Ο Ιατρος



04 2.1.1 Ο Ιατρος

Ο,τι ειπωθηκε για την ιατρικη, και ο,τι ακομη προκειται να ειπωθει για τον ιατρο σ' αυτο το κεφαλαιο, ο αναγνωστης, ακομη και ο ευνοϊκα διατεθειμενος αναγνωστης, θα το βρει ενδεχομενως "ενδιαφερον", ομως νωριτερα, η αργοτερα θα καταληξει στο οτι προκειται για "αποψεις", και μαλιστα "εξωπραγματικες", καθως δεν εχουν καμια "πρακτικη εφαρμογη".

Ας υποθεσουμε οτι τα λογια του δεν εχουν χαρακτηρα κρισης αφ' υψηλου και απορριψης, αλλα εκφερονται ως ερωτηση. Η ερωτηση του επιζητει καποια απαντηση. Ας δεχτουμε ακομη πως η ερωτηση εχει και εναν χαρακτηρα αποριας: θα ηθελα να σε παρακολουθησω, αλλα σε χανω. Μια τετοια ερωτηση επιζητει λοιπον απαντηση, με την κυριολεκτικη σημασια της λεξης. Μια τετοια ερωτηση επιζητει η ιδια να απαντησει, που θα πει: να συναντησει, αυτα που εδω γραφονται. Ετσι μια τετοια απαντηση εγω δεν μπορω να του δωσω. Η, μαλλον, καλυτερα: μπορω μονο στο σημειο που η απαντηση αφορα εμενα, δηλαδη φροντιζοντας για την καθαρη εννοηση και καταγραφη των θεματων. Το δικο του μερος της ζητουμενης απαντησης παλι δεν το οριζει ο ιδιος. Του συμβαινει - τωρα, η αργοτερα, η ποτε, στο σημειο που του εχει δοθει αυτη η εφεση και στο σημειο που τα δικα μου γραφομενα προσφερονται για μια τετοια απαντηση.

Ο,τι λεγεται για την ιατρικη και για τον ιατρο ειναι "εξωπραγματικο", εαν αυτη η λεξη σημαινει "ανεφαρμοστο" και "αχρηστο". Διοτι τωρα, οπου η ιατρικη εχει φτασει στο τελος, πρωτο μου μελημα ειναι να δω το τελος της ιατρικης σε ολο το ευρος του, και κατοπιν να διακρινω καθαροτερα ιχνη μιας δυνατοτητας για ο,τι δεν ειναι πλεον ιατρικη (ουτε ομως και αντικαθιστα την ιατρικη, διοτι και η καθε αντικατασταση παραμενει παντοτε σε αναφορα με το αντικαθισταμενο). Ειναι κατι για το οποιο ενα ονομα, σημερα, λειπει.

Ομως δεν προκειται για μια δυνατοτητα η οποια, καποτε, ισως "πραγματοποιηθει", δηλαδη μεταλλαγει και απο δυνατοτητα γινει πραγματικοτητα. Ουτε προκειται για μια "ουτοπια", δηλαδη για κατι το απραγματοποιητο, διοτι και η ουτοπια παραμενει σε αναφορα προς την πραγματικοτητα ως το ανεφικτο της. Αυτη η δυνατοτητα, η οποια, οπως ηδη ακουσαμε, στεκει υψηλοτερα απο την πραγματικοτητα, αποδιδεται στην ουσια της καλυτερα με ενα σχημα του Heidegger: das unzugängliche Unumgängliche, το Απροσπελαστο Απαρακαμπτο. Θα το δουμε να εκπτυσσεται με την προοδο αυτων των κειμενων. Ομως ηδη το σχημα το ιδιο μας προδιαθετει σε κατι στο οποιο χρειαζεται να ασκηθουμε: να αντεχουμε την ενταση αυτου του αντιμοιρου δεχομενοι και τις δυο ιδιοτητες του, το απροσπελαστο και το απαρακαμπτο, διχως να κλινουμε προς την μια πλευρα ειτε παραιτουμενοι απο την δυνατοτητα της εμπειριας του, σαν να ηταν μονον απροσπελαστο, ειτε καθηλωνομενο σ' αυτο, σαν να ηταν μονο απαρακαμπτο.

Το συναντησαμε ηδη στο ονομα του θανατου ως του μυστηριου το οποιο δεν ειναι πραγμα, και γι' αυτο ειναι απροσιτο, ομως ειναι και αναγκαστικο καθως χαριζει στα πραγματα την πραγματικοτητα του και στους θνητους την ουσια τους.

Η περιοχη του Απροσπελαστου Απαρακαμπτου ειναι ο, αδρα και προσωρινα μονον αφορισμενος χωρος στον οποιο μπορει οι συνομιλουντες καποτε να απαντηθουν, εφοσον αφορωνται απο το καλεσμα του. Ενας ψιθυρος μονον αυτου του καλεσματος καθοριζει ισως και ο,τι συμβαινει σημερα υπο τον τιτλο "ψυχαναλυση".


Η ιατρικη εχει φθασει στο τελος. Αυτο το τελος παιρνει μαζι του και εκεινον ο οποιος την εχει κατεξοχην χρεωθει, τον ιατρο. Ομως, ειπαμε, "τελος" εδω δεν θα πει ανακοπη, αλλα συντελεση. Στην εποχη του τελους της ιατρικης ο ιατρος συντελειται ως ιατρος: γινεται, σημερα περισσοτερο παρα ποτε, ιατρος. Αυτο βεβαιως δεν εννοει την οινοτοπια πως ο σημερινος γιατρος εχει ασυγκριτα καλυτερη εκπαιδευση και ασυγκριτα περισσοτερα μεσα στην διαθεση του, πως ειναι ασυγκριτα αποτελεσματικοτερος στην καταπολεμηση των ασθενειων, πως αναμενεται να επτυχει στο μελλον ακομη περισσοτερα. Ο ιατρος εχει τελειωθει, θα πει: εχει επιτελεσει αυτο το οποιο εξαρχης τον οριζει ως ιατρο.

Και ποιο ειναι αυτο; Τι οριζει τον ιατρο ως ιατρο; Την απαντηση ευλογα θα μπορουσαμε να την αναζητησουμε στην ιδια την εκπαιδευση του ιατρου, αφου εκει κανεις "γινεται γιατρος".Ομως η ιατρικη εκπαιδευση δεν απαντα στο ερωτημα, τι ειναι ο ιατρος. Η ιατρικη εκπαιδευση ειναι η εκμαθηση της ιατρικης τεχνης. Απαντα στο πως κανεις γινεται ιατρος. Για το οτι του, για το δεδομενο του ιατρου ως ιατρου, οτι ειναι, η ιατρικη εκπαιδευση δεν εχει να πει τιποτε. Το εκλαμβανει, και σωστα, ως - δεδομενο, ως το δεδομενο, χαρη στο οποιο αυτη υπαρχει ως ιατρικη εκπαιδευση. Το Ειναι του ιατρου, ως ο τοπος της προελευσης του ιατρου ως ιατρου, δεν ειναι θεμα ιατρικο, ειναι απροσπελαστο με ορους της ιατρικης, διοτι συνιστα την προελευση του, και οχι αντικειμενο ερευνας του. Ομως συγχρονως, του ειναι απαρακαμπτο, του ειναι το πλεον απαρακαμπτο, διοτι συνιστα το ιδιο του το εδαφος. Το αινιγμα του Απροσπελαστου Απαρακαμπτου μας αγγιζει και παλι, τωρα στο ονομα του Ειναι του ιατρου, του οτι ο ιατρος ειναι.

