Απο το "Βιος Θεωρητικος, η περι της απραξιας "

Vita Contemplativa, oder von der Untätigkeit 


























Απο το Byung-Chul Han, "Βιος θεωρητικος, η περι της απραξιας"

Δελτιο τυπου

Χανουμε εντελως την ικανοτητα για την απραξια. Οπου η απραξια δεν ειναι καμια αρνηση, καμια αποποιηση, καμια απλη απουσια της πραξης αλλα ενα αυτουσιο δυναμικο. Το νεο δοκιμιο του Byung-Chul Han παρουσιαζει απραξιες ως λαμπρες μορφες της ανθρωπινης υπαρξης. Δειχνει πειστικα οτι η τρεχουσα κριση της κοινωνιας μας καλει σε μια τελειως αλλη μορφη ζωης η οποια εγκειται στην Vita contemplativa. Κανει την εκκληση να συμπληρωθει η ανθρωπινη δραση με ενα στοχαστικο στοιχειο. Μονον ετσι μπορουμε να αντιδρασουμε στην καταστροφη της φυσης.

μοττο

Μαθαινεις

μαθαινεις τα χερια σου

μαθαινεις τα χερια σου μαθαινεις

μαθαινεις τα χερια σου

να κοιμουνται

Paul Celan


Ειμαστε απο το υλικο απο το οποιο ειναι φτιαγμενα τα ονειρα και η μικρη μας ζωη κυκλωνεται απο υπνο.

William Shakespeare


Παραιτηθηκα προτου γεννηθω.

Samuel Beckett 


Απο το Πραττειν στο Ειναι

Υπαρχει ενας πινακας του Klee που εχει τον τιτλο Angelus Novus. Σ' αυτον παρασταινεται ενας αγγελος που μοιαζει σαν να ηταν ετοιμος να απομακρυνθει απο κατι προς το οποιο κοιταζει επιμονα. Τα ματια του ειναι γουρλωμενα, το στομα του μενει ανοιχτο και τα φτερα του ειναι ανοιγμενα. Ετσι πρεπει να φανταζει ο αγγελος της ιστοριας. Εχει στρεψει το προσωπο του στο παρελθον. Οπου σ' εμας εμφανιζεται μια αλυσιδα απο γεγονοτα, αυτος βλεπει μια πρωτοφαντη καταστροφη που αδιακοπα σωριαζει χαλασματα πανω σε χαλασματα και του τα εκσφενδονιζει εμπρος στα ποδια του. Θα 'θελε βεβαια να παραμεινει, να ξυπνησει τους πεθαμενους και να συνταιριαξει ο,τι συντριφτηκε. Ομως απο τον παραδεισο πνεει μια καταιγιδα που εχει πιαστει στα φτερα του και ειναι τοσο δυνατη που ο αγγελος δεν μπορει πια να τα κλεισει. Αυτη η καταιγιδα τον παρασρνει ασυγκρατητα προς το μελλον, στο οποιο γυριζει την πλατη, ενω εμπρος του ο σωρος απο τα χαλασματα σηκωνεται εως τον ουρανο. Αυτο που αποκαλουμε προοδο, ειναι τουτη η καταιγιδα.

Walter Benjamin

Η Hannah Arendt συλλαμβανει τον εικοστο αιωνα ως μια εποχη της πραξης. Επισης η σχεση μας με τη φυση δεν καθοριζεται απο την θεαση που απορει και θαυμαζει, αλλα μονο απο την πραξη. Ο ανθρωπος ενεργοποιειται, περαν της διανθρωπινης περιοχης, μεσα στη φυση καθως την υποτασσει ολοτελα στην αρεσκεια του. Μ' αυτο εκλυει διαδικασιες οι οποιες χωρις την επεμβαση του δεν θα συνεβαιναν και που οδηγουν σε ολοκληρωτικες απωλειες ελεγχου: "Ειναι σαν να ειχαμε μεταφερει στην ιδια τη φυση την δικη μας απροβλεψιμοτητα, το γεγονος οτι κανενας ανθρωπος δεν μπορει να εποπτευει ολοτελα τις συνεπειες των ενεργειων του, κι ετσι να ειχαμε μεταφερει στην περιοχη των τελειως αλλοτριων νομων των ανθρωπινων ενεργειων, που απο τη μερια τους ποτε δεν ισχυουν οικουμενικα και ποτε δεν μπορουν να ειναι απολυτα αξιοπιστοι, τον παλαιο φυσικο νομο, στην απολυτη ισχυ του οποιου ακριβως και θελαμε να επαφεθουμε αποκλειστικα, καθως εμεις οι ιδιοι ειμαστε οι απροβλεπτοι και οι ποτε απολυτα αξιοπιστοι par excellence."

Η Ανθρωποκαινος ειναι το αποτελεσμα της πληρους υποταγης της φυσης στην ανθρωπινη πραξη. Η φυση χανει την αυθυποσταση και την ευγενεια της. Υποβαθμιζεται σε συστατικο, σε προσαρτημα της ανθρωπινης ιστοριας. Η νομοτελεια της φυσης υποτασσεται στην ανθρωπινη αυθαιρεσια, στο απροβλεπτο των ανθρωπινων ενεργειων. Κανουμε την ιστορια με το να ενεργουμε. Πλεον κανουμε τη φυση με το να την διαλυουμε ολοτελα στις αναφορες που παραγονται απο τις ανθρωπινες ενεργειες. Η Ανθρωποκαινος σηματοδοτει ακριβως το ιστορικο χρονικο σημειο στο οποιο η φυση απορροφαται και λεηλατειται ολοτελα απο τις ανθρωπινες ενεργειες. 

Τι κανουμε εμπρος στα καταστροφικα επακολουθα των ανθρωπινων επενεργειων στη φυση τα οποια τωρα εμφανιζονται με τετοια μαζικοτητα; Η Arendt ομολογει ευθαρσως οτι δεν εχει να προτεινει λυσεις. Ηθελε, λεει, με τις σκεψεις της να ενθαρρυνει μονο "να μελετηθει η ουσια και οι δυνατοτητες της πραξης η οποια, στο μεγαλειο και στην επικινδυνοτητα της, ποτε δεν εμφανιστηκε τοσο ανοιχτα και απροκαλυπτα". Επιπλεον ηθελε να εισαγαγει τον "στοχασμο", "το ενδεχομενως μακροπροθεσμο τελικο αποτελεσμα του οποιου θα ηταν μια φιλοσοφια της πολιτικης που θα αρμοζε στην εποχη μας και στις εμπειριες μας".

