wittgenstein, ιδιωτικη γλωσσα

2018




[23]

"Γνωριζω οτι βρισκομαι σ' αυτην και σ' αυτην την κατασταση."

[...]

Πρωτον: ποιο ειναι λοιπον το υποκειμενο αυτων των συνειδησιακων καταστασεων; Εδω μπορω κατευθειαν να αναφερω δυο απαντησεις που βρισκουμε στην φιλοσοφικη βιβλιογραφια. Η πρωτη, παλαιοτερη, αντιληψη ειναι οτι προκειται για κατι που ειναι αποκλειστικα το υποκειμενο των συνειδησιακων καταστασεων και στο οποιο γι' αυτον τον λογο εχει προσβαση μονον αυτο το ιδιο. Στην φιλοσοφια αυτο το υποκειμενο σημαινεται με εκφρασεις που ετσι δεν εμφανιζονται στην φυσικη γλωσσα αλλα προκυπτουν απο ουσιαστικοποιησεις εκφρασεων της φυσικης γλωσσας: ετσι μιλουμε για το συνειδεναι (συνειδηση) και ιδιαιτερα για το εγω η και για τον εαυτο. Η δευτερη δυνατη αντιληψη ειναι αυτη που καθισταται ευλογη απο τον τροπο με τον οποιο μιλουμε, και τον οποιο πρωτα ο Wittgenstein επανεφερε στην φιλοσοφια. Συνισταται στο οτι οταν λεω "ειμαι λυπημενος", με την λεξη "εγω" σ' αυτην την φραση εννοω τον ιδιο τον οποιο εσεις εννοειτε οταν λετε "ο κυριος Tugendhat ειναι λυπημενος". Το οτι ετσι μιλαμε δεν υποκειται σε καμια αμφιβολια [...] Oταν αυτος, που εννοω με το "εγω", ειναι ο ιδιος που εσεις εννοειτε με "Tugendhat", τοτε αυτο φυσικα σημαινει πως το υποκειμενο των συνειδησιακων μου καταστασεων δεν ειναι μονο το υποκειμενο των συνειδησιακων μου καταστασεων γιατι τοτε βεβαια εσεις δεν θα μπορουσατε να γνωριζετε γι' αυτο το υποκειμενο τιποτα. Πρεπει λοιπον να ειναι μια σωματικη, χωροχρονικα διυποκειμενικα ταυτοποιησιμη οντοτητα.

Δεν ζηταει να εξηγησει το "αναφερεται", λες και δεν το ξεραμε, λες και δεν κινουμασταν απο παντα μεσα σ' αυτες τις αναφορες, αλλα ζηταει μονον να το περιγραψει, αυτο που ειναι ηδη εδω. Γι' αυτο και η ερωτηση "Πως αναφερονται οι λεξεις σε αισθησεις;" ειναι ιδια μ' αυτην: "Πως γνωριζει κανεις την σημασια (τωρα = χρηση!) ονοματων απο αισθησεις;" Που και παλι δεν ζητειται εξηγηση, αλλα η περιγραφη: Πως μαθαινω την χρηση της λεξης "πονος"; Πως μαθαινω σε καποιον την χρηση της λεξης "πονος"; Τοτε η λεξη "πονος" δεν ειναι παρα μια νεα συμπεριφορα πονου. Δεν "σημαινει" τιποτα. Αντικαθιστα την "φυσικη εκφραση της αισθησης", που για τον πονο π.χ. ειναι η κραυγη. Η "φυσικη εκφραση" ειναι για την εκμαθηση της λεξης το "κριτηριο".

