[244-245]
Μια δυνατότητα του Dasein πρόκειται να το "φανερώσει" καθαυτό οντικά ως ον. Η φανέρωση είναι δυνατή μόνο στην εμφάνεια που προσιδιάζει [245] Dasein, και τούτο έγκειται στην διάθεση και στην κατανόηση. Κατά πόσον είναι το άγχος μια εξέχουσα διάθεση; Πώς σ' αυτήν το Dasein φέρεται, από το ίδιο το Είναι του, ενώπιον του εαυτού του, ώστε το ον που εμφανίζεται στο άγχος να προσδιορίζεται φαινομενολογικά στο Είναι του ως αυτό τούτο, και πώς μπορεί αυτός ο προσδιορισμός να προετοιμαστεί επαρκώς;
Για να διεισδύσουμε στην ολότητα αυτού του δομικού όλου, θα ξεκινήσουμε από τις αναλύσεις της έκπτωσης που μόλις αναφέρθηκαν. Το βύθισμα στο Κανείς και στον "κόσμο" της φροντίδας αποκαλύπτει μια φυγή του Dasein εμπρός στον εαυτό του ως δυνητικόν αυθεντικό εαυτό του.* Όμως αυτό το φαινόμενο της φυγής του Dasein ενώπιον του εαυτού του και της αυθεντικότητάς του μοιάζει να είναι το τελευταίο που θα μπορουσε να ενδείκνυται ως βάση για την ακόλουθη εξέταση, αφού το Dasein, σ' αυτήν την φυγή, ακριβώς και δεν φέρεται ενώπιον του εαυτού του. Η απομάκρυνση, σύμφωνα με την πλέον χαρακτηριστική τάση της έκπτωσης, οδηγεί μακριά από το Dasein. Πάντως σε φαινόμενα τέτοιου είδους η εξέταση πρέπει να προσέξει και να μην συγχέει τα οντικά-υπαρξιακά χαρακτηριστικά και την οντολογική-εκ-στατική ερμηνεία, δηλαδή να μην παραβλέπει τις θετικές γι' αυτήν βάσεις που βρίσκονται στο φαινόμενο εκείνων.
Στην έκπτωση, η αυθεντικότητα του εαυτού είναι μεν υπαρξιακά κλειστή και παραμερισμένη, όμως αυτό το κλείσιμο είναι μόνο το στερητικό μιας εμφάνειας, η οποία αποκαλύπτεται στο φαινόμενο όπου η φυγή του Dasein είναι φυγή ενώπιον του εαυτού του.* Στο Ενώπιον της φυγής, το Dasein έρχεται ακριβώς από "πίσω" του. Μόνο καθόσον το Dasein, με την εμφάνεια που του ανήκει, έχει καν τεθεί οντολογικά ουσιακά ενώπιον του εαυτού του, μπορεί ενώπιόν του και να τρέπεται σε φυγή. Βέβαια σ' αυτήν την εκπίπτουσα απομάκρυνση δεν συλλαμβάνεται το Ενώπιον της φυγής, και μάλιστα δεν γίνεται εμπειρατό ούτε και σε μία επάνοδο. Και πάλι, στην απομάκρυνση απ' αυτό, τούτο είναι "εκεί" εμφανές.* Η υπαρξιακή-οντική απομάκρυνση, λόγω της εμφάνειας που την χαρακτηρίζει, παρέχει ως φαινόμενο την δυνατότητα να συλληφθεί εκ-στατικά-οντολογικά το Ενώπιον της φυγής ως αυτό τούτο. [246] Εν μέσω του οντικού "μακριά από", που υπάρχει στην απομάκρυνση, σε μια φαινομενολογικά ερμηνευτική "επάνοδο" μπορεί να κατανοηθεί το Ενώπιον της φυγής και να συλληφθεί εννοιολογικά.* *
Επομένως ο προσανατολισμός της ανάλυσης στο φαινόμενο της έκπτωσης δεν είναι εκ των προτέρων καταδικασμένος στην αδυναμία να εμπειραθεί οντολογικά κάτι για το σ' αυτό εμφανές Dasein. Αντίθετα - ακριβώς εδώ η ερμηνεία δεν κινδυνεύει να εκτεθεί το Dasein σε μια τεχνητή σύλληψη του εαυτού του. Επιτελεί απλώς την επεξήγηση αυτού το οποίο το ίδιο το Dasein καθιστά οντικά εμφανές. Η δυνατότητα, κατά την ερμηνεύουσα παρακολούθηση μιας διατεθειμένης κατανόησης, να διεισδύσουμε στο Είναι του Dasein αυξάνει όσο πηγαιότερο είναι το φαινόμενο το οποίο μεθοδικά ενεργεί ως εμφανίζουσα διάθεση. Το ότι το άγχος επιτελεί κάτι τέτοιο, είναι καταρχήν ένας ισχυρισμός.
