[σελ. 588]
Το ειμαι-«ενοχος» του ανθρωπου ειναι προπαντων ενα εκ-στατικο χαρακτηριστικο, που θα πει: ενα αναποσπαστο στοιχειο του Dasein. Εδραζεται στο γεγονος οτι το ειμαι-ανθρωπος ειναι παντα ενα ειμαι-αφορωμενος. Το ειμαι-ανθρωπος υπαρχει ως η αποστολη να προνοω [...] για τα στο φως των αντιληπτικων μου δυνατοτητων αναλαμποντα δεδομενα του κοσμου, και να νοιαζομαι για την εκπτυξη τους. Ομως σε καθε δεδομενη στιγμη ο ανθρωπος μπορει παντα να πραγματωσει μονον μια απο τις χιλιαδες δυνατοτητες συμπεριφορας του., Αναγκαστικα παραμενει εγκαλουμενος ως προς την πραγματωση ολων των αλλων. Εκτος αυτου, του εχει ανατεθει να ολοκληρωνει και ολες εκεινες τις υπαρκτικες δυνατοτητες, τις οποιες θα επικαλεστει το απο το μελλον του επερχομενο μελημα του.
Ενα τετοιο διττα καθορισμενο εκ-στατικο ειμαι-εγκαλουμενος ειναι βεβαιως κατι ολοτελα διαφορετικο απο τα απλα "συναισθηματα ενοχης", για τα οποια μιλουν συνηθως η ψυχολογια και η ψυχοπαθολογια. Ειναι εκεινο το ουσιακο ειμαι-εγκαλουμενος, το οποιο καθιστα δυνατα καταρχην ολα τα "συναισθηματα ενοχης", τα κανονικα και αναποδραστα, οπως και τα παθολογικα και ιασιμα. Το εκ-στατικο ειμαι-εγκαλουμενος του ανθρωπου δεν εχει ομως να κανει και τιποτε με μια χρονια θλιμμενη οψη φτωχου αμαρτωλου. Πολυ περισσοτερο, φορτος και θλιψη ξεπερνωνται μεσα απο την προθυμια κανεις να τεθει ανεπιφυλακτα στη διαθεση των φαινομενων του κοσμου ως της περιοχης ανοιχτοτητας και εκπτυξης, η οποια καθιστα δυνατη την εμφανιση τους.
(σελ. 493 κ.ε.)
Τι να κάνω με το ρολόι; Πρέπει να το κοιτάζω συνεχώς. Κάτι με τραβά να κοιτάζω το ρολόι. Υπάρχει τόσο πολλή ώρα, είμαι κάθε φορά αλλιώς. Εάν δεν ήταν το ρολόι στον τοίχο, αυτό θα με σκότωνε. Δεν είμαι ο ίδιος ρολόι; Παντού, σ’ όλα τα σημεία; Μα δεν μπορώ διαφορετικά, αλλάζει πάρα πολύ.
Τώρα παρατηρώ πάλι το ρολόι, τον δείκτη και την πλάκα, κι ότι πηγαίνει. Σαν από μόνο του κάτι γίνεται κομμάτια, κι εγώ μαζύ, μα δεν μπορώ ν’ αλλάξω τίποτα.