"Πονος" ειναι λοιπον το ιδιο με "συμπεριφορα" του πονου; Ειναι ο Wittgenstein συμπεριφοριστης; οχι. Ο πονος "δεν ειναι κατι, ομως δεν ειναι και τιποτα". Και για ο,τι κανεις δεν μπορει να μιλησει, πρεπει να σωπαινει, και να σωπαινει αληθινα: ακομα και η προηγουμενη φραση για τον πονο λεει παρα πολλα. [20]

Konstantin Gemenetzisto Wittgenstein in Greece

27.3

Θα μπορουσε το αρρητο της μορφης ζωης που ο Β. αποκαλει "ιδιωτικη γλωσσα" να αφορα οσα ακριβως μας συμβαινουν και απεναντι στα οποια μενουμε αναυδοι (αν-αυδοι) - ο πονος, η τρελα, ο ερωτας, το ονειρο, ο θανατος; Εν ολιγοις καθε φορα που συναπανταται ενα Αλλο; Ομως σημαινουν τετοια συναπαντηματα και ιδιωτικοτητα, δηλαδη αδυναμια μιας καποιας επικοινωνιας;

Miltos Theodossiou Μου αρέσει η έκφραση "το άρρητο της μορφής ζωής", αλλά δυσκολεύομαι να δω την ιδιωτική γλώσσα (που είναι μια φαντασία) σε αυτό. Για την ιδιωτική γλώσσα γράφει: "Die Wörter dieser Sprache sollen sich auf das beziehen, wovon nur der Sprechende wissen kann; auf seine unmittelbaren, privaten, Empfindungen. Ein Anderer kann diese Sprache also nicht verstehen.."(Φιλ. έρ. 243). Όλα τα άλλα είναι απλώς γλώσσα, όχι "μη ιδιωτική" (ή "δημόσια") γλώσσα. Πόνος, τρέλα, όνειρο, "όλα κυοφορούνται μες στη γλώσσα", αλλιώς ούτε να τα επερωτήσουμε θα μπορούσαμε. Από την άλλη, αν κάτι δεν ανήκει στη γλώσσα, αυτό είναι σίγουρα η ωμή βία. Μερικές φορές η συναπάντηση με τον Άλλο περιλαμβάνει κι αυτό.

Konstantin Gemenetzis Μιλτο, το σχολιο σου με βοηθα να δω καθαροτερα το δικο μου ζητουμενο. Μεταφραζω προχειρα το παραθεμα:

"Οι λεξεις τουτης της γλωσσας υποτιθεται οτι αναφερονται σ' αυτο το οποιο μονο ο ομιλων μπορει να γνωριζει - τις αμεσες, ιδιωτικες του αισθησεις. Ενας αλλος λοιπον δεν μπορει να κατανοησει αυτην την γλωσσα."

Καταρχην, και νομιζω οτι σ' αυτο κατατεινει ο Β., σιγουρα δεν υπαρχουν "αμεσες, ιδιωτικες αισθησεις", τις οποιες "μονο ο ομιλων μπορει να γνωριζει". Ομως παλι, αυτο διολου δεν συνεπαγεται οτι "όλα κυοφορούνται μες στη γλώσσα".

Η μητρα, στην οποια "κυοφορουνται" τα φαινομενα που ανεφερα παραδειγματικα (ο πονος, η τρελα, ο ερωτας, το ονειρο, ο θανατος), ειναι ενας ενδιαμεσος χωρος μεταξυ λογου και σιωπης. Ο Ηρακλειτος χρησιμοποιει την λεξη "σημαινω": ουτε λεγω ουτε κρυβω. Αναφερεται μεν στον "ανακτα" του δελφικου μαντειου, τον Απολλωνα, ομως θα μπορουσαμε να πουμε και γενικοτερα πως το Αλλο, ως Αλλο, "σημαινει" - μιλαει σωπαινοντας, σωπαινει μιλωντας. Συναπαντημα με ενα(ν) Αλλο ειναι τα φαινομενα που αναφερθηκαν.

Η καθαρα γλωσσικη επικοινωνια ειναι μονον η, στον ακραιο βαθμο ηλεκτρονικη, μεταδοση πληροφοριων. Κατα τα αλλα, γελιομαστε αν νομιζουμε οτι επικοινωνουμε αποκλειστικα γλωσσικα. Και αυτο το νομισμα δινει λαβη σε ατελειωτες παρανοησεις.

