Υποκειμενο του αρρητου



Υποκειμενο του αρρητου

Στις 30 Οκτωβριου του 1965 εγινε μια γιορτη προς τιμη του ψυχιατρου Ludwig Binswanger στο Amriswil, μικρη πολη της βορειας Ελβετιας. Παρευρεθηκε ο Martin Heidegger, ο οποιος εκφωνησε εναν λογο. Οι δυο πρωτες παραγραφοι της ομιλιας του ειναι οι εξης:

Αυτο το εορταστικο βραδυ ακουσαμε οτι ο Ludwig Binswanger, στον δρομο της ιατρικης του δραστηριοτητας και της επιστημονικης του αναζητησης, διετρεξε και τα διαφορα σταδια και τις κατευθυνσεις της φιλοσοφιας του αιωνα μας.

Καθε επιστημη εδραζεται σε θεμελια τα οποια, με τον τροπο που θετει τα ερωτηματα και με τις μεθοδους της ερευνας της, παραμενουν γι' αυτην την ιδια βασικα απροσιτα. Ομως καθε ερευνητης μπορει να στραφει στοχαστικα προς αυτα τα θεμελια, εφοσον το πνευμα του ειναι εναργες και τολμησει μ' αυτο το πνευμα να αφεθει στη συνομιλια με τη φιλοσοφια. Μια τετοια τολμη ανηκει στη ζωη του αντρα, τη θεληση και το εργο του οποιου γιορταζουμε σημερα.

Για ποια τολμη μιλα ο Heidegger; Ψυχιατρικη και Ψυχολογια εχουν ως θεμελιο τους τον ανθρωπο. Ομως, με τον τροπο που θετουν τα ερωτηματα και με τις μεθοδους της ερευνας τους, ο ανθρωπος ως ανθρωπος δεν ειναι ζητημα. Εαν στους ψυχιατρους και στους ψυχολογους ο ανθρωπος ως ανθρωπος γινοταν ερωτημα και ζητουμενο, εαν ο ανθρωπος προεβαλλε, οπως γραφει καπου ο Binswanger, ως ενα "mysterium tremendum", ενα συγκλονιστικο μυστηριο, εαν οι ψυχιατροι και οι ψυχολογοι γινοταν ποτε να θαυμασουν και να απορησουν εμπρος σ' αυτο που λεγεται "ανθρωπος", τοτε μαζι θα γινοταν ερωτημα κι απορια ολο το οικοδομημα της επιστημης τους. Σ' αυτην την τολμη αναφερεται ο Heidegger, και λιγοι την εχουν.

Στην χορεια αυτων των λιγων ανηκει ο Φωτης Καγγελαρης. Το μαρτυρει, μεταξυ αλλων, το βιβλιο που παρουσιαζουμε σημερα. Ο Καγγελαρης συνομιλει με πληθος φιλοσοφων, ψυχιατρων, ανθρωπων του λογου και της τεχνης, οπου διακρινει συγγενειες αναμεσα σε τελειως ετεροκλητα πεδια και θεωρησεις. Δεκαδες φορες συνανταμε την εκφραση "θα ελεγε ο" ... Bakhtin, Lacan, Aulagner, Blondel, Žižek, Agamben, Scheler, Foucault, Sartre, Heidegger και παει λεγοντας. Μιλαμε για ενα ατελειωτο συμποσιο μεταξυ "φιλων", οπως τους προσφωνει σε ενα αλλο κειμενο. Απειρες ειναι και οι παραπομπες που αφηνουν πολλους απο μας με την εντυπωση οτι ειμαστε τραγικα αμορφωτοι, π.χ. "Φαινεται οτι οι πρωτοι στιχοι απο τον «Faust» του Goethe ειναι προτιμοτεροι απο τους γνωστους του Mallarmé για τη σαρκα και τα βιβλια."

