Ενα παλιο αγγλοσαξωνκο ονομα για τον ψυχιατρο ειναι "alienist" - αυτος που σχετιζεται με το alien: το ξενικο, το αλλοτριο, το αποκοσμο. (Και εδω σκεφτομαι εναν στιχο του αυστριακου ποιητη Georg Trakl: Η ψυχη ειναι ενα ξενο επι γης…) Αν τετοια φαινομενα αφορουν τον ψυχιατρο, ισως το πλεον ξενικο, αλλοτριο, αποκοσμο, ειναι εμπειριες που υπεισηλθαν στην ψυχοπαθολογια με τους τιτλους "αποπροσωποιηση" και "αποπραγματοποιηση". Συμπεριλαμβανονται στη διαγνωστικη κατηγορια "Διασχιση" - ελευθερη μεταφραση του αγγλικου "Dissociation".
Η λεξη "αποπροσωποποιηση" χρησιμοποιηθηκε πρωτη φορα περι τα μεσα του 19ου αιωνα απο τον ελβετο φιλοσοφο Henri Frederic Amiel. Γραφει στο προσωπικο του ημερολογιο:
… βρισκω τον εαυτο μου να βλεπει την υπαρξη σαν περα απο τον ταφο, απο εναν αλλο κοσμο· τα παντα μου ειναι ξενα· ειμαι σαν εξω απο το ιδιο μου το σωμα και την ατομικοτητα μου· ειμαι αποπροσωποιημενος [depersonalizé], αποκομμενος, φτερο στον ανεμο.
Παρομοιες εμπειριες, συνηθως σε ηπιες μορφες, συμβαινουν στο περιπου 50% των εφηβων και παραμενουν, σε αλλοτε αλλον βαθμο βαρυτητας, στο 1% του ενηλικα πληθυσμου. Καταρχην καποιες περιγραφες:
Νοιωθω σε καποιον βαθμο συνεχως 'εξω απ' αυτο', ομως πλεον καταντησε να ειναι ο τροπος που ειμαι. Εχω ωρες που νοιωθω πολυ εξω απο το σωμα μου. Κοιταζω τον κοσμο, ξερω ποιοι ειναι, αλλα δεν μπορω να τοποθετησω τον εαυτο μου εκει. Θυμαμαι γεγονοτα του παρελθοντος αλλα δεν μπορω παντα να 'με' δω εκει. Ακομα και δικες μου φωτογραφιες φαινονται αλλιως. Δεν μου αρεσει το ατομο που θυμαμαι να ημουν. Να κοιταζομαι στον καθρεφτη γινεται δυσκολο καθως δεν αναγνωριζω παντα το προσωπο που με κοιταζει.
Οταν στη διαρκεια ενος κακου επεισοδιου κοιταζω οικεια πραγματα, αυτα απλα δεν μοιαζουν πραγματικα, δεν φανταζουν τα ιδια και πια δεν φανταζουν οικεια, αν και κατα βαθος ξερω το πως ειναι. Βλεπω τα πραγματα διαφορετικα απ' ο,τι συνηθιζα, σχεδον σαν να βλεπω κατι που ξερω, ομως αυτο πια σαν να μην μοιαζει μ' αυτο που ξερω. Νοιωθω σαν να κοιταζω με τα ματια ενος αλλου. Μιλω και οι λεξεις απλα βγαινουν εξω. Δεν νοιωθω να ελεγχω τι λεω. Σαν να μπηκε ο αυτοματος πιλοτος. Η φωνη μου, οταν βγαινει, δεν ακουγεται σαν 'εγω'. Καποιες φορες απορω, πως μενω μεσα σε συζητησεις, αισθανομαι πως δεν ειμαι καθολου εκει.
Μπορω να καθομαι και να κοιταζω το ποδι μου, το χερι μου και δεν νοιωθω να ειναι δικα μου. Αυτο μπορει να συμβει οταν γραφω, γραφει μονο το χερι μου, αλλα δεν του λεω εγω να το κανει. Ειναι η αισθηση σαν να εχω πεθανει, αλλα κανεις να μην σκεφτηκε να μου το πει. Ετσι μενω να ζω μεσα σ' ενα κελυφος που πια δεν αναγνωριζω.
Μπορει να νοιωθω τα συναισθηματα αποναρκωμενα, σχεδον αδειος μεσα μου. Μισω το οτι δεν μπορω να νοιωθω τα πραγματα οπως συνηθιζα. Ειναι σκληρο στην καθημερινη ζωη, οπου πολλη ωρα παλευω να διακρινω τι ειναι ονειρο και τι πραγματικη ζωη και τι πραγματικα εγινε.
