Ποιηματα του Hölderlin σε μεταφρασεις μου

με μελοποιησεις του Wilhelm Killmayer





Ποιηματα

Da ich ein Knabe war . . . / Σαν ημουν αγορι ...

Σαν ημουν αγορι

 Συχνα μ’ εσωζε ενας θεος 

 Απο το κνουτο και τις φωνες των ανθρωπων,

  Επαιζα τοτε ησυχα και καλα

  Με τ’ ανθη του αλσους,

   Και τ’ αερακια τ’ ουρανου

    Παιζαν μαζι μου.


Κι οπως τερπεις

Την καρδια των φυτων

Οταν απλωνουν κατα σε

Τα τρυφερα χερια,


Ετσι ετερπες την καρδια μου

Πατερα Ηλιε! και, σαν τον Ενδυμιωνα,

Ο αγαπημενος σου ημουν,

Ιερη σεληνη!


Ω ολοι εσεις οι πιστοι

Φιλικοι θεοι!

Αν ξερατε

Ποσο σας αγαπησε η καρδια μου!


Βεβαια τοτε δεν σας καλουσα 

Μ’ ονοματα, κι ουτε κι εσεις

Ποτε μ' ονομασατε οπως οι ανθρωποι ονομαζονται μεταξυ τους

Σαν να γνωριζονταν.


Κι ομως σας γνωρισα καλυτερα

Απ’ οσο γνωρισα ποτε τους ανθρωπους,

Καταλαβαινα τη σιγαλια του αιθερα

Των ανθρωπων δεν καταλαβα τα λογια ποτε.


Μ’ αναθρεψε το ευηχο

Θροϊσμα του αλσους

Κι αναμεσα στα λουλουδια

Εμαθα ν’ αγαπω.


Στων θεων την αγκαλη μεγαλωσα.

Sokrates und Alcibiades / Σωκρατης και Αλκιβιαδης

"Γιατι ευνοεις, αγιε Σωκρατη

   Τουτον τον νεο συνεχεια; δεν ξερεις τιποτα μεγαλυτερο;

     Γιατι υψωνεται μ' αγαπη,

        Σαν προς θεους, το βλεμμα σου προς αυτον;"


Οποιος στοχαστηκε το πιο βαθυ αγαπα το πιο ζωντανο,

   Ωριμη νιοτη κατανοει οποιος ειδε τον κοσμο

     Και οι σοφοι κλινουν

        Στο τελος συχνα προς το ευμορφο.

Sophokles / Σοφοκλης

Πολλοι δοκιμασαν ματαια το πιο χαρουμενο χαρουμενα να το πουν,

Εδω μου μιλα επιτελους, εδω στο πενθος, μου φανερωνεται.

Hyperions Schiksaalslied / Το τραγουδι του Υπεριωνα  για τη μοιρα

Ψηλα πλανιεστε στο φως

 Σ' απαλο χωμα επανω μακαρια πνευματα!

  Ανεμοι λαμπυριζοντας των θεων

   Σας αγγιζουν αναλαφρα,

    Οπως τα δαχτυλα της αρτιστας

     Χορδες ιερες.


Ελευθεροι απο μοιρα, σαν το κοιμωμενο

 Βρεφος, ανασαινουν οι επουρανιοι,

  Φυλαγμενο απεριττα,

   Σε ταπεινο μπουμπουκι

    Ανθει αιωνια

     Το πνευμα σ' αυτους,

      Και τα μακαρια ματια

       Κοιτανε μεσα σε σιγαλη

        Αιωνια καθαροτητα.


Ομως σ' εμας δεν δοθηκε

 Τοπος γαληνης κανενας,

  Χανονται, πεφτουν

   Οι δολιοι οι ανθρωποι

    Τυφλα απο τη μια

     Ωρα στη αλλη,

      Σαν το νερο που πετιεται 

       Απο βραχο σε βραχο,

        Χρονια και χρονια στου αβεβαιου τον γκρεμο.

Απο το: Der Archipelagus / Το Αρχιπελαγος

Ομως εσυ, αθανατε, ακομη κι αν των Eλληνων το ασμα

Δεν σε υμνει, σαν αλλοτε, μες απ' τα κυματα σου, ω θεε της θαλασσας,

Ας ηχεις στην ψυχη μου ακομα συχνα, για να κινειται

Πανω απ' τα νερα χωρις φοβο το πνευμα, καθως ο κολυμβητης να ασκειται

Στων κραταιων τη νωπη ευτυχια, και των θεων την γλωσσα, την κινηση

Και τη γενεση να καταλαβαινει, και αν το ρευμα του χρονου

Με υπερμετρη βια με παρασερνει και η αναγκη κι η πλανη 

Των θνητων την θνητη μου συγκλονιζει ζωη

Τη γαληνη στα βαθη σου ν' αναλογιζομαι αφησε με.