Ποια "φιλοσοφια της πολιτικης" θα ειχε ως αποτελεσμα εκεινο τον "στοχασμο" ο οποιος καθιστα συνειδητη ολη την προβληματικη της ανθρωπινης πραξης; Μια κριτικη φιλοσοφια της πραξης; Στο Vita activa η Arendt παρασταινει την ανθρωπινη πραξη στο μεγαλειο και στην ευγενεια της. Η πραξη με εμφατικο νοημα γενναει την ιστορια. Η Arendt βλεπει την επικινδυνοτητα της ανθρωπινης πραξης μονον κατα το οτι αυτη δεν μπορει να προβλεψει τις συνεπειες της. Μα και αργοτερα ποτε δεν θετει προς συζητηση το οτι ακριβως η απολυτοποιηση της ανθρωπινης πραξης θα μπορουσε να ειναι υπευθυνη για τις καταστροφες που ηδη στην εποχη της προαναγγελονταν αδιαμφισβητητα. Η φιλοσοφια ως ακομη πολυ μακρινο αποτελεσμα ενος θεμελιακου στοχασμου θα επρεπε να εχει ως αντικειμενο ακριβως εκεινο το ανθρωπινο δυναμικο το οποιο δεν πραττει.

Πραττω ειναι το ρημα για την ιστορια. Ο Αγγελος της ιστοριας του Walter Benjamin βρισκεται αντιμετωπος με τις καταστροφικες συνεπειες των ανθρωπινων πραξεων. Εμπρος του ορθωνεται ο σωρος απο συντριμμια της ιστοριας εως τον ουρανο. Ομως δεν μπορει να τον απομακρυνει γιατι η θυελλα απο το μελλον, που καλειται προοδος, τον συμπαρασυρει. Τα γουρλωμενα ματια του και το ανοιχτο στομα αντικατοπτριζουν την αδυναμια του, την εμβροντησια του. Η ανθρωπινη ιστορια ειναι μια συνεχομενη Αποκαλυψη. Οπου προκειται για μια Αποκαλυψη διχως συμβαν. Καταστροφικη ειναι η διχως συμβαντα συνεχεια του τωρα: "Η εννοια της προοδου πρεπει να εδραζεται στην ιδεα της καταστροφης. Το οτι παει 'και ουτω καθεξης' ειναι η καταστροφη. Αυτη δεν ειναι το εκαστοτε επικειμενο, αλλα το εκαστοτε δεδομενο. [...] η κολαση δεν ειναι κατι που προκειται να μας συμβει - μα τουτη η ζωη εδω." [Benjamin, Passagen-Werk] Καταστροφικη δεν ειναι η εισβολη ενος απροσμενου γεγονοτος αλλα η συνεχεια του και-ουτω-καθεξης, η συνεχης επαναληψη του ομοιου. Οπου και το νεοτατο καταδεικνυεται ως το ομοιο: "Προκειται για το οτι [...] ακριβως ως προς αυτο που ειναι το νεοτατο η οψη του κοσμου ποτε δεν μεταβαλλεται, οτι αυτο το νεοτατο απο καθε πλευρα μενει παντα το ιδιο. - Αυτο συνστα την αιωνιοτητα της κολασης." Επομενως η σωτηρια συνισταται σε μια ριζικη διακοπη του Τωρα. Μονο ενας αγγελος της απραξιας θα ηταν σε θεση να σταματησει τις ανθρωπινες ενεργειες που κατευθυνονται αναποφευκτα προς μια Αποκαλυψη.

Μερικα χρονια πριν απο το Vita activa oder vom tätigen Leben [Vita activa, η περι της εμπρακτης ζωης] της Arendt ο Heidegger εδωσε μια διαλεξη με τον τιτλο Wissenschaft und Besinnung [Επιστημη και στοχασμος]. Σε αντιθεση με την πραξη, η οποια ωθει προς τα εμπρος, ο στοχασμος μας φερνει πισω, εκει που ηδη ειμαστε. Μας διανοιγει ενα Da-Sein [γερμ. υπαρξη, κατα λεξη ενα Εκει-Ειναι] το οποιο προηγειται, μαλιστα προδιαγει καθε πραξης και καθε ενεργειας. Ο στοχασμος εγκατοικει μια διασταση της απραξιας. Αυτη αφηνεται σ' αυτο που ειναι: "Να παιρνεις μια κατευθυνση την οποια ενα πραγμα εχει παρει απο μονο του, θα πει στην γλωσσα μας sinnan, sinnen [στοχαζομαι]. [...] Αυτος [ο στοχασμος] ειναι η επαφεση στο αξιον ερωτηματος. Με τον ετσι εννοουμενο στοχασμο αποληγουμε ακριβως κατα κει οπου, διχως να το εμπειραθουμε και να το διακρινουμε, διαμενουμε απο παλια. Στον στοχασμο προχωρουμε προς εναν τοπο απο τον οποιο πρωτα ανοιγεται ο χωρος τον οποιο διανυει ο,τι καθε φορα κανουμε κι ο,τι αφηνουμε."

Ο στοχασμος ειναι ενα δυναμικο που δεν πραττει. Υπονοει την παυση ως διακοπη, ως απραξια. Στα Schwarze Hefte [Μαυρα τετραδια] ο Heidegger γραφει: "Κι αν η διαισθηση της σιωπηλης δυναμης του απραγου στοχασμου χανονταν;" Η διαισθηση δεν ειναι ελλειμματικη γνωση. Πολυ περισσοτερο μας διανοιγει το Ειναι, το Εκει, το οποιο διαφευγει της προτατικης γνωσης. Πρωτα μεσω της διαισθησης εχουμε προσβαση σ' εκεινον τον τοπο οπου ο ανθρωπος διαμενει ηδη απο παντα: "Η διαισθηση [...] δεν προχωρει διολου μονο οπως η συνηθισμενη υπολογιστικα εννοουμενη διαισθηση προς την μελλουσα και την επικειμενη, διανυει και καταμετρα την συνολη χρονικοτητα: το χωρο-χρονικο διαστημα του Εκει." Η διαισθηση δεν ειναι "προσταδιο στις κλιμακες της γνωσης". Πολυ περισσοτερο καθιστα προσβασιμη εκεινη την "αιθουσα" στην οποια καθε γνωστεο εχει την θεση του, που θα πει, λαμβανει-χωρα. Η νοηση του Heidegger περιστρεφεται ακαταπονητα γυρω απο εκεινο το αρχαϊκο Da [Εκει] στο οποιο δεν φτανει καμια προτατικη γνωση. 