Το υφος του συγγραφεα διακατεχεται απο ενα παθος, ισως ισως και απο καποια αγωνια: Δεν εννοει να αφησει να πεσει κατω τιποτα. Εννοει να ξεκινησει, να παραμεινει και να παλεψει με τα πρωτα και υστατα ερωτηματα. Γραφει π.χ.:

Προτείνουμε να ξαναδούμε τη φιλοσοφία της γλώσσας από τις ιστορικές της καταβολές τουλάχιστον στον δυτικό πολιτισμό, από τον Πλάτωνα έως τον Rorty σήμερα – εστιάζοντας στον Wittgenstein, τον Derrida και τον Gadamer–

Το βιβλιο λοιπον θελει να διαβαστει αργα και διχως ωφελιμισμο - θελει μια αναγνωση που να ανταποκρινεται στην γραφη του: μια αφηγηση της σχιζοφρενειας (γεν υποκειμενικη και αντικειμενικη), μια στοχαστικη-ποιητικη περιπλανηση στον, με μια εκφραση του Αλεξανδρου Παπαδιαμαντη, "βυθο των ακαταληπτων πραγματων". Ποιον βυθο; Καθως τους λιγους, στους οποιους αναφερθηκε ο Heidegger, διεπει καποιο κοινο πνευμα, θα μπορουσα να τον υποδηλωσω με λογια ενος αλλου ψυχιατρου, του ελβετου Medard Boss:

Στους ψυχικα ασθενεις εχουν διανοιγει τοιχοι οι οποιοι προστατευουν ευεργετικα τα ματια των 'υγιων' απο τις υπερμετρα εκτυφλωτικες αστραπες που ερχονται απο τις ουρανιες και κολασμενες αβυσσους εκεινης της αβυσσου που μας περιβαλλει και συναμα μας ειναι απροσιτη.

Θα μπορουσαμε να πουμε οτι το βιβλιο ειναι μια αποπειρα, μια αποτολμη αποπειρα συνδιαλλαγης με ο,τι ο συγγραφεας αποκαλει καπου το "καρναβαλικο γελιο" του σχιζοφρενους, γελιο που μοιαζει να αναδυεται απο εκεινες τις αβυσσους. Και που ενδεχομενως δεν ειναι ασχετο με ενα αλλο που ερχεται απο την Απω Ανατολη:

Διηγουνται πως μια νυχτα ο δασκαλος Yüe-shan ανεβηκε σ' ενα βουνο, κοιταξε το φεγγαρι και ξεσπασε σ' ενα βροντερο γελιο. Το γελιο του, λενε, αντιλαλησε τριαντα χιλιομετρα μακρια.

Θυμαμαι τον Erwin, εναν χρονιο σχιζοφρενη σε μια κλινικη της Ζυριχης. Εγραφε ποιηματα, μαλιστα μου ειχε αφιερωσει ενα. Καποια μερα λοιπον, καθως μιλουσαμε, ορθιοι, ο ενας απεναντι στον αλλο, ξαφνικα ξεσπαει σ' αυτο το ασχετο γελιο, μου δινει μια κουτουλια, και τα γυαλια που τοτε φορουσα επεσαν κατω. Ο Helmut Plessner, γερμανος φιλοσοφος και κοινωνιολογος, βλεπει το γελιο ως εκφραση μιας κρισης, οπου τα λογια ειναι ανεπαρκη για να αρθρωσουν μια ανταποκριση. Ομως ενω στους "φυσιολογικους" το γελιο λιγοτερο η περισσοτερο το μοιραζομαστε, εκεινο το αποκοσμο, καρναβαλικο γελιο ακριβως κατεστρεψε καθε μοιρασμα, καθε κοινωνια μεταξυ μας. Κοιταζα τον Erwin σαν χαζος, κι αυτος με κοιταζε με μια αδιορατη εκφραση ψιλοντροπης παιδιου που εκανε αταξια, αλλα και θριαμβου που εμοιαζε να τον απολαμβανει. Ο Καγγελαρης μιλα για

υποκειμενο ρηξης του σημαινοντος, που επιφερει τη ρηξη της ιστορικοτητας του υποκειμενου, τη ρηξη της σημαινουσας αλυσιδας. Υποκειμενο του αρρητου.