Το Ειναι του ιατρου δεν ειναι θεμα ιατρικο. Δεν μπορει καν να τεθει στο πλαισιο της τεχνικης-επιστημονικης σκεψης. Για αυτην την σκεψη ηδη το ερωτημα ειναι αδιανοητο. Η ιατρικη δεν ειναι καν σε θεση να συλλαβει το ζητουμενο. Για αυτην εκεινο το οποιο οριζει τον ιατρο ειναι το "διπλωμα", η πιστοποιηση των γνωσεων και των δεξιοτητων που εχει αποκτησει, δηλαδη του "know-how", της γνωσης-πως.

Εδω, αν θελουμε να υποψιαστουμε καν το ερωτημα, πρεπει την τεχνικη-επιστημονικη σκεψη να την εγκαταλειψουμε. Και να στραφουμε που;

Ηδη η αναφορα στο τελος του ιατρου, μας δινει ενα νευμα. Μας καλει να στραφουμε προς εκεινον τον λογο ο οποιος δεν συνιστα γνωση του πως, αλλα προπαντων λεγει, που θα πει: περισυλλεγει και φερνει σε παρουσια, φερνει ο,τι ειναι στο Οτι του. Πρεπει να στραφουμε προς εκεινον τον λογο ο οποιος θεσπιζει. Και ποιος ειναι αυτος;

Ο,τι μενει ομως,

Το θεσπιζουν οι ποιητες.

Το ειπε ο Hölderlin. Ε, και λοιπον; θα πουμε. Και τι εγινε; Ο Hölderlin ειπε αυτο, ο δεινα ειπε το αλλο. Αποψεις… Και τι εγινε; Ετσι μιλα ο κοινος νους που μισει καθε τι το εξεχον, που εξομοιωνει τα παντα, και ετσι νομιζει πως γλυτωνει απο το χρεος να εγκυψει επιτελους σε κατι και να το κοιταξει καταματα, και σ' αυτο το κοιταγμα να αντικρυσει τον εαυτο του. Ναι, το ειπε ο Hölderlin. Αυτο καταρχην ας μας αρκεσει. Το θεμα δεν ειναι εαν ο Hölderlin μιλα "σωστα", η "λαθος". Το θεμα ειναι πρωτα κατα ποσον εμεις αφορωμαστε απο τον λογο του ετσι ωστε να τον ακουσουμε καν.

Ο,τι μενει ομως,

Το θεσπιζουν οι ποιητες.

Ο ποιητικος λογος θεσπιζει. Εαν η επιστημη διαχειριζεται τα πραγματα διερευνωντας το "πως" τους, αυτο, το das Wunder aller Wunder, το "θαυμα θαυματων", ετσι το εμπειραθηκε το Heidegger, το οτι τα πραγματα ειναι, αυτο δεν ειναι πλεον, δεν ηταν ποτε επιστημονικη υποθεση αλλα ποιηση, που θα πει, ελληνικα, ┼μουσικη┼.

┼μουσικα┼ κατοικει ο ανθρωπος επανω σ' αυτην την γη

Αυτον τον λογο του Hölderlin ας τον εντυπωσουμε. Θα μας συνοδευει, και οπου απειλειται συγχυση θα μας δειχνει τον δρομο.

Ο ποιητικος λογος δεν ειναι γνωση. Δεν συλλαμβανει το θεμα του, δεν το αναγει και δεν το επαγει αλλου, δεν υποκειται στην επιταγη της χρηστικοτητας. Ο ποιητικος λογος, θεσπιζοντας, λεγει το Οτι των πραγματων. Ο ποιητικος λογος λεγει το Οτι των πραγματων ως το μυστηριο αυτου του θαυματος. Το ονομα για τον λογο ο οποιος λεγει το μυστηριο ως μυστηριο, μας το παρεχει η ιδια η γλωσσα μας. Ειναι ο μυθος.

Ο μυθος δεν ειναι καταρχην "μυθολογια" και "παραμυθια". Ο μυθος ειναι ο λογος για το μυστηριο ως μυστηριο, ο λογος της θεσπισης η οποια συμβαινει οταν και οπου ο ανθρωπος κατοικει ┼μουσικα┼ επανω σ' αυτην την γη. Γι' αυτο οι Ελληνες, στους οποιους χρεωθηκε ο πρωτος και κυριος δρομος, το ┼ὡς ἔστιν┼, κινουνται, στις μεγαλες τους στιγμες, στον χωρο του μυθου. Ετσι θα καναμε καλα εαν, αναζητωντας την προελευση, που θα πει τωρα: το μυστηριο της θεσπισης του ιατρου ως ιατρου, στρεφομασταν στον μυθο του. Ας ακουσουμε τον 3ο Πυθιονικη του Πινδαρου:

ΤΡΙΤΟΣ ΠΥΘΙΟΝΙΚΟΣ

ΓΙΑ ΤΟΝ ΙΕΡΩΝΑ ΤΟΝ ΣΥΡΑΚΟΣΙΟ

Ο Χίρωνας θα ήθελα, το τέκνο της Φιλύρας [στρ. α]

—αν πρέπει να πουν τα χείλη μου την ευχή που όλος ο κόσμος λέει—

να ζούσε, του Κρόνου του Ουρανίδη ο πανίσχυρος γόνος

που έχει αποδημήσει,

και να βασίλευε στου Πηλίου τα λαγκάδια το άγριο θεριό

5που ᾽χε για τους θνητούς καρδιά γεμάτη αγάπη.

Αυτός κάποτε ανάθρεψε τον ευγενικό Ασκληπιό,

που ᾽φερνε απ᾽ τους πόνους ανακούφιση

και δύναμη στο σώμα,

τον ήρωα που γιάτρευε κάθε λογής αρρώστια.


Αυτόν, λοιπόν, η κόρη του Φλεγύα, του άξιου καβαλάρη,[αντ. α]

προτού τον φέρει στη ζωή με τη βοήθεια της Ειλείθυιας

που τις μητέρες σκέπει,

10από τα χρυσά της Άρτεμης τα βέλη χτυπημένη

από τον κοιτώνα της στου Άδη κατέβη τα παλάτια,

γιατί τέτοιο στάθηκε του Απόλλωνα το σχέδιο·

η οργή των τέκνων του Διός δεν πάει ποτέ χαμένη.

Αυτή τον περιφρόνησε πάνω στην αμυαλιά της

και μ᾽ άλλον άντρα ενώθηκε, κρυφά από τον γονιό της,

αφού πρωτύτερα με τον μακρύμαλλο Φοίβο είχε σμίξει.