-------------------
Δεν νοιωθω το πως ειναι να εχω σωμα. Οταν κοιταζω κατω, βλεπω τα ποδια μου και το σωμα, αλλα η αισθηση ειναι πως δεν ημουν εκει. Οταν κινουμαι, βλεπω τις κινησεις καθως κινουμαι, αλλα δεν ειμαι εκει μαζι με τις κινησεις. Ανεβαινω τα σκαλοπατια, βλεπω τα ποδια μου, ακουω βηματα και αισθανομαι τους μυες, αλλα η αισθηση ειναι οτι δεν εχω σωμα, δεν ειμαι εκει. Αισθανομαι οτι το προσωπο και το σωμα μου δεν ειναι εκει καθολου - σχεδον ειναι αορατα. Βλεπω τα χερια μου και το σωμα μου να κανουν πραγματα, αλλα δεν μοιαζει να ειμαι εγω και δεν ειμαι καθολου συνδεδεμενος μ' αυτα. Με κανεναν τροπο δεν αισθανομαι ζωντανος. Δεν αισθανομαι ενα πραγμα εκτος απο το αν ειναι κρυο, η ζεστο· ισως πεινα. Ακομα κι αν αγγιξω το προσωπο μου, εχω την αισθηση απο κατι, ομως το προσωπο μου δεν ειναι εκει. Καθως το νοιωθω, εχω την αναγκη να βεβαιωθω και τριβω, αγγιζω και χτυπω τον εαυτο μου για να αισθανθω κατι. Για παραδειγμα αγγιζω τον λαιμο μου με το χερι μου, αλλα η αισθηση δεν ειναι οτι το χερι μου αγγιζει τον λαιμο μου. Δεν μπορω να νοιωσω οτι εγω αγγιζω το δικο μου το σωμα … Οταν κινουμαι και περπατω και μιλαω, δεν αισθανομαι απολυτως τιποτα. Κανω γυμναστικη, αλλα δεν αισθανομαι να κανω κατι, κινουνται οι μυες μου αλλα οχι το σωμα μου, ειναι μια τρελλα να μην νοιωθω τον εαυτο μου να κινειται, να μιλαει…
-------------------
Ειναι σαν να σας μιλαει μια μηχανη. Διολου ενας ανθρωπος, μονο ενα μηχανικο πραγμα, η αντικειμενο. Μπορω να καταλαβω οτι κινουνται τα χερια μου και τα ποδια μου, αλλα ειναι σαν να μην μου ανηκουν, και κινουνται αυτοματα.
-------------------
Διασχισαμε τον δρομο και, αν και τα ποδια μου κινουνταν καθως περπατουσαμε, ειχα την αισθηση οτι ο νους μου ηταν αλλου, και με παρατηρουσε απο εκει … Δεν μπορουσα να ξερω αν ημουν εκει, η αν ημουν το μερος που ειχε φυγει.
-------------------
[Ακουω μουσικη] αλλα μεσα μου δεν υπαρχει αντιδραση. Συνηθως η μουσικη με συγκινει, αλλα τωρα θα μπορουσε να ειναι και καποιος που καθαριζει πατατες … Νοιωθω να τριγυριζω σ' εναν κοσμο που αναγνωριζω, αλλα δεν αισθανομαι. Χθες βραδυ ειδα το Big Ben φωτισμενο, κανονικα ειναι ενα θεαμα που με συγκινει, αλλα ενοιωσα οτι θα μπορουσε να ειναι κι ενα ξυπνητηρι. … Ο αντρας μου κι εγω ημασταν παντα ευτυχισμενοι, αλλα τωρα καθεται εκει και θα μπορουσε να ειναι καποιος τελειως ξενος. Ξερω πως ειναι ο αντρας μου μονο απο την εμφανιση του - απο το τι νοιωθω γι' αυτον, θα μπορουσε να ειναι ενας οποιοσδηποτε.
-------------------
Οταν καποιος υποφερει, η ποναει, δεν μπορω να αισθανθω τιποτα. Πριν μερικους μηνες διαγνωστηκε καρκινος στον καλυτερο μου φιλο. Ολοι του λεγαμε ποσο στεναχωρεθηκαμε, ομως εγω δεν νοιωθω απολυτως τιποτα, και επρεπε να υποκριθω και να πω ολα τα σωστα λογια … Ηταν το ιδιο οπως οταν πεθανε η γιαγια μου …
-------------------
Ειναι σκληρο στην καθημερινη ζωη, οπου πολλη ωρα παλευω να διακρινω τι ειναι ονειρο και τι πραγματικη ζωη και τι πραγματικα εγινε.
-------------------
Ενας αντρας, γυρω στα τριαντα πεντε, στην πρωτη μας συναντηση, μου μιλησε για μια "μεμβρανη" που υπαρχει συνεχως αναμεσα σ' αυτον και τον κοσμο. Η πρωτη κριση συνεβη στα επτα του. Ηταν ενα "αγχος", οπως το ονομαζε, ενα "κενο", οπου για πρωτη φορα διαπιστωσε οτι η μητερα του, η αγκαλια της "δεν μπορουσε να τον παρηγορησει". Στα επομενα χρονια το "κενο" παρεμενε με διαφορες μορφες: "Ποιος ειμαι;" Καποιες φορες κοιτουσε μια καρεκλα απορωντας. Αυτο που εβλεπε ηταν ενα πραγμα, και ελεγε στον εαυτο του: "Αυτο ειναι καρεκλα …" Για μεγαλα διαστηματα ενοιωθε την καθημερινοτητα του στοιχειωμενη απο αυτο το αποκοσμο κενο, ακομα και χωρις να του συμβαινουν συγκεκριμενες εμπειριες αποπροσωποποιησης / αποπραγματοποιησης.
Τι κανει αυτους τους ανθρωπους ασθενεις; Οχι η ιδια η εμπειρια. Δεν υπαρχουν φυσιολογικες και παθολογικες εμπειριες. Τους αρρωσταινει η σταση που παιρνουν απεναντι σ' αυτην την εμπειρια.
Και τι χαρακτηριζει αυτον τον τροπο; Στις εμπειριες διασχισης τιναζεται κυριολεκτικα στον αερα η ταυτοτητα ανθρωπων, πραγματων, εαυτου. Ο ιδιος, η ενα πραγμα, δεν ειναι ταυτοσημο με τον εαυτο του:
- Αυτο ειναι το Big Ben - και δεν ειναι το Big Ben.
- Αυτος ειναι ο αντρας μου - και δεν ειναι ο αντρας μου.
- Αυτα ειναι τα χερια μου - και δεν ειναι τα χερια μου.