Ο "απραγος στοχασμος" αφορα τη μαγεια του Εκει, το οποιο διαφευγει της πραξης. Τα βηματα του "δεν οδηγουν προς καπου, αλλα πισω, κατα κει οπου ειμαστε ηδη". Μας επιτρεπουν "να αποληξουμε σ' αυτο", "στην περιοχη του οποιου διαμενουμε ηδη". Αυτο το Εκει, στην ριζικη του εγγενεια, μας ειναι παρα πολυ κοντα, κι ετσι το παραβλεπουμε συνεχως. Ειναι το "Υπερεγγυς" που ειναι εγγυτερα απο το πλεον εγγυς αντικειμενο. Οποιος ειναι απλως δραστηριος, αναποφευκτα το υπερπηδα. Διανοιγεται μονον στην απραγη, στοχαστικη διαμονη. O Heidegger κατεβαζει ενα ολοκληρο λεξιλογιο της απραξιας για να φερει σε γλωσσα αυτο το προπροτασιακο Εκει. Επιστρατευει και την φιγουρα της αναμονης: "Η αναμονη ειναι ενα δυναμικο που υπερβαινει καθε δυναμη της πραξης. Οποιος βρισκεται στην δυνατοτητα της αναμονης, υπερβαινει καθε επιδοση και τις επιτυχιες της." Πρωτα στην απροθετη αναμονη, στην αναμενουσα παραμονη ο ανθρωπος αντιλαμβανεται εκεινον τον χωρο στον οποιο βρισκεται ηδη απο παντα: "Στην αναμονη η ανθρωπινη ουσιωση περισυλλεγεται στην προσοχη σε αυτο στο οποιο ανηκει." Ο "απραγος στοχασμος" ιχνηλατει την λαμψη του αφανους, του αποιητου, του απροσφορου το οποιο διαφευγει καθε χρησης, καθε σκοπου: "Η πενια του στοχασμου ειναι ομως η υποσχεση ενος πλουτου, οι θησαυροι του οποιου φεγγουν στην λαμψη εκεινου του αχρηστου το οποιο ποτε δεν μπαινει σε λογαριασμο."

Δεν ειναι απλο να εντοπισεις το Εκει γλωσσικα, καθως διαφευγει του προτατικου. Δεν ανευρισκεται ουτε στη σκεψη ουτε στη θεωρηση. Πιο κοντα του ειναι η ανατριχιλα [γερμ. "το δερμα της χηνας"] παρα ο αμφιβληστροειδης [γερμ. "το δερμα του πλεγματος"]. Αποκαλυπτεται προ-σκεπτικα. Το Da-Sein, το Εκει του ανθρωπινου Ειναι, εκδηλωνεται καταρχην ως διαθεση, η οποια προηγειται και της συνειδησης. Η διαθεση δεν ειναι υποκειμενικη κατασταση που χρωματιζει τον αντικειμενικο κοσμο.  Η διαθεση ειναι ο κοσμος. Μαλιστα ειναι αντικειμενικοτερη απο το αντικειμενο, χωρις ωστοσο να ειναι η ιδια αντικειμενο. Προτου στρεψω την προσοχη μου σε ενα αντικειμενο, ανευρισκομαι ηδη σε εναν ενδιαθετα συντονισμενο κοσμο. Η διαθεση ως η εκαστοτε ανευρεση μου σε εναν κοσμο προηγειται καθε προθετικοτητας αναφερομενης σε αντικειμενα: "Η διαθεση εχει ηδη απο παντα αποκαλυψει το Ειναι-στον-κοσμο ως ολον και πρωτιστως αυτη καθιστα δυνατη μια κατευθυνση προς…" Πρωτιστως η διαθεση μας αποκαλυπτει τον χωρο στον οποιο συναντουμε ενα ον. Αποκαλυπτει το Ειναι.

Η διαθεση δεν μας ειναι διαθεσιμη. Μας ξεπερνα. Δεν ειναι δυνατο να την παραγεις εκουσια. Πολυ περισοτερο ριχνομαστε σ' αυτην. Οχι η πραξη αλλα το ερριμμενο ως οντολογικη πρωτοπαθητικοτητα συντονιζει το πρωτογενες μας Ειναι-στον-κοσμο. Στην διαθεση ο κοσμος αποκαλυπτεται στο αδιαθετο του. Η διαθεση προηγειται καθε δραστηριοτητας και συναμα αυτη ειναι που την συντονιζει. Καθε ενεργεια, χωρις αυτο να μας ειναι συνειδητο, ειναι ενδιαθετα συντονισμενη. Ετσι λοιπον η διαθεση συνιστα το προ-σκεπτικο πλαισιο για δραστηριοτητες και ενεργειες. Ετσι μπορει να ευνοει ενδιαθετα συντονισμενες ενεργειες, η και να τις παυει. Στο ενδοτατο της ενεργητικοτητας ενδημει μια παθητικοτητα. Ενεργειες και πραξεις επομενως δεν ειναι ολοτελα ελευθερες, η αυθορμητες.

Η νοηση επισης δεν ειναι καθαρη ενεργητικοτητα και αυθορμητισμος. Η στοχαστικη διασταση που ενδημει εντος της, την καθιστα ομο-λογια. Ομο-λογει αυτο το οποιο "μας προσφωνει ως φωνη του Ειναι" καθως παραμενει διατιθεμενη απ' αυτην. Νοηση θα πει "ανοιγω τα αυτια μου", που θα πει αφουγκραζομαι και ακουω. Η ομιλια προϋποθετει ακουσμα και ομο-λογια: "Philosophia ειναι η επι τουτου επιτελουμενη ομο-λογια η οποια μιλα καθοσον προσεχει την προσφωνηση του Ειναι των οντων. Η ομο-λογια ακουει την φωνη της προσφωνησης. [...] Η ομο-λογια ειναι αναγκαστικα και παντα, οχι μονον τυχαια και ενιοτε, συντονισμενη. Ειναι σε μια διαθεσιμοτητα. Και πρωτα στην βαση της διαθεσιμοτητας (disposition) ο λογος της ομο-λογιας προσδεχεται την ακριβεια του, τον συντονισμο του." Η διαθεση δεν ειναι κατι ακαθοριστο, η συγκεχυμενο. Πολυ περισσοτερο παρεχει στο εννοουμενο εναν καθοριστικο συντονισμο. Η διαθεση ειναι μια βαρυτικη δυναμη η οποια συμπυκνωνει λεξεις και εννοιες σε μια καθοριστικα συντονιζομενη νοηση. Δινει στη νοηση στο προσκεπτικο επιπεδο μια καθοριστικα συντονιζουσα κατευθυνση. Διχως διαθεση η νοηση ειναι διχως προορισμο, που θα πει διχως καθοριστικο συντονισμο. Καθισταται ολοτελα α-διαθετη, δηλαδη ακαθοριστη και αυθαιρετη: "Οταν λειπει η θεμελιακη διαθεση, τοτε ολα ειναι ενα βεβιασμενο κροταλισμα απο εννοιες και κελυφη λεξεων."