15Και φέρνοντας στα σπλάχνα της του θεού το αμόλυντο σπέρμα, [επωδ. α]

δεν εκαρτέρεψε να ᾽ρθει στο νυφικό τραπέζι

ούτε των υμεναίων την πολύφωνη ιαχή ν᾽ ακούσει

που οι συνομήλικες οι φίλες της παρθένες

προς το βραδάκι, κατά το έθιμο, τους γλυκοτραγουδούνε.

20Αλλά κάποιον που μακριά της ήταν ερωτεύθη — αυτό το παθαίνουνε πολλοί.

Μες στων ανθρώπων τις γενιές οι πιο ανέμυαλοι είναι

όσοι περιφρονούν τα κοντινά και ρίχνουν τη ματιά τους

στα μακρινά, και μ᾽ ελπίδες κούφιες τ᾽ άπιαστα κυνηγούνε.


Σε τέτοια μεγάλη συφορά έριξε την ωριόπεπλη το πάθος Κορωνίδα. [στρ. β]

Ήρθ᾽ ένας ξένος από την Αρκαδία,

κι αυτή πήγε και πλάγιασε μαζί του.

Αλλά δεν ξέφυγε το βλέμμα του θεού· μες στην Πυθώνα

την πλούσια σε θυσίες το ᾽νιωσε του ναού ο βασιλιάς, ο Λοξίας,

τη γνώμη του στηρίζοντας σε σύμβουλο αλάθευτο,

στον παντογνώστη νου του·

από ψευτιές δεν ξέρει αυτός, και δεν μπορεί κανείς να τον γελάσει,

30μήτε θεός μήτε θνητός με λογισμό ή μ᾽ έργα.


Τότε λοιπόν, σαν είδε τον δεσμό μ᾽ έναν ξένο, τον γιο του Έλατου, [αντ. β]

τον Ίσχη, και τον αθέμιτο τον δόλο, στέλνει την αδερφή του

που ᾽βραζε από ακράτητο θυμό στη Λακέρεια

(στης Βοιβηίδας τις απόκρημνες όχτες

ζούσε η κόρη), και τότε γύρισε προς το κακό η τύχη

35και την αφάνισε· και γείτονες πολλοί το ίδιο βρήκαν τέλος

και χάθηκαν μαζί της. Γιατί συχνά μες στα βουνά

μια μόνο σπίθα φτάνει να πεταχτεί

κι ολόκληρο το δάσος ν᾽ αφανίσει.


Ωστόσο, όταν οι συγγενείς την κόρη απιθώσαν πάνω [επωδ. β]

στον ξύλινο σωρό

και λάβρες την εκύκλωσαν οι φλόγες του Ηφαίστου,

40τότε ο Απόλλων φώναξε: «Δεν το βαστάει η καρδιά μου

με τέτοιο θάνατο φριχτό ν᾽ αφήσω γόνο να χαθεί δικό μου

μαζί με τη βαριά της μάνας τιμωρία».

Έτσι είπε ο θεός και, κάνοντας ένα μονάχα βήμα,

άρπαξε το παιδί απ᾽ τη νεκρή, δρόμο ανοίγοντας

ανάμεσα στις φλόγες που φουντώναν.

45Και, αφού το πήρε, στη Μαγνησία το πήγε

και το παράδωσε στον Κένταυρο για να του μάθει

να γιαίνει των πολύπαθων ανθρώπων τις αρρώστιες.


Κι όσοι έρχονταν κι είχαν πληγές που ᾽βγαζε το κορμί τους[στρ. γ]

ή κι απ᾽ αστραφτερό χαλκό τραυματισμένοι

ή από λιθάρι από μακριά ριγμένο

50ή με το δέρμα από το θερινό λιοπύρι ρημαγμένο

ή από το ψύχος του χειμώνα, λύτρωνε τον καθένα από τα βάσανά του,

άλλους με ξόρκια μαλακά φροντίζοντάς τους

και σ᾽ άλλους δίνοντας να πιουν πραϋντικά ελιξήρια

ή αλείφοντας με φάρμακα τα μέλη τους ολούθε

κι άλλους με μια τομή τούς έστηνε ορθούς.


Αλλά κι η γνώση ακόμα παρασύρεται από του κέρδους το κυνήγι. [αντ. γ]

55Έτσι κι εκείνον τον ετράβηξε ο γενναίος μισθός,

χρυσάφι που γυαλίζει στην παλάμη,

να φέρει πίσω έναν θνητό απ᾽ τον θάνατο αρπαγμένον.

Τότε ο Κρονίδης σήκωσε το χέρι του ενάντια και στους δύο

κι ακαριαία έκοψε στα στήθια στην πνοή τους,

κι ο φλογισμένος κεραυνός τούς σφράγισε το τέλος.

Ό,τι ταιριάζει στων θνητών τη φύση

πρέπει απ᾽ τους θεούς ν᾽ αποζητούμε,

60το τί ᾽ναι μπρος στα πόδια μας γνωρίζοντας,

τη μοίρα μας ποιά είναι μην ξεχνώντας.


Ψυχή μου, μην ποθείς αθάνατη ζωή· [επωδ. γ]

ό,τι περνά απ᾽ το χέρι σου εξάντλησέ το.

Αν ο σοφός ο Χίρων κατοικούσε ακόμα στη σπηλιά του

65κι αν οι ύμνοι μου οι μελίρρυτοι μαγεύαν την ψυχή του,

θα είχα καταφέρει κάποιον γιατρό να στείλει

στους ξέχωρους θνητούς, απ᾽ τη θερμή να τους λυτρώσει αρρώστια,

κάποιο παιδί απ᾽ της Λητώς τον γόνο γεννημένο

ή και τον ίδιο τον πατέρα.

Και τότε με πλοίο θα ερχόμουνα, το Ιόνιο πέλαγος σκίζοντας,

στην κρήνη Αρέθουσα να βρω τον φίλο μου από την Αίτνα,


τον βασιλιά που κυβερνάει τη Συρακούσα· [στρ. δ]

για τους πολίτες είναι πράος, δίχως φθόνο για τους αγαθούς,

και για τους ξένους θαυμαστός πατέρας.

Αν έφτανα και του ᾽φερνα εκεί πέρα δίδυμες χάρες:

τη χρυσή υγεία και τον ύμνο για τις λαμπρές του νίκες,

τα στεφάνια που κάποτε κέρδισε ο Φερένικος στην Κίρρα,

στους πυθικούς αγώνες,

θα του φαινόμουν, λέω, σαν φως πιο λαμπερό

75κι από τ᾽ άστρο του ουρανού,

καθώς εκεί θα πήγαινα, το πέλαο το βαθύ περνώντας.


Ωστόσο στη Μητέρα θέλω να δεηθώ, τη σεβαστή θεά, [αντ. δ]

που μες στη νύχτα την υμνούν συχνά μπροστά στα πρόθυρά μου,

μαζί της και τον Πάνα, νέες κοπέλες.

