Το τελος της φιλοσοφιας και η αποστολη της νοησης

Das Ende der Philosophie und die Aufgabe des Denkens





Das Ende der Philosophie und die Aufgabe des Denkens / Το τελος της Φιλοσοφιας και η αποστολη της Νοησης

Ο τιτλος ονομαζει την αποπειρα ενος διαλογισμου ο οποιος εχει μεινει στο να ερωτα. Τα ερωτηματα ειναι οδοι προς μια απαντηση. Αυτη, εφοσον προσφερονταν καποτε, θα επρεπε να συνισταται σε μια μεταβολη της νοησης, οχι σε καποια αποφανση επανω σε μια υποθεση.

Το ακολουθο κειμενο ανηκει σε ενα ευρυτερο πλαισιο. Ειναι το εγχειρημα που αναλαμβανεται απο το 1930 παλι και παλι, το ερωτημα που τεθηκε στο "Ειναι και Χρονος" να διαμορφωθει πρωταρχικοτερα. Τουτο σημαινει: η υποβολη του ερωτηματος στο "Ειναι και Χρονος" να τεθει σε μια εγγενη κριτικη. Μ' αυτην πρεπει να καταστει σαφες κατα ποσον το κριτικο ερωτημα, ποιο ειναι το θεμα της νοησης, ανηκει αναγκαστικα και αδιαλειπτα στην νοηση. Επομενως ο τιτλος της αποστολης "Ειναι και Χρονος" θα αλλαξει.

Ερωταμε:

1. Κατα ποσον στην παρουσα εποχη η Φιλοσοφια εχει υπεισελθει στο τελος της;

2. Ποια αποστολη επιφυλασσεται στην νοηση στο τελος της Φιλοσοφιας; (πρβλ. σ.66)

1.

Κατα ποσον στην παρουσα εποχη η Φιλοσοφια εχει υπεισελθει στο τελος της;

Η Φιλοσοφια ειναι Μεταφυσικη. Αυτη εννοει το ον στο συνολο του - τον κοσμο, τον ανθρωπο, τον θεο - απο την αποψη του Ειναι, απο την αποψη της αλληλεχειας του οντος στο Ειναι. Η Μεταφυσικη εννοει το ον ως ον με τον τροπο της θεμελιωνουσας παραστασης. Διοτι το Ειναι του οντος απο την απαρχη της Φιλοσοφιας, και με την απαρχη της, δειχνεται ως ἀρχή, αἴτιον, principium. Η αρχη ειναι εκεινο απο οπου το ον ως αυτο τουτο στη γενεση του, στην φθορα και στην παραμονη του ως γνωστεο, μελετημενο, απεργασμενο, ειναι ο,τι ειναι και οπως ειναι. Το Ειναι ως αρχη φερει το ον στην εκαστοτε παρουσια του. Η αρχη δειχνεται ως η παρουσια. Η παροντικοτητα της συνισταται στο οτι εκφερει τα εκαστοτε με τον τροπο τους παροντα στην παρουσια. Η αρχη, αναλογα με την διατυπωση της παρουσιας, εχει τον χαρακτηρα της θεμελιωσης ως οντικη αφορμηση του πραγματικου, ως υπερβατολογικη δυνητοποιηση της αντικειμενικοτητας των αντικειμενων, ως διαλεκτικη μεσολαβηση της κινησης του απολυτου πνευματος, της ιστορικης παραγωγικης διαδικασιας, ως η αξιολογουσα βουληση για δυναμη.

Το διακριτικο της μεταφυσικης νοησης, η οποια θεσπιζει την αρχη για το ον, εγκειται στο οτι, ξεκινωντας απο τα παροντα, τα παρασταινει στην παρουσια τους και ετσι τα παρουσιαζει μεσα απο την αρχη τους ως θεμελιωμενα σ' αυτην.

Τι εννοει ο λογος για το τελος της Φιλοσοφιας; Υπερβολικα ευκολα προσλαμβανουμε το τελος απο κατι με αρνητικο νοημα ως απλη παυση, ως την ελλειψη μιας περαιτερω πορειας, αν μη και ως καταπτωση και αδυναμια. Αντιθετα μ' αυτο ο λογος για το τελος της Φιλοσοφιας σημαινει την συντελεση της Μεταφυσικης. Ωστοσο συντελεση δεν σημαινει ολοκληρωση, συμφωνα με την οποια η Φιλοσοφια θα επρεπε στο τελος της να ειχε φτασει στην υψηλοτερη δυνατη ολοκληρωση. Οχι μονο μας λειπει καθε μετρο το οποιο θα επετρεπε να αποτιμηθει η ολοκληρωση μιας εποχης της Μεταφυσικης ως προς μια αλλη. Δεν εχουμε απολυτως κανενα δικαιωμα για μια τετοια εκτιμηση. Η νοηση του Πλατωνα δεν ειναι περισσοτερο ολοκληρωμενη απο αυτην του Παρμενιδη. Η φιλοσοφια του Hegel δεν ειναι περισσοτερο ολοκληρωμενη απο εκεινη του Kant. Καθε εποχη της Φιλοσοφιας εχει την δικη της αναγκαιοτητα. Το οτι μια φιλοσοφια ειναι οπως ειναι, πρεπει απλως να το αναγνωρισουμε. Ομως δεν μας αρμοζει να προτιμουμε την μια απο την αλλη, οπως κατι τετοιο ειναι δυνατο αναφορικα με τις ποικιλες κοσμοθεωριες.

Η παλαια σημασια της λεξης μας "Ende" ["τελος"] σημαινει το ιδιο οπως Ort [τοπος]: "von einem Ende zum anderen" ["απο τελος σε τελος" - απ' ακρη σ' ακρη] θα πει: von einem Ort zum anderen [απο τοπο σε τοπο]. Το τελος της Φιλοσοφιας ειναι ο τοπος οπου το συνολο της ιστοριας της περισυλλεγεται στην ακροτατη δυνατοτητα του. Τελος ως συντελεση σημαινει αυτην την περισυλλογη.

Μεσα απο ολη την ιστορια της Μεταφυσικης η νοηση του Πλατωνα παραμενει, με παραλλαγμενες μορφες, αποφασιστικη. Η Μεταφυσικη ειναι πλατωνισμος. Ο Nietzsche χαρακτηριζει την φιλοσοφια του αντεστραμμενο πλατωνισμο. Με την αντιστροφη της Μεταφυσικης, η οποια επιτελειται ηδη απο τον Karl Marx, η Φιλοσοφια εφτασε πλεον στην ακροτατη δυνατοτητα της. Εχει υπεισελθει στο τελος της. Στο σημειο που επιχειρειται ακομη φιλοσοφικη νοηση, αυτη καταληγει μονο σε επιγονικες αναγεννησεις και στις διασκευες τους. Ειναι λοιπον το τελος της Φιλοσοφιας οντως παυση του τροπου της νοησης της; Να συναχθει ενα τετοιο συμπερασμα θα ηταν βεβιασμενο.

Το τελος ως συντελεση ειναι η περισυλλογη στις ακροτατες δυνατοτητες. Αυτες τις εννοουμε πολυ στενεμενα οσο περιμενουμε μονο μια εκπτυξη των φιλοσοφιων του μεχρι τωρα στιλ. Ξεχνουμε οτι ηδη στην εποχη της ελληνικης φιλοσοφιας εμφανιζεται ενας αποφασιστικος χαρακτηρας της φιλοσοφιας: ειναι η διαμορφωση των επιστημων μεσα στο οπτικο πεδιο το οποιο διανοιξε η Φιλοσοφια. Η διαμορφωση των επιστημων ειναι συγχρονως και η λυση τους απο την Φιλοσοφια και η καθιερωση της αυτονομιας τους. Αυτη η διαδικασια ανηκει στην συντελεση της Φιλοσοφιας. Σημερα η εκπτυξη της προχωρα σε ολες τις περιοχες του οντος ολοταχως. Δινει την εντυπωση της απλης διαλυσης της Φιλοσοφιας και στην πραγματικοτητα ειναι ακριβως η συντελεση της.