Μα επειδη ειναι τοσο κοντα οι παροντες θεοι

Εγω πρεπει να 'μαι λες κι ητανε μακρια, και σκοτεινο μεσα σε συννεφα

Πρεπει τ' ονομα τους να ειναι για μενα· το πρωινο μονο προτου

Λαμψει, το μεσημερι πριν η ζωη πυρωσει

Μοναχος μου τους ονομαζω σιγα, ωστε ο ποιητης το δικο του

Να εχει, μα σαν το ουρανιο φως χαμηλωσει

Παρελθοντα ν' αναθυμουμαι ειναι χαρα μου, και να λεω - ωστοσο ανθιζετε 

[...]

Friedensfeier / Εορτη της ειρηνης

Πεζο σχεδιασμα

Εορτη της ειρηνης

Σημειωσεις απο ενα σεμιναριο

Friedrich Beissner, Διευκρινισεις ["Εκδοση της Στουττγαρδης"] 

Peter Szondi, Απο το: Μελετες στον Hölderlin

[πεζο σχεδιασμα]

Χορος ειμαστε πια. Γι’ αυτο πρεπει το καθε oυρανιο που ‘χει ονομαστει, ενας αριθμος κλειστος, ιερος, να βγει καθαρα απ’ το στομα μας. Γιατι δες! ειναι το βραδυ του χρονου, η ωρα που οι διαβατες πηγαινουν προς το καταλυμα. Συντομα επανακαμπτει Ενας θεος μετα τον αλλον, οτι ομως και το φιλτατο τους ακομη, απ’ το οποιο κρεμονται ολοι τους, δεν λειπει, Κι ενα παν μεσα σου ολοι αυτοι, ειναι, κι οι θνητοι ολοι ειναι, που ως τα τωρα γνωριζουμε. Γι’ αυτο εσο παρων, νεε. Κανεις, οπως εσυ, δεν ισχυει εναντι των υπολοιπων αλλων. Γι  αυτο τουτοι, στους οποιους το εδωσες, μιλησαν ολοι την γλωσσα κι εσυ ο ιδιος το ειπες, πως στ’ αληθεια εμεις θα λατρεψουμε στα υψη και πνευματικα επισης σε ναους. Ησουν μακαριος τοτε, αλλα μακαριωτερος τωρα, οταν το βραδυ με τους φιλους σε ονομαζουμε και αδουμε απο τα υψη και τριγυρω σου ειν’ οι δικοι σου ολοι. Εχει αποβληθει πλεον το καλυμμα. Συντομα κι αλλα ακομη θα καθαρισουν επισης, και δεν το φοβωμαστε.

ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ

Παρακαλω αυτο το φυλλο να διαβαστει μονον καλοπροαιρετα. Ετσι σιγουρα δεν θα ειναι ακαταληπτο, κι οπωσδηποτε οχι αποτρεπτικο.  Εαν ομως παρολ’ αυτα μερικοι εβρισκαν μια τετοια γλωσσα υπερβολικα μη συμβατικη, τοτε θα πρεπει να τους ομολογησω: δεν μπορω να κανω αλλιως. Αφου βεβαια σε μιαν ομορφη μερα μπορει ν’ ακουστει σχεδον καθε ωδικος τροπος, κι η φυση, απ’ οπου προερχεται, το παιρνει και παλι. 

Ο συγγραφεας σκεφτεται να παρουσιασει στο κοινο μια ολοκληρη συλλογη τετοιων φυλλων, και τουτο σκοπευει να ειναι ενα καποιο δειγμα τους.

1η ΤΡΙΑΔΑ

1η στροφη

Των ουρανιων, σιγαλα αντηχουντων,

Των αργοπλανητων τονων πληρης,

Κι αεριζομενη ειναι η παλαιοκτιστη,

Μακαρια κατοικουμενη αιθουσa∙ γυρω απο πρασινους ταπητες ευωδιαζει

Της χαρας το συννεφο κι ως τα περα λαμποντας στεκουν,

Υπερωριμων καρπων πληρεις και χρυσοστεφανωτων κυπελλων,

Τακτοποιημενες, λαμπρη σειρα,

Στο πλαι εδω κι εκει ανεβαινοντας απ’ το

Εξομαλυμενο εδαφος οι τραπεζες.

Γιατι απο μακρυα ερχομενοι κοπιασαν

Κατα δω, το βραδυ,

Ξενοι που αγαπιουνται.


2η στροφη

Και με ματι βασιλεμενο λογαριαζω ακομα,

Απ’ το σοβαρο εργο της μερας χαμογελωντας,

Αυτον τον ιδιο να δω, τον αρχοντα της γιορτης.

Μα κι αν ακομα συ προθυμα απαρνεισαι την ξενιτεια σου,

Και σαν απο μακρα ηρωων πορεια κουρασμενο,

Το ματι σου χαμηλωνεις, απλανες, αλαφροϊσκιωτο,

Και παιρνεις μορφη φιλου, παγγνωστε συ, ομως

Σχεδον λυγιζει τα γονατα το Υψηλο. Τιποτε για σενα,

Μονον ενα γνωριζω, θνητο δεν εισαι.

Ενας σοφος μπορει να μου διευκρινισει πολλα∙ οπου ομως

Ακομη κι ενας θεος εμφανιζεται,

Τουτο οντως ειν’ αλλη καθαροτητα.