Ομως η ταυτοτητα δεν τιναζεται στον αερα για να αντικατασταθει απο μια αλλη, οπως π.χ. στον τρελλο που λεει πως ειναι ο Μεγας Ναπολεων, η στην παραισθηση, οπου π.χ. στα ματια της κορης η μητερα της εξαφνα παιρνει τη μορφη του διαβολου. Στη διασχιση τιναζεται στον αερα η ιδια η εννοια της ταυτοτητας!
Για ποιον λοιπον ειναι μια τετοια εμπειρια βασανιστικη; Για εκεινον για τον οποιο η αρχη της ταυτοτητας ειναι θεμελιο της υπαρξης του. Γι' αυτον απο-προσωποποιηση και απο-πραγματοποιηση ειναι ο χειροτερος εφιαλτης. Εφιαλτης γιατι το τελειως αλλο, που δεν ειναι καν ενα κατι αλλο, το ριζικα ξενο, που δεν ειναι καν ενα καποιο ξενο, εισβαλλει στην περιοχη του, στον νου και στο σωμα του. Εισβαλλει, διαρρηκτης, γιατι δεν βρισκει φιλοξενια. Μενει το ξενο σωμα που, επειδη δεν αφομοιωθηκε, γινεται αγκαθι. Γι' αυτο η παραμονη του στον τοπο της εισβολης ειναι για τον οικοδεσποτη βασανιστικη.
Τοτε κανεις, ακριβως επειδη παραμενει κλειστος απεναντι στο αλλο, μενει και καθηλωμενος στο βασανο. Το κλεισιμο απεναντι στο ξενο κραταει την πληγη ανοιχτη. Γινεται ασθενης.
Το 1641 ο γαλλος φιλοσοφος René Déscartes δημοσιευσε ενα βιβλιο που εμελλε να αποτελεσει σταθμο: "Meditationes de prima philosophia" ["Στοχασμοι επανω στην πρωτη φιλοσοφια"]. Στις πρωτες παραγραφους διαβαζουμε τα εξης:
Εστω λοιπον οτι οχι ο παναγαθος θεος, η πηγη της αληθειας, αλλα ενα καποιο κακο πνευμα, που ειναι παντοδυναμο και συναμα πανουργο, εβαλε ολα τα δυνατα του να μ' εξαπατησει. Θελω να πιστευω πως ο ουρανος, ο αερας, η γη, τα χρωματα, οι μορφες, οι ηχοι και ολα τα εξωτερικα πραγματα δεν ειναι παρα το απατηλο παιχνιδι ονειρων με τα οποια στηνει παγιδες στην ευπιστια μου. Εμενα τον ιδιο θελω να με θεωρω σαν να μην ειχα χερια, ματια, σαρκα, αιμα, σαν να μην ειχα καθολου αισθησεις αλλα σαν να πιστευα λανθασμενα πως ολ' αυτα τα κατειχα. [...]
Και λιγο αργοτερα:
Η χθεσινη θεωρηση μ' εριξε σε τετοιες τεραστιες αμφιβολιες που πια δεν μπορω να τις ξεχασω, και παλι δεν βλεπω το πως μπορουν να λυθουν. Και, οπως σ' ενα ανυποπτο πεσιμο σε μια βαθια δινη, βρισκομαι σε τετοια συγχυση που ουτε μπορω να πατησω γερα στον βυθο ουτε ν' ανεβω κολυμπωντας στην επιφανεια.
Η περιγραφη μιλα εμφανως για μια εμπειρια διασχισης: Αποπραγματοποιηση (...ολα τα εξωτερικα πραγματα δεν ειναι παρα το απατηλο παιχνιδι ονειρων...), αποπροσωποποιηση (...σαν να μην ειχα χερια, ματια, σαρκα, αιμα...). Βεβαια στην βιβλιογραφια αναφερεται ως "μεθοδικη αμφιβολια", δηλαδη ως μεθοδος που εφαρμοζει ο Déscartes για να αποληξει σε μια σταθερη αληθεια, σε ενα αρχιμηδειο σημειο που να μην κλονιζεται ουτε απο τη μεγαλυτερη πλανη. Ομως θα μπορουσε ποτε να ειχε καν διανοηθει μια τετοια κατασταση, αν δεν την ειχε ζησει ο ιδιος;
Η "διασχιστικη" εμπειρια του Déscartes δεν τον καταβαλλει. Δεν τον τρεπει σε υποχωρηση. Ειναι μια ηρωικη φυγη προς τα εμπρος:
Μα θα επιμεινω σ' αυτην την σκεψη πεισματικα και - αν και δεν ειμαι σε θεση να γνωρισω κατι αληθινο - θα ειμαι αποφασισμενος να προσεξω, οσο περνα απ' το χερι μου, να μην συμφωνησω σε τιποτε λανθασμενο, ουτε να παρασυρθω απο εκεινον τον απατεωνα, οσο δυνατος και πανουργος κι αν ειναι.
Η επιμονη του, η παραμονη του στη "βαθια δινη", τον εντασσει στην χορεια εκεινων με τους οποιους δρομολογειται μια επανασταση της σκεψης που κυριαρχησε τον πλανητη και μπορει να αποτυπωθει με τo γνωστο "cogito ergo sum", "σκεφτομαι, αρα ειμαι".
