Μια πονεμένη ιστορία


Περιοδικο Ποιητικη, Τεύχος 6 (Φθινόπωρο-Χειμώνας 2010)



Μια πονεμένη ιστορία

Ο Χρήστος Χρυσόπουλος έχει δίκιο. Ο Heidegger κατείχε την "τέχνη της υπεκφυγής" - και συνάμα κανείς διακρίνει στις επιστολές που αναφέρονται σε ερωτικές υποθέσεις του μια εντυπωσιακή ανοικτότητα: εξομολογείται στη γυναίκα του τα πάντα, όλες τις "αταξίες" του, με τον δικό του βέβαια τρόπο, δηλαδή συγκαλυμμένα μέσα σε φιλοσοφικές μεγαλοστομίες. Στην υπεκφυγή πολλές φορές αναστολή και θράσος συμπλέκονται.

Όσο γνωρίζω ο Heidegger δεν υπήρξε άνετος ούτε με τη γυναίκα του ούτε με τις "ερωμένες" του. Όμως άνετος δεν υπήρξε ούτε ως δάσκαλος. Στα μαθήματα και στα σεμινάρια του φαίνεται πως επικρατούσε η παγωμάρα μιας έντασης και η αίσθηση πως αν κανείς υπερέβαινε τα εσκαμμένα, ο δάσκαλος θα εκρηγνύονταν. Η αδεξιότητα του, οι "πατάτες" του στον χώρο της πολιτικής είναι γνωστές.

Εντύπωσή μου είναι πως τον Heidegger ως εραστή και ως πολιτικό δεν είναι να τον πάρει κανείς τελείως στα σοβαρά. Όταν συγχρωτίζονταν με τον κόσμο, ήταν έξω από τα νερά του. Είναι σαν να βρισκόταν σε γήπεδα όπου δεν ήταν εξοικειωμένος με τους κανόνες του εκάστοτε παιχνιδιού. Δυο φωτογραφίες από μια εκδήλωση προς τιμήν του στην Ακαδημία του Βερολίνου το δείχνουν καθαρά:

Στην αριστερή παίρνει το αναμνηστικό δώρο από έναν στενό φίλο του σημειωτέον, τον συγγραφέα Έρχαρτ Κέστνερ. Στην εγκάρδια προσήνειά του αυτός ανταποκρίνεται άκαμπτα: Είναι όλος μαζεμένος, κλειστός, το πηγούνι σχεδόν εφάπτεται στο στέρνο, το σώμα σε στάση προσοχής, αμέτοχο, μόνο το χέρι απλώνεται διστακτικά, σαν να ξεμυτίζει από τη φωλιά του, για να πάρει το δώρο. Ο εκτεταμένος αντίχειρας δείχνει την ένταση που τον διακατέχει.

Στη δεξιά φωτογραφία προφανώς λέγεται κάποιο αστείο, καλόηθες σίγουρα, γι' αυτόν. Γελάει μεν, όμως το γέλιο του είναι κλειστό, εσωτερικευμένο, το σώμα του τεντωμένο προς τα πίσω, στην αμυντική στάση κάποιου που είναι κολλημένος στον τοίχο.

[Βλ. ακόμη: Όποιος σπέρνει ανέμους θερίζει θύελλες και veni, dixi, abivi (ήρθα, μίλησα, έφυγα)]

Άνετος φαίνεται πως ήταν μόνο στην "καλύβα" του στον Μέλανα Δρυμό, όπου περνούσε πολύ καιρό μόνος, συγγράφοντας και κάνοντας βόλτες, ή εκεί που όλα πήγαιναν όπως αυτός τα ήθελε, με ανθρώπους που τον έβλεπαν όπως αυτός ήθελε. Έμεινε μια αλαφιασμένη "Ζαχαρούλα στην Αθήνα", με τη φλόγα της νοσταλγίας για ένα σπίτι, μια πατρίδα που αναζητούσε, με τη στενότερη έννοια, στα πατρογονικά του, στην αγκαλιά μιας γυναίκας, στην τοπική παράδοση, και με την ευρύτερη έννοια στην προέλευση, στις φιλοσοφικές ρίζες της δυτικής σκέψης και της μορφής του σημερινού κόσμου ("το Είναι", "η Α-λήθεια", "το Ανοικτό" κλπ.)