Ισως οπως το μικρο παιδι που χτιζει ενα σπιτι με τα κυβακια του και σε καποια ανυποπτη στιγμη τους δινει μια και παρ' το κατω το σπιτι.

Η ρηξη για την οποια μιλαμε, και της οποιας ενας δρομος ειναι το αποκοσμο, "καρναβαλικο" γελιο, φερνει εμπρος στο αρρητο, καταποντιζει στο αρρητο. Στον βυθο του τα πραγματα, τα νοηματα και οι σημασιες του κοσμου αποσυρονται. Αποσυρεται και το ιδιο το υποκειμενο, αυτοπαθως, διανοιγεται η ερημος της αποπροσωποποιησης που αναφερεται στον υποτιτλο του βιβλιου. Στο ευρυτερο πεδιο αυτης της εμπειριας βρισκεται και ο,τι ο Martin Heidegger αποκαλει "αυθεντικο αγχος", το οποιο ανοιγει την υπαρξη για το πρωτο και εσχατο, το "Ειναι", η το "Μηδεν". Ακομα η ρηξη φερνει κοντα σε ο,τι ο Καγγελαρης αποκαλει "το αλεκτο, το 'εκτος του σημαινοντος' ως ο τοπος - και - της τρελας". Ο τρελος τοτε θα ηταν "ενα σκηνωμα στον τοπο του αρρητου." Γι' αυτο ο συγγραφεας μπορει και να λεει: "Η «φυσιολογικοτητα» δεν ειναι η φυση του ανθρωπου.", και μπορει να χαρακτηριζει το ανθρωπινο Ειναι, παραλλασσοντας μια εκφραση του Heidegger, ως "ειναι-προς-τρελα". Η "φυσιολογικοτητα", γραφει o Καγγελαρης, δηλαδη "η ασχολια μας και η σκεψη μας με τα ανθρωπινα", "μας εγκλωβιζει, μας προφυλασσει ταυτοχρονα … απο αυτο."

"... το αλεκτο, το 'εκτος του σημαινοντος' ως ο τοπος - και - της τρελας". Ισως βρισκεται πιο κοντα σ' αυτο που ακουσαμε προηγουμενως απο τον Boss, πιο κοντα δηλαδη στις "ουρανιες και κολασμενες αβυσσους εκεινης της αβυσσου που μας περιβαλλει και συναμα μας ειναι απροσιτη", εστω και αν οι δυο συγγραφεις φτανουν εκει απο διαφορετικους δρομους. Ενδεχομενως παλι, καθως μαλιστα μιλαμε για ψυχοθεραπευτες, το βλεμμα τους εχει ως κοινη καταγωγη εκεινη την τιτανια, ασυγκρατητη και αφρονη, πυρηνικη ψυχικη διασταση που θυμιζει τα τερατα στην εποχη πριν απο τους Ολυμπιους θεους, τις Σειρηνες, τους Κυκλωπες, τους Λαιστρυγονες, τις Αρπυιες. Αυτην την ψυχικη διασταση ο Freud αποκαλει das Es, το Αυτο. Το προσεγγιζει με "μεταφορες":

ενα χαος, ενα καζανι γεματο απο κοχλαζουσες διεγερσεις … που δεν παιρνει υποψη του τιποτα και στην τυφλη του εφεση για ικανοποιηση των επιθυμιων δεν θα απεφευγε την καταστροφη.

