικονομικη κριση ειναι συναμα και υπαρξιακη κριση.
Μια ψυχοπαθολογικη προσεγγιση που μιλα π.χ. σε ορους "καταθλιψης", δεν αρκει για την κατανοηση του φαινομενου της σημερινης οικονομικης-υπαρξιακης κρισης. Αυτη εχει μια δικη της εγγενη παθολογια, η οποια δεν αρθρωνεται απο το ιατρικο-ψυχολογικο μοντελο, αλλα ειναι ενδομημενη στο ιδιο το φαινομενο της μοντερνας ευμαρειας και λιτοτητας. Θα επιχειρησω να παρουσιασω καποιες πλευρες μιας φαινομενολογιας του χρηματος, η οποια θα καταδειχθει και ως η ιδια η παθολογια του.
Η καθολικη κυριαρχια του χρηματος εχει μετατρεψει τον κοσμο σε αγορα. Τα πραγματα παρουσιαζονται ως καταναλωτικα ειδη. Χανουν την ενικοτητα τους και γινονται συγκρισιμα και αντικαταστασιμα. Ο χρονος τους δεν παρακολουθει την πορεια γεννησης και φθορας. Ηδη εξαρχης το καταναλωτικο ειδος ειναι εν αναμονη του επομενου. Διαγει σε μια φευγαλεα, σκιωδη προσωρινοτητα. Ετσι τα πραγματα χανουν το βαρος τους, τη γεγονοτητα τους. Υφιστανται μια απο-γεγονοποιηση.
Η απογεγονοποιηση των πραγματων συμβαδιζει με την απογεγονοποιηση του ανθρωπου. Το ζητουμενο δεν ειναι η παραγωγη εργου, π.χ. η μπουγαδα, το παιξιμο της μουσικης, η οδοιπορια. Αυτα τα αναλαμβανουν το πλυντηριο, το cd-player, το αυτοκινητο. Ο ανθρωπος δεν παραγει εργο. Ειναι χειριστης των αντιστοιχων μηχανων. Βασικα αυτο το εκτελει με τις ακρες των δακτυλων του. Παιζει τα παντα στα δαχτυλα. Δεν συμμετεχει με ολο το σωμα του, οπως κανει η πλυστρα, ο μουσικος, ο οδοιπορος. Το σωμα του ειναι ενα περιττο και βουβο υπολειμμα. Η εικονα του σωματος του ειναι αυτη του αναπηρου. Εχει υποστει υπαρξιακη ατροφια και δυσμορφια, μια déformation existentielle.
Στην αγορα του κοσμου αγοραζονται και υπηρεσιες, δηλαδη ανθρωποι. Η διαδικασια αυτης της συναλλαγης ειναι βασικα μουγκη. Δεν εχει αναγκη καποια επικοινωνια απο καρδια σε καρδια. Το χρημα αφηνει τις καρδιες απεξω. Το χρημα απομονωνει. Παρακαμπτει τη συναντηση με τον Αλλο.
Η παθολογια της λιτοτητας ειναι η αλλη οψη της παθολογιας της ευμαρειας. Η οικονομικη κριση του σημερα δεν ειναι οπως παλιοτερες. Τωρα η απωλεια δεν ειναι μονο αποστερηση. Δεν ειναι μονο ποσοτικη αλλα προπαντων ποιοτικη. Ο αναπηρος χειριστης που θα χασει τα μηχανηματα και τις συσκευες του, δεν ειναι απλα φτωχος. Ειναι σκουπιδι. Η οικογενεια, που λειτουργουσε ως ανωνυμη εταιρεια, με την πτωχευση της καθισταται ανευ αντικειμενου και αποσυντιθεται. Ψυχοπαθολογικες εκδηλωσεις οπως καταθλιψη, οργη, απελπισια, αρνηση κλπ. πρεπει να ιδωθουν στο φοντο αυτης της υπαρξιακης καταστροφης.
Η κριση βρισκει τους περισσοτερους απροετοιμαστους. Μ' αυτην την εννοια ειναι μια φιγουρα του θανατου: Σε μια ζωη που δεν τον υπολογιζει, σε μια μυωπικη ζωη που ειναι καθηλωμενη στο κυνηγι της αναπτυξης, της προοδου, της εξελιξης και της επιτυχιας, κι επομενως δεν εκτεινεται περαν της ζωης, η κριση, οπως ο θανατος, ερχεται απροσκλητη, και παντα σε λαθος ωρα.
Η φωτογραφια ειναι του γαλλου φιλοσοφου Jean Baudrillard. Ειναι μια φωτογραφια ερειπιων που πιθανον αφησε πισω του καποιος πολεμος. Χρειαζεται μονο μια μικρη μετακινηση του βλεμματος για να δει κανεις στο πρωτο πλανο ενα προσωπο συσπασμενο απο τον πονο. Και στο δευτερο πλανο μια γυναικεια φιγουρα, και τη σκια της, να περιπλανωνται διπλα στα υπολειμματα ενος τοιχου.
Τωρα ο τοπος αρχιζει να ανασαινει, αρχιζει να μιλα, να λεει ιστοριες. Αργοτερα θα ακουσουμε εναν λογο του ποιητη Paul Celan: "Με τ' αδιεξοδα να μιλας!". Ας ειναι το μοττο της ακολουθης ομιλιας.
Στην κωμωδια του Αριστοφανη "Πλουτος" ο Χρεμυλος, ενας ανθρωπος φτωχος και δικαιος, πηγαινει στο μαντειο των Δελφων με την ερωτηση αν πρεπει να κανει τον γιο του αδικο και πανουργο για να παει μπροστα. Ο χρησμος του παραγγελνει να ακολουθησει τον πρωτο που θα συναντησει βγαινοντας απο το μαντειο. Αυτος ομως ειναι ο Πλουτος, ενας γερος κουρελης τον οποιο ο Διας τυφλωσε για να μην μπορει να ξεχωριζει τους δικαιους απο τους αδικους. Ο Χρεμυλος τον οδηγει στο ιερο του Ασκληπιου, οπου ξαναβρισκει το φως του. Τωρα πλεον οι φτωχοι, που ειναι βεβαια και οι δικαιοι, γινονται πλουσιοι. Ομως οι θεοι φτωχαινουν γιατι κανεις δεν τους προσφερει θυσιες. Ετσι ο Ερμης κατεβαινει στη γη και ζηταει απο τον Χρεμυλο να μπει στη δουλεψη του. Εδω λαμβανει χωρα ο εξης διαλογος με τον δουλο του Χρεμυλου Καριωνα:
Καριων:
Μπα; Θ' αφησεις τους θεους για να µεινεις εδω;
Ἑρμῆς:
Αφου μ' εσας εδω ειναι πολυ καλυτερα.
