Το Πριν και το Μετα και το Αναμεσο τους
Paul Cézanne, The Black Marble Clock
Paul Cézanne, The Black Marble Clock
Ο τιτλος του Συμποσιου ειναι «Νοσηλεια, πριν και μετα». Συνηθως ακουμε αυτες τις λεξεις με σημειο αναφορας τη νοσηλεια. Η νοσηλεια ειναι δηλαδη το καθοριστικο συμβαν το οποιο, καθοσον συνιστα σταθμο στη ζωη καποιου, κανει και το Μετα να διαφερει απο το Πριν. Μαλιστα θα μπορουσαμε να πουμε οτι η νοσηλεια θεσπιζει ενα Πριν κι ενα Μετα καθοσον συνιστα μια τομη στη συνηθεια, στο οικειο, αδιαφοροποιητο περασμα του χρονου. Συναντουμε μια αναλογη συνθηκη στο λεγομενο «ψυχικο τραυμα»: μια βαρια αρρωστια, μια ατυχη σχεση, μια κακοποιηση κλπ. Ενα τετοιο γεγονος μπορει να γινει οροσημο στην ιστορια μας, ωστε να λεμε πως μετα απ’ αυτο η ζωη μας δεν ειναι πια ιδια, πως γιναμε ενας αλλος ανθρωπος. Σε ενα αλλο επιπεδο, παραδειγμα ενος τετοιου κορυφαιου σταθμου για τον χριστιανικο κοσμο ειναι η γεννηση του Χριστου. Εκτοτε ο χρονος δομειται σε ετη προ Χριστου και σε ετη μετα Χριστο. Τηρουμενων των αναλογιων η νοσηλεια μπορει να παρεμβει στη ζωη ενος ανθρωπου ετσι ωστε να καταστει σταθμος στην ιστορια του και να διαμορφωσει ενα Πριν κι ενα Μετα.
Σημερα θα ακουσω τον τιτλο του Συμποσιου και με εναν διαφορετικο τονισμο, δηλαδη με την εμφαση στο Πριν και στο Μετα, οπου το Αναμεσο τους, στην περιπτωση μας η νοσηλεια, να μη συνιστα κομβικο σημειο αναφορας, να μην ειναι καν θεμα. Και δεν θα περιοριστω στη νοσηλεια αλλα θα δοκιμασω να περιγραψω αυτο το αλλο ακουσμα οπου, επαναλαμβανω, Πριν και Μετα λεγονται χωρις το Αναμεσο τους να γινεται θεμα. Ενα παραδειγμα: Στη διαρκεια της ψυχοθεραπειας μια μερα καποιος ανακαλυπτει, συχνα προς εκπληξη του, οτι μια φοβια η ενας ανταγωνισμος με τον πατερα η μια εμμονη αυτοπαρατηρηση η μια καταθλιπτικη διαθεση απλα δεν υφιστανται πλεον. Εδω γινεται παλι λογος για Πριν και Μετα, ομως αν τωρα τον ρωτησουμε «Πριν απο τι;», «Μετα απο τι;», δεν θα εχει να μας δωσει απαντηση. Στο πεδιο του πρωτου ακουσματος και βεβαια θα υπηρχε απαντηση. Το «τι» θα ηταν μια ερμηνεια η μια καποια αλλη παρεμβαση του θεραπευτη που επεφερε την αλλαγη. Μπορει εμεις να καταφευγουμε σε τετοιες εξηγησεις, μπορει ο πελατης μας να δωσει κι αυτος εμφαση σε καποιο Αναμεσο που οφειλεται σ' εμας η σ' αυτον η κι εγω δεν ξερω που. Ετσι το Πριν και το Μετα θα εντασσονταν σε μια αναφορα. Ομως ισχυει και το αλλο: Τετοιες αλλαγες, αν μεινουμε σ' αυτο που συμβαινει και δεν το επικαλυψουμε με δικες μας επινοησεις, ερχονται απο το πουθενα.