Σκεφτομαι, αρα ειμαι. Ποσο ξενος πρεπει να του εχει γινει ο κοσμος, ωστε να χρειαζεται μια αποδειξη για το οτι ... ειναι;
Σκεφτομαι, αρα ειμαι. Εδω βρισκεται η αφετηρια της επιστημης των νεοτερων χρονων. Η σημερινη εικονα της εχει μεν αλλαξει ριζικα. Αυτο που δεν εχει αλλαξει ειναι το σημειο εκκινησης - ωστοσο εχει γινει ακομα πιο απροσωπο, ακομα πιο αποκοσμο. Μυριζω ενα τριανταφυλλο. Τι θα πει αυτο στην οπτικη της επιστημης; Θα πει ενα παιχνιδι διαδρασης ηλεκτρομαγνητικων κυματων και φυσικοχημικων διεργασιων αναμεσα σε ενα πραγμα Χ (τριανταφυλλο) και ενα αλλο πραγμα Υ (ο ανθρωπος που μυριζει). Ομως και τα ιδια τα πραγματα Χ και Υ δεν ειναι ο,τι παραδοσιακα θεωρουσαμε: οντα, αλλα ενα παιχνιδι κι αυτα διαδρασης συστηματων της υλης, ανωνυμων δεδομενων, στο οποιο δινουμε εκ των υστερων ονοματα και νοηματα: "τριανταφυλλο", "εγω", "μυριζω", "ωραιο" κλπ.
Εμπρος στην αποπροσωποποιηση και αποπραγματοποιηση που θεμελιωνει τη συγχρονη επιστημη, η εμπειρια του Déscartes ειναι σχεδον γραφικη. Μοιαζει να ειναι η μοιρα της επιστημης, η "ερευνα", δηλαδη ο πολεμος εναντιον του αποκοσμου, να το ξαναγεννα σε μια ακομα πιο τερατωδη μορφη.
Η εννοηση του "απολυτου κλεισιματος" αναγεται στον Hegel. Σε αντιθεση με το απλως κλεισιμο, οπου το αρνητικο αποκλειεται και παραμενει παρον βασανιστικα, σαν ξενο σωμα, εδω το αρνητικο φιλοξενειται. Αυτη η φιλοξενια ειναι απολυτη: ο οικοδεσποτης στεγαζει το ξενο τοσο ουσιαστικα, που ξενωνεται ο ιδιος. Ομως σ' αυτην την ξενωση, περνωντας απο αυτην την ξενωση, αργα, ξαναβρισκει τον εαυτο του, αλλιως. "Περνωντας απο αυτην την ξενωση" θα πει: Η επιστροφη στον εαυτο ειναι δωρο του ξενου. Το ξενο, που μεσα του χαθηκα, με ξαναφερνει στον εαυτο μου.
Ενα τετοιο, απολυτο κλεισιμο, θα ηταν και η μορφη του τελους μιας ψυχαναλυσης που ευτυχησε. Διοτι το απλως κλεισιμο που αποκλειει, που εκφραζεται σαν πληγη που αιμορραγει ατελειωτα, εκδηλωνεται ως συμπτωμα και αρρωστια. Το απολυτο κλεισιμο σημαινει την ιαση. Συμβαινει τελειως διαφορετικα απ' ο,τι κανεις περιμενε. Σαν θαυμα. Το απολυτο κλεισιμο διατυπωνεται και με εναν στιχο του Hölderlin: Ομως οπου υπαρχει κινδυνος / Βλασταινει και το σωτηριο.
Το φαινομενο που μας απασχολει εδω, και που στην ψυχοπαθολογια καλειται "διασχιση", δεν μπορει πλεον, εχοντας αποληξει στο απολυτο κλεισιμο, να αποκαλειται ετσι. Θα το διευκρινισω με μερικα παραδειγματα απο τον χωρο της νοησης και την ποιησης. Τα εργα που θα μνημονευτουν ειναι αυτα καθαυτα αποτυπωσεις ενος απολυτου κλεισιματος.
Μια σημειωση του Ludwig Wittgenstein:
Καθομαι σε ενα κηπο μ’ ενα φιλοσοφο, ο οποιος μου λεει ξανα και ξανα, δειχνοντας ενα δεντρο κοντα μας: ‘Γνωριζω οτι αυτο ειναι ενα δεντρο.’ Καποια στιγμη ερχεται ενας τριτος και ακουει αυτο το πραγμα. Τοτε εγω του λεω: ‘O φιλος απο δω δεν ειναι τρελος. Απλως φιλοσοφουμε’
Γιατι ο "φιλος απο δω" θα μπορουσε να ειναι τρελος; Καθε φορα που εχουμε να κανουμε με ενα δεντρο, οταν το φυτευουμε, το κλαδευουμε, οταν βγαζει φυλλα και καρπους κλπ., η προταση 'Γνωριζω οτι αυτο ειναι ενα δεντρο" εξυπακουεται. Ο φιλοσοφος ομως την λεει, και μαλιστα ξανα και ξανα. Λες και προσπαθει να το εντυπωσει, οτι αυτο ειναι ενα δεντρο, λες και χρειαζεται κατι ακομα για να τον ησυχασει. Λες και το δεντρο, ως δεντρο, του ειναι ανοικειο, ξενο - αποπραγματοποιημενο.
Ομως ο "φιλος απο δω" δεν ειναι τρελος. Γιατι οχι; Γιατι καθεται στον κηπο με τον συνομλητη του, απεναντι του εχει το δεντρο που του παρουσιαζεται ξενο κι ανοικειο, και μιλα γι' αυτο προφανως ησυχα και χωρις ταραχη. Δεν κλεινεται απεναντι του. Εχει προσδεχτει το ξενο του δεντρου στον εαυτο του, ειναι και ο ιδιος παρα-ξενος. Ειναι καθοδον προς το απολυτο κλεισιμο.
Ομως ηδη η πρωτη ερωτηση της φιλοσοφιας: "Τι το ον;", δεν μαρτυρει μια διασχιση; Το ον, τα πραγματα, δεν πρεπει να εχουν γινει αποκοσμα, για να ρωταει κανεις "Τι ειναι το ον;" Δηλαδη: "Τι ειναι αυτο που ειναι;";
Ενας αλλος φιλοσοφος, ο Martin Heidegger, μιλα για το "αγχος". Κι εδω προκειται για μια εμπειρια διασχισης.