Μου λέω πάλι και πάλι πως είναι ένα ρολόι, μα δεν ταιριάζει καλά: δείκτης, πλάκα, κι ότι πηγαίνει. Είναι μια ιδιαίτερη εντύπωση αυτή, σα νά ‘χε διαλυθεί, και πάλι όμως είναι όλο μαζύ. Μα είναι και κάτι άλλο. Είμαι τελείως απορημένος, ποτέ μου δεν έχω ζήσει κάτι παρόμοιο. Δηλαδή ο δείκτης είναι πάντα αλλιώς, τώρα είν’ εδώ, μετά κάπως πηδά προς τα μπρος κι έτσι γυρίζει. Μήπως είναι κάθε φορά κι άλλος δείκτης; Ίσως κάποιος βρίσκεται πίσω απ’ τον τοίχο και πάντα βάζει έναν καινούργιο δείκτη, πάντα σ’ ένα άλλο σημείο. Πρέπει να το πω, αυτό δεν είναι ρολόι που πηγαίνει, αυτό πηδά κι αλλάζει. Είσαι παραδομένος στην παρατήρηση του ρολογιού και χάνεις το νήμα του εαυτού σου – καθώς είμαι ο ίδιος ρολόι, παντού μέσα μου· καθώς αυτό συνεχώς έτσι γίνεται άνω κάτω. Όλ’ αυτά είμ’ εγώ, ο εαυτός μου – τα χάνω όταν παρατηρώ το ρολόι στον τοίχο. Είναι μια φυγή απ’ τον εαυτό μου, είμαι φευγάτος και δεν είμ’ εδώ πια. Ξέρω μόνο: το ρολόι χοροπηδά με πολλούς δείκτες και δεν μπορεί νά ‘ρθει σε μια σωστή τάξη.
Τώρα πάλι έχει τελειώσει με το ρολόι στον τοίχο, μα όχι με τη θέλησή μου, και πρέπει να μπω στο άλλο μέρος, στον άλλο τρόπο. Όπως είπα: είμαι το ζωντανό ρολόι, είμαι παντού ρολόι – πάει κι έρχεται συνεχώς έτσι.
Όταν πάλι αποσπώμαι, επειδή όλα είν’ έτσι μπερδεμένα, τότε κοιτάζω πάλι το ρολόι του τοίχου, αυτό μπορεί να με βοηθήσει...
[...]ο ασθενής [...] [Γιατι οπωσδηποτε λογια "ασθενους; Δεν γινεται να ειμαι ρολοι; Και ενδεχομενως αυτο να με τρομαζει;] Μιλά συγχρόνως, εναλλάξ, για το «ρολόι του τοίχου» και για το «ρολόι». Μιλά πρώτα για το ρολόι του τοίχου που τον τραβά να το κοιτάζει. Μετά πάλι - όχι με την θέλησή του - «έχει τελειώσει με το ρολόι του τοίχου και πρέπει να μπώ στο άλλο μέρος, στον άλλο τρόπο», δηλαδή μακρυά από το κοίταγμα του ρολογιού στον τοίχο στην παρατήρηση ενός «απλώς» ρολογιού διαμελισμένου,που δεν μπορεί πια να συναρμολογηθεί, που δεν δουλεύει πια, που χοροπηδά, το οποίο δεν είναι πλέον διόλου απέναντί του στον τοίχο αλλά τρόπον τινά δίχως τόπο. Εδώ πρέπει να αναζητήσουμε την αποφασιστική αντίφαση, από την οποία εξαρτώνται τα πάντα. Την πρώτη φορά πρόκειται για την αναφορά του ασθενούς στο ρολόι του τοίχου, την δεύτερη φορά, όταν παρασύρεται στον άλλο τρόπο, είναι η αναφορά στο απλώς ρολόι. «Απλώς» σημαίνει εδώ: χωρίς ορισμένο τόπο, χωρίς οικείο περιβάλλον. Στην διαφορά των δύο πραγμάτων, του ρολογιού του τοίχου και του απλώς ρολογιού ανταποκρίνεται η διαφορά της αναφοράς στο ρολόι του τοίχου και στο απλώς ρολόι. Η αναφορά στο ρολόι του τοίχου είναι ένα κοίταγμα προς αυτό (απέναντι). Στην αντι-παρά-θεση ο ασθενής φέρεται από το οικείο