Ενα ωραιο ταξιδι





00:03 Ιθακη

02:26 Hieronymus Bosch, Το πλοιο των τρελλων

09:22 Ασχετοσυνη

15:42 Η ηθικη του ΚΑΙ

19:37 Παραταξις

25:13 Συσχετιση και συνυπαρξη

30:50 Ενα ωραιο ταξιδι

Ενα ωραιο ταξιδι

Ιθακη

Στο διασημο ποιημα του Κωνσταντινου Καβαφη Ιθακη υπαρχουν οι παρακατω στιχοι:

Ἡ Ἰθάκη σ᾿ ἔδωσε τ᾿ ὡραῖο ταξίδι.

Χωρὶς αὐτὴν δὲν θἄβγαινες στὸν δρόμο.

Ἄλλα δὲν ἔχει νὰ σὲ δώσει πιά.

Η Ιθακη δινει, χαριζει το ταξιδι. Δινει το ταξιδι και "αλλο δεν εχει να δωσει πια". Δηλαδη τι αλλο θα μπορουσε ακομη να δωσει; Η Ιθακη συνιστα τον προορισμο και το τελος του ταξιδιου. Ως προορισμος και τελος θα μπορουσε να δωσει στο ταξιδι νοημα και ολοκληρωση. Θα μπορουσε να δωσει την νοσταλγια της απουσιας και την ευδαιμονια της παλιννοστησης. Ομως η Ιθακη του Καβαφη δεν εχει να δωσει αλλο περα απο το ταξιδι. Δεν παρεχει στο ταξιδι κανενα "προς τι" και κανενα "γιατι". Και παλι, λεει, ειναι "ωραιο ταξιδι". Ο ποιητης χρησιμοποιει στο τελος του ποιηματος την λεξη του τιτλου, "Ιθακη", στον πληθυντικο:

ἤδη θὰ τὸ κατάλαβες ᾑ Ἰθάκες τί σημαίνουν

Λοιπον δεν αποτεινεται στον Οδυσσεα, η μονο στον Οδυσσεα, αλλα στον καθενα μας. Παραπεμπει στα ταξιδια της ζωης μας, στα επιμερους μικροτερα και στο μεγαλο ενα. Πως φανερωνονται τετοια ταξιδια ζωης; Πως ειναι εμπειρατα; Τι σημαινουν; Χωρις ενα "προς τι" και διχως ενα "γιατι"; Χωρις νοημα και ολοκληρωση, και ομως "ωραια";

Hieronymus Bosch, Το πλοιο των τρελλων

Ο πινακας βαραινει προς τα κατω, στη γη. Ο ουρανος ειναι αδειος, το φως δεν εχει αναφορα στον ηλιο αλλα ειναι μονο το χρωμα του ηλιου, που τον βαφει σχεδον ομοιομορφα. Λιβαδι (μηπως θαλασσα;) και πλαγια του βουνου ειναι ατονα, χλωμα, ανυποστατα. Δεσποζει το φυλλωμα ενος δεντρου. Ο ασυνηθιστα μακρυς και λεπτος κορμος του μοιαζει ευθραυστος. Μαλιστα σε ενα σημειο του εχει κοπει, θα μπορουσε ευκολα να καταρρευσει. Στο κεντρο του φυλλωματος προβαλλει ενα κεφαλι, μια σκοτεινη μορφη, σκυθρωπη, κατι αναμεσα σε νεκροκεφαλη και σε κουκουβαγια. Αμεσως χαμηλοτερα επανω στον κορμο ειναι δεμενο ενα λαβαρο, σε χρωμα λιγο πιο σκουρο απο τον ουρανο, λεπτο και υπερβολικα μακρυ, επανω του αχνη μια ημισεληνος στο χρωμα του ουρανου, που κυματιζει σε εναν ανεμο που μοιαζει να πνεει μονο γι' αυτο.