3η στροφη

Του σημερα ομως οχι, δεν ειναι αναγγελτος∙

Κι ενας που δεν φοβαται πλημμυρα και φλογα

Σαστιζει, καθως απλωθηκε σιγη, οχι ματαια τωρα,

Καθως πουθενα κυριαρχια δεν βλεπεις σε πνευματα και ανθρωπους.

Δηλαδη ακουνε το εργο,

Απο μακρου ετοιμαζοντας, απ  το πρωι προς το βραδυ, τωρα μονον,

Γιατι απροσμετρητα βομβει προς τα κατω, αντηχωντας στο βαθος,

Του Κεραυνωτου ο αντιλαλος, ο χιλιοετης καιρος,

Να κοιμηθουν, συγκαλυπτομενος απο ειρηνης φωνες.

Σεις ομως, που γινατε ακριβες, ω σεις μερες της αθωοτητας,

Και σημερα σεις φερνετε την γιορτη, αγαπημενες εσεις! κι ανθει

Τριγυρω βραδυνα το πνευμα σ’ αυτην τη σιγη∙

Και ν’ αναρωτηθω πρεπει, κι ας ηταν αργυροφαιη

Η κομη, ω φιλοι εσεις!

Πως για στεφανα να φροντισω και γευμα, τωρα μ’ αιωνιους νεους παρομοια.


2η ΤΡΙΑΔΑ

4η στροφη

Και πολλους θαθελα να καλεσω, μα ω εσυ,

Ο φιλια-σοβαρα στους ανθρωπους προσκειμενος,

Κει κατω απο συριο φοινικα,

Οπου κοντα βρισκοταν η πολη, που τ’ αρεζε ναναι στο πηγαδι διπλα∙

Τα καλαμποκια θροιζαν τριγυρω, το δροσισμα ανασαινε σιγαλα

Απ’ τον ισκιο του καθαγιασμενου ορους,

Κι οι αγαπητοι φιλοι, το πιστο συννεφο,

Σε σκιαζαν κι αυτοι, ωστε η ιεροτολμη 

Απο αγριαδα αναμεσα ηπια η αχτιδα σου ναρθει στους ανθρωπους, ω νεε!

Αχ! μα σκοτεινοτερα σε σκιασε, πανω στον λογο, 

Αποφασιζοντας δεινα μια μοιρα θανατηφορα.  Ετσι γοργα 

Παρερχεται το καθε ουρανιο∙ μα οχι ματαια∙


5η στροφη

Διοτι φειδομενος θιγει του μετρου αειποτε γνωστης

Μονον μια στιγμη των ανθρωπων τις κατοικιες

Ενας θεος, απροοπτος, και κανεις δεν το ξερει, ποτε;

Και μπορει κατοπιν και το θρασυ να διαβει απο πανω,

Και ναρθει στον αγιο τοπο πρεπει το αγριο

Απο περατα μακρυα, ασκει τραχια ψηλαφωντας την τρελλα,

Κι εκει συναντα μια μοιρα, ομως ευχαριστια,

Τουτη ποτε δεν ακολουθει αμεσως μετα το θεοσταλτο δωρο∙

Με βαθεια συλλαμβανεται δοκιμασια.

Και θα μας ειχαν ακομη, εαν δεν συγκρατουνταν ο δωρητης,

Προ πολλου ηδη απ’ της εστιας την ευλογια

Κορφη και χωμα αναφλεγει.


6η στροφη

Απ’ το θειο προσδεχθηκαμε ομως

Και παλι πολλα.  Ηταν η φλογα που μας ειχε

Στα χερια δοθει, και οχθη και κυμα της θαλασσας.

Πολλα περισσοτερα, διοτι μ’ ανθρωπινο τροπο

Ειν’ εκεινες μ’ εμας, οι ξενες δυναμεις, εξοικειωμενες.

Κι αστρο σε διδασκει, το οποιο

Εμπρος στα ματια σου ειναι, μα ποτε δεν μπορεις να του μοιασεις.

Απο τον Πανζωντανο ομως, απ’ τον οποιο

Πολλες ειναι χαρες κι ασματα,

Ενα ειναι Υιος, ενας γαληνια κραταιος ειναι,

Και τον αναγνωριζουμε τωρα,

Τωρα που γνωριζουμε τον πατερα

Κι εορτες για να εορτασει

Το υψηλο, το πνευμα,

Του κοσμου εχει γειρει προς τους ανθρωπους.


3η ΤΡΙΑΔΑ

7η στροφη

Διοτι προ πολλου αυτο για κυριος του χρονου ηταν μεγαλο πολυ

Κι ως τα περα εφτανε το πεδιο του, μα ποτε ηταν που το εξαντλησε;

Μα ενας θεος μια φορα και να εκλεξει μπορει το εργο μιας μερας,

Ομοια με θνητους, και να μοιρασει την μοιρα ολη,

Μοιρας νομος ειναι τουτο, πως ολοι εμπειρωνται τον εαυτο τους,

Πως, οταν η σιγη επιστρεφει, και μια γλωσσα ειναι.