Ξεκινησα με το παραδειγμα της νοσηλειας, που συνιστα και το θεμα του Συμποσιου μας. Πως μπορω να λεω οτι στη νοσηλεια καπου η υφεση των συμπτωματων ερχεται απο το πουθενα οταν ειναι διαπιστωμενο περαν πασης αμφιβολιας οτι η φαρμακευτικη αγωγη, για να περιοριστω σ' αυτην, εχει σαφη και αδιαμφισβητητα αποτελεσματα; Η ερωτηση τεθηκε σ' ενα σεμιναριο κατα την αναγνωση ενος πρωτου σχεδιασματος αυτης της ομιλιας και μου δινει την ευκαιρια για μια διευκρινιση: Το πρωτο ακουσμα αφορα την εικονα που εχουμε, θεραποντες και ασθενεις, για την εκαστοτε κατασταση των τελευταιων. Οι θεραποντες διαμορφωνουν την εικονα αναλογα με το μοντελο που ακολουθουν, π.χ. η νοσηλεια ως διαγνωση και φαρμακοθεραπεια. Η εικονα παλι που διαμορφωνουν οι ασθενεις για την κατασταση τους συνιστα μερος του ιδιου τους του προβληματος, π.χ. η νοσηλεια ως καταφυγιο η ως φυλακη. Παντου εδω η εικονα ειναι και μια απαντηση στα Πως και στα Γιατι, δηλαδη θετει ενα Αναμεσο, διαγνωση και φαρμακα, καταφυγιο και εγκλεισμος, που γινεται σημειο αναφορας για το Πριν και το Μετα.
Δεν προτιθεμαι να αντικρουσω αυτην την αποψη. Η ομιλια μου θελει μονο να μιλησει και για μιαν αλλη οπτικη. Τιποτα περισσοτερο. Θυμιζω, μιλαμε και για ενα βλεμμα στο οποιο το Πριν, το Μετα προβαλλουν αδιαμεσολαβητα, δηλαδη χωρις τη ρητη η αρρητη αναφορα σε κατι που παρεμβληθηκε, και απο το οποιο να προεκυψαν ως επακολουθα του. Και, θυμιζω, αυτο το βλεμμα αντιπαραβληθηκε με το πρωτο ακουσμα του τιτλου, συμφωνα με το οποιο η νοσηλεια η η γεννηση του Χριστου η μια ερμηνεια μας ακριβως μεσολαβει και κανει την ιστορια ενος ανθρωπου η ενος πολιτισμου να χωριζεται πλεον σ' ενα Πριν και σ' ενα Μετα.
Θα σας αναφερω τωρα κι αλλες σχετικες εμπειριες που μπορει στον ενα η στον αλλο να ειναι περισσοτερο οικειες. Ετσι λοιπον ενα τετοιο αδιαμεσολαβητο Πριν και Μετα συμβαινει εκει που ο εφηβος διαπιστωνει οτι δεν ειναι πια το μικρο παιδι απεναντι στους μεγαλους γονεις του. Μια γυναικα, οταν ηταν παιδι, ποτε-ποτε ετρωγε ξυλο απο τη μητερα της. Καποτε, στην εφηβεια της, οταν η μητερα πηγε και παλι να σηκωσει χερι επανω της, την χτυπησε αυτη. Η μητερα δεν επεδιωξε να την ξαναχτυπησει ποτε. Το παιδι δεν ηταν πια παιδι. Αυτο ειχε μετατεθει σ' ενα Πριν. Ετσι. Απο τη μια στιγμη στην αλλη.
Αλλο παραδειγμα: Πιανω τη γυναικα μου να με απαταει και τη σκοτωνω. Μενω συγκλονισμενος, αναυδος και το μονο που μπορω να ψελλισω ειναι: «Εγω το 'κανα αυτο;» Στο τελος δεν μου μενει παρα να πω: «Η κακια η ωρα». Κι εδω ο χρονος εχει σπασει σ' ενα Πριν και σ' ενα Μετα. Το Αναμεσο τους; Η κακια η ωρα. Αυτο και μονο.