Η νοηση ειναι ηδη απο παντα ενδιαθετη, που θα πει, εκτεθειμενη σε μια διαθεση η οποια την εδραιωνει. Η προσκεπτικη εδραιωση της νοησης προηγειται καθε σκεψης: "Καθε ουσιακη νοηση απαιτει, οι σκεψεις και οι προτασεις της να αποσπωνται μεσα απο την θεμελιακη διαθεση καθε φορα εκ νεου, σαν ορυκτο." Γι' αυτο ο Heidegger προσπαθει να διανοιξει στην νοηση το επιπεδο της παθητικοτητας. Θεωρει πως η νοηση στο ενδοτατο της ειναι παθος: "[...] το πάθος σχετιζεται με το πάσχειν, βασανιζομαι, υπομενω, υποφερω, επιτελω, αφηνομαι να φερομαι απο, συντονιζομαι, δηλαδη καθοριζομαι μεσω."

Η τεχνητη νοημοσυνη δεν την μπορει την νοηση ηδη διοτι δεν ειναι ικανη για το παθος. Υπομενω και υποφερω ειναι καταστασεις στις οποιες καμια μηχανη δεν μπορει να φτασει. Προ παντων για την μηχανη ειναι ξενη η στοχαστικη απραξια. Γνωριζει μονο δυο καταστασεις: ενεργοποιηση και απενεργοποιηση. Η στοχαστικη κατασταση δεν προκαλειται δια του οτι η λειτουργια απλως απενεργοποιειται.

Βασικα η μηχανη δεν ειναι ουτε ενεργη ουτε ανενεργη. Δραση και αδρανεια συμπεριφερονται οπως φως και σκια. Η σκια διαμορφωνει το φως. Του δινει περιγραμματα. Σκια και φως καθοριζουν το ενα το αλλο. Ετσι και δραση και αδρανεια μπορουν να εννοηθουν ως διαφορετικες καταστασεις, η τροποι της νοησης, μαλιστα του πνευματος. Η νοηση υφαινεται απο φως και σκια. Αντιθετα η μηχανικη νοημοσυνη δεν γνωριζει ουτε φως ουτε σκια. Ειναι διαφανη.

Ο στοχασμος ειναι αντιθετικος προς την παραγωγη. Αφορα το απροσφορο ως το ηδη δεδομενο. Η νοηση ειναι παντα στην υποδοχη. Η διασταση της δωρεας στην νοηση [Denken] κανει απ' αυτην μια ευχαριστια [Danken]. Στην νοηση ως ευχαριστια η βουληση τα παραταει τελειως: "Η μακροθυμη ευγενεια θα ηταν ο καθαρος εφησυχασμος εκεινης της βουλησης στον εαυτο της η οποια, απαρνουμενη την βουληση, εχει επαφεθει σ' αυτο το οποιο δεν ειναι βουληση. Η ευγενεια θα ηταν η ουσιωση την νοησης, και μαζι της ευχαριστιας."

Ο "στοχασμος" του Heidegger αντιτιθεται στην ολοκληρωτικη προσβασιμοτητα η οποια κανει τα παντα προσιτα, υπολογισιμα, ελεγξιμα, καθοδηγησιμα, αλωσιμα και αναλωσιμα. Στην ψηφιοποιηση η προσβασιμοτητα φτανει σε μια νεα κλιμακα. Αιρει την ιδια την γεγονοτητα καθως κανει την παραγωγιμοτητα ολοκληρωτικη. Η ψηφιακη ταξη δεν αναγνωριζει κανενα απροσφορο θεμελιο του Ειναι. Το συνθημα της λεει: Το Ειναι ειναι πληροφορια. Η πληροφορια το καθιστα ολοτελα προσβασιμο. Οταν τα παντα ειναι γοργα προσβασιμα και καταναλωσιμα, δεν διαμορφωνεται καμια βαθια, στοχαστικη προσοχη. Το βλεμμα περιφερεται τριγυρω οπως αυτο ενος κυνηγου. Ετσι χανεται το δεσποζον Απεναντι, στην γειτονια του οποιου θα μπορουσαμε να διαμενουμε. Τα παντα λειαινονται και υποτασσονται σε βραχυπροθεσμες αναγκες.

Η "παραιτηση" επισης ανηκει στο λεξιλογιο της απραξιας του Heidegger. Σημαινει καθε αλλο απο το να τα παρατας, η να τα εγκαταλειπεις. Οπως αλλες φιγουρες της απραξιας, θεσπιζει μια δομικη αναφορα σ' εκεινη την σφαιρα του Ειναι η οποια παραμενει κλειστη για την πραξη την καθοδηγουμενη απο την βουληση. Η παραιτηση ειναι ενα παθος για το απροσφορο. Ακριβως στην παραιτηση καθισταμεθα δεκτικοι για την δωρεα: "Η παραιτηση δεν παιρνει. Η παραιτηση δινει." Το Ειναι ως το απροσφορο δινεται με την παραιτηση. Ετσι η παραιτηση μεταπιπτει σε "ευχαριστια".