Οπου ομως το πνευμα δρα, ειμαστε μεσα κι εμεις, κι εριζουμε,

Ποιο ναναι αραγε το καλυτερο. Κι ετσι τωρα μου φαινεται το καλυτερο,

Καθως ειναι πια ετοιμη η μορφη του κι ο μαστορης τελειωμενος,

Κι ο ιδιος εξαγνισμενος απ’ αυτην αφηνει το εργαστηρι του,

Ο σιγαλος θεος του χρονου και μονον της αγαπης ο νομος,

Ο καλος εξομοιωτης, ισχυει απο δω περα εως τον ουρανο.


8η στροφη

Πολλα απο το πρωι και περα,

Αφοτου μια συνομιλια ειμαστε και μπορουμε ν' ακουμε ο ενας απο τον αλλον,

Ο ανθρωπος εμπειραθηκε∙ συντομα ομως θαμαστε ασμα.

Κι η μορφη του χρονου, που το μεγαλο πνευμα εκπτυσσει,

Ενα σημαδι βρισκεται μπρος μας, πως σ’ αυτο αναμεσα και σ’ αλλα

Δεσμος υπαρχει σ’ αυτο αναμεσα και σ’ αλλες δυναμεις.

Οχι αυτο μονο του, οι  Αποιητοι, Αιωνιοι

Αναγνωριζονται ολοι σ’ αυτο, οπως και στα φυτα

Η μητερα γη και φως κι αερας αναγνωριζονται

Μα τελικα ειναι και παλι, ιερες δυναμεις εσεις, για σας

Το σημαδι της αγαπης το τεκμηριο

Πως ειστε ακομη, η μερα της γιορτης,


9η στροφη

 που τα παντα ενωνει, οπου Ουρανιοι

Στο θαυμα δεν ειν’ εμφανεις, ακομη ανιδωτοι στον καιρο,

Οπου ομως στο ασμα φιλοξενοι μεταξυ τους

Σε χορους παροντες, ενας ιερος αριθμος,

Οι Μακαριοι με καθε τροπο

Ειναι μαζυ, και το φιλτατο τους επισης,

Απ’ το οποιο κρεμονται, δεν λειπει κι αυτο∙ διοτι γι’ αυτο καλεσα

Σε γευμα, που ετοιμαστηκε,

Σενα, Αξεχαστε, σενα, το βραδυ του χρονου,

ω νεε, σενα αρχοντα της γιορτης∙ και καλλιο να μην πλαγιασει

Για υπνο το γενος μας

Μεχρι εσεις οι Ευαγγελισμενοι ολοι,

Ολοι σεις οι  Αθανατοι σ’ εμας

Να μιλησετε απ’ τον ουρανο σας,

Εδω ναστε στο σπιτι μας.


4η ΤΡΙΑΔΑ

10η στροφη

Αλαφροπνοοι ανεμοι

Ηδη σας αναγγελουν,

Σας αγγελει η κοιλαδα που καπνιζει

Και το χωμα που ακομη δονειται απ’ τον καιρο,

Μα ελπιδα κοκκινιζει τα μαγουλα

Κι εμπρος απ’ του σπιτιου την πορτα

Καθιζει μητερα και τεκνο

Και κοιτα την ειρηνη

Και λιγοι φαινεται να πεθαινουν,

Εν’ ανεμισμα κρατει τις ψυχες,

Σταλμενο απ’ το χρυσο φως,

Μια υποσχεση κατακρατει τους παλιοτερους.


11η στροφη

Βεβαιως ειναι τα μυρωδικα της ζωης,

Απο ψηλα ετοιμασμενα κι επισης

Εξω μεταφερμενα, οι κοποι,

Γιατι ολα αρεσουν τωρα,

Το απλοϊκο ομως

Περισσοτερο γιατι ο απο μακρου ζητουμενος,

ο χρυσος καρπος,

Απο κορμο παμπαλαιο 

Πεσμενος σε τρομερες θυελλες,

Κατοπιν ομως, ως φιλτατο αγαθο, απ’ την ιερη μοιρα την ιδια,

Με οπλα τρυφερα περιφρουρημενη,

Η μορφη των Ουρανιων ειναι.


12η στροφη

Οπως η λεαινα θρηνησες,

Ω μητερα, καθως εσυ,

Φυση, εχασες τα παιδια σου.

Διοτι σου τα ‘κλεψε,  Υπεραγαπωσα, 

Ο εχθρος σου, καθως εσυ σχεδον

Σαν τους δικους σου γιους τον ειχες παρει

Και με σατυρους συντροφεψες τους θεους.

Ετσι πολλα εχτισες

Και πολλα εθαψες,

Γιατι σε μισει ο,τι

Συ, πριν απ  τον χρονο,

Μεγαλοδυναμη, στο φως εφερες.

Πλεον το ξερεις, πλεον τ’ αφηνεις τουτο∙

Γιατι αρεσκεται να ησυχαζει αναισθητο,

Μεχρι να ωριμασει, κει κατω ενα δραστηριο τρομακτικο.


Σημειωσεις απο ενα σεμιναριο

Βλ. Υποσημειωσεις!