Καριων:
Και πως; Η λιποταξια σου φαινεται καλο πραγµα;
Οπου ο Ερμης εκστομιζει την εξης φραση:
πατρὶς γάρ ἐστι πᾶσ᾽ ἵν᾽ ἂν πράττῃ τις εὖ
πατριδα ειναι παντου οπου περνας καλα
Στον Ολυμπο λοιπον εχει ξεσπασει οικονομικη κριση. Οι θεοι δεν περνουν καλα. Φευγουν, οπως οι οικονομικοι μεταναστες. Ο Ολυμπος εχει παψει να ειναι πατριδα τους!
Να βρισκεσαι στην πατριδα, γραφει ο Hegel, ειναι ευτυχια, ειναι "οπως συμβαινει στην κοινωνικη ζωη, που ειμαστε καλα με τους ανθρωπους και με τις οικογενειες που ειναι συγκεντρωμενες στον πατριο τοπο τους, που ειναι ευχαριστημενες οντας στον εαυτο τους, οχι παραεξω, οχι παραπερα ..." Η πατριδα, σημειωνει ο Martin Heidegger, ειναι "αυτο που, στον πυρηνα της υπαρξης μας, μας φερει, μας καθοριζει, μας κανει ν' ανθιζουμε" . Και τωρα ο Ερμης: "Πατριδα ειναι παντου οπου περνας καλα." ...
Η οικονομικη κριση δεν εχει πατριδα. Εξαλειφει καθε νοημα που θα μπορουσαν να εχουν καταγωγη, ηθη και εθιμα. Εξοριζει απο τον χωρο και τη θαλπωρη του οικειου. Ματαιωνει τις οποιες προοπτικες. Εξομοιωνει ντοπιους και ξενους, θνητους και αθανατους. Βαζει ολα τα πλασματα σε μια βαρκα που παραδερνει διχως κατευθυνση. Οι ανθρωποι γινονται boat people.
Η οικονομικη κριση, αποκοβοντας τον ανθρωπο απο τον "πυρηνα της υπαρξης του", ειναι συναμα υπαρξιακη κριση.
Το φαινομενο της οικονομιας ειναι πολυ ευρυτερο απο το πεδιο των οικονομικων. Οικο-νομια ειναι ο νομος του οικου. Οικος δεν ειναι μονο η οικοδομη που κατοικουμε. Κατοικουμε οικους πολλους και ποικιλλους, που μας στεγαζουν στη θαλπωρη των οικειων πραγματων: κατοικουμε σχεσεις με αλλους, μια οικογενεια, μια πατριδα, κατοικουμε ενα παρελθον κι ενα μελλον, κατοικουμε τον πλανητη, κατοικουμε τον εαυτο μας. Ο νομος του οικου, η οικο-νομια, ειναι νομος του ιδιου του ανθρωπινου ειναι.
Καποια αρθρα αυτου του νομου ειναι τα παρακατω:
Η Ισορροπια. Μιλαμε για το σημειο της εξισωσης [=],
And to auoide the tediouse repetition of these woordes : is equalle to: I will sette as I doe often in woorke vse, a paire of paralleles, or Gemowe lines of one lengthe, thus: =====, bicause noe .2. thynges, can be moare equalle.
(Robert Recorde 1512–1558)δηλαδη για τον προσανατολισμο στην αυτοσυντηρηση: τη συντηρηση του εαυτου μεσα σε ενα περιβαλλον στο οποιο διαρκως απειλειται. Το ζητουμενο ειναι η ομοιοσταση, που στο ψυχολογικο επιπεδο εκφραζεται στο ονομα της ψυχικης οργανωσης και της ψυχικης υγειας. Στο κοινωνικο επιπεδο τα συμβαντα που εχουν δημοσιο ενδιαφερον και μεταδιδονται απο τα ΜΜΕ ειναι σχεδον αποκλειστικα επεισοδια που διαταρασσουν την ισορροπια μιας κοινωνιας, ενος εθνους, του πλανητη. Το ονομα "οικο-λογια" μαρτυρει την κυριαρχια της οικονομικης θεωρησης στην καθε γωνια της γης.
Η επιταγη της ισορροπιας θετει τα παντα στην οπτικη του τι συμφερει και ενδιαφερει, τι οφελει, τι ειναι χρησιμο και τι οχι. Κυριαρχα κριτηρια γινονται η "αρχη της ηδονης", οι αναγκες και η ικανοποιηση τους, ο χωρισμος του κοσμου σε μ' αρεσει / δεν μ' αρεσει,
το ονειρο του φωλιασματος στο κουκουλι του "μ' αρεσει" και της απαλοιφης του κοσμου που "δεν μ' αρεσει".
Ο εαυτος μου θα πει: "ο λογαριασμος μου".
Ειμαι ο μανατζερ του εαυτου μου. Οι σχεσεις με τους αλλους εχουν χαρακτηρα συναλλαγης και ανταποδοτικοτητας. Και οταν κανεις θεωρει πως εξαπατηθηκε, τοτε εγειρεται θεμα επανορθωσης μεσα απο στρατηγικες κατηγοριας, αποζημιωσης, τιμωριας, εκδικησης.
Η γνωση ειναι επισης οικονομικο φαινομενο. Μεσα απο τη θεωρια και τα μοντελα, μεσα απο γενικευση και εξειδικευση, μεσα απο κατανοηση, εξηγηση, και ερμηνεια το μηλο που πεφτει απο τη μηλια και το ονειρο της χθεσινης νυχτας χανουν το αλλοτριο τους, εξημερωνονται, γινονται κατοικιδια, οικεια. Αφομοιωνονται απο το νοημον ον, δηλαδη γινονται συνεχεια του οικου του, του εαυτου του. Αυτη η επεκτατικοτητα της διανοιας, η οποια υπακουει στην επιταγη να γινει "maitre et possesseur de la nature" (Descartes),
ειναι, συμφωνα με τον Hegel, ουσιαστικο στοιχειο της δυναμης.
Μια οικονομικη λειτουργια στην υπηρεσια της δυναμης επιτελουν και οι αμυντικοι μηχανισμοι. Η αρνηση,
η απωθηση, η εκλογικευση, η προβολη κλπ. διαστρεβλωνουν την πραγματικοτητα με τον εκαστοτε τροπο τους, την καθιστουν περισσοτερο συμβατη, περισσοτερο οικεια, και υποβαλλουν τη ψευδαισθηση μιας δυναμης ανυπαρκτης.
Η οικονομια της δυναμης δινει νοημα και στη ψυχοθεραπεια, καθως αυτη αποβλεπει στην καλυτερη οργανωση του εγω, στην ενδυναμωση του, στην αποτελεσματικοτερη αντιμετωπιση των απειλων εναντιον της ισορροπιας του.
