Οι τελετουργιες ειναι συμβολικες πραξεις. Διατηρουν την παραδοση και αντιπροσωπευουν εκεινες τις αξιες και την ταξη πραγματων που ειναι φορεις μιας κοινοτητας. Προαγουν μια κοινοτητα χωρις επικοινωνια, ενω σημερα υπερισχυει μια επικοινωνια χωρις κοινοτητα. Συστατικο στοιχειο για τις τελετουργιες ειναι η συμβολικη αντιληψη. Το συμβολο (ελλ. σύμβολον) σημαινει πρωταρχικα το σημαδι της αναγνωρισης μεταξυ οικοδεσποτη και φιλοξενουμενου (tessera hospitalis). Ο ενας φιλος σπαζει ενα μικρο πηλινο δισκιο στα δυο, κρατα το ενα μισο για τον εαυτο του και δινει στον αλλο το αλλο μισο, σημαδι της φιλιας. Ετσι το συμβολο εξυπηρετει την αναγνωριση. Αυτο ειναι μια ιδιαιτερη μορφη επαναληψης: "Αναγνωριζω δεν ειναι: βλεπω κατι μια φορα ακομη. Αναγνωρισεις δεν ειναι μια σειρα συναντησεων, αλλα αναγνωριζω θα πει: αναγνωριζω κατι ως αυτο το οποιο ηδη γνωριζω. Τουτο συνιστα την ιδιαιτερη διαδικασια της ανθρωπινης 'ενοικησης' [Einhausung] - μια λεξη του Hegel που χρησιμοποιω σ' αυτην την περισταση - ωστε καθε αναγνωριση εχει ΦΦηδη λυθει απο την συνθηκη της πρωτης αναγνωρισης και εχει αρθει στο ιδεατο. Ολοι μας το γνωριζουμε. Στην αναγνωριση υπαρχει παντα το οτι κανεις τωρα γνωριζει πιο ιδιαιτερα απο ο,τι μπορουσε στην εμπλοκη της στιγμης της πρωτης συναντησης. Η αναγνωριση διακρινει μεσα απο το φευγαλεο το μονιμο". Η συμβολικη αντιληψη ως ανα-γνωριση αντιλαμβανεται το διαρκες. Ετσι ο κοσμος ελευθερωνεται απο το συγκυριακο του και αποκτα κατι το μονιμο. Σημερα ο κοσμος ειναι φτωχος στο συμβολικο. Δεδομενα και πληροφοριες δεν διαθετουν καμια συμβολιζουσα δυναμη. Ετσι δεν επιτρεπουν καμια αναγνωριση. Στο συμβολικο κενο χανονται εκεινες οι εικονες και οι μεταφορες που θεσπιζουν νοηματα και κοινοτητες, και σταθεροποιουν την ζωη. Η εμπειρια της διαρκειας φθινει. Και το συγκυριακο αυξανεται ριζικα.
[...]
Με το συμβολο, με την tessera hospitalis οικοδεσποτης και φιλοξενουμενος επισφραγιζουν τον δεσμο τους. Η λεξη σύμβολον ειναι εγκατεστημενη στον σημασιακο οριζοντα σχεσης, ολοτητας και λυτρωσης. Συμφωνα με τον μυθο τον οποιο διηγειται ο Αριστοφανης στον διαλογο του Πλατωνα Συμποσιον, πρωταρχικα ο ανθρωπος ηταν ενα σφαιροειδες ον με δυο προσωπα και τεσσερα ποδια. Επειδη ηταν υπερ το δεον υπεροπτικος, ο Διας τον εκοψε σε δυο μισα για να τον εξασθενισει. Εκτοτε ο ανθρωπος ειναι σύμβολον που νοσταλγει το ετερον ημισυ του, μια ιαματικη ολοτητα. Ετσι το 'φερνω μαζι' στα ελληνικα καλειται συμβάλλειν. Οι τελετουργιες ειναι επισης συμβολικη πραξη, πραξη του συμβάλλειν, καθοσον φερνουν ανθρωπους μαζι και προαγουν εναν δεσμο, μια ολοτητα, μια κοινοτητα.
[...]
Σημερα η συμβολικη αντιληψη χανεται ολο και περισσοτερο χαριν μιας σειριακης αντιληψης η οποια δεν ειναι ικανη για μια εμπειρια της διαρκειας. Η σειριακη αντιληψη ως συνεχομενη επισημανση του νεου δεν διαγει. Πολυ περισσοτερο σπευδει απο την μια πληροφορια στην επομενη, απο το ενα βιωμα στο επομενο, απο το ενα εντυπωσιακο στο επομενο, χωρις ποτε να αποληγει σε ενα τελος. Σημερα οι τηλεοπτικες σειρες ειναι βεβαιως τοσο δημοφιλεις διοτι ανταποκρινονται στην συνηθεια της σειριακης αντιληψης. Στο επιπεδο της καταναλωσης στα μεσα επικοινωνιας οδηγει στο Binge Watching. Η σειριακη αντιληψη ειναι εκτατικη, ενω η συμβολικη αντιληψη ειναι εντατικη. Λογω της εκτατικοτητας της ειναι μια επιπεδη προσοχη. Σημερα η ενταση παντου παραμεριζει εμπρος στην εκταση. Η ψηφιακη επικοινωνια ειναι μια εκτατικη επικοινωνια. Δεν αποφερει σχεσεις αλλα μονο συνδεσεις.
[...]
Η διαταραχη της διασπασης προσοχης οφειλεται σε μια παθολογικη οξυνση της σειριακης αντιληψης. Η αντιληψη δεν ησυχαζει ποτε. Ξεμαθαινει το διαγειν. Η βαθια προσοχη ως πολιτισμικη τεχνικη διαμορφωνεται ακριβως απο τελετουργικες και θρησκευτικες πρακτικες. Η θρησκεια [Religion] δεν προερχεται τυχαια απο το relegere, δινω προσοχη. Καθε θρησκευτικη πρακτικη ειναι μια ασκηση της προσοχης. Ο ναος ειναι ενας τοπος βαθιας προσοχης. Η προσοχη, συμφωνα με τον Malebranche, ειναι η φυσικη προσευχη της ψυχης. Σημερα η ψυχη δεν προσευχεται. Αναπαραγεται αδιακοπα. Σημερα πολλες μορφες της επαναληψης οπως η αποστηθιση καταργουνται με την παραπομπη στην καταπιεση της δημιουργικοτητας, στην καινοτομια κλπ. Στα γαλλικα η αποστηθιση καλειται apprendre par coeur. Προφανως μονον οι επαναληψεις φθανουν ως την καρδια. Εμπρος στην επεκτεινομενη διαταραχη της διασπασης προσοχης προταθηκε προσφατα η εισαγωγη του νεου μαθηματος "Τελετουργιες", για να ασκηθουν και παλι τελετουργικες επαναληψεις ως πολιτισμικη τεχνικη. Οι επαναληψεις σταθεροποιουν και εμβαθυνουν την προσοχη.
