Πριν απο μισο χρονο με επισκεφθηκε μια νεαρη ψυχολογος που ηθελε να μαθει περισσοτερα για τον τροπο της θεραπευτικης μου εργασιας. Ειχε, μου ειπε, ακουσει μιαν ομιλια μου, κι αυτο που συγκρατησε ηταν μια φραση, οτι η ψυχαναλυση ειναι συνομιλια. Πως το εννοω αυτο;
Της αφηγηθηκα ενα στιγμιοτυπο απο την αμεσως προηγουμενη ωρα:
Μια γυναικα λεει, ο αντρας της τελευταια τρωει ανεξελεγκτα, εχει παχυνει, κουραζεται, κι αυτη ολο του λεει να μην τρωει, μια αγωνια, αυτος θυμωνει, καταληγουνε να μαλωνουν, δεν ξερει τι να κανει...
Τα τελευταια της λογια ("... τι να κανω ..."), ακομα κι αν δεν αποτεινονται στον θεραπευτη, θα μπορουσαν να τον παρασυρουν και να προσπαθησει ο ιδιος να βρει, τι να κανει, και να της δωσει μια συμβουλη.
Συνηθως θεωρειται πως συμβουλευτικη και αναλυτικη θεραπεια ειναι απλως ξεχωριστες μεθοδοι και πως αν π.χ. αυτη η γυναικα δεν ηταν ξαπλωμενη σ' ενα κρεβατι κι εγω δεν καθομουν πισω της, θα της εδινα συμβουλες, που δεν της δινω επειδη "κανουμε αναλυση". Ειναι λαθος. Η συμβουλη ειναι δυνατη μονον εκει που κανεις ειναι ελευθερος να φερθει κι αλλιως. Αν εχω π.χ. αχρωματοψια, η συμβουλη "στο κοκκινο σταματα, στο πρασινο ξεκινα" ειναι αχρηστη.
Η γυναικα, στην προκειμενη περιπτωση, δεν ειναι ελευθερη. Που το ξερω; Το μαρτυρει το λαχανιασμενο και το σπασμωδικο της φωνης της, ο τροπος της, που σαν υπνοβατης λεει στον αντρα της τα ιδια και τα ιδια, πεφτοντας συνεχως πανω στον τοιχο της οργισμενης του αντιδρασης. Στα λογια της δεν βλεπω τοσο πολυ τον αντρα, δεν τον εχω τοσο ζωντανο μπροστα στα ματια μου. Την σκηνη την καταλαμβανει σχεδον η γυναικα. Τι θα πουν ολα αυτα; Οτι δεν μιλα για μια δικη του υποθεση, αλλα για δικη της.
Εγκαταλειπω λοιπον το ενδεχομενο μιας συμβουλης. Ομως ουτε και τεινω να εξηγησω, που θα πει στην συνηθισμενη ψυχολογικη σκεψη: να μεταφρασω τα λογια της γυναικας στην γλωσσα ενος ψυχαναλυτικου η αλλου μοντελου, π.χ. σε ορους "στοματικου σταδιου", να κανω συνδεσεις, π.χ. με την σχεση της μ' εμενα και την "μεταβιβαση", να σκεφτω το ενα και το αλλο και να δωσω μια ερμηνεια του στιλ: "Αυτο σημαινει αυτο."
Για μενα το ζητουμενο ειναι, αυτο που λεει η γυναικα να το προσεξουμε περισσοτερο.
Ομως που βρισκεται το ζητουμενο; Οχι στον αντρα της και την πολυφαγια του, αλλα πιο πριν, οπως ειπα προηγουμενως, στον τροπο με τον οποιο η πολυφαγια του αντρα της την αφορα. Αυτο ειναι το πρωτο. Και οσο αυτο, δηλαδη η ακομα αγνωστη δικη της υποθεση, την κρατα δεσμια, δεν θα ειναι σε θεση να στραφει στον αντρα της και στο ενδεχομενο προβλημα του πραγματικα.
Και πως μπορουν τα σημαδια που μου σημαινουν οτι η γυναικα μιλα για δικη της υποθεση να γινουν θεμα, εκει που τα λογια της εχουν για θεμα τον αντρα της; Απ' οσα ειπε, μου φαινεται πως η λεξη "αγωνια" δειχνει καθαροτερα προς το ζητουμενο.