Για ενα χαος μιλα και ο Καγγελαρης σε μια προσφατη ομιλια του. Τουτο, λεει, "είναι φτιαγμένο από επιθυμία και φόβο." Κατα τον Καγγελαρη το χαος καλειται, περαν του Freud, με πολλα αλλα ονοματα: "το ‘άρρητον’, το ακατανόητο, το ακατανόμαστο, το ‘πραγματικό’". Και αυτο ειναι, συνεχιζει, που "υπαγορεύει το ίδιο το γεγονός της ζωής." Πως συμβαινει αυτο; Στον ορισμο του Καγγελαρη για τον ανθρωπο ως "υποκειμενο του αρρητου", η γενικη μαλλον πρεπει να ακουστει ως γενικη υποκειμενικη. Υποκειμενο ειναι το αρρητο. Ο ανθρωπος υποκειται στο αρρητο, στην μαυρη τρυπα του αρρητου, στην αβυσσο της αρχεγονης μεγαλοδυναμης επιθυμιας. Η κυριαρχη σταση απεναντι στο αρρητο ειναι ο φοβος. Ο συγγραφεας το υπονοει με μια υπεροχη παρομοιωση:

Ο φόβος του ‘άρρητου’, του ‘πραγματικού’, γίνεται η ταξιθέτρια στην αίθουσα των λέξεων και των εικόνων.

Τοτε τα λογια και οι εικονες των ανθρωπων θα ηταν οχυρωματικα εργα, και αυτο το οχυρο θα ηταν η ιδια η ζωη. Η αμυνα λοιπον απεναντι στο horror vacui, στον τρομο εκεινου του αρχαϊκου κενου, διαμορφωνει, "ταξιθετει", δινει υποσταση στην "φυσιολογικοτητα", αλλα, με αλλον τροπο, και στην σχιζοφρενεια ως, Καγγελαρης,

προσπαθεια της υπαρξης προς την αυτοϋπερβαση της, προσπαθεια υπερβασης του θανατου, παλη εναντια στο Μηδεν.

Βεβαια καποτε, εν μερει στην τρελα, εν μερει στην τεχνη, και οπωσδηποτε με τον θανατο το οχυρο θα καταρρευσει και, οπως λεει ο ποιητης, "οι Μηδοι επιτελους θα διαβουν".

Η διαφορα φυσιολογικοτητας και τρελας τωρα βρισκεται στην σχεση τους με την απουσια. Καγγελαρης:

Το γεγονος της αντιληψης συντελειται οταν το αντικειμενο ειναι απον. Πρεπει να λειπει για να το δουμε. Σαν το «πουλακι» στη φωτογραφια.

Το πουλακι στην φωτογραφια… Σε μια προσφατη ομιλια του ο Καγγελαρης λεει:

Το ‘πουλάκι’ συλλαμβάνεται κι απεικονίζεται στο βλέμμα, ως εικόνα μιας ανύπαρκτης πραγματικότητας, απαραίτητης ωστόσο, για την πραγματική εικόνα της φωτογραφίας.

Την παρομοιωση με το πουλακι ακολουθει μια αλλη παρομοιωση: "Σαν μια σχεση στην αρχη της." Υποθετω πως εδω εννοει μια, ας την πουμε αυρα, που ηδη μας εχει φερει κοντα, μας εχει δεσμευσει, πολυ πριν αυτη η δεσμευση, με οποιον τροπο παντα, γινει αντιληπτη και πραγματωθει. Ο Καγγελαρης συμπληρωνει με τον de Sade: "η αναμονη αποντων αντικειμενων, και οχι η παρουσια τους, δημιουργει ηδονη." Δεν εχω διαβασει de Sade και δεν το παρακολουθω. Παντως η "αναμονη αποντων αντικειμενων" μου δινει την αφορμη για κατι αλλο που ενδεχομενως θα ειχε εδω νοημα: Η απουσια ανηκει στην φυση ενος ερωτηματος ως ερωτηματος, καθως η προθετικοτητα του, δηλαδη η ζητουμενη απαντηση, για μικροτερο, η μεγαλυτερο διαστημα δεν ειναι ακομα εδω, παραμενει παρουσα - δια της απουσιας της. Και η ανθρωπινη υπαρξη, μας θυμιζει ο συγγραφεας τον Gadamer, "δεν εχει τοσο απαντησεις οσο ερωτηματα". Η ανθρωπινη υπαρξη κατοικει χωρους της απουσιας.