[...]
Το θειο επιτασσει σιγη: "Μυεῖν, μυω, σημαινει ετυμολογικα 'κλεινω' - τα ματια, ομως προπαντων το στομα. Στην απαρχη των ιερων τελετουργιων ο κηρυκας 'διεταζε 'σιωπη' (ἐπιτάττει τὴν σιωπὴν). Η σιωπη σ' αφηνει να αφουγκραζεσαι. Συνοδευεται απο μια ιδιαιτερη δεκτικοτητα, απο μια βαθια, στοχαστικη προσοχη. Ο σημερινος καταναγκασμος της επικοινωνιας οδηγει στο οτι δεν μπορουμε να κλεισουμε ουτε τα ματια ουτε το στομα. Βεβηλωνει την ζωη. Σιγη και σιωπη δεν εχουν καμια θεση στο ψηφιακο δικτυο, το οποιο εχει μια δομη επιπεδης προσοχης. Αυτες προϋποθετουν μια καθετη ταξη. Η ψηφιακη επικοινωνια ειναι οριζοντια. Εκει τιποτα δεν δεσποζει. Τιποτα δεν εμβαθυνει. Δεν ειναι εντατικη αλλα εκτατικη, κατι το οποιο οδηγει στο οτι αυξανει ο θορυβος της επικοινωνιας. Επειδη δεν μπορουμε να σωπαινουμε, πρεπει να επικοινωνουμε. Η, δεν μπορουμε να σωπαινουμε επειδη υποκειμεθα στον καταναγκασμο της επικοινωνιας, στον καταναγκασμο της παραγωγης. Η ελευθερια, η χειραφετηση απο την λεξη, την οποια επιτασσει η σιγη, εκδηλωνεται ως καταναγκασμος της επικοινωνιας. Η ελευθερια μεταπιπτει και παλι στον καταναγκασμο.
[...]
Η εκκλησια ειναι επισης ενας τοπος της περισυλλογης. Το Συναγωγη παραπεμπει στην ελληνικη λεξη συνάγειν, η οποια, οπως το συμβάλλειν, σημαινει φερνω μαζι. Ετσι ειναι ενας τοπος στον οποιο κανεις επιτελει απο κοινου θρησκευτικες τελετουργιες, που θα πει, μαζι με αλλους δινει προσοχη στο θειο. Η θρησκεια ως religare ειναι συναμα relegere, δινω βαθια προσοχη. Ετσι ο ναος διαφερει απο το μουσειο. Ουτε ο επισκεπτης του μουσειου ουτε τουριστες δεν διαμορφωνουν κοινοτητα. Ειναι μαζες, η πληθη. Επισης τοποι εκκοσμικευονται ως αξιοθεατα. Το να εχεις δει ειναι η καταναλωτικη φορμουλα του relegere. Του λειπει η βαθια προσοχη. Τα αξιοθεατα διαφερουν θεμελιακα απο εκεινον τον τοπο ο οποιος καταφωτιζει το περισυλλεγμενο και το απολυει στην ουσια του. Απο αυτους δεν εκπορευεται εκεινη η συμβολικη βαθια επιρροη που αποφερει μια κοινοτητα. Τα αξιοθεατα κανεις τα περναει. Δεν επιτρεπουν κανενα διαγειν, καμια διαμονη.
Η αιγλη του παιχνιδιου συμβαδιζει με την ανωτεροτητα, που δεν σημαινει παρα την ελευθερια απο την αναγκη, απο τον σκοπο και τη χρηση. Η ανωτεροτητα φανερωνει μια ψυχη "που στεκει πανω απο τις εγνοιες της χρησιμοτητας". Ακριβως ο καταναγκασμος της παραγωγης καταστρεφει την ανωτεροτητα ως μορφη ζωης. Η ανωτεροτητα δινει τη θεση της σε μια νεα υποτελεια, η οποια παντως παρουσιαζεται ως ελευθερια. Το νεοφιλελευθερο υποκειμενο της επιδοσης ειναι ενας απολυτος δουλος καθοσον αυτολεηλατειται εθελοντικα διχως τον αφεντη.
Ο Bataille διακρινει δυο ειδη παιχνιδιου, το δυνατο και το αδυναμο παιχνιδι. Μονον το αδυναμο παιχνιδι αναγνωριζεται σε μια κοινωνια στην οποια το χρησιμο εχει γινει η δεσποζουσα αρχη. Αρμοζεται στην λογικη της παραγωγης διοτι εξυπηρετει την ξεκουραση απο την εργασια. Αντιθετα το δυνατο παιχνιδι δεν συμβιβαζεται με την αρχη της παραγωγης και της εργασιας. Βαζει την ιδια τη ζωη στο παιχνιδι. Το διακρινει μια ανωτεροτητα.