Και τωρα θα δοκιμασω να περιγραψω αυτα τα συμβαντα αλλιως. Ας παρουμε την πρωτη ματια, συμφωνα με την οποια Πριν και Μετα διαμεσολαβουνται απο ενα Αναμεσο. Ας παρουμε το παραδειγμα της δολοφονιας της γυναικας μου. Ενας ψυχιατρος η ενας ψυχολογος φυσικα δεν θα επαιρναν τα λογια μου για την «κακια την ωρα» στα σοβαρα. Θα μιλουσαν ισως για μια απωθημενη επιθετικοτητα την οποια ενα αποδιοργανωμενο υπερεγω δεν ηταν σε θεση να τιθασευσει, θα μιλουσαν για ψυχωτικο συγχυτικο επεισοδιο, για ενορμηση του θανατου κλπ. Στο δικαστηριο θα ερευνηθουν τα κινητρα μου και η ψυχικη μου κατασταση, θα δοθουν απαντησεις στο γιατι τη σκοτωσα. Ποια ειναι τωρα η διαφορα; Τι εισαγεται με τετοιες εξηγησεις αλλο ως προς την περιπτωση της «κακιας ωρας»; Εισαγεται ενα Αναμεσο που γεφυρωνει το κενο της «κακιας ωρας» και αποκαθιστα μια συνεχεια αναμεσα στο Πριν του φονου και στο Μετα τον φονο. Το ανυποστατο της απλα «κακιας ωρας», το φευγαλεο της, η κενοτητα της αποκτα υποσταση και νοημα. Πριν και Μετα, εχοντας πλεον συνδεθει απο το Αναμεσο τους, μπαινουν σε μια σειρα, συνεχονται και συντασσονται. Η συνταξη τους σε μια συσχετιση και συνεχεια συνιστα την ιδια τη συντεταγμενη του χρονου.
Στον Freud το Αναμεσο που γεφυρωνει το κενο της αμεσης εμπειριας, οπως το συναντησαμε στα παραδειγματα που αναφερθηκαν, ειναι το «ασυνειδητο». Στο κειμενο με τον ομωνυμο τιτλο γραφει: «[Η υποθεση του ασυνειδητου] ειναι αναγκαια διοτι τα δεδομενα της συνειδησης εχουν σε μεγαλο βαθμο κενα· [Ο Freud εδω αναφερει τις <παραπραξεις και τα ονειρα στους υγιεις>, τα <ψυχικα συμπτωματα στους ασθενεις>. Και συνεχιζει:]
Η πλεον προσωπικη καθημερινη μας εμπειρια, μας γνωστοποιει ιδεες, την προελευση των οποιων δεν γνωριζουμε [...]. Ολες αυτες οι συνειδητες ενεργειες θα εμεναν ασυνδετες και ακατανοητες αν επιμενουμε στην αξιωση να πρεπει να γνωριζουμε με τη συνειδηση οσες ψυχικες ενεργειες συμβαινουν μεσα μας. Τις εντασσουμε σε μια καταδειξιμη συσχετιση οταν προβαλλουμε τις ασυνειδητες ενεργειες που αποκαλυφθηκαν. Ομως κερδος σε νοημα και συσχετιση ειναι ενα ολοτελα δικαιολογημενο κινητρο, το οποιο μπορει να μας οδηγησει περαν της αμεσης εμπειριας.
Ο Freud εδω διατυπωνει ενα γενικοτερο αξιωμα. Το πρωτο ακουσμα, που γεφυρωνει τα κενα με ενα Αναμεσο, δεν περιοριζεται στην υποθεση του φροϋδικου ασυνειδητου. Το ζητουμενο της επιστημονικης σκεψης γενικοτερα, στην οποια ανηκουν Ψυχιατρικη και Ψυχολογια, ειναι να «ενταχθουν» τα «κενα» της «αμεσης εμπειριας» σε μια «καταδειξιμη συσχετιση», να αποκτησουν «νοημα».
Το δευτερο ακουσμα, για το οποιο το Αναμεσο δεν ειναι θεμα, κατοικει ακριβως αυτην την κενοτητα. Και την κατοικει ετσι που ακομα και η ιδια η κενοτητα να μην ειναι θεμα. Η εφηβη και ο δολοφονος δεν ζητουν να καταλαβουν, δηλαδη να συνδεσουν, να συσχετισουν, και γι' αυτο ουτε που το διανοουνται να μιλησουν για κενο εκει που η συνδεση και η συσχετιση λειπουν. Ειναι οπως σε πολλες παιδικες αφηγησεις: Μετα πηγε να με χτυπησει / Και μετα την χτυπησα εγω / Και μετα δεν με ξαναχτυπησε. Ή: Και μετα με απατησε. / Και μετα τη σκοτωσα. / Και μετα την εκλαιγα. Η: Και τοτε ξεκινησαν οι φοβιες. / Και μετα δεν ειχα φοβιες. κλπ. Εδω δεν υπαρχει η συντεταγμενη του χρονου, η συνεχεια του. Δεν παιζει το Αναμεσο ενος «Γιατι» που συνδεει το ενα με το αλλο αλλα το «Και» που απλα παρατασσει το ενα διπλα στο αλλο, το παρατακτικο «Και»: Και μετα, και μετα, και μετα...