Στο αγχος κανεις "αγριευεται".
Στο αγχος τα πραγματα χανονται, διαρρεουν, και μαζι διαρρεω κι εγω ο ιδιος, διαρρεει αυτο που αναγνωριζω ως τον εαυτο μου. Μενω ενας "κανεις":
[Το αγχος] κανει το ον συνολικα να εξολισθαινει. Σ' αυτο ανηκει οτι κι εμεις οι ιδιοι - αυτοι οι οντες ανθρωποι - που ειμαστε εν μεσω του οντος εξολισθαινουμε μαζι του. Γι' αυτο βασικα δεν αγριευομαι "εγω" κι "αυτος" αλλα "κανεις".
Στην αγριαδα του αγχους εχει χαθει καθε τι το οικειο. Αν ο εαυτος ειναι ενα ειδος σπιτι που κατοικουμε, μια εστια, χανεται ακομη κι αυτο:
"Ομως εδω η αγριαδα εννοει συναμα την αν-εστιοτητα." Δεν υπαρχουν τα λογια να ειπωθει: "Το αγχος μας αφηνει αφωνους." Ειναι ενα Μηδεν που διαποτιζει τα παντα και συντονιζει αυτον που προσεβαλε στον τονο του:
Μια ουσιακη στεγη της αφωνιας ειναι το αγχος με την εννοια του τρομου, στον οποιο η αβυσσος του μηδενος συντονιζει τον ανθρωπο.
Το αγχος: "η αφωνη φωνη η οποια μας συντονιζει στον τρομο της αβυσσου."
Ετσι λοιπον
Δεν μενει κανενα κρατημα. Μενει μονο και μας πλημμυριζει - με την εξολισθηση του οντος - αυτο το "κανενα". Το αγχος αποκαλυπτει το Μηδεν.
Σ' αυτην την αγριαδα και την ανεστιοτητα, στην αφωνια εμπρος στον τρομο της αβυσσου, ο νοητης δεν καθηλωνεται απο το αποκοσμο που τον συνεπαιρνει. Δεν βυθιζεται στο βασανο και δεν ακινητοποιειται απο τον τρομο και δεν τρεπεται σε φυγη. Δεν καταλαμβανεται απο το "'αγχος' για το αγχος". Αντιθετα, μιλαμε για μια "προθυμια για το αγχος". Και τουτο
Διοτι στην εγγυτητα του ουσιακου αγχους ως του τρομου της αβυσσου κατοικει η αιδως.
Αιδως, οχι ως ντροπη αλλα ως ταπεινη δεκτικοτητα. Απεναντι σε τι; Ακριβως στο Μηδεν, το οποιο αποκαλυπτεται στο αγχος. Δεν προκειται πλεον για το μηδενιστικο Μηδεν της αμυνας αλλα για ενα πλουσιο Μηδεν που φανερωνεται ως το ιδιο το Ειναι:
Το καθαρο θαρρος για το ουσιακο αγχος εγγυαται την μυστηριακη δυνατοτητα της εμπειριας του Ειναι. [...] Μονος μεταξυ ολων ο ανθρωπος, καλουμενος απο την φωνη του Ειναι, εμπειραται το θαυμα θαυματων: ο τ ι το ο ν ε ι ν α ι.
Το απολυτο κλεισιμο: Το Μηδεν, ως αυτο τουτο, περνωντας μεσα απο την εμπειρια του, και ακριβως επειδη γινεται το περασμα μεσα απο την εμπειρια του, γινεται πληγη που διαμεσου της ανασαινεις, γινεται θαυμα θαυματων.
Λεει ενας ασθενης.
Ειναι σκληρο στην καθημερινη ζωη, οπου πολλη ωρα παλευω να διακρινω τι ειναι ονειρο και τι πραγματικη ζωη και τι πραγματικα εγινε.
Ρωταει ο Jack στο εργο "Fight Club".
Κοιμαμαι; Κοιμομουνα; Ο Tyler ειναι το κακο μου ονειρο, η εγω ειμαι το κακο ονειρο του Tyler;
Καπου την ιδια ερωτηση κανει και ο κινεζος σοφος Dschuang Dschou στην ιστορια του με τον τιτλο "Ονειρο πεταλουδας":
Καποτε ο Dschuang Dschou ονειρευτηκε πως ηταν πεταλουδα - μια χαρωπη πεταλουδα που χαιροτανε τη ζωη της και δεν γνωριζε τιποτα για καποιον Dschou. Αξαφνα, καθως ξυπνησε, ηταν ο Dschou με σαρκα και οστα. Ομως δεν ξερω αν ο Dschou ονειρευτηκε πως ειναι πεταλουδα, η αν η πεταλουδα [τωρα] ονειρευεται πως ειναι ο Dschou.
- Ομως αναμεσα στον Dschou και στην πεταλουδα θα 'πρεπε βεβαια να υπαρχει μια διαφορα!
- Αυτο ειναι που λεμε μεταβολη των πραγματων.
Ποια ειναι η διαφορα; Γιατι ο ασθενης και ο Jack βασανιζονται, ενω ο Dschuang Dschou μιλα τοσο ησυχα και αυτονοητα για τη "μεταβολη των πραγματων"; Γιατι ο εαυτος του, ως Dschuang Dschou, δεν ειναι το σπιτι του, η εδρα και το θεμελιο της υπαρξης του. Στο σπιτι του εαυτου του μπαινοβγαινει ελευθερα. Γι' αυτο δεν χρειαζεται να ερμηνευει τα ονειρα του, να τα εντασσει δηλαδη στην σφαιρα του ξυπνητου του Εγω.