Αρκει να υπομνησθει η αυτονομια της Ψυχολογιας, της Κοινωνιολογιας, της Ανθρωπολογιας ως Πολιτισμικης Ανθρωπολογιας, ο ρολος της Λογικης ως Λογιστικης και Σημαντικης. Η Φιλοσοφια γινεται η εμπειρικη επιστημη του ανθρωπου, ολων οσων μπορουν να καταστουν για τον ανθρωπο εμπειρατα αντικειμενα της τεχνικης του, με την οποια αυτος πραγματοποιει την εγκατασταση του στον κοσμο απεργαζομενος τον συμφωνα με τους ποικιλους τροπους πραξης και μορφοποιησης. Ολα αυτα επιτελουνται παντου κατα την αρχη και το μετρο της επιστημονικης διανοιξης των επιμερους περιοχων του οντος.

Δεν χρειαζεται να ειναι κανεις προφητης για να αναγνωρισει οτι οι καθιερουμενες επιστημες συντομα θα καθοριζονται και θα καθοδηγουνται απο μια αλλη θεμελιακη επιστημη η οποια ονομαζεται Κυβερνητικη.

Αυτη η επιστημη ανταποκρινεται στον καθορισμο του ανθρωπου ως του δρωντος-κοινωνικου οντος. Διοτι ειναι η θεωρια της καθοδηγησης του δυνητικου προγραμματισμου και της διαρρυθμισης της ανθρωπινης εργασιας. Η Κυβερνητικη μετασχηματιζει την γλωσσα σε ανταλλαγη ειδησεων. Οι τεχνες καθιστανται καθοδηγουμενα-καθοδηγουντα εργαλεια της πληροφορησης.

Η εκπτυξη της Φιλοσοφιας στις αυτονομες, ομως μεταξυ τους ολο και αποφασιστικοτερα επικοινωνουσες επιστημες ειναι η θεμιτη συντελεση της Φιλοσοφιας. Η Φιλοσοφια τελειωνει στην συγχρονη εποχη. Εχει βρει τον τοπο της στην επιστημονικοτητα της κοινωνικα δρωσας ανθρωποτητας. Ομως το θεμελιακο γνωρισμα αυτης της επιστημονικοτητας ειναι ο κυβερνητικος, δηλαδη τεχνικος χαρακτηρας της. Ενδεχομενως η αναγκη να τεθει το ερωτημα για την μοντερνα Τεχνικη φθινει στον βαθμο που η Τεχνικη διατυπωνει και καθοδηγει τα φαινομενα στο συνολο του κοσμου και τη θεση του ανθρωπου σ' αυτον.

Οι επιστημες, ο,τι στο οικοδομημα τους θυμιζει ακομα την προελευση τους απο την Φιλοσοφια, θα το ερμηνευσουν με τους κανονες της επιστημης, δηλαδη τεχνικα. Τις κατηγοριες, απο τις οποιες καθε επιστημη εξαρταται για τον καταμερισμο και για τον ορισμο του αντικειμενου της, τις προσλαμβανει λειτουργικα ως υποθεσεις εργασιας. Η αληθεια τους δεν μετραται μονο ως προς το αποτελεσμα το οποιο επιτυγχανεται απο την εφαρμογη τους στο πλαισιο της προοδου της ερευνας. Η επιστημονικη αληθεια εξομοιωνεται με την αποτελεσματικοτητα αυτων των αποτελεσματων.

Αυτο το οποιο η Φιλοσοφια, κατα την παροδο της ιστοριας της, κατα διαστηματα επιχειρησε, και ακομη και τωρα ανεπαρκως μονο, να παραστησει τις οντολογιες των εκαστοτε περιοχων του οντος (φυση, ιστορια, δικαιο, τεχνη), αυτο τωρα το αναλαμβανουν οι επιστημες ως δικη τους αποστολη. Το ενδιαφερον τους στρεφεται στη θεωρια των εκαστοτε αναγκαιων δομικων εννοιων της περιοχης του αντικειμενου το οποιο τους εχει καταλογιστει. "Θεωρια" σημαινει τωρα: suppositio των κατηγοριων στις οποιες αναγνωριζεται μια κυβερνητικη μονο λειτουργια, ομως τους απαγορευεται καθε οντολογικο νοημα. Η εργαλειακη, σε ορους μοντελων παραστατικη-υπολογιστικη νοηση καθισταται κυριαρχη.

Ωστοσο οι επιστημες, κατα την αναποφευκτη suppositio των κατηγοριων των περιοχων τους, μιλουν ακομα για το Ειναι του οντος. Μονο που δεν το λεγουν. Μπορουν μεν να απαρνηθουν την προελευση απο την Φιλοσοφια, ομως ποτε δεν μπορουν να την απωθησουν. Διοτι στην επιστημονικοτητα των επιστημων μιλα παντα το πιστοποιητικο της γεννησης τους απο την Φιλοσοφια.

Το τελος της Φιλοσοφιας δειχνεται ως ο θριαμβος της καθοδηγησιμης διαρρυθμισης ενος επιστημονικου-τεχνικου κοσμου και της κοινωνικης δομης που αρμοζει σ' αυτον τον κοσμο. Τελος της Φιλοσοφιας θα πει: απαρχη του παγκοσμιου πολιτισμου του θεμελιωμενου στην δυτικη-ευρωπαϊκη νοηση.

Ομως τωρα ειναι το τελος της Φιλοσοφιας με την εννοια της εκπτυξης της στις επιστημες ηδη και η πληρης πραγματωση ολων των δυνατοτητων στις οποιες τεθηκε η νοηση της Φιλοσοφιας; Η, δινεται για την νοηση, εκτος απο την υστατη δυνατοτητα η οποια διαγραφηκε (την διαχυση της Φιλοσοφιας στις τεχνικοποιηθεισες επιστημες) μια πρωτη δυνατοτητα απο την οποια η νοηση της Φιλοσοφιας επρεπε μεν να ξεκινησει, την οποια ομως αυτη ως Φιλοσοφια δεν μπορεσε να εμπειραθει ιδιαιτερως και να την αναλαβει;

Εαν ετσι ηταν τα πραγματα, τοτε στην ιστορια της Φιλοσοφιας, απο την αρχη μεχρι το τελος της, θα επρεπε να υπολανθανει, επιφυλασσομενη στην νοηση, μια αποστολη ακομα, η οποια δεν θα ηταν προσιτη ουτε στην Φιλοσοφια ως Μεταφυσικη ουτε καν στις επιστημες τις προερχομενες απο αυτην. Γι' αυτο ερωταμε:

2.