Για την ανάλυση του άγχους δεν είμαστε ολότελα ανέτοιμοι. Βέβαια σκοτεινό παραμένει ακόμη το πώς σχετίζεται οντολογικά με τον φόβο. Ανάμεσα στα δυο φαινόμενα υφίσταται προφανώς μια συγγένεια. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι αυτά κατά το πλείστον μένουν αδιαφοροποίητα και χαρακτηρίζεται σαν άγχος ό,τι είναι φόβος, και καλείται φόβος ό,τι έχει τα χαρακτηριστικά του άγχους. Θα επιχειρήσουμε να διεισδύσουμε στο φαινόμενο του άγχους βήμα-βήμα.
Ονομάσαμε την έκπτωση του Dasein στο Κανείς και στον "κόσμο" της φροντίδας "φυγή" ενώπιον του εαυτού του. Όμως κάθε υποχώρηση ενώπιον..., κάθε απομάκρυνση από... δεν είναι αναγκαστικά και φυγή. Η στον φόβο οφειλόμενη υποχώρηση ενώπιον αυτού το οποίο εμφανίζει ο φόβος, ενώπιον του απειλητικού, έχει τον χαρακτήρα της φυγής.*
Η ερμηνεία του φόβου ως διάθεσης έδειξε: Το Ενώπιον του φόβου είναι πάντα ένα ενδοκοσμικό ον, αποτρόπαιο, που πλησιάζει από μια ορισμένη περιοχή, που μπορεί και να λείπει. Στην έκπτωση το Dasein απομακρύνεται από τον εαυτό του. Το Ενώπιον αυτής της υποχώρησης πρέπει να έχει οπωσδήποτε τον χαρακτήρα της απειλής· [247] όμως [το Ενώπιον] είναι ένα ον που έχει το είδος της οντότητας του υποχωρούντος όντος, είναι το Dasein καθαυτό.* Το Ενώπιον αυτής της υποχώρησης δεν μπορεί να συλληφθεί ως "φοβερό", διότι κάτι τέτοιο απαντάται ως ενδοκοσμικό ον πάντα. Η απειλή, η οποία μόνη αυτή μπορεί να είναι "φοβερή" και η οποία ανακαλύπτεται στον φόβο, προέρχεται πάντα από ενδοκοσμικά όντα.
Γι' αυτό και η απομάκρυνση της έκπτωσης δεν είναι φυγή οφειλόμενη σ' έναν φόβο εμπρός στο ενδοκοσμικό ον. Ένα φυγικό χαρακτηριστικό τέτοιας φύσης δεν αρμόζει διόλου στην απομάκρυνση, καθώς αυτή ακριβώς επανέρχεται στο ενδοκοσμικό ον ως βύθισμα μέσα του. Πολύ περισσότερο η απομάκρυνση της έκπτωσης οφείλεται στο άγχος, το οποίο πάλι καθιστά πρωτίστως δυνατόν τον φόβο.*
Για την κατανόηση του λόγου περί εκπίπτουσας φυγής του Dasein ενώπιον του εαυτού του πρέπει να υπενθυμιστεί το Είναι-στον-κόσμο ως θεμελιακή ιδιοσυστασία αυτού του όντος. Το Ενώπιον του άγχους είναι το Είναι-στον-κόσμο ως αυτό τούτο. Πώς διαφέρει φαινομενολογικά αυτό, ενώπιον του οποίου άγχεται το άγχος, απ' αυτό, ενώπιον του οποίου φοβάται ο φόβος; Το Ενώπιον του άγχους δεν είναι κάποιο ενδοκοσμικό ον. Επομένως δεν μπορει νά 'χει ουσιακά καμιά σχέση μ' αυτό. Η απειλή δεν έχει το χαρακτηριστικό ενός συγκεκριμένου αποτρόπαιου που αφορά το απειλούμενο στην ορισμένη οπτική ενός ιδιαίτερου πρακτικού δυνητικού Είναι. Το Ενώπιον του άγχους είναι τελείως απροσδιόριστο. Αυτή η απροσδιοριστία όχι μόνο αφήνει πρακτικά μετέωρο, το ποιο ενδοκοσμικό ον επαπειλεί, αλλά λέει ότι το ενδοκοσμικό ον δεν είναι καν "σχετικό". Τίποτα απ' αυτά που είναι στον κόσμο σαν ανά-χείρας και σαν απλώς παρόντα, δεν δρα ως αυτό, εμπρός στο οποίο άγχεται το άγχος. Η ενδοκοσμικά ανακαλυπτόμενη ολότητα σχέσεων των ανά-χείρας και των απλώς παρόντων είναι, ως αυτή τούτη, χωρίς καμιά σημασία. Καταβυθίζεται στον εαυτό της. Ο κόσμος έχει το χαρακτηριστικό πλήρους ασημαντότητας. Στο άγχος δεν απαντάται αυτό ή εκείνο, με το οποίο, ως απειλητικό, θα μπορούσε να έχει σχέση.