Θα μπορουσαμε να πουμε οτι ο σχιζοφρενης σχεδον δεν εχει ερωτηματα. Εχει απαντησεις, και μαλιστα στην μορφη των παραληρητικων πεποιθησεων. Πολλες φορες, σ' ολους μας, τα ερωτηματα φαλτσαρουν - ειτε γιατι ρωταμε για το λαθος πραγμα, ειτε γιατι οι απαντησεις μας συνιστουν φυγη απ' αυτα. Στον σχιζοφρενη τουτο συμβαινει σε βαθμο ακραιο. Το ερωτημα ως ερωτημα, δηλαδη το μετεωρο και το αχαρτογραφητο της απουσιας που το ερωτηματικο διανοιγει, το ερωτημα, ηδη ως ερωτημα, κανει τζιζ! Και αυτο επειδη στον σχιζοφρενη ακριβως λειπει μια φιλικη σχεση με την απουσια.

Ο Καγγελαρης λεει: "Οφειλει να λειπει η εικονα μου για να τη δω το πρωι στον καθρεφτη". Θα ελεγα οτι η εικονα μου λειπει ουτως η αλλως, οπως το ματι που βλεπει τον κοσμο τριγυρω δεν βλεπει τον εαυτο του ποτε. Απεναντι στον καθρεφτη ειναι που βλεπω την εικονα μου, π.χ. το πρωι οταν ριχνω νερο στο προσωπο μου. Απεναντι στον καθρεφτη ειναι που αποκτω καν εικονα. (Καθρεφτης μπορουν να ειναι βεβαια και τα ματια των αλλων). Καθοτι αυτος καθαυτον ανεικονιστος, η απεικονιση μου στον καθρεφτη με εμφανιζει ως εναν Αλλον. Ο σχιζοφρενης, λεει ο Καγγελαρης, "δεν βλεπει την εικονα του στον καθρεφτη γιατι δεν εχει ελλειψη της εικονας του: Ειναι η εικονα του." Προφανως διοτι ο σχιζοφρενης δεν εχει καθολου υποψη τον Αλλο, δεν εχει κανενα αισθητηριο για τον Αλλο. Αυτον τον Αλλο απεναντι, επανω στον καθρεφτη, που ποτε δεν θα ταυτιστει μ' εσενα, που παραμενει παντα απων. Ο Martin Heidegger, σε ενα σεμιναριο για ψυχιατρους στη Ζυριχη, λεει:

Ο ψευδαισθανομενος μπορει να δει τον κοσμο του μονο με μια αισθητηριακα αντιληπτη, παροντικη παρουσια ολων των δεδομενων, διοτι δεν μπορει να επιτελεσει το Ειναι παροντος και αποντος … Δεν αφηνει την απουσια να ειναι απουσια.

Ο σχιζοφρενης, θα λεγαμε στο πνευμα του Καγγελαρη, εχει δυσανεξια στα ερωτηματα και στην απουσια που αυτα φερνουν μαζι τους. Του λειπει ολοτελα η εμπειρια του ποιητη Paul Celan: "αληθινα μιλαει οποιος μιλαει σκιες". Η, το "Σε κοιταζα με ολο το φως και το σκοταδι που εχω" του Γιωργου Σεφερη.

Ο λογος του σχιζοφρενους δεν ειναι απαντηση, αντ-αποκριση. Ειναι λογια, κυριολεκτικα, του αερα. Γι' αυτο και η συνομιλια ειναι απο εκτρωτικη εως ανυπαρκτη.

Ειμαι τραγουδιστης γιατι, αφου με λενε Πανο και εχω βγει απο μητρα, ειμαι ο Μητροπανος.