ρολόι του τοίχου στον εαυτό του, και έτσι είναι στον εαυτό του. Η αναφορά στο απλώς ρολόι είναι μια παρατήρησή του, τέτοιου είδους ώστε αυτή η παρατήρηση τρόπον τινά απορροφάται από το παρατηρούμενο, κι έτσι ο παρατηρητής μπορεί πλέον να βρει τον εαυτό του μόνον στο παρατηρούμενο και ως αυτό [Ανεπαρκές. Δε λέει τίποτε γι’ αυτόν τον τρόπο παρατήρησης. Το «απορροφάται» μεταφορικό.] κι επομένως μπορεί να πει: είμαι ο ίδιος ρολόι (προσοχή: όχι το ρολόι του τοίχου). Τούτο με την έννοια: είμαι ο ίδιος του είδους του ρολογιού. [Κανενός είδους. Αυτό το ρολόι δεν είναι ρολόι.] Γι’ αυτό μπορεί να πει: είμαι ρολόι «παντού μέσα μου». Όπου όμως δεν μεταβιβάζει τίποτε το ψυχικό, τίποτε το «υποκειμενικό», τίποτε το εσωτερικό από μέσα του στο ρολόι, αλλά είναι τόσο απορροφημένος από το παρατηρούμενο που δεν έχει απολύτως καμμία απόσταση πλέον από το παρατηρούμενο, κανένα απέναντι πλέον και γι’ αυτό «χάνει το νήμα του εαυτού του». «Το χάνω», αυτό θα πει, χάνει το είναι-ο-εαυτός-του.
Όμως κατά πόσον τον «βοηθά» το κοίταγμα του ρολογιού του τοίχου, κατά πόσον το ρολόι του τοίχου ως πράγμα του δίνει ένα κράτημα; Για να το κατανοήσουμε πρέπει βέβαια να διακρίνουμε την αναφορά του στο ρολόι του τοίχου από την αναφορά του στο απλώς ρολόι. Εδώ το αποφασιστικό είναι πως το ρολόι του τοίχου, ακριβώς επειδή είναι απέναντί του, τρόπον τινά του μιλάει, ενώ το ρολόι, στο οποίο παρασύρεται, δεν είναι πλέον διόλου απέναντι. Το απλώς ρολόι δεν αφήνει πλέον να υπάρξει καμμία αναφορά σ’ αυτόν τον ίδιο. Είναι τόσο διαλυμένος μέσα στο απλώς ρολόι, ώστε μπορεί να πει ότι είναι ρολόι ο ίδιος. Όμως τότε πρέπει πάλι να επιχειρήσει την απελευθέρωση στο απέναντι στο ρολόι του τοίχου.Σ’ αυτήν τη στιγμή, καθώς βρίσκεται πάλι απέναντι σ’ ένα πράγμα και μπορεί να διαμένει στο απέναντι, έχει κόσμο. Όταν όμως πάλι έχει τελειώσει με το απέναντι, τότε πάλι αιχμαλωτίζεται από το παρατηρούμενο ρολόι, που θα πει σέρνεται έξω από τον κόσμο, είναι φευγάτος.
Σχολιο
Αληθεύει αυτό;
όχι – Εάν δεν ήταν το ρολόι στον τοίχο, θά ‘πρεπε να πεθάνω. Δεν είμαι ο ίδιος ρολόι; Θά ‘πρεπε να πεθάνει, γιατι είναι ρολόι.
όχι – Ίσως κάποιος βρίσκεται πίσω απ’ τον τοίχο και πάντα βάζει έναν καινούργιο δείκτη... Εδώ ο τοίχος ανήκει στον άλλο τρόπο.
όχι – τον χάνω όταν παρατηρώ το ρολόι στον τοίχο. Είναι μια φυγή απ’ τον εαυτό μου Παρατηρεί το ρολόι στον τοίχο.
ναι – Τώρα πάλι έχει τελειώσει με το ρολόι στον τοίχο, μα όχι με τη θέλησή μου, και πρέπει να μπω στο άλλο μέρος, στον άλλο τρόπο. Όπως είπα: είμαι το ζωντανό ρολόι, είμαι παντού ρολόι
ναι – τότε κοιτάζω πάλι το ρολόι του τοίχου, αυτό μπορεί να με βοηθήσει...