(Ειρησθω εν παροδω: Ψυχιατρικη και ψυχολογια ειναι οικονομικες επιστημες. Γι' αυτο μπορουν μεν να προτεινουν λυσεις για μια καλυτερη οικονομια του ατομου, της ψυχης του και της ζωης του. Ομως δεν ειναι σε θεση να διανοηθουν καν τη λυση απο την καθηλωση στην οικονομικη οπτικη. Δεν ειναι σε θεση οπως, συμφωνα με ενα παραδειγμα του Wittgenstein, ενα γραμμοφωνο ποτε δεν μπορει να πει: "Ειμαι μονο ενα μηχανημα".)
Στην κωμωδια του Αριστοφανη ο Χρεμυλος εξηγει στον αφελη Πλουτο ποσο δυνατος ειναι:
εσενα οµως κανεις ποτε δεν σε χορτασε,
µα αν αποκτησει δεκατρια ταλαντα,
του αναβει πιο πολυ ο καηµος να εχει δεκαξι.
κι αν τα βαλει κι αυτα στο χερι, θελει σαραντα,
η αλλιως λεει πως τετοια ζωη δεν υποφερεται
"Auri sacra fames"
"Για χρυσαφι πεινα καταραμενη" μονολογει, με τον Βιργιλιο, ο γερος πειρατης βλεποντας τον καυγα του διεφθαρμενου ρωμαιου Destructivus με τους συντροφους του.
Χωρις το χρημα η ζωη δεν υποφερεται, λεει ο Χρεμυλος. Sacra δεν θα πει μονο καταραμενη, αλλα και ιερη - ιερη πεινα για χρυσαφι.
Στην αρχαια ελληνικη γλωσσα η λεξη για τα λεφτα, "χρηματα", συγγενευει ετυμολογικα με το "χραω, χραομαι", που θα πει χρειαζομαι, εχω αναγκη. Η λεξη "χρηματα" ειναι ονομα για τα πραγματα στην οπτικη της χρηστικοτητας. "Χρηματα" ειναι η λεξη για τα πραγματα του κοσμου του καθοριζομενου απο την οικο-νομια. Σ' αυτον τον κοσμο τα πραγματα δηλωνονται ως εμπορευσιμα, δηλαδη συναλλαξιμα ειδη.
Τα πραγματα ως συναλλαξιμα ειδη, ειναι ανταλλαξιμα με το χρημα. Τα πραγματα που το χρημα μπορει ν' αγορασει, στον κατοχο τους ειναι ηδη παροντα, σαν μεσα στο λυχναρι του Αλλαντιν. Το χρημα ειναι συμπυκνωμενος κοσμος. Ο ευπορος εχει στο λυχναρι του λογαριασμου του τον κοσμο ολοκληρο. Ο κοσμος ειναι παραγγελια του και επομενως, τελικα, δημιουργημα του. Ο ευπορος εχει μακρια χερια. Εχει τον κοσμο στο χερι του.
Αυτος που εχει πληγει απο την κριση καταποντιζεται σε μια ερημο. Δεν υπαρχει τιποτα που να μπορει να φτασει. Τα χερια του, οπως εκεινα των θυματων της θαλιδομηδης, ειναι κολοβωματα.
Τα πραγματα που αγοραζει το χρημα, ειναι πραγματα για τα οποια εχουν δουλεψει αλλοι. Το χρημα ειναι λοιπον και χρονος εργασιας. Με τα πραγματα που μπορω να αγορασω, αγοραζω μαζι και τον χρονο που χρειαστηκε για να παραχθουν. Ο χρονος του ευπορου ειναι το αθροισμα του χρονου της δικης του ζωης και του χρονου των αλλων που δουλευουν για να παραγουν τα πραγματα που αγοραζει. Εδω ανηκει και ο αυτοματισμος των οικιακων και ηλεκτρονικων συσκευων, των μοντερνων μεσων επικοινωνιας και μεταφορας. Εδω ανηκει η επιταγη της ταχυτητας, της αποδοτικοτητας, της αποτελεσματικοτητας. Ολα τους χαριζουν τον χρονο που θα χρειαζονταν για το εκαστοτε απαιτουμενο εργο και ετσι πολλαπλασιαζουν τις δραστηριοτητες που μπορουν να αναληφθουν στο ιδιο διαστημα. Ο χρονος ειναι χρημα. Το χρημα ειναι συμπυκνωμενος χρονος. Ο χρονος του ευπορου ειναι δυνητικα απεραντος. Ειναι συμπυκνωμενη αιωνιοτητα.
Η οικονομικη κριση αποσυμπιεζει τον διαθεσιμο χρονο. Αφηνει το θυμα της γυμνο απεναντι σε μια ανυποφορη παροδικοτητα - καλυτερα, οχι καν παροδικοτητα: Ο πτωχευμενος δεν ζει μονο συμβολικα λιγοτερο. Εχει την αισθηση οτι, ζωντας, δεν ζει.
Οταν ο Ωνασης πολιορκουσε τη Μαρια Καλας, της εστελνε καθε πρωι ενα μπουκετο λουλουδια στο σπιτι της στο Παρισι. Απο την ημερα που αυτη ενεδωσε, τα λουλουδια σταματησαν. Η Καλας παραπονεθηκε, και η απαντηση του Ωναση ηταν η εξης: "Τωρα εισαι δικη μου. Στον εαυτο μου θα στελνω λουλουδια;" Ο εαυτος του Ωναση πλεον δεν περιοριζεται στο ατομο του. Συνεχιζεται στη Μαρια Καλας. Αυτη η συνεχεια του εαυτου στον Αλλο συνιστα το ουσιαστικο στοιχειο της δυναμης. Το φαινομενο της δυναμης μπορουμε να το δουμε και στο παραδειγμα των εργατων μιας ιαπωνικης εταιρειας.
Αυτη επεκτεινεται στο σωμα και την ψυχη τους. Η δυναμη δεν ειναι μονο φαινομενο της οικονομιας. Ομως, οσον αφορα το θεμα μας, ο πλουτος διασφαλιζει εναν εκτεταμενο εαυτο, εναν εαυτο που συνεχιζεται προς ολες τις κατευθυνσεις. Καθιστα τον κατοχο του παντοδυναμο.
Στην οικονομικη κριση ο εαυτος χανει πολλες διαστασεις της συνεχειας που τον μεγαλωνε, που υποσχονταν να τον μεγαλωσει κι αλλο. Κανεις μικραινει, συρρικνωνεται, περιοριζεται στα ορια της επιδερμιδας του.