Αν αυτο ηταν καλαμπουρι, ο Πανος θα το μοιραζοταν μ' εμας, θα μοιραζομασταν ολοι μας ενα γελιο, οχι "καρναβαλικο" αλλα ως επιφωνημα μιας καθαρτικης κατακρημνισης στις παραδοξολογιες και στα κολπα της γλωσσας, στα ανοιγματα των ατελειωτων παιχνιδιων της. Ο Πανος ομως μιλα μεσα απο μια, γραφει ο Καγγελαρης, "γλωσσικη ακαμψια", μια, ακριβως λογω της απουσιας του αποντος, "αδιαμεσολαβητη επαφη με την πραγματικοτητα". Μητρο- και -Πανος ειναι μπαζα, η συντριμμια μιας Waste Land που κουμπωνουνε μεταξυ τους στο "Μητροπανος", η δυο διαστημοπλοια που συνδεονται συντονιζοντας τις πλανητικες τους τροχιες.

Η φραση του Πανου, αλλα και καθε παραληρημα, ειναι, καθως ελεγε μια παλια μου δασκαλα, salto mortale. Βοα εν τη ερημω. Πηδα στην αντιπερα οχθη χωρις να εχει στηθει γεφυρα. Γι' αυτο ο Καγγελαρης μιλα για "επικινδυνοτητα" τετοιων απελπιδων λογων. Ομως ακριβως γι' αυτο ο Μητροπανος του Πανου, η κουτουλια που εισεπραξα στη Ζυριχη, και ολα τα συναφη, παραληρημα, ψευδαισθηση, κατατονικα φαινομενα ειναι σπαραγματα στα οποια, εμφατικοτερα απο τα λεγομενα, μιλουν, εκρηγνυνται, τα διακενα, οι αβυσσοι του αρρητου.

Καγγελαρης:

Η αποπροσωποποιημενη σχιζοφρενικη υπαρξη προσωποποιει τον λογο της πεπερασμενης και αιωνιας συνειδησης του ανθρωπου ως ενα ατελευτητο οροσημο στην απροσωπη οδυνη του ειναι.

Τι θα ειχε την δυναμη να αποπροσωποποιησει την "σχιζοφρενικη υπαρξη"; Δηλαδη να την καταστησει καν σχιζοφρενικη; Η "οδυνη του ειναι", γραφει ο Καγγελαρης. Και γιατι οδυνη; Διοτι για τον ανθρωπο η αβυσσος του Ειναι, που εδω θα πει συγχρονως: η αβυσσος του Μηδενος, με μια εκφραση του Martin Heidegger ειναι "αναποφευκτη", ομως και συναμα "απροσιτη". Αναποφευκτη οπως ο ηλιος για την ζωη μας και απροσιτη διοτι αν τον πλησιασεις εξαερωνεσαι. Στο πνευμα του Καγγελαρη η οδυνη του παντα αναποφευκτου και παντα απροσιτου θυμιζει το μαρτυριο του Τανταλου που οταν, πεινωντας, απλωνε το χερι του προς το δεντρο να κοψει καρπους, οι κλαδοι ανερχονταν αμεσως σε μεγαλο υψος, και οταν, διψωντας, εσκυβε να πιει νερο, αυτο απομακρυνονταν απ' τα πόδια του.

Το Ειναι, το Μηδεν, καθοτι το πρωτο, ειναι πιο αρχεγονο απο το προσωπο. Γι' αυτο και η, τανταλεια, οδυνη του ειναι επισης απροσωπη. Ο Τανταλος δεν λεει "ποναω". Λεει "ποναει" (απροσωπα, οπως "βρεχει"). Διαχεεται σ' αυτο το "ποναει". Ετσι οταν η απροσωπη οδυνη του Ειναι πλημμυριζει και καθοριζει μια υπαρξη, την αποπροσωποποιει και την ιδια. Και παλι ποναει η ιδια η συγκεκριμενη καθε φορα υπαρξη προσωπικα. Γινεται περσονα, τραγικο οροσημο του απροσωπου "ποναει". Ακουμε την φραση του Καγγελαρη μια φορα ακομα:

Η αποπροσωποποιημενη σχιζοφρενικη υπαρξη προσωποποιει τον λογο της πεπερασμενης και αιωνιας συνειδησης του ανθρωπου ως ενα ατελευτητο οροσημο στην απροσωπη οδυνη του ειναι.