Και ακόμη: ο ασθενής μιλά τις περισσότερες φορές για το «ρολόι στον τοίχο», ο Η. για το «ρολόι-του-τοίχου».
ΤΟ «ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΚΟ ΔΕΔΟΜΕΝΟ»:
– Τώρα παρατηρώ πάλι το ρολόι, τον δείκτη και την πλάκα, κι ότι πηγαίνει. Σαν από μόνο του κάτι γίνεται κομμάτια, κι εγώ μαζύ, μα δεν μπορώ ν’ αλλάξω τίποτα.
– Μου λέω πάλι και πάλι πως είναι ένα ρολόι, μα δεν ταιριάζει καλά: δείκτης, πλάκα, κι ότι πηγαίνει. Είναι μια ιδιαίτερη εντύπωση αυτή, σα νά ‘χε διαλυθεί, και πάλι όμως είναι όλο μαζύ.
– ο δείκτης είναι πάντα αλλιώς, τώρα είν’ εδώ, μετά κάπως πηδά προς τα μπρος κι έτσι γυρίζει. Μήπως είναι κάθε φορά κι άλλος δείκτης;
Γνωρίζει ότι πρόκειται για ρολόι, το λέει στον εαυτό του, και όμως δεν μπορεί να το δει ως ρολόι: ενώ το γνωρίζει, δεν μπορεί να το ονομάσει. Όπου ακριβώς το όνομα θα περισυνέλεγε δείκτη και πλάκα κι ότι πηγαίνει. Έχει αποκοπεί από το πρώτο, από το ρολόι ως ρολόι, από το όνομά του, και από τα δεύτερα, αυτά στα οποία το ρολόι συνίσταται, δείκτης, πλάκα κι ότι πηγαίνει, δεν μπορεί ποτέ να φθάσει στο ρολόι ως ρολόι..
Αποκοπεί, που θα πει, το αναζητεί. Προσπαθεί να πείσει τον εαυτό του, [ μου λέω πάλι και πάλι πως είναι ρολόι...] όμως το όνομά του δεν μπορεί να το προφέρει ο ίδιος. Άλλοτε πάλι παραιτείται από την αναζήτηση [ – Μήπως είναι κάθε φορά κι άλλος δείκτης; – Ίσως κάποιος βρίσκεται πίσω απ’ τον τοίχο και πάντα βάζει έναν καινούργιο δείκτη, πάντα σ’ ένα άλλο σημείο.] Όμως αυτή η παραίτηση είναι μάλλον αδύναμη. Στο επίκεντρο είναι η αποκοπή από το ρολόι ως ρολόι. Η αναζήτησή του.
Όσο ριζικότερη είναι η αποκοπή, τόσο περισσότερο το αναζητεί. Είναι παραδομένος στο ζητούμενο ρολόι. Του έχει γίνει θέμα ζωής και θανάτου [ Εάν δεν ήταν το ρολόι στον τοίχο, αυτό θα με σκότωνε.]. Το ρολόι και η ονομασία του, δηλαδή και ο την ονομασία χρεωμένος άνθρωπος, είναι άρρηκτα δεμένα μεταξύ τους. Όπου χάνεται το ρολόι, χάνεται κι αυτός ο ίδιος. [ Σαν από μόνο του κάτι γίνεται κομμάτια, κι εγώ μαζύ... Είσαι παραδομένος στην παρατήρηση του ρολογιού και χάνεις το νήμα του εαυτού σου...]
Εδώ παρατήρηση δεν σημαίνει την συνήθη αμέτοχη, αποστασιοποιημένη «παρατήρηση» αλλά την όλο απορία αναζήτηση του ρολογιού. Η παρατήρηση προσπαθεί να διακρίνει στο ρολόι το ρολόι.