Τα τρια στοιχεια του πλουτου που υποδηλωθηκαν, ο κοσμος ως παραγγελια και δημιουργημα του, η σ' αυτον συμπυκνωμενη αιωνιοτητα, η παντοδυναμια του, ασκουν μια παραμυθενια γοητεια, αποκοιμιζουν καποιον με την ψευδαισθηση της αθανασιας, τον ησυχαζουν απο το αγχος του θανατου, το οποιο επιζητει να απωθησει προτου καν το αντιληφθει σαν τετοιο. Ηδη στον Καλβινισμο η συσσωρευση πλουτου ειναι η πορτα για τη λυτρωση. Ο πλουτισμος, ως νεωτερη εκδοχη της θρησκειας, ειναι "θανατοτεχνικη", τεχνικη αρνησης του θανατου. Και ισως ακριβως επειδη προκειται για ψευδαισθηση, ο πλουτος επιδιωκεται με μια τετοια υστερικη απληστια.
Η οικονομικη κριση, η μερικη, η ολικη πτωχευση, θα σημαιναν τοτε οχι το τελος της ψευδαισθησης αλλα την ανατροπη της. Η οικονομικη κριση ισοδυναμει με καταδικη στην θνητοτητα.
Ηταν ενα πρωι στο ζαχαροπλαστειο της γειτονιας μου στην Αθηνα. Η πωλητρια, καθως ετοιμαζει αυτο που ζητησα, μιλα με τη συναδελφο της, και γελανε. Γυριζει σ' εμενα, η πωλητρια που ξερω χρονια τωρα, και λεει: "Συγνωμη!" Εγω, απορημενος: "Ζητατε συγνωμη που γελατε;" Αυτη: "Οι πελατες δεν το θελουν."
Ο μοντερνος καταναλωτης εχει μια συμπεριφορα αρπακτικου. Ειναι ολοτελα προσηλωμενος σ' αυτο που προκειται να αδραξει, να αποκτησει. Πηγαινει κατευθειαν προς αυτο. Η πωλητρια που θα μιλησει με τη συναδελφο της, που θα γελασει μαλιστα, αποσπα τον καταναλωτη απο την προσηλωση του. Δηλωνεται στον χωρο ως ενας Αλλος, ο οποιος εκεινη την ωρα δεν συμμεριζεται την ορεξη του καταναλωτη, αλλα ετοιμαζει τη λεια του μηχανικα και ενδιαφερεται για αλλα πραγματα.
Η μοντερνα καταναλωση απαιτει να μην συναντα στον δρομο της τιποτα, να μην σκονταφτει σε κανενα σημαδι αλλοτριοτητας. Ο μεσαζων στην καταναλωση, και ιδιαιτερα στον χωρο των ευπορων, πρεπει να μην φανερωνει κανενα στοιχειο ανθρωπινο. Πρεπει να ειναι ανεκφραστος, τυπικος, λιγομιλητος. Ετσι περιμενουν την πωλητρια μου να ειναι, ετσι φερονται στα πολυτελη μαγαζια, εστιατορια και ξενοδοχεια, στις ακριβες αεροπορικες εταιρειες κλπ. Ετσι μαθαινουν τα μοντελα να παρουσιαζουν τα ρουχα στα περιοδικα και στην πασαρελα. VIDEO
Ο καταναλωτης εχει τη μεγιστη απολαυση οταν δεν προσκρουει σε Αλλον, οταν παραμυθιαζεται πως κατοικει μια ναρκισσιστικη ερημο ανδροειδων. (Και δεν αντιλαμβανεται πως το απεναντι του ανδροειδες ειναι συναμα αντικαθρεφτισμα του.) Αν ο Καλβινισμος πρεσβευει πως η εργασια και η αποκτηση πλουτου ανοιγουν τον δρομο για τη λυτρωση, θα μπορουσαμε να πουμε οτι στην επιγεια ζωη η λυτρωση που υποσχεται το χρημα ειναι και λυτρωση απο τον Αλλο.
Η λυτρωση απο τον Αλλο δεν συμβαινει μονο στον χωρο της οικονομιας με την στενοτερη εννοια. Ο προσωκρατικος φιλοσοφος Ξενοφανης γραφει πως αν τα αλογα ειχαν χερια και μπορουσαν να ζωγραφιζουν, θα παρισταναν τους θεους τους με μορφη αλογου. Ο θεος, αυτο το απολυτα υπερβατικο ον, χανει το αλλοτριο του οταν παριστανεται με μορφη ανθρωπου, οταν η προσευχη μας ειναι εκκληση για προσοχη, φροντιδα και προστασια. Τα ζωα χανουν το αλλοτριο τους οταν θεωρουνται ελλογα οντα που επικοινωνουν, σαν κι εμας αλλα απλα με διαφορετικους κωδικες, οταν τους αποδιδουμε συναισθηματα σαν τα δικα μας που απλα δεν εκφραζονται με τον λογο. Οι αλλοι ανθρωποι χανουν το αλλοτριο τους οταν θεωρουμε πως τους γνωριζουμε και τους καταλαβαινουμε, οταν μεσω της ενσυναισθησης πιστευουμε οτι μπορουμε να σκεφτομαστε και να νοιωθουμε οπως αυτοι.
Τα πραγματα, οσο ειναι αντι-κειμενα, βρισκονται παντα σε μια αποσταση, σε ενα απεναντι. Καθως αντι-κεινται, δηλωνονται στο αλλοτριο τους, δηλωνονται στη γεγονοτητα τους. Αντι-κειμενα, προβαλλουν αντισταση, και στην αντισταση μαρτυρειται το γεγονος τους. Η χρηση τους, η τριβη μ' αυτα σε καθηλωνει στο εδω και τωρα. VIDEO
Σημερα, στις λεγομενες εξελιγμενες κοινωνιες, το νερο ερχεται με μια απλη κινηση του χεριου. Παιζουμε τον κοσμο στα δαχτυλα. VIDEO Τα πραγματα εχουν χασει την αντι-κειμενικοτητα τους, την αντισταση τους, το αλλοτριο τους. Εχουν απο-αντικειμενοποιηθει και απο-γεγονοποιηθει.
Ανθρωποι και πραγματα εχουν χασει την ενικοτητα τους. Εχουν διαλυθει στο ομοιογενες μιας ανυποστασιας. Ζουμε, με μια εκφραση του Baudrillard, στην "κολαση του ομοιου" . Η αρχαϊκη μορφη της ειναι η ιστορια του βασιλια Μιδα ο οποιος ζητησε απο τον Διονυσο ως ανταλλαγμα για μια χαρη που του εκανε, ο,τι αγγιζει να μεταβαλλεται σε χρυσαφι. Ξεκινα ως εξης: VIDEO Και η κολαση, για μας ως επι το πλειστον αδιορατη ακομα, ερχεται ως εξης: VIDEO
Η οικονομικη κριση δεν μπορει να επαναφερει το Αλλο. Αυτο, ειτε ανθρωπος ειτε θεος, ειτε ζωο ειτε φυτο ειτε πραγμα, εχει χαθει. Το οπτικο πεδιο της κρισης ειναι σαν την οθονη της τηλεορασης που εχει γεμισει χιονια, σαν το μονιτορ ενος υπολογιστη με την καρτα γραφικων χαλασμενη. Το ακουστικο της πεδιο ειναι σαν το ραδιοφωνο με χαλασμενη κεραια που εχει πλεον γεμισει παρασιτα. Η οσμη της ειναι αυτη μιας βουλωμενης αποχετευσης.