Ποια αποστολη επιφυλασεται ακομη στην νοηση στο τελος της Φιλοσοφιας;

Ηδη η ιδεα μιας τετοιας αποστολης της νοησης πρεπει να ξενιζει. Μια νοηση η οποια να μην ειναι ουτε Μεταφυσικη ουτε επιστημη;

Μια αποστολη η οποια εκλεισε για την Φιλοσοφια ηδη στην απαρχη της, και μαλιστα μεσω της απαρχης της, και ως εκ τουτου στους χρονους που ακολουθησαν αποσυρονταν συνεχως, ολο και περισσοτερο;

Μια αποστολη της νοησης η οποια - ετσι φαινεται - εμπεριεχει τον ισχυρισμο οτι η Φιλοσοφια δεν ηρθη στο υψος του θεματος της νοησης και ως εκ τουτου κατεστη ιστορια της αμιγους εκπτωσης;

Δεν μιλα εδω μια υπεροψια η οποια θελει να τοποθετηθει υψηλοτερα ακομη και απο το μεγα των νοητων της Φιλοσοφιας;

Αυτη η υποψια σχεδον μας επιβαλλεται. Ομως μπορει να παραμεριστει ευκολα. Διοτι καθε αποπειρα να κερδηθει μια ενοραση στην εικαζομενη αποστολη της νοησης βλεπει πως εξαρταται απο μια αναδρομη στο συνολο της ιστοριας της Φιλοσοφιας. Και μαλιστα οχι μονον αυτο, αλλα πως ειναι πρωτιστως αναγκασμενη να εννοησει την ιστορικοτητα αυτου το οποιο προσφερει στην Φιλοσοφια μια δυνητικη ιστορια.

Ηδη γι' αυτο η εικαζομενη νοηση παραμενει αναγκαστικα πισω απο το μεγαλειο των φιλοσοφων. Ειναι λιγοτερη απο την Φιλοσοφια. Λιγοτερη ακομα διοτι σ' αυτην την νοηση, ακομη αποφασιστικοτερα απ' ο,τι ηδη στην Φιλοσοφια, τοσο η αμεση οσο και η εμμεση επιρροη επανω στην τεχνικα-επιστημονικα διαμορφωμενη κοινη γνωμη της βιομηχανικης εποχης πρεπει να παραμενει απαγορευτικη.

Ομως η εικαζομενη νοηση παραμενει λιγοστη προπαντων διοτι η αποστολη της εχει προπαρασκευαστικο μονο, οχι θεσπιζοντα χαρακτηρα. Αρκειται στην αφυπνιση μιας προθυμιας του ανθρωπου για μια δυνατοτητα, το διαγραμμα της οποιας μενει σκοτεινο, η ελευση της αβεβαιη.

Η νοηση πρεπει να μαθει να αφηνεται σε αυτο το οποιο της προοριζεται και την αναμενει. Σ' αυτην την εκμαθηση προετοιμαζει την ιδια την μεταβολη της.

Εδω εννοειται η δυνατοτητα καποτε ο παγκοσμιος πολιτισμος, ο οποιος μολις τωρα αρχιζει, να υπερβει τον τεχνικο-επιστημονικο χαρακτηρα ως το μοναδικο μετρο για την διαμονη του ανθρωπου στον κοσμο, - οχι αφ' εαυτου και δι' εαυτου, αλλα μεσα απο την προθυμια του ανθρωπου για εναν προορισμο ο οποιος παντοτε, ειτε εισακουομενος ειτε οχι, μιλα μεσα στην οχι ακομα κριθεισα Μοιρα του ανθρωπου. Επισης ακαθοριστο παραμενει εαν ο παγκοσμιος πολιτισμος θα καταστραφει συντομα και αιφνιδια, η εαν θα παγιωθει σε μια μακρα διαρκεια η οποια δεν εγκειται σε κατι το μονιμο, μια διαρκεια η οποια αντιθετως καθιερωνεται δια της συνεχους αλλαγης του παντοτε νεοτατου.

Η εικαζομενη προπαρασκευαζουσα νοηση ουτε θελει ουτε μπορει να προειπει καποιο μελλον. Το μονο που επιχειρει ειναι να προλογισει κατι στο παρον, κατι το οποιο ειναι ηδη ειπωμενο απο μακρου και μαλιστα στην απαρχη της Φιλοσοφιας και για αυτην την απαρχη, ομως δεν εχει ιδιαιτερως εννοηθει. Καταρχην πρεπει να αρκεστουμε σε μια υποδειξη του με την επιβαλλομενη συντομια. Και εδω παιρνουμε για βοηθεια εναν οδηγο τον οποιο προσφερει η Φιλοσοφια.

Οταν ερωταμε για την αποστολη της νοησης, τοτε, στο οπτικο πεδιο της Φιλοσοφιας, τουτο θα πει: να καθορισουε αυτο που αφορα την νοηση, αυτο το οποιο για την νοηση ειναι το ακομη αμφισβητησιμο, το επιμαχο. Αυτο ειναι που σημαινει στην γερμανικη γλωσσα η λεξη "Sache" ["θεμα"]. Ονομαζει εκεινο με το οποιο στην προκειμενη περιπτωση εχει να κανει η νοηση, στην γλωσσα του Πλατωνα τὸ πρᾶγμα αὐτὸ (πρβ. την Εβδομη Επιστολη 341c7).

Στους Νεοτερους Χρονους η Φιλοσοφια αφ' εαυτης καλεσε την νοηση "στο θεμα καθεαυτο". Αναφερονται δυο περιπτωσεις, προς τις οποιες σημερα η προσοχη στρεφεται ιδιαιτερα. Ακουμε αυτην την εκκληση "στο θεμα καθεαυτο" στον "Προλογο" τον οποιο ο Hegel εχει προταξει του εργου του το οποιο εμφανιστηκε το 1807 "System der Wissenschaft, Erster Teil: Die Phänomenologie des Geistes" ["Συστημα της επιστημης, Μερος πρωτο: Η φαινομενολογια του πνευματος"]. Αυτος ο προλογος δεν προλογιζει την Φαινομενολογια αλλα το "συστημα της επιστημης", το συνολο της Φιλοσοφιας. Η εκκληση "στο θεμα καθεαυτο" ισχυει τελικα, και τουτο σημαινει: ως προς το θεμα πρωταρχικα, για την "επιστημη της Λογικης".

Στην εκκληση "στο θεμα καθεαυτο" ο τονισμος ειναι στο "καθεαυτο". Ακουοντας την επιφανειακα, η εκκληση εχει το νοημα μιας αμυνας. Απορριπτονται οι ως προς το θεμα της Φιλοσοφιας αναρμοστες αναφορες. Σ' αυτες ανηκουν τα κενα λογια περι του σκοπου της Φιλοσοφιας, ομως ανηκει και η απλως αναφορα των συμπερασματων της φιλοσοφικης νοησης. Αμφοτερα δεν ειναι ποτε το πραγματικο συνολο της Φιλοσοφιας. Το συνολο δεχνεται πρωτα στο γιγνεσθαι του. Κατι τετοιο συμβαινει κατα την διεξοδικη παρουσιαση του θεματος. Στην παρουσιαση θεμα και μεθοδος συνταυτιζονται. Αυτη η ταυτοτητα ονομαζεται στον Hegel: der Gedanke [η ιδεα]. Με τουτην εμφανιζεται το θεμα της Φιλοσοφιας "καθεαυτο". Ομως αυτο το θεμα ειναι ιστορικα καθορισμενο: η υποκειμενικοτητα. Με το ego cogito του Descartes, λεει ο Hegel, η Φιλοσοφια πατα για πρωτη φορα σε στερεο εδαφος, οπου και μπορει να βρισκεται στο στοιχειο της. Εαν με το ego cogito ως το κατεξοχην subiectum προσεγγιζεται το fundamentum absolutum, τοτε αυτο λεει: το υποκειμενο ειναι το ὑποκείμενον το οποιο μετατεθηκε στην συνειδηση, το αληθως παρον το οποιο στην γλωσσα της παραδοσης πολυ ασαφως ονομαζεται substantia.