Είσαι παραδομένος στην παρατήρηση του ρολογιού και χάνεις το νήμα του εαυτού σου... Το και δεν συνδέει άσχετα μεταξύ τους πράγματα αλλά εισάγει την επανάληψη του αυτού: η παράδοση στην παρατήρηση του ρολογιού είναι τόσο ριζική που ο ίδιος είναι «όλος μάτια» για το χαμένο ρολόι. «Όλος μάτια» θα πει κυριολεκτικά: όλος ρολόι. Όλος κομμάτια, χαμένος, στην παράδοσή του στο άλεκτο καθότι μη ονομάσιμο, στο κατ’ αυτόν τον τρόπο απερισύλλεκτο, κομματιασμένο ρολόι.
Υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στην μεταμόρφωση του ασθενούς σε ρολόι και στις μεταμορφώσεις του χαϊκού;
Και στις δύο περιπτώσεις είναι κανείς όλος μάτια, δίχως εσωτερικότητα, παραδομένος. Λείπει κάθε Απέναντι, κάθε χωρισμός για τον οποίο εγώ είμαι εγώ και το πράγμα είναι πράγμα, και όπου η σχέση ανθρώπου και πράγματος θα διαμεσολαβούνταν από ένα τρίτο, π.χ. την αίσθηση. Εδώ το Μεταξύ ανθρώπου και πράγματος είναι κενό: ένα Τίποτε μεταξύ ανθρώπου και πράγματος. Μέσα από τον Παρμενίδη: το αυτον, κυριολεκτικά, ούτε καν ως ουσιακή αλληλέχεια (Heidegger).
Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για την πράξη της ονομασίας στην άκρα της πληρότητα. Η διαφορά είναι ότι στον ασθενή το όνομα είναι το απορούμενο, καθότι ο χαμός του ρολογιού και του εαυτού του συμβαίνει μαζύ με το κράτημα στο ρολόι και στον εαυτό του· στο χαϊκού είναι παρόν και αγαπημένο.]
[...] Η τέχνη της ερμηνείας είναι η τέχνη του σωστού ερωτήματος. Στο περιστατικό που συζητήθηκε, δεν πρόκειται ούτε για τον χρόνο ούτε για την δομή του χρόνου αλλα για την διαφορετική σχέση με το ρολόι του τοίχου και το απλώς ρολόι, που κανένα τους δεν εννοείται ως μέτρηση του χρόνου. Σύμφωνα μ’ αυτό ο τίτλος του άρθρου «Δομή του χωρο-χρόνου και διαταραχή της σκέψης» είναι παραπλανητικός. Σε μια ερμηνεία το προκείμενο δεν είναι καταρχήν να εξηγηθεί κάτι, αλλά να ιδωθεί το φαινομενολογικό δεδομένο. [...] Η διευκρίνιση του κειμένου ήταν ωστόσο μόνον μια χονδροειδής προσπάθεια να δειχτεί πως πρέπει κανείς να ξεκινά σε μια ερμηνεία: όχι να προσβλέπει σ’ ένα υποτιθέμενο «εσωτερικό βίωμα» αλλά να ερωτά πώς καθορίζεται η αναφορά στα πράγματα, πώς το γνήσιο πράγμα είναι μία παραπομπή σε κόσμο. [...] Κατά την ερμηνεία του κειμένου ήταν ουσιαστική καταρχήν η ανακάλυψη ότι δεν πρόκειται για δύο διαφορετικά ρολόγια αλλά για το ίδιο ρολόι του τοίχου το οποίο όμως σ’ αυτόν, στον ασθενή, την μία φορά δίνεται ως ρολόι του τοίχου, την άλλη φορά τον αιχμαλωτίζει και τον καταβροχθίζει μόνον ως απλώς ρολόι πλέον. Μόνον όπου πρόκειται για κάτι ταυτόσημο με τον εαυτό του, μπορεί να αφορά τον άνθρωπο κατά διαφορετικό, «διασπασμένο» τρόπο.