Αν δεν κανω λαθος, η περιοχη των σηματων διαφευγει του Β. Διαφορετικα δεν θα εθετε ενα τοσο απολυτο οριο μεταξυ γλωσσας και σιωπης, οπως στην τελευταια φραση του Tractatus: "Για ο,τι δεν μπορεις να μιλησεις, πρεπει να σιωπας."

Αλλο, η καταδειξη του ανοητου, εκει που λεμε παρα πολλα, αλλο αυτο που μου ειπε καποτε μια γυναικα σε ωρα αναλυσης, και παρακαλω να μην ακουστει "μεταφορικα":

- Ακουμπησε τα χερια του στην πλατη μου, και μιλαγανε. Μιλαγανε.

[6] Κλιματικα φαινομενα

[...] Εδω θα ηθελα να εννοησω αυτο το φυσικο περιβαλλον του ανθρωπου οχι ως "φυση" αλλα ως "κλιμα" (fūdo) [...]

Ολοι μας ζουμε σε μια ορισμενη χωρα, το φυσικο περιβαλλον της οποιας μας "περιβαλλει", ειτε το θελουμε ειτε οχι. Αυτο ειναι για τον κοινο νου ενα αδιαμφισβητητο γεγονος. Ετσι κατα κανονα παρατηρουμε αυτο το φυσικο περιβαλλον ως ποικιλλα φυσικα φαινομενα και προσπαθουμε να βρουμε τι επιδραση ασκουν σ' "εμας", αφενος "εμας" ως βιολογικα και φυσικα αντικειμενα, αφετερου "εμας" ως δρωντες στην πραξη, που αναλαμβανουμε τη διαμορφωση μιας κοινωνιας, π.χ. ενος κρατους. Καθε μια απο αυτες τις επιδρασεις ειναι τοσο περιπλοκη που θα χρειαζονταν μια ξεχωριστη εξειδικευμενη ερευνα. Παντως εδω μας απασχολει το ερωτημα, αν το κλιμα (fūdo) ως αμεσο, καθημερινο δεδομενο μπορει διχως αλλο να εξομοιωθει με ενα φυσικο φαινομενο. Βεβαιως δεν θα υπηρχε καμια ενσταση να χειριζεται η φυσικη επιστημη το κλιμα ως φυσικο φαινομενο, ομως ειναι αλλη υποθεση, αν τα κλιματικα φαινομενα μπορουν να ειναι ως προς την ουσια τους αντικειμενο επιστημονικης θεωρησης.

Για να ακολουθησουμε αυτο το ερωτημα, θα στραφουμε σ' ενα οπως φαινεται τελειως σαφες φαινομενο, αυτο του κρυου, το οποιο παντως δεν ειναι παρα ενα στοιχειο σε ενα κλιμα. Το οτι νοιωθουμε κρυο ειναι ενα αδιαμφισβητητο γεγονος. Ομως τι ειναι αυτο το κρυο που αισθανομαστε; "Κρυο" σημαινει για παραδειγμα οτι ο αερας μιας ορισμενης θερμοκρασιας, δηλαδη το κρυο ως φυσικο αντικειμενο, ερεθιζει τα αισθητηρια οργανα του σωματος μας ετσι ωστε εμεις, ως ψυχολογικα υποκειμενα, να το εμπειρωμαστε ως μια ορισμενη ψυχολογικη κατασταση; Αν ηταν ετσι, τοτε αυτο θα ειχε ως επακολουθο το οτι "κρυο" και "εμεις" υφισταμεθα χωριστα και ανεξαρτητα μεταξυ μας, και μαλιστα ετσι ωστε μονον οταν το κρυο επιδρα σ' εμας απο εξω, θα προεκυπτε μια "αναφορικη" σχεση η οποια θα μας εκανε να "παγωνουμε". Ιδωμενο ετσι, θα ηταν σωστο να μιλαμε για μια επιδραση του κρυου επανω μας.