Οταν στον Προλογο (εκδ. Hoffmeister, σ. 19) ο Hegel διακηρυσσει: "το αληθες (στην Φιλοσοφια) δεν πρεπει να συλληφθει και να διατυπωθει ως substantia, αλλα επισης και ως subjectum", τοτε αυτο λεει: το Ειναι του οντος, η παρουσια των παροντων ειναι τοτε μονον προφανης και επομενως ολοκληρωμενη παρουσια οταν ως αυτη τουτη καθισταται δι' εαυτην παροντικη στην απολυτη ιδεα. Ομως απο τον Descartes και εξης idea θα πει: perceptio. Το Ειναι γινεται ο εαυτος του κατα την σπεκουλατιβικη διαλεκτικη. Η κινηση της ιδεας, η μεθοδος, ειναι κατα πρωτον το θεμα καθεαυτο. Η εκκληση "στο θεμα καθεαυτο" απαιτει την θεματικα ορθη μεθοδο της Φιλοσοφιας.

Ομως το τι ειναι το θεμα της Φιλοσοφιας, αυτο θεωρειται αποφασισμενο εκ των προτερων. Το θεμα της Φιλοσοφιας ως Μεταφυσικης ειναι το Ειναι του οντος, η παρουσια του στην μορφη της substantialitas και subjectivitas.

Εκατο χρονια αργοτερα η εκκληση "στο θεμα καθεαυτο" καθισταται εκ νεου προσληψιμη στην πραγματεια του Husserl "Die Philosophie als strenge Wissenschaft" ["Η Φιλοσοφια ως αυστηρη επιστημη"]. Εμφανιστηκε στον πρωτο τομο του περιοδικου "Logos" το ετος 1910/11 (σ. 289κ.ε.). Και παλι η εκκληση ειχε καταρχην το νοημα μιας αμυνας. Ομως εδω κατευθυνεται αλλου απ' ο,τι στον Hegel. Αφορα την νατουραλιστικη Ψυχολογια η οποια εγειρει την αξιωση να ειναι η γνησια επιστημονικη μεθοδος διερευνησης της συνειδησης. Διοτι αυτη η μεθοδος αποκλειει εκ των προτερων την προσβαση στα φαινομενα της προθετικης συνειδησης. Ομως η εκκληση "στο θεμα καθεαυτο" στρεφεται συγχρονως εναντιον του ιστορισμου ο οποιος εξαντλειται στις συζητησεις επανω στις θεσεις της Φιλοσοφιας και στην ταξινομηση τυπων φιλοσοφικων κοσμοθεωριων. Επανω σ' αυτα ο Husserl λεει και υπογραμμιζει (ο.π. σ.340): "Οχι απο τις φιλοσοφιες αλλα απο τα πραγματα και τα προβληματα πρεπει να ξεκινα το κινητρο της ερευνας."

Και ποιο ειναι το θεμα της φιλοσοφικης ερευνας; Για τον Husserl, οπως και για τον Hegel, ειναι, συμφωνα με την ιδια παραδοση, η υποκειμενικοτητα της συνειδησης. Οι "Cartesianische Meditationen" ["Καρτεσιανικοι στοχασμοι"] για τον Husserl δεν ηταν μονο το θεμα των διαλεξεων στο Παρισι τον Φεβρουαριο 1929, αλλα μετα την εποχη των "Logische Untersuchungen" ["Λογικες ερευνες"] το πνευμα τους συνοδευε την σθεναρη πορεια των φιλοσοφικων του ερευνων μεχρι το τελος. Η εκκληση "στο θεμα καθεαυτο" ισχυει, οπως με το αρνητικο της νοημα, ετσι και με ενα θετικο νοημα για την διασφαλιση και την εκπονηση της μεθοδου, ισχυει για την διαδικασια της Φιλοσοφιας, δια της οποιας το θεμα καθεαυτο καθισταται καταρχην καταδειξιμο δεδομενο. Για τον Husserl το "Prinzip aller Prinzipien" [η "αρχη ολων των αρχων"] δεν ειναι πρωτιστως ενα περιεχομενο αλλα υποθεση της μεθοδου. Στο εργο το "Ideen zu einer reinen Phänomenologie und phänomenologischen Philosophie" ["Ιδεες προς μια καθαρη φαινομενολογια και φαινομενολογικη φιλοσοφια"], το οποιο εμφανιστηκε το 1913, ο Husserl αφιερωσε στον καθορισμο της "αρχης ολων των αρχων" μια ιδιαιτερη παραγραφο (&24). Ως προς αυτην την αρχη ο Husserl λεει (ο.π. σ.44) "δεν ειναι καμια θεωρια νοητη η οποια να μπορει να μας παραπλανησει."

"Η αρχη ολων των αρχων" λεει:

"Καθε πηγαια διδουσα θεωρηση (ειναι) μια δικαιωματικη πηγη της γνωσης, το καθε τι το οποιο μας προσφερεται στην intuitio πηγαια (ουτως ειπειν στην χειροπιαστη του πραγματικοτητα) πρεπει να γινεται απλως αποδεκτο ως αυτο το οποιο δινεται, ομως επισης μονον μεσα στα ορια στα οποια αυτο δινεται…"

"Η αρχη ολων των αρχων" περιεχει την θεση για την προτεραιοτητα της μεθοδου. Αυτη η αρχη αποφασιζει ποιο θεμα και μονον μπορει να ικανοποιησει την μεθοδο. "Η αρχη ολων των αρχων" ως το θεμα της Φιλοσοφιας επιζητει την απολυτη υποκειμενικοτητα. Η υπερβατολογικη αναγωγη σ' αυτην δινει και διασφαλιζει την δυνατοτητα, στην υποκειμενικοτητα και μεσω αυτης να θεμελιωθει η αντικειμενικοτητα ολων των αντικειμενων (το Ειναι αυτου του οντος) στην ισχυουσα δομη και υποσταση τους, δηλαδη στην constitutio τους. Ετσι η υπερβατολογικη υποκειμενικοτητα καταδεικνυεται ως "το μοναδικο απολυτο ον". (Formale und transzendentale Logik) [Τυπικη και υπερβατολογικη Λογικη], 1929, σ. 240) Στον τροπο του Ειναι αυτου του απολυτως οντος, δηλαδη στον τροπο του ιδιαιτατου θεματος της Φιλοσοφιας, ειναι συγχρονως και η υπερβατολογικη αναγωγη ως η μεθοδος "της καθολικης επιστημης" για την constitutio του Ειναι του οντος. Η μεθοδος οχι μονον στρεφεται προς το θεμα της Φιλοσοφιας, δεν ανηκει στο θεμα μονον οπως το κλειδι στην κλειδαρια. Μαλλον ανηκει στο θεμα διοτι ειναι "το θεμα καθεαυτο". Εαν ερωτουσε κανεις: Απο που αντλει "η αρχη ολων των αρχων" τελος παντων το ακλονητο δικαιο της, τοτε η απαντηση θα επρεπε να ειναι: απο την υπερβατολογικη υποκειμενικοτητα η οποια ηδη προΰποτιθεται ως το θεμα της Φιλοσοφιας.

Ως οδηγο επιλεξαμε την διευκρινιση της εκκλησης "στο θεμα καθεαυτο". Επροκειτο να μας οδηγησει στην οδο η οποια μας φερνει προς εναν καθορισμο της αποστολης της νοησης στο τελος της Φιλοσοφιας. Που φτασαμε; Στην ενοραση οτι για την εκκληση "στο θεμα καθεαυτο" ειναι εκ των προτερων σαφες τι αφορα την Φιλοσοφια ως το θεμα της. Το θεμα της Φιλοσοφιας, ιδωμενο απο τον Hegel και τον Husserl - και οχι απο αυτους μονον - ειναι η υποκειμενικοτητα. Για την εκκληση το επιμαχο δεν ειναι το θεμα ως αυτο τουτο αλλα η παρουσιαση του, με την οποια τουτο καθισταται καθεαυτο παροντικο. Η σπεκουλατιβικη διαλεκτικη του Hegel ειναι η κινηση κατα την οποια το θεμα ως αυτο τουτο ερχεται στον εαυτο του, στην presentia που του ανηκει. Η μεθοδος του Husserl θελει να φερει το θεμα της Φιλοσοφιας στο υστατο ισχυον πηγαιο δεδομενο του, που θα πει: στην ιδιαιτερη του presentia.