Ας δουμε παλι το θεμα μας απο μιαν αλλη οπτικη. Ενα παραδειγμα: Πριν ημουν σπιτι, τωρα ειμαι μαζι σας, μετα θα συναντησω φιλους. Εδω μιλω για μια χρονικη διαδοχη οπου ο τοπος της παρουσιας μου και ο ρολος μου στον εκαστοτε τοπο αλλαζουν. Σ' αυτην την αλλαγη κατι παραμενει αναλλοιωτο. Ειναι το Εγω, που απλωνεται υπερανω του χρονου και μιλα για πριν, τωρα, μετα στο ιδιο πρωτο προσωπο: ημουν, ειμαι, θα ειμαι. Στη συντεταγμενη του χρονου το Εγω εκτεινεται υπερανω της ως σταθερα. Το ιδιο θα διαπιστωσουμε και σε μια ψυχολογικη ερμηνεια. Στο παραδειγμα του φονου, ειπαμε, ο ψυχιατρος και ο ψυχολογος δεν θα παρουν στα σοβαρα την απορια του δολοφονου «Εγω το 'κανα αυτο;». Θα διακρινουν ισως στη μεχρι προ τινος μειλιχια, καρτερικη και καλωσυνατη οψη του καποια σημαδια που θα μαρτυρουσαν τον δυνητικο δολοφονο, αυτον που ξεπροβαλλε την «κακια την ωρα», αυτον που ο μειλιχιος, καρτερικος και καλωσυνατος δεν ηθελε να τον ξερει. Θα μιλησουν για ενα και το αυτο αμφιθυμικο Εγω το οποιο, μεσα απο διαφορους μηχανισμους, φτανει στον φονο και κατοπιν στην αρνηση και στην αποπροσωποποιηση («Εγω το 'κανα αυτο;»). Θα μιλησουν για «κριση ταυτοτητας» του ενος και του αυτου Εγω. Το Πριν του «καλου» και το Μετα του «κακου» γεφυρωνονται απο το Αναμεσο της ερμηνειας και αποκαθισταται η συνεχεια του Εγω, που δεν ειναι βεβαια μονο ο «καλος», τον οποιο αναγνωριζε και αποδεχονταν ο μετεπειτα δολοφονος αλλα ενα Εγω αμφιθυμικο, διπροσωπο. Η «κακια η ωρα» χανει καθε νοημα.
Στο δευτερο ακουσμα δεν προσπερνουμε την «κακια την ωρα» αλλα την ακουμε. Τι συμβαινει οταν λεμε «η κακια η ωρα»; Ποτε εχει νοημα αυτη η εκφραση; Εχει νοημα οταν απο τις ωρες, οι οποιες «παντα φερουσιν» (Ηρακλειτος), μια εφερε και τον φονο. Τοτε ο φονος δεν εχει την αρχη του ουτε σ' εμενα ουτε σε κατι αλλο. Η «κακια ωρα» ειναι ενα ονομα του κενου, που τοσο φανατισμενα καταπολεμαει ο Freud. Η φραση «η κακια η ωρα» εχει λοιπον νοημα οταν ενα Εγω, αυτο του «καλου» η αυτο του «κακου» η ενα αμφιθυμικο Εγω δεν ειναι θεμα. Τι θα πει αυτο; Πως γινεται; Γινεται οταν η καθημερινοτητα μου, αυτα που συμβαινουν δεν συνοδευονται απο την επιγνωση ενος Εγω. Κανω, αλλα οχι εγω κανω, παθαινω, αλλα οχι εγω παθαινω, σκεφτομαι, αισθανομαι αλλα οχι εγω σκεφτομαι, εγω αισθανομαι. Σκοτωνω, αλλα οχι εγω σκοτωνω. Και εν παροδω, αυτη ειναι κατα τη γνωμη μου και η μονη ψυχοθεραπευτικη προοπτικη μιας ριζικης λυσης απο την αμφιθυμια, απο καθε λεγομενη «κριση ταυτοτητας», απο αγχη και ενοχες που μπορει να μας ταλανιζουν: Οχι ενα πιο δυνατο Εγω, οχι ερμηνειες και νουθεσιες και οδηγιες και συμβουλες που θα αποτεινονταν ακριβως στο Εγω αλλα η απελευθερωση απο το Εγω ως σημειου αναφορας. Απλα, η κακια η ωρα. Απλα και μετα, και μετα, και μετα...
