Πόλεις! Ένας λαός που γι' αυτόν υψώθηκαν τούτα τα Απαλλάχεια και τούτοι οι Λίβανοι του ονείρου! Ορεινές καλύβες από κρύσταλλο και ξύλο που κινούνται πάνω σε ράγες και σε καρούλια αόρατα. Οι παλιοί κρατήρες ζωσμένοι με κολοσσούς και με χάλκινους φοίνικες ουρλιάζουν μελωδικά μες στις φωτιές. [...] Ακολουθίες από [βασίλισσες] Μαμπ με ρόμπες πυρρές, οπάλινες, ανεβαίνουν χειμάρρους. Κει ψηλά, με τα πόδια στον καταρράκτη και τους βάτους, τα ελάφια βυζαίνουν την Άρτεμη. Οι Βάκχες των προαστίων κλαιν με λυγμούς και η σελήνη καίει κι ουρλιάζει. Η Αφροδίτη μπαίνει στις σπηλιές των σιδεράδων και των ερημιτών. Ομάδες ξύλινων πύργων τραγουδούν τις ιδέες των λαών. Από κάστρα χτισμένα με κόκκαλα βγαίνει η άγνωρη μουσική. [...] Ο παράδεισος των καταιγίδων καταρρέει. Οι άγριοι χορεύουν ασταμάτητα τη γιορτή της νύχτας. [...] Ποια καλά μπράτσα, ποια καλή ώρα θα μου φέρουν πίσω αυτό το μέρος απ' όπου έρχοντ' οι ύπνοι μου κι οι μικρότερές μου κινήσεις;
Τέντωσα κορδέλες από καμπαναριό σε καμπαναριό· γιρλάντες από παράθυρο σε παράθυρο· χρυσές αλυσσίδες απ' άστρο σ' άστρο, και χορεύω.
Κεχαριτωμένε υιέ του Πανός! Στο μέτωπό σου το στεφανωμένο με λούλουδα και δαφνόκουκα στριφογυρνούν τιμαλφείς βόλοι τα μάτια σου. Κατάστικτα από καστανούς λεκέδες και σκαμμένα τα μάγουλά σου. Τα μυτερά σου δόντια γυαλοκοπούν. Το στήθος σου μοιάζει με κιθάρα, κουδουνίσματα τριγυρίζουν στα ξανθά σου μπράτσα. Η καρδιά σου χτυπά σ' αυτήν την κοιλιά οπού κοιμάται το διπλό φύλο. Έλα, προχώρα, τη νύχτα, κινώντας αργά αυτόν το μηρό, αυτόν το δεύτερο μηρό κι αυτήν την κνήμη, την αριστερή.
Αρκετά είδα. Το όραμα ανταμώθηκε στους αιθέρες όλους.
Αρκετά πήρα. Βόμβους των πόλεων, το βράδυ, και με τον ήλιο, και πάντα.
Αρκετά γνώρισα. Οι σταματημοί της ζωής. - Ω, βόμβοι κι οράματα!
Αναχωρηση γεμάτη αγάπη και θορύβους νέους!