Την ρωταω λοιπον:
- Αυτην την αγωνια, μπορειτε να την περιγραψετε περισσοτερο;
Εγω δεν ξερω σχετικα τιποτα. Ειναι σαν να συμπλεουμε σ' ενα καραβι, εγω ενας τυφλος, που ομως πιανω την κατευθυνση του αερα, της δειχνω προς τα κει, και τωρα αυτη χρειαζεται να κανει την στροφη και να πει τι βλεπει, ποια εικονα και ποιον οριζοντα.
Αυτο εννοω με "συνομιλια": Ο ενας χρειαζεται τον αλλο, και μονο ετσι ειναι δυνατη μια αληθινη συνομιλια, μια αληθινα θεραπευτικη συνομιλια.
Λεει λοιπον η γυναικα:
- Εχω την αγωνια οτι θα πεθανει.
Εδω παλι θα μπορουσα να πω αυτα που γνωριζω απο την βιβλιογραφια: Ο φοβος ειναι ασυνειδητη επιθυμια, η γυναικα ασυνειδητα επιθυμει τον θανατο του αντρα της. Ομως αυτο δεν εχει κερδηθει απο την συνομιλια μας, και γι' αυτο ειναι αχρηστο. Τοσο απλα.
Το πολυτιμοτερο στην συναντηση μας δεν ειναι τετοιου ειδους γνωσεις. Το πολυτιμοτερο ειναι η δυνατοτητα, αυτη η γυναικα να μαθει να συνομιλει. Κι αυτο μαθαινεται μονον στο ζωντανο παραδειγμα της ιδιας της θεραπευτικης συναντησης.
Η τελευταια απαντηση της γυναικας, "Εχω την αγωνια οτι θα πεθανει.", λεχθηκε καπου βιαστικα και, αν τα λογια αποτυπωνονταν σε γραπτη γλωσσα, η τελεια στο τελος θα ηταν εντονη και παχια, σαν να 'λεγε: "Μεχρι εδω ... Φοβαμαι ... Τρομερα πραγματα ... Δεν θελω να το σκεφτομαι ..."
Την ρωταω:
- Ας υποθεσουμε οτι πεθαινει. Πως ειναι τοτε;
Η ερωτηση μου την καλει, την εικονα που φοβαται να την φερει εμπρος στα ματια της, να σταθει απεναντι της και να την αντιμετωπισει.
Η απαντηση της:
- Θα φταιω.
Τωρα βλεπουμε καθαροτερα πως η πολυφαγια του αντρα της ειναι δικη της υποθεση.
Ομως ο τυφλος εδω αντιλαμβανεται κατι ακομα: Απ' ολες τις δυνατες αντιδρασεις στην πολυφαγια του, η γυναικα λεει: "Θα φταιω." Θα μπορουσε ποτε να πει αυτην τη φραση αν δεν ηταν κατα καποιον τροπο προκατειλημμενη ωστε να αντιδρα ετσι; Μπορει ποτε μια τετοια φραση να ερθει απο το πουθενα;
Βλεπει κανεις πως τα πραγματα αναπτυσσουν εναν δικο τους ρυθμο και, αν ξερουμε να του ανταποκριθουμε, καθοδηγουνε τα βηματα μας με μια σιγουρια απειρως ανωτερη απο την πιστη σε μια ερμηνεια και στην θεωρια στην οποια στηριζεται.
Γραφει καπου ο Martin Heidegger: Η νοηση βαστα ορτσα στον αερα του πραγματος.
"Θα φταιω", λεει η γυναικα. Αντιλαμβανομαι το προκατειλημμενο των λογων της, κατα κει τωρα χρειαζεται να ορτσαρουμε, την ρωτω:
- Αυτο το "θα φταιω", σας λεει κατι; Που το πρωτογνωρισατε; Ποτε το πρωτακουσατε; Ποτε το πρωτοειπατε; Ξερετε;
Η γυναικα μιλαει για την μητερα της, πως μεγαλωσε ουσιαστικα ακουγοντας οτι την στεναχωρουν κι οτι θα την πεθανουν κλπ.