Με τον ιδιο τροπο ισως θα ηταν δυνατη μια εννοηση της εφηβειας. Η κοπελα, μια μερα, σηκωσε χερι στη μανα της. Μια μερα το αγορι αυνανιστηκε, μιαν αλλη μερα φιλησε ενα κοριτσι για πρωτη φορα, μιαν αλλη ετρεξε με το μηχανακι του σαν τρελο κι εφαγε τα μουτρα του. Πρωτα η ψυχολογικοποιηση καθιστα την εφηβεια ενα υποστασιοποιημενο Αναμεσο, κριση ταυτοτητας και γεφυρα μεταξυ παιδιου και ενηλικα. Αντιστοιχα το παιδικο παιχνιδι γινεται αυτο που ο Winnicott αποκαλει «μεταβατικο αντικειμενο».
Μιλωντας για την οπτικη, συμφωνα με την οποια το Εγω γινεται θεμα, ξεκινησα με ενα παραδειγμα: Πριν ημουν σπιτι, τωρα ειμαι μαζι σας, μετα θα συναντησω φιλους. Το συζητησα καταρχην απο την αποψη του διαχρονικου Εγω που εκτεινεται στο πριν, στο τωρα, στο μετα. Πως μπορει αυτο το Εγω να μην ειναι θεμα; Μπορει εφοσον μενω σ' αυτο στο οποιο εκαστοτε βρισκομαι: Σπιτι. Συμποσιο. Ταβερνα. Στο ιδιο φως μπορει να ιδωθει και η νοσηλεια: Εχω προβλημα και μετα το πραγμα γινεται αδιεξοδο και μετα μπαινω η με βαζουν σε μια κλινικη και μετα μου δινουν κατι φαρμακα και μετα ειμαι καλυτερα και μετα γυριζω στο σπιτι μου. Σ' ολα τα παραδειγματα βρισκομαι σ' αυτο που συμβαινει τωρα. Δεν εποπτευω, δεν κανω αναδρομες και σεναρια, δεν ζω σ' ενα Πριν και σ' ενα Μετα, δεν συγκρινω και δεν συσχετιζω. Τοτε Πριν και Μετα δεν ειναι πλεον σημεια στη συντεταγμενη του χρονου, δεν οριζονται απο εκει. Δεν υπαρχει η διαρκεια: Το Πριν γινεται κατι σαν «Μια φορα κι εναν καιρο», το Μετα αφηνεται σε ενα «Θα δειξει...». Ισως ετσι, καπου σαν παραμυθι, θα μπορουσαμε να δουμε, περα απο μονο μεμονωμενα προσωπα και καταστασεις, και την ιδια την υπαρξη μας. Τοτε η ζωη μας δεν θα ηταν μονο ενα σακι στις πλατες ενος Εγω-χαμαλη αλλα κι ενα μπαλονι σε παιδικη γιορτη. Ισως τοτε ο θανατος δεν θα σημαινε τιποτα περισσοτερο απο ο,τι σημαινει για το μπαλονι καποια στιγμη στο παιχνιδι να σκασει η να ξεφυγει και ν' ανεβει στον ουρανο.
Μιλησα για το Αναμεσο του Πριν και του Μετα απο δυο οπτικες. Στην πρωτη γινεται θεμα που συσχετιζει το Πριν και το Μετα στο εδαφος ενος Εγω. Στη δευτερη οπτικη το Αναμεσο δεν ειναι θεμα, Πριν και Μετα παρατασσονται το ενα διπλα στο αλλο και ως εκ τουτου συνδεσεις, συσχετισεις, και το Εγω ως φορεας τους μενουν ανευ αντικειμενου. Ενδεχομενως θα μπορουσαμε να παρομοιασουμε τα πραγματα της ζωης μας με φιγουρες του Ρορσαχ [Ψυχολογικο τεστ με φιγουρες απροσδιοριστες οπου κανεις καλειται να τις ταυτισει με μορφες πραγματων, ζωων, ανθρωπων.].
Η πρωτη οπτικη ερμηνευει τις φιγουρες, βλεπει σ' αυτες αρκουδες, χορους, αιματα κλπ. Η δευτερη οπτικη αφηνει τις φιγουρες οπως ειναι και δεν ζητα να τις μετασχηματισει σε οικειες μορφες, δεν επιδιωκει να τους δωσει ονομα. Η, τους δινει, ομως σε ενα ελευθερο παιχνιδι της φαντασιας, χωρις συνδεσεις και συμπερασματα για την προσωπικοτητα, την συμπεριφορα κλπ.