Ο Bataille παραπεμπει σε μια τελετουργια στην ινδικη επαρχια Quilacare, το οποιο αναφερει ο James George Frazer στο βιβλιο του Ο χρυσος κλωνος: "Η γιορτη, κατα την οποια η βασιλεας του Kalikut εξαρτουσε κορωνα και ζωη απο την εκβαση μιας μαχης, ηταν γνωστη με το ονομα 'η μεγαλη θυσια'. Συνεβαινε καθε δωδεκα ετη [...], η τελετη ελαμβανε χωρα με μεγαλη λαμπροτητα. Το μερος βρισκεται διπλα στην σημερινη σιδηροδρομικη γραμμη. Περνωντας μπορει κανεις μετα βιας να δει τον ναο που ειναι σχεδον κρυμμενος στην οχθη του ποταμου πισω απο μια συσταδα δεντρων. Απο την δυτικη πυλη του ναου ξεκινα ενας ευθυς δρομος που σχεδον δεν διακρινεται μεσα απο τους ορυζωνες και σκιαζεται απο μια ομορφη αλεα, και προχωρει σχεδον μισο μιλι μεχρι μια επιπεδη βουνοκορφη στην οποια αναγνωριζεις ακομη τρεις εως τεσσερεις ταρατσες. Σ' αυτην την σημαδιακη μερα ο βασιλιας επαιρνε θεση στην ψηλοτερη απο αυτες τις ταρατσες. Η θεα απο κει περα ειναι μεγαλειωδης. Πανω απο τους πεδινους ορυζωνες, αναμεσα στους οποιους ελισσεται ο ηρεμος ποταμος, το βλεμμα απλωνεται ανατολικα προς το υψηλο οροπεδιο, οι χαμηλες παρυφες του οποιου κρυβονται μεσα σε δαση, ενω μακρια ειναι ορατη η μεγαλη οροσειρα των δυτικων Ghaut και πολυ πιο πισω μολις που ξεχωριζουν απο το μπλε του ουρανου τα Neilgherries, η Κυανα Ορη. Ομως εκεινη τη μοιραια ωρα τα ματια του βασιλια δεν στρεφονταν σ' εκεινες τις απλες. Ενα πιο κοντινο θεαμα κρατουσε την προσοχη του. Διοτι ολοκληρη η κοιλαδα στα ποδια του βουιζε απο στρατευματα, τα λαβαρα των οποιων κυματιζαν ζωηρα στον ηλιο, και οι λευκες σκηνες των αναριθμητων στρατοπεδων τους ξεχωριζαν εντονα μεσα απο το πρασινο και το χρυσο των ορυζωνων. Σαραντα χιλιαδες και περισσοτεροι μαχητες ηταν συγκεντρωμενοι εκει για να υπερασπιστουν τον βασιλεα. Αν και η πεδιαδα βουιζε απο στρατιωτες, ο δρομος που οδηγουσε απο τον ναο στον τοπο του βασιλια ηταν ελευθερος. Εκει δεν ειχε ψυχη. Και οι δυο πλευρες του δρομου ηταν κλεισμενες με πασσαλους και σε καθε πλευρα μεσα απο τους πασσαλους προβαλλε στον ερημο δρομο ενας μεγαλος φραχτης απο ακοντια που τα κρατουσαν χερια γερα. Στη μεση οι ακρες συναντωνταν και σχηματιζαν εναν θολωτο διαδρομο απο ατσαλι. Ολα ηταν ετοιμα τωρα. Ο βασιλιας εκανε ενα νευμα με το σπαθι. Συγχρονως μια μεγαλη αλυσσιδα απο μασιφ χρυσο τοποθετηθηκε σ' εναν ελεφαντα διπλα του. Αυτο ηταν το σημαδι. Την ιδια στιγμη μπορουσε να παρατηρησει κανεις μια κινηση μισο μιλι μακρια στην πυλη του ναου. Μια ομαδα οπλισμενων, στολισμενων με λουλουδια και ραντισμενων με σταχτη εχει βγει απο το πληθος. Μολις ειχαν παρει το τελευταιο τους γευμα επανω στη γη και πλεον δεχονται την τελευταια ευλογια και το κατευοδιο των φιλων τους. Μια στιγμη αργοτερα βρισκονται στην αλεα με τα ακοντια, χτυπουν και τρυπουν δεξια κι αριστερα πανω στους ακοντιστες, ελισσονται και συστρεφονται κατω απο τις λεπιδες σαν να μην ειχαν στο σωμα τους κοκκαλα. Ολα ματαια. Πεφτουν ο ενας μετα τον αλλο, καποιοι κοντα στον βασιλια, καποιοι μακρυτερα, ετοιμοι να πεθανουν για να αποδειξουν στον κοσμο το αφοβο θαρρος τους και την τεχνη της ξιφασκιας τους. Τις επομενες δεκα ημερες της γιορτης επαναλαμβανονταν η ιδια μεγαλειωδης επιδειξη γενναιοτητας, η ιδια αχρηστη θυσια ανθρωπινων ζωων απο την αρχη." Αυτο το αρχαϊκο τελετουργικο μας ξενιζει γιατι ενσαρκωνει μια μορφη ζωης που εγκειται σε ξοδεμα και παιχνιδι. Ειναι διαμετρικα αντιθετη στην δικη μας μορφη ζωης που κυριαρχειται απο εργασια και παραγωγη. Για μια κοινωνια που αναγορευει την απλως ζωη ιερη, εκεινη η τελετουργια φανταζει σκετη τρελα, θεατρο της φρικης. Η κοινωνια που ειναι εμμονικη με την παραγωγη δεν εχει καμια προσβαση στο δυνατο παιχνιδι, στον θανατο ως ενταση της ζωης. Σ' εκεινη την αρχαϊκη κοινωνια περισσοτερα θυσιαζονται παρα παραγονται. Sacrificium (θυσια) σημαινει δημιουργια ιερων πραγματων. Το ιερο προϋποθετει μια απο-παραγωγη. Ο ολοκληρωτισμος της παραγωγης απο-ιεροποιει τη ζωη.
Εκεινοι οι αρχαϊκοι πολεμιστες δεν ειναι στρατιωτες. Στρατιωτης [Soldat] θα πει κατα λεξη "μισθο[Sold]φορος". Ειναι ενας δουλος. Ετσι, σε αντιθεση με την ανωτεροτητα του πολεμιστη ως παικτη, εχει αγχος θανατου. Ρισκαρει τη ζωη του γιατι παιρνει μισθο γι' αυτο. Ο στρατιωτης ως μισθοφορος ειναι ενας μισθωτος, ενας εργατης, ενας εργαζομενος. Δεν παιζει. Κανει εμποριο με τη ζωη του. Το δυνατο παιχνιδι, η αρχη του οποιου ειναι η ανωτεροτητα, ειναι ασυμβατο με την κοινωνια της παραγωγης, η οποια ειναι προσανατολισμενη στην χρησιμοτητα, στην επιδοση και στην αποτελεσματικοτητα, η οποια αναγορευει την απλως ζωη, την επιβιωση, την υγιη διαβιωση απολυτη αξια. Το δυνατο παιχνιδι αναιρει την οικονομια της εργασιας και της παραγωγης. Ο θανατος δεν ειναι απωλεια, δεν ειναι αποτυχια, αλλα εκφραση υψιστης ζωτικοτητας, δυναμης και ηδονης.
Η κοινωνια της παραγωγης κυριαρχειται απο το αγχος του θανατου. Το κεφαλαιο δρα ως εγγυηση εναντια στον θανατο. Το φαντασιωνει κανεις ως συσσωρευμενο χρονο, διοτι με τα χρηματα μπορει να βαλει τον αλλο να δουλευει γι' αυτον, που θα πει, να αγοραζει χρονο. Το ατελειωτο κεφαλαιο γεννα την ψευδαισθηση ενος ατελειωτου χρονου. Το κεφαλαιο εργαζεται εναντιον του θανατου ως απολυτης απωλειας. Πρεπει να αρει τον πεπερασμενο χρονο της ζωης. Πισω απο τον καταναγκασμο της συσσωρευσης ο Bataille υποψιαζεται το αγχος του θανατου: "Ενας πλουσιος βιομηχανος θα γελουσε, η θα απαντουσε με ενα ευγενικο ανασηκωμα των ωμων, εαν του λεγαμε οτι η αληθεια ενος ποιηματος ειναι δυνατη και πληρως και ολοτελα ανωτερη σε συγκριση με το ογκωδες πακετο των μετοχων του, η αδυναμη αληθεια του οποιου ειναι καμωμενη απο το αγχος που υποτασσει τον κοσμο της εργασιας - απο εκεινη την καθολικη ταπεινωση που επιτασσει ο φοβος του θανατου."