Friedrich Beissner, Διευκρινισεις ["Εκδοση της Στουττγαρδης"]

Peter Szondi, Απο το: Μελετες στον Hölderlin

Chiron / Χειρων

Που εισαι, στοχαστικο εσυ, που παντα πρεπει

     Να παραμεριζει, κατα καιρους, που εισαι, φως;

          Η καρδια ειναι βεβαια ξυπνια, μα με οργιζει, με

               Ανακοπτει παλι και παλι η θαυμαστη νυχτα.


Καθοτι αλλοτε ακολουθαγα βοτανα του δασους κι αφουγκραζομουν

     Εν' απαλο αγριμι στο λοφο· και ποτε ματαια. 

          Ποτε δεν ξεγελασαν, ουτε μια φορα καν τα 

               Πουλια σου· γιατι πανετοιμο σχεδον ερχοσουνα, 


Οταν σε ετερπε πουλαρι η κηπος,

     Συμβουλευοντας, απο καρδιας· που εισαι, φως; 

          Η καρδια ειναι ξυπνια και παλι, μα ακαρδα 

               Με τραβα παντα και παντα η μεγαλοδυναμη νυχτα. 


Ημουνα βεβαια. Και απο κροκο κι απο θυμαρι

     Και σταχυ, η γη μου 'δινε το πρωτο μπουκετο. 

          Και στων αστρων την ψυχρα μαθαινα, 

               Μα ο,τι ονομαζεται μονον. Και διπλα μου, 


Ξεμαγευοντας το αγριο πεδιο, το θλιμμενο, κατεφτασε

        Ο ημιθεος, ο δουλος του Δια, ο ευθυς ο αντρας· 

          Μονος τωρα καθομαι σιωπηλος, ωρες 

               Κι ωρες, και μορφες 


Απο νωπη γη και νεφη αγαπης γεννα,

     Γιατι αναμεσα μας ειναι φαρμακι, ο λογισμος μου τωρα· 

          Κι αφουγκραζομαι προς τα περα, μηπως και μου 'ρθει 

               Ισως καποιος φιλος σωτηρας. 


Τοτε συχνα ακουω το αρμα του Βροντητη

     Το μεσημερι, σαν πλησιαζει, ο γνωριμοτατος, 

          Οταν του σειεται το σπιτι και το χωμα 

               Καθαιρεται, και γινονται τα παθη ηχω. 


Τον σωτηρα ακουω τοτε μεσα στη νυχτα, τον ακουω,

     Φονικο, τον ελευθερωτη, κι απο κατω γεματη απο 

          Πλουσιο χορτο, σαν σε οψεις, 

               Κοιταζω τη γη, μια φωτια πελωρια· 


Ομως οι μερες αλλαζουν, οταν κατοπιν κανεις

     Τις προσεχει, αγαπητικα και κακα, ενας πονος, 

          Οταν καποιος ειναι διπλομορφος, και 

               Κανενας το καλυτερο δε γνωριζει· 


Ομως αυτο ειναι το κεντρι του θεου· ποτε

     Κανεις δεν μπορει ν' αγαπα αλλιως θεϊκη αδικια. 

          Ομως εντοπιος ειν' ο θεος τοτε 

               Ενοψει τουτων, κι η γη ειν' αλλιως. 


Μερα! Μερα! Τωρα ανασαινετε παλι σωστα∙ τωρα πινετε,

     Σεις βοσκες των ρεματων μου! ενα φως των ματιων, 

          Και σωστες πατημασιες προχωρουν, και σαν  

               Κυβερνητης, με σπορους, και διπλα σ' εσενα το ιδιο 


Στον ιδιο τοπο, πλανωμενο αστρο της μερας, εμφανιζεσαι συ,

     Κι εσυ επισης, ω γη, ειρηνικο λικνο, κι εσυ, 

          Σπιτι των πατερων μου, που απατριδες 

               Φυγανε, μεσα στα νεφη του αγριου. 


Παρε εν' αλογο τωρα κι οπλισου και παρε

     Το ελαφρυ δορυ, ω νεε! Η προφητεια 

          Δε σπαει, και ματαια δεν περιμενει, 

               Μεχρι που να φανει, του Ηρακλη η επανοδος.

Απο το: Germanien / Γερμανια

Οχι αυτους, τους μακαριους, τους φανερωμενους,

Τις θεϊκες μορφες, στη χωρα την παλαια,

Αυτους, ναι, αλλο δεν πρεπει πλεον να τους καλω, εαν ομως

Πατρια σεις νερα! τωρα μ' εσας μαζι

Θρηνει της καρδιας η αγαπη, τι αλλο ν' αποζηταει,

Η ιεροπενθη; Διοτι γεματη προσδοκιες απλωνεται

Η χωρα και καθως σε πυρωμενες ημερες

Χαμηλωμενος, σημερα μας σκιαζει

Νοσταλγα εσεις! οιωνους γεματος ενας ουρανος.

Γεματος ειναι επαγγελιες κι ακομη μου φαινεται

Κι απειλητικος, σιμα του ομως θελω να μεινω,

Κι η ψυχη μου πισω να καταφυγει δεν αρμοζει

Σ' εσας, παρελθοντες! που υπερμετρα μου ειστε αγαπητοι,

Γιατι τ' ωραιο σας να ιδω το προσωπο,

Σαν να 'ταν, καθως αλλοτε, το φοβαμαι, θανασιμο ειναι,

Ουτε κι επιτρεπεται να ξυπνας πεθαμενους.