Οι δυο μεθοδοι διαφερουν μεταξυ τους οσο δεν γινεται περισσοτερο. Ομως το θεμα ως αυτο τουτο, το οποιο πρεπει να παρουσιασουν, ειναι το αυτο, εστω και αν το εμπειρωνται με διαφορετικο τροπο.

Αλλα τι μας βοηθουν αυτες οι διαπιστωσεις στην αποπειρα να διακρινουμε την αποστολη της νοησης; Δεν μας βοηθουν σε τιποτα οσο μενουμε στην απλη διευκρινιση της εκκλησης. Μαλλον σημασια εχει να ερωτηθει τι στην εκκληση "στο θεμα καθεαυτο" μενει αγνοημενο. Ερωτωντας ετσι μπορουμε να προσεξουμε κατα ποσον ακριβως εκει οπου η Φιλοσοφια εχει φερει το θεμα της στην απολυτη γνωση και στην υστατη ισχυουσα evidentia κατι υπολανθανει, η εννοηση του οποιου δεν μπορει πλεον να ειναι θεμα της Φιλοσοφιας.

Ομως τι παραμενει αγνοημενο τοσο στο θεμα της Φιλοσοφιας οσο και στην μεθοδο της; Η σπεκουλατιβικη διαλεκτικη ειναι ενας τροπος για το πως το θεμα της Φιλοσοφιας φανερωνεται μεσα απο τον εαυτο του για τον εαυτο του, και ετσι καθισταται παρον. Μια τετοια φανερωση συμβαινει αναγκαστικα μεσα σε μια φωτεινοτητα. Μονο διαμεσου της μπορει το φαινομενο ον να δειχθει, δηλαδη να φανερωθει. Ομως παλι η φωτεινοτητα εγκειται σε ενα Ανοικτο, σε μια υπ-αιθρο την οποια αυτη μπορει εδω κι εκει, καποτε, να φωτιζει. Η φωτεινοτητα παιχνιδιζει στο Ανοικτο και εριζει εκει με το σκοταδι. Παντου οπου ενα παρον συναντα ενα αλλο παρον, η απλως παραμενει απεναντι του, αλλα και εκει οπου , οπως στον Hegel, το ενα κατοπτριζεται στο αλλο σπεκουλατιβικα, εκει ηδη κυριαρχει ανοικτοτητα, ειναι στο παιχνιδι μια ανοιχτη περιοχη. Μονον αυτη η ανοικτοτητα προσφερει και στην οδο της σπεκουλατιβικης νοησης την διοδο μεσα απο εκεινο το οποιο αυτη εννοει.

Αυτην την ανοικτοτητα, η οποια προσφερει μια δυνητικη αφεση φανερωσης και δειξης, την ονομαζουμε Αιθριο [Lichtung, κατα λεξη: ψιλωσις]. Η γερμανικη λεξη Lichtung ειναι γλωσσοϊστορικα μεταφραστικο δανειο της γαλλικης clairiére. Σχηματιζεται κατα τις παλαιοτερες λεξεις "Waldung" και "Feldung".

Το αιθριο του δασους, το ξεφωτο, το εμπειρωμαστε σε αντιθεση προς το πυκνο δασος το οποιο στην παλαιοτερη γλωσσα ονομαζεται "Dickung" ["Δασυτης"]. Το ουσιαστικο "Lichtung" αναγεται στο ρημα "lichten" ["ψιλοω"]. Το επιθετο "licht" ["ψιλος"] ειναι η ιδια λεξη με το "leicht" ["ελαφρυς"]. Lichten [ψιλοω] σημαινει καθιστω κατι ελαφρυ, ελευθερο και ανοικτο, π.χ. ελευθερωνω το δασος σε ενα σημειο απο δεντρα. Το υπ-αιθριο πεδιο το οποιο προκυπτει κατ' αυτον τον τροπο ειναι η Lichtung [το ξεφωτο, το αιθριο]. Το ουσιαστικοποιημενο επιθετο das Lichte με την εννοια του ελευθερου και ανοικτου δεν εχει ουτε γλωσσικα ουτε θεματικα τιποτε το κοινο με το επιθετο "licht" που σημαινει "φωτεινος". Αυτο πρεπει να προσεχθει ως προς την διαφορα αιθριου [Lichtung] και φωτος [Licht]. Και παλι υφισταται η δυνατοτητα μιας πραγματικης συσχετισης μεταξυ των δυο, δηλαδη το φως μπορει να εμπιπτει στο Αιθριο, στο ανοικτο του, και να αφηνει την φωτεινοτητα να παιχνιδιζει με το σκοτεινο. Ομως ποτε το φως δεν δημιουργει το Αιθριο, αλλα εκεινο, το φως, προΰποθετει τουτο, το Αιθριο. Ωστοσο το Αιθριο, το Ανοικτο, δεν ειναι ελευθερο μονο για φωτεινοτητα και σκοτεινο, αλλα επισης για τον ηχο και τον αποηχο, για τον τονο και το σβυσιμο του. Το Αιθριο ειναι το Ανοικτο για ολα τα παροντα και τα αποντα.

Καθισταται αναγκαιο για την νοηση να προσεξει ιδιαιτερως το θεμα το οποιο εδω ονομαζεται Αιθριο. Εδω δεν εξαγονται απο απλως λεξεις, π.χ. "Αιθριο" απλως παραστασεις, οπως πολυ ευκολα θα μπορουσε επιφανειακα να δημιουργηθει η εντυπωση. Αντιθετως εχουμε να λαβουμε υποψη το μοναδικο θεμα το οποιο θεματικα σωστα ονομαζεται με το ονομα "Αιθριο". Αυτο το οποιο η λεξη στην τωρα εννοουμενη συσχετιση ονομαζει, το υπ-αιθριο Ανοικτο, ειναι, για να χρησιμοποιησουμε μια λεξη του Goethe, ενα "Urphänomen" ["πρωτοφαινομενο"], θα επρεπε να πουμε: ενα πρωτ-αιτιο. Ο Goethe παρατηρει (Maximen und Reflexionen, v. 993): "Μην γυρευετε απολυτως τιποτα πισω απο τα φαινομενα: αυτα καθαυτα ειναι το μαθημα." Τουτο θελει να πει: Το φαινομενο καθαυτο, στην προκειμενη περιπτωση το Αιθριο, μας θετει ενωπιον της αποστολης, μεσα απο αυτο, ερωτωντας το, να μαθουμε, δηλαδη να το αφησουμε να μας πει κατι.

Αντιστοιχα θα μπορουσε ενδεχομενως καποια μερα η νοηση να μην δειλιασει εμπρος στο ερωτημα εαν το Αιθριο, το υπ-αιθριο Ανοικτο, δεν ειναι εκεινο στο οποιο ο καθαρος Χωρος και ο εκστατικος Χρονος και ολα τα παροντα και αποντα εντος τους εχουν καταρχην τον τα παντα περισυλλεγοντα επιληθοντα τοπο τους.