Ο εξοβελισμος του θανατου απο τη ζωη ειναι συστατικος για την καπιταλιστικη παραγωγη. Ο θανατος πρεπει να ξεπαραχθει. Ενα αντιδοτο εναντια στον καταναγκασμο της παραγωγης ειναι επομενως η συμβολικη συναλλαγη με τον θανατο: "Τον να διαχωριζεται ο θανατος απο τη ζωη, ακριβως σ' αυτο συνισταται η επιχειρηση του οικονομικου - και μενει υπολοιπο μια υπολειμματικη ζωη η οποια πλεον ειναι αναγνωσιμη στις επιχειρηματικες λογισμικες και αξιακες εκφρασεις. [...] Το να αποδοθει η ζωη πισω στον θανατο, σ' αυτο συνισταται το εγχειρημα του συμβολικου." Οι αρχαϊκες κοινωνιες δεν γνωριζουν τον καθετο διαχωρισμο ζωης και θανατου. Ο θανατος ειναι μια αποψη της ζωης. Η ζωη ειναι δυνατη μονον κατα την συμβολικη συναλλαγη με τον θανατο. Τα τελετουργικα μυησης και θυσιας ειναι συμβολικες πραξεις που κανονιζουν ποικιλλες μεταβασεις μεταξυ ζωης και θανατου. Η μυηση ειναι μια δευτερη γεννα που ακολουθει τον θανατο, το τελος μιας φασης ζωης. Η αμοιβαιοτητα χαρακτηριζει την σχεση ζωης και θανατου. Η γιορτη ως ξοδεμα υπονοει μια συμβολικη συναλλαγη με τον θανατο: "Ο συμβολικος θανατος, ο οποιος δεν υποκειται σ΄αυτον τον φαντασιακο χωρισμο ζωης και θανατου που ειναι η προελευση της πραγματικοτητας του θανατου, συναλλασσεται σε μια κοινωνικη εορταστικη τελετουργια." Η εποχη της παραγωγης ειναι επομενως μια εποχη χωρις γιορτη. Κυριαρχειται απο μια μη ανατρεψιμοτητα της ατελειωτης αναπτυξης.
Σημερα σχεδον δεν υπαρχουν προσωπικοτητες, η ζωη των οποιων να χαρακτηριζεται απο ανωτεροτητα, απο το παθος του παιχνιδιου. Ο σκηνοθετης Werner Schroeter ηταν ενας δυνατος παικτης. Η τελευταια ταινια του La nuit de chien σκηνοθετει το δυνατο παιχνιδι, την ανωτεροτητα, το καθαρο ξοδεμα. Στην ερωτηση, σε τι συνιστανται οι "ουτοπικες μορφες" που κατασκευαζονται στην ταινια του, ο Schroeter απαντα: "Στον θανατο. Στην ελευθερια να επιλεξεις τον θανατο. Η ομορφια της ταινιας εγκειται στο οτι ολα αυτα τα μεταφερω με καθε μεγαλοπρεπεια - και οχι τοσο τετριμμενα σαν ψιχουλα, οπως σημερα το κανουν πολλοι απο τους συμπατριωτες μου. Αυτα τα ψυχολογικα κομματακια - και κατοπιν η γιαγια ισως εχει εναν οργασμο. Οχι, αυτος ειναι ενας αλλος κοσμος. Ολη μου η ζωη ειναι μια ουτοπια γιατι ζω συνεχως με την ελπιδα. Σκεφτομαι θετικα, εξ ου και επιζω ακομα και την αρρωστια μου προς εκπληξη μου. Με απιστευτη ενεργεια γυριζα στο Porto επι εννια εβδομαδες: καθε νυχτα απο τις 18 το βραδυ μεχρι τις 6 το πρωι. Μια τεραστια προσπαθεια. Εκτιθεμαι σε καταστασεις μοιρολατρικα, ομως δεν ειμαι υποχωρητικος, ουτε μ' εμενα ουτε με τους αλλους. Γι' αυτο και πετυχαινει: το οτι μπορεις να νικησεις το αγχος θανατου. Αυτο δεν ειναι συστατικο του κοσμου μου. Δεν εχω ιδεα, ποτε ηταν που μ' εγκατελειψε." Στην ταινια του ο Schroeter προβαλλει μια ουτοπια στην οποια ο θανατος παριστανει μια ενταση, μια εντονη μορφη ζωης. Ειναι ενα καθαρο ξοδεμα, μια εκφραση της ανωτεροτητας.
Ο Michel Foucault ηταν πολυ εντυπωσιασμενος απο τις ταινιες του Werner Schroeter. Ετσι προεκυψε μια συνομιλια μεταξυ των δυο. Εκει προκειται για ερωτισμο και παθος, για θανατο και αυτοκτονια. Ο Schroeter περιγραφει την ελευθερια για τον θανατο ως αναρχικη αισθηση: "Δεν εχω κανενα αγχος θανατου. Ισως ειναι υπεροπτικο να λεει κανεις κατι τετοιο, ομως ειναι αληθεια. Συγκεντρωμενος να βλεπεις τον θανατο καταματα ειναι μια αναρχικη αισθηση που συνιστα κινδυνο για την κατεστημενη κοινωνια." Η ανωτεροτητα, η ελευθερια για τον θανατο ειναι απειλητικη για μια κοινωνια η οποια ειναι προσανατολισμενη στην εργασια και την παραγωγη, η οποια μεσω της βιοπολιτικης της υγειας επιζητα να πολλαπλασιασει το ανθρωπινο κεφαλαιο. Καθε ουτοπια ειναι αναρχια καθως ερχεται σε ριζικη ρηξη με τη μορφη ζωης που αναγορευει την απλως ζωη, την επιβιωση, ιερη. Η αυτοκτονια ειναι η πιο ριζικα νοητη αρνηση στην κοινωνια της παραγωγης. Προκαλει το συστημα της παραγωγης. Αντιπροσωπευει την συμβολικη συναλλαγη με τον θανατο, η οποια αναιρει εκεινον τον διαχωρισμο του θανατου απο τη ζωη που οφειλεται στην καπιταλιστικη παραγωγη.