80Κι αν κατέχεις, Ιέρων, το γνήσιο των λόγων τ᾽ απόσταγμα να νιώθεις

ξέρεις οι πρόγονοι τί είπαν:

«Για ένα καλό δυο βάσανα μαζί στέλνουν στον άνθρωπο οι θεοί.»

Οι ανόητοι δεν το μπορούν αυτά μ᾽ ευπρέπεια να υποφέρουν,

όμως οι γνωστικοί μπορούν, δείχνοντας προς τα έξω μόνο το καλό.


Απ᾽ την ευδαιμονία και συ ένα μερίδιο έχεις. [επωδ. δ]

85Σε σένα, τον ηγέτη του λαού, τον τύραννο,

σε σένα, πάνω απ᾽ όλους τους θνητούς,

έχει το βλέμμα του καλόγνωμα στραμμένο το μέγα πεπρωμένο.

Η ζωή ασυννέφιαστη δεν στάθηκε μήτε για τον Πηλέα τον Αιακίδη

μήτε για τον ισόθεο Κάδμο. Ωστόσο, λένε, τούτοι χάρηκαν

την πιο μεγάλη που έλαχε σε άνθρωπο ευτυχία,

90αυτοί που ακούσαν τη μολπή των χρυσοστέφανων Μουσών,

στο όρος και την εφτάπυλη τη Θήβα,

σαν έπαιρναν για ταίρι ο ένας τη βοϊδόματη Αρμονία

κι ο άλλος τη Θέτιδα, του βαθυστόχαστου Νηρέα

τη φημισμένη κόρη.



Θεοί και στων δυονών καθήσαν το τραπέζι, [στρ. ε]

κι είδαν του Κρόνου τα παιδιά, τους ηγεμόνες,

να κάθονται σε θρόνους χρυσούς, και δώρα τους δεχτήκαν·

95και με του Δία τη χάρη από τα βάσανα τ᾽ αλλοτινά λυτρώθηκαν,

κι έτσι η καρδιά τους πάλι ολόρθη εστάθη.

Όμως με τον καιρό του ενός τις τρεις θυγατέρες τις βρήκαν βάσανα

φριχτά που το μερίδιο της χαράς το εξανέμισαν.

Ωστόσο, πάλι σε λίγο ο αφέντης Δίας ήρθε

στην ποθητή κλίνη της χιονοβράχιονης Θυώνης.


Και του άλλου ο γιος, ο μονάκριβος, που η Θέτιδα η αθάνατη [αντ. ε]

100στη Φθία είχε γεννήσει,

στον πόλεμο από σαΐτα έχασε τη ζωή του

και, σαν τον καίγαν στην πυρά, θρήνο στους Δαναούς ξεσήκωσε.

Όποιος γνωρίζει απ᾽ τους θνητούς τον δρόμο της αλήθειας

ξέρει καλά να χαίρεται τα δώρα των μακάρων,

105γιατί μια έτσι και μια αλλιώς φυσούν στα ύψη οι πνοές των ανέμων.

Ακέρια δεν βαστάει πολύ για τους ανθρώπους η ευτυχία,

σαν έρθει άφθονη.


Στα μικρά θα ᾽μαι μικρός, και στα μεγάλα μέγας. [επωδ. ε]

Την τύχη που μου έλαχε όπως και νά ᾽ρθει

με την καρδιά μου θα την τιμήσω

και κατά τη δύναμή μου θα την υπηρετώ.

110Κι αν ο θεός άφθονο τον πλούτο μού χαρίσει,

με τον καιρό δόξα τρανή ελπίζω ν᾽ αποχτήσω.

Τον Νέστορα και τον Λύκιο Σαρπηδόνα —όλοι μιλούν γι᾽ αυτούς—

τους ξέρουμε απ᾽ τα μελωδικά τραγούδια

που άξιοι συνταίριαξαν τεχνίτες·

115με τα λαμπρά τραγούδια η αρετή ζει μέσα στον χρόνο,

αλλά σε λίγους έχει δοθεί αθάνατοι να μείνουν.

Αυτος ειναι ο μυθος του Ασκληπιου, ο μυθος του ιατρου. Ομως ακομη δεν τον ακουσαμε αληθινα. Απλως τον διαβασαμε, τον περι-διαβασαμε. Μονο που ο Hölderlin το εχει πει, σε ενα οψιμο ποιημα, το τριτο που επιγραφεται "Griechenland", "Ελλας":

Με πνευματικοτητα ειναι τριγυρω ο παλαιος μυθος

Ο παλαιος μυθος ειναι τριγυρω μας. Τον ανασαινουμε. Ομως ακομη δεν τον δεχτηκαμε ως κατι το οποιο μας αφορα ενδομυχα, εμας, εδω και παντου, τωρα και ανα πασα στιγμη. Τι λεει γι' αυτο ο Πινδαρος;

Κι αν κατέχεις, Ιέρων, το γνήσιο των λόγων τ᾽ απόσταγμα να νιώθεις

ξέρεις οι πρόγονοι τί είπαν

Ο μυθος ειναι ┼λόγων κορυφά ὀρθὰ┼. Γι' αυτο ο Πινδαρος καλει τον Ιερωνα, και μαζι του κι εμας, σε ενα ┼οἶσθα┼, να δει, ┼μανθάνων προτέρων┼. Διοτι στον μυθο ορθωνεται στην κορυφωση του εκεινος ο λογος ο οποιος μας κρατει απο παντα περισυλλεγμενους οσο παραμενουμε, οχι Ελληνες, τουτο ηδη για τον Αισχυλο ηταν παρατολμο, αλλα ισως ┼παῖδες Ἑλλήνων┼. Αφορωμενοι απο τον μυθο γιινομαστε περισσοτερο ανοιχτοι για την προελευση μας και δεκτικοτεροι για την επερχομενη ουσια μας.


Ο Πινδαρος, αποτεινομενος στον νοσουντα ┼τύραννον┼ των Συρακουσων Ιερωνα, εκφραζει μια ευχη, η οποια ομως ειναι και εκ των πραγματων αδυνατη. Ετσι, αβρα, αλλα και διχως περιστροφες, οπως ταιριαζει αναμεσα σε αληθινους φιλους, ο Ιερωνας μαθαινει για την νοσο του: Ο Χειρων ειναι ┼ἀποιχόμενος┼ (στ. 3). Και καθως απο τον Ασκληπιο ο ┼Κρονίων ἀμπνοὰν στέρνων κάθελεν┼ (στ. 57), αλλον ┼ἰατῆρα┼ δεν δυναται πλεον να ┼παρασχεῖν┼.

Τα διαβαζω αυτα κι απορω. Μα τι λεει ο Πινδαρος στον φτωχο τον Ιερωνα; Δεν θα επρεπε, ακομα και τοτε, ενας που θα περιμενε απο τον Κενταυρο να στειλει εναν γιατρο, και μαλιστα καποιον ┼Λατοΐδα κεκλημένον ἢ πατέρος┼ (στ. 67), να εχει χασει τα λογικα του; Και οταν επιπλεον ο Πινδαρος τον βεβαιωνει πως σε μια τετοια περιπτωση θα πηγαινε να τον επισκεφτει ┼τάμνων θάλασσαν┼ (στ.68) και ┼βαθὺν πόντον περάσαις┼ (στ. 76), τοτε οι υποψιες μας μαλλον ενισχυονται…

Ομως παλι, τα γραφει ο Πινδαρος. Αυτο και μονον με κανει διστακτικο στις κρισεις μου. Και με αναγκαζει να προσεξω περισσοτερο τι θα πει εδω ┼ἰατῆρ┼ και τι θα πει εδω οτι ο νοσων δεν εχει να περιμενει απο εκει καμια αρωγη. Και εικαζω πως εδω δεν παρεχεται καποια συμβουλη του ειδους "διωξε τους γιατρους σου, ειναι αχρηστοι". Μπορουμε καλλιστα να φανταστουμε πως ο Ιερων ειχε γιατρους, και μαλιστα τους καλυτερους. Ομως τωρα υπαρχει η υπονοια πως ο Πινδαρος δεν αποτεινεται στον Ιερωνα ως καποιον νοσουντα, αλλα ως καποιον τον οποιο ┼δέρκεται ὁ μέγας πότμος┼. Και υποψιαζομαι πως η γραφη του Πινδαρου εχει αρθει σε τουτο το ┼μέγα┼, το οποιο απαιτει εναν λογο πολυ περρισσοτερο ευρυχωρον απο τον εξευτελισμο μιας θνητης μοιρας η οποια, ως "νομος", θα παραπεμπονταν στην αποκλειστικη αρμοδιοτητα των "ιατρικων υπηρεσιων".

Αγομενος απο αυτες τις υπονοιες επιστρεφω στην ωδη του Πινδαρου και επιχειρω να μαθω περισσοτερα για τον Χειρωνα και για τον Ασκληπιο.

Στον πρωτο στιχο ονομαζεται ο Χειρων, ο Κενταυρος ο οποιος ┼νόον ἔχων ἀνδρῶν φίλον┼ ανεθρεψε τον Ασκληπιο. Ποιος ειναι ο Ασκληπιος; Ειναι ο ┼τέκτων νωδυνίας┼. ┼τέκτων┼, λεει ο Πινδαρος. Η λεξη ┼τέκτων┼ συγγενευει με το ρημα ┼τίκτω┼. Τι θα πει αυτο για τον ┼τέκτονα νωδυνίας┼; Τεινουμε να αντιπαρελθουμε το ερωτημα καθως η δουλεια του γιατρου, που ειναι μεταξυ αλλων να ανακουφιζει απο τους πονους, θεωρειται γνωστη και αυτονοητη. Ομως ο μυθος κατι αλλο λεει. Λεει πως ο Ασκληπιος ειναι ┼τέκτων┼, ειναι εκεινος ο οποιος καταρχην ┼ἔτεκεν┼ την ┼νωδυνίαν┼. Δηλαδη; Μαλιστα. Ο Ασκληπιος δεν ειναι πρωτα εκεινος ο οποιος κατεχει την τεχνη να ανακουφιζει απο τον πονο. Πριν απο αυτο ο Ασκληπιος ειναι ο αρχιτεκτονας της δυνατοτητας της ┼νωδυνίας┼, του οτι ο πονος μπορει να ανακουφιστει. Αυτη ειναι πρωτιστως η τεχνη του ιατρου, η οποια και τον θεσπιζει καν ως ιατρο: η εκλαμψη η οποια παιρνει αποσταση απο την τυφλη παραδοση στην ανσκηπτουσα νοσο και παρεμβαινει στο συμβαν της. Η ιατρικη τεχνη ειναι η γνωση για την δυνατοτητα της αναγνωρισης της νοσου ως νοσου, και την αμυνας εναντιον της. Και τουτο συμβαινει οταν, σε μια "πτωτη στιγμη", ονομαζονται οι λεξεις: νοσος, οδυνη, νωδυνια.

Και η ┼νόσος┼, ως ┼στέρησις┼, γινεται εμπειρατη ως ρηγμα σε εκεινη την ┼ὁδόν εἰς φύσιν┼ η οποια καλειται ┼ὑγίεια┼. Ομως το ρηγμα δηλωνεται ως πονος. Και η ιατρικη τεχνη εννοει τον εαυτο της κατα βασιν ως τεχνη της αρσης του πονου, της ┼νωδυνίας┼. Ο αρχιτεκτονας της ειναι ο ιατρος.

Ειναι ευνοητο οτι δεν φιλοδοξω να "προτεινω" καποια υποθεση για την γεννηση της ιατρικης στους προϊστορικους χρονους, η κατι παρομοιο. Εαν σ' αυτην την ακροαση του παλαιου μυθου αποδιδεται κατι απο τον τονο του, τουτο δεν αφορα την γενεση της ιατρικης αλλα την ουσιωση αυτου το οποιο καλειται ιατρικη, και ιατρος, και η οποια, σε αντιθεση προς την γενεση, δεν μενει ποτε πισω, αλλα ειναι παντα, "με πνευματικοτητα", τριγυρω μας, καθε φορα που ονομαζεται, ρητα η μη, οι λεξεις ιατρος, νοσος, υγεια, πονος. Βρισκομαστε στον χωρο του οτι τα εδω λεγομενα ειναι, συμβαινοντας με την ονομασια τους.

Καλουμαστε σε ενα τετοιο ανοιγμα του βλεμματος ωστε το καθε "περιστατικο" να μην μενει καθηλωμενο στον περιστασιακο του χαρακτηρα αλλα να εννοειται με μιαν ευρυτητα στην οποια να συνηχει ο μυθος της προελευσης του. Και εδω, παλι, δεν δινω συστασεις, π.χ. στον καρδιολογο που αντιμετωπιζει "ενα εμφραγμα". Αυτα δεν ειναι οδηγιες με αμεση εξαργυρωση στην ιατρικη πρακτικη. Αυτα ειναι μονον ιχνη που προσφερονται στον νοημονα και που φερνουν σε αλλους δρομους. Εδω δεν υπαρχει χωρος για βιασυνη. Εδω ζητειται το μακροπνοο και το ανιδιοτελες.


Ας γυρισουμε λοιπον, καπως περισσοτερο προετοιμασμενοι, στον μυθο του ιατρου. Και ακουμε για την Κορωννιδα και για τον Απολλωνα, για την υβρη της και για τον θανατο της, για την γεννηση του Ασκληπιου.

Αχα! θα αγαλλιασει ο ψυχαναλυτης, εδω "εχουμε" μια αρχαϊκη μαρτυρια του "τραυματος τυης γεννησης"! Και ενδεχομενως θα το "συνδυασει" με την αργοτερα αναφερομενη φιλοχρηματια του Ασκληπιου, την οποια ισως εκλαβει ως "μητρικο υποκαταστατο", ενω την ανασταση του νεκρου ως "οιδιποδειο" ανταγωνισμο με τον αθανατο πατερα του, η ακομη ως αμυνα απεναντι στον "ευνουχιστικο" χαρακτηρα του θανατου.

Αχα! θα θα θριαμβευσει ο "οργανικος" ψυχιατρος, εδω "εχουμε" μια αρχαϊκη εκδοχη της κληρονομικοτητας της συμπεριφορας, καθως οι υβριστικες πραξεις της μητερας και του γιου της τους κατατασσουν στις λεγομενες "ψυχοπαθητικες προσωπικοτητες". Ελπιζω αυτος ο ψυχιατρος να εχει αρκετη εμπιστοσυνη στις μαιευτικες ικανοτητες του Απολλωνα και να μην φτασει στο σημειο, λογω του περιπετειωδους τοκετου, να διαγνωσει και καποιαν "ελασσονα" νευρολογικη διαταραχη ως αιτιο για την "προσωπικοτητα" του Ασκληπιου.

Τελος, ο μετρημενος, μοντερνος και "συστημικα" σκεπτομενος επιστημων θα διορθωσει: οχι περιβαλλον, η κληρονομικοτητα, μονον αλληλεπιδραση "παραγοντων". Ετσι ειναι οι ανθρωποι.

διαχωρισαν το ολο και εθεσαν τα σηματα χωριστα το ενα απο το αλλο

λεει η θεα στον ┼κοῦρον┼ του Παρμενιδη. Διακρινουν και χωριζουν, το ενα απο εδω, το αλλο απο εκει, και κατοπιν αγωνιζονται να επανασυνδεσουν τα χωρισμενα με τον ενα, η με τον αλλον τροπο. Και οταν αποκλινουν υπερβολικα προς το ενα, ερχεται ο καιρος που καταφευγουν στον αντιποδα του και παει λεγοντας.

Και εδω "εχουμε" απο την μια τον Ασκληπιο, απο την αλλη την μητερα του, και παιδευομαστε, ψυχαναλυτες και ψυχιατροι, να εννοησουμε τον τροπο με τον οποιο σχετιζονται και αλληλεπιδρουν ο ενας και ο αλλος. Σαν να μην ηταν δυνατον παρα να μιλουμε για ατομα: Ασκληπιος, Κορωνις. Σαν να μην υπηρχε, στον μυθο που ακουμε, που προσπαθουμε να ακουσουμε, η λεξη ┼φῦλον┼ (στ.21), η οποια ηδη εξαρχης αφηνει Ασκληπιο και Κορωννιδα να ερχονται μεσα απο την κοινη εκεινη φυση απο την οποια το ┼φῦλον┼ τους φυεται. Σαν αυτο το ┼φῦλον┼, απο την ιστορια της Κορωννιδας, να μην ονομαζει ο,τι η λεξη ┼αἴσα┼ στην ιστορια του Ασκληπιου (στ. 60). Σαν τα ┼ἐπιχώρια┼, τα οποια το ┼φῦλον┼ της Κορωννιδας ┼αἰσχύνει┼, να μην εννοουσαν το ┼πὰρ ποδός┼ το οποιο ο Ασκληπιος εχει λησμονησει.

Πως αφορα η υβρις τον Ασκληπιο; Δηλαδη τον ιατρο καθεαυτον; Τον αφορα κατα το οτι εκομισε ┼ἄνδρ᾽ ἐκ θανάτου ἤδη ἁλωκότα┼ (στ. 55-58). Γι' αυτο και ο Πινδαρος το απαγορευει στον εαυτο του: ┼μή, φίλα ψυχά, βίον ἀθάνατον σπεῦδε┼ (στ. 61). Το οτι η ιδια αυτη πραξη στον Χριστιανισμο συνιστα το μεγαλυτερο "θαυμα" ειναι μια ενδειξη μονον της λησμοσυνης η οποια στα χρονια που μεσολαβησαν απαλειψε καθε διαφορα και καταργησε καθε μετρο και εν γνωριζουμε πια τι ειναι ζωη και θανατος.

Στον μυθο του Ασκληπιου η παραβιαση της διαφορας και του μετρου συμβαινουν στην μορφη του ιατρου. Η τεχνη του δυνητικα δεν σταματα πουθενα. Αντιθετως μαλιστα, ως ιατρος ειναι απο καταβολης ┼τέκτων νωδυνίας┼ - που θα πει, δυνητικα, εκεινος ο οποιος κηρυσσει τον πολεμο εναντια στον θανατο. Ο ιατρος, στην ακρα του εννοηση, ειναι δυναμει ο τεκτων της αθανασιας για τους θνητους.

Μηπως λοιπον ο ιατρος ως ιατρος πρεπει να μην γνωριζει το ┼παρ' ποδός┼ και να μην ειναι διολου προθυμος να δεχθει ┼οἵας εἰμὲν αἴσας┼ (στ. 60); Μηπως ομως επισης, σε καθε μικρο, η μεγαλο "επιτευγμα της επιστημης", αδηλα πλεον και ανεπαισθητα, ενας ┼κεραυνός┼ παιρνει την ανασα απο το στερνο τους; Του ιατρου και του ασθενη του; Διχως καν να το καταλαβαινουν οι ιδιοι;

Αναλγητοι ειμαστε...

Μηπως παλι με την συντελεση της ιατρικης και του ιατρου εχει φθασει στο τελος και εκεινο το ┼φῦλον ματαιότατον┼ (στ. 21); Και η υβρις του; Μηπως, επιτελους, αυτο το τελος αφηνει χωρο για μια αλλη δυνατοτητα; Μηπως ο Πινδαρος μας λεει κατι γι' αυτην;


Ο μεχρι τωρα λογος του Πινδαρου κλεινει σε ενα πρωτο μερος οπως αρχιζει. ┼Ἤθελον Χίρωνα ζώειν┼ λεγουν οι πρωτοι στιχοι. Και στον στιχο 63 παλι: ┼εἰ δὲ ... ἄντρον ἔναι᾽ ἔτι Χίρων┼, τοτε ┼μόλον┼ (στ. 68), ┼κατέβαν┼ (στ. 73), ┼ἐξικόμαν┼ (στ. 76). Ετσι το ┼Ἤθελον┼ απο τον πρωτο στιχο κορυφωνεται σε ολα αυτα που ειναι αδυνατα διοτι ο Χειρων ειναι νεκρος και ιατρους δεν μπορει πλεον να παρασχει.

Και τωρα αρχιζει ενας αλλος λογος. Τωρα, οπου ο Ιερωνας απο κανεναν ιατρο δεν εχει να περιμενει απαντηση, οπου, σ' αυτην την ωδη περιγραφονται αρχη και τελος του ιατρου, ενα αλλο καλεσμα ζητα να εισακουστει.

Αυτος ο λογος δεν αρχιζει με ┼Ἤθελον┼ αλλα με ενα ┼ἐθέλω┼ (στ. 77). Ο λογος αρχιζει με μια προσ-ευχη στην ┼μητέρα┼. Εννοειται η Κυβελη, η μητερα για την οποια ο Πινδαρος ειχε ανεγειρει ενα ιερο στο ┼πρόθυρον┼ της οικιας του, για αυτην και για τον ┼σεμνῶν ἀδύτων φύλακα┼, τον ┼ματρὸς μεγάλον ὀπαδὸν┼ Πανα. Αυτη η μητερα θεων και ανθρωπων στους μυθους παραμενει σχεδον ολοτελα αποσιωπουμενη, αδηλη, οπως αρμοζει σε μια μητερα, α-μυθητη.

Και τι προσ-ευχεται ο Πινδαρος; Η ιδια η ωδη δεν μας το λεει. Ισως ομως να μην προκειται καν για μια "προσευχη". Ισως η ευχη ειναι ο ιδιος ο λογος που ακολουθει, καθοσον αγεται απο την ┼σεμνὰν θεὸν┼ και μενει υπο την σκεπη της.

Οπως στο πρωτο μερος, ερχεται και τωρα ενα ┼εἰ┼. Ομως αυτο δεν αναφερεται πλεον στον Ιερωνα και δεν εισαγει στην προσκρουση στο ανεφικτο, αλλα τον αναγκαιο ορο για να αποληξει ο Ιερων σε ενα ┼εἰ δὲ λόγων συνέμεν κορυφάν, Ἱέρων, / ὀρθὰν ἐπίστᾳ μανθάνων┼ ┼οἶσθα προτέρων┼.

Το ┼λόγων συνέμεν κορυφάν ὀρθὰν┼ ειναι ορος. Δεν μεταδιδεται και δεν εκμανθανεται, αλλα ειναι χαρισμα το οποιο ενας ανθρωπος, ενα ┼φῦλον ἐν ἀνθρώποισι┼, ισως και μια ιστορικη εποχη, το διαθετει, η δεν το διαθετει.

Ο λογος μπορει να εννοηθει μεσα απο το τελευταιο του τμημα, οπου και κορυφωνεται:

Στα μικρά θα ᾽μαι μικρός, και στα μεγάλα μέγας.

Την τύχη που μου έλαχε όπως και νά ᾽ρθει

με την καρδιά μου θα την τιμήσω

και κατά τη δύναμή μου θα την υπηρετώ.

Ο Πινδαρος, αποτεινομενος στον Ιερωνα, εχει μιλησει για μυθους, τον εχει προσφωνησει προσωπικα, και τωρα μιλα για τον εαυτο του. Ομως οχι για να δωσει το "καλο παραδειγμα" αλλα διοτι στο πεδιο αυτου του λογου ολα, οι ┼πρότεροι┼, και οι μεταξυ τους διαλεγομενοι θνητοι, και ο,τι οι ┼ἀθάνατοι δέονται┼ σ' αυτους, υπαρχουν σε μια μοναδικη συγκατοικηση. Το πρωτο προσωπο εδω δεν αφορα διολου του Εγω ενος μεμονωμενου ατομου.

┼σμικρὸς ἐν σμικροῖς, μέγας ἐν μεγάλοις┼. Σ' αυτο το σχημα περικλειεται ο,τι εχει ηδη ειπωθει με διαφορους τροπους:

➧ Η παραμονη στα ┼ἐπιχώρια┼. Και, στο φως του στ. 107, το ονομα ┼ἐπιχώρια┼ ονομαζει το εκαστοτε πλησιον, εκεινο το οποιο μιλα, και μιλωντας καλει καθε φορα, και περιμενει απο τον καλουμενο να του ανταποκριθει. Για μια τετοια ανταποκριση κανει λογο και το αποσπασμα ενος υμνου του Πινδαρου οπου ο μαντης Αμφιαραος αποτεινεται στον γιο του Αμφιλοχο (Snell 43):

Παιδι μου, σ' ολες τις πολεις που τριγυρνας, οσο γινεται εχε μυαλο σαν αυτο των θαλασσιων ζωων που ζουνε στα βραχια. Να επαινεις τα παροντα με την καρδια σου, και σαν αλλαζουν οι καιροι αλλαζε και οσα φρονεις.

Ενα ┼φῦλον ματαιότατον┼ ομως τα ┼ἐπιχώρια┼ τα ┼αἰσχύνει┼. Προσκολλαται στα ┼ἀπεόντα┼ (στ. 20) και κοιταζει τα ┼πόρσω┼, ┼μεταμώνια θηρεύων ἀκράντοις ἐλπίσιν┼. Ισως σ' αυτο το ┼φῦλον┼ να ανηκει και εκεινος ο νοσων ο οποιος, αντι ┼τῷ παρεόντι ἐπαινήσας ἑκὼν┼, κλεινει τα ματια του σ' αυτο και προσβλεπει μονο στην ημερα που θα γινει και παλι "καλα".

➧ Η γνωση του ┼παρ' ποδὸς┼. Αυτο ονομαζει ο,τι και τα ┼ἐπιχώρια┼, ομως τωρα διευκρινιζεται περισσοτερο και μας προσφερει ενα οδηγο ημα για την εννοηση του: ┼οἵας εἰμὲν αἴσας┼. Ειναι το ομολογο του ┼σμικρὸς ἐν σμικροῖς┼.

Το ┼παρ' ποδὸς┼ λοιπον δεν ειναι το "φυσικο", το "αμεσο", το "αυθορμητο", το "αυτονοητο". Χρειαζεται να το ┼μαστευέμεν┼. Και αυτη ειναι μια ιδιαιτερη και διχως προηγουμενο μαθηση διοτι αφορα τα ┼ἐοικότα πὰρ δαιμόνων┼, οπως και οταν αυτα αποληγουν σε ┼θνατάς φρένας┼. Ο,τι λοιπον εδω ονομαζεται δεν ειναι απλο και ευκολο διοτι φερεται απο την συνομιλια θεων και ανθρωπων, και αυτη ειναι που χαριζεται, και ο χαρισματικος ┼λόγων συνέμεν κορυφάν ὀρθὰν ἐπίσταται┼.

➧ Η συνομιλια θεων και ανθρωπων ειναι ομως η κατεξοχην πραξη. Και γιαυτο τα παραινετικα λογια του Πινδαρου στον εαυτο του: μή, ┼φίλα ψυχά, βίον ἀθάνατον / σπεῦδε┼, μην αφηνεις αυτην την συνομιλια, και τον ορο υπο τον οποιο μετεχεις σ' αυτην. ┼τὰν δ᾽ ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν.┼ (στ. 62)

Ομως ┼βίον ἀθάνατον σπεύδει┼ ο ιατρος και ο νοσων. Δεν παραμενουν στην δικη τους ┼αἶσαν┼, στην θνητοτητα, αλλα επιδιωκουν κατι εξω απο τα ┼ἐπιχώρια┼, μακρια απο το ┼παρ' ποδὸς┼.

➧ Οσα ειπωθηκαν ανηκουν σε εναν και μοναδικο δρομο: ┼θνατῶν ἀλαθείας ὁδόν┼ (στ. 103). Εδω ┼ἀλάθεια┼ δεν θα επι "αληθεια", αλλα ονομαζει τον δρομο των θνητων ο οποιος ειναι εμπεδομενος στην συνομιλια με τους αθανατους. Σ' αυτην την συνομιλια οι πρωτοι, οι οποιοι κατεξοχην ┼δαίονται┼, δινουν και διαχωριζουν και μοιραζουν, ειναι οι ┼δαίμονες┼. Οι θνητοι, αυτο που τους εχει δοθει καλουνται να το ┼ἀσκήσωσιν┼. Εξω απο αυτην την ζευξη δεν υπαρχει τιποτε παρα ┼σκιᾶς ὂναρ┼ (8ος Πυθ., στ. 95).

Την τύχη που μου έλαχε όπως και νά ᾽ρθει

με την καρδιά μου θα την τιμήσω

και κατά τη δύναμή μου θα την υπηρετώ.

Αυτο ειναι το οποιο εχει κατεξοχην χρεωθει ο ανθρωπος ως ανθρωπος: να επεται του αυτον ┼ἀμφέποντος δαίμονος┼.

Σημερα ειμαστε σχεδον ολοτελα αμηχανοι εμπρος του. Ομως ποιητες και νοητες μιλουν για ενα Απροσωπο, τον λογο του οποιου ομο-λογωντας γινονται οι ποιητες και οι νοητες οι οποιοι ειναι. Αλλα και ο "ψυχαναλυτης", οταν ζητα την αρμογη του ┼πελάτου┼ προς ο,τι ερχεται στον νου και στην καρδια του, διχως να το γνωριζει βρισκεται κοντα στους προηγουμενως αναφερθεντες και εκπληρωνει μια αποστολη για την οποια σημερα δεν υπαρχει ονομα. Ισως, με την γλωσσα των παλαιων, ┼ἀσκεῖ┼ κι αυτος εναν ┼δαίμονα┼ κατα την δικη του ┼μαχανάν┼.

➧ Μονον ο σεβασμος σε ο,τι ┼ἀμφέπει┼ τον ανθρωπο μπορει να κανει καλοταξιδη μια πορεια επανω σ' αυτην την γη, κατω απ' αυτον τον ουρανο οπου ┼ἄλλοτε ἀλλοῖαι πνοαί / ὑψιπετᾶν ἀνέμων┼ (στ. 104-105). Απο εδω μπορει να εννοηθει το: ┼ἓν παρ᾽ ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς / ἀθάνατοι┼ (στ. 81-82), το: ┼αἰὼν δ᾽ ἀσφαλής / οὐκ ἔγεντ᾽┼ (στ. 86-87), το: ┼ὄλβος οὐκ ἐς μακρὸν ἀνδρῶν ἔρχεται / σάος┼ (στ. 106).

Παντου τονιζεται μια αναγκη, μια ┼νηλεής ἀνάγκα┼, οπως λεει καπου ο Αλκμαν, η οποια επιφυλασσει στους θνητους καλες ωρες και κακες ωρες. Αυτο ετσι ειναι. Η αρνηση, η αμυνα, η φυγη, φερνουν μονο πλανη και συγχυση.

➧ Εδω το μονο που αρμοζει ειναι τα παντα ┼κόσμῳ φέρειν┼ (στ. 82).

┼κόσμος┼. Αυτη η λεξη στην πρωτη ελληνικη νοηση σημαινει το "κοσμημα", το οποιο δεν ειναι πραγμα το ιδιο, δεν το εχει κατασκευασει κανενας θεος και κανενας ανθρωπος, ομως με την λαμψη του που χαριζει στα πραγματα, τα κανει να λαμπουν και ετσι να δειχνονται ως αυτα τα οποια ειναι. Και η κατοικηση αυτου του ┼κόσμου┼ ειναι η διαμονη στα ┼ἐπιχώρια┼, στα ┼παρ' ποδὸς┼ ευρισκομενα ┼παρεόντα┼, κατοικηση και διαμονη κατα την εμπρακτη ┼μαχανάν┼ των θνητων.

Ομως συχνα τους ανθρωπους τους τυλιγει το ┼λάθας ἀτέκμαρτα νέφος┼ (9ος Ολυμπ., στ. 45) και η λαμψη ξεθωριαζει και τα πραγματα συγχεονται. Οι ┼νήπιοι┼, οταν τους συμβαινει, δεν το αναγνωριζουν και κανουν σαν να μην τους συμβαινει τιποτα. Οι ┼ἀγαθοί┼ το αναγνωριζουν, το κακο που τους τυχαινει. Ειναι οι τα ┼καλά τρέποντες ἒξω┼ (στ. 83).

Το νοημα των τελευταιων λεξεων ισως μπορουμε να το πλησιασουμε περισσοτερο μεσα απο ενα αλλο αποσπασμα του υμνου που αναφερθηκε προηγουμενως:

Σε ξενους μη φανερωνεις τι υποφερουμε μοχθους. Και σου λεω τουτο: Ο,τι ομορφο και χαρουμενο μας συμβαινει, να το δειχνεις καταμεσις στον κοσμο. Ομως οταν σ' εμας τους ανθρωπους τυχει κακο δοσμενο απ' τον θεο, αρμοζει να κρυβεται στο σκοταδι.

δεν είναι αρμόζον τον μόχθο μας, ό,τι (υπο)φέρουμε, να τον καθιστούμε προφανή στους αλλότριους. Ακόμη συμβουλεύει τον γιο του τα καλά και τα τερπνά να τα δείχνει, καταμεσίς στον λαό. Και, συνεχίζει ο πατέρας, εάν στους ανθρώπους τύχει ένα κακό που ταλανίζει, αυτό προσήκει να μένει κρυφό στο σκοτάδι.

Και αυτα παλι διασαφηνιζονται περισσοτερο σε ενα αλλο αποσπασμα του υμνου:

μην πετας στον καθενα αχρηστα λογια

καποτε ο δρομος της σιγης ειναι ο πιο αξιοπιστος

καθως ο λογος ειναι που περισσοτερο κεντριζει σε μαχη

Καποτε ο δρομος της σιγης ειναι ο πιο αξιοπιστος

┼μόχθος┼, ┼κακότης┼, ειναι λογος, ┼ἀχρεĩος┼: βρισκεται εξω απο την περιοχη του ┼χρὴ┼. Γι' αυτο τους αρμοζει ┼σιγᾶς ὁδὸς┼. Η ┼καλῶν τε τερπνῶν μοῖρα ┼ δεν ειναι απλως τα "ευχαριστα". Ειναι και αυτη λογος, και μαλιστα ┼κρατιστεύων┼. Για αυτον αρμοζει να λεγεται ως ┼κέντρον μάχας┼: οχι για εριδες και αψιμαχιες και ανταγωνισμους, αλλα για εκεινη την μαχη η οποια κρινει, και ως ┼κρίσις┼ διακρινει τους δυο δρομους, την ┼ἀλαθείας ὁδόν┼ και το ┼λάθας νέφος┼, και ετσι αναδεικνυει το κοσμιο και το ακοσμο.

➧ Ο αρρωστος Ιερωνας καλειται πρωτιστως να υπο-φερει αυτο που τον βρηκε ┼κόσμῳ┼, οπως αρμοζει σε ┼αγαθούς┼. Ειναι και τουτο μια δυνατοτητα, τωρα που η ιατρικη εχει φθασει στο τελος και ο ιατρος εχει ολοκληρωσει την αποστολη του.