[248]
Γι' αυτό και το άγχος δεν "βλέπει" ένα ορισμένο "εδώ" κι "εκεί", από το οποίο να πλησιάζει το απειλητικό. Το ότι το απειλητικό δεν είναι πουθενά, χαρακτηρίζει το Ενώπιον του άγχους. Το άγχος "δεν ξέρει" τι είναι αυτό, ενώπιον του οποίου άγχεται. Όμως "πουθενά" δεν σημαίνει και τίποτα. Αντιθέτως υπάρχει σ' αυτό, και ακριβώς σ' αυτό, περιοχή, υπάρχει ακριβώς εμφάνεια κόσμου για το ουσιακά χωρικό Ενείναι .... . Γι' αυτό και το απειλητικό δεν μπορεί να προσεγγίσει στην εγγύτητα από μια ορισμένη κατεύθυνση. Είναι ήδη "εκεί" - και πάλι πουθενά. Είναι τόσο κοντά που στριμώχνει και κόβει την ανάσα - και πάλι δεν είναι πουθενά.*
Στο Ενώπιον του άγχους αποκαλύπτεται το "τίποτα δεν είναι και πουθενά". Η φορτικότητα του ενδοκοσμικού Μηδενός και του Πουθενά ως φαινόμενο λέει: το Ενώπιον του άγχους είναι ο κόσμος ως αυτός τούτος.* Η πλήρης ασημαντότητα, η οποία δηλώνεται στο Μηδέν και στο Πουθενά, δεν σημαίνει απουσία κόσμου αλλά λέει ότι το ενδοκοσμικά ον είναι καθαυτό τόσο ολότελα άσχετο που, στο βάθος αυτής της ασημαντότητας του ενδοκοσμικού, ο κόσμος στην κοσμικότητά του προβάλλει, μόνος αυτός πλέον, πιεστικά.
Αυτό που στριμώχνει δεν είναι τούτο ή εκείνο, αλλά ούτε και όλα τα απλώς παρόντα μαζί ως άθροισμα, αλλά η δυνατότητα καν του ανά-χείρας, που θα πει ο κόσμος καθαυτόν. Όταν το άγχος έχει καταλαγιάσει, τότε ο καθημερινός λόγος συνηθίζει να λέει: "δεν ήταν τίποτα ιδιαίτερο". Αυτός ο λόγος πετυχαίνει πράγματι οντικά αυτό το οποίο ήταν. Ο καθημερινός λόγος προσβλέπει σε μια φροντίδα και συζήτηση του ανά-χείρας. Μόνο που αυτό το Μηδέν του ανά-χείρας, του μόνου που κατανοεί ο καθημερινός περίφροντις λόγος, δεν είναι κάποιο ολοκληρωτικό Μηδέν. Το Μηδέν του ανά-χείρας εδράζεται στο πλέον πηγαίο "κάτι"* στον κόσμο. [249] Όμως οντολογικά αυτός ανήκει ουσιακά στο Είναι του Dasein ως Είναι-στον-κόσμο. Όταν επομένως το Μηδέν, που θα πει ο κόσμος ως αυτός τούτος, καταδεικνύεται ως το Ενώπιον του άγχους, τότε αυτό θα πει: αυτό, ενώπιον του οποίου άγχεται το άγχος, είναι το Είναι-στον-κόσμο καθαυτό.*
Το "άγχομαι" εμφανίζει τον κόσμο ως κόσμο πηγαία και άμεσα. Δεν παραβλέπεται πρώτα το ενδοκοσμικό ον, κάπου μετά από σκέψη, για να εννοηθεί κατόπιν μόνος πλέον ο κόσμος, ενώπιον του οποίου ανακύπτει το άγχος, αλλά το άγχος ως τρόπος της διάθεσης εμφανίζει κατά πρώτον τον κόσμο ως κόσμο. Και πάλι αυτό δεν σημαίνει ότι στο άγχος συλλαμβάνεται εννοιολογικά η κοσμικότητα του κόσμου.