Στην συνομιλια ο Foucault παρατηρει: "Εδω και καποιο καιρο με απασχολει επισης το ποσο δυσκολο ειναι να αντιπαρατεθεις με την αυτοκτονια. [...] Εκτος αυτου στην κοινωνια η αυτοκτονια θεωρειται κατι το τελειως αρνητικο. Δεν λενε μονο οτι δεν ειναι καλο να αυτοκτονεις, λενε ακομη πως οταν κανεις εχει αυτοκτονησει πρεπει να αισθανονταν πολυ ασχημα." Ο Schroeter εχει την ιδεα μιας ανωτερης αυτοχειριας η οποια πηγαινει μαζι με μια ακραια ηδονη, με μια ενταση: "Δεν καταλαβαινω πως καποιος που ειναι πολυ καταθλιμμενος βρισκει την δυναμη για αυτοκτονια. Θα μπορουσα να αυτοκτονησω μονο σε μια κατασταση που να μου ειχε δοθει η χαρη, σε μια κατασταση ακραιας ηδονης, ομως ποτε σε μια κατασταση καταθλιψης." Εκεινη η ακραια ηδονη ειναι μια ενταση, μια ενταση της ζωης. Ο καταθλιπτικος δεν εχει τη δυναμη για μια ανωτερη αυτοχειρια. Η αυτοκτονια του δεν ειναι εκφραση τη καταφασης της ζωης. Πολυ περισσοτερο ειναι εξαναγκασμενος προς τουτο γιατι η ζωη εχει γινει αδεια, χωρις νοημα και αφορητη, γιατι ειναι κουρασμενος κι εξαντλημενος, γιατι δεν μπορει πια να παραγει, δεν μπορει πια να αυτοπαραγεται. Αυτοκτονει μεσα απο μια αρνηση της ζωης. Δεν ειναι αυτοβουλος θανατος αλλα εξαναγκασμενος θανατος, θανατος απο εξαντληση. Ειναι δυνατος μονο εν μεσω της νεοφιλελευθερης συνθηκης παραγωγης.
Μαλιστα στην συνομιλια με τον Schroeter ο Foucault αιρει την αυτοκτονια σε μια πραξη της πολιτισμικης αντιστασης: "Ειμαι οπαδος ενος αληθινου πολιτισμικου αγωνα στον οποιο κανεις θα μετεδιδε στους ανθρωπους το οτι δεν υπαρχει τιποτα ωραιοτερο απο την αυτοκτονια κι επομενως και τιποτα το οποιο κανεις δεν θα επρεπε να αναλογιστει με μεγαλυτερη προσοχη. Κανεις θα επρεπε σ' ολη του τη ζωη να επεξεργαζεται την αυτοκτονια του." Ο Foucault αντιλαμβανεται την αυτοκτονια ως πραξη ελευθεριας. Ειναι ενα σημαδι της ανωτεροτητας, να παιζεις τη ζωη σου, που δεν σημαινει αλλο απο να κανεις τη ζωη ενα παιχνιδι.
Με τον Foucault η τεχνη της ζωης μπορει να οριστει ως πρακτικη της αυτοκτονιας, να δωσεις στον εαυτο σου τον θανατο, να αποψυχολογικοποιηθεις, δηλαδη να παιξεις: "Τεχνη της ζωης θα πει να σκοτωνεις την ψυχολογια και απο μεσα σου, οπως και μαζι με αλλες ατομικοτητες, να φερνεις στην επιφανεια οντα, σχεσεις, ποιοτητες που δεν εχουν κανενα ονομα. Αν κανεις δεν το καταφερει, δεν αξιζει να εχει ζησει αυτη τη ζωη." Η τεχνη της ζωης αντιστρατευεται την τρομοκρατια της ψυχολογιας. Σημερα ειμαστε πιασμενοι στα διχτυα της ψυχολογιας μας. Ομως η ναρκισσιστικη αποσυρση στο Εγω, στην ψυχολογια καταστρεφει τους χωρους του παιχνιδιου, την φαντασια του παιχνιδιου. Τεχνη της ζωης θα πει να αποδρασεις απο τον εαυτο σου στην αναζητηση για ακομη ανωνυμες μορφες ζωης και παιχνιδιου.
Σημερα ζω δεν θα πει αλλο απο παραγω. Τα παντα μετατιθενται απο τη σφαιρα του παιχνιδιου σ' αυτην της παραγωγης. Εμεις ολοι ειμαστε εργατες και οχι πια παικτες. Το ιδιο το παιχνιδι αποδυναμωνεται καθισταμενο απασχοληση του ελευθερου χρονου. Μονον το αδυναμο παιχνιδι ειναι ανεκτο. Διαμορφωνει ενα λειτουργικο στοιχειο στην παραγωγη. Η ιερη σοβαροτητα του παιχνιδιου εχει ολοτελα παραχωρησει τη θεση της στην κοσμικη σοβαροτητα της εργασιας και της παραγωγης. Η ζωη που υποτασσεται στην επιταγη της υγειας, της βελτιστοποιησης και της επιδοσης μοιαζει με επιβιωση. Της λειπει καθε λαμψη, καθε ανωτεροτητα, καθε ενταση. Πολυ ευστοχα το διατυπωσε αυτο ηδη ο ρωμαιος σατιρικος Juvenal: "Et propter vitam vivendi perdere causas: Για να μεινεις στη ζωη να παραιτηθεις απο το νοημα της ζωης."
Κατω απο τον καταναγκασμο της εργασιας και της παραγωγης ολο και περισσοτερο ξεχναμε την ικανοτητα να παιζουμε. Σπανια κανουμε και παιγνιωδη χρηση της γλωσσας. Την βαζουμε μονο να εργαζεται. Υποχρεωνεται να μεσολαβει πληροφοριες, η να παραγει νοημα. Μ' αυτο δεν εχουμε καμια προσβαση σε φορμες που λαμπουν αφεαυτων. Η γλωσσα ως μεσον πληροφοριας δεν εχει καμια λαμψη. Ποιηματα ειναι επισης αυστηρα μορφωματα που λαμπουν αφεαυτων. Συχνα δεν ανακοινωνουν τιποτα. Τα χαρακτηριζει η υπερπληθωρα, μαλιστα το λουξ του σημαινοντος. Απολαμβανουμε προπαντων την τελειοτητα της φορμας τους. Στα ποιηματα η γλωσσα παιζει. Γι' αυτον τον λογο σημερα σχεδον δεν διαβαζουμε ποιηματα. Τα ποιηματα ειναι μαγικες τελετουργιες της γλωσσας. Το ποιητικο αξιωμα επαναφερει στην γλωσσα την απολαυση καθως ερχεται σε ριζικη ρηξη με την οικονομια της παραγωγης νοηματων. Το ποιητικο δεν παραγει. Εξ αυτου η ποιηση ειναι μια "εξεγερση της γλωσσας εναντιον των δικων της κανονων" οι οποιοι εξυπηρετουν την παραγωγη νοηματος. Στα ποιηματα κανεις απολαμβανει την γλωσσα καθεαυτην. Αντιθετα η εργαζομενη, πληροφοριακη γλωσσα δεν ειναι απολαυστικη. Το αξιωμα της εργασιας ειναι αντιτιθεμενο προς το αξιωμα της απολαυσης.