Φευγατοι θεοι! κι εσεις, παροντες εσεις, τοτε

Αληθινοτεροι, ειχατε τους καιρους σας!

Τιποτα ν' αρνηθω δεν θελω εδω και τιποτα να εκλιπαρησω.

Διοτι σαν κατι εχει ληξει και πλεον η μερα σβυσει

Πληττει βεβαια τουτο πρωτα τον ιερεα, ομως τον ακολουθουν με αγαπη

Και το τεμπλο κι η μορφη κι επισης το ηθος της

Στη σκοτεινη τη χωρα και πλεον κανενα δεν δυναται να φανερωθει.

Μοναχα σαν απο επιτυμβιες φλογες υψωνεται κατοπι

Ενας χρυσος καπνος, ο μυθος, προς τ' αντιπερα

Κι αχνοφεγγει τωρα στους διστακτικους εμας γυρω στην κεφαλη μας

Και κανενας δεν ξερει τι του συμβαινει. Αισθανεται

Τους ισκιους ετουτων που ετσι υπηρξαν

Τους παλαιους, ετσι τη γη να επισκεπτονται παλι.

Διοτι αυτοι που ειναι να ελθουν βαραινουν επανω μας

Κι αλλο πλεον θεανθρωποι δεν λειπουν

Απο την ιερη ομηγυρη στον γαλανο ουρανο.

Κιολας, ναι, πρασινιζει σε προοιμιο τραχυτερων καιρων

Οργωμενος για κεινους, ο αγρος, ετοιμη ειναι η προσφορα

Για το θυσιαστηριο γευμα, και οι κοιλαδες και τα ρεματα ειναι

Ολανοιχτα γυρω απο ορη προφητικα,

Απο το: Der Rhein / Ο Ρηνος

Εχουν ομως απο δικη τους

Αθανασια οι θεοι πολλη και χρειαζονται

Οι ουρανιοι ενα πραγμα,

Κι αυτο ειναι ηρωες κι ανθρωποι

Και θνητοι γενικα. Διοτι καθως

Οι Μακαριωτατοι τιποτε δεν αισθανονται απο μονοι τους,

Πρεπει βεβαιως, εαν κατι τετοιο να ειπωθει

Επιτρεπεται, εν ονοματι των θεων

Μετεχοντας να αισθανεται ενας αλλος,

Αυτον τον χρειαζονται· μα η δικη τους

Ειναι, το ιδιο το σπιτι του 

Αυτος να κανει κομματια και το φιλτατο

Ως εχθρο να προσβαλλει και πατερας και τεκνο

Να θαβεται κατω απ' τα ερειπια

Οταν καποιος σαν αυτους θελει να ειναι και δεν

Υπομενει το διαφορο, ο ονειροπολος.

[...]

Τοτε εορταζουν τη γαμηλια εορτη ανθρωποι και θεοι,

Εορταζουν οι ζωντες ολοι,

Και ισορροπη

Ειναι για λιγο η μοιρα.

[...]

Καθοτι τα περισσοτερα τα

Δυναται η γεννηση

Και η αχτιδα που

Συναπανταει το νεογεννητο.

Απο το: Κοlomb / Κολομβος

Απο λιγοστα πραματα

Παρατονη σαν απο χιονι ηταν

Η καμπανα με την οποια

Σημαινουν

Το δειπνο.

Griechenland / Ελλας

Ω σεις φωνες της μοιρας, σεις δρομοι του οδοιπορου

Διοτι στο [στων ματιων] σχολειο Κυανο,

Απο περα, στ' ουρανου τον σαλαγο μεσα,

Ηχει σαν το ασμα του κοτσυφα

Των νεφων η [ασφαλης] ευφροσυνη συμφωνια καλα

Συγκερασμενη απο τη θυελλα, την υπαρξη του θεου.

Και καλεσματα, σαν περα κοιταζοντας, προς την 

Αθανασια και ηρωες·

Πολλα ειναι μνημες. Οπου μετα

Ηχωντας, σαν του μοσχου δορα

Η γη, μες απο ερημωσεις, πειρασμους των αγιων,

Διοτι πρωτα δομειται το εργο

Μεγαλους νομους ακολουθει, η γνωση

Και η αβροτητα και κατοπιν τον ουρανο πλεριο ατοφια καλυπτρα 

Εμφανιζομενα αδουν ωδικα νεφη.

Διοτι σταθερος ειναι της γης

Ο ομφαλος. Καθοτι δεσμιες μεσα σε οχθες απο χορτα ειναι

Οι φλογες και τα γενικα

Στοιχεια. Ατοφιος λογισμος ομως ψηλα ζει ο αιθερας. 

Αργυρο ομως

Σε καθαριες ημερες

Ειναι το φως. Ως σημειο της αγαπης

Κυανανθης η γη.

[Μα καθως ο χορος 

στον γαμο,]

Και σε λιγοστο να ερθει δυναται

Μεγαλη αρχη.


Καθημερινα ομως θαυμαστα υπεραγαπητος στους ανθρωπους

Ο θεος φορει ενδυμα.