Το άγχος δεν είναι μόνο άγχος ενώπιον..., αλλά, ως διάθεση, συνάμα άγχος για... Το Για..., για το οποίο άγχεται το άγχος, δεν είναι ένας ορισμένος τρόπος του Είναι και μια δυνατότητα του Dasein. Άλλωστε η απειλή είναι καθαυτήν ακαθόριστη κι επομένως δεν μπορεί να διεισδύσει απειλητικά σ' αυτό ή σ' εκείνο το δυνητικό Είναι. Αυτό, για το οποίο άγχεται το άγχος, είναι το Είναι-στον-κόσμο καθαυτό. Στο άγχος το κοσμικό ανά-χείρας, το ενδοκοσμικά ον συνολικά, καταβυθίζεται. Ο "κόσμος" δεν μπορεί πια να προσφέρει τίποτα, ούτε και η Συν-ύπαρξη άλλων. Έτσι το άγχος αφαιρεί από το Dasein την δυνατότητα να εκπίπτει και να κατανοεί τον εαυτό του μέσα από τον "κόσμο" και το κοινώς λεγόμενο. Πετάει το Dasein πίσω σ' αυτό για το οποίο άγχεται, στο αυθεντικό του δυνητικό Είναι-στον-κόσμο. Το άγχος απομονώνει το Dasein στο αυθεντικό του Είναι-στον-κόσμο το οποίο, ως νοήμον, ουσιακά αναπτύσσεται σε δυνατότητες. Επομένως με το Για του άγχομαι, το άγχος εμφανίζει το Dasein ως δυνατότητα, και μάλιστα ως αυτό το οποίο, μέσα από τον εαυτό του και μόνο, μπορεί ως μεμονωμένο να είναι στην απομόνωση.
Το άγχος αποκαλύπτει στο Dasein το Είναι προς το πλέον αυθεντικό δυνητικό Είναι, που θα πει, το ελεύθερο για την ελευθερία της αυτο-επιλογής και αυτο-ανάληψης του εαυτού του. [250] Το άγχος φέρνει το Dasein ενώπιον του ελεύθερού του για... (propensio in...) την αυθεντικότητα του Είναι του ως δυνατότητα η οποία αυτό είναι ήδη από πάντα. Όμως τούτο το Είναι είναι συνάμα αυτό στο οποίο το Dasein είναι ανατεθειμένο ως Είναι-στον-κόσμο.
Αυτό, για το οποίο το άγχος άγχεται, αποκαλύπτεται ως αυτό, ενώπιον του οποίου άγχεται: το Είναι-στον-κόσμο. Η ταυτοσημία του Ενώπιον του άγχους και του Για του εκτείνεται μάλιστα στο άγχομαι καθαυτό. Διότι αυτό ως διάθεση είναι θεμελιακός τρόπος του Είναι-στον-κόσμο. Η εκ-στατική ταυτοσημία της εμφάνισης με το εμφανισθέν, και μάλιστα έτσι ώστε σ' αυτό να εμφανίζεται ο κόσμος ως κόσμος, το Ενείναι ως μοναδικό, καθαρό, ανεπτυγμένο δυνητικό Είναι, καθιστά σαφές ότι με το φαινόμενο του άγχους έχει γίνει θέμα της ερμηνείας μια εξέχουσα διάθεση. Το άγχος απομονώνει, κι έτσι εμφανίζει το Dasein ως "solus ipse". Όμως αυτός ο εκ-στατικός "μονισμός" δεν μεταθέτει ένα μεμονωμένο πράγμα-υποκείμενο στην ανώδυνη κενότητα ενός συμβάντος δίχως κόσμο. Πολλώ μάλλον φέρνει το Dasein ακριβώς με ένα ακραίο νόημα ενώπιον του κόσμου του ως κόσμου και μαζί αυτό καθαυτό ενώπιον του εαυτού του ως Είναι-στον-κόσμο.