Ο Kant χαρακτηριζει το χιουμορ ως "λουξ των μυαλων". Στο χιουμορ η γλωσσα αφηνεται στο παιχνιδι. Ετσι το χιουμορ "ανθιζει", ειναι "οπως η φυση στα ανθη της, περισσοτερο παιχνιδι, αντιθετα στους καρπους μοιαζει περισσοτερο να κανει μια εργασια". Το χιουμορ δεν ειναι καμια αποφανση που να αναγεται σε μια σαφη σημασια. Ειναι ενα λουξ , που θα πει [λατινικο luxare] αποκλινει απο την "εργασια" της παραγωγης νοηματων. Ειναι ενα γλωσσικο μορφωμα οπου το θεμα δεν ειναι τοσο πολυ η σημασια, το σημαινομενο. Αν η παραγωγη νοηματος συνιστα την ευφυια της γλωσσας, στο χιουμορ γελοιοποιειται: "Το χιουμορ αποτελει για την γλωσσα μια δυνατοτητα να δειχνει πιο κουτη απ' ο,τι ειναι, να διαφευγει την δικη της διαλεκτικη και τον συνειρμο του νοηματος για να ξεχυθει σε μια διαδικασια παραληρηματικης συναφειας [...]. Το χιουμορ καθιστα σαφες οτι η γλωσσα αγεται απο το μη-νοημα - με την προϋποθεση οτι μενει δεσμιο του δικου του παιχνιδιου." Στο χιουμορ η επιδραση ερχεται περισσοτερο απο το σημαινον παρα απο το σημαινομενο. Ετσι δυσκολα μπορεις να το παραφρασεις. Η παραληρητικη συναφεια ειναι ενα ποιητικο αξιωμα. Σημαινοντα υπεισερχονται εκλυτα σε γειτνιαζουσες σχεσεις χωρις να εχουν υποψη το σημαινομενο.
Οταν το σημειο, το σημαινον, απορροφαται τελειως απο την σημασια, το σημαινομενο, τοτε η γλωσσα χανει καθε μαγεια και λαμψη. Γινεται πληροφοριακη. Εργαζεται, αντι να παιζει. Ακομη ευγλωττια και κομψοτητα της γλωσσας οφειλονται στο λουξ του σημαινοντος. Πρωτα η υπερπληθωρα, το υπερμετρο του σημαινοντος κανει την γλωσσα να εμφανιζεται μαγικη, ποιητικη και σαγηνευτικη: "Αυτη η ταξη της υπερπληθωρας του σημαινοντος ειναι μαγικη (και ποιητικη) [...]. Η κοπιωδης εργασια της συνενωσης σημαινομενων και σημαινοντων, που ειναι η εργασια του λογικου, αναστελλει και απορροφα αυτην την θανασιμη υπερπληθωρα. Η μαγικη σαγηνη του κοσμου πρεπει να ελαττωθει και μαλιστα να παραμεριστει. Αυτο θα εχει συμβει οταν καθε σημαινον θα εχει παραλαβει το σημαινοιμενο του και τα παντα θα εχουν γινει νοημα και πραγματικοτητα." Μυστηριακο δεν ειναι το σημαινομενο, αλλα το σημαινον χωρις σημαινομενο. Επισης τα μαγικα ξορκια δεν μεταφερουν καμια σημασια. Ειναι τροπον τινα κενα σημεια. Εξ ου και φαινονται μαγικα οπως οι πορτες που οδηγουν στο κενο.
Επισης σε τελετουργικα σημεια δεν μπορει να προσαφθει κανενα μονοσημαντο νοημα. Ετσι φαινονται μυστηριακα. Η αυξανομενη ταση να γινεται η γλωσσα περισσοτερο λειτουργικη και πληροφοριακη αποδομει την υπερπληθωρα, το υπερμετρο του σημαινοντος. Ετσι η γλωσσα απομαγευεται. Καθαρες πληροφοριες δεν εκπεμπουν καμια μαγεια. Δεν σαγηνευουν. Η γλωσσα αναπτυσσει την λαμπροτητα της, την σαγηνευτικη της δυναμη μονο χαρη στην υπερπληθωρα του σημαινοντος. Η μαγεια, η οποια εδραζεται στο κενο σημαινον, στην κουλτουρα της πληροφοριας χανεται. Σημερα ζουμε σε μια κουλτουρα του σημαινομενου, η οποια απορριπτει το σημαινον, την φορμα ως κατι το επουσιωδες. Ειναι εχθρικη προς την απολαυση και την φορμα.
Η υπερπληθωρα του σημαινοντος χαρακτηριζει και τις τελετουργιες. Ετσι ο Roland Barthes εξιδανικευει την διαποτισμενη απο τελετουργιες Ιαπωνια χαρακτηριζοντας την ενα βασιλειο των σημειων, ενα ιεροτελεστικο βασιλειο των σημαινοντων. Ακομα και τα ιαπωνικα συντομα ποιηματα, τα χαϊκου, οριζονται απο την υπερπληθωρα του σημαινοντος. Παιρνουν πολυ λιγο υποψη το σημαινομενο. Δεν δηλωνουν τιποτα. Ειναι καθαρο παιχνιδι με την γλωσσα, με τα σημαινοντα. Δεν παραγεται κανενα νοημα. Τα χαϊκου ειναι ιεροτελεστιες της γλωσσας. "Στο χαϊκου ο περιορισμος της γλωσσας ειναι αντικειμενο μιας προσπαθειας που μας ειναι ακατανοητη, διοτι δεν προκειται για μια συνοπτικη εκφραση (δηλ. για να συλληφθει το σημαινον με την μεγαλυτερη δυνατη συντομια, χωρις να ελαττωθει η πυκνοτητα του σημαινομενου), αλλα αντιθετα για μια επιδραση στην ριζα του νοηματος ωστε να επιτευχθει το οτι το νοημα δεν ανυψωνεται [...], το χαϊκου δεν ειναι καμια πλουσια σκεψη που θα εμπαινε σε μια συντομη φορμα, αλλα ενα συντομο συμβαν που βρισκει κατευθειαν την σωστη του φορμα."