Ο Heidegger εντοπιζει ακομη και στο "δυναμικο" [Vermögen], το οποιο συνηθως συνδεουμε με πραξη και με επιδοση, μια διασταση της απραξιας. Εννοει το Vermögen [το δυναμικο] μεσα απο το Mögen [μου αρεσει] και το Lieben [αγαπω]: "Να δεχομαι ενα 'πραγμα' η ενα 'προσωπο' στην ουσιωση του, τουτο θα πει: το αγαπω: μου αρεσει. Αυτη η αρεσκεια, εννοημενη πρωτογενεστερα, σημαινει: χαριζω την ουσιωση. Μια τετοια αρεσκεια [Mögen] ειναι η ιδιαιτερη ουσιωση του δυναμικου [Vermögen] το οποιο δεν μπορει μονο να επιτελεσει αυτο κι εκεινο, αλλα και να αφησει κατι να 'ουσιωνεται' στην προ-ελευση του, που θα πει, να το αφησει να ειναι." Το δυναμικο, με την αρεσκεια, απελευθερωνει ενα πραγμα η ενα προσωπο στην ουσιωση του. Σε αντιθεση με την απολυτη θεση της απολυτης ενεργητικοτητας, το δυναμικο [Vermögen], που δεν ενεργει, αντλει απο το δυνητικο [Möglichen]. Η ιδια η λεξη "möglich" [δυνητικο] προερχεται απο το "mögen" [μου αρεσει]. Το δυνητικο [Möglich] ειναι το αξιο να αρεσει [Mögenswert]. Το δυναμικο ως αρεσκεια επαφηνει το δυνητικο, το αξιο να αρεσει, στην ουσιωση του, αντι να το παραδιδει στο αδυνατο. Απο αυτην την ηθικη της απραξιας εξαρταται η σωτηρια της γης: "Οι θνητοι κατοικουν καθοσον σωζουν τη γη - η λεξη εκλαμβανομενη με το παλιο της νοημα το οποιο γνωριζε ακομη ο Lessing. Η σωτηρια δεν αρπαζει μονο μακρια απο εναν κινδυνο, σωζω θα πει ειδικα: αφηνω κατι ελευθερο στην ιδιαιτερη ουσιωση του."

Εμπρος σε επαπειλουμενες φυσικες καταστροφες 'προστασια του περιβαλλοντος' ειναι μια πολυ φτωχη εννοια. Ειναι αναγκαια μια ριζικα μεταβεβλημενη σχεση με τη φυση. Η γη δεν ειναι 'αποθεμα' το οποιο πλεον θα επρεπε να χειριζομαστε 'φειδωλοτερα'. Πολυ περισσοτερο πρεπει να εσωτερικευσουμε την πρωτογενη σημασια του φειδομαι. Ο Heidegger το εννοει και παλι μεσα απο την απραξια, απο την αφεση-να-ειναι: "Το ιδιαιτερο 'φειδομαι' [...] συμβαινει τοτε οταν αφηνουμε κατι εκ των προτερων στην ουσιωση του, οτι επιληθουμε κατι επι τουτου πισω στην ουσιωση του [...]. Η θεμελιακη ταση της κατοικησης ειναι αυτη η φειδω." Η λεξη φειδομαι [schonen] προερχεται απο το ωραιο [schön]. Η φειδω αφορα το ωραιο. Η γη ειναι ωραια. Απο αυτην προερχεται η επιταγη να την φειδεσαι, να της επιστρεψεις την ευγενεια της.

Σιγουρα αποφασιστικες ενεργειες ειναι αναγκαιες για να αρθουν τα καταστροφικα επακολουθα της ανθρωπινης επεμβασης στη φυση. Ομως οταν η αιτια του επαπειλουμενου κακου ειναι η απολυτα τιθεμενη ανθρωπινη πραξη η οποια ανελεητα υποτασσει την φυση και την λεηλατει, τοτε πρεπει να αναληφθει μια διορθωση στην ιδια την ανθρωπινη πραξη. Επομενως ειναι αναγκαιο να αυξηθει το στοχαστικο μερος στην πραξη, που θα πει να μεριμνηθει ωστε να διευρυνθει η πραξη κατα τον στοχασμο.

Ο καταναγκασμος στην δραση, στην παραγωγη και στην επιδοση οδηγει στην ασφυξια. Ο ανθρωπος πνιγεται μεσα στην δικη του την δραση. Πρωτα στον στοχασμο δημιουργειται "ευρυχωρια, αερας γυρω απο τον ανθρωπο". Στα Μαυρα Τετραδια βρισκεται ενας πολυ αξιοσημειωτος λογος: "Το Ειναι ειναι ο αιθερας, μεσα στον οποιο ο ανθρωπος ανασαινει, χωρις τον οποιο αιθερα καταπιπτει σε απλο ζωο και ολη η δραση του υποβαθμιζεται σε κτηνοτροφια." Εδω ο Heidegger διατυπωνει μια βιοπολιτικη της ιστοριας του Ειναι. Η λησμοσυνη του Ειναι μεσα απο την ελλειψη του στοχασμου, μας ληστευει την ανασα. Υποβαθμιζει τον ανθρωπο σε animal laborans. Σ' αυτην την οπτικη η απραξια αποκτα πολιτικη σημασια. Η πολιτικη του στοχασμου εχει να παραμερισει εκεινους τους καταναγκασμους που διαμορφωνουν τον ανθρωπο σε ζωο για κτηνοτροφια και για εργασια.

Ο πρωιμος Heidegger, οπως η Arendt, ειναι εμψυχωμενος απο το παθος της πραξης. Μια στοχαστικη απραξια του ειναι ακομη τελειως ξενη. Ανακαλυπτει μεν το "ερριμμενο" της ανθρωπινης υπαρξης, ομως θαμπωνεται απο την "αποφασιστικοτητα" για πραξη. Επισης διαθεσεις οπως αγχος, η πληξη, που βασικα αναστελλουν την πραξη, τα ερμηνευει ως καλεσματα για την πραξη. Η λεγομενη "τροπη", στην οποια παιρνει αποσταση απο την προηγουμενη νοηση του, σηματοδοτει την μεταβαση απο την πραξη στο Ειναι.