Το ποιημα που μου αφιερωσε ο Erwin ηταν το εξης:

Συντροφοι

Αυτη 'ναι της ζωης

Η εσωτερικη αντιφαση

Πως μοναχοι συχνα

Και χαμενοι στον κοσμο

Ατενιζουμε τα ερχομενα

Κι αισθηματα αγχους

Μας καταδιωκουνε παντα

Μεσα στο ακαθοριστο.

Ο χαρακτηρας του σχιζοφρενους απαιτει απο τον θεραπευτη επαρκη ανταποκριση. Απαιτει, σε βαθμο πολυ πιο ριζικο απο την ψυχοθεραπεια του νευρωτικου, την αποπειρα της συνομιλιας, που τωρα ειναι ακροβασια στο τεντωμενο σκοινι του αδιαμεσολαβητου, δηλαδη χωρις το διχτυ προστασιας που παρεχει η μεσολαβηση των νοηματων, η αυρα των λεγομενων. Καγγελαρης:

Στην ψυχωση, κατ’ αρχας, δεν ερμηνευουμε, ακουμε. Να ακουσουμε, κατ’ αρχας, την κυριολεξια των λογων του υποκειμενου, την οδυνη, τον πονο, την αγωνια. Η ερμηνεια, αν και οποτε εισαχθει, ας αρχισει απο την κυριολεξια, και οχι τη μεταφορα – τον τροπο, δηλαδη, με τον οποιο εμεις συλλαμβανουμε διαμεσολαβημενη την πραγματικοτητα.

Και, πολυ πιο ριζικα απο την ψυχοθεραπεια του νευρωτικου, η συνομιλια με τον ψυχωτικο ειναι και για τον θεραπευτη μαθητεια. Στον προλογο για την Γ' εκδοση ο Πανος εισαγεται ως ενας με τον οποιο "'μεγαλωσαμε' και 'γερναμε' μαζι". Και λεει στον θεραπευτη του:

Θα σου δινω τα σημαδια να βρισκεις τον δρομο σου. Ειμαι πολυ πλουσιος μεσα μου. Ομως μην τα θελεις ολα μαζι.

Σε δυο σημεια ο συγγραφεας θετει, απο το πουθενα, την ιδια ερωτηση:

Εχουμε σκεφτει γιατι, αραγε, προσπαθουμε να ερμηνευσουμε το χαμογελο της Gioconda, και οχι το βλεμμα της;

Δεν δινει απαντηση. Η δικη μου θα ηταν: Το χαμογελο επιδεχεται ερμηνειας γιατι μιλαει το ιδιο. Ειναι χαιρετισμος, ανταποκριση στο απεναντι, και γι' αυτο ειναι εμφορτο σημασιων. Εγκυμονει ερμηνειες που το αρθρωνουν. (Το χαμογελο του τρελου, αν υφισταται καν τρελο χαμογελο, ειναι κατι αλλο.) Το βλεμμα τωρα, το βλεμμα καθαυτο, δεν ειναι καταρχην ανταποκριση, αλλα - υποδοχη. Δεχεται τα πραγματα του κοσμου, νωπα, πριν τα αποστεγνωσει η φορτιση με μνημη και με επιθυμια. Αυτο το πρωτο βλεμμα, η prima vista, ειναι καθε φορα, θυμιζω εκεινα τα ομορφα λογια του Καγγελαρη, "μια σχεση στην αρχη της". Ετσι δεν εχει βαθυτερα νοηματα, δεν εχει τιποτα να ερμηνευσεις. Ομως γι' αυτο ακριβως μπορει και να σαγηνευει. Στο βλεμμα διανοιγεται, με την εκφραση του Jean Baudrillard, μια "επιφανειακη αβυσσος". Θυμομαστε, τις αβυσσους που αναφερθηκαν...

Η περιοχη στην οποια κινουνται οι στοχασμοι του βιβλιου εκτεινεται απο το αβυσσαλεο μεχρι το εγκοσμιο, απο ενα βλεμμα μεχρι ενα χαμογελο.