Και στη γνωση ειναι κρυμμενη η οψη του

Και καλυπτει τους αερες με τεχνη.

Και αερας και χρονος καλυπτουν

Τον τρομερο, ωστε υπερβολικα κανεις

Να μην τον αγαπα με δεησεις η

Η ψυχη. Διοτι καιρο ηδη ανοικτη στεκει

Σαν φυλλα, για μαθηση, η γραμμες και γωνιες

Η φυση.


Και κιτρινοτεροι οι ηλιοι και τα φεγγαρια,

Κατα καιρους ομως

Οταν ν' αποχωρησει θελει η παλαια μορφωση

Της γης, σε ιστοριες δηλαδη

Συντελεσμενες, κραταια μαχομενες, σαν σε υψη αγει

Τη γη ο θεος. Αμετρα βηματα ομως

Τα περιοριζει, σαν ανθοι δε χρυσα

Σμιγουν της ψυχης οι δυναμεις με της ψυχης τις συγγενειες,

Ωστε αγαπητοτερα στη γη επανω

Να κατοικει η ωραιοτητα κι ενα καποιο πνευμα

Συντροφικοτερα να συναπαντιεται με τους ανθρωπους.


Γλυκο ειναι τοτε κατω απο υψηλους ισκιους δεντρων

Και λοφων να κατοικεις, ηλιολουστα, οπου ο δρομος ειναι

Πλακοστρωτος για την εκκλησια. Σε οδοιπορους ομως, σ' οποιον

Απο αγαπη για τη ζωη, μετρημενα παντως,

Τα ποδια τον υπακουν, ανθιζουν

Ωραιοτεροι οι δρομοι, οπου η χωρα

Hälfte des Lebens / Ημισυ της ζωης

Με κιτρινα αχλαδια μπαινει

Και γεματη αγρια τριανταφυλλα

Η χωρα στη λιμνη,

Τρυφεροι, εσεις, κυκνοι, 

Κι απο φιλια μεθυσμενοι 

Βαπτιζετε την κεφαλη σας

Στα νηφαλια ιερα νερα.


Αλοιμονο μου, απο που να παρω, οταν

Ειναι χειμωνας, τα ανθη, κι απο που

Το φως του ηλιου

Και ισκιους της γης;

Οι τοιχοι στεκουν

Αμιλητοι και ψυχροι, στον αγερα

Οι ανεμοδουρες τριζουν.

Απο το: Brod und Wein / Αρτος και οινος

An Heinze / Στον Heinze

Ετσι ειναι ο ανθρωπος. Οταν το καλο ειναι δω, και μ' αγαθα μερμνα

Για κεινον ενας θεος, δεν το γνωριζει και δεν το θωρει.

Πρεπει πρωτα ν' αντεξει· μα τωρα το φιλτατο σ' αυτον ονομαζει,

Τωρα, τωρα πρεπει λεξεις γι' αυτο, σαν ανθη, να βγουν.

[...]

Υπεροχη ειναι η ευνοια των Επιφανεστατων και κανενας

Δεν ξερει απο ποτε και τι απ' αυτην του συμβαινει

Ετσι κινει τον κοσμο και τη φερελπιδα ψυχη των ανθρωπων,

Ουτε και κανενας σοφος δεν κατανοει το τι ετοιμαζει, γιατι ετσι

Το θελει ο πρωτος θεος, που σ' αγαπαει πολυ, και γι' αυτο

Σου ειναι ακομη αγαπητοτερη, οπως αυτη, η νοημων ημερα.

Μα φορες ακομα και το καθαρο ματι αγαπα τη σκια

Και γυρευει την γλυκα, προτου γινει αναγκη, του υπνου,

Η, ενας πιστος αρεσκεται και να κοιτα προς τη νυχτα,

Κι ακομη αρμοζει στεφανους να της προσφερεις και ασματα,

Καθοτι των πλανημενων η αγια ειναι και των νεκρων,

Αυτη ομως η ιδια στεκει, αιωνια, με πανελευθερο πνευμα.

Μα και σ' εμας πρεπει, αν στον αργοσυρτο χρονο,

Αν μεσα στον ζοφο θελει καποια να 'ναι για μας κρατηματα,

Να μας χαρισει τη ληθη και την αγια μεθη

Να χαρισει τη ρεουσα λεξη που, σαν τους εραστες, ειναι,

Αγρυπνη και με γεματα δισκοποτηρα και ζωη θαλεροτερη,

Και αγια μνημη επισης, που ξυπνιοι να μενουμε μεσα στη νυχτα.

Mnemosyne / Μνημοσυνη

(1η Στροφη)

Ενα σημαδι ειμαστε, ανερμηνευτοι

Απονοι ειμαστε κι εχουμε σχεδον

Χασει την γλωσσα στα ξενα.