Το 1922 ο ποιητης T. S. Eliot δημοσιευσε μια μεγαλη συνθεση που εμελλε να γινει οροσημο: "Waste Land". (Ο Σεφερης μεταφραζει "Ερημη χωρα").
Στο πρωτο μερος του ποιηματος λεει:
Αποκοσμη πολη, / Μεσα στην καφετια αχλη μιας χαραυγης του χειμωνα, / Ενα πληθος πλημμυριζε τη γεφυρα του Λονδινου, τοσοι πολλοι, / Δεν το 'χα σκεφτει πως ο θανατος ειχε ξεκανει τοσους πολλους.
Στον ποιητη η πολη παρουσιαζεται αποκοσμη [unreal]. Το πληθος επανω στην Γεφυρα του Λονδινου φανταζει πομπη νεκρων. Προβαλλει ενας κοσμος αποπραγματοποιημενος. Αν κανεις διαβασει το ποιημα, θα βρει αμετρητα παρομοια σημεια.
Γιατι αυτη, και οι συναφεις εμπειριες του Eliot, δεν τον καθιστα ασθενη; Πως γινονται καθοριστικες για ενα εργο τεχνης; Δυο χρονια νωριτερα ο Eliot δημοσιευσε ενα δοκιμιο με τον τιτλο "Tradition and the Individual Talent". Σε ενα σημειο αναφερεται ακριβως στην αποπροσωποποιηση:
Αυτο που συμβαινει ειναι μια συνεχης υποταγη του εαυτου του [του καλλιτεχνη], καθως εκεινη την στιγμη βρισκεται σε κατι που εχει μεγαλυτερη αξια. Η προοδος ενος καλλιτεχνη ειναι μια συνεχης θυσια, μια συνεχης εξαλειψη της προσωπικοτητας.
Απομενει να ορισουμε αυτην την διαδικασια της αποπροσωποποιησης και την σχεση της με την αισθηση της παραδοσης. Σ' αυτην την αποπροσωποποιηση μπορει να ειπωθει οτι η τεχνη προσεγγιζει την κατασταση της επιστημης. Γι' αυτο θα σας καλεσω να αναλογιστειτε, σαν ενδεικτικη αναλογια, αυτο που συμβαινει οταν ενα κομματι απο λεπτα νηματα πλατινας εισαγεται σε ενα δοχειο που περιεχει οξυγονο και διοξειδιο του θειου
[...] Η αλλη οψη αυτης της απροσωπης θεωριας της ποιησης ειναι η σχεση του ποιηματος με τον συγγραφεα του. Και υπαινιχθηκα, με μια αναλογια, οτι ο νους του ωριμου ποιητη διαφερει απο αυτον του ανωριμου οχι ακριβως ως προς την αξιολογηση της "προσωπικοτητας", οχι επειδη ειναι πιο ενδιαφερων, η επειδη εχει "να πει περισσοτερα", αλλα μαλλον επειδη ειναι ενα πιο εκλεπτυσμενα τελειοποιημενο μεσον στο οποιο ειδικα, η πολυ ποικιλα αισθηματα ειναι ελευθερα να υπεισελθουν σε νεους συνδυασμους.
Η αναλογια ηταν αυτη του καταλυτη. Οταν τα δυο αερια που αναφερθηκαν προηγουμενως αναμειγνυονται με την παρουσια νηματων πλατινας, σχηματιζουν θειϊκο οξυ. Αυτος ο συνδυασμος συμβαινει μονο οταν ειναι παρουσα η πλατινα· παρ' ολα αυτα το νεο οξυ που παραχθηκε δεν περιεχει ιχνος πλατινας, και η ιδια η πλατινα ειναι προφανως ανεπαφη· εμεινε αδρανης, ουδετερη, και αναλλοιωτη. Ο νους του ποιητη ειναι το κομματι της πλατινας. Μπορει εν μερει, η αποκλειστικα, να λειτουργει επανω στην πειρα του ιδιου του ανθρωπου· ομως, οσο τελειοτερος ειναι ο καλλιτεχνης, τοσο πιο ξεχωρα μεσα του θα ειναι ο ανθρωπος που υποφερει και ο νους που δημιουργει· τοσο τελειοτερα ο νους θα αφομοιωνει και θα μεταλλασσει τα παθη που ειναι το υλικο του.
[...] Ο νους του ποιητη ειναι οντως ενα δοχειο για την αποθηκευση αναριθμητων αισθηματων, φρασεων, εικονων, που παραμενουν εκει εως οτου ολα τα στοιχεια που μπορουν να ενωθουν για να σχηματισουν ενα νεο μιγμα, να ειναι παροντα μαζι.
Η αποπροσωποποιηση, συνοδος της αποπραγματοποιησης της παραδοσης, αφηνει τα δεδομενα της γυμνα, τα αποσυρει απο τα συμφραζομενα της παραδοσης, το κλιμα της. Τετοια δεδομενα παραθετει ο Eliot σε σημειωσεις για την "Ερημη χωρα", 52 τον αριθμο. Ηδη στο τετραστιχο μας, η "αποκοσμη πολη" ειναι αποηχος του Baudelaire: Fourmillante cité, cité pleine de rêves, / Où le spectre en plein jour raccroche le passant. Και το "τοσοι πολλοι, / Δεν το 'χα σκεφτει πως ο θανατος ειχε ξεκανει τοσους πολλους." φερνει τον Dante, Inferno, iii. 55–7: "si lunga tratta / di gente, ch'io non avrei mai creduto / che morte tanta n' avesse disfatta".
Ο καλλιτεχνης περνα απο την "αυτο-θυσια" της αποπροσωποποιησης, και τοτε τα αποπραγματοποιημενα κομματια, καποτε, ισως, "ενωνονται για να σχηματισουν ενα νεο μειγμα" - οπως η γυμνη παρουσια της πλατινας οδωνει τον σχηματισμο του διοξειδιου του θειου.
Εχουμε και παλι το "απολυτο κλεισιμο" του Hegel: Ο καλλιτεχνης περνα απο τον θανατο, αφηνει τον κοσμο, και καποτε ο κοσμος ξαναγυριζει σ' αυτον – στο εργο του.
Ο Nishitani (1900–1990) ειναι ενας απο τους σημαντικοτερους νοητες της Απω Ανατολης. Στο βιβλιο του με τον τιτλο της αγγλικης μεταφρασης "Religion and Nothingness" και της γερμανικης "Was ist Religion?" λεει: "Ομως η ζωη ειναι εξαρχης ενα με τον θανατο." Πως εννοει αυτο το "εξαρχης ενα"; Προκειται για την εμπειρια του χρονου: Στην πραγματικοτητα αυτο που θα συμβει σε εκατο χρονια, ειναι ηδη εδω:
Αφου λεγεται πως μια στιγμη ειναι δεκα χιλιαδες χρονια και δεκα χιλιαδες χρονια ειναι μια στιγμη. Σε μια τετοια εκλαμψη, στο φως ενος τετοιου "πνευματικου οφθαλμου", αυτο που θα ειναι επικαιρο σ' εκατο χρονια ειναι επικαιρο ηδη σημερα.
Ο Nishitani μιλα για μια "διπλοτυπια" των πραγματων, η για μια "διπλη θεαση". Η δευτερη θεαση βλεπει εναν σημερα ζωντανο ανθρωπο νεκρο, βλεπει εναν σκελετο. Ο Basho, σημειωνει ο Nishitani, προλογιζει ενα χαϊκου ως εξης:
Στο σπιτι του Homma Shume κρεμεται στον τοιχο της θεατρικης του σκηνης-Νο ενας πινακας που δειχνει μια σκηνη-Νο με μια ομαδα σκελετων που παιζουν με φλογερες και τυμπανα. Πειτε μου, γινεται η οψη της ζωης να διαφερει σε τιποτα απ' αυτο το παιξιμο; Ο αρχαιος θρυλος οπου εκεινος που βρισκεται σε υπνο με μια νεκροκεφαλη για μαξιλαρι, ειναι μεχρι τελους ανικανος να διακρινει ονειρο και πραγματικοτητα, επισης απεικονιζει την ζωη μας.
Ο "πνευματικος οφθαλμος" ειναι ενα ματι αποπροσωποιημενο! Το χαϊκου που ακολουθει λεει:
Ριπες κεραυνων - / Στο προσωπο μου / Χορτα της στεππας!
Και το σχολιο του Nishitani:
Καποτε ο ποιητης, σε μια απο τις περιπλανησεις του, επρεπε να περασει μια νυχτα σε μια τεφρα στεππα. Πανω στον ουρανο μαινονταν κεραυνοι, κι αξαφνα ειδε τον εαυτο του να κειτεται στο χορτο, με μια τουφα απο χορτα της στεππας στο προσωπο του. Ο βουδιστικος "διαλογισμος νεκροκεφαλης" και το παραδοσιακο θεμα της τεχνης
απαρτιζουν το φοντο αυτου του χαϊκου. Ομως νεο εδω ειναι το οτι ενας ζωντανος ανθρωπος αναγνωριζει τον εαυτο του, ετσι οπως ειναι, στην εικονα της νεκροκεφαλης στο χορτο της στεππας. Σ' αυτο το ποιημα δεν προκειται λοιπον μονο για μια νεκροκεφαλη στο χορτο της στεππας. Μια ρηση του zen λεει: "Στο χωραφι παντου κρανια νεκρα." Αυτο το χωραφι μπορει να ειναι η Kinza [κεντρο του Tokio] η το Broadway. Βεβαια θα 'ρθει καιρος που εκει θα φυτρωσει και παλι το χορταρι της στεππας.
Ετσι διαβαζει και τους στιχους του Eliot που παρατεθηκαν προηγουμενως:
Το ματι γι' αυτην την διπλη θεαση μπορει κανεις να το βρει και σε μερικους μοντερνους δυτικους ποιητες. Στον T.S.Eliot λεει:
Αποκοσμη πολη, / Μεσα στην καφετια αχλη μιας χαραυγης του χειμωνα, / Ενα πληθος πλημμυριζε τη γεφυρα του Λονδινου, τοσοι πολλοι, / Δεν το 'χα σκεφτει πως ο θανατος ειχε ξεκανει τοσους πολλους.
Στην τελευταια γραμμη δειχνει την περιγραφη της κηδειας στην Κολαση του Dante, πως οι ανθρωποι χυνονται πανω στην Γεφυρα του Λονδινου. Η δραστηρια πολη Λονδινο, μια οφθαλμοφανης πραγματικοτητα, εμφανιζεται στον ποιητη ως αυτη τουτη ως "αποκοσμη", που θα πει: ως νεκρη. (Στο τελευταιο μερος της Ερημης Χωρας ονομαζονται "αποκοσμα" οχι μονο το Λονδινο αλλα κι η Ιερουσαλημ, η Αθηνα κι η Αλεξανδρεια, τα κεντρα γεννησης του δυτικου πολιτισμου. Το διπλωπικο ματι στρεφεται και στην ιστορια.)
Μια τετοια διπλοτυπια αρμοζει στην αληθινη οψη των πραγματων στην πραγματικοτητα τους. Την απαιτουν τα ιδια τα πραγματα.
"Τι καλλιτεχνης ειστε;", ρωτα ο ψυχαναλυτης Wilfred Bion νεους θεραπευτες σε ενα σεμιναριο. "Και αν δεν ειμαστε καλλιτεχνες;", αντερωτα καποιος. Η απαντηση του Bion: "Τοτε ειστε σε λαθος επαγγελμα."
Ετσι λοιπον η ψυχαναλυση θα μπορουσε να συνιστα μια ιδιαζουσα περιπτωση του θεματος του συνεδριου μας, ενα "και", δηλαδη εναν τοπο οπου "Τεχνη και Τρελα" συναπαντωνται. Σ' αυτο το "και", στις ευτυχεις περιπτωσεις, συμβαινει μια αμοιβαια ανταλλαγη: Η "τεχνη" συνισταται στο οτι ο θεραπευτης γινεται πιο τρελος απο τον πελατη του. Και τουτος, ο "τρελος", μεσα απο το "εργο τεχνης" της συναντησης τους, βρισκει τη λυτρωση του.
Τι θα πει τωρα οτι εγω ως θεραπευτης γινομαι πιο τρελος απο τον πελατη μου; Ας θυμηθουμε το "φευγατο" του Celan και την "αποπροσωποποιηση" του Eliot. Στα ανεκρα πραγματα του πελατη μου, που δεν μπορουν να πεθανουν, αντιτασσω μια δικη μου αποπροσωποποιηση, εναν δικο μου θανατο. Θα πει: τα δεχομαι ολα, τα δεχομαι ακομα σε ενα ευρος και βαθος που ο πελατης μου δεν θα διανοουνταν. Ειναι μια δεκτικοτητα του νεκρου: χωρις προσδοκια, χωρις συμφωνια και διαφωνια, χωρις αντισταση και χωρις αντιρρηση. Πολλες φορες και μ' ενα γελιο, που το μοιραζομαστε, και που, διχως να γελοιοποιει, αφαιρει απο τα πραγματα την σοβαροτητα και την βαρυτητα που εμοιαζε να εχουν.
Σ' αυτο το αποπροσωποποιημενο ματι, η ερμηνεια, αν ειναι να διατηρησουμε αυτην την βεβαρυμενη λεξη, εχει κατι απο την καλλιτεχνικη δημιουργια που ακουσαμε απο τον Eliot: Η ερμηνεια προσλαμβανει τα πραγματα του παρελθοντος και τα συγκεντρωνει σε μια ολοτελα νεα συνθεση. Και τουτο σε ενα κλιμα που θα μπορουσε να αποδοθει με εναν στιχο του Γιωργου Σεφερη:
μα πρεπει να μ' αρμηνεψουν [συμβουλεψουν] οι πεθαμενοι
Και γιατι ιδιαιτερα οι πεθαμενοι μπορουνε να συμβουλευουν; Σε ενα αλλο ποιημα μιλουν οι ιδιοι, οι "αδυναμες ψυχες μεσα στ' ασφοδιλια":
εμεις που τιποτα δεν ειχαμε, θα τους διδαξουμε τη γαληνη.
[...] έτσι κι η νεκρή μητέρα μου δεν είναι τίποτα. Μόνο που καμιά παράσταση της δεν μπορεί να την αποδώσει όπως είναι σήμερα. Είναι λοιπόν, όμως χωρίς τη μορφή της, χωρίς τη φωνή της, όπως την είδα και την άκουσα άλλοτε. Είναι δίχως μορφή, δίχως φωνή, δίχως πρόσωπο, δίχως καν ν' αναγνωρίζεται ως μητέρα μου, γυναίκα του πατέρα μου κτλ. Δεν έχει καν φύλο. Ακόμα και το «την», η προσωπική της αντωνυμία, ηχεί παράταιρα. Όλα τους εξανεμίζονται. Η νεκρή μητέρα μου, ως νεκρή, έχει απο-προσωποιηθεί. Είναι, όμως είναι ένα τίποτα - ο τονισμός τώρα πέφτει στο «είναι»: είναι ένα τίποτα.
Αυτό το τίποτα έχει αφήσει εκείνη τη μορφή που λεγόταν «μητέρα μου» πίσω. Και πάλι τη φέρνει μαζί του, απρόσωπη πια. Αυτό το τίποτα έκτοτε με συντροφεύει. Όταν βλέπω το φως του ήλιου, αυτό το τίποτα βλέπει μαζί μου. Όταν χρησιμοποιώ το τηγάνι και την κατσαρόλα που πήρα από το σπίτι της, αυτό το τίποτα μαγειρεύει μαζί μου. Τις ώρες που συνομιλώ έτσι μ' αυτό το τίποτα, απο-προσωποποιούμαι κι εγώ. Γίνομαι ένα τίποτα.
[...]
«Δεν μου φτάνουν οι ζωντανοί» γράφει ο Γιώργος Σεφέρης. Πρώτα στη συνομιλία με τους νεκρούς, στην οποία, επαναλαμβάνω τα λόγια του Ηράκλειτου, οι νεκροί πεθαίνουν τη ζωή των ζώντων, οι ζώντες ζουν το θάνατο των νεκρών, σ' αυτήν την αποπροσωποποίηση όπου συναντώνται το τίποτα με το τίποτα, γίνονται, είπα πριν, το φως περισσότερο φως, τα πράγματα περισσότερο πράγματα, γίνεται το σκοτάδι περισσότερο σκοτάδι. «Περισσότερο» θα πει εδώ: τώρα τα πάντα «βγάζουν σπίθες», αναφλέγονται, ο κόσμος γίνεται φωτιά «πῦρ άείζωον» τον αποκάλεσε ο Ηράκλειτος. Αυτόν τον κόσμο, λέει ο Εφέσιος στο ίδιο απόσπασμα, δεν τον εποίησε ούτε θεός ούτε άνθρωπος αλλά ήταν, είναι και θα είναι - πῦρ ἀείζωον.