Τονιζω και παλι οτι αυτα δεν συνιστουν "υλικο" για ερμηνειες. Η ιδια η αποκαλυψη τους, ο ερχομος τους σε γλωσσα, οταν οι λεξεις εννοουνται και δεν λεγονται για να λεγονται, ειναι το θεραπευτικο. Και τουτο μονο σε μιαν αληθινη συνομιλια ειναι δυνατο.
"Αποκαλυψη" που δεν καταληγει στο αποκαλυφθεν, οπως π.χ. σε μια ανακριση, αλλα σαν δρομος, σαν τροπος ζωης - και θανατου.
Η ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ, για την οποια γινεται λογος στον τιτλο του κειμενου και του Περιοδικου και της Εταιρειας του, εχει τον χαρακτηρα του δρομου μιας τετοιας προσεγγισης στα πραγματα, μιας τετοιας αποκαλυψης. Οδωνεται απο την συνομιλια.
Γι' αυτο και χρειαζεται να προσεξουμε και να μην θεωρησουμε το ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ αντικειμενο, ενα κατι, αλλα να τιμησουμε τον ρηματικο χαρακτηρα που εχει, σαν μετοχη. Ονομαζει αυτο τουτο το συμβαν της φανερωσης, της αναφυησης.
Οπου στην αναφυηση στο ανοιχτο αναφυεται συναμα η προελευση της, το αβατο κι απροσιτο των ριζων - ακριβως σαν αβατο και απροσιτο. Ακριβως οπως στην ανατολη συν-ανατελλει το σκοταδι. Το σκοταδι, ακριβως οπως το ανασυρει π.χ. κι ενα ποντικι που ξετρυπωνει απο τα εγκατα και τρομαζει τις νοικοκυρες. Ακριβως οπως η πολυφαγια του αντρα φερνει εμπρος στην γυναικα την αλλοτινη μορφη της μητερας της.
Η Φαινομενολογια ειναι, με μια εκφραση και παλι του Heidegger, ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΦΑΝΟΥΣ. Γι' αυτο ο θεραπευτης χρειαζεται να ειναι τυφλος αλλα και, Hoelderlin,
μ' ενα ματι περισσιο.
Η θεραπεια της γυναικας με την αγωνια για την πολυφαγια του αντρα της, επιζητει το ανοιγμα των ματιων γι' αυτο στο οποιο βρισκεται ηδη, και το οποιο πλησιασαμε κατα την μεταξυ μας συνομιλια.
Θελουμε να εννοησουμε κατι που βρισκεται ηδη ανοιχτο εμπρος στα ματια μας.
γραφει ο Ludwig Wittgenstein. Και:
Οι σημαντικοτερες για μας πλευρες των πραγματων ειναι κρυμμενες λογω της απλοτητας και της καθημερινοτητας τους.
Ετσι η Φαινομενολογια ονομαζει τον δρομο "πισω στα πραγματα", δηλαδη στην πρωτη αρχη τους, που δεν ειναι αλλη απο τα πραγματα αυτα καθαυτα, ομως "κρυμμενα", αν και "μπροστα στα ματια μας".
Ανηκει στην αρχη, μ' αυτην την εννοια, να υπ-αρχει. Ετσι και η ΥΠΑΡΞΗ δεν ειναι ενα κατι. Ονομαζει τον τροπο με τον οποιο αρχουν τα πραγματα. Αρχουν, δηλαδη συνιστουν το σημειο αναφορας καθε αναφορας: Αρχουν με τον τροπο της υπ-αρξης.
ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ και ΥΠΑΡΞΗ ειναι λεξεις ομοουσιες: Ειναι ο τροπος της Υπ-αρξης, που κανει αναγκαια την Φαινομενολογια ως αποκαλυψη. Ειναι ο δρομος της Φαινομενολογιας, που επιτρεπει στην Υπ-αρξη να ερθει, σαν τετοια, δηλαδη σαν ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ, με το Αφανες που το συνοδευει, στο φως, δηλαδη στην γλωσσα. Στον Παρμενιδη αποκαλειται ΑΛΗΘΕΙΑ.
Η νεαρη ψυχολογος που μ' ακουγε, μεχρι τωρα δεν ξαναφανηκε.