Κατα τον ιδιο τροπο οπως η σπεκουλατιβικη-διαλεκτικη νοηση, μενουν και η πηγαια intuitio και η evidentia της εξαρτημενες απο την ηδη κυριαρχη ανοικτοτητα, το Αιθριο. Το evidens ειναι το αμεσα ενορασιμο. Evidentia ειναι η λεξη με την οποια ο Κικερων μεταφραζει την ελληνικη ἐνάργεια, δηλαδη την μεθερμηνευει στην ρωμαϊκη. Ἐνάργεια, οπου μιλα η ιδια ριζα με το argentum (αργυρος), σημαινει αυτο το οποιο φεγγει εν εαυτω και αφ' εαυτου και φερεται στο φως. Στην ελληνικη γλωσσα δεν γινεται λογος για την πραξη της ορασης, το videre, αλλα για αυτο το οποιο φεγγει και φαινεται. Ομως τουτο μπορει να φανει μονον οταν εχει ηδη προσφερθει ανοικτοτητα. Η ακτινα του φωτος δεν δημιουργει αυτη πρωτα το Αιθριο, την ανοικτοτητα, την διανυει μονον. Μονο μια τετοια ανοικτοτητα προσφερει σε μια δοση και σε μια συλληψη, προσφερει σε μια evidentia καταρχην την υπ-αιθρο στο οποιο αυτες μπορουν να διαμενουν και να κινουνται.

Καθε νοηση της Φιλοσοφιας η οποια ρητα η μη ακολουθει την εκκληση "στο θεμα καθεαυτο", στην πορεια της, με την μεθοδο της εχει ηδη αφεθει στην υπ-αιθρο του Αιθριου. Ομως για το Αιθριο η Φιλοσοφια δεν γνωριζει τιποτα. Η Φιλοσοφια μιλα για το φως του Λογικου, ομως δεν προσεχει το Αιθριο του Ειναι. Το lumen naturale, το φως του Λογικου, φωτιζει μονον το Ανοικτο. Αφορα μεν το Αιθριο, ομως δεν το δημιουργει, αντιθετως το χρειαζεται για να μπορει να φωτιζει τα παροντα στο Αιθριο. Αυτο δεν ισχυει μονο για την μεθοδο της Φιλοσοφιας αλλα επισης, και καταρχην μαλιστα, για το θεμα της, δηλαδη για την παρουσια των παροντων. Το κατα ποσον και στην υποκειμενικοτητα εννοειται αδιαλειπτως το subjectum, το ὑποκείμενον, το ηδη προκειμενο, δηλαδη το παρον στην παρουσια του, δεν μοορει να καταδειχτει διεξοδικα. Πρβλ. σχετικα Heidegger, Nietzsche, II (1961), σ. 429 κ.ε.

Τωρα προσεχουμε κατι αλλο. Μπορει τα παροντα να γινονται εμπειρατα, να συλλαμβανονται, να παρασταινονται η οχι - ωστοσο η παρουσια, ως εγκαιριση σε ενα Ανοικτο, παραμενει παντοτε εξαρτημενη απο το ηδη κυριαρχο Αιθριο. Ακομα και τα αποντα δεν μπορουν να ειναι ως αυτα τουτα παρα μονον ως παροντα στην υπ-αιθρο του Αιθριου.

Ολη η Μεταφυσικη μαζι με το αντιπαλο της, τον θετικισμο, μιλα την γλωσσα του Πλατωνα. Η θεμελιακη λεξη της νοησης του, δηλαδη της παρουσιασης του Ειναι του οντος, ειναι το εῑ̓δος, ἰδέα, η οψη, μεσα στην οποια το ον σημαινεται ως αυτο τουτο. Ομως η οψη ειναι τροπος παρουσιας. Δεν υπαρχει οψη χωρις φως - αυτο το αναγνωρισε ηδη ο Πλατων. Ομως δεν δινεται κανενα φως και καμια φωτεινοτητα διχως το Αιθριο. Το χρειαζεται ακομα και το σκοτεινο. Πως θα μπορουσαμε διαφορετικα να βρισκομαστε στο σκοταδι και να το διασχιζουμε χαμενοι μεσα του; Και ομως στην Φιλοσοφια το στο Ειναι, στην παρουσια κυριαρχο Αιθριο παραμενει ως αυτο τουτο αγνοημενο, εστω και εαν στην απαρχη της γινεται λογος για το Αιθριο. Που συμβαινει αυτο και με ποιο ονομα; Απαντηση:

Στο νοουν ποιημα του Παρμενιδη ο οποιος, οσο γνωριζουμε, πρωτος διανοηθηκε ιδιαιτερως το Ειναι του οντος, ο οποιος ακομη και σημερα, εαν και μη ακουομενος, μιλα μεσα στις επιστημες στις οποιες διαχεεται η φιλοσοφια.

Ο Παρμενιδης ακουει την προσκληση:

… χρεὼ δὲ σε πάντα πυθέσθαι

ἠμὲν Ἀληθείης ευκυκλέος ἀτρεμὲς ἦτορ

ἠδὲ βροτῶν δόξας, ταῖς οὐκ ἔνι πίστις ἀληθὴς

Αποσπασμα 1,28 κ.ε.

… "ομως πρεπει να εμπειραθεις τα παντα:

τοσο της α-ληθειας, της ευκυκλης, την ατρεμη καρδια

οσο και των θνητων τις δοξασιες, στις οποιες λειπει η εμπιστοσυνη στο α-ληθινο."

Εδω ονομαζεται η Ἀλήθεια, η α-ληθεια. Αποκαλειται η ευκυκλη διοτι εχει συστραφει στο καθαρο κυκλιο του κυκλου στον οποιο παντου αρχη και τελος ειναι το αυτο. Για αυτην την συστροφη δεν υπαρχει καμια δυνατοτητα διαστροφης, παραμορφωσης και κλεισιματος. Ο ειδημων αντρας προκειται να εμπειραθει την ατρεμη καρδια της α-ληθειας: Τι εννοει ο λογος για την ατρεμη καρδια της α-ληθειας; Την εννοει αυτην καθεαυτην στο ιδιαιτατο της, εννοει τον τοπο της σιγης ο οποιος περισυλλεγει εν εαυτω ο,τι καταρχην προσφερει η α-ληθεια. Αυτο ειναι το Αιθριο του Ανοικτου. Ερωταμε: ανοικτοτητα για τι; Το διανοηθηκαμε ηδη, οτι η οδος της νοησης, της σπεκουλατιβικης και της ενορατικης, χρειαζεται το διανυσιμο Αιθριο. Ομως σε τουτο εγκειται και η δυνητικη φανερωση, δηλαδη το δυνητικο παρειναι της ιδιας της παρουσιας.

Αυτο το οποιο η α-ληθεια προπαντων προσφερει ως πρωτο ειναι η οδος κατα την οποια η νοηση ακολουθει εκεινο το ενα και το προσλαμβανει: ὅπως ἔστιν … εἶναι: οτι παρειναι παρουσια. Προπαντων το Αιθριο προσφερει την δυνατοτητα της οδου προς την παρουσια, και προσφερει την δυνητικη παρουσια της καθεαυτην. Την Ἀλήθεια, την α-ληθεια πρεπει να την εννοησουμε ως το Αιθριο το οποιο προσφερει καταρχην Ειναι και Νοειν, την παρουσια τους, του ενος προς το αλλο και για το αλλο. Η ησυχη καρδια του Αιθριου ειναι ο τοπος της σιγης, μεσα απο τον οποιο δινεται καταρχην κατι σαν την δυνατοτητα της αλληλεχειας Ειναι και Νοειν, δηλαδη παρουσιας και προσληψης.