Για το ότι το άγχος ως θεμελιακή διάθεση εμφανίζει κατά τέτοιον τρόπο, το πλέον απροκατάληπτο στοιχείο είναι πάλι η καθημερινή άποψη για το Dasein και ο λόγος του. Η διάθεση, έτσι ειπώθηκε προηγουμένως, αποκαλύπτει "πώς είναι κανείς". Στο άγχος κανείς "αγριεύεται". Εδώ καταρχήν εκφράζεται η ιδιαίτερη ακαθοριστία αυτού στο οποίο το Dasein βρίσκεται όντας στο άγχος: το Μηδέν και Πουθενά. Όμως εδώ η αγριάδα εννοεί συνάμα την αν-εστιότητα. Κατά την πρώτη κατάδειξη του φαινομένου της θεμελιακής ιδιοσυστασίας του Dasein και την διαλεύκανση του εκ-στατικού νοήματος του Ενείναι σε αντίθεση με την κατηγορική σημασία της "εσωστρέφειας", το Ενείναι προσδιορίστικε ως κατοίκηση παρά..., οικειότητα με... Κατόπιν αυτός ο χαρακτήρας του Ενείναι έγινε ορατός πιο συγκεκριμένα μέσα από την καθημερινή κοινοτυπία του Κανείς, που φέρνει την εφησυχασμένη αυτοπεποίθηση, την αυτονόητη "οικειότητα" στην καθημερινή μετριότητα του Dasein. [251] Το άγχος αντίθετα επαναφέρει το Dasein από το εκπτωτικό του βύθισμα στον "κόσμο".* Η καθημερινή οικειότητα σπάει. Το Dasein είναι απομονωμένο, όμως τούτο ως Είναι-στον-κόσμο. Το Ενείναι έρχεται με τον εκ-στατικό "τρόπο" του αν-έστιου. Τίποτ' άλλο δεν εννοεί ο λόγος για την "αγριάδα".
Τώρα πλέον γίνεται ορατό το φαινόμενο αυτού, ενώπιον του οποίου φεύγει η έκπτωση ως φυγή. Όχι ενώπιον του ενδοκοσμικού όντος, αλλά ακριβώς προς αυτό ως το ον, στο οποίο η φροντίδα, χαμένη στο Κανείς, μπορεί να μένει σε εφησυχασμένη οικειότητα. Η εκπτωτική φυγή στην "εστία" της κοινοτυπίας είναι φυγή ενώπιον του ανέστιου, που θα πει της αγριάδας που υπάρχει στο Dasein ως ερριμένο, ως Είναι-στον-κόσμο αποδιδόμενο στον εαυτό του. Αυτή η αγριάδα ακολουθεί το Dasein κατά πόδας συνεχώς και απειλεί, αν και άρρητα, το καθημερινό του χάσιμο στο Κανείς. Πρακτικά αυτή η απειλή μπορεί να συμβαδίζει με μια πλήρη ασφάλεια και αυτάρκεια της καθημερινής φροντίδας.
Το άγχος μπορεί ν' αναδυθεί στις πιο ανώδυνες καταστάσεις. Δεν χρειάζεται ούτε και το σκοτάδι, στο οποίο κανείς γενικά αγριεύεται ευκολότερα. Στο σκοτάδι κατά έναν ιδιαίτερο τρόπο δεν βλέπεις "τίποτα", αν και ο κόσμος είναι ακόμα ακριβώς "εκεί", και πιεστικότερα μάλιστα.