Το χαϊκου κυβερναται απο αυστηρους κανονες του παιχνιδιου. Ετσι βασικα δεν μεταφραζεται σε αλλη γλωσσα. Φορμες που ιδιαζουν στην ιαπωνικη γλωσσα αντιτιθενται σε καθε μεταφορα.
Η παλια λιμνουλα.
Ενας βατραχος πηδα μεσα -
ο ηχος του νερου. (Basho)
Ενας εντονος φορμαλισμος και αισθητικισμος, που μπορουν να γενικευτουν σε ουσιακα χαρακτηριστικα των τελετουργιων, κυβερνουν και τις καθημερινες τελετουργικες πρακτικες στην ιαπωνια, οπως την συσκευασια. Οι Ιαπωνες βαζουν και μικροπραγματα μεσα σε ενα λαμπρο καλυμμα. Για τον Roland Barthes η ιδιαιτεροτητα του ιαπωνικου πακετου συνισταται στο οτι "η ευτελεια του πραγματος δεν βρισκεται σε καμια σχεση με το περιτεχνο της συσκευασιας". Εκφρασμενο σημειωτικα: Το σημαινον (περιτυλιγμα) ειναι σημαντικοτερο απο αυτο που χαρακτηριζει, δηλαδη το σημαινομενο, το περιεχομενο. Το λαμπρο σημαινον μετακινει στο ενδεχομενως ασημαντο σημαινομενο για αργοτερα. Πρωτα λαμπει καθεαυτο, ανεξαρτητα απο την αληθεια, απο το πραγμα που περιεχει: "Αυτο που περιφερουν οι Ιαπωνες πολυασχολα και δραστηρια, ειναι τελικα μονο κενα σημεια." Η θεια λειτουργια της κενοτητας θετει ενα τελος στην καπιταλιστικη οικονομια του εμπορευματος. Το ιαπωνικο πακετο δεν φανερωνει τιποτα. Αποσπα το βλεμμα απο το θεμα και παραπεμπει καταρχην στο λαμπερο του καλυμμα. Ετσι αντιτιθεται στο εμπορευμα, για το οποιο η συσκευασια ειναι καθαρα επουσιωδης. Η συσκευασια ειναι εκει για να απομακρυνθει και παλι στα γρηγορα. Επισης το κιμονο καλυπτει το σωμα με μια υπερπληθωρα του σημαινοντος, με ενα παιχνιδι απο χρωματα και φορμες. Το σωμα ως φορεας των σημαινοντων ειναι αντιθετο προς το πορνογραφικο σωμα που ειναι διχως κανενα καλυμμα και επομενως χυδαιο. Το πορνογραφικο σωμα, που ειναι ελευθερο απο σημαινοντα, παραπεμπει στο γυμνο σημαινομενο, στην γυμνη αληθεια, δηλαδη στο γενος.
Στην ιαπωνικη τελετουργια του τσαγιου κανεις υποτασσεται σε μια επακριβη αλληλουχια τελετουργικων κινησεων. Εδω δεν υπαρχει χωρος για ψυχολογια. Κανεις αποψυχολογικοποιειται κανονικα. Ετσι η επιτυχημενη κινηση των χεριων και του σωματος εχει μια γραφολογικη καθαροτητα. Καμια ψυχολογια, καμια ψυχη δεν την αποσταθεροποιει. Οι παικτες βυθιζονται στις τελετουργικες κινησεις. Αυτες γεννουν μια απουσια, μια ληθη εαυτου. Στην τελετουργια του τσαγιου δεν συμβαινει καμια επικοινωνια. Τιποτα δεν κοινωνειται. Κυριαρχει μια τελετουργικη σιωπη. Η επικοινωνια υποχωρει χαριν τελετουργικων κινησεων. Η ψυχη βουβαινεται. Στην σιωπη εναλλασσονται κινησεις οι οποιες γεννουν ενα εντονο συνειναι. Το καλο που κανει η τελετουργια του τσαγιου συνισταται στο οτι η τελετουργικη σιωπη της ειναι τοσο αντιτιθεμενη στον σημερινο θορυβο επικοινωνιας, στην επικοινωνια διχως κοινοτητα. Αναδεικνυει μια κοινοτητα χωρις επικοινωνια.
Για τον Barthes το ιαπωνικο ματι δεν ειναι τοπος της ψυχης. Ειναι κενο. Ειναι δυσπιστο απεναντι στην δυτικη μυθολογια της ψυχης: "Το δυτικο ματι υποκειται σε μια ολοκληρη μυθολογια της - διαμορφωνουσας το μεσον, κρυμμενης - ψυχης, η φωτια της οποιας ακτινοβολει μεσα απο τον προστατευμενο χωρο των οπτικων κογχων προς τα εξω σε ενα αισθητηριακο, εμπαθες εξω." Το ιαπωνικο ματι ειναι επιπεδο, χωρις βαθυτητα. Η κορη δεν γνωριζει καμια δραματοποιηση μεσα απο τον βαθυ οφθαλμικο κογχο. Ο Hegel επισης ακολουθει την δυτικη μυθολογια της ψυχης. Συμφωνα μ' αυτον το ματι θα πρεπει να περιβαλλεται απο υπερυψωμενα οφθαλμικα οστα, ετσι ωστε η "ενισχυμενη σκια στους οφθαλμικους κογχους να δινει την αισθηση μιας βαθυτητας και αδιασπαστης εσωτερικοτητας". Η βαθια ψυχη τονιζεται απο την "οξεια αιχμηροτητα των οφθαλμικων οστων". Ετσι το ματι δεν πρεπει να "ωθει προς τα εμπρος" και "τροπον τινα να ριχνεται στην εξωτερικοτητα". Τι αραγε θα ελεγε ο Hegel για εκεινα τα επιπεδα απωανατολικα ματια που ειναι πανω στο προσωπο περισσοτερο γραμμενα προχειρα σαν μια πινελια παρα βαθια βυθισμενα στα οστα;
Το βασιλειο των σημειων τα βγαζει περα και διχως ηθικο δηλουμενο. Δεν κυβερναται απο τον νομο, αλλα απο δηλουντα διχως δηλουμενο. Η τελετουργικη κοινωνια ειναι κοινωνια των κανονων. Δεν φερεται απο την αρετη, η απο την συνειδηση αλλα απο ενα παθος κανονων. Σε αντιθεση με τον ηθικο νομο, οι κανονες δεν εσωτερικευονται. Μονον ακολουθουνται. Η ηθικη προϋποθετει μια ψυχη, ενα προσωπο που εργαζεται επανω στην ολοκληρωση του. Οσο περισσοτερο προχωρει στον ηθικο δρομο του, τοσο περισσοτερη αυτοπεποιθηση απεργαζεται. Αυτη η ναρκισσιστικη εσωτερικοτητα χανει ολοτελα την ηθικη της ευγενειας.