Στο Ειναι και Χρονος το αγχος παριστα την "θεμελιακη διαθεση" διοτι φερνει το "Dasein" (οντολογικος χαρακτηρισμος για τον ανθρωπο) ενωπιον του Ειναι-στον-κοσμο καθεαυτο. Σε αντιθεση με τον φοβο, ο οποιος αναφερεται απλως σε κατι στον κοσμο, το Ενωπιον του αγχους ειναι ο κοσμος ως αυτος τουτος: "Αυτο για το οποιο αγχεται το αγχος ειναι το Ειναι-στον-κοσμο καθεαυτο. Στο αγχος, τα ενδοκοσμικα οντα καταβυθιζονται [...]. Ο 'κοσμος' δεν δυναται πλεον να προσφερει τιποτα, ουτε και το συνειναι των αλλων." Αυτος ο κοσμος, ο οποιος στο αγχος εξολισθαινει απο το Dasein, δεν ειναι ο κοσμος τελειως, αλλα ο οικειος, καθημερινος κοσμος, μεσα στον οποιο ζουμε αυτονοητα. Κυριαρχειται απο το 'Κανεις', απο τον κονφορμισμο της "δημοσιας ερμηνευσιμοτητας": "Απολαμβανουμε και διασκεδαζουμε οπως κανεις απολαμβανει· ζουμε, βλεπουμε και κρινουμε [...] οπως κανεις βλεπει και κρινει [...]. Ο Κανεις, που δεν ειναι κατι ορισμενο και που ειναι ολοι, αν και οχι ως συνολο, υπαγορευει τον τροπο του Ειναι της καθημερινοτητας." Ο "Κανεις" παιρνει απο το Dasein τον φορτο της αποφασης και της ευθυνης καθως ανακουφιζει το Dasein απο την πραξη με την εμφατικη εννοια. Ο "Κανεις" παρεχει στο Dasein εναν προκατασκευασμενο κοσμο στον οποιο ολα ειναι ηδη ερμηνευμενα και αποφασισμενα. Η καθημερινοτητα με ολα τα αυτονοητα δειγματα σκεψης και συμπεριφορας ειναι η κατασκευη του "Κανεις". Εμποδιζει το Dasein να ειναι καποιος ο οποιος στην πραξη αναλαμβανει τον εαυτο του επι τουτου. Ο "Κανεις" απορριπτει καθε αυτονομο βλεμμα στον κοσμο. Ο Heidegger ονομαζει αυτον τον τροπο του Ειναι "αναυθεντικοτητα", η "εκπτωση". Κατα πρωτον και κατα το πλειστον το Dasein υπαρχει αναυθεντικα. Ειναι κλειστο στην δυνατοτητα για το ιδιαιτατο μπορετο Ειναι του. Πρωτα το αγχος διανοιγει στο Dasein την δυνατοτητα, εναντια στην "αναυθεντικοτητα" να αναλαβει το να μπορει να ειναι ο εαυτος του, δηλαδη να πραττει. Ετσι ο Heidegger επιφορτιζει το αγχος με κατι το οποιο βασικα του μενει αποκλεισμενο, διοτι το αγχος σημαινει ακριβως το αδυνατο της πραξης. Αντιθετα ο Heidegger το καταλαβαινει ως την κατεξοχην δυνατοτητα να αδραξει τον ιδιαιτατο εαυτο του και να αποφασισει να πραξει.

Και η πληξη για τον Heidegger δεν ειναι ονειρικο πουλι που κλωσσαει το αυγο της εμπειριας. Και αυτη ερμηνευεται ως εκκληση για πραξη. Στην πληξη, οπως στο αγχος, απο το Dasein εξολισθαινει ο κοσμος, δηλαδη το ον εν συνολω. Το Dasein περιπιπτει σε μια παραλυτικη κενοτητα. Ολες οι "δυνατοτητες του να κανεις πραγματα και ν' αφηνεις πραγματα" μενουν αλαλες. Ομως μεσα απ' αυτην την αλαλια ο Heidegger ακουει μια λαλια: "Τι λαλει σ' αυτην την αλαλια το αλαλο ον εν συνολω; (...) Ακριβως τις δυνατοτητες του Dasein να κανει πραγματα και ν' αφηνει πραγματα." Στην αλαλια συναμα "αντιλαλουν οι αδρανεις δυνατοτητες" τις οποιες ο ανθρωπος εχει να αδραξει σε μια ηρωικη αποφασιστικοτητα. Απο την πληξη βγαινει η εντονη επικληση να αποφασισει για την "πραξη εδω και τωρα". Αυτη η αποφαση για τον "ιδιαιτατο εαυτο", που θα πει επιπλεον να εισαι Καποιος, ειναι η "στιγμη".

Το Ειναι και Χρονος κυριαρχειται ολοτελα απο την εμφαση στον εαυτο και την πραξη. Επισης ο θανατος εννοειται αναφορικα με το να μπορεις να εισαι ο εαυτος σου. Ενωπιον του θανατου ως "ακρας δυνατοτητας" "να παραιτεισαι απο τον εαυτο σου", αφυπνιζεται ενα εμφατικο ειμαι. Ο θανατος ως θανατος μου συμβαδιζει με την εμφαση του εαυτου. Οδηγει σε μια συστολη του εαυτου. Στον Heidegger παραμενει κλειστη εκεινη η εμπειρια του θανατου η οποια με φερνει ακριβως στο χαλαρωμα της ταναλιας του εαυτου. Αυτο το ειδος θανατου θα πει: Ενωπιον του θανατου, μου δινω τον θανατο, αντι να προσκολλωμαι στο Εγω μου. Αυτος ο θανατος με απελευθερωνει προς τον Αλλο. Ενωπιον του θανατου αφυπνιζεται μια ανετη αφεση, μια φιλικοτητα προς τον κοσμο.

Η εμφαση του εαυτου συμβαδιζει με την αποφασιστικοτητα για την ενεργεια. Ειναι μια μορφη πραξης. Στην απραξια δεν διαμορφωνεται κανενας αποφασιστικος εαυτος. Ο μαϊστορας της απραξιας δεν λεει "Εγω". Στο Ειναι και Χρονος δεν υπαρχει χωρος για απραξιες. Ο κοσμος ειναι περα για περα ενας "κοσμος εργων". Τα πραγματα ειναι εργαλεια. Τα παντα υποκεινται στο για-να. "Μεριμνα" ονομαζεται η θεμελιακη συσταση της ανθρωπινης υπαρξης. Διπλα στην "καθημερινοτητα" δεν υπαρχει καμια εορταστικοτητα. Εορτες και παιχνιδια, οπου η "μεριμνα" εχει αρθει ολοτελα, στο Ειναι και Χρονος ειναι παντελως αποντα.

Λιγα χρονια μετα το Ειναι και Χρονος ο Heidegger επιτελει την μεταβαση απο την πραξη στο Ειναι. Το παθος της πραξης υποχωρει εμπρος στον θαυμασμο για το Ειναι: "[...] καθοτι η εορτη ως παυση στην εργασια ειναι ηδη ενα συγκρατωμαι, ειναι δινω προσοχη, ειναι ερωτω, ειναι στοχασμος, ειναι προσμονη, ειναι η υπερβαση προς την εναργεστερη διαισθηση του θαυματος, δηλαδη του θαυματος οτι καν ενας κοσμος γυρω μας κοσμει, οτι το ον ειναι και πολυ περισσοτερο δεν ειναι τιποτα, οτι πραγματα ειναι κι εμεις οι ιδιοι ειμαστε εν μεσω αυτων." Η εμφαση του εαυτου και η αποφασιστικοτητα για την πραξη, που κυριαρχουν στο Ειναι και Χρονος, βουβαινονται ολοτελα. Αγχος και πληξη δεν συνδεονται πλεον με το καλεσμα στην πραξη. Αποκαλυπτουν το Ειναι. Προς τουτο μοιαζουν με την αγαπη: "Η βαθια πληξη [...] κινει ολα τα πραγματα, τους ανθρωπους και εμενα τον ιδιο μαζι τους σε μια ιδιομορφη αδιαφορια. Αυτη η πληξη αποκαλυπτει το ον εν συνολω. Μια αλλη δυνατοτητα μιας τετοιας αποκαλυψης λανθανει στην ευδαιμονια κατα την παροντικοτητα του Dasein - οχι του απλως προσωπου - ενος αγαπημενου ανθρωπου."