Ομως εχουν οντως ετσι τα πραγματα; Πως μπορουμε να γνωριζουμε μια ανεξαρτητη παρουσια του κρυου προτου κρυωσουμε; Δεν μπορουμε. Πρωτα νοιωθοντας κρυο αναγνωριζουμε οτι υπαρχει κατι σαν κρυο. Η παρασταση οτι το κρυο μας ερχεται απο εξω, παραγνωριζει την αναφορικη σχεση, η οποια βασικα δεν προκυπτει δια του οτι πρωτα ενα αντικειμενο προσπιπτει απο εξω. Καθοσον προκειται για την ατομικη συνειδηση, το υποκειμενο ως αυτο τουτο εχει ηδη αυτην την αναφορικη δομη, και ως αυτο τουτο ειναι ηδη "στραμμενο προς κατι". Η αισθηση "να νοιωθεις κρυο" δεν ειναι κανενα "σημειο", απο το οποιο ξεκινωντας το υποκειμενο παραγει μια σχεση στρεφομενη προς το κρυο, αλλα ως αισθηση απο κατι ειναι ηδη μια σχεση, και ακριβως σ' αυτην την σχεση αντιλαμβανομαστε πρωτα το κρυο. Επομενως η αναφορικοτητα ως δομη σχεσης ειναι η δομη ενος υποκειμενου το οποιο βρισκεται σε σχεση με το "κρυο". Το οτι "αισθανομαστε κρυο" ειναι καταρχην και πρωτιστως μια τετοια "αναφορικη" εμπειρια.

Τωρα κανεις θα μπορουσε να αντιτεινει οτι σ' αυτην την περιπτωση το κρυο ειναι απλα ενα σημειο της υποκειμενικης εμπειριας· τοτε το ετσι αναγνωρισμενο κρυο θα ηταν μονο κρυο μεσα "μας". Και ομως αυτο που ονομαζουμε κρυο δεν ειναι απλα κρυο μεσα "μας" αλλα ενα αντικειμενο που υπερβαινει το "εμεις" και οχι απλη αισθηση μας. Πως ομως μπορει μια υποκειμενικη εμπειρια να υπεισελθει σε μια σχεση με ενα υπερβατικο αντικειμενο; Η: Πως συμπεριφερεται η αισθηση του κρυου (μεσα μας) με το κρυο εξω στον αερα κλπ.;

Αυτη η ερωτηση περιεχει μια παρανοηση ως προς το στην αναφορικη σχεση αναφερομενο. Το αντικειμενο αναφορας δεν ειναι καποιο ψυχολογικο περιεχομενο, γι' αυτο και το κρυο ως εμπειρια ανεξαρτητη απο το αντικειμενικο κρυο δεν ειναι αντικειμενο αναφορας. Οταν νοιωθουμε κρυο, τοτε δεν το νοιωθουμε ως "αισθηση" κρυου αλλα, ως "κρυο του εξωτερικου αερα", ακριβως αμεσα ως κρυο. Με αλλα λογια, το κρυο που νοιωθουμε στην αναφορικη εμπειρια δεν ειναι τιποτα "υποκειμενικο" αλλα κατι αντικειμενικο. Ετσι μπορει να ειπωθει οτι μια αναφορικη εμπειρια, οπως στην εμπειρια του κρυου, ηδη αναφερεται στο κρυο του εξωτερικου αερα. Κρυο ως κατι που υπαρχει υπερβατικα, γινεται δυνατο μονο σ' αυτην την αναφορικοτητα. Γι' αυτο η ερωτηση πως η αισθηση του κρυου (μεσα μας) σχετιζεται με το κρυο του εξωτερικου αερα, δεν μπορει καν να τεθει.

Σ' αυτην την οπτικη, η συνηθισμενη διακριση μεταξυ "υποκειμενου" και "αντικειμενου", επομενως και αυτη μεταξυ "του κρυου" και "εμας" ως μεγεθων που υπαρχουν ανεξαρτητα το ενα απο το αλλο, ειναι μια παρανοηση. Την στιγμη που νοιωθουμε κρυο, ειμαστε βεβαια ηδη εκτεθειμενοι στον κρυο αερα. Να περιερχεσαι σε μια σχεση με το κρυο δεν θα πει παρα το οτι εμεις οι ιδιοι εχουμε ηδη εξελθει στο κρυο. Μ' αυτην την εννοια, οπως τονιζει ο Heidegger, ο τροπος της υπαρξης μας χαρακτηριζεται απο την "εκ-σταση", η, οπως θα λεγαμε, απο την αναφορα.

[...] Νοιωθουμε το κρυο, ανακαλυπτουμε τον εαυτο μας στο κρυο καθαυτο. Ομως αυτο δεν σημαινει οτι μετατεθηκαμε στο κρυο, για να ανακαλυψουμε κατοπιν τον εαυτο μας ως κατ' αυτον τον τροπο μετατεθειμενο εξω. Διοτι την στιγμη στην οποια το κρυο γινεται πρωτη φορα αντιληπτο, εχουμε βεβαια ηδη εξελθει στο κρυο. Γι' αυτο και το "εξωθεν ον" ως προς την ουσια του δεν ειναι ενα πραγμα η ενα αντικειμενο αποκαλουμενο "κρυο", αλλα αυτο το "εξωθεν ον" ειμαστε εμεις οι ιδιοι. Η "εκ-σταση", το εξερχεσθαι, ειναι η θεμελιακη αρχη της υπαρξης μας, η αρχη στην οποια εγκειται η αναφορικοτητα. Η αισθηση του κρυου ειναι μια αναφορικη εμπειρια στην οποια αναγνωριζουμε τον εαυτο μας ως ηδη εξελθοντες στο κρυο.

Προηγουμενως ειδαμε την εμπειρια του κρυου στην οπτικη της ατομικης συνειδησης. Ομως καθως μπορουμε αναντιρρητα να χρησιμοποιησουμε την εκφραση "κρυωνουμε", τουτο σημαινει οτι δεν νοιωθω κρυο "εγω" μονο, αλλα "εμεις" απο κοινου. Γι' αυτο και κατα τον καθημερινο χαιρετισμο μπορουμε να χρησιμοποιουμε εκφρασεις που αναφερονται στην περιγραφη του κρυου. Το οτι ο καθενας αισθανεται το κρυο διαφορετικα, ειναι δυνατο πρωτιστως στη βαση μιας κοινης αισθησης. Χωρις αυτην την κοινη βαση, η γνωση οτι και οι αλλοι εμπειρωνται κρυο δεν θα ηταν καν δυνατη. Κατα τουτο εκεινος ο οποιος εχει εξελθει στο κρυο δεν ειναι μονον "εγω" αλλα και "εμεις", και ακριβεστερα, "εγω" ως "εμεις" και "εμεις" ως "εγω" βρισκομαστε εξω στο κρυο. Τουτο το "εμεις", και οχι το απλως "εγω" ειναι αυτο για το οποιο το "εξερχεσθαι" ειναι η θεμελιακη υπαρξιακη δομη. Το "εξερχεσθαι" δεν συνισταται κατα πρωτον στην εξοδο σε κατι οπως το κρυο, αλλα στο αλλο "εγω". Αυτο δεν ειναι πλεον μια αναφορικη σχεση αλλα μια αμοιβαια σχεση την οποια χαρακτηριζω με την εννοια του "μεταξυ". Και αυτο που ανακαλυπτουμε στο κρυο ως τον εαυτο μας, ειναι αυτη η πρωταρχικη σχεση του "μεταξυ".

Πλανη - Εαυτος

Πλανη ΕΛΛ.pdf

Η φραση του Πρωταγορα λεει: μέτρον πάντων χρημάτων ἄνθρωπος, τῶν μὲν ὄντων ὡς ἔστιν, τῶν δὲ οὐκ ὄντων ὡς οὐκ ἔστιν (πβλ. Πλατων, Θεαιτητος 152a). "Ολων των πραγματων (αυτων δηλαδη τα οποια ο ανθρωπος εχει κατα την χρηση και ετσι συνεχως τριγυρω του, χρήματα χρήσθαι) το μετρο ειναι ο (καθεκαστος) ανθρωπος, των παροντων, που ειναι παροντα ετσι οπως ειναι παροντα, αλλα και εκεινων στα οποια η παρουσια ειναι αποκλεισμενη και που δεν ειναι παροντα." Εδω το ον, το Ειναι του οποιου κρινεται, εννοειται ως το αφ' εαυτου παρον στον περιγυρο του ανθρωπου. Ομως ποιος ειναι ο ανθρωπος; Ο Πλατων στο ιδιο σημειο μας το επισημαινει καθως βαζει τον Σωκρατη να λεει: οὐκοῦν οὕτω πως λέγει, ὡς οἷα μὲν ἕκαστα ἐμοὶ φαίνεται τοιαῦτα μὲν ἔστιν ἐμοί, οἷα δὲ σοί, τοιαῦτα δὲ αὖ σοί: ἄνθρωπος δὲ σύ τε κἀγώ; "Αυτο (ο Πρωταγορας) δεν το εννοει καπως ετσι; Οπως μου δειχνεται καθε φορα το καθενα, τετοια ειναι η μορφη του (και) για μενα, ομως οπως δειχνεται σ' εσενα, τετοιο ειναι παλι για σενα; Ομως ανθρωπος εισαι τοσο εσυ οσο κι εγω."

Επομενως ο ανθρωπος ειναι ο καθεκαστος (εγω κι εσυ και αυτος και αυτη). Και αυτο το ἐγώ δεν συμπιπτει λοιπον με το ego cogito του Descartes;

Για τον Πρωταγορα παραμενει μεν το ον σε αναφορα προς τον ανθρωπο ως έγώ. Τι ειδους ειναι αυτη η αναφορα στο εγω; Το έγώ διαγει στον περιγυρο του α-ληθους το οποιο του εχει καταμεριστει. Κατ' αυτον τον τροπο προσλαμβανει τα παντα σ' αυτον τον περιγυρο ως οντα. Η προσληψη των παροντων εδραζεται στο διαγειν εν μεσω του περιγυρου της α-ληθειας. Δια του διαγειν παρα τα παροντα, το Εγω ανηκει στα παροντα. Αυτο το ανηκειν στο ανοιχτο των παροντων το οριοθετει απεναντι στα αποντα. Μεσα απο αυτο το οριο ο ανθρωπος προσδεχεται και διαφυλαγει το μετρο για αυτο που ειναι παρον και απον. Με εναν περιορισμο στο εκαστοτε α-ληθες δινεται στον ανθρωπο το μετρο το οποιο καθε φορα περιοριζει εναν καθεαυτον σ' αυτο η σ' εκεινο. Ο ανθρωπος δεν θετει μεσα απο μια απομονωμενη εγωτητα το μετρο, στο οποιο εχει να αρμοστει καθε ον στο Ειναι του. Ο ανθρωπος της ελληνικης θεμελιακης σχεσης με το ον και την α-ληθεια του ειναι μέτρον καθοσον αναλαμβανει τον μετριασμο στον εγωειδως περιορισμενο περιγυρο της α-ληθειας και ετσι αναγνωριζει την ληθη του οντος και την απροσδιοριστια ως προς την παρουσια, η την απουσια του, συναμα ως προς την οψη του ουσιωνομενου. Εξ ου και ο Πρωταγορας λεει (Diels, Fragmente der Vorsokratiker; Protago-ras B, 4): Περὶ μὲν θεῶν οὐκ ἔχω εἰδέναι, οὔθ' ὡς εἰσὶν οὔθ' ὡς οὐκ εἰσὶν οὔθ' ὁποῖοί τινες ἰδέαν "Για μεν τους θεους δεν ειμαι σε θεση να γνωριζω (δηλ. ελληνικα: να παιρνω κατι "υπ-οψη") κατι, ουτε οτι ειναι, ουτε οτι δεν ειναι, ουτε πως ειναι στην οψη (ἰδέα)."

πολλὰ γὰρ τὰ κωλύοντα εἰδέναι, ἥ τ' ἀδηλότης καὶ βραχὺς ὤν ὁ βίος τοῦ ἀνθρώπου. "Καθοτι ειναι πολλα και ποικιλλα που εμποδιζουν να προσλαβεις το ον ως ον: τοσο το αδηλο (ληθη) του οντος οσο και η βραχυτητα του δρομου της ιστοριας του ανθρωπου."

Ειναι να απορουμε για το οτι ο Σωκρατης, εμπρος σ' αυτην την στοχαστικοτητα του Πρωταγορα, λεει γι' αυτον (Πλατων, Θεαιτητος 152 b): εἰκὸς μέντοι σοφὸν ἄνδρα μὴ ληρεῖν. "Φαινεται οτι (ο Πρωταγορας) ως σοφος (στον λογο του για τον ανθρωπο ως μέτρον) δεν παραληρει.";

Η μεταφυσικη θεμελιακη θεση του Πρωταγορα ειναι ενας περιορισμος μονο, και τουτο θα πει διατηρηση ακομα της θεμελιακης θεσης του Ηρακλειτου και του Παρμενιδη. Η σοφιστεια ειναι δυνατη μονον στο εδαφος της σοφίας, δηλ. της ελληνικης παραθεσης του Ειναι ως παρουσια και της αληθειας ως α-ληθειας, η οποια α-ληθεια καθεαυτην παραμενει ουσιαστικος προσδιορισμος του Ειναι, και τουτο ειναι ο λογος για τον οποιο τα παροντα οριζονται μεσα απο την α-ληθεια και το παρειναι απο το α-ληθες ως αυτο τουτο. Ομως ποσο μακρια βρισκεται ο Descartes απο την απαρχη της ελληνικης νοησης, ποσο αλλιως ειναι η παραθεση του ανθρωπου που τον παρασταινει ως το υποκειμενο;

Πως φτανει καν το ον να παραθετει τον εαυτο του ως Subjectum και κατ' ακολουθια το υποκειμενικο να αποληγει σε μια κυριαρχια; Διοτι μεχρι τον Descartes και εντος της μεταφυσικης του το ον, καθοσον ειναι ον, ειναι sub-jectum (ύπο - κείμενον), ενα αφ' εαυτου του προκειμενο, το οποιο ως αυτο τουτο συγχρονως υποκειται των σταθερων του ιδιοτητων και μεταβαλλομενων καταστασεων. Η πρωτοκαθεδρια ενος διακριτου, καθοτι απο ουσιαστικης αποψεως απολυτου Sub-jectum (υποκειμενου ως θεμελιο) εκπηγαζει απο την αξιωση του ανθρωπου για ενα fundamentum absolutum inconcussum veritatis (για ενα κειμενο στον εαυτο του, αδιασειστο θεμελιο της αληθειας με την εννοια της βεβαιοτητας). Για ποιον λογο και με ποιον τροπο αυτη η αξιωση φερεται προς την οριστικη της πραγματοποιηση; Η αξιωση προερχεται απο εκεινη την απελευθερωση του ανθρωπου, κατα την οποια αυτος ελευθερωνεται, απο την δεσμευση στην χριστιανικη αληθεια της αποκαλυψης και της εκκλησιαστικης διδαχης, προς την νομοθεσια για τον εαυτο του η οποια στηριζεται στον εαυτο της. Μ' αυτην την απελευθερωση η ουσια της ελευθεριας, δηλ. του δεσμου σε κατι δεσμευτικο, τιθεται εκ νεου. Ομως επειδη συμφωνα με την νεα ελευθερια ο απελευθερουμενος ανθρωπος θετει το δεσμευτικο ο ιδιος, αυτο πλεον μπορει να οριζεται διαφορετικα. Το δεσμευτικο μπορει να ειναι η ανθρωπινη διανοια και ο νομος της, η το απο μια τετοια διανοια δομουμενο και ως αντικειμενο τακτοποιουμενο ον, η εκεινο το χαος το οποιο σε μια εποχη απαιτειται να δαμαστει και πρεπει καταρχην να το κυριαρχησει η αντικειμενοποιηση.

Παντως αυτη η απελευθερωση ελευθερωνεται, διχως να το γνωριζει, και σημερα απο την δεσμευση της αληθειας της αποκαλυψης, στην οποια για τον ανθρωπο βεβαιωνεται και διασφαλιζεται η σωτηρια της ψυχης του. Η απελευθερωση απο την εξ αποκαλυψεως βεβαιοτητα της σωτηριας επρεπε επομενως να ειναι εν εαυτη απελευθερωση προς μια βεβαιοτητα στην οποια ο ανθρωπος διασφαλιζει το αληθες ως το εγνωσμενο της δικης του γνωσης. Αυτο ηταν δυνατο μονον δια του οτι ο απελευθερουμενος ανθρωπος εγγυαται ο ιδιος την βεβαιοτητα του γνωστεου. Ομως κατι τετοιο μπορουσε να συμβει μονον καθοσον ο ανθρωπος εκρινε απο μονος του και για τον εαυτο του τι εχει να ειναι γνωστεο και τι εχει να σημαινει γνωση και διασφαλιση του εγνωσμενου, δηλ. βεβαιοτητα. Η μεταφυσικη αποστολη του Descartes εγινε αυτη: να δημιουργησει το μεταφυσικο θεμελιο για την απελευθερωση του ανθρωπου ως του αυτοπροσδιορισμου του βεβαιου για τον εαυτο του. Ομως αυτο το θεμελιο δεν επρεπε μονον να ειναι ενα βεβαιο, αλλα επρεπε, καθως καθε πηγη ενος μετρου απο αλλες περιοχες ηταν αποκλεισμενη, να ειναι συναμα τετοια ωστε μ' αυτο το θεμελιο να τεθει η ουσια της απαιτουμενης ελευθεριας ως βεβαιοτητα του εαυτου του. Παντως καθε τι το βεβαιο αφ' εαυτου του πρεπει συναμα να διασφαλιζει ως βεβαιο εκεινο το ον για το οποιο μια τετοια γνωση εχει να ειναι βεβαιη και δι' αυτης να διασφαλιζεται καθε γνωστεο. Το fundamentum, το θεμελιο αυτης της ελευθεριας, το υπο-κειμενο της, το Subjectum πρεπει να ειναι κατι βεβαιο, το οποιο να επαρκει για τα ουσιαστικα απαιτουμενα που αναφερθηκαν. Αναγκαιο γινεται ενα Subjectum διακριτο σ' ολες αυτες τις οπτικες. Ποιο ειναι αυτο το βεβαιο που δομει το θεμελιο και παρεχει το θεμελιο; Το ego cogito (ergo) sum. Το βεβαιο ειναι μια προταση που λεει οτι, συγχρονως (συναμα και συγχρονως) με την νοηση του ανθρωπου, αυτος ο ιδιος ειναι αδιαμφισβητητα συμπαρων, δηλ. τωρα: δινεται μαζι καθεαυτον.

Free Association / Ελευθερος συνειρμος

06 Ελευθερος συνειρμος

Κωστας Γεμενετζης, Στον κηπο του Wittgenstein

Στον κηπο του Wittgenstein
Ο Wittgenstein δια στοματος ενος ψυχαναλυτη