Ο κανονας εγκειται σε μια συμφωνια. Αυτη δομειται με μια εγγενη αλυσσιδα αυθαιρετων σημειων. Επομενως ειναι διχως βαθια αληθεια, διχως υπερβαση. Δεν κατεχει καμια μεταφυσικη, η θεολογικη βαση. Αντιθετα ο νομος προϋποθετει μια υπερβατικη αρχη οπως ο θεος, η οποια ασκει εξαναγκασμους, η εκφερει απαγορευσεις. Η ηδονη που εκπηγαζει απο την ακολουθια των κανονων διαφερει απο την ηδονη να υπακουεται ενας νομος, η να παραβιαζεται. Οφειλεται σε ενα παθος παιχνιδιου και κανονων: "Για να μπορεσουμε να εννοησουμε την ενταση της τελετουργικης φορμας, πρεπει αναμφιβολα να ελευθερωθουμε απο την ιδεα οτι καθε ηδονη προερχεται απο την ικανοποιηση μιας επιθυμιας. Το παιχνιδι, η σφαιρα του παιχνιδιου μας φανερωνει αντιθετα το παθος του κανονα, την δυναμη που προερχεται απο μια τελετουργια και οχι απο μια επιθυμια." Ο καπιταλισμος εγκειται στην οικονομια της επιθυμιας. Ετσι δεν ανεχεται την τελετουργικη κοινωνια. Η ενταση της τελετουργικης φορμας οφειλεται σε ενα παθος του κανονα το οποιο επιφερει μια τελειως αλλη μορφη ηδονης.
Η ευγενεια ειναι καθαρη φορμα. Μ' αυτην κανεις δεν σκοπευει τιποτα. Ειναι κενη. Ως τελετουργικη φορμα εχει κενωθει απο καθε ηθικο περιεχομενο. Ειναι ενα σημειο, ενα σημαινον που διαφερει ριζικα απο την 'ευγενεια της καρδιας', η οποια θα ηταν ενα ηθικο σημαινομενο: "Σημερα τοποθετουμε τον ηθικο νομο υπερανω των σημειων. Το παιχνιδι απο τις συμβατικες φορμες θεωρειται υποκριτικο και ανηθικο: απεναντι του θετουμε την 'ευγενεια της καρδιας' και μαλιστα την ριζικη αγενεια του ποθου. [...] Ειναι αληθεια οτι η ευγενεια (και γενικα η τελετουργια) δεν ειναι πλεον αυτο που αλλοτε ηταν." Η ευγενεια ως τελετουργικη φορμα ειναι χωρις καρδια κι επισης χωρις ποθο, χωρις επιθυμια. Ειναι περισσοτερο τεχνη παρα ηθικη. Εξαντλειται στην καθαρη ανταλλαγη των τελετουργικων κινησεων. Στην τοπολογια της ιαπωνικης ευγενειας ως τελετουργικης φορμας δεν υπαρχει κανενα εσωτερικο, καμια καρδια που θα την υποβαθμιζε σε καθαρα επουσιωδη ετικεττα. Η αντιθεση εσωτερικου και εξωτερικου δεν ειναι σε θεση να την περιγραψει. Δεν κατοικει το εξω, το οποιο ως απλο φαινεσθαι θα ηταν αντιθετο του μεσα. Πολυ περισσοτερο κανεις ειναι ολοτελα φορμα, ολοτελα εξω: "Για να παρασχω ενα δωρο γονατιζω και υποκλινομαι σχεδον μεχρι το πατωμα, και ως αποκριση σ' αυτο ο απεναντι μου κανει το ιδιο: Μια και μονη επιπεδη γραμμη ενωνει τον διδοντα, τον αποδεκτη και την εφαμογη αυτης της ετικεττας, το κουτι, το οποιο ισως δεν περιεχει τιποτα, η μονο κατι το λιγο." Μια "γραφολογικη φορμα" τοποθετειται επανω στην πραξη της συναλλαγης "απο την οποια εξοριζει καθε απληστια". Το δωρο μενει "σαν μετεωρο μεταξυ δυο που εξαφανιζονται". Το δωρο ως σημαινον διχως σημαινομενο ειναι μια καθαρη μεσολαβηση, μια καθαρη δωρεα.
"Το δωρο βρισκεται εκει μοναχο: Τιποτα δεν το αγγιζει, ουτε γεναιοδωρια ουτε ευγνωμοσυνη, την ψυχη δεν την μολυνει."
Στο βασιλειο των σημειων η ψυχη, η ψυχολογια εχει αποσβεστει. Καμια ψυχη δεν μολυνει την ιερη σοβαροτητα του τελετουργικου παιχνιδιου. Στην θεση της ψυχολογιας ερχεται ενα παθος του κανονα, ενα παθος της φορμας. Αυτο το βασιλειο των σημειων ειναι αντιτιθεμενο στο σημερινο βασιλειο των ψυχων, οι οποιες ξεγυμνωνονται και αυτοπαραγονται διαρκως. Το τελετουργικο βασιλειο των σημειων κανει νοητη μια αλλη μορφη ζωης, μια αλλη κοινωνια που ειναι ελευθερη απο ναρκισσισμο, διοτι το Εγω βυθιζεται στο τελετουργικο παιχνιδι των σημειων. Το παθος των κανονων εκ-σωτερικευει το Εγω.
Σημερα ηθικολογουν συνεχως και αδιαπτωτα. Ομως συγχρονως η κοινωνια γινεται βαναυση. Ευγενειες χανονται. Η κουλτουρα της αυθεντικοτητας τις περιφρονει. Ολο και σπανιοτερες γινονται ωραιες μορφες συναναστροφης. Και απο αυτην την αποψη ειμαστε εχθρικοι απεναντι σε φορμες. Προφανως η ηθικη δεν αποκλειει την αυξανομενη βαναυσοτητα της κοινωνιας. Η ηθικη δεν εχει φορμα. Η ηθικη εσωτερικοτητα προχωρα χωρις μορφη. Μαλιστα κανεις θα μπορουσε να πει: Οσο πιο ηθικολογικη ειναι μια κοινωνια, τοσο αγενεστερη ειναι. Εναντια σ' αυτην την αμορφη ηθικη πρεπει να υποστηριχθει μια ηθικη απο ωραιες φορμες.