Μετα την "τροπη" ο Heidegger αποκτα την ενοραση οτι πρωτα απραξιες οπως η γιορτη και το παιχνιδι παρεχουν στην ανθρωπινη υπαρξη μια λαμψη. Ο Heidegger ανακαλυπτει το εορταστικο. Για "μεριμνα" και για "αγχος" δεν γινεται πια λογος. Το γκριζο της καθημερινοτητας δινει τη θεση του στην γιορτινη λαμψη: "Στο εορταστικο ανηκει η λαμψη. Ομως η λαμψη βασικα εκπηγαζει απο το φεγγος και την λαμψη του ουσιωδους. Καθοσον τουτο αναλαμπει, τα παντα στα πραγματα και στους ανθρωπους εμβαινουν στην χαλαροτητα της λαμψης του, κι αυτη παλι απαιτει απο τον ανθρωπο το κοσμημα και την κοσμηση. [...] Στην λαμψη της εορτης ανηκουν παιχνιδι και χορος." Παιχνιδι και χορος ειναι τελειως απελευθερωμενα απο το για-να. Επισης το κοσμημα δεν κοσμει κατι. Δεν ειναι "εργαλειο". Τα πραγματα, ελευθερωμενα απο το για-να, γινονται εορταστικα τα ιδια. Δεν 'λειτουργουν' αλλα ακτινοβολουν και λαμπουν. Απ' αυτα ερχεται μια στοχαστικη ησυχια η οποια καθιστα δυνατη μια διαμονη.

Στην εορτη ως μορφη λαμψης της ανθρωπινης υπαρξης χαλαρωνει ολη η υπαρξιακη σπαστικοτητα του Dasein του αποφασισμενου για την πραξη. Η εορταστικοτητα ελευθερωνει την ανθρωπινη υπαρξη απο την στενωπο στοχου και πραξης, απο την λαβιδα σκοπου και χρησης. Οπου κυριαρχει η εορταστικη διαθεση αιρεται ο σπαστικος χρονος της "μεριμνας", η υπαρξιακη ενταση που ερχεται απο τον εαυτο. Η εμφαση του εαυτου δινει τη θεση της στην ανεση και στην χαλαροτητα. Η στοχαστικη διαμονη διαδεχεται το παθος της πραξης.

Στον Heidegger υπαρχουν ιχνη μιας νοησης που συμπυκνωνονται σε μια Ηθικη της απραξιας. Ισχυει τοσο για το διανθρωπινο οσο και για την σχεση με τη φυση. Ο Heidegger, λιγο πριν τον θανατο του, συνεγραψε ενα μικρο κειμενο με τον τιτλο Andenken an Marcelle Mathieu [Εις μνημην της Marcelle Mathieu]. Αντικειμενο της γραφης ειναι η φιλοξενια της οικοδεσποινας του στην Provence, που πεθανε. Ο Heidegger πρωτα τονιζει το μεγα τοπιο της πατριδας της, σαν η φιλοξενια της να εκπηγαζε αμεσα απο την εντονη σχεση της με το τοπιο. Αναδεικνυει την αιδω την οποια αισθανεται απεναντι στο τοπιο: "Το αφανες της αιδους της αρχιζε να λαμπει πρωτα οταν η κυρια του Les Camphoux προσκαλουσε τους φιλους στο υψιπεδο του Rebanqué με την πολυμορφη πανοραμικη του θεα σ' ενα μεγαλο τοπιο." Το μεγα τοπιο γεμιζει την οικοδεσποινα με μια "θαυμαστη αιδω" η οποια την κανει να υποχωρει, να αφοπλιζεται και να κενωνεται. Η αιδως της απεναντι στο τοπιο προεκτεινεται στο διανθρωπινο και εκφραζεται ως φιλοξενια.

Το δεσποζον Απεναντι του μεγαλου τοπιου διαθετει τον θεατη σε μια αιδω ενωπιον του απροσφορου. Ετσι ο Heidegger μιλα για την "διστακτικη αιδω εμπρος στο μη δυναμενο να ποιηθει". Οποιος εχει καταληφθει απο την αιδω, παραδιδει τον εαυτο του στο Αλλο του εαυτου. Στην αιδω αφυπνιζεται μια ιδιαιτερη προσοχη, μια φιλικη υποδεκτικοτητα για τον Αλλο. Μας μαθαινει να αφουγκραζομαστε. Καθιστα την οικοδεσποινα προσεκτικη ακροατρια: "Στις συνομιλιες των φιλων αυτη παρεμενε η σιωπηλη προσεκτικη ακροατρια, φροντιζοντας μονο την περιποιηση τους. Εκει δεν ηταν ουτε κυρια ουτε δουλα αλλα, υπερανω και των δυο, συγκρατημενα αρμοσμενη σε ενα αρρητο. Ενδεχομενως μ' αυτο διατηρουσε σιωπηλο διαλογο στις πολλες μακρες της περιπλανησεις που την οδηγουσαν τελειως μονη διαμεσου του πατριου τοπου." Εδω ο Heidegger αναγει την ικανοτητα να ακους στην δυναμη του "αρρητου" η οποια δηλωνεται στο μεγαλο τοπιο. Η οικοδεσποινα του Heidegger παρακουει αυτοπαθως, παρακουει τον  ιδιο τον ακουοντα εαυτο της, καθως αφηνεται να συντονιζεται καθοριστικα στο "αρρητο". Το "αρρητο" ειναι η γλωσσα της γης, η οποια διαφευγει της ανθρωπινης βουλησης. Η σωτηρια της γης εξαρταται απο το κατα ποσον θα ειμαστε σε θεση να ακουσουμε τη γη.