Οταν μιλησα για τη νοσηλεια στο πεδιο του πρωτου ακουσματος, ειπα οτι θεραποντες και ασθενεις εχουμε μια εικονα της, πως μας αφορα. Αυτην την εικονα τωρα θα μπορουσαμε και να την σκεφτουμε σαν την εκαστοτε μορφη που προβαλλει στο καταρχην απροσδιοριστο της φιγουρας της νοσηλειας. Μια αντιστοιχη μορφη θα ηταν και το «αιτημα» εκεινου που προσφευγει σε μια ψυχοθεραπεια, αλλα και η παρασταση του θεραπευτη για την κατασταση του πελατη του. Ενα αλλο παραδειγμα: Αν η φυση μου ηταν να ειμαι φιγουρα του Rorschach, θα ειχα προβει σε μια ερμηνεια της γινομενος γιατρος. Σ' αυτην την πρωτη οπτικη θα ειχα να πω ενα σωρο πραγματα απο την ιστορια μου, τις συνθηκες που μεγαλωσα, τα πραγματα που γνωρισα, που με οδηγησαν σ' αυτην την επιλογη, που εγινε σταθμος της ζωης μου. Στη δευτερη οπτικη μενω στην καταγωγη μου, στο απροσδιοριστο της φιγουρας μου, και στο πως και στο γιατι εγινα γιατρος δεν εχω παρα να πω : «Ετσι».
Σας ανεπτυξα καποια στοιχεια απο τις δυο οπτικες. Τελειωνοντας πρεπει να τονισω οτι δεν ειναι διαφορετικες και αντιτιθεμενες. Φυσικα και ειχα να ξυπνησω μια ορισμενη ωρα, να βρισκομαι εδω και κατοπιν στην ταβερνα μια ορισμενη ωρα. Ομως συναμα το Πριν, της παραμονης μου στο σπιτι, τωρα ειναι πολυ μακρινο, και το ιδιο τρισμακρο ειναι και το Μετα της ταβερνας και της παρεας μου. Οι σπουδες της Ιατρικης ειναι ενας σταθμος που στην ιστορια μου θεσπιζει ενα Πριν και Μετα, και συναμα δεν ειναι τιποτα περισσοτερο, αλλα και τιποτα λιγοτερο, απο μια τρυπα στο νερο.
Τι θα πει αυτο το «συναμα»; Πως οι δυο οπτικες πηγαινουν μαζι; Οταν μοιαζει η μια να ακυρωνει την αλλη; Πως μπορει το Αναμεσο να εχει υποσταση και συναμα να μενει ανυποστατο; Ενας Αραβας, λιγο πριν πεθανει, καλει τους τρεις γιους του και τους μοιραζει τις 17 καμηλες του. Ο μεγαλυτερος, λεει, θα παρει το 1/2, ο μεσαιος το 1/3 και ο μικρος το 1/9. Και μετα πεθαινει. Οι γιοι μενουν με την απορια πως να μοιρασουν τις 17 καμηλες στο 1/2, 1/3 και 1/9 συμφωνα με τις εντολες του πατερα τους. Ο υπολογισμος δεν βγαινει με τιποτα. Τελικα πηγαινουν σ' εναν γερο και του παρουσιαζουν το προβλημα τους. Ο γερος εχει μια καμηλα, και τους τη δινει. Τωρα εχουν 18 καμηλες: Ο μεγαλος παιρνει το 1/2, δηλαδη 9, ο μεσαιος το 1/3, δηλαδη 6 και ο μικρος το 1/9, δηλαδη 2. 9 και 6 και 2 κανουν 17, και ο γερος παιρνει τη δικη του καμηλα πισω. Το Αναμεσο, η καμηλα του γερου, εχει υποσταση και οντοτητα, μπαινει στον λογαριασμο, και συναμα χανεται απο τον λογαριασμο, παυει να ειναι θεμα. Καπως ετσι θα μπορουσαμε να δουμε το παιχνιδισμα των δυο οπτικων που μας απασχολησαν. Και καπως ετσι ο τροπος του γερου Αραβα μου εμαθε να ειμαι θεραπευτης. Πιο συγκεκριμενα: Ενας αντρας μου λεει: «Στην αρχη ηθελα να με παρετε αγκαλια, να μου πειτε <Μη στεναχωριεσαι, δεν πειραζει... Ολα θα πανε καλα...> Και παροτι δεν ακουσα αυτην τη φραση, [εδω γελαει ελαφρα] την αγκαλια την πηρα.»