Σ' αυτον τον δεσμο θεμελιωνεται η δυνητικη αξιωση μιας δεσμευτικοτητας της νοησης. Χωρις την προτερη εμπειρια της Ἀλήθεια ως του Αιθριου καθε λογος για δεσμευτικοτητα και μη δεσμευτικοτητα της νοησης παραμενει ανεδαφικος. Απο που εχει ο καθορισμος της παρουσιας απο τον Πλατωνα ως ἰδέα την δεσμευτικοτητα του; Σε ποια οπτικη ειναι δεσμευτικη η εκθεση της παρουσιας απο τον Αριστοτελη ως ἐνέργεια;

Αυτες τις ερωτησεις, που κατα περιεργο τροπο παντοτε αμεληθηκαν απο την Φιλοσοφια, δεν μπορουμε ουτε καν να τις ερωτησουμε οσο δεν εχουμε εμπειραθει αυτο το οποιο ο Παρμενιδης επρεπε να εμπειραθει: την Ἀλήθεια, την α-ληθεια. Η οδος προς αυτην ειναι, ως προς την οδο οπου πλανωνται οι δοξασιες των θνητων, διαφορετικη. Η Ἀλήθεια ειναι τοσο λιγο κατι το θνητο οσο και ο θανατος ο ιδιος.

Εαν επιμενω να μεταφραζω το ονομα Ἀλήθεια με Unverborgenheit [α-ληθεια], αυτο δεν συμβαινει χαριν της ετυμολογιας αλλα λογω του θεματος το οποιο πρεπει να εννοηθει οταν εμεις αυτο που ονομαζεται Ειναι και Νοειν το εννοουμε θεματικα. Η α-ληθεια ειναι τροπον τινα το στοιχειο στο οποιο καταρχην δινονται Ειναι και Νοειν και η αλληλεχεια τους. Η Ἀλήθεια ονομαζεται μεν κατα την απαρχη της Φιλοσοφιας, ομως αργοτερα δεν εννοειται απο την Φιλοσοφια ειδικα ως αυτη τουτη. Διοτι το θεμα της Φιλοσοφιας ως Μεταφυσικης απο τον Αριστοτελη και εφεξης ειναι να εννοηθει το ον ως αυτο τουτο οντοθεολογικα.

Εαν ετσι εχουν τα πραγματα, τοτε δεν πρεπει να αποφανθουμε οτι η Φιλοσοφια παραλειπει κατι, οτι το αμελει και γι' αυτο ειναι στιγματισμενη με καποιο ουσιαστικο ελαττωμα. Η υποδειξη του αγνοουμενου στην Φιλοσοφια δεν ειναι κριτικη της Φιλοσοφιας. Εαν τωρα χρειαζεται μια κριτικη, τοτε αυτη αφορα μαλλον την απο το "Ειναι και Χρονος" ολο και πιεστικοτερη αποπειρα, στο τελος της Φιλοσοφιας να τεθει το ερωτημα μιας δυνητικης αποστολης της νοησης. Διοτι αρκουντως καθυστερημενα τιθεται τωρα το ερωτημα: Γιατι η Ἀλήθεια εδω δεν μεταφραζεται πλεον με το τρεχον ονομα της, με την λεξη "Wahrheit" ["αληθεια"]; Η απαντηση πρεπει να ειναι:

Εφοσον η αληθεια κατανοειται με το παραδεδομενο "φυσικο" νοημα ως η συμφωνια της γνωσης με το ον, ομως επισης εφοσον η αληθεια εκτιθεται ως η βεβαιοτητα της γνωσης του Ειναι, τοτε η Ἀλήθεια, η α-ληθεια με την εννοια του Αιθριου δεν μπορει να εξομοιωθει με την αληθεια. Αντιθετως η Ἀλήθεια, η α-ληθεια εννοημενη ως Αιθριο προσφερει καταρχην την δυνατοτητα της αληθειας. Διοτι η αληθεια, οπως το Ειναι και το Νοειν, μονο στο στοιχειο του Αιθριου μπορουν να ειναι αυτο που ειναι. Evidentia, βεβαιοτητα καθε βαθμιδας, καθε ειδος verificatio της veritas, κινουνται ηδη μαζι της στην περιοχη του δεσποζοντος Αιθριου.

Η Ἀλήθεια, η α-ληθεια εννοημενη ως Αιθριο της παρουσιας, δεν ειναι ακομη αληθεια. Ειναι τοτε η Ἀλήθεια λιγοτερο απο την αληθεια; Η, ειναι περισσοτερο διοτι προσφερει καταρχην αληθεια ως adaequatio και certitudo, διοτι παρουσια και παροντικοποιηση δεν μπορουν να δοθουν εξω απο την περιοχη του Αιθριου;

Αυτο το ερωτημα ας παραδοθει στην νοηση ως αποστολη της. Η νοηση πρεπει να το διαλογιστει, εαν αυτο το ερωτημα μπορει καν να τεθει οσο αυτη διαλογιζεται φιλοσοφικα, δηλαδη αυστηρα μεταφυσικα, οταν η Μεταφυσικη επερωτα τα παροντα μονο απο την οπτικη της παρουσιας τους.

Εν πασει περιπτωσει καθαρο ειναι τουτο το ενα: Το ζητημα της Ἀλήθεια, της α-ληθειας ως αυτης τουτης δεν ειναι το ζητημα της αληθειας. Γι' αυτο δεν ηταν θεματικα σωστο, και επομενως ηταν παραπλανητικο, η Ἀλήθεια με την εννοια του Αιθριου να ονομαστει αληθεια. Ο λογος για την "αληθεια του Ειναι" στην "Wissenschaft der Logik" ["Επιστημη της Λογικης"] του Hegel εχει το δικαιωμενο του νοημα, διοτι εδω αληθεια σημαινει την βεβαιοτητα της απολυτης γνωσης. Ομως ο Hegel, οπως και ο Husserl, οπως και η καθε Μεταφυσικη δεν ερωτα για το Ειναι ως Ειναι, δηλαδη την ερωτηση κατα ποσον μπορει να δινεται παρουσια ως αυτη τουτη. Αυτη δινεται μονον οταν υπαρχει Αιθριο. Τουτο ονομαζεται μεν με την Ἀλήθεια, την α-ληθεια, ομως δεν εννοειται ως αυτο τουτο.

Η φυσικη εννοια της αληθειας δεν σημαινει α-ληθεια, ουτε και στην φιλοσοφια των Ελληνων. Συχνα και δικαια υποδεικνυεται οτι ηδη στον Ομηρο η λεξη ἀληθές χρησιμοποιειται παντοτε μονον απο τα verba discendi, απο την αποφανση και επομενως με την εννοια της ορθοτητας και της αξιοπιστιας, οχι με την εννοια της α-ληθειας. Μονο που η υποδειξη αυτη σημαινει καταρχην απλως οτι ουτε οι ποιητες ουτε η συνηθης χρηση της καθομιλουμενης ουτε καν η Φιλοσοφια δεν θεωρουν πως τιθενται ενωπιον της αποστολης να ερωτησουν κατα ποσον η αληθεια, δηλαδη η ορθοτητα της αποφανσης, προσφερεται μονον μεσα απο το στοιχειο του Αιθριου της παρουσιας.