Στο Feldweg-Gespräche [Συνομιλιες του χωραφοδρομου] ο Heidegger σημειωνει για τον φιλοξενουμενο: "Μπορει να ακουει, και μαλιστα με τετοια προσηνεια, ωστε μεσα απο αυτην την προεξαρχουσα εκφραση και σταση ειναι για μενα ο φιλοξενουμενος κατεξοχην." Εμπρος στο μεγαλο τοπιο η οικοδεσποινα του Heidegger εμπειραται τον ιδιο τον εαυτο της ως φιλοξενουμενη. Ειναι φιλοξενουμενη μεταξυ γης και ουρανου. Δεν ειναι "ουτε κυρια ουτε υπηρετρια". Ως φιλοξενουμενη αρμοζεται στο "αρρητο" με το να το ακουει. Η αιδως της οξυνει το ακουσμα.

Η ηθικη της αιδους του Heidegger εκφραζεται στην οικοδεσποινα του και σε ενα ανεκδοτο: "Και η αιδως; Ενα πολυτιμο ιχνος της μας αφησε εδω στο Freiburg οταν, σε μια επισκεψη που σκοπευε να κανει, δεν τολμησε να χτυπησει το κουδουνι - και εφυγε παλι. Ετσι καποτε το μη επιτελεσμενο ειναι πιο δυνατο απο το ειπωμενο και το πραγματοποιημενο." Ο Heidegger θα μπορουσε και να ειχε πει: Η μη-πραξη ειναι δυνατοτερη απο καθε πεπραγμενο και επιτελεσμενο. Η ηθικη της αιδους ειναι η ηθικη της απραξιας.

Το παθος του Πραττειν

[...]

Ο ελληνικος δαίμων ανταποκρινεται στον ρωμαϊκο Genius ο οποιος ειναι παρων σε καθε γεννα ως θεος προστατης: "Καλειται ο δικος μου Genius διοτι με εχει γεννησει" (Genius meus nominatur, quia me genuit). Ο Genius μας συνοδευει απο την γεννηση μεχρι τον θανατο. Ειναι μεν εγγυτατα προς εμας, ομως συγχρονως ειναι το πλεον απροσωπο μεσα μας, "η προσωποποιηση απο κατι που ειναι μεσα μας, ομως προχωρει περαν ημων και μας υπερβαινει". Σ' αυτον οφειλουμε την γνωση "οτι ο ανθρωπος δεν ειναι μονον Εγω και ατομικη συνειδηση". Στον Genius κομματιαζεται η "αξιωση του Εγω να αρκειται στον εαυτο του". Εμπρος στην παροντικοτητα του δεν ειναι δυνατον "να εγκυστωθουμε σε μια υποστασιακη ταυτοτητα". 

Οι ιδιοτητες που μας καθιστουν εναν καποιον δεν ειναι genialis, που θα πει δεν αρμοζουν με τον  Genius. Τον Genius τον συναντουμε οταν απεκδυομαστε τις ιδιοτητες, την μασκα που κουβαλαμε επανω στην σκηνη της πραξης. Πισω απο την μασκα ο Genius εμφανιζει ενα προσωπο που εχει κενωθει απο τις ιδιοτητες. Αυτη η οψη χωρις ιδιοτητες στεκει απεναντι σ' εκεινο το "προσωπικο ποιος-ειναι-εκαστοτε-καποιος" το οποιο η Arendt συνδεει με την πραξη. Χωρις ιδιοτητες ειναι ο ανθρωπος πρωτα εξω απο την σκηνη της πραξης. Στην λαμψη της απραξιας ειμαστε ενας κανεις με ενα ιδιαιτερο νοημα. Η απραξια συμβαδιζει με μια ληθη του εαυτου. 

Να ζεις με τον Genius θα πει να διατηρεις σχεση με μια περιοχη της μη-γνωσης, της μη-συνειδησης. Παντως αυτος δεν μεταθετει την εμπειρια στο σκοτος, στο ασυνειδητο, οπου "κατοπιν αυτη αποθηκευεται ως ενα δεινο παρελθον". Πολυ περισσοτερο η συναναστροφη με τον Genius ειναι μυστικισμος στο απλετο φως στο οποιο το Εγω συγκατοικει ειρηνικα με την δικη του διαλυση. Συνεπαρμενοι απο τον Genius, που θα πει εμπνευσμενοι, παυουμε να ειμαστε ενας καποιος και να περικλειομαστε στο Εγω. Στην κατασταση της εμπνευσης απολυοματε απο τον εαυτο μας. Genialis  ειναι ενα στεκει-παραδιπλα-μου. Και τουτο ειναι μια φορμουλα της ευδαιμονιας.

Το να εχουμε γεννηθει, το οποιο μας εξαναγκαζει στην πραξη, ειναι χωρις ευδαιμονια. Οποιος πραττει μονο, εχει εγκαταλειφθει απο τον Genius, ο οποιος ενθουσιαζει και ευδαιμονιζει. Η ευδαιμονια οφειλεται στην απραξια. Οχι ανευ λογου η Arendt βλεπει την ανθρωπινη ευδαιμονια τοσο περιφρονητικα: "Διοτι οσον αφορα την λεγομενη ευτυχια, δεν πρεπει να ξεχναμε οτι μονο το animal laborans εχει την ιδιοτητα να την αξιωνει∙ ουτε στον παραγωγικα εργαζομενο ουτε στον πραττοντα πολιτικο ανθρωπο ηρθε ποτε στον νου να θελει να ειναι ευτυχισμενος, η να πιστευει οτι θνητοι ανθρωποι μπορουν να ειναι ευτυχισμενοι."

Η "γεννητικοτητα" ως υποχρεωση για την πραξη μας εμπλεκει στον χρονο. Μονον η απραξια μας απελευθερωνει, μαλιστα μας λυτρωνει απο τον χρονο. Ακριβως ο Genius ενσαρκωνει μια αλλη μορφη ζωης: "Το παιδικο προσωπο του Genius, τα μακρουλα σειομενα φτερα του δειχνουν οτι δεν γνωριζει τον χρονο." Οταν γιορταζουμε τα γενεθλια, δεν επιβεβαιωνουμε το γεγονος οτι ειμαστε ενα πραττον ον. Πολυ περισσοτερο στα γενεθλια γιορταζουμε τα Θεοφανεια του Genius, τα οποια μας ανυψωνουν υπερανω του χρονου. Στην εορτη των γενεθλιων δεν θυμομαστε μια παρελθουσα ημερα. Πολυ περισσοτερο ειναι "οπως καθε αληθινη γιορτη, μια αρση του χρονου". Η αχρονικοτητα ειναι η