O Marshall McLuhan γραφει οτι τα συγχρονα μεσα επικοινωνιας συνιστουν προεκτασεις του σωματος μας. Του διαφευγει οτι τα κουμπια του πλυντηριου που διαχειριζονται την μπουγαδα δεν ειναι προεκταση των χεριων που κουβαλουν τον κουβα. Τα κουμπια του επιφερουν μια ατροφια των χεριων, καθως ειναι πλεον αχρηστα, εκτος απο τα δαχτυλα που πατανε τα κουμπια. Το πλυντηριο δεν ειναι προεκταση των χεριων αλλα προθεμα σε εναν αναπηρο που δεν εχει μπρατσα και αγκωνες, που η μορφη του ειναι περισσοτερο σαν αυτη εκεινων των παιδιων της θαλιδομηδης. Η πιο χαρακτηριστικη εικονα απο το σωμα του μοντερνου ανθρωπου, του παραλυτου μεσα σε μια πανοπλια προθεματων, ειναι ο Stephen Hawking,
ο αγγλος φυσικος που πασχει απο αμυοτροφικη σκληρυνση και εχει παραδωσει την κινηση, την γραφη και την ομιλια του σε εξυπνα μηχανηματα. Ο μοντερνος ανθρωπος εχει υποστει μια υπαρξιακη ατροφια και δυστροφια, μια υπαρξιακη παραμορφωση.
Baudrillard: "Ο εικονικος ανθρωπος, ακινητος εμπρος στον υπολογιστη του, κανει ερωτα μεσω της οθονης και μαθηματα μεσω τηλεδιασκεψης. Ειναι ενας σωματικα - και αναμφιβολα και διανοητικα αναπηρος." Ο μοντερνος ανθρωπος ειναι νοητικα αναπηρος, οχι με την εννοια μιας διαταραχης που αποκλινει απο τη φυσιολογικοτητα και την προσαρμοστικοτητα. Η ιδια η φυσιολογικοτητα ειναι παθολογια, οταν μετρηθει απεναντι στα μετρα των ιδιων των πραγματων. Ειναι δηλαδη το παραληρημα της προοδου, της αυξησης και της εξελιξης· η ψευδαισθηση που κανει το παρελθον βαση δεδομενων και το μελλον προεκτεταμενο παρον· ειναι η χιμαιρα μιας αποκοπης της ζωης απο την φθορα και τον θανατο, μιας καθηλωσης στη ζωη, στην ενεργητικοτητα, στη δυναμικοτητα, στην παραγωγικοτητα.
Οπως συχνα συμβαινει στην τρελλα, κανεις κινειται μεσα της σαν υπνοβατης. Συντηρει την τρελλα του ασκωντας αφανταστη βια στον εαυτο του, π.χ. παραδιδομενος στην προκρουστεια κλινη του σχολειου και της δουλειας, ζωντας στα φαντασματα του παρελθοντος και του μελλοντος μεσα απο ενα παρον χωρις κανενα νοημα περα αυτου ενος ενδιαμεσου σταθμου, βαυκαλιζομενος οτι με τα χρηματα εξαγοραζει την αιωνια νεοτητα και την αθανασια του. Υπνοβασια και φουσκες των χρηματιστηριων, των ακινητων κλπ. πηγαινουν χερι με χερι.
Μιλω για το δραμα εκεινου που νομιζει πως ειναι αυτα που θελει, πως ειναι τα θελω του. Μιλω για τον καταναγκασμο του "μπορω", του "κανω", της vita activa. Του αυτο-ντοπαρισματος.
Ο υπνοβατης που θα τ' ακουσει αυτα, θα απαντησει μαλλον με μια φραση απο τον Πλουτο του Αριστοφανη:
οὐ γὰρ πεισεις, οὐδ᾽ ἢν πεισῃς
ακομα κι αν με πεισεις, δεν θα με πεισεις
Η οικονομικη κριση ξυπνα τον υπνοβατη με την ιδια βια με την οποια αυτος αποναρκωνε τον εαυτο του στους καιρους της ευμαρειας. Ομως δεν τον ξυπνα σε μια ευρυτερη ορατοτητα. Τον ξυπνα σε εναν εφιαλτη.
Η λεξη "κριση" παραπλανα και ματαιωνει καθε αποπειρα κατανοησης αυτου που ζηταει να ονομασει. "Κριση" σημαινει διακριση, σημαινει τομη και σταθμο, οπου τα πραγματα δεν ειναι πια οπως ηταν, οπου κανεις δεν ειναι πια οπως ηταν. Η σημερινη κατασταση, σε αντιθεση με την κριση, δεν φερνει και δεν θα φερει καμια καθαρση, οπως συνεβαινε στην αρχαια τραγωδια. Η καθαρση προϋποθετει οτι κανεις μαθαινει απο το παθημα. Ομως το παθημα σημαινει την εισβολη ενος Αλλου, και το μαθημα σημαινει την αφομοιωση ενος Αλλου, οπου εγω ο ιδιος γινομαι ενας Αλλος. Στην κολαση του ομοιου κανεις ουτε παθαινει ουτε μαθαινει. Προκειται για προσομοιωση κρισης, για δηθεν κριση.
Αυτο που συμβαινει ειναι αποτροπαιο. Διοτι ερχεται με το κεφαλι της Μεδουσας - τη μορφη του ριζικα Αλλου, και που η θεα της ειναι ο αιφνιδιος θανατος. Αυτο το ριζικα Αλλο δεν ερχεται απο ριζικα αλλου, αλλα ειναι το πιο κοντινο, ειναι η σκια του ομοιου. Ειναι η θυελλα που θεριζει κανεις οταν σπερνει ανεμους.
Η οικονομικη κριση, αν ειναι να διατηρησουμε τη λεξη με ολες τις προηγουμενες επιφυλαξεις, ειναι κριση ταυτοτητας, οπου η γενικη "ταυτοτητας" πρεπει να ακουστει ως γενικη υποκειμενικη: Ειναι η ταυτοτητα του συγχρονου ανθρωπου που τον συμπαρασυρει στην κριση καθοσον ειναι παθολογικη η ιδια. "Παθολογικη", οχι με την ιατρικη σημασια του ορου, αλλα ως αυτο που οι Αρχαιοι αποκαλουσαν Υβρη, και που σημαινει την παραβιαση των μετρων, π.χ. με τη φιλοδοξια της αθανασιας, με την υπαρξιακη συρρικνωση στην οικο-νομια, με την ψευδαισθηση της καταργησης του Αλλου, με την καταληστευση της ενικοτητας και την εξαπλωση της κολασης του ομοιου, με την αρνηση του σωματος και την εκπτωση στην υπαρξιακη αναπηρια του σημερα.
Η Υβρη τρεφει την Ατη, δηλαδη μια συγχυση, μια αφροσυνη, μια καταβυθιση στην ομιχλη, μια συσκοτιση, οπου κανεις χανει την επιγνωση των εργων του, και, στην τυφλη του και αγρια πορεια, νωριτερα η αργοτερα καταστρεφεται.
Στους Περσες του Αισχυλου ακουμε απο τον χορο:
ὕβρις γὰρ ἐξανθοῦσ᾽ ἐκάρπωσεν στάχυν / ἄτης, ὅθεν πάγκλαυτον ἐξαμᾷ θέρος
Η Υβρη, σαν ωριμασει, κανει καρπο της Ατης, κι απ' αυτον θεριζει σοδεια απειρα δακρυα.
Η οικονομικη κριση ειναι η θυελλα που θεριζεις οταν σπερνεις ανεμους. Και στο τελος της Αντιγονης του Σοφοκλη λεει:
μεγάλοι δὲ λόγοι μεγάλας πληγὰς τῶν ὑπεραύχων ἀποτίσαντες γήρᾳ τὸ φρονεῖν ἐδίδαξαν
ομως μεγαλα λογια αλαζονων ανθρωπων πληρωνονται με μεγαλα πληγματα, και στα γεραματα διδασκουν την φρονηση
Εμεις δεν διδασκομαστε. Δεν υπαρχει το Αλλο, που θα μπορουσε να μας διδαξει. Δεν παθαινουμε και δεν μαθαινουμε. Η υφεση μας βρηκε απροετοιμαστους, μας αιφνιδιασε οπως καθε μορφη του ριζικα Αλλου, π.χ. ενα τρομοκρατικο χτυπημα, μια απαγωγη, μια φυσικη καταστροφη.
Οπως συμβαινει με την κεφαλη της Μεδουσας, η εμφανιση του ριζικα Αλλου αφηνει καποιον αφωνο. Αυτη η αμηχανη αφωνια δεν συνοδευεται απο σιωπη. Διαπερνα αντιδρασεις οπως θυμο, οργη, εκρηξεις, απελπισια, ψελλισματα. Ολα τους βγαινουν τοσο φαλτσα και αναρθρα οσο οι ηχοι ενος ξεκουρδιστου πιανου. Τετοια λογια ειναι εξαρχης καταδικασμενα να αστοχουν.
Μεχρι πριν λιγες δεκαετιες η καταθλιψη ηταν αγρια υποθεση. Η λεξη "ενοχος" ηταν σαν αγκαθινο στεφανι καρφωμενο στο κρανιο του βασανισμενου. Η αυτοκατηγορια ειχε κατι το ατεγκτο και αλυπητο. Την περιεβαλλε μια αυρα μαγειας, ετσι που να μην υπαρχει σαφης και πειστικη απαντηση για τον λογο της ενοχης, και να μην υπαρχει καμια ποινη η οποια, με την εκτιση της, θα απαλασσε πλεον τον ενοχο.
Η εποχη αυτων των καταθλιψεων εχει περασει. Ηταν η εποχη της πειθαρχιας, της απαγορευσης, της τιμωριας, που διαμορφωσε μια κοινωνια της αρνητικοτητας. Σημερα το "πρεπει" δινει τη θεση του στο "μπορω". Ειναι η κοινωνια της ελευθεριοτητας. Δεν υπαρχει κανενας φραγμος στην υπερεπικοινωνια, στην υπερπληροφορηση, στην υπερκαταναλωση, στην υπερδιαφανεια που φτανει μεχρι την εκπορνευση των παντων και ο,τι προηγουμενως ονομαστηκε "κολαση του ομοιου". Κανεις ειναι μανατζερ του εαυτου του και της ζωης του, κατι που τον ωθει στην υπερεπιδοση. Μιλαμε για μια κοινωνια της θετικοτητας.
Η καταθλιψη της σημερινης οικονομικης κρισης δεν περιστρεφεται γυρω απο την ενοχη καθως δεν υπαρχουν πια απαγορευσεις και νομοι και δικαστηρια, και αυτα που υπαρχουν εχουν πλεον διαδικαστικο χαρακτηρα, απογυμνωμενο απο ηθικες και υπαρξιακες διαστασεις. Δεν υπαρχουν ενοχοι και αθωοι.
Η καταθλιψη της οικονομικης κρισης συνισταται στο οτι χανεται το υπερ- της καταναλωσης, της επικοινωνιας, της ελευθεριοτητας. Κανεις δεν ειναι υπερ-ανθρωπος αλλα πλεον υπ-ανθρωπος. Δεν ειναι αποβλητος αλλα loser. Δεν ειναι καταδικος αλλα σκια. Δεν ποναει αλλα βουβαινεται.
Η κοινωνια της θετικοτητας, καθως δεν ανεχεται ορια, δεν θελει ουτε να ξερει για το αγεφυρωτο χασμα αναμεσα στη φαντασια και στην πραγματικοτητα. Αυτη η κοινωνια του "μπορω", που ειναι και κοινωνια του "θελω", εχει λοιπον την ψευδαισθηση οτι οι επιθυμιες, που ανηκουν στον χωρο της φαντασιας και του ονειρου, μπορουν να πραγματοποιουνται και να εκπληρωνονται. Ομως οι επιθυμιες ειναι τοσο χαρακτηριστικες για την ιδιωτικοτητα ενος ατομου οσο και τα δαχτυλικα του αποτυπωματα. Η κοινωνια του θετικου, επενδυοντας στην επιθυμια και στην εκπληρωση της, μοναδοποιει και απομονωνει. Πριν απο μηνες κυκλοφορησε η εξης γερμανικη διαφημιση: "Ενα τοις εκατο ολων των ανδρων επιθυμουν περισσοτερες συζητησεις με τις συντροφους τους. 86 τοις εκατο επιθυμουν μια νεα τηλεοραση HD."
Οσο απομονωνει η εκπληρωση των επιθυμιων, αλλο τοσο απομονωνουν οι εφιαλτες της οικονομικης κρισης. Το πρωτο πληθυντικο του "Τι να κοψουμε;" ειναι το ιδιο δυσκολο με το "Τι θελουμε;" της ευμαρειας που περασε. Η δυνατοτητα εκπληρωσης πρακτικα καθε επιθυμιας απομονωνει τον ευπορο απο τους συνανθρωπους του τοσο οσο η παραιτηση απομονωνει τον πτωχευμενο.
Στην παλια κοινωνια της αρνητικοτητας υπηρχε καποιος απεναντι, ενας Αλλος, φιλος η εχθρος. Σε μια καταστροφη ο Αλλος, ακριβως καθοτι υπηρχε απεναντι, ηταν ενα Εσυ που μπορουσες να του μιλησεις, ενα, με λογια του ποιητη Paul Celan, "μιλητο Εσυ". Ετσι μια επιδημια πανωλης στη Βιεννη του 17ου αιωνα, γεννησε ενα τραγουδι που μιλα σε ενα Εσυ, σε εναν πλανοδιο μουσικο, τον Αυγουστινο,
που ηταν πολυ αγαπητος στην πολη. AUDIO
Το ατομο της σημερινης κρισης δεν εχει να μιλησει πουθενα, γιατι δεν υπαρχει κανενα Απεναντι. Και μαλλον δεν εχει καν την αναγκη, γιατι δεν μπορει να του λειπει κατι που δεν ειναι καν εκει.
Ισως το πιο τραγικο για τον ανθρωπο της σημερινης κρισης ειναι οτι εχασε, χανει, θα χασει μια ψευδαισθηση, μια χιμαιρα, ενα παραληρημα που του εδινε νοημα. Και πολλες φορες η απωλεια της ατοπης προσδοκιας η οποια, με λογια του Πινδαρου, κυνηγα ανεμοσκορπισματα με ελπιδες ματαιες, ειναι η πιο βασανιστικη.
Στην τραγωδια του Ευριπιδη "Ελενη" η ωραια Ελενη, αντιθετα με το ομηρικο επος, δεν πηγε ποτε στην Τροια. Λεει καποια στιγμη: "δεν πηγα στην Τροια. ενα ειδωλο ηταν." Και ο αγγελιοφορος: "τι λες; υποφεραμε τοσους κοπους για ενα συννεφο;"
Ισως ο χαμενος της οικονομικης κρισης εχει χασει ενα ειδωλο, ενα φαντασμα. Ισως, κι εδω μιλα ο ποιητης Γιωργος Σεφερης, AUDIO
το 'χει μες στη μοιρα του ν' ακουσει
μαντατοφορους που ερχουνται να πουνε
πως τοσος πονος τοση ζωη
πηγαν στην αβυσσο
για ενα πουκαμισο αδειανο για μιαν Ελενη.
Ας υποθεσουμε οτι αυριο αρρωσταινω. Εχω υψηλο πυρετο, ριγη, μυαλγιες, τα ποδια μου τρεμουν, το κεφαλι μου ειναι βαρυ και η ματια μου θολη. Το μονο που ζητω ειναι να βρισκομαι στο κρεβατι, να παρω μια ασπιρινη και να κοιμηθω. Η σημερινη μου δραστηρια μερα ανηκει σε ενα μακρινο παρελθον που πλεον δεν με αφορα καθολου.
Θα μπορουσα βεβαια να αντισταθω στην αρρωστια που με βρηκε, να καταριεμαι τη μοιρα μου, να χαπακωθω, να προπαθησω με νυχια και με δοντια να κρατησω το προγραμμα μου, να μην το καταφερνω καλα, κι αυτο να με κανει βαρυ, ευερεθιστο, μιζερο.
Στην πρωτη περιπτωση ειμαι ρευστος και ρεω με τη ροη των πραγματων. Στη δευτερη περιπτωση αντιστεκομαι σ' αυτο που μου συμβαινει, ειμαι ακαμπτος απεναντι στη ροη, επιμενω στην χθεσινη μου ταυτοτητα, κλωτσαω.
Αν η λεξη αρρωστια εχει νοημα μονο στη συγκριση και στη διαφοροποιηση απο την αλλη κατασταση, την υγεια, τοτε στην πρωτη περιπτωση δεν συγκρινω τιποτα. Παρελθον και μελλον εχουν ξεχαστει. Ειμαι οπως ειμαι, και τελειωνει εδω. Λοιπον, δεν ειμαι αρρωστος! Αρρωστος ειμαι στη δευτερη περιπτωση οπου η αντισταση μου βασιζεται στη συγκριση της σημερινης μου καταστασης με την χθεσινη, οπου ημουν υγιης. Δεν ξεχνω! Η συγκριση ειναι που καταδεικνυει το σημερα σε σχεση με το χθες υποβαθμισμενο, χειροτερο, σκοτεινο, αχρηστο. Σ' αυτην την περιπτωση ειμαι Αρρωστος με Α κεφαλαιο.
Το ιδιο ισχυει οχι μονο για μια γριππη, στην οποια υπαρχουν βασιμες προοπτικες να περασει σε λιγες μερες, αλλα και για ενα ατυχημα που μπορει να με αφησει αναπηρο, και για μια ασθενεια που θα ειναι χρονια, η και θανατηφορα.
Κατι αναλογο συμβαινει με τον ανθρωπο που ειναι θυμα της οικονομικης κρισης. Και εδω η ζωη του αλλαζει, ισως με τον τροπο μιας γριππης, ισως με τον τροπο μιας αναπηριας, η μιας χρονιας ασθενειας. Η κριση δεν υπαρχει για εκεινον που ρεει με τη ροη των πραγματων. Η κριση ειναι κριση με Καπα κεφαλαιο για αυτον που δεν βρισκεται στο σημερα αλλα στο χθες, που το νοσταλγει και το θελει πισω, που δεν δεχεται το σημερα με τιποτα, που φερεται σαν τον Ξερξη που, οταν τα πλοια του βυθιστηκαν στον Ελλησποντο, εβαλε τους στρατιωτες του να μαστιγωσουν τη θαλασσα.
Δεν υπερασπιζομαι καποια παθητικη σταση που παραιτειται εμπρος στο μοιραιο. Ομως αλλο ειναι να επιχειρησει κανεις να κανει αυτο που μπορει για να συγκρατησει το εισοδημα που απειλειται, και αλλο να ζει αυτην την κατασταση σαν αγωνα εναντια σ' εναν θανασιμο εχθρο, οπου θα νικησει η θα πεθανει, οπου ο κοσμος θα σωθει η θα χαθει.
Στην περιπτωση του υπερ παντων αγωνα συμβαινουν αντιδρασεις οπως οργη, φοβος, διαμαρτυρια, δακρυα, παραιτηση. Εδω ανηκει το παραμυθι της κρισης ως ευκαιριας, που παραπεμπει σε ενα ειδος Δευτερας Παρουσιας. Εδω ανηκουν οι σοφες παραινεσεις για το τι φταιει και για το τι πρεπει να αλλαξουμε. Εδω ανηκουν οι ψυχολογικες αξιολογησεις για τις επιπτωσεις της κρισης στον ψυχισμο, που πιστευουν οτι, σ' εναν κοσμο που εχει αλλαξει, μπορουν να μενουν κλεισμενες στο απανεμο λιμανι των μοντελων τους και να βαζουν τις διαγνωσεις τους.
Ο ανθρωπος της πρωτης περιπτωσης, αυτος για τον οποιο δεν υπαρχει κριση, μοιαζει χαζος, σαν τον υπηρετη ενος χαϊκου που φτυαριζει το χιονι κι απο τον κηπο του γειτονα. Η, σαν αυτον: AUDIO
Well on the way, head in a cloud,
Man of a thousand voices
Talking perfectly loud
Nobody ever hears him,
Or the sound he appears to make,
He never seems to notice,
But the fool on the hill
Sees the sun going down,
And the eyes in his head,
See the world spinning around.
Ο θεραπευτης θα μπορουσε ιδανικα να ειναι ενας ο οποιος ακολουθει μια ρηση του ζεν: "Μπες στην κολαση!". Η, "Μπες στον λασποποταμο του κοσμου για χαρη αυτων που πνιγονται μεσα του!" Η, να ενστερνιστει ενα καλεσμα του ποιητη Paul Celan: "Με τ' αδιεξοδα να μιλας"
Επιτρεψτε μου να μιλησω για την ουτοπια ενος τετοιου θεραπευτη που ειναι λιγακι κουτος, και καπως αποκοσμος.
Ενας τετοιος θεραπευτης θα ειχε απεναντι στην κριση μια μεγαλη καρδια. Θα φιλοξενουσε ο,τι κι αν ερχονταν απο τον πελατη του. Αυτη η φιλοξενια δεν ειναι γνωστικης φυσης, δεν ειναι η υπεροψια του παντογνωστη. Ουτε ειναι το παραμυθιασμα της ενσυναισθησης και του "Σε καταλαβαινω". Η φιλοξενια λαμβανει χωρα εκει που, οπως στο παραμυθι των αδελφων Grimm "Ο λαγος κι ο σκαντζοχοιρος", μπορει να λεει αφωνα στον πελατη του "Ειμαι ηδη εδω", και να του δειχνει εμφωνα, την καταλληλη στιγμη και με τα καταλληλα λογια, το τοπιο στο οποιο βρισκεται. Χωρις συναισθηματισμους, χωρις κριτικη, χωρις θεραπευτικη φιλοδοξια. Στις ευτυχεις στιγμες ο ενας χανει την ταυτοτητα του μεσα στον αλλο και ο πελατης μπορει, με τον χρονο, να αφομοιωσει το ζωντανο παραδειγμα του θεραπευτη του, δηλαδη να το κανει σπιτι που τον φιλοξενει, σπιτι του, η ενα απο τα σπιτια του.
Το ζητουμενο θα μπορουσε να ειναι να παψει να μιλα, π.χ. για τα βασανα του λογω της κρισης - οχι βεβαια μεσα απο μια αυτοπειθαρχια, αλλα η κριση να παψει να του ειναι υπαρξιακο θεμα, θεμα ζωης και θανατου.
Υπαρχει στην ερημο της Σαχαρας μια φυλη βοσκων η οποια ανηκει στον λαο των «Χαουσα».
Αυτοι οι βοσκοι, οσο τριγυριζουν την ημερα με τα ζωα τους στην ερημο, ειναι ιδιαιτερα λιγομιλητοι. Μιλουν το βραδυ, συγκεντρωμενοι γυρω απο την πυρα. Ομως και τοτε δεν αναφερονται στα καθημερινα ζητηματα και στις εγνοιες τους. Κατι τετοιο το θεωρουν απρεπες. Γυρω απο την πυρα ο γηραιοτερος της φυλης, σαν ραψωδος, αφηγειται ιστοριες απο το παρελθον του λαου, απο τα εργα των θεων και των αρχηγων του.
Σε εναν υμνο του Πινδαρου ο μαντις Αμφιαραος αποτεινεται στον γιο του Αμφιλοχο, που ειναι ετοιμος ν’ αναχωρησει. Απο τον υμνο εχουν σωθει λιγα αποσπασματα μονον. Σε ενα απ’ αυτα λεει ο πατερας πως δεν ειναι αρμοζον τον μοχθο μας, ο,τι (υπο)φερουμε, να τον καθιστουμε προφανη στους αλλοτριους. Ακομη συμβουλευει τον γιο του, τα καλα και τα τερπνα να τα δειχνει καταμεσις στον λαο. Και, συνεχιζει ο πατερας, εαν στους ανθρωπους τυχει ενα κακο που ταλανιζει, αυτο προσηκει να μενει κρυφο στο σκοταδι.
Σε ενα αλλο αποσπασμα, μαλλον του ιδιου υμνου, τονιζεται και παλι:
"Εσθ' ότε πιστοτάτα σιγάς οδός
Καποτε η οδος της σιγης ειναι η πιο πιστη
Κατι παρομοιο βρισκουμε στα ελληνικα δημοτικα τραγουδια, οπου οι στροφες αδονται με τον ιδιο επαναλαμβανομενο τροπο, ειτε μιλουν για καλα πραγματα, ειτε για κακα.
Ετσι η κριση θα επαυε να ειναι κριση. Στην πορεια της ψυχοθεραπειας ολα αυτα θελουν χρονο. Ομως οχι με την εννοια της υπομονης. Χρειαζεται ο ασθενης, παραμενοντας ασθενης, να ξεχασει πως ειναι ασθενης, και ο θεραπευτης, παραμενοντας θεραπευτης, να ξεχασει πως ειναι θεραπευτης. Μιλω για μια αισθηση του χρονου που οι Αρχαιοι ονομαζαν "σχόλη". Θα μπορουσα να την διευκρινισω με μια ρηση του Λουθηρου: "Αν αυριο ο κοσμος χανοταν, σημερα θα φυτευα μια μηλια". Και με μια ιστορια απο την Κινα: Καποιον τον κυνηγα μια τιγρη. Φτανει σ' εναν γκρεμο, η τιγρη ξοπισω του, αρπαζεται απο το κλαδι μιας κερασιας πανω απ' τον γκρεμο. Σε λιγες στιγμες θα πεθανει. Το βλεμμα του πεφτει σ' ενα κερασι διπλα στο χερι του. "Ας το χαρω αυτο", λεει και το τρωει.