Σαν δηλαδη επανω απο ανθρωπους

Μια εριδα ειναι στον ουρανο και σφοδρα

Προχωρουν τα φεγγαρια, ετσι μιλα

Κι η θαλασσα και ρεματα πρεπει

Ν’ αναζητησουν το μονοπατι τους. Αναμφιβολα

Ειναι Ενας ομως. Τουτος

Καθε μερα μπορει να τ’ αλλαξει. Σχεδον δεν χρειαζεται

Νομο. Και το φυλλο ηχει και 

Βαλανιδιες σαλευουν τοτε κοντα

Στα αιωνια χιονια. Καθοτι δεν τα μπορουνε

Ολα οι επουρανιοι. Ειναι δηλαδη οι θνητοι

Μαλλον που φτανουν μεχρι την αβυσσο.

Ετσι λοιπον τρεπεται, ο αντιλαλος

Μ’ αυτους. Μακρος ειναι

Ο χρονος, αλλα συμβαινει

Το αληθες.

Συζητηση

An Zimmern / Στον Zimmer

Της ζωης οι γραμμες ειναι ποικιλλες / Σαν δρομοι ειναι, και σαν τα ορια των βουνων. / Ο,τι ειμαστ’ εδω, εκει το συμπληρωνει ενας θεος / Με ειρηνη και αρμονιες κι αιωνιες αμοιβες.

Μελοποιηση του Wilhelm Killmayer

Der Frühling / Η ανοιξη

Ο ηλιος λαμπει, οι αγροι ανθιζουν, / Οι μερες φθανουν ηπιες, γεματες ανθους, / Το βραδυ ανθει κι αυτο, και φωτεινες ημερες κατεβαινουν / Απο τον ουρανο, απ' οπου οι μερες βγαινουν.


Το ετος με τις εποχες του αρχιζει / Σαν αιγλη οπου απλωνονται γιορτες, / Η δραση των ανθρωπων ξεκινα με νεα πορεια, / Ετσι ειναι τα σημεια στον κοσμο, τα θαυματα πολλα.


μεθ' υποτελειας

Scardanelli

τη 24η Απριλιου

1839.

Μελοποιηση του Wilhelm Killmayer

Winter / Χειμωνας

Οταν τα φυλλα χανονται στα πεδινα ως περα, / Ειναι που πεφτει το λευκο επανω στην κοιλαδα, / Μα η μερα λαμπει απο την υψηλη αχτιδα του ηλιου, / Λαμπει στις πολεις η γιορτη αναμεσ' απ' τις πυλες.


Της φυσης η γαληνη ειναι, η σιωπη του καμπου / Στο πνευμα μοιαζει του ανθρωπου, και υψηλοτερες δειχνονται / Οι διαφορες, που σε ανωτερη εικονα / Η φυση να δειχνεται, κι οχι με της ανοιξης την ηπιοτητα.

την 25η Δεκεμβριου 1841.

                              μεθ' υποτελειας

                                    Scardanelli.

Μελοποιηση του Wilhelm Killmayer

 Απο το: Der Sommer / Το καλοκαιρι

Οι μερες διαβαινουν με το θροϊσμα απαλων ανεμων

[...]

Μελοποιηση του Wilhelm Killmayer

Απο το: Der Winter / Ο χειμωνας

[...]

Το πνευμα της ζωης στις εποχες διαφερει, / Της ζωσας φυσης, μερες διαφορες απλωνουν / Τη λαμψη τριγυρω, και νεες παντα οντοτητες / Προβαλλουν στους ανθρωπους δικαιες, εκλεκτες κι εξαισιες

Μεθ' υποτελειας

Scardanelli

16 Ιανουαριου

1676

Μελοποιηση του Wilhelm Killmayer

Der Winter / Ο χειμωνας

Σαν εχει δυσει η μερα του ετους / Και τριγυρω σιγαζει ο αγρος με τα ορη, / Τοτε λαμπει και το κυανο του ουρανου στις μερες / Που δεσποζουν σαν αατρα σε αιθρια υψη 


Η αλλαγη κι η αιγλη ουτε λιγοστευει / Εκει που ενα ρεμα γλιστρα προς τα κατω, / Μα το πνευμα της γαληνης στις ωρες  / Της αγλαης φυσης ειναι απο βαθυτητα σημαδεμενο.

μεθ' υποτελειας                           

Scardanelli

την 24η Ιανουαριου 1743

(1842, Tübingen)

Μελοποιηση του Wilhelm Killmayer

Griechenland / Ελλας

Οπως οι ανθρωποι, ετσι κι η αιγλη της ζησης / συχνα οι ανθρωποι ειναι κυριοι της φυσης, / Η αγλαη γη δεν μενει κρυφη στους ανθρωπους / Με χαρη προβαλλει το βραδυ και το πρωι. 


Οι ανοιχτοι αγροι σαν σ' εσοδειας ημερα, / Πνευματικα ο μυθος ο παλιος πλανιεται στον αερα, / Κι απο την ανθρωποτητα ξανα νεα ζωη αρχιζει / Ετσι το ετος σιγαλα στο γερμα του βαδιζει.

Μεθ' υποτελειας

Scardanelli.

Την 24η Μαϊου 1748

Μελοποιηση του Wilhelm Killmayer

Απο το: In lieblicher Bläue ... - Σε ερασμια κυανοτητα ...

Καθολα με την αξια του, κι ομως ποιητικα κατοικει ο ανθρωπος επανω σ' αυτην τη γη.

Μελοποιηση του Wilhelm Killmayer