Στο οπτικο πεδιο αυτου του ερωτηματος πρεπει να αναγνωριστει οτι η Ἀλήθεια, η α-ληθεια με την εννοια του Αιθριου της αρουσιας, εγινε εμπειρατη εξαρχης μονον ως ὀρθότης, ως ορθοτητα της παραστασης και της αποφανσης. Τοτε ομως ο ισχυρισμος για μια ουσιακη μεταβολη της αληθειας, δηλαδη απο α-ληθεια σε ορθοτητα, ειναι αστηρικτος. Αντ' αυτου πρεπει να ειπωθει: Η Ἀλήθεια ως Αιθριο παρουσιας και παροντικοποιηση στην νοηση και στον λογο καταληγει παραυτα στην οπτικη της ὁμοίωσις και της adaequatio, δηλαδη στην οπτικη της εξομοιωσης με την εννοια της συμφωνιας παραστασης και παροντων.

Μονο που αυτη η διαδικασια ακριβως προκαλει την ερωτηση: Που εγκειται το οτι για την φυσικη εμπειρια και τον λογο του ανθρωπου η Ἀλήθεια, η α-ληθεια φανερωνεται μονον ως ορθοτης και αξιοπιστια; Εγκειται στο οτι η εκστατικη διαμονη του ανθρωπου στην ανοικτοτητα της παρουσιας ειναι στραμμενη προς τα παροντα και στην προκειμενη παροντικοποιηση των παροντων; Ομως αυτο τι αλλο σημαινει απο το οτι η παρουσια ως αυτη τουτη, και ακομη περισσοτερο το Αιθριο που την προσφερει, παραμενουν ανευ προσοχης; Γινεται εμπειρατο και εννοειται μονον αυτο το οποιο η Ἀλήθεια ως Αιθριο προσφερει, οχι το τι αυτη ως αυτη τουτη ειναι.

Τουτο παραμενει λανθανον. Ειναι συμπτωση; Συμβαινει ως επακολουθο καποιας επιπολαιοτητας της ανθρωπινης νοησης; Η συμβαινει διοτι η αυτολαθηση, η ληθη, η Λήθη ανηκει στην Ἀλήθεια οχι ως απλο εξαρτημα, οχι οπως η σκια ανηκει στο φως, αλλα ως η καρδια της Ἀλήθεια; Και μηπως ακομη σ' αυτην την αυτολαθηση του Αιθριου της παρουσιας υπαρχει και μια ληθιωση και μια συμ-φορα, μεσα απο την οποια καταρχην προσφερεται α-ληθεια, και ετσι μπορουν τα παροντα να φανερωνονται στην παρουσια τους;

Εαν ηταν ετσι, τοτε το Αιθριο δεν θα ηταν απλως Αιθριο παρουσιας, αλλα Αιθριο της αυτολανθανουσας παρουσιας, Αιθριο της αυτολανθανουσας ληθιωσης.

Εαν ηταν ετσι, τοτε με αυτα τα ερωτηματα θα αποληγαμε καταρχην σε μια οδο προς την αποστολη της νοησης στο τελος της Φιλοσοφιας.

Μηπως ολα αυτα δεν ειναι παρα ανεδαφικος μυστικισμος, η ακομα και κακη μυθολογια, οπωσδηποτε ενας φθοροποιος ανορθολογισμος, μια αρνηση του ορθολογισμου;

Ερωτω πισω: Τι θα πει ορθολογισμος, νοῦς, νοεῖν, προσληψη; Τι θα πει αρχη και principium και μαλιστα αρχη ολων των αρχων; Μπορουν αυτα να καθοριστουν ποτε επαρκως χωρις να εμπειραθουμε την Ἀλήθεια ελληνικα ως α-ληθεια και κατοπιν, περαν του Ελληνικου, να την εννοησουμε ως Αιθριο της αυτολαθησης; Οσο ο ορθολογισμος και το ορθολογικο παραμενουν ακομα ερωτηματικο ως προς το ιδιον τους, καθε λογος για ανορθολογισμο ειναι ανεδαφικος. Η τεχνικη-επιστημονικη ορθολογικοποιηση, η οποια κυριαρχει στην συγχρονη εποχη, δικαιωνεται μεν καθημερινα ολο και εκπληκτικοτερα δια των αποτελεσματων της, τα οποια ειναι σχεδον μη εποπτευσιμα πλεον. Μονο που αυτα τα αποτελεσματα δεν λεγουν τιποτε για αυτο το οποιο πρωτο προσφερει την δυνατοτητα του ορθολογικου και του ανορθολογικου. Τα αποτελεσματα αποδεικνυουν την ορθοτητα της τεχνικης-επιστημονικης ορθολογικοποιησης, Ομως η προφανεια αυτου το οποιο ειναι, εξαντλειται στο αποδειξιμο; Μηπως η επιμονη στο αποδειξιμο αποκλειει την οδο προς αυτο το οποιο ειναι;

Ισως να δινεται μια νοηση νηφαλιοτερη απο την ξεφρενη ορμη της ορθολογικοποιησης και απο το καταιγιστικο της Κυβερνητικης. Ισως ακριβως αυτος ο καταιγισμος να ειναι ολοτελα ανορθολογικος.

Ισως να δινεται μια νοηση εξω απο την διαφορα ορθολογικου και ανορθολογικου, νηφαλιοτερη ακομα και απο την επιστημονικη τεχνικη, νηφαλιοτερη και γι' αυτο περιθωριακη, διχως αποτελεσματα, και ομως παλι με την δικη της αναγκαιοτητα. Οταν ερωταμε για την αποστολη αυτης της νοησης, τοτε δεν τιθεται καταρχην μονον αυτη η νοηση, αλλα και το ερωτημα για αυτην ως ερωτημα. Ως προς την συνολη παραδοση της Φιλοσοφιας τουτο σημαινει:

Ολοι εμεις χρειαζομαστε ακομα μια εκπαιδευση στην νοηση και, πριν απ' αυτο, μια γνωση αυτου το οποιο λεγεται παιδεια και απαιδευσια στην νοηση. Ως προς αυτο ο Αριστοτελης μας κανει μια νυξη στο IV Βιβλιο της "Μεταφυσικης" του (1006a κ.ε.). Αυτη λεει: ἔστι γὰρ ἀπαιδευσία τὸ μὴ γιγνώσκειν τίνων δεῖ ζητεῖν ἀπόδειξιν καὶ τίνων οὐ δεῖ. "Καθοτι ειναι απαιδευσια να μην γνωριζεις σε αναφορα προς τι χρειαζεται να ζητας αποδειξη, σε αναφορα προς τι τουτο δεν ειναι αναγκαιο."

Αυτος ο λογος απαιτει εναν σχολαστικο διαλογισμο. Διοτι δεν εχει ακομη κριθει με ποιον τροπο πρεπει να γινει εμπειρατο αυτο το οποιο δεν χρειαζεται καμια αποδειξη για να γινει προσιτο στην νοηση. Ειναι η διαλεκτικη μεσολαβηση, η η πηγαια διδουσα intuitio, η καμια απο τις δυο τους; Αυτο μπορει να το κρινει μονον η ιδιο-τητα εκεινου το οποιο προπαντων απαιτει απο εμας να το επιτρεψουμε. Ομως πως τουτο μπορει να μας καταστησει δυνατη την κριση διχως προηγουμενως εμεις να το εχουμε επιτρεψει; Σε ποιον κυκλο κινουμαστε εδω, και μαλιστα αναποφευκτα;

Μηπως ειναι η εὔκυκλος Ἀληθείη, η ευκυκλη αληθεια καθεαυτην, εννοημενη ως Αιθριο;

Ειναι τοτε ο τιτλος της αποστολης της νοησης αντι "Ειναι και Χρονος": Αιθριο και παρουσια;

Απο που ομως και πως δινεται το Αιθριο; Τι μιλα στο Δινεται;

Η αποστολη της νοησης θα ηταν τοτε η εγκαταλειψη της μεχρι τωρα νοησης χαριν του καθορισμου του θεματος της νοησης.