Και πάλι αυτός τούτος ο Heidegger, που σε πολλές περιπτώσεις ήταν μια μίζερη και ύπουλη "ψυχούλα" (Η Χάνα Άρεντ τον αποκαλεί σ' ένα γράμμα της προς αυτόν "πονηρή αλεπού"), υπήρξε μεγάλος φιλόσοφος. Μαζί με τον Βίτγκενσταϊν, ο καθένας από άλλον δρόμο, συνέβαλαν στο να κλονιστούν αγκυλώσεις αιώνων που μας κρατούσαν δέσμιους σε στενόχωρες κι ανελεύθερες παραστάσεις για τον εαυτό μας, για τα πράγματα, για τον κόσμο. Σε πολλούς και ετερόκλητους τομείς στις επιστήμες, στην τέχνη, στη θεολογία υπήρξαν άνθρωποι οι οποίοι, μέσα από το έργο του, είδαν το αντικείμενό τους με διαφορετικά μάτια.

Η επιρροή του Heidegger έφτασε και στον χώρο της ψυχοθεραπείας όπου, με την ενεργό συμβολή και συμμετοχή του, δημιουργήθηκε τη δεκαετία του '60 μια παραλλαγή της ψυχανάλυσης που στη γερμανική γλώσσα ακούει στο όνομα "Daseinsanalyse". Έκτοτε εξαπλώθηκε σε πολλές χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής. Στην Ελλάδα εκπροσωπείται από την "Ελληνική Εταιρεία Φαινομενολογικής-Υπαρξιακής Ανάλυσης και Ψυχοθεραπείας".

Η Daseinsanalyse υπήρξε ευλογία και κατάρα μαζί.

Ευλογία, καθώς έφερε μια επανάσταση στην ψυχολογία και στην ψυχοπαθολογία που βιάζουν τα ανθρώπινα πράγματα στην προκρούστεια κλίνη των επιστημονικών και επιστημονικοφανών τους μοντέλων.

Κατάρα, καθώς η σκέψη του Heidegger δεν πραγματεύεται τα "εγκόσμια", ό,τι δηλαδή αποκαλεί "το οντικό", ίσως ακριβώς γιατί του ήταν σε μεγάλο βαθμό ξένα με την έννοια που αναφέρθηκε. Μέλημά του είναι το "οντολογικό", δηλαδή οι φιλοσοφικές προϋποθέσεις, η πηγή, η προέλευση του "οντικού", π. χ. το "αυθεντικό άγχος", η "υπαρξιακή ενοχή", που όμως βρίσκονται πολύ μακριά από το άγχος και την ενοχή που εκφράζονται σε μια θεραπευτική συνάντηση. Αυτό πολλές φορές είχε ως αποτέλεσμα προσκείμενοι θεραπευτές να τείνουν να καταργήσουν την απόσταση μεταξύ "οντικού" και "οντολογικού", για παράδειγμα ταυτίζοντας τη διάκριση "αυθεντικού" / "αναυθεντικού" με τη διάκριση "ψυχικής υγείας" / "νεύρωσης". Είναι τόσο παράδοξο όσο η προσευχή του χριστιανού που καταργεί την απόσταση υπερβατικού / εγγενούς όταν πιστεύει πως ο θεός τον ακούει και νοιάζεται για τα βάσανά του.

Στη "συνομιλία" μου με το έργο του Heidegger περισσότερο ακολούθησα, και μου πήρε χρόνια και χρόνια, έναν δρόμο όπως αυτόν που συνιστά ο Σεφέρης για την εμπειρία των αρχαίων ναών:

Όσο για τους ναούς, αν ένας πολύ στενός μου φίλος γύρευε να τους προσεγγίσει με τη συντροφιά παλαιών κειμένων, θα τολμούσα να τον συμβουλέψω να εξοικειωθεί με κείμενα που τον φέρνουν προς αυτούς από δρόμους πλάγιους, όχι με άμεσες περιγραφές. [...] Να προτιμήσει αυτή την ευρυχωρία. Κι αν ο πολύ στενός μου φίλος επιμένει να είμαι πιο συγκεκριμένος, θα του έλεγα ότι, τούτες τις μέρες που έγραφα τις παρούσες σελίδες, είχα στο νου τους στίχους του Ομήρου για τις πενήντα βάγιες στο παλάτι του Αλκίνοου [...] - τόσο απόμακρος ήμουν. [Υπογραμμίσεις δικές μου]

(Δοκιμές, "Πάντα πλήρη θεών")

Αυτήν την ιστορία ανακαλεί σ' εμένα το σημείωμα του Χρήστου Χρυσόπουλου.