Όταν ερμηνεύουμε την αγριάδα του Dasein εκ-στατικά-οντολογικά ως την απειλή η οποία, προερχόμενη από το Dasein καθαυτό, το βρίσκει καθαυτό, δεν ισχυριζόμαστε ότι η αγριάδα στο άγχος έχει γίνει ήδη από πάντα και πρακτικά κατανοητή μ' αυτήν την έννοια. Ο καθημερινός τρόπος, με τον οποίο το Dasein κατανοεί την αγριάδα, είναι ο εκπτωτικός, η απομάκρυνση που απλώνει εμπρός από το αν-έστιο ένα "παραπέτασμα". [252] Και πάλι η καθημερινότητα αυτής της φυγής ως φαινόμενο δείχνει: στην ουσιακή ιδιοσυστασία του Είναι-στον-κόσμο του Dasein, η οποία ως εκ-στατική δεν είναι απλώς παρούσα, αλλά είναι καθαυτήν πάντα με έναν τρόπο του έμπρακτου Dasein, που θα πει μιας διάθεσης, ανήκει το άγχος ως βασική διάθεση. Το εφησυχασμένο-οικείο Είναι-στον-κόσμο* είναι τρόπος της αγριάδας του Dasein, όχι αντίστροφα. Το αν-έστιο πρέπει να εννοηθεί εκ-στατικά-οντολογικά ως το πηγαιότερο φαινόμενο.*
Και μόνο επειδή το άγχος ήδη από πάντα λανθανόντως προσδιορίζει το Είναι-στον-κόσμο, αυτό, ως φροντίζον-διατεθειμένο Είναι στον "κόσμο", μπορεί να φοβάται. Φόβος είναι άγχος εκπεσόν στον "κόσμο", αναυθεντικό και, ως αυτό τούτο, κρυμμένο από τον εαυτό του.
Άλλωστε η διάθεση της αγριάδας πρακτικά παραμένει κατά το πλείστον υπαρξιακά παρανοημένη. Επιπλέον, με την κυριαρχία της έκπτωσης και της κοινοτυπίας, το "αυθεντικό" άγχος είναι σπάνιο. Συχνά το άγχος καθορίζεται "βιολογικά". Αυτό το γεγονός, στην γεγονότητά του είναι ένα οντολογικό πρόβλημα, όχι μόνο από την άποψη της αιτίας και της μορφής της εξέλιξής του. Βιολογική έκλυση του άγχους είναι δυνατή μόνον επειδή το Dasein άγχεται στο βάθος του Είναι του.
Ακόμα σπανιότερες από το υπαρξιακό γεγονός του αυθεντικού άγχους είναι οι προσπάθειες να ερμηνευτεί αυτό το φαινόμενο στην βασική του εκ-στατική-οντολογική ιδιοσυστασία και λειτουργία. Οι λόγοι γι' αυτό βρίσκονται εν μέρει στην ολοσχερή παραμέληση της εκ-στατικής αναλυτικής του Dasein, όμως ειδικότερα στην παραγνώριση του φαινομένου της διάθεσης [3 Es ist kein Zufall...] Και πάλι η πρακτική σπανιότητα του φαινομένου του άγχους δεν μπορεί να του αφαιρέσει την καταλληλότητα να αναλάβει για την εκ-στατική αναλυτική μια βασική μεθοδολογική λειτουργία. [253] Αντιθέτως - η σπανιότητα του φαινομένου είναι μια ένδειξη για το ότι το Dasein, το οποίο στην αυθεντικότητά του κατά το πλείστον συγκαλύπτεται από το κοινώς λεγόμενο του Κανείς, σ' αυτήν την θεμελιακή διάθεση γίνεται κατά ένα πηγαίο νόημα εμφανίσιμο.
Ανήκει βέβαια στην ουσία κάθε διάθεσης να εμφανίζει κάθε φορά το πλήρες Είναι-στον-κόσμο ως προς όλα τα στοιχεία που το συγκροτούν (κόσμος, Ενείναι, εαυτός). Μόνο που στο άγχος βρίσκεται η δυνατότητα μιας εξέχουσας εμφάνειας, διότι αυτό απομονώνει. Αυτή η απομόνωση επαναφέρει το Dasein από την έκπτωση και του αποκαλύπτει αυθεντικότητα και αναυθεντικότητα ως δυνατότητες του Είναι του. Αυτές οι βασικές δυνατότητες του Dasein, το οποίο είναι εκάστοτε εγώ, στο άγχος δείχνονται όπως είναι καθαυτές, χωρίς να παραμορφώνονται από το ενδοκοσμικό ον, στο οποίο το Dasein προσκολλάται καταρχήν και κατά το πλείστον.