Αμεσως πιο κατω δεμενα μαζι στον κορμο ενα μπουκετο και μια ψητη χηνα. Απο τον θαμνο ξεπροβαλλει ενας νεαρος μ' ενα μεγαλο μαχαιρι που μολις και φτανει για να κοψει το λουρι που την κρατα δεμενη στον κορμο. Στον θαμνο εχει ενα ακομα κεφαλι, σκοτεινο κι αυτο, που τωρα μοιαζει κεφαλι γριας με τσεμπερι. Θα 'λεγες οτι τα δυο κεφαλια ειναι κατι σαν οι θεοτητες δεντρου και θαμνου, που ομως δεν εχουν τιποτα απο την χαρη μιας νυμφης, η μιας δρυαδας. Μοιαζουν ενοχλημενες, σαν να τους συμβαινει κατι κακο εκει περα, σαν η αρμονια της φυσης να εχει διαταραχτει και να της ηρθαν τα πανω κατω.

Χαμηλοτερα απο την χηνα και το μπουκετο ξεκινουν δυο σχοινια, λεπτα και αχνα, σαν συνεχομενες χαντρες, που αποληγουν στις ακρες ενος μικρου καραβιου: ρελια, και ο κορμος - το καταρτι του. Απο το πισω ρελι ξεκινα ενα αλλο σχοινι προς τα κατω. Στην ακρη του κρεμεται μια κρεπα, κι απο κατω της μια ταβλα, και τριγυρω της ανθρωποι, κι ολα αυτα μεσα σ' ενα καραβι που πλεει στο ποταμακι. Μεσα στο ποταμι δυο ανθρωποι ακομα, γυμνοι, επεκτεινουν την κατωβαρη κινηση του πινακα κατω και απο την επιφανεια γης και νερων.

Η γη μοιαζει να ασκει στα παντα μια ακατανικητη ελξη και να τα καθηλωνει επανω της. Αν θυμηθουμε πως εκεινα τα χρονια κυριαρχη κατευθυνση ειναι η ανοδικη, προς το υψηλο, το πνευματικο, το θειο, το υπερβατικο, τοτε η τρελλα θα εκφραζονταν ακριβως με την αντιστροφη κατευθυνση: προς το υλικο, το γηινο, το εγγενες.

Το ιδιο το καραβακι εχει μια παιδικη τρυφεροτητα. Μοιαζει περισσοτερο με παιχνιδι. Επανω και τριγυρω του ειναι 12 ανθρωποι. Δυο πραγματα κανουν εντυπωση: Πρωτον, κανεις δεν ασχολειται με το ταξιδι, με την πορεια του καραβιου. Ειναι μαλιστα ζητημα, αν το καραβι κινειται καν. Ηδη διοτι το δεντρο, που παριστανει το καταρτι, παραπεμπει περισσοτερο στο ριζωμα στη γη, παρα στην ελευθερη πλευση επανω στα νερα. Οπωσδηποτε αυτο μοιαζει να μην ενδιαφερει κανεναν. Ο μονος που θα μπορουσε να μαρτυρει καποιον σχετικο ρολο ειναι ενας που κραταει κατι σαν κουπι, η πηδαλιο. Ομως αυτο ειναι μια τεραστια κουταλα, και ο ιδιος ο, ας τον πουμε, πηδαλιουχος ειναι απασχολημενος με αλλα πραγματα.

Το δευτερο που κανει εντυπωση ειναι οτι οι 12 ανθρωποι, μεμονωμενοι, η σε ομαδες, επιδιδονται σε 6 διαφορετικες δρασεις, μεταξυ τους αποκομμενες. Ειδαμε τον πρωτο που παει να παρει την ψητη χηνα την δεμενη στον κορμο-καταρτι. Ενας καρναβαλος καθεται στο κλαδι ενος κουτσουρου που παριστανει το "μπαστουνι" του καραβιου, εχει γυρισμενη την πλατη στους αλλους και αργοπινει απο μια κουπα απορροφημενος στον εαυτο του. Απο κατω του ενας αλλος κρατιεται απο το κουτσουρο, σκυβει εξω απο το καραβι και κανει εμετο. Στη μεση του καραβιου, κατω απο την κρεμαμενη κρεπα, η ταβλα που, ανισα μεγαλη, εξεχει απο το καταστρωμα. Αντικριστα καθονται μια μοναχη κι ενας μοναχος. Η μοναχη παιζει λαουτο, τα στοματα τους ειναι ανοιχτα, οπως κι αυτα του πηδαλιουχου και δυο αλλων. Τραγουδανε προφανως, αλλα ισως να παιζουν κι ενα παιχνιδι της εποχης: πανε να δαγκωσουν την κρεπα χωρις να χρησιμοποιησουν τα χερια τους. Αριστερα ειναι πλαγιασμενος ενας αλλος. Κραταει ενα μεγαλο φλασκι μισοβυθισμενο στο νερο. Ομως η προσοχη του ειναι στραμμενη σε μια γυναικα που στεκεται απο πανω του και ειναι ετοιμη να του καταφερει μια κανατα στο κεφαλι. Στο νερο, διπλα στο καραβι, ειναι δυο ανθρωποι. Ο ενας ορθιος, γυμνος, κραταει με τα δυο χερια την κουπαστη στο σημειο που καθεται ο μοναχος. Δεν ειναι καθαρο αν σπρωχνει το καραβι να ξεκινησει, αν θελει ν' ανεβει, η κατι αλλο. Ο αλλος, ενας νεος, κολυμπα προς αυτον, κρατα μια μεγαλη κουπα και του την προσφερει με τα δυο του χερια, σχεδον ιεροτελεστικα. Αριστερα στο μεσον του πινακα αιωρειται κι ενα κανατι.

Ασχετοσυνη

Ενα χαρακτηριστικο του "πλοιου των τρελλων" ειναι λοιπον η ασχετοσυνη, τοσο ως προς το πλοιο και το ταξιδι, οσο και ως προς την συνυπαρξη των ανθρωπων μεταξυ τους. Η τρελλα τους συνισταται σ' αυτην την παντελη ασχετοσυνη. Και παλι το εργο του Bosch "Το πλοιο των τρελλων" ειναι ωραιο. Πως μπορει η ασχετοσυνη της τρελλας να ειναι ωραια;

Το 1494, μαλλον λιγα χρονια πριν απο το εργο του Bosch, κυκλοφορησε το βιβλιο του Sebastian Brant, γερμανου νομικου και ουμανιστη με τον τιτλο Das Narrenschiff - "Το πλοιο των τρελλων", οπου σατιριζει διαφορους χαρακτηρες. Γνωρισε μεγαλη επιτυχια, επισης λογω της εικονογραφησης που κατα πασα πιθανοτητα εκανε ο Albrecht Dürer. Το πλοιο των τρελλων στο εξωφυλλο, και κατοπιν μεσα στο βιβλιο, ειναι αυτο: 

Εδω οι εικονες εχουν συνοχη. Αναπαριστουν ενα αληθινο πλοιο, σε αληθινη θαλασσα, και επιπλεον αποδιδουν εντονα την ατμοσφαιρα ψυχιατρικου ασυλου. Μ' αυτην την εννοια στα εργα υπαρχει κατευθυνση και λογικη. Η ωραιοτητα που αναδιδει ο πινακας του Bosch, η ιδιαιτερη ωραιοτητα, που αναδυεται απο μια τρυφερη, αποκοσμη ασχετοσυνη, λειπει.

Για ποια ωραιοτητα μιλαμε; Ας το δουμε στο παραδειγμα των θεων του Ολυμπου, ο οποιος Ολυμπος, συμφωνα με τον γερμανο φιλοσοφο Hegel, θα ηταν ενα "πλοιο των τρελλων". Γραφει σχετικα ο γερμανοκορεατης φιλοσοφος Byung-Chul Han:

Συμφωνα με τον Hegel η φιλοτητα και η ευφορια της ελληνικης θρησκειας οφειλεται στην συνειδηση της πολλαπλοτητας: "Η ευφορια της ελληνικης θρησκειας (...) εχει τον λογο της στο οτι βεβαιως και υπαρχει ενας σκοπος, κατι τιμωμενο, ιερο· ομως συναμα υπαρχει αυτη η ελευθερια απο σκοπο, πιο αμεσα κατα το οτι οι ελληνικοι θεοι ειναι πολλοι" (17.164). Καθε θεος, λεει, εχει μεν μια ιδιαιτερη ιδιοτητα. Ομως καθως υπαρχουν πολλοι θεοι, κανενας θεος δεν εμμενει στην ιδιαιτεροτητα του. Ετσι ενας θεος του πολεμου ανεχεται και την ειρηνη. Αυτη η συνειδηση της πολλαπλοτητας λοιπον παραγει μια φιλικη ευφορια. Κανεις δεν κρατιεται σπαστικα απο τον εαυτο του, απο την ιδιαιτεροτητα του. Κανεις δεν θεωρει τον εαυτο του απολυτο. Κανεις δεν ειναι αποκλειστικος. Η συνειδηση της πολλαπλοτητας κανει επισης να προκυπτει η αποσταση μιας αυτοειρωνειας, οπου ο καθεκαστος, τροπον τινα αυτοειρωνευομενος, αυτοαναιρειται. Επισης η πολλαπλοτητα των καθοριστικων σκοπων γεννα μια "ευφορια της ανοχης", μια "φιλικοτητα της υπαρξης": "(...) ο σκοπος δεν ειναι ενας μονο, (...) γινονται πολλοι σκοποι (…). Εδω ο πραγματικος σκοπος δεν ειναι πια αποκλειστικος, αφηνει πολλα, ολα να ισχυουν μαζι μ' αυτον, και η ευφορια και η ανοχη εδω ειναι θεμελιακος καθορισμος. Υπαρχουν πολλαπλα υποκειμενα που ισχυουν το ενα διπλα στο αλλο, πολλες ενοτητες, απο τις οποιες η υπαρξη αντλει τα μεσα της· μ' αυτο εχει κατατεθει η φιλικοτητα της υπαρξης" (17.47f.). (...) "Αντιθετα εκει που ειναι μια αρχη, μια ανωτατη αρχη κι ενας ανωτατος στοχος, εκει δεν μπορει να συμβαινει αυτη η ευφορια" (17.164).

Αντιστοιχη ειναι και μια σημειωση του Peter Handke απο το Περι κοπωσεως: 




Εκεινες οι νεκρες φυσεις με τα λουλουδια απο τον δεκατο εβδομο αιωνα, κατα κανονα απο τις Κατω Χωρες, οπου στα ανθη καθεται, σαν να 'ταν αληθινο, εδω ενα ζουζουνι, εδω ενα σαλιγκαρι, εκει μια μελισσα, εκει μια πεταλουδα και, παρολο που κανενα ισως δεν εχει ιδεα για την παρουσια του αλλου, προς στιγμη, στη δικη μου στιγμη, ολα γειτονευουν μεταξυ τους. 




Ambrosius Bosschaert the Elder

Η ηθικη του ΚΑΙ

Τα ασχετα ακριβως και δεν συνδεονται μεταξυ τους με καποιον συνδεσμο χρονικο, αιτιολογικο, επεξηγηματικο, υποθετικο κλπ. Η γειτονευση τους χαρακτηριζεται απο ενα απλο "ΚΑΙ". Δεν υπαρχει καμια οργανικη συνεχεια αλλα μια παραδοξη εγγυτητα των απομακρων. Για αυτο γραφει και παλι ο Han:

Η εγγυτητα του εννοιολογικα απομακρου ακτινοβολει εκεινο το γιορταστικο που λειπει ολοτελα απο την οργανικη συνδεση (...) Το ΚΑΙ δεν ειναι ουτε 'απλως υποκειμενικο' ουτε 'απλως αισθητικο'. Παραπεμπει στην φιλοτητα του κοσμου, που δρα συμφιλιωτικα. Σε τουτο θα συνιστατο η ηθικη του ΚΑΙ.

Η ηθικη του "ΚΑΙ". Εδω χρειαζεται να ακουσουμε την λεξη "ηθικη" με το αρχαιο ελληνικο νοημα. "Ηθος" θα πει τροπος ζωης. Κατι απ' αυτο εχει μεινει ακομα στην εκφραση "ηθη και εθιμα". Και καταρχην λιγα παραδειγματα με τα οποια μπορουμε να ψυχανεμιστουμε το κλιμα στο οποιο συμβαινει η ηθικη του "ΚΑΙ". Καποια δινει ο ιδιος ο Han απο τον Handke:

Και: η ευωδιά μιας μυρίκης και μια ανοιχτή εξώπορτα. - Και: Χάραμα και ποντίκι (εμπρός από το παράθυρο)

Τωρα απο ενα τραγουδι του Διονυση Σαββοπουλου με τον τιτλο Ολαρια Ολαρα που λεει:

Ολαρία ολαρά, γύρω γύρω τα παιδιά

ο μαρκήσιος Ντε Σαντ μ' ένα χίπη,

ο φονιάς με το θύμα αγκαλιά

ο γραμματέας μαζί με τον αλήτη

κι η παρθένα με τον σατανά

Η, ο Οδυσσεας Ελυτης στον Picasso:

Ολοενα χτιζουν μαυρες πετρες γυρω μας - αλλα συ γελας

Μαυρα τειχη γυρω μας - αλλα συ μεμιας

Ανοιγεις πανω τους μυριαδες πορτες και παραθυρα 

/ ... / 

Eτσι που να μη μαχεται πια κανενα το αλλο 

Eτσι που να μη μαχεται πια κανεις τον αλλον

Να μην υπαρχει εχτρος

Πλαι-πλαι να βαδιζουνε το αρνι με το λεονταρι.

Η, ενα χαϊκου του Bashô: 

Κατω απο μια στεγη 

κοιμοντουσαν ακομα οι πορνες,

τριφυλλια και το φεγγαρι.

Πως θα ηταν λοιπον ενας τροπος ζωης, το "τροπος" εννοημενο και σχεδον μουσικα, που θα βαδιζε στην τονικοτητα του "ΚΑΙ"; Οπου ολοι οι καλλωπισμοι της οποιας Ιθακης, τα "προς τι", τα "γιατι", τα "γι' αυτο" θα αποσυρονταν;

Παραταξις

Κανενα "προς τι", κανενα "γιατι", κανενα "γι' αυτο", ακουσαμε. Τα πραγματα της ζωης απλα παρατασσονται το ενα παραδιπλα στο αλλο. Αυτον τον τροπο γραφης και ομιλιας και, τελικα, τροπο ζωης τον διεκρινε ο γερμανος ομηρικος ερευνητης Friedrich Wilhelm von Thiersch και τον χαρακτηριζει ως εξης:

(...) μια σκεψη μοιαζει να ακολουθει την αλλη, (...) και ολες τους τοποθετουνται σε μια σειρα με τη βοηθεια των πλεον απλων συνδεσμων των γλωσσων, του κ α ι, ο μ ω ς και παρομοιων, του τε, και, μεν, δε κ.α. Μολις τελειωσει η μια, ξεκινα η αλλη διχως να την αγγιζει (...). Αυτην την  α κ ο λ ο υ θ ι α  θα την ονομασουμε  π α ρ α τ α ξ η." 

Στον τροπο της παραταξης μιλα αυτος, 

του οποιου η αυτοσυνειδηση και η σκεψη δεν εχουν ακομη αναπτυχθει. 

Ετσι 

σ' αυτην την α κ ο λ ο υ θ ι α μιλα το παιδι, οπως κι ο ανθρωπος σε πρωτογονη κατασταση· παρομοια κι αυτος που συγγενευει μαζι του, ο ανθρωπος της Ανατολης, και συχνα επισης ο επικος ποιητης. 

Κατα τον Thiersch η "σ υ ν τ α ξ η" αντιθετα ερχεται σε ενα ανωτερο σταδιο εξελιξης, οταν 

το ανθρωπινο πνευμα αρχιζει να διεισδυει στην πλοκη και στη συναρμοση του λογου κρινοντας και ταξινομωντας (...), οπου οι προτασεις (...) που παρουσιαζονται η μια διπλα στην αλλη, η μετα την αλλη, βρισκονται σε μια σχεση, η σε μια αναφορα ετσι ωστε η μια εμφανιζεται ε π ε ι δ η, η  ο τ α ν  η αλλη προηγηθηκε, την προϋποθετει, την συμπληρωνει, την καθοριζει, αναφερεται σ' αυτην και γι' αυτο ειναι, χωρις αυτην, αδιανοητη και ακατανοητη.

Οπου κρινουμε και ταξινομουμε, δηλαδη σχεδον παντου και παντα, οπου συνυφαινουμε τη ζωη μας με τα επειδη και τα οταν και τα γιατι, που θα πει οπου εχουμε υιοθετησει την συνταξη ως τροπο λογου και ζωης, π.χ. στην επιστημη, αλλα και στην καθημερινοτητα, τοτε το αναμεσο της παραταξης φανταζει ως ελλειψη, ως ενα κενο που επιβαλλεται να γεφυρωθει. Ετσι ειναι για παραδειγμα με την αιτιοτητα, καπου στην μορφη μιας εξηγησης, μιας κατηγοριας: συντιθεται μια συνεχεια οπου το ενα αναγορευεται σε αιτιο για το δευτερο. Ετσι για παραδειγμα η συνταξη ειναι δυσανεκτικη  στην σιωπη, στην αναμονη, στην αποσυρση, αλλα και στο αντιφατικο, στο συγκρατημενο, στο διστακτικο. Ειναι μαλιστα απορριπτικη απεναντι τους, γιατι ακριβως δεν οδωνουν καποια συνεχεια.

Σ' αυτο το πνευμα κινειται ο αυστριακος φιλοσοφος Ludwig Wittgenstein οταν σημειωνει:

Απλά και μόνο το να περιγράψεις τα γεγονότα, είναι πράγμα δύσκολο - γιατί πιστεύεις ότι χρειάζεται να γεμίσεις τα γεγονότα, να τα συμπληρώσεις ούτως ώστε να τα καταλάβεις. Είναι σαν να βλέπεις μια οθόνη με σκόρπια χρώματα, μπαλώματα εδώ και κει, και λες: έτσι όπως είναι εδώ, δεν βγάζουν νόημα· νόημα βγαίνει μονάχα αν τα τους δώσω ένα σχήμα, αν τα συμπληρώσω. - Ενώ εγώ θέλω να πω: Νά, έτσι όπως είναι, είναι ολόκληρα. (Αν τα συμπληρώσεις, αν τα γεμίσεις, τα διαστρεβλώνεις, τα παραποιείς).

Στο ποιημα του Paul Celan ΤΟΣΑ ΑΣΤΡΑ λεει: 

(...) και καποτε, οταν 

μονο το τιποτα εστεκε μεταξυ μας, βρισκαμε 

ο ενας τον αλλο ολοτελα.

Η παραταξη ειναι ενας αλλος, ενας πρωτογενεστερος, οπως ισχυριζεται ο Thiersch, ομως ακριβως γι' αυτο ισως και θεμελιακος τροπος ζωης και θανατου. 

Συσχετιση και συνυπαρξη

Στο πεδιο της συνταξης το συνειναι ακουει στο ονομα "σχεση". Η λεξη ερχεται απο τον αοριστο του ρηματος "ἔχω", "ἔσχον". Τα συνθετα του "εχω" καθοριζουν τους τροπους με τους οποιους διαμορφωνεται μια "σχεση", τους τροπους με τους οποιους ο ενας "εχει" τον αλλο, οπως: "μετεχω", "συνεχομαι", "παρεχω", "περιεχω", "κατεχω", "προσεχω", "ενεχομαι" και "ενοχη" κλπ. Μπορουμε τον καθενα απο αυτους τους τροπους να τον εννοησουμε ως ενα πεδιο βαρυτητας στο οποιο περιερχεται ο αλλος και περιφερεται γυρω του. Συνηθως οταν μιλαμε για ανθρωπους "δεμενους" μεταξυ τους, για "δεμενες" οικογενειες, κανεις βρισκεται σε μια τετοια τροχια γυρω απο τον αλλο κι ετσι "εχουμε" ο ενας τον αλλο.

Πως θα ηταν τωρα νοητη μια παρατακτικη μορφη του συνειναι; Ο Martin Heidegger σε καποιο σημειο το διατυπωνει ως εξης:

η αλληλεχεια του ξενου, το κρατος της ξενωσης.

Ο Byung-Chul Han εχει γι' αυτο μια ταιριαστη εκφραση:

ενα μαξιμουμ συνυπαρξης με ενα μινιμουμ συσχετισης

Δεν θα το εξηγησω. Θα δοκιμασω να σας μεταφερω κατι απο αυτο το κλιμα με την βοηθεια παραδειγματων.

Friedrich Hölderlin, απο το "Ο θανατος του Εμπεδοκλη":

Και μενουν αγνωστοι μεταξυ τους,

Ενοσο στεκουν, οι γειτονικοι κορμοι

Ο Γιωργος Σεφερης:

Μεσα στις θαλασσινες σπηλιες

μερες ολοκληρες σε κοιταζα στα ματια

και δε σε γνωριζα μητε με γνωριζες.

Η ποιητρια Anne Carson:

Κι αν ξεστρατισεις στην πολη οπου αχλαδια και χειμωνας ειναι παραλλαγες του ενος για το αλλο; Μπορεις να φας χειμωνα; Οχι. Μπορεις να ζησεις εξι μηνες μεσα σ' ενα παγωμενο αχλαδι; Οχι. Ομως εχει ενα μερος, το ξερω το μερος, οπου θα σταθεις και θα δεις αχλαδι και χειμωνα διπλα το ενα στο αλλο οπως τοιχοι στεκουν διπλα στη σιγη. Μπορεις να στιξεις τον εαυτο σου ως σιγη; Θα δεις τα ορια να αποκοβονται απο σενα, πισω σ' εναν κοσμο αλλου ειδους - πισω σε πραγματικη κενοτητα, θα 'λεγαν καποιοι.

Αυτα που ακουσαμε απο τους ποιητες, καπου καπως μας αφορουν. Υπαρχει μια ιδιαζουσα εγγυτητα, μια απομακρη εγγυτητα που την οριζουν υπογεια ρευματα, π.χ. οταν κοιμομαστε, και μονο κοιμομαστε, οταν εχουμε περασει νυχτες στο ιδιο κρεβατι. Ετσι και στο κοινο φαγητο. Γι' αυτο παλια ο και νομικα λογος χωρισμου ηταν "ο χωρισμος απο τραπεζης και κοιτης". Την τραπεζα την χαρακτηριζει το φαγητο, την κοιτη ο υπνος - δυο καταστασεις που διατρεχονται απο σιωπη. Η σιωπη που κρατα κοντα τα απομακρα φτανει μεχρι τον θανατο. Στο Fanny και Alexander του Ingmar Bergmann o Oscar, που πεθαινει, λεει στην γυναικα του:

Θα ειμαι πιο κοντα σου τωρα παρα οσο ζουσα

Καποτε μια γυναικα μου ειπε πως ξυπνησε νωρις, με βαρια διαθεση, και μετα θυμηθηκε πως σημερα θα ερχοταν σε μενα και χαρηκε. Την ρωτησα τι υπαρχει σ' εμενα, σ' αυτον τον χωρο που την εκανε να χαρει. Εδω, ειπε, ολα βαραινουν λιγοτερο, σαν "και τι εγινε...", οχι με την εννοια της υποτιμησης και της αδιαφοριας, αλλα ειναι πιο ελαφρα. Αναφερθηκε σε μια συναντηση μας πριν λιγες εβδομαδες οπου μετα απο λιγο σωπασαμε και οι δυο για ολοκληρη την ωρα. Ηταν, λεει, σαν να καθομασταν αμιλητοι διπλα στη θαλασσα, χαλαρα και ησυχα.

Ενα ωραιο ταξιδι

Οσο περισσοτερο η συσχετιση υποχωρει εμπρος στην συνυπαρξη, οσο περισσοτερο η συνταξη παιζει το δευτερο βιολι στην μουσικη της παραταξης, οσο περισσοτερο η σχεση υποχωρει εμπρος στην ασχετοσυνη, τοσο περισσοτερο υποχωρουν τα "γιατι;" και τα "προς τι;", τοσο περισσοτερο το καραβι "στον πηγαιμό για την Ιθάκη" γινεται τοπος κατοικησης και χαριζει ενα "ὡραῖο ταξίδι".