πολλα τα δεινα…

332-375



Πολλα τα δεινα...

Πολλα τα δεινα… (Αντιγονη, στ. 332-375)

αρχαιο κειμενο


πολλὰ τὰ δεινὰ κοὐδὲν ἀνθρώπου δεινότερον πέλει.

335τοῦτο καὶ πολιοῦ πέραν πόντου χειμερίῳ νότῳ

χωρεῖ, περιβρυχίοισιν

περῶν ὑπ᾽ οἴδμασιν.

θεῶν τε τὰν ὑπερτάταν, Γᾶν

ἄφθιτον, ἀκαμάταν, ἀποτρύεται

ἰλλομένων ἀρότρων ἔτος εἰς ἔτος

340ἱππείῳ γένει πολεύων.

κουφονόων τε φῦλον ὀρνίθων ἀμφιβαλὼν ἄγει

345καὶ θηρῶν ἀγρίων ἔθνη πόντου τ᾽ εἰναλίαν φύσιν

σπείραισι δικτυοκλώστοις,

περιφραδὴς ἀνήρ:

κρατεῖ δὲ μηχαναῖς ἀγραύλου

350θηρὸς ὀρεσσιβάτα, λασιαύχενά θ᾽

ἵππον ὀχμάζεται ἀμφὶ λόφον ζυγῶν

οὔρειόν τ᾽ ἀκμῆτα ταῦρον.

καὶ φθέγμα καὶ ἀνεμόεν φρόνημα καὶ ἀστυνόμους

ὀργὰς ἐδιδάξατο καὶ δυσαύλων

πάγων ὑπαίθρεια καὶ δύσομβρα φεύγειν βέλη

παντοπόρος: ἄπορος ἐπ᾽ οὐδὲν ἔρχεται

360τὸ μέλλον: Ἅιδα μόνον φεῦξιν οὐκ ἐπάξεται:

νόσων δ᾽ ἀμηχάνων φυγὰς ξυμπέφρασται.

σοφόν τι τὸ μηχανόεν τέχνας ὑπὲρ ἐλπίδ᾽ ἔχων

τοτὲ μὲν κακόν, ἄλλοτ᾽ ἐπ᾽ ἐσθλὸν ἕρπει,

νόμους γεραίρων χθονὸς θεῶν τ᾽ ἔνορκον δίκαν,

370ὑψίπολις: ἄπολις ὅτῳ τὸ μὴ καλὸν

ξύνεστι τόλμας χάριν. μήτ᾽ ἐμοὶ παρέστιος

375γένοιτο μήτ᾽ ἴσον φρονῶν ὃς τάδ᾽ ἔρδει.

η μεταφραση του Heidegger


Vielfältig das Unheimliche, nichts doch über den Menschen hinaus Unheimlicheres ragend sich regt.

Der fährt aus auf die schäumende Flut beim Südsturm des Winters und kreuzt zwischen den in die Tiefe sich reißenden Wogen.

Der Götter auch die erhabenste, die Erde, abmüdet er die unzerstörlich Mühelose, umstürzend sie von Jahr zu Jahr, hintreibend und her mit den Rossen die Pflüge.

Auch den leichtschwebenden Vogelschwarm umgarnt er und jagt das Tiervolk der Wildnis und des Meeres einheimisch Gewoge der umher sinnende Mann.

Er überwältigt mit Listen das Tier, das nächtigt auf Bergen und wandert, den rauhmähnigen Nacken des Rosses und den niebezwungenen Stier mit dem Holze umhalsend zwingt er ins Joch.


Auch in das Getöne des Wortes und ins windige Allesverstehen fand er sich, auch in den Mut der Herrschaft über die Städte.

Auch wie er entfliehe, hat er bedacht, der Aussetzung unter die Pfeile der Wetter, der ungattigen auch der Fröste.

Überall hinausfahrend unterwegs erfahrungslos ohne Ausweg kommt er zum Nichts.

Dem einzigen Andrang vermag er, dem Tod, durch keine Flucht je zu wehren, sei ihm geglückt auch vor notvollem Siechtum geschicktes Entweichen.

Gewitziges wohl, weil das Gemache des Könnens, über Verhoffen bemeisternd verfällt er einmal auf Arges gar, Wackeres zum anderen wieder gerät ihm.

Zwischen die Satzung der Erde und den beschworenen Fug der Götter hindurch fährt er: Hochüberragend die Stätte, verlustig der Stätte ist er, dem immer das Unseiende seiend der Wagnis zugunsten.

Nicht werde dem Herde ein Trauter mir der, nicht auch teile mit mir sein Wähnen mein Wissen, der dieses führet ins Werk.

η μεταφραση του Heidegger ελληνικα

Πολύπτυχο το δεινό, μα απ’ όσα προβάλλουν και κινούνται τίποτα δεν είναι από τον άνθρωπο δεινότερο.


Τούτος ξανοίγεται στ’ αφρισμένα νερά με τον άγριο νοτιά του χειμώνα και ταξιδεύει στα χάσματα των κυμάτων.

Και των θεών την υπερτάτη, τη γη, την άφθαρτη, την ακάματη καταπονεί αναδεύοντάς την χρόνο με χρόνο σπρώχνοντας με τ' άλογα πέρα δώθε τα άροτρα.

Και τα σμήνη των πουλιών που αιωρούνται ανάλαφρα τα πιάνει στο δίχτυ και κυνηγά τα ζώα των αγριότοπων και ό,τι εντόπιο στο κύμα της θάλασσας ο περισπούδαστος άνθρωπος.

Μηχανεύεται δόλους και πιάνει το ζώο που πλανιέται και διανυκτερεύει στα όρη, τον δασύτριχο τράχηλο του αλόγου και τον αδάμαστο ταύρο περνώντας τους ξύλινο περιλαίμιο βάζει στον ζυγό.

Και τους φθόγγους των λέξεων και την ανεμάρπαστη γνώμη για όλα έμαθε, και το θάρρος να εξουσιάζει τις πόλεις.

Και πώς να ξεφεύγει σκέφτηκε την έκθεση στα περονιάσματα της καταιγίδας και των αφιλόξενων παγετών.

Παντού έξω καθοδόν σε πορείες, άπειρος δίχως διέξοδο φτάνει στο τίποτα.

Το μόνο απ' όσα ενσκήπτουν, τον θάνατο, δεν μπορεί ποτέ με κανένα τρόπο να αποφύγει, ακόμα κι αν το καταφέρει να γλιτώσει από αρρώστιες βαριές.

Και τέχνες, που μηχανεύεται και κατακτά ανέλπιδα, πότε του βγαίνουν σε κακό, άλλοτε πάλι κάτι γερό του πετυχαίνει.

Ανάμεσα στης γης τους θεσμούς και στων θεών την ένορκη αρμονία πορεύεται: Προβεβλημένος στον τόπο, άτοπος είναι τούτος, που γι' αυτόν το μη ον είναι πάντα ον χάρη στην τόλμη.

Μη μου γίνει συνέστιος αυτός ούτε και το φρόνημά του να μοιραστεί τη γνώση μου, αυτός που τέτοια τα έργα του.