Μια πρωτη εκτυπωση του γερμανικου κειμενου μαζι με μια γαλλικη μεταφραση του François Fédier εγινε στο αφιερωμα για τον Jean Beaufret το οποιο παρουσιαστηκε με τον τιτλο L'endurance de la pensée (Das Ausdauern im Denken) 1968 απο τον εκδοτικο οικο Plon, Paris.
Η ακολουθη ομιλια απαιτει εναν συντομο προλογο.
Εαν τωρα μας επιδεικνυονταν στο πρωτοτυπο δυο πινακες του Paul Klee τους οποιους εκανε στο ετος του θανατου του: η ακουαρελα "Heilige aus einem Fenster" ["Αγιοι απο ενα παραθυρο"] και, με τεμπερα σε λινατσα, "Tod und Feuer" ["Θανατος και Φωτια"]
θα θελαμε να μεινουμε για πολλη ωρα εμπρος τους και - θα εγκαταλειπαμε καθε αξιωση αμεσης κατανοησης.
Εαν τωρα μας γινονταν μια αναγνωση, και μαλιστα απο τον ιδιο τον ποιητη Georg Trakl, του ποιηματος του "Siebengesang des Todes" ["Επταωδο του θανατου"], θα θελαμε να το ακουμε συχνα και θα εγκαταλειπαμε καθε αξιωση αμεσης κατανοησης.
Εαν τωρα ο Werner Heisenberg μας παρουσιαζε ενα τμημα των σκεψεων του επανω στην θεωρητικη φυσικη καθοδον προς τον απο αυτον ζητουμενο παγκοσμιο τυπο, το πολυ να τον παρακολουθουσαν δυο η τρεις ακροατες, ομως εμεις οι υπολοιποι θα εγκαταλειπαμε αναντιρρητα καθε αξιωση αμεσης κατανοησης.
Δεν συμβαινει το ιδιο με την νοηση η οποια καλειται Φιλοσοφια. Διοτι αυτη προσφερει, υποτιθεται, "Weltweisheit" ["Σοφια του κοσμου"], αν μη και "Anweisung zum seligen Leben" ["Οδηγο για την μακαρια ζωη"]. Ομως σημερα μια τετοια νοηση θα μπορουσε να εχει περιελθει σε μια κατασταση η οποια να απαιτει διαλογισμους που απεχουν πολυ απο μια καποια χρησιμη σοφια ζωης. Θα μπορουσε να εχει καταστει αναγκαια μια νοηση η οποια πρεπει να διανοηθει αυτο απο το οποιο ακομα και η ζωγραφικη και η ποιηση και η φυσικομαθηματικη θεωρια που αναφερθηκαν προσδεχονται τον καθορισμο τους. Τοτε εμεις και εδω θα επρεπε να εγκαταλειψουμε την αξιωση αμεσης κατανοησης. Ωστοσο θα επρεπε παρολ' αυτα να ακουσουμε, διοτι εχει να εννοηθει κατι το απαρακαμπτο, ομως προδρομικο.
[2] Γι' αυτο δεν πρεπει να προκαλεσει ουτε εκπληξη ουτε απορια εαν οι περισσοτεροι ακροατες ενοχληθουν απο την ομιλια. Και παλι το εαν αυτη ορισμενους τωρα η αργοτερα τους απασχολησει και την συλλογιστουν περισσοτερο, δεν μπορει κανεις να το προδικασει. Προκειται να ειπωθουν μερικα για την αποπειρα να εννοηθει το Ειναι διχως να ληφθει υποψη καποια θεμελιωση του Ειναι απο το ον. Η αποπειρα να εννοηθει το Ειναι διχως το ον καθισταται αναγκαια διοτι διαφορετικα, οπως μου φαινεται, δεν υπαρχει πλεον καμια δυνατοτητα να καταστει ορατο ειδικα το Ειναι αυτου το οποιο σημερα ειναι επανω σ' ολη την υδρογειο, ποσο μαλλον να καθοριστει επαρκως η σχεση του ανθρωπου μ' αυτο το οποιο μεχρι τωρα καλουνταν "Ειναι".
Και μια μικρη νυξη για το ακουσμα. Σημασια δεν εχει να ακουστουν μια σειρα απο προτασεις, αλλα να παρακολουθηθει η πορεια της καταδειξης.
*
Τι δινει την αφορμη να ονομαζονται Χρονος και Ειναι μαζι; Ειναι, απο την πρωιμη δυτικη-ευρωπαϊκη νοηση μεχρι σημερα, σημαινει το ιδιο με παρειναι. Μεσα απο το παρειναι, την παρουσια, μιλα η παροντικοτητα. Αυτο, κατα τις τρεχουσες παραστασεις, διαμορφωνει με το παρελθον και με τα επερχομενα τα χαρακτηριστικα του Χρονου. Το Ειναι ως παρουσια καθοριζεται απο τον Χρονο. Ηδη αυτο, το οτι ετσι εχουν τα πραγματα, θα αρκουσε για να θεσει την νοηση σε μια αδιαλειπτη ανησυχια. Αυτη η ανησυχια επιτεινεται μολις επιχειρησουμε να εννοησουμε το κατα ποσον αυτος ο καθορισμος του Ειναι δινεται απο τον Χρονο.
Κατα ποσον; Τουτο ερωτα: Προς τι, με ποιον τροπο και απο που μιλα στο Ειναι κατι τετοιο οπως ο Χρονος; Καθε αποπειρα, η σχεση Ειναι και Χρονου να εννοηθει επαρκως με την βοηθεια των συνηθων και αμυδρων παραστασεων του Χρονου και του Ειναι εμπλεκεται παραυτα σε ενα αξεδιαλυτο πλεγμα συσχετισεων που ελαχιστα εννοηθηκαν.
Τον Χρονο τον ονομαζουμε οταν λεμε: Καθε πραγμα στον καιρο του. Αυτο σημαινει: Καθε τι, ο,τι εκαστοτε ειναι, καθε ον ερχεται και φευγει στην ωρα του και παραμενει για ενα διαστημα στον χρονο ο οποιος του εχει προσμετρηθει. Καθε πραγμα στον καιρο του.
[3] Ομως ειναι το Ειναι πραγμα; Ειναι το Ειναι, οπως ενα εκαστοτε ον, στον καιρο του; Ειναι καν το Ειναι; Εαν ηταν, τοτε αναποφευκτα θα επρεπε να το αναγνωριζουμε ως ον και επομενως να το συναντουμε ως αυτο τουτο μεταξυ των υπολοιπων οντων. Αυτο το αμφιθεατρο ειναι. Το αμφιθεατρο ειναι φωτισμενο. Το φωτισμενο αμφιθεατρο το αναγνωριζουμε κατευθειαν και αναμφισβητητα ως ον. Ομως που σε ολο αυτο το αμφιθεατρο μπορουμε να βρουμε το "ειναι"; Το Ειναι δεν το βρισκουμε πουθενα μεταξυ των πραγματων. Καθε πραγμα στον καιρο του. Ομως το Ειναι δεν ειναι πραγμα, δεν ειναι στον Χρονο. Και παλι το Ειναι ως παρειναι, ως παροντικο, παραμενει καθορισμενο απο τον Χρονο, απο κατι το χρονικο.
Ο,τι ειναι στον Χρονο, και ετσι καθοριζεται απο τον Χρονο, ονομαζεται χρονικο. Οταν ενας ανθρωπος πεθαινει και φευγει απο τα επιγεια, απο τα τριγυρω οντα, λεμε - μας αφησε χρονους. Το χρονικο σημαινει το παροδικο, κατι το οποιο με την παροδο του χρονου παρερχεται. Η γλωσσα μας το λεει ακομη ακριβεστερα: κατι το οποιο παρερχεται με τον Χρονο. Διοτι ο ιδιος ο Χρονος παρερχεται. Ομως ο Χρονος, παρερχομενος συνεχως, παραμενει ως Χρονος. Παραμενει θα πει: δεν χανεται, αρα παρειναι. Ετσι ο Χρονος καθοριζεται απο ενα Ειναι. Πως τοτε μπορει το Ειναι να καθοριζεται απο Χρονο; Μεσα απο την σταθεροτητα της παροδου του Χρονου μιλα Ειναι. Και παλι τον Χρονο δεν τον συναντουμε πουθενα ως ον, οπως ενα πραγμα.
Το Ειναι δεν ειναι πραγμα, επομενως δεν ειναι κατι το χρονικο και, ωστοσο, ως παρουσια, καθοριζεται απο Χρονο.
Ο Χρονος δεν ειναι πραγμα, επομενως δεν ειναι κατι το ον, ομως στην παροδο του παραμενει σταθερος διχως ο ιδιος να ειναι κατι το χρονικο οπως το ον στον Χρονο.
Ειναι και Χρονος καθοριζονται αμοιβαια, ομως ετσι ωστε ουτε το ενα - το Ειναι - να μπορει να προσαγορευτει ως χρονικο, ουτε το αλλο - ο Χρονος - ως ον. Τα διανοουμαστε ολα αυτα και παραδερνουμε μεσα σε αντιφασκουσες προτασεις.
(Για τετοιες περιπτωσεις η φιλοσοφια γνωριζει μια διεξοδο. Κανεις διατηρει τις αντιφασεις, τις κορυφωνει μαλιστα και προσπαθει το [4] αντιφασκον και γι' αυτο διαφερομενο να το συνθεσει σε μια καθολικη ενοτητα. Αυτη η διαδικασια ονομαζεται Διαλεκτικη. Εστω οτι οι μεταξυ τους αντιφασκουσες προτασεις επανω στο Ειναι και επανω στον Χρονο μπορουν να συμφιλιωθουν μεσω μιας επικαλυπτουσας ενοτητας. Αυτο βεβαιως θα ηταν τοτε μια διεξοδος, δηλαδη ενας δρομος ο οποιος διαφευγει τα θεματα και την υποθεση διοτι δεν αφηνεται ουτε στο Ειναι ως αυτο τουτο ουτε στον Χρονο ως αυτον τουτον ουτε στη σχεση των δυο τους. Και ολοτελα αποκλεισμενο παραμενει εδω το ερωτημα εαν η σχεση Ειναι και Χρονου ειναι μια συσχετιση η οποια μπορει εκ των υστερων να συσταθει απο μια συζευξη των δυο, η εαν το Ειναι και Χρονος ονομαζει μια υποθεση απο οπου καταρχην τοσο το Ειναι οσο και ο Χρονος αποδιδονται.)
Ομως με ποιον τροπο μπορουμε να αφεθουμε θεματικα επαρκως στην υποθεση που ονομαζεται με τους τιτλους "Ειναι και Χρονος", "Χρονος και Ειναι";
Απαντηση: Εννοωντας τα ανωτερω θεματα προσεκτικα. Προσεκτικα, αυτο θα πει καταρχην: διχως να επιπιπτουμε επανω στα θεματα βεβιασμενα, με αδοκιμες παραστασεις αλλα αντιθετως αναλογιζομενοι αυτα με φροντιδα.
Ομως μπορουμε να αποδωσουμε το Ειναι, μπορουμε να αποδωσουμε τον Χρονο ως θεματα; Δεν ειναι θεματα, εαν "θεμα" σημαινει: καποιο ον. Η λεξη "θεμα", "ενα θεμα" τωρα πρεπει να μας σημαινει το κατα εναν αποφασιστικο τροπο προκειμενο, εφοσον μεσα του υπολανθανει κατι το οποιο δεν μπορουμε να αντιπαρελθουμε. Ειναι - ενα θεμα, ενδεχομενως το θεμα της νοησης.
Χρονος - ενα θεμα, ενδεχομενως το θεμα της νοησης, αφου στο Ειναι ως παρουσια μιλα κατι σαν Χρονος. Ειναι και Χρονος, Χρονος και Ειναι ονομαζουν την σχεση των δυο θεματων, την υποθεση η οποια συνεχει τα δυο θεματα μεταξυ τους και αντεχει την σχεση τους. Αυτην την υποθεση να αναλογιστει εχει ως αποστολη της η νοηση, εφοσον υπολογιζει να επιμεινει στο θεμα της.
Ειναι - ενα θεμα, ομως οχι ον.
Χρονος - ενα θεμα, ομως οχι κατι το χρονικο.
Για ενα ον λεμε: ειναι. Εχοντας υποψη το [5] θεμα "Ειναι" και εχοντας υποψη το θεμα "Χρονος" παραμενουμε προσεκτικοι. Δεν λεμε: το Ειναι ειναι, ο Χρονος ειναι, αλλα: δινεται Ειναι και δινεται Χρονος. Με αυτο το σχημα καταρχην δεν αλλαξαμε παρα μονο τις λεξεις που χρησιμοποιουμε. Αντι "ειναι" λεμε "δινεται".
Για να καταληξουμε, περα απο την χρηση των λεξεων, πισω στο θεμα, πρεπει να καταδειξουμε πως αυτο το "Δινεται" μπορει να γινει εμπειρατο και διαβλεπτο. Η ενδεικνυομενη οδος ειναι να εντοπισουμε το τι δινεται στο "Δινεται", τι σημαινει το "Ειναι" το οποιο - δινεται, τι σημαινει ο Χρονος ο οποιος - δινεται. Αντιστοιχως επιχειρουμε να ριξουμε ενα πρωτο βλεμμα στο Απροσωπο το οποιο - δινει Ειναι και Χρονο. Με αυτον τον τροπο προ-βλεποντας γινομαστε προ-νοητικοι και με ενα αλλο νοημα. Επιχειρουμε να φερουμε το Απροσωπο και την δοση του στην νοηση και γραφουμε το Απροσωπο με κεφαλαιο.
Διανοουμαστε αρχικα το Ειναι για να το εννοησουμε καθαυτο στο ιδιον του.
Διανοουμαστε κατοπιν τον Χρονο για να τον εννοησουμε καθαυτον στο ιδιον του.
Δι' αυτου πρεπει να επισημανθει ο τροπος με τον οποιο δινεται Ειναι, με τον οποιο δινεται Χρονος. Σ' αυτην την δοση καθισταται φανερο πως πρεπει να καθοριστει εκεινη η δοση η οποια ως σχεση συνεχει καταρχην τα δυο μεταξυ τους και τα απο-διδει.
Ειναι, μεσω του οποιου καθε ον διαγραφεται ως αυτο τουτο, Ειναι θα πει παρειναι. Εννοημενο απο την οπτικη των παροντων το παρειναι δειχνεται ως αφεση παρουσιας. Ομως τωρα αυτη η αφεση παρουσιας εχει να εννοηθει ιδιαιτερως, στο σημειο που η παρουσια αφηνεται. Η αφεση παρουσιας δειχνει το ιδιον της κατα το οτι φερει προς το α-ληθες. Αφεση παρουσιας θα πει: α-ληθευση, φορα στο Ανοικτο. Στην α-ληθευση παιχνιδιζει μια δοση, και μαλιστα εκεινη η οποια στην αφεση-παρουσιας δινει το παρειναι, δηλαδη το Ειναι.
(Το θεμα "Ειναι" να εννοηθει ιδιαιτερως, τουτο απαιτει απο τον συλλογισμο μας να ακολουθησει την υποδειξη που δειχνεται στην αφεση παρουσιας. Αυτη στην αφεση παρουσιας καταδεικνυει την α-ληθευση. Ομως μεσα απο τουτην μιλα μια δοση, ενα Δινεται.)
Ωστοσο η τωρα ονομασθεισα δοση μενει για μας ακομη το ιδιο σκοτεινη οσο και το εδω ονομασθεν Απροσωπο, το οποιο δινει.
[6] Το Ειναι να εννοηθει καθεαυτο ειδικα, απαιτει το βλεμμα να αποσυρθει απο το Ειναι στο σημειο που αυτο, οπως συμβαινει σε ολη την Μεταφυσικη, εδραιωνεται και εκτιθεται μονον μεσα απο το ον και για τουτο ως αρχη του. Το Ειναι να εννοηθει καθεαυτο ειδικα, απαιτει το Ειναι ως αρχη του οντος να εγκαταλειφθει για χαρη της δοσης που παιχνιδιζει ληθια στην α-ληθευση, δηλαδη για χαρη του Δινεται. Το Ειναι, ως δωρεα αυτου του Δινεται, ανηκει στην δοση. Ως δωρεα το Ειναι δεν αποβαλλεται απο την δοση. Το Ειναι, το παρειναι μεταβαλλεται. Ως αφεση παρουσιας ανηκει στην α-ληθευση, ως δωρεα της εξακολουθει να εμπεριεχεται στην δοση. Το Ειναι δεν ειναι. Το Ειναι το δινει το Απροσωπο ως α-ληθευση παρουσιας.
Το "δινεται Ειναι" μπορει να δειχθει κατα τι ευκρινεστερα αφ' ης στιγμης την εδω εννοουμενη δοση την διανοηθουμε ακομη αποφασιστικοτερα. Κατι τετοιο μπορει να επιτυχει οταν προσεξουμε τον πλουτο της μεταβολης αυτου το οποιο πολυ ακαθοριστα ονομαζεται το Ειναι, το οποιο συγχρονως παραγνωριζεται στο ιδιαιτατο του οσο θεωρειται η κενοτατη ολων των κενων εννοιων. Αυτη η παρασταση του Ειναι ως του κατεξοχην αφηρημενου δεν εγκαταλειπεται βασικα αλλα μονον επικυρωνεται οταν το Ειναι ως το κατεξοχην αφηρημενο αιρεται μεσα στο κατεξοχην συγκεκριμενο της πραγματικοτητας του απολυτου πνευματος, κατι το οποιο επιτελεστηκε στην πλεον γιγαντια νοηση των Νεωτερων Χρονων, στην σπεκουλατιβικη διαλεκτικη του Hegel και παρουσιαζεται στην "Wissenschaft der Logik" ["Επιστημη της Λογικης"] του.
Μια αποπειρα να συλλογιστουμε την πληθωρα των μεταβολων του Ειναι κερδιζει το πρωτο της και συγχρονως κατευθυντηριο κρατημα εκ του οτι το Ειναι το εννοουμε με την εννοια του παρειναι.
(Λεω εννοουμε και οχι απλως επαναλαμβανουμε και κανουμε σαν η εκθεση του Ειναι ως παρειναι να ηταν αυτονοητη.)
Ομως απο που λαμβανουμε το δικαιωμα να χαρακτηρισουμε το Ειναι ως παρειναι; Το ερωτημα ερχεται πολυ αργα. Διοτι αυτη η διατυπωση του Ειναι εχει κριθει απο μακρου διχως την συμπραξη μας και φυσικα διχως να οφειλεται σ' εμας. Επομενως ειμαστε δεσμευμενοι στον χαρακτηρισμο του Ειναι ως παρειναι. Αυτος αντλει την δεσμευτικοτητα του απο την απαρχη της α-ληθευσης του Ειναι ως λεκτεου, δηλαδη νοητεου. Απο την απαρχη της δυτικης νοησης στους Ελληνες καθε λογος για "το [7] Ειναι" και για "ειναι" εμμενει στην μνημονευση του για την νοηση δεσμευτικου καθορισμου του Ειναι ως παρειναι. Τουτο ισχυει και για την νοηση η οποια κατευθυνει την πλεον συγχρονη τεχνικη και βιομηχανια, παντως μονον κατα μια ορισμενη εννοια. Αφοτου η συγχρονη Τεχνικη εχει εγκαθιδρυσει την επεκταση και την κυριαρχια της επανω σε ολη τη γη, δεν ειναι καταρχην οι Sputnik και οι παραφυαδες τους που περιστρεφονται γυρω απο τον πλανητη μας, αλλα το Ειναι ως παρειναι με την εννοια του υπολογισιμου αποθεματος πολυ συντομα θα καλει ολους τους κατοικους της γης ομοιομορφα, διχως οι κατοικοι των εξωευρωπαϊκων τμηματων της γης να το γνωριζουν ρητα, και φυσικα διχως να μπορουν, η να ειναι σε θεση να γνωριζουν την προελευση αυτου του καθορισμου του Ειναι. (Προφανως ακομα λιγοτερο ειναι σε θεση να γνωριζουν κατι τετοιο οι πολυασχολοι επιμορφωτες οι οποιοι σημερα ωθουν τους λεγομενους υποαναπτυκτους στο ακουστικο πεδιο εκεινης της κλησης του Ειναι η οποια μιλα μεσα απο το ιδιαιτατο της συγχρονης Τεχνικης.)
Ομως το Ειναι ως παρειναι με κανεναν τροπο δεν το προσλαμβανουμε μονο και καταρχην στην μνημονευση της πρωιμης, απο τον Ελληνισμο επιτελεσμενης παρουσιασης της α-ληθευσης του Ειναι. Το παρειναι το προσλαμβανουμε σε καθε απλο, επαρκως απροκαταληπτο διαλογισμο της προκειμενοτητας και της προχειροτητας του οντος. Προχειροτητα, καθως και προκειμενοτητα, ειναι τροποι παρουσιας. Το ευρος της παρουσιας μας δειχνεται με τον πιεστικοτερο τροπο οταν διανοηθουμε οτι ακομη και η απουσια, και ακριβως αυτη, παραμενει καθορισμενη απο μια παρουσια η οποια καποτε φθανει να αποκτα τρομακτικη ενταση.
Ωστοσο την πληθωρα των μεταβολων του παρειναι μπορουμε να την διαπιστωσουμε και ιστορικα με την υποδειξη οτι το παρειναι δειχνεται ως το Ἕν, το ενοποιο μοναδικο ενα, ως ο Λόγος, η το παν διαφυλαγουσα περισυλλογη, ως η ἰδέα, οὐσία, ἐνέργεια, substantia, actualitas, perceptio, μοναδα, ως αντικειμενικοτητα, ως καταθεση της αυτοκαταθεσης με την εννοια της βουλησης του λογικου, της αγαπης, του πνευματος, της δυναμης, ως βουληση για βουληση στη αεναη επανοδο του ιδιου. Το ιστορικα διαπιστωσιμο μπορει να ανευρεθει μεσα στην ιστορια. Η εκπτυξη της πληθωρας των μεταβολων του Ειναι δινει καταρχην την εντυπωση μιας ιστοριας του Ειναι. [8] Ομως το Ειναι δεν εχει ιστορια οπως εχουν την ιστορια τους μια πολη η ενας λαος. Το ιστοριοειδες της ιστοριας του Ειναι καθοριζεται προφανως απο το πως συμβαινει Ειναι και μονον, που θα πει, συμφωνα με οσα μολις εξετεθησαν, απο τον τροπο με τον οποιο το Απροσωπο δινει Ειναι.
Στην απαρχη της α-ληθευσης του Ειναι εννοειται μεν το Ειναι, εἶναι, ἐόν, ομως οχι το "Δινεται". Αντ' αυτου ο Παρμενιδης λεει ἔστι γὰρ εἶναι, "καθοτι ειναι το Ειναι".
Προ ετων (1947) στο "Brief über den Humanismus" ["Επιστολη για τον ουμανισμο"] σημειωθηκε ως προς την ανωτερω ρηση του Παρμενιδη (σ. 23): "Το ἔστι γὰρ εἶναι του Παρμενιδη ειναι ακομη και σημερα αγνοημενο." Αυτη η υποδειξη θελει καταρχην να τονισει οτι στην ανωτερω ρηση "καθοτι ειναι το Ειναι" δεν πρεπει βεβιασμενα να προσαψουμε καποια περιστασιακη ερμηνεια η οποια θα καθιστουσε το εννοηθεν της απροσιτο. Καθε τι το οποιο λεμε πως ειναι, παρασταινεται ετσι ως κατι το ον. Ομως το Ειναι δεν ειναι ον. Τοτε το στην ρηση του Παρμενιδη τονισμενο ἔστι δεν μπορει το Ειναι, το οποιο ονομαζει, να το παρασταινει ως κατι το ον. Το τονισμενο ἔστι λεει μεν σε κατα λεξη μεταφραση "ειναι". Ομως ο τονισμος ακουει μεσα απο το ἔστι εκεινο το οποιο οι Ελληνες ηδη τοτε εννοουσαν με το τονισμενο ἔστι και το οποιο μπορουμε να παραφρασουμε με: "δυναται". Ωστοσο το νοημα αυτου του δυναται παρεμεινε και τοτε και αργοτερα αγνοημενο, οπως και το Απροσωπο το οποιο δυναται το Ειναι. Δυναται το Ειναι θα πει: αποδιδει και διδει Ειναι. Στο ἔστι υπολανθανει το Δινεται.
Στην απαρχη της δυτικης νοησης εννοειται το Ειναι, ομως οχι το "Δινεται" ως αυτο τουτο. Τουτο αποσυρεται χαριν της δωρεας η οποια δινεται απο το Απροσωπο, η οποια δωρεα εφεξης εννοειται αποκλειστικα ως Ειναι απο την οπτικη του οντος και καθισταται εννοια.
Μια δοση η οποια δινει την δωρεα της αλλα η ιδια κρατειται πισω και αποσυρεται, μια τετοια δοση την ονομαζουμε μερισμα. Συμφωνα με το ετσι νοητεο νοημα της δοσης το Ειναι, το οποιο δινεται, ειναι το ειμαρμενο. Κατ' αυτον τον τροπο ειμαρμενη παραμενει καθε μεταβολη του. [9] Το ιστοριοειδες της ιστοριας του Ειναι καθοριζεται απο το μοιραιο ενος μερισματος, οχι απο καποιο ακαθοριστα εννοηθεν γεγονος.
Ιστορια του Ειναι θα πει Μοιρα του Ειναι. Σε τουτες τις ειμαρμενες τοσο το μερισμα οσο και το Απροσωπο, το οποιο μοιραζει, απεχουν απο την αυτοεκδηλωση τους. Αποχη ελληνικα θα πει ἐποχή. Εξ ου και ο λογος για εποχες της Μοιρας του Ειναι. Εποχη εδω δεν σημαινει ενα χρονικο τμημα στην διαρκεια των συμβαινοντων αλλα τον θεμελιακο χαρακτηρα του μερισματος, την εκαστοτε αυτο-αποχη του για χαρη της προσληψιμοτητας της δωρεας, δηλαδη του Ειναι απο την οπτικη της εδραιωσης του οντος. Η ακολουθια των εποχων στην Μοιρα του Ειναι δεν ειναι ουτε συμπτωματικη ουτε και μπορει να υπολογιστει ως αναγκαστικη. Και παλι ομως φανερωνεται το στην Μοιρα του Ειναι ευμοιρο, το στην αλληλεχεια των εποχων αλληλενδετο. Αυτες, στην ακολουθια τους, επικαλυπτουν η μια την αλλη ωστε η αρχικη ειμαρμενη του Ειναι ως παρουσια ολο και περισσοτερο και κατα διαφορους τροπους να συγκαλυπτεται. [βλ. σχετικα εδω, και σελ. 32]
Μονον η αποδομηση αυτων των συγκαλυψεων - τουτο εννοει η "Destruktion"- παρεχει στην νοηση μια πρωτη ενοραση σε αυτο το οποιο κατοπιν αποκαλυπτεται ως Μοιρα του Ειναι. Επειδη η Μοιρα του Ειναι παρασταινεται παντου μονο ως ιστορια, και αυτη ως γεγονοτα, ματαια επιχειρειται αυτα τα γεγονοτα να ερμηνευθουν μεσα απο ο,τι λεγεται στο "Ειναι και Χρονος" αναφορικα με την ιστορικοτητα του Dasein (οχι του Ειναι). Αντιθετως ο μονος δυνατος δρομος που παραμενει ωστε ηδη απο το "Ειναι και Χρονος" να προ-νοηθει το οψιμοτερο νοημα της Μοιρας του Ειναι, ειναι η διανοηση αυτου το οποιο στο "Ειναι και Χρονος" εκτιθεται αναφορικα με την αποδομηση της οντολογικης θεωριας του Ειναι του οντος.
Οταν ο Πλατων παρασταινει το Ειναι ως ἰδέα και ως κοινωνία των ιδεων, ο Αριστοτελης ως ἐνέργεια, ο Kant ως θεση, ο Hegel ως την απολυτη εννοια, ο Nietzsche ως βουληση για δυναμη, τουτα δεν ειναι συμπτωματικα εκφερθεντες λογοι αλλα λογοι του Ειναι ως ομο-λογοι μιας κλησης η οποια καλει μεσα απο το αυτοαποσυρομενο μερισμα, απο το "Δινεται Ειναι". Το Ειναι, εμπεριεχομενο στην εκαστοτε αυτοαποσυρομενη ειμαρμενη, [10] α-ληθευει στην νοηση με την εποχικη πληθωρα των μεταβολων του. Η νοηση παραμενει δεσμευμενη στην παραδοση των εποχων της μοιρας του Ειναι, ακομη, και προπαντων, οταν συγκρατει στον νου το πως και το απο που το Ειναι καθεαυτο προσδεχεται καθε φορα τον καθορισμο ο οποιος του προσιδιαζει, δηλαδη μεσα απο το: Δινεται Ειναι. Η δοση δειχθηκε ως μερισμα.
Πως ομως μπορει να εννοηθει το Απροσωπο το οποιο δινει Ειναι; Η εισαγωγικη σημειωση σχετικα με την συμπαραθεση απο "Χρονο και Ειναι" υπεδειξε οτι το Ειναι ως παρειναι, ως παροντικοτητα, χαρακτηριζεται κατα καποιο ακαθοριστο ακομη νοημα απο εναν χρονικο χαρακτηρα και επομενως απο Χρονο. Απο εδω ευλογα γενναται η εικασια οτι το Απροσωπο, το οποιο δινει Ειναι, το οποιο καθοριζει το Ειναι ως παρειναι και ως αφεση παρουσιας, θα μπορουσε να βρισκεται μεσα σ' αυτο το οποιο στον τιτλο "Χρονος και Ειναι" καλειται Χρονος.
Ακολουθουμε αυτην την εικασια και διανοουμαστε τον Χρονο. Ο "Χρονος" μας ειναι μεσα απο τρεχουσες παραστασεις το ιδιο γνωστος οπως και το Ειναι, ομως και το ιδιο αγνωστος αφ' ης στιγμης επιδιωξουμε να εντοπισουμε το ιδιομορφο του Χρονου. Καθως τωρα διανοουμασταν το Ειναι καταδειχθηκε το ιδιομορφο του Ειναι, αυτο στο οποιο τουτο ανηκει και στο οποιο εμπεριεχεται, δειχνεται στο Δινεται και στην δοση του ως μερισμα. Το ιδιομορφο του Ειναι δεν ειναι κατι το οντοειδες. Οταν διανοουμαστε το Ειναι ιδιαιτερως, τοτε το ιδιο το θεμα μας οδηγει τροπον τινα μακρια απο το Ειναι και εννοουμε την Μοιρα η οποια δινει το Ειναι ως δωρεα. Εφοσον το προσεξουμε προετοιμαζομαστε και για το οτι το ιδιομορφο του Χρονου δεν μπορει πλεον να καθοριστει με την βοηθεια του τρεχοντος χαρακτηρισμου του συνηθως παρασταινομενου Χρονου. Ωστοσο η συμπαραθεση Χρονου και Ειναι εμπεριεχει την υποδειξη να εντοπισουμε τον Χρονο στο ιδιομορφο του με το βλεμμα στραμμενο προς αυτα τα οποια ειπωθηκαν για το Ειναι. Ειναι θα πει: παρειναι, αφεση του παρειναι: παρουσια. Διαβαζουμε π.χ. καπου την ανακοινωση: "Η γιορτη εγινε με την παρουσια πολλων προσκεκλημενων." Η φραση θα μπορουσε και να λεει: "Με συμμετοχη", η "παροντων" πολλων προσκεκλημενων.
Παροντων, παροντικοτητα - σχεδον δεν προλαβαμε να την ονομασουμε ως αυτην τουτη [11] και ηδη ερχονται στον νου παρελθον και μελλον, το πριν και το μετα σε αντιθεση προς το τωρα. Μονο που η μεσα απο το τωρα κατανοουμενη παροντικοτητα δεν ειναι καθολου η ιδια με την παροντικοτητα με την εννοια της παρουσιας των προσκεκλημενων. Γι' αυτο και δεν λεμε ποτε, ουτε και μπορουμε να πουμε: "Η γιορτη εγινε στο τωρα πολλων προσκεκλημενων."
Ομως οταν πρεπει να σκιαγραφησουμε τον χρονο μεσα απο την παροντικοτητα, τοτε την παροντικοτητα την κατανοουμε ως το τωρα σε αντιθεση προς το οχι-πια-τωρα του παρελθοντος και το οχι-ακομη-τωρα του επερχομενου. Ομως παροντικοτητα θα πει συγχρονως παρουσια. Ωστοσο δεν ειμαστε συνηθισμενοι να καθοριζουμε το ιδιον του Χρονου απο την οπτικη της παροντικοτητας με την εννοια της παρουσιας. Αντιθετως ο Χρονος - η ενοτητα απο παρον, παρελθον και επερχομενα - παρασταινεται μεσα απο το τωρα. Ηδη ο Αριστοτελης λεει οτι εκεινο απο τον Χρονο το οποιο ειναι, δηλαδη παρειναι, ειναι το εκαστοτε τωρα. Παρελθον και μελλον ειναι ενα μὴ ὄν τι: κατι το μη ον, οχι μεν κατι περα για περα μηδαμινο, μαλλον κατι παρον απο το οποιο κατι λειπει, η οποια ελλειψη ονομαζεται δια του "οχι πια"- και δια του "οχι ακομη"-τωρα. Ο Χρονος, ιδωμενος κατ' αυτον τον τροπο, φανερωνεται ως η ακολουθια των τωρα, το καθενα των οποιων δεν προφταινει να ονομαστει και ηδη χανεται στο μολις και ηδη ακολουθειται απο το αμεσως. Ο Kant λεει για τον ετσι παραστηθεντα Χρονο: "Εχει μια μονον διασταση" (Kritik der reinen Vernunft, A 31, B 47). Αυτος ο ως σειρα της ακολουθιας των τωρα παραστημενος χρονος ειναι που εννοειται οταν μετραται και υπολογιζεται ο Χρονος. Τον υπολογισμενο Χρονο τον εχουμε - ετσι φαινεται - αμεσα χειροπιαστα εμπρος μας οταν παιρνουμε το ρολοϊ, το χρονο-μετρο στο χερι, κοιταμε την θεση των δεικτων και διαπιστωνουμε "τωρα ειναι 9 (η ωρα) παρα 10 (λεπτα)." Λεμε "τωρα" και υπονοουμε τον Χρονο. Ομως στο ρολοϊ, το οποιο μας λεει την ωρα, τον Χρονο δεν τον βρισκουμε πουθενα, ουτε στον δισκο ουτε στον μηχανισμο. Ουτε και στα συγχρονα τεχνικα χρονομετρα δεν βρισκουμε τον Χρονο. Ο ισχυρισμος μας επιβαλλεται: Οσο τεχνικοτερα, δηλαδη ως προς το αποτελεσμα της μετρησης ακριβεστερα και αποδοτικοτερα ειναι τα χρονομετρα, τοσο λιγοτερο εχουμε αφορμη να διανοηθουμε και το ιδιον του Χρονου.
[12] Ομως που ειναι ο Χρονος; Ειναι καν, και εχει καποιον τοπο; Προφανως ο Χρονος δεν ειναι τιποτα. Γι' αυτο ειμασταν προσεκτικοι και ειπαμε: δινεται Χρονος. Γινομαστε ακομη προσεκτικοτεροι και βλεπουμε με προσοχη αυτο το οποιο μας δειχνεται ως Χρονος προ-βλεποντας στο Ειναι με την εννοια του παρειναι, του παροντος. Μονο που η παροντικοτητα με την εννοια της παρουσιας ειναι τοσο πολυ διαφορετικοτερη απο την παροντικοτητα με την εννοια του τωρα, ωστε η παροντικοτητα ως παρουσια να μην μπορει με κανεναν τροπο να καθοριστει απο την παροντικοτητα ως τωρα. Μαλλον φαινεται δυνατο το αντιθετο (πρβλ. "Ειναι και Χρονος", &81). Εαν ηταν ετσι, τοτε η παροντικοτητα ως παρουσια, και ο,τι ανηκει σε μια τετοια παροντικοτητα, θα επρεπε να αποκαλειται ο ιδιως Χρονος, εστω κι εαν αμεσα δεν εχει τιποτε απο τον συνηθως παρασταινομενο Χρονο με την εννοια της σειρας της υπολογισιμης ακολουθιας των τωρα.
Ομως μεχρι τωρα παραλειψαμε να καταδειξουμε σαφεστερα τι θα πει παροντικοτητα με την εννοια της παρουσιας. Μεσω αυτης το Ειναι καθοριζεται ενιαια ως παρειναι και αφεση παρουσιας, δηλαδη α-ληθευση. Ποιο θεμα εννοουμε οταν λεμε παρειναι [Anwesen]; Wesen [ουσιαση] θα πει Währen [διαγω στον χρονο]. Ομως εφησυχαζουμε υπερβολικα γρηγορα οταν το διαγειν το εκλαμβανουμε ως απλη διαρκεια και την διαρκεια, συμφωνα με την συνηθη παρασταση του Χρονου, ως χρονικη αποσταση απο ενα τωρα σε ενα επομενο. Ομως ο λογος για παρ-ειναι απαιτει στο διαγειν ως διαγειν παρα… να προσλαβουμε την καιριση και την παραμονη στον καιρο. Η παρουσια μας αφορα, παροντικοτητα θα πει: προσ-καιριση προς εμας - τους ανθρωπους.
Ποιοι ειμαστε μεις; Για την απαντηση παραμενουμε προσεκτικοι. Διοτι θα μπορουσε εκεινο το οποιο διακρινει τον ανθρωπο ως ανθρωπο να καθοριζεται ακριβως μεσα απο αυτο το οποιο εδω εχουμε να εννοησουμε: ο ανθρωπος, ο απο την παρουσια αφορωμενος, ο μεσα απο μια τετοια αφοραση καθεαυτον με τον τροπο του παρων ως προς ολα τα παροντα και αποντα.
Ο ανθρωπος εντεθειμενος στην αφοραση της παρουσιας, τουτο ομως ετσι ωστε την παρουσια, την οποια το Απροσωπο δινει, αυτος να την δεχεται ως δωρεα προσλαμβανοντας αυτο το οποιο φανερωνεται κατα την αφεση παρουσιας. [13] Εαν ο ανθρωπος δεν ηταν ο σταθερος αποδεκτης της δωρεας απο το "δινεται παρουσια", εαν το στην δωρεα παρεχομενο δεν επιφερονταν στον ανθρωπο, τοτε με την εκλειψη αυτης της δωρεας οχι μονον το Ειναι θα παρεμενε λανθανον, οχι μονον θα παρεμενε και κλειστο, αλλα ο ανθρωπος θα εμενε αποκλεισμενος απο το ευρος του: Δινεται Ειναι. Ο ανθρωπος δεν θα ηταν ανθρωπος.
Τωρα με την υποδειξη για τον ανθρωπο μοιαζει να εχουμε ξεφυγει απο την οδο στην οποια επιζητουμε να εννοησουμε το ιδιον του Χρονου. Τουτο κατα εναν τροπο ειναι σωστο. Και παλι στο θεμα το οποιο λεγεται Χρονος, και το οποιο πρεπει να δειχθει ειδικα μεσα απο την παροντικοτητα ως παρουσια, βρισκομαστε εγγυτερα απο οσο νομιζουμε.
Παρουσια θα πει: η συνεχης, η τον ανθρωπο αφορωσα, η σ' αυτον επιφερομενη, η σ' αυτον παρεχομενη καιριση. Ομως απο που ερχεται τωρα αυτη η παροχη στην οποια η παροντικοτητα ανηκει ως παρουσια στον βαθμο που δινεται παρουσια; Ο ανθρωπος παραμενει μεν παντοτε ο απο την παρουσια ενος εκαστοτε παροντος αφορωμενος διχως να προσεχει ειδικα το παρειναι καθεαυτο. Ομως το ιδιο συχνα, δηλαδη συνεχως, μας αφορα και το απειναι. Αφενος ετσι ωστε πολλα να μην ειναι πλεον παροντα στον τροπο με τον οποιο τα γνωριζαμε απο το παρειναι με την εννοια της παροντικοτητας. Και ομως ακομη κι αυτο το οχι-πλεον-παροντικο, στο απειναι του, παρειναι αμεσα, δηλαδη με τον τροπο της συντελεσης που μας αφορα. Τουτη δεν εκπιπτει απο το τεως τωρα οπως το απλως παρελθον. Αντιθετως η συντελεση παρειναι, ομως με τον ιδιαιτερο τροπο της. Με την συντελεση παρεχεται παρουσια.
Ομως η απουσια μας αφορα και με το νοημα του οχι ακομη παροντικου, με τον τροπο της παρουσιας εννοημενης ως ενος επ-ερχομενου [Auf-uns-Zukommen]. Στο μεταξυ ο λογος για Auf-uns-Zukommen [εφ-ημιν-επερχομενο] εχει γινει σχημα λογου. Ετσι ακουμε να λεγεται: "Το μελλον εχει ηδη αρχισει", κατι το οποιο δεν συμβαινει διοτι το μελλον ποτε δεν αρχιζει πρωτα, εφοσον η απουσια ως η παρουσια του οχι-ακομη-παροντικου μας αφορα κατα εναν τροπο απο παντα, δηλαδη παρειναι το ιδιο αμεσα, οπως η συντελεση. Στο μελλον, στο επερχομενο παρεχεται παρουσια.
[14] Εαν προσεξουμε ακομη περισσοτερο ο,τι ειπωθηκε, θα βρουμε στην απουσια, ειτε αυτη ειναι η συντελεση ειτε τα επερχομενα, εναν τροπο παρουσιας και αφορασης ο οποιος δεν συμπιπτει διολου με την παρουσια με την εννοια της αμεσης παροντικοτητας. Γι' αυτο πρεπει να λαβουμε υποψη: Καθε παρουσια δεν ειναι κατ' αναγκη και παροντικη, ενα περιεργο πραγμα. Ωστοσο μια τετοια παρουσια, δηλαδη την σ' εμας επιφερομενη αφοραση, την βρισκουμε και στο παρον. Και μ' αυτο παρεχεται παρουσια.
Πως πρεπει να καθορισουμε αυτην την στο παρον, στην συντελεση, στα επερχομενα παιχνιδιζουσα Προσφορα παρουσιας; Εγκειται αυτη η Προσφορα στο οτι μας επιφερεται, η μας επιφερεται διοτι ειναι εν εαυτη Προσφορα; Το τελευταιο συμβαινει. Η επελευση, ως οχι ακομη παρον, παρεχει και συγχρονως αποφερει οχι πλεον παρον, την συντελεση, και αντιστροφως αυτη, η συντελεση, παρεχει στον εαυτο της τα επερχομενα. Η αλληλοσυσχετιση των δυο παρεχει και συγχρονως αποφερει παρον. Λεμε "συγχρονως" κι ετσι στην αλληλοαυτοπροσφορα απο επερχομενα, συντελεση και παρον, δηλαδη στην ιδιαιτερη τους ενοτητα, προσδιδουμε εναν χρονικο χαρακτηρα.
Ως προς το θεμα αυτη η μεθοδος ειναι προφανως ανεπαρκης εφοσον την τωρα καταδειχθεισα ενοτητα της Προσφορας, και ακριβως αυτην, πρεπει να την ονομασουμε "Χρονο". Διοτι ο Χρονος καθεαυτον δεν ειναι κατι χρονικο, οπως δεν ειναι και ον. Γι' αυτο μας παραμενει απαγορευτικο να λεμε οτι επερχομενα, συντελεια, παροντικοτητα ειναι "συγχρονως" προκειμενα. Και παλι ομως η αλληλο-αυτο-προσφορα τους ειναι αλληλεχεια. Η ενοποιος τους ενοτητα μπορει να καθοριστει μονον μεσα απο το ιδιον τους, απο το οτι αλληλοπαρεχονται. Ομως τι παρεχουν το ενα στο αλλο;
Τιποτε αλλο απο τον εαυτο τους, και τουτο θα πει: την σ' αυτα παρεχομενη παρ-ουσια. Μ' αυτην αιθριαζει εκεινο το οποιο ονομαζουμε χρονικο-διαστημα. Ομως με την λεξη "Χρονος" δεν εννοουμε πλεον τη σειρα της ακολουθιας των τωρα. Γι' αυτο και το χρονικο-διαστημα δεν σημαινει πλεον μονο την αποσταση μεταξυ δυο σημειων του τωρα του υπολογισθεντος Χρονου την οποια εννοουμε οταν π.χ. διαπιστωνουμε: σε διαστημα 50 ετων συνεβη τουτο κι εκεινο. Τωρα το χρονικο-διαστημα ονομαζει το Ανοικτο το οποιο αιθριαζει στην αλληλο-αυτο-προσφορα απο επελευση, συντελεια και παροντικοτητα. [15] Αυτο το Ανοικτο, πρωτα και μονον αυτο, εκχωρει στον συνηθως γνωστο μας χωρο την δυνητικη του εκταση. Η αιθριαζουσα αλληλο-αυτο-προσφορα απο επερχομενα, συντελεια και παροντικοτητα ειναι καθεαυτην προ-χωρικη. Μονον γι' αυτο μπορει να εκχωρειται, δηλαδη να δινεται χωρος.
Το συνηθως εννοουμενο χρονικο-διαστημα με την εννοια της καταμετρηθεισας αποστασης μεταξυ δυο χρονικων στιγμων ειναι το αποτελεσμα της μετρησης του Χρονου. Μεσω αυτης ο ως γραμμη και παραμετρος παραστηθεις και ετσι μονοδιαστατος Χρονος καταμετραται αριθμητικα. Η ετσι εννοημενη διασταση του Χρονου ως η σειρα της ακολουθιας των τωρα ειναι δανεισμενη απο την παρασταση του τρισδιαστατου Χρονου.
Πριν απο καθε χρονο-λογια, και ανεξαρτητα απ' αυτην, το ιδιον του χρονικου-διαστηματος του ιδιως Χρονου εγκειται στην αιθριαζουσα αλληλο-αυτο-προσφορα απο επερχομενα, συντελεια και παροντικοτητα. Αντιστοιχα στον ιδιως Χρονο, και μονο σ' αυτον, προσιδιαζει ο,τι εμεις ονομαζουμε με το ευκολα παραπλανητικο ονομα διασταση. Αυτη εγκειται στην αιθριαζουσα Προσφορα που σκιαγραφηθηκε, στην μορφη της οποιας η επελευση αποδιδει την συντελεια, αυτη εκεινην και η αμοιβαια αλληλοαναφορα τους το αιθριο του Ανοικτου. Ο ιδιως Χρονος, εννοημενος μεσα απο αυτην την τριπλη Προσφορα, καταδεικνυεται ως τρισδιαστατος. Η διασταση - επαναλαμβανω - δεν εννοειται εδω μονον ως περιοχη δυνητικης καταμετρησης αλλα ως το δι-ανυσμα, ως η αιθριαζουσα Προσφορα. Αυτη πρωτη επιτρεπει την παρασταση και τον αφορισμο μιας περιοχης μετρησης.
Ομως απο που καθοριζεται τωρα η ενοτητα των τριων διαστασεων του ιδιως Χρονου, δηλαδη των τριων τροπων της Προσφορας, που αλληλοπαιχνιδιζουν, μιας εκαστοτε ιδιαιτερης παρουσιας; Ακουσαμε ηδη: Τοσο στην επελευση του οχι-ακομη-παροντικου οσο και στην συντελεση του οχι-πλεον-παροντικου, και ακομη και στην παροντικοτητα καθεαυτην καθε φορα παιχνιδιζει ενας τροπος αφορασης και προσαγωγης, δηλαδη παρουσιας. Αυτην την ετσι νοητεα παρουσια δεν μπορουμε να την αποδωσουμε σε μια απο τις τρεις διαστασεις του Χρονου, δηλαδη, οπως θα ηταν ευλογο, στο παρον. [16] Αντιθετως η ενοτητα των τριων χρονικων διαστασεων εγκειται στην συμπαιγνια της μιας με την αλλη. Αυτη η συμπαιγνια καταδεικνυεται ως η ειδικα στο ιδιον του Χρονου παιχνιδιζουσα Προσφορα, τροπον τινα λοιπον ως η τεταρτη διασταση - οχι μονο τροπον τινα αλλα μεσα απο το ιδιο το θεμα.
Ο ιδιως Χρονος ειναι τετραδιαστατος.
Ομως αυτο το οποιο στην καταμετρηση ονομαζουμε τεταρτο, θεματικα ειναι το πρωτο, δηλαδη η τα παντα καθοριζουσα Προσφορα. Αυτη προσαγει στην επελευση, στην συντελεση, στην παροντικοτητα την εκαστοτε ιδιαιτερη παρουσια τους, αιθριαζοντας τις διακρινει μεταξυ τους και ετσι τις κρατει μεταξυ τους στην εγγυτητα, μεσα απο την οποια οι τρεις διαστασεις παραμενουν στο συνεγγυς μεταξυ τους. Γι' αυτο την πρωτη, την αρχικη, την κυριολεκτικα αρχουσα Προσφορα στην οποια εγκειται η ενοτητα του ιδιως Χρονου την ονομαζουμε προσεγγιζουσα εγγυτητα, "Nahheit" - μια πρωιμη, ηδη απο τον Kant χρησιμοποιουμενη λεξη. Τουτη ομως προσεγγιζει μεταξυ τους επελευση, συντελεση, παροντικοτητα, απομακρυνοντας. Διοτι κρατει την συντελεση ανοικτη απαρνουμενη την ελευση της στην παροντικοτητα. Αυτη η εγγιση της εγγυτητας κρατει την ελευση απο τα επερχομενα ανοιχτη επιφυλασσοντας στην επελευση την παροντικοτητα. Η προσεγγιζουσα εγγυτητα εχει τον χαρακτηρα της απαρνησης και της επιφυλαξης. Εξαρχης κρατει τους τροπους της Προσφορας απο συντελεια, επελευση και παροντικοτητα μεταξυ τους στην ενοτητα τους.
Ο Χρονος δεν ειναι. Ο Χρονος δινεται. Η δοση, η οποια δινει Χρονο, καθοριζεται απο την απαρνουμενη-επιφυλασσομενη εγγυτητα. Αυτη χαριζει το Ανοικτο του χρονικου-διαστηματος και διαφυλαγει ο,τι στην συντελεση παραμενει απαρνημενο, στην επελευση επιφυλασσομενο. Την δοση, η οποια δινει τον ιδιως Χρονο, την ονομαζουμε αιθριαζουσα-επιληθουσα Προσφορα. Καθοσον η Προσφορα ειναι καθεαυτην δοση, στον ιδιως Χρονο υπολανθανει η δοση μιας δοσης.
Ομως που δινεται ο Χρονος και το χρονικο-διαστημα; Οσο πιεστικο και αν παραμενει εκ πρωτης οψεως το ερωτημα, δεν μπορουμε πλεον να ερωταμε κατα τετοιον τροπο για ενα που, για τον τοπο του Χρονου. Διοτι ο ιδιως Χρονος καθεαυτον, η περιοχη της απο την προσεγγιζουσα εγγυτητα καθοριζομενης τριπλης Προσφορας της, ειναι η προ-χωρικη τοποθεσια, μεσα απο την οποια δινεται καταρχην ενα δυνητικο που.
[17] Βεβαιως η φιλοσοφια απο την απαρχη της, οποτε διανοηθηκε τον Χρονο, ερωτησε και που αυτος ανηκει. Ομως τοτε θεωρουνταν κυριως ο Χρονος ο υπολογιζομενος ως παροδος της σειρας της ακολουθιας των τωρα. Δηλωνονταν οτι ο μετρουμενος Χρονος, με τον οποιο υπολογιζουμε, δεν μπορει να δινεται διχως την ψυχή, διχως τον animus, διχως την ψυχη [Seele], διχως την συνειδηση, διχως το πνευμα. Χρονος δεν δινεται διχως τον ανθωπο. Ομως τι εννοει αυτο το "διχως"; Ειναι ο ανθρωπος ο δοτης του Χρονου, η ο ληπτης του; Και εαν ειναι τουτο, πως προσδεχεται ο ανθρωπος τον Χρονο; Ειναι ο ανθρωπος καταρχην ανθρωπος και κατοπιν περιστασιακα, δηλαδη σε καποιον Χρονο, προσδεχεται τον Χρονο και αναλαμβανει την αναφορα του προς αυτον; Ο ιδιως Χρονος ειναι η ενοποιουσα εγγυτητα παρουσιας απο παρον, συντελεια και επερχομενα, η οποια αιθριαζει την τριπτυχη Προσφορα της. Εχει ηδη επιφερθει στον ανθρωπο ως αυτον τουτον ετσι ωστε αυτος να μπορει να ειναι ανθρωπος μονον ως εντεθειμενος στην τριπτυχη Προσφορα και εκτεθειμενος στην απαρνουμενη-επιφυλασσουσα εγγυτητα η οποια την καθοριζει. Ο ανθρωπος δεν κανει τον Χρονο, ο Χρονος δεν κανει τον ανθρωπο. Εδω δεν δινεται κανενα κανω. Εδω δινεται μονον η δοση με την εννοια της αιθριαζουσας Προσφορας του χρονικου-διαστηματος που ονομαστηκε.
Ομως εστω οτι παραδεχομαστε πως ο τροπος της δοσης με την οποια δινεται Χρονος απαιτει την σκιαγραφηση που παρουσιαστηκε, και παλι στεκουμε παντα εμπρος στο αινιγματικο Απροσωπο το οποιο ονομαζουμε στην εκφραση: δινεται Χρονος. Δινεται Ειναι. Ο κινδυνος μεγαλωνει, με την ονομασια του "Απροσωπου" να θεσουμε αυθαιρετα μια δυναμη η οποια να επιτελει καθε δοση απο Ειναι και Χρονο. Ωστοσο διαφευγουμε την ακαθοριστια και αποφευγουμε την αυθαιρεσια οσο παραμενουμε στους καθορισμους της δοσης τους οποιους επιχειρησαμε να δειξουμε, και μαλιστα με την προ-νοια για το Ειναι ως παρουσια και για τον Χρονο ως την περιοχη της Προσφορας του Αιθριου μιας πολυπτυχης παρουσιας. Η δοση στο "Δινεται Ειναι" δειχθηκε ως μερισμα και ως Μοιρα παρουσιας στις εποχικες της μεταβολες.
Η δοση στο "Δινεται Χρονος" δειχθηκε ως η αιθριαζουσα Προσφορα της τετραδιαστατης περιοχης.
[18] Εφοσον στο Ειναι ως παρουσια εκδηλωνεται κατι σαν Χρονος, ενισχυεται η εικασια που ηδη μνημονευτηκε, οτι ο ιδιως Χρονος, η τετραπτυχη Προσφορα του Ανοικτου, θα μπορουσε να φανερωθει ως το "Απροσωπο" το οποιο δινει Ειναι, δηλαδη παρουσια. Η εικασια μοιαζει να επιβεβαιωνεται ολοτελα εαν προσεξουμε οτι και η απουσια καθε φορα εκδηλωνεται ως τροπος παρουσιας. Τωρα στην συντελεση η οποια αφηνει ενα οχι-πλεον-παροντικο μεσω απαρνησης της παροντικοτητας να παρειναι, στην επελευση η οποια αφηνει ενα οχι-ακομα-παροντικο μεσω επιφυλαξης παροντικοτητας να παρειναι, δειχθηκε εκεινος ο τροπος της αιθριαζουσας Προσφορας ο οποιος δινει καθε παρουσια στο Ανοικτο.
Ετσι ο ιδιως Χρονος φανερωνεται ως το Απροσωπο το οποιο ονομαζουμε στον λογο: Δινεται Ειναι. Η μοιρα, οπου δινεται Ειναι, εγκειται στην Προσφορα Χρονου. Καταδεικνυεται απο αυτην την υποδειξη ο Χρονος ως το Απροσωπο το οποιο δινει Ειναι; - Καθολου. Διοτι ο ιδιος ο Χρονος καθεαυτον παραμενει η δωρεα ενος Δινεται, η δοση του οποιου διαφυλαγει την περιοχη στην οποια παρεχεται παρουσια. Ετσι το Απροσωπο εξακολουθει να παραμενει ακαθοριστο, και εμεις οι ιδιοι μενουμε αμηχανοι. Σε μια τετοια περιπτωση ειναι καλο, το Απροσωπο, το οποιο δινει, να το καθορισουμε μεσα απο την δοση που ηδη σκιαγραφηθηκε. Αυτη δειχθηκε ως Μερισμα απο Ειναι, ως Χρονος με την εννοια της αιθριαζουσας Προσφορας.
(Η μηπως ειμαστε αμηχανοι μονο και μονο διοτι αφηνουμε την γλωσσα, ακριβεστερα την γραμματολογικη εκθεση της γλωσσας, να μας παραπλανα, μια πλανη δια της οποιας εχουμε αγκυλωθει σε ενα Απροσωπο το οποιο υποτιθεται πως δινει, το οποιο ομως ακριβως δεν δινεται καθεαυτο; Οταν λεμε δινεται [Es gibt] Ειναι, δινεται [Es gibt] Χρονος, τοτε εκφερουμε προτασεις. Κατα την Γραμματικη μια προταση απαρτιζεται απο υποκειμενο και κατηγορημα. Το υποκειμενο της προτασης δεν πρεπει αναγκαστικα να ειναι υποκειμενο με την εννοια ενος εγω η ενος προσωπου. Γι' αυτο η Γραμματικη και η Λογικη εκλαμβανουν τις απροσωπες προτασεις με το απροσωπο μοριο ως Impersonalia και ως προτασεις ανευ υποκειμενου. Σε αλλες ινδογερμανικες γλωσσες, στα ελληνικα και στα λατινικα, το απροσωπο Es λειπει, τουλαχιστον ως ιδιαιτερη λεξη και φθογγικο μορφωμα, κατι που και παλι δεν σημαινει οτι το στο Es υπονοουμενο δεν εξυπονοειται: στα λατινικα pluit, βρεχει, στα ελληνικα χρή, χρειαζεται.
[19] Ομως τι σημαινει αυτο το απροσωπο; Η Γλωσσολογια και η Φιλοσοφια της Γλωσσας το εξαντλησαν διχως να το διαφωτισουν οριστικα. Η σημασιακη περιοχη που εννοειται στο Απροσωπο εκτεινεται απο το αμελητεο εως το δαιμονικο. Το Απροσωπο που λεγεται στον λογο "δινεται Ειναι", "δινεται Χρονος" ονομαζει ενδεχομενως κατι το εξαιρετικο στο οποιο εδω δεν μπορουμε να υπεισελθουμε. Γι' αυτο αρκουμαστε σε εναν βασικο συλλογισμο.
Συμφωνα με την γραμματικη-λογικη ερμηνεια αυτο περι του οποιου γινεται λογος δειχνεται ως υποκειμενο: ὑποκείμενον, το ηδη προκειμενο, το κατα καποιον τροπο παρον. Αυτο το οποιο καταλογιζεται στο υποκειμενο ως κατηγορημα δειχνεται ως το με το παρον ηδη συμ-παρον, το συμβεβηκός, accidens: το αμφιθεατρο ειναι φωτισμενο. Στο Απροσωπο του "[Το Απροσωπο] δινει Ειναι" μιλα μια παρουσια απο ενα τετοιο παρον, αρα κατα καποιον τροπο ενα Ειναι. Εαν αυτο το θεσουμε στην θεση του Απροσωπου, τοτε η προταση "[Το Απροσωπο] δινει Ειναι" λεει βασικα: το Ειναι δινει Ειναι. Ετσι βρισκομαστε πισω στις δυσκολιες που αναφερθηκαν στην αρχη της ομιλιας: το Ειναι ειναι. Ομως το Ειναι "ειναι" τοσο λιγο οσο λιγο "ειναι" και ο Χρονος. Γι' αυτο τωρα εγκαταλειπουμε την προσπαθεια να καθορισουμε το Απροσωπο δι' εαυτο, ουτως ειπειν απο μονο του. Ομως συγκρατουμε το εξης: Το Απροσωπο, τουλαχιστον στην καταρχην διαθεσιμη ερμηνεια, ονομαζει μια παρουσια απουσιας.
Εχοντας υποψη οτι στον λογο "δινεται Ειναι", "δινεται Χρονος" δεν προκειται για προτασεις σχετικες με οντα, ομως η δομη των προτασεων παραδοθηκε απο τους ελληνες και ρωμαιους γραμματικους αποκλειστικα στην οπτικη τετοιων προτασεων, συγκρατουμε συγχρονως την δυνατοτητα, στον λογο "δινεται Ειναι", "δινεται Χρονος", παρολες τις ενδειξεις περι του αντιθετου, να μην προκειται για προτασεις παγιωμενες στην συνταξη της σχεσης υποκειμενου - κατηγορηματος. Ομως πως αλλιως θα πρεπει να δουμε το απροσωπο που λεγεται στον ανωτερω λογο "δινεται Ειναι", "δινεται Χρονος"; Απλως εννοωντας το Απροσωπο μεσα απο τον τροπο της δοσης η οποια του ανηκει: η δοση ως Μοιρα, η δοση ως αιθριαζουσα Προσφορα. [20] Τα δυο αλληλεχονται καθοσον εκεινο, η Μοιρα, εγκειται σε τουτο, στην αιθριαζουσα Προσφορα.)
Στο μερισμα της Μοιρας του Ειναι, στην Προσφορα του Χρονου δειχνεται μια ιδιοποιηση, δηλαδη του Ειναι ως παρουσιας και του Χρονου ως περιοχης του Ανοικτου, στο ιδιον τους. Αυτο το οποιο καθοριζει τα δυο, τον Χρονο και το Ειναι, στο ιδιον τους, δηλαδη στην αλληλεχεια τους, το ονομαζουμε Συμ-βαν. Το τι αυτη η λεξη ονομαζει, μπορουμε τωρα να το εννοησουμε μονον μεσω αυτου το οποιο εκδηλωνεται στην προ-νοια για το Ειναι και για τον Χρονο ως μοιρα και Προσφορα, οπου Χρονος και Ειναι ανηκουν. Τα δυο, τοσο το Ειναι οσο και τον Χρονο, τα ονομασαμε θεματα. Το μεταξυ τους "και" αφησε την σχεση του ενος προς το αλλο στο ακαθοριστο.
Τωρα πλεον δειχνεται: Αυτο το οποιο αφηνει τα δυο θεματα να αλληλεχονται, αυτο το οποιο φερει τα δυο θεματα οχι μονον στο ιδιον τους αλλα τα διαφυλαγει στην αλληλεχεια τους και τα συνεχει, η συνεχεια των δυο θεματων, η υπο-θεση, ειναι το Συμ-βαν. Η υπο-θεση δεν ερχεται στο Ειναι και στον Χρονο επιπροσθετως, ως επικαλυπτουσα σχεση. Πρωτα η υπο-θεση συμ-βαινει Ειναι και Χρονο μεσω της σχεσης τους στο ιδιον τους, και μαλιστα δια του Συμ-βαντος το οποιο υπολανθανει στην Μοιρα και στην αιθριαζουσα Προσφορα. Επομενως το Απροσωπο το οποιο δινει το "Δινεται Ειναι", "Δινεται Χρονος" μαρτυρειται ως το Συμ-βαν. Η προταση ειναι σωστη και συγχρονως αναληθης, δηλαδη μας αποκρυπτει την υπο-θεση. Διοτι αιφνης την παραστησαμε ως κατι το παρον, ενω βεβαιως επιχειρουμε να εννοησουμε την παρουσια ως αυτην τουτην. Ομως ισως απαλλαγουμε δια μιας απ' ολες τις δυσκολιες, απ' ολες τις σχολαστικες και φαινομενικα ακαρπες συζητησεις εαν θεσουμε την ηδη απο μακρου αναμενομενη ερωτηση και την απαντησουμε: Τι ειναι το Συμ-βαν;
Εδω ας επιτραπει να προταχθει μια αλλη ερωτηση. Τι θα πει εδω "απαντω" και "απαντηση"; Απαντηση εδω σημαινει τον λογο ο οποιος ομο-λογει την νοητεα υπο-θεση, δηλαδη το Συμ-βαν. Ομως οταν η υπο-θεση μας απαγορευει να μιλησουμε γι' αυτην με τον τροπο της προτασης, τοτε πρεπει να παραιτηθουμε απο την αναμενομενη απαντηση στην τεθεισα ερωτηση. [21] Ομως αυτο σημαινει να παραδεχτουμε την ανικανοτητα μας να εννοησουμε το εδω νοητεο θεματικα επαρκως. Η μηπως ειναι φρονιμοτερο να παραιτηθουμε οχι καταρχην απο την απαντηση, αλλα ηδη απο την ερωτηση; Διοτι τι συμβαινει με την ευλογα, δικαιωματικα και αβιαστα τεθεισα ερωτηση: Τι ειναι το Συμ-βαν; Εδω ερωταμε για το τι-ειναι, για την ουσια, για το πως το Συμ-βαν ουσιωνεται, και τουτο θα πει, παρουσιωνεται.
Στην φαινομενικα αθωα ερωτηση: Τι ειναι το Συμ-βαν; ζητουμε μια πληροφορια σχετικα με το Ειναι του Συμ-βαντος. Οταν ομως το Ειναι καθεαυτο καταδεικνυεται ως κατι το οποιο ανηκει στο Συμ-βαν, και απο αυτο προσδεχεται τον καθορισμο της παρουσιας, τοτε με την τεθεισα ερωτηση πεφτουμε πισω σ' αυτο το οποιο πρωτιστως απαιτει τον καθορισμο του: το Ειναι μεσα απο τον Χρονο. Αυτος ο καθορισμος δειχθηκε μεσα απο την προ-νοια για το Απροσωπο το οποιο δινει, διαβλεποντας διαμεσου των μεταξυ τους συναρμοσμενων τροπων της δοσης το Μερισμα και την Προσφορα. Το Μερισμα του Ειναι εγκειται στην αιθριαζουσα-επιληθουσα Προσφορα της πολυπτυχης παρουσιας στην ανοιχτη περιοχη του χρονικου-διαστηματος. Ομως η Προσφορα, μαζι με το Μερισμα, εγκειται στο Συμ-βαν. Τουτο, δηλαδη το ιδιομορφο του Συμ-βαντος, καθοριζει και το νοημα αυτου το οποιο εδω ονομαζεται εγκειται.
Τα τωρα λεχθεντα επιτρεπουν, κατα εναν ορισμενο τροπο αναγκαζουν μαλιστα, να ειπωθει το πως το Συμ-βαν δεν πρεπει να εννοειται. Το με το ονομα "Συμ-βαν" ονομαζομενο δεν μπορουμε πλεον να το παρασταινουμε κατευθυνομενοι απο την τρεχουσα σημασια της λεξης "συμβαν", διοτι αυτη κατανοει το "συμβαν" με την εννοια ενος γεγονοτος - οχι μεσα απο την συμ-βαση ως αιθριαζοντας διαφυλασσουσα Προσφορα και Μερισμα.
Ετσι ακουστηκε προσφατα η δηλωση οτι η συμφωνια η οποια επετευχθη στο πλαισιο της Ευρωπαϊκης Οικονομικης Κοινοτητας ειναι ενα ευρωπαϊκο συμβαν με κοσμοϊστορικη σημασια. Οταν τωρα σε σχεση με εναν εντοπισμο του Ειναι ερθει η λεξη "Συμ-βαν", και ακουστει μονο κατα την τρεχουσα σημασια της, τοτε σχεδον επιβαλλεται να μιλουμε για το συμβαν του Ειναι. Διοτι χωρις το Ειναι κανενα ον δεν δυναται να ειναι ως ον. [22] Συμφωνα με τουτα το Ειναι μπορει να αποδοθει ως το υψιστο συμβαν και το σημαντικοτερο ολων.
Αλλα μοναδικη επιδιωξη αυτης της ομιλιας ειναι να φερει το Ειναι καθεαυτο στο βλεμμα ως το Συμ-βαν. Μονο που το με την λεξη "συμ-βαν" ονομαζομενο λεει κατι το ολοτελα διαφορετικο. Αντιστοιχα πρεπει να εννοηθει και το αφανες και πολυσημαντο και γι' αυτο παντα παραπλανητικο "ως". Με την προϋποθεση οτι για τον εντοπισμο του Ειναι και του Χρονου εγκαταλειπουμε την συνηθη σημασια της λεξης "συμβαν" και αντ' αυτης ακολουθουμε το νοημα που υπαινισσεται το Μερισμα της παρουσιας και η αιθριαζουσα Προσφορα του χρονικου-διαστηματος, τοτε ακομη και ετσι ο λογος για το "Ειναι ως Συμ-βαν" παραμενει ακαθοριστος.
"Ειναι ως Συμ-βαν" - παλαιοτερα η Φιλοσοφια εννοουσε το Ειναι μεσω του οντος ως ἰδέα, ως ἐνέργεια, ως actualitas, ως βουληση και τωρα - θα μπορουσε κανεις να σκεφτει - ως Συμ-βαν. Συμ-βαν, ετσι εννοημενο, σημαινει μια μεταλλαγη της εκθεσης του Ειναι η οποια, εφοσον ειναι δοκιμη, παρασταινει μια συνεχιση της Μεταφυσικης. Σ' αυτην την περιπτωση το "ως" σημαινει: το Συμ-βαν ως τροπος του Ειναι, υπαγομενο στο Ειναι, το οποιο και παρεχει την σταθερη κατευθυντηρια εννοια. Εαν ομως, οπως επιχειρηθηκε, εννοησουμε το Ειναι με την εννοια του παρειναι και της αφεσης παρουσιας η οποια δινεται στην Μοιρα, η οποια με τη σειρα της εγκειται στην αιθριαζουσα-επιληθουσα Προσφορα του ιδιως Χρονου, τοτε το Ειναι ανηκει στο Συμ-βαν. Απο αυτο η δοση και η δωρεα της προσδεχονται τον καθορισμο τους. Τοτε το Ειναι θα ηταν τροπος του Συμ-βαντος και οχι το Συμ-βαν τροπος του Ειναι.
Η προσφυγη σε μια τετοια αντιστροφη θα ηταν υπερβολικα φθηνη. Παρανοει την υπο-θεση. Το Συμ-βαν δεν ειναι η περιεχουσα γενικη εννοια στην οποια θα μπορουσαν να υπαχθουν Ειναι και Χρονος. Λογικες συσχετισεις εδω δεν λεγουν τιποτα. Διοτι καθως εννοουμε το Ειναι καθεαυτο και παρακολουθουμε το ιδιον του, τουτο καταδεικνυεται ως η δωρεα της Μοιρας της παρουσιας που χαριζεται μεσω της Προσφορας Χρονου. Η δωρεα της παρουσιας ειναι ιδιοτητα του Συμ-βαντος. Το Ειναι χανεται μεσα στο Συμ-βαν. Στην εκφραση: "το Ειναι ως το Συμ-βαν" το "ως" τωρα σημαινει: το Ειναι, η αφεση παρουσιας, μοιραζομενη κατα την Συμ-βαση, ο Χρονος παρεχομενος κατα την Συμ-βαση. [23] Χρονος και Ειναι συμ-βαινει κατα το Συμ-βαν. Και τουτο καθεαυτο; Μπορουν για το Συμ-βαν να ειπωθουν περισσοτερα;
Καθοδον πραγματι εννοηθηκαν περισσοτερα, ομως δεν ειπωθηκαν ρητα, δηλαδη τουτο, οτι στην δοση ως Μερισμα ανηκει η αποχη, δηλαδη τουτο, οτι στην Προσφορα συντελειας και επελευσης παιχνιδιζουν απαρνηση της παροντικοτητας και επιφυλαξη της παροντικοτητας. Το τωρα ονομασθεν: αποχη, απαρνηση και επιφυλαξη σημαινει ενα ειδος αυτοαποσυρσης, εν συντομια: την αποσυρση. Καθοσον ομως οι τροποι της δοσης που καθοριζονται απ' αυτην, το Μερισμα και η Προσφορα, εγκεινται στο Συμ-βαν, η αποσυρση πρεπει να ανηκει στο ιδιομορφο του Συμ-βαντος. Ο εντοπισμος αυτος δεν ειναι πλεον θεμα τουτης της ομιλιας.
(Με καθε συντομια και κατα τον ολο τροπο της ομιλιας ανεπαρκως, υποδεικνυεται ενα ιδιομορφο του Συμ-βαντος.
Το μερισμα κατα την Μοιρα του Ειναι χαρακτηριστικε ως δοση, οπου το μοιραζον καθεαυτο απεχει, και απεχοντας αποσυρεται απο την α-ληθευση.
Στον ιδιως Χρονο και στο χρονικο-διαστημα του δειχθηκε η Προσφορα της συντελειας, δηλαδη του οχι-πλεον-παροντος, η απαρνηση του, δειχθηκε στην Προσφορα του μελλοντος, δηλαδη του οχι-ακομη-παροντος, η επιφυλαξη του. Απαρνηση και επιφυλαξη εκδηλωνουν τον ιδιο χαρακτηρα με την αποχη κατα το μερισμα: δηλαδη την αυτο-αποσυρση. Καθοσον τωρα η Μοιρα του Ειναι εγκειται στην Προσφορα του Χρονου, και αυτος μαζι με εκεινο στο Συμ-βαν, τουτο θα πει: ειναι α-βατο, με την αναφερθεισα εννοια, καθεαυτο. Στο Συμ-βαν ως αυτο τουτο ανηκει το Α-βατο. Δια τουτου το Συμ-βαν δεν παραιτειται απο τον εαυτο του αλλα διατηρει την ιδιο-τητα του.
Το αλλο ιδιομορφο του Συμ-βαντος το βλεπουμε με επαρκη σαφηνεια οταν διαλογιστουμε με επαρκη σαφηνεια πραγματα ηδη ειπωμενα. Στο Ειναι ως παρειναι εκδηλωνεται η αφοραση η οποια αφορα εμας τους ανθρωπους ετσι ωστε με την προσληψη και με την αναληψη αυτης της αφορασης να εχουμε αποκτησει την διακριση του ανθρωπινου Ειναι. [24] Ομως αυτη η αναληψη της αφορασης παρουσιας εγκειται στην εν-σταση μεσα στην περιοχη της Προσφορας ως αυτης με την οποια μας εχει επιφερθει ο τετραδιαστατος ιδιως Χρονος.
Καθοσον Ειναι και Χρονος διδονται μονο στο Συμ-βαν, σ' αυτο ανηκει το ιδιομορφο του οτι φερει τον ανθρωπο, ως αυτον ο οποιος προσλαμβανει Ειναι ενισταμενος στον ιδιως Χρονο, στο ιδιον του. Κατ' αυτον τον τροπο προσιδιασμενος ο ανθρωπος ανηκει στο Συμ-βαν.
Αυτο το ανηκει εγκειται στην ιδιωση που διακρινει το Συμ-βαν. Δι' αυτης ο ανθρωπος εχει αφεθει στο Συμ-βαν. Σε τουτο οφειλεται το οτι ποτε δεν μπορουμε να εχουμε εμπρος μας μια παρασταση του Συμ-βαντος, ουτε ως ενος αντι-κειμενου μας ουτε ως ενος τα παντα εμπεριεχοντος. Γι' αυτο η παραστατικη-αιτιοκρατικη νοηση ομο-λογει το Συμ-βαν τοσο λιγο οσο και ο αποφαντικος μονον λογος.)
Καθοσον τοσο ο Χρονος οσο και το Ειναι ως δωρεες του Συμ-βαντος ειναι νοητα μονον μεσω αυτου, πρεπει να εννοηθει αντιστοιχως και η σχεση του Χωρου προς το Συμ-βαν. Βεβαιως τουτο μπορει να επιτυχει μονον αφου προηγουμενως διειδουμε την προελευση του Χωρου μεσα απο το επαρκως εννοηθεν ιδιομορφο του Τοπου. (πρβλ. Bauen Wohnen Denken [Κτιση, Κατοικηση, Νοηση], 1951 στο »Vorträge und Aufsätze« 1954, σ. 145 κ.ε.).
Η προσπαθεια στο "Ειναι και Χρονος" &70 να αναχθει η χωρικοτητα του Dasein στην χρονικοτητα, δεν μπορει να σταθει.
Βεβαια στην διοραση μεσα απο το Ειναι καθεαυτο, μεσα απο τον Χρονο καθεαυτον, στην ενοραση στην Μοιρα του Ειναι και στην Προσφορα του χρονικου-διαστηματος κατεστη ορατο τι θα πει "Συμ-βαν". Ομως μηπως με τουτη την οδο καταληγουμε απλως σε ενα διανοητικο κατασκευασμα; Στην κρυψινοια αυτης της υπονοιας μιλα η γνωμη οτι το Συμ-βαν θα επρεπε επιτελους να "ειναι" ενα ον. Ωστοσο το Συμ-βαν ουτε ειναι, ουτε δινεται το Συμ-βαν. Να λεγεται το ενα, καθως και το αλλο, σημαινει μια αντιστροφη του πως εχουν τα πραγματα, σαν να θελαμε την πηγη να την αναγαγουμε απο το ρευμα.
Τι παραμενει να ειπωθει; Μονο τουτο: Το Συμ-βαν συμ-βαινει. Ετσι λεμε απο το αυτο προς το αυτο το αυτο. Φαινομενικα τουτο δεν λεει τιποτα. [25] Ουτε και λεει τιποτα οσο ο,τι ειπωθηκε το ακουμε ως απλη προταση και τουτην την παραδιδουμε στην ανακριση της λογικης. Εαν ομως ο,τι ειπωθηκε το αναλαμβαναμε αδιαπτωτα ως το κρατημα για την νοηση και συγχρονως το διανοουμασταν οτι τουτο το αυτο δεν ειναι καν κατι το νεο αλλα αντιθετως το παλαιοτατο του παλαιου στην δυτικη νοηση: το παμπαλαιο το οποιο υπολανθανει στο ονομα Ἀ-λήθεια; Σ' αυτο, το οποιο δια τουτου του αρχικου προ-νοειται ολων των επωδων της νοησης, μιλα μια δεσμευση η οποια δεσμευει καθε νοηση εφοσον αυτη αρμοζεται στο κελευσμα του νοητεου.
Ειχε να εννοηθει το Ειναι μεσα απο την διοραση διαμεσου του ιδιως Χρονου στο ιδιον του - μεσα απο το Συμ-βαν - διχως να ληφθει υποψη η σχεση του Ειναι με το ον.
Να εννοηθει το Ειναι διχως το ον θα πει: να εννοηθει το Ειναι διχως να ληφθει υποψη η Μεταφυσικη. Ομως αυτη λαμβανεται υποψη ακομη και εκει οπου αποσκοπειται η υπερβαση της Μεταφυσικης. Γι' αυτο εχουμε να αφησουμε τις υπερβασεις και να παραδωσουμε την Μεταφυσικη στον εαυτο της.
Εαν χρειαζεται τετοια υπερβαση, τοτε αυτη αφορα εκεινη την νοηση η οποια αφηνεται ειδικα στο Συμ-βαν για να πει - το Απροσωπο απο το Απροσωπο προς το Απροσωπο.
Εχουν αδιαλειπτα να υπερβαινονται τα εμποδια τα οποια ευκολα καθιστουν εναν τετοιον λογο ανεπαρκη.
Εμποδιο τετοιου ειδους παραμενει και ο λογος για το Συμ-βαν με τον τροπο μιας ομιλιας. Αυτη μιλησε μονο με αποφαντικες προτασεις.
[84] "Στο Συμ-βαν ως αυτο τουτο ενεχεται το Α-βατο." Αυτο κατα τον Heidegger σημαινει οτι το Συμ-βαν αποσυρει το ιδιαιτατο του απο την απεριοριστη Α-ληθευση. Εδω ο Heidegger λεει πολυ προσεκτικα: "Εννοημενο μεσα απο τον λογο του Συμ-βαντος, τουτο θα πει: καθιστα, με την εννοια που αναφερθηκε, τον εαυτο του Α-βατο." Σε ενα αλλο πλαισιο γραφει καποτε ο Heidegger: "Τοτε το συγκινητικο το εννοειτε κατα λεξη, ως το συνεπαιρνον, το οποιο κινει προς ... ─ δηλαδη προς την σιγη" (Καθοδον προς την γλωσσα, σ. 141). [σελ. 85] Ενδεχομενως το Α-βατο, την αυτοαποσυρση του Συμ-βαντος, θα μπορουσαμε να την κατανοησουμε ως την αυτοαποσυρση του προς την σιγη. Το με αυτην την εννοια Α-βατο, στον Βουδισμο καλειται η απογενεση, τουτο θα πει, η επανοδος στο πρωτογενες εδαφος. Διχως την επιτελεση αυτης της επανοδου στο πρωτογενες εδαφος, κανενας Βουδισμος δεν λαμβανει χωρα. Με αυτην την εννοια, και στον Βουδισμο το Α-βατο ειναι πολυ σημαντικο. Το Α-βατο, δηλαδη η ληθη στην αληθεια, η οποια καποτε χαρακτηριστηκε απο τον Heidegger ως "η ιδιως αναληθεια" η ως "η ιδιως αν-ουσιωση της αληθειας" (Για την ουσιωση της αληθειας, 2η εκδ. σελ. 20), ειναι, οπως λεει, παλαιοτερη απο την αληθεια. Για αυτην την "ιδιως αν-ουσιωση της αληθειας" η οποια τωρα, οπως μου φαινεται, ονομαζεται το "Α-βατο", ο καθηγητης Heidegger εγραψε καποτε τα εξης: "Για τον ειδημονα παντως το <αν> της αρχικης αν-ουσιωσης της αληθειας ως της αναληθειας υποδεικνυει την ακομη μη εμπειραθεισα περιοχη της αληθειας του Ειναι (οχι πρωτα του οντος)" (Για την ουσιωση της αληθειας, σελ. 20). Αυτο το πρωτακουστο νοημα με συνεκλονισε βαθυτατα. Εκτοτε και μεχρι σημερα ακομη, εχω μια υποψια οτι η ονομασθεισα "ακομη μη εμπειραθεισα περιοχη της αληθειας του Ειναι", που θα πει τωρα το "Α-βατο", θα επρεπε να ειναι το πρωτογενες, ομως ληθιο πηγαιο εδαφος της νοησης του. Το ετσι υποδειχθεν "Α-βατο", συμφωνα με την φτωχη μου εμπειρια, θα μπορουσε να ειναι σχεδον το αυτο με το "Μηδεν" με την εννοια του "κανενος". Μου φαινεται πως ειναι το ενα, απο την γερμανικη πλευρα τεινομενο χερι, το οποιο συνηρπασε βαθεια την καρδια μας, τουλαχιστον την καρδια μου. Αυτος ειναι ο λογος για τον οποιον αποφασισα να μιλησω για την νοηση του Heidegger στην συναντηση με τον Βουδισμο.
Εαν δεν απατωμαι στο οτι το Α-βατο ειναι το ληθιο πηγαιο εδαφος της νοησης του Heidegger, τοτε την αναφερθεισα φραση "Στο Συμ-βαν ως αυτο τουτο ενεχεται το Α-βατο", θα επρεπε ακομη μια φορα να την αντιστρεψω και να πω απλως: "Α-βατο : Συμ-βαν. Συμ-βαν : Α-βατο." Τουτο δεν ειναι γλωσσικο παιχνιδι, αλλα αναφερεται στην ανθρωπινη ελευθερια μας, με την εννοια του οτι ολοτελα ελευθερα μπορουμε ποτε να εμ-βαινουμε στο Α-βατο και ποτε να υπεισερχομαστε στο Συμ-βαν. Α-βατο : Συμ-βαν. Συμ-βαν : Α-βατο ─ τουτο απαρτιζει εναν ελευθερα κινουμενο δακτυλιο, οπως μου φαινεται. Προηγουμενως ειπα: το Α-βατο θα μπορουσε να ειναι σχεδον το αυτο με το βουδιστικο Μηδεν. Διοτι μεταξυ των δυο υφισταται μια πολυ λεπτη και σιγαλη και εξ αυτου βαθεια διαφορα, οσο βλεπω. Α-βατο : Συμ-βαν. Συμ-βαν : Α-βατο. Αυτην την διαφορα, ο νοητης Heidegger μπορει να την γνωριζει καλα. Γιατι; Διοτι μιλησε ετσι: "Εννοημενο μεσα απο τον λογο του Συμ-βαντος ... " Αυτο το σχημα δειχνει, οπως μου φαινεται, το οριο οχι μονον της νοησης του Heidegger αλλα της ιδιας της συνολης νοησης καθεαυτην, ειτε προκειται για την δυτικη-ευρωπαϊκη νοηση ειτε για την [σελ. 86] λεγομενη απωασιατικη νοηση. Το Α-βατο καθεαυτο, οπως ο Βουδισμος συχνα προειδοποιει, παραμενει το κατεξοχην αδιανοητο, και ομως συγχρονως το προς νοηση προοριζομενο καθεαυτο, στην περιπτωση που το Α-βατο με την εννοια του Heidegger, και το Μηδεν με την βουδιστικη εννοια θα μπορουσαν να συγγενευουν. Η τελευταια μου ερωτηση ειναι η εξης: η νοηση μεσα απο το Α-βατο ειναι αδυνατη; Η νοηση του αδιανοητου (γενικη υποκειμενικη) και του προς νοηση προοριζομενου καθεαυτου, ειναι αδυνατη; Η νοηση του μεγαλειωδους ερωτωντος καθηγητου Heidegger με εθεσε σε μια τετοια ερωτηση.
Μιλησα πολυ και ασχημα. Εν κατακλειδι θα ηθελα να κλεισω αυτην την ομιλια για την συναντηση γερμανων και ιαπωνων φιλοσοφων με εναν στιχο του κραταιοτατου διδασκαλου μας του Ζεν Daito, ο οποιος λεγει κατα λεξη: "Σε ολους τους αιωνες ειμαστε αποχωρισμενοι μεταξυ μας, και μαλιστα δεν χωριζουμε για κανενα λεπτο. Συναντωμαστε ολην τη ημερα, και μαλιστα ουτε για μια στιγμη."