Ηλιος και φεγγαρι, μερες και μηνες κρατουν για λιγο μονο, φιλοξενουμενοι χρονων αιωνιων, και ετσι ειναι και με τα ετη: φευγουν κι ερχονται, ειναι συνεχως σε ταξιδι. Ετσι γινεται και με τους ανθρωπους που ολη τους τη ζωη κλυδωνιζονται σε καραβια, η μ' εκεινους που με τ' αλογα τους, οδηγωντας τα απ' το χαλιναρι, οδευουν προς τα γεραματα: καθημερινα στην πορεια, κανουν το ταξιδι μονιμη διαμονη τους. Ηδη πολλοι ποιητες που εζησαν πριν απο μας πεθαναν περιπλανωμενοι. Παρολ' αυτα οι σκεψεις μου, αφορμημενες βεβαια απ' τον ανεμο που κυνηγα τα σαριδια των συννεφων, δεν σταματουν να πλανιουνται γυρω απ' την συνεχη εξωθηση - δεν ξερω καν πλεον απο ποια χρονια κι επειτα.
[...]
Ολη νυχτα / οι μαστιγιες της καταιγιδας σηκωναν τα κυματα.
Κι αναμεσα απο τα πευκα
του Shiogoshi σταζει πανω στο χωμα υγρο
το φως απο το φεγγαρι.
[...]
Αναμεσα σε δυο κυματα
ανακατευονται κοκκινα μικρα στρειδια
με μαραμενους ανθους λεσπεδεζας ....
[...]
Επιστρεφοντας στην ακτη γυρεψαμε ενα καταλυμα για το βραδυ, και βρηκαμε ενα ισογειο χανι που τα παραθυρα του βλεπαν στη θαλασσα. Αχ, να κανεις τον ταξιδιαρικο υπνο στο κρεβατι του ανεμου και των συννεφων. Με γεμισε μια θεσπεσια αισθηση, σαν να με ειχαν μαγεψει. (Ο Sora εγραψε):
Κολπος των πευκονησων
Δανεισου την μορφη του πελαργου
συ, ορεινε κουκε.
Καθως πολυ το επιθυμω να ζω σαν τα διαβαταρικα συννεφα, με την καρδια της κατοικησης στο πουθενα, σας παρακαλω, οσο περιπλανιεμαι ν' ανταποκριθειτε στην επιθυμια μου. Παρακαλω να μου παρασχετε μονο αυτα στα οποια δεν χρειαζεται να δεθω και τα οποια δεν θα υποχρεωσουν την καρδια μου υπερβολικα. Καθως σκεφτομαι πως η προσωρινη μου διαμονη ειναι σαν ιστος της αραχνης, εκτεθειμενος στο καθε φυσημα του ανεμου, ο τοπος μπορει μεν να ειναι ενα (ασημο) σπιτακι, ομως για μενα συναμα και δεν ειναι.
Στο σπιτι του Homma Shume κρεμεται στον τοιχο της θεατρικης του σκηνης-Νο ενας πινακας που δειχνει μια σκηνη-Νο με μια ομαδα σκελετων που παιζουν με φλογερες και τυμπανα. Πειτε μου, γινεται η οψη της ζωης να διαφερει σε τιποτα απ' αυτο το παιξιμο; Ο αρχαιος θρυλος οπου εκεινος που βρισκεται σε υπνο με μια νεκροκεφαλη για μαξιλαρι, ειναι μεχρι τελους ανικανος να διακρινει ονειρο και πραγματικοτητα, επισης απεικονιζει την ζωη μας."
Αστραποβολημα κεραυνου -
Στο προσωπο μου
Χορτα της στεππας!
κοιμομασταν ολοι κατω απο την ιδια σκεπη:
πορνες κι ανθοι σπαρτων
το φεγγαρι κι εγω
ανθρωπο κανενα δεν βλεπεις,
την ανοιξη, σαν πισω απ' τον καθρεφτη,
ο ανθος της δαμασκηνιας
το τελευταιο χιονι στον κηπο -
η σκουπα ξεχνα
τι σκουπιζει
το αλογο παει αργα,
με βλεπω σαν εικονα
τουτο το καλοκαιρι
πεφτοντας
οι ανθοι της καμελιας
αναταραξαν τα νερα
παλια λιμνουλα
βατραχος πηδα μεσα
μπλουμ
η καμπανα σημανε τη μερα
προς τα εξω. η ευωδια
των ανθων την αντηχει
ψυλλοι, ψειρες -
τ' αλογα κατουρανε διπλα
στο μαξιλαρι μου
την τροχια του ηλιου
ακολουθουν οι ανθοι της μολοχας
ακομα και την εποχη των βροχων.
στο πρωτο χιονι -
τα φυλλα των ναρκισσων
μαζευονται, ακομα κι αυτα.
θωρωντας ανεμους
καταβροχθιζω το ρυζι μου,
τετοιος ειμαι.
η θαλασσα σκοτεινιαζει,
η φωνη απ' τις αγριοπαπιες μοιαζει
να στιλβει λευκωπα.
η φωνη του κουκου
γεμιζει το ψηλο μπαμπου
ολη την φεγγαροφωτη νυχτα.
η καμπανα σημανε τη μερα
και την εβγαλε εξω. η ευωδια
των ανθων ακολουθει και σημαινει κι αυτη.
στην ευωδια του δαμασκηνου ανετειλε
ξαφνου ο ηλιος
στο στενο ορεινο μονοπατι.
αυτον τον δρομο
κανενας δεν τον πηγαινει
τουτο το φθινοπωρινο βραδυ.
εδωθε κι εκειθε,
η καρδια, σαν το λιβαδι,
αφηνει να συμβαινουν τα παντα.
η ευωδια των βραχων:
το χορτο του θερους, που ηταν κοκκινο,
σε δροσο και ζεστη.
απ' την περιπλανηση βαρια αρρωστος -
ενα ονειρο που σαν χαμενο
φερνει βολτες ενα ξερολιβαδο ...
ακομα κι αν μιλουσα,
τα κρυα χειλη θα 'ταν
μονο αγερας του φθινοπωρου.
η ανοιξη φευγει:
τα πουλια κλαινε - και στα ψαρια ακομα
ερχονται δακρυα ...
πενθω τους ανθους
και τον φευγαλεο κοσμο. - εμπρος μου
μονο θολο κρασι και μαυρο ρυζι ...
η αρρωστη αγριοπαπια
παραπαιει στο κρυο της νυχτας:
ο τελευταιος υπνος του ταξιδιου της ...
εξαντλημενος απ' το ταξιδι ...
αντι να ψαξω ενα καταλυμα -
να: οι γλιτσινιες!
κρατωντας την στο χερι
παρερχεται μεσα σε ζεστα δακρυα
η παχνη του φθινοπωρου ...
γεροντικη κουραση -
ματαια φωναζαν να με ξυπνησουν
σ' αυτην την ανοιξιατικη βροχη ...
φτωχο σκουληκι στο ραπυ -
ποτε δε θα γινεις πεταλουδα
και θα χαθεις το φθινοπωρο.
βαθυ φθινοπωρο,
ο γειτονας μου -
πως να 'ναι;
η χειμωνιατικη καταιγιδα
φυσαει μικρα πετραδακια
καταπανω στην καμπανα του ναου.
χειμωνιατικη βροχη.
ενα ποντικι τρεχει πανω στις χορδες
του μαντολινου.
ενας κουβας διχως πατο
κυλα και κυλα
στον φθινοπωρινο ανεμο.
μετα το γευμα
να κοιμασαι και να γινεσαι βοδι
κατω απ' τους ανθους της ροδακινιας.
ο καρβουνιαρης -
μια γυναικα του δειχνει στον καθρεφτη
το προσωπο του
στου ναου την καμπανα
γυρισε και τωρα κοιμαται
η μικρη νυχτεριδα.
Μια ανεμωνη
μοναδικος βαθυς καλυκας ανασαινει
το χρωμα της ορεινης λιμνης ...
ιερατικη φτωχεια
σκαλιζει εναν ξυλινο βουδα
ολη τη μακρια κρυα νυχτα
Το χειροπριονο μαρκαρει τον χρονο
με τον ηχο της φτωχειας
αργα μια χειμωνιατικη νυχτα
Διαχεουν την ευωδια τους:
τα ρουχα - βρισκονται κει ξεδιπλωτα
αυτο το ανοιξιατικο βραδυ ...
Ελα, παμε για υπνο!
Ο νεος χρονος ειναι μια
υποθεση του αυριο.
Η μια ριπη του αερα
κανει τα θαλασσοπουλια
να φαινονται πολυ πιο λευκα.
Ανθοπεταλα τρεμοπεφτουν.
Με το καθενα ο κλωνος
της δαμασκηνιας γερνα περισσοτερο.
κει που μενω
εχει σκιαχτρα
περισσοτερα απ' ανθρωπους.
φθινοπωρινη νυχτα -
η τρυπα στην πορτα
παιζει σουραυλι.
ο υπηρετης, λιγακι χαζος:
φτυαριζει και το χιονι
του γειτονα.
ο αγροτης, μαζευοντας τα γογγυλια,
δειχνει τον δρομο
μ' ενα γογγυλι.
συγχαρειτε με!
κι αυτον τον χρονο παλι
οι κοριοι με δαγκωσαν.
απ' τον μεγαλο βουδα
απο τη μυτη του πεταχτηκε
ενα πετροχελιδονο!
Ενας ανθρωπος
και μια μυγα
στον χωρο.
για τα ματια του καβουρα
κι ολα τα ανθρωπινα οντα
ερπουν μονο στα πλαγια.
η πυγολαμπιδα
κυνηγημενη, καταφευγει
στο φεγγαρι.
Στην καλοκαιρινη βροχη
οι βατραχοι μου κολυμπανε
μεχρι εμπρος στην πορτα του σπιτιου μου.
μ' εναν ταυρο στο καταστρωμα
διασχιζει τον ποταμο μια μικρη βαρκα
μεσα απο την βραδυνη βροχη.
ο μεγαλος βουδα
χουζουρευει και χουζουρευει
ολη τη μερα της ανοιξης.
Στο φεγγαρι κι ενα χερουλι
Και, σαν στερεωθει καλα,
Τι στρογγυλη βενταλια!
Εσταξε σημερα το πρωι
Απο τον παγοσταλακτιτη, αχ, το σαλιο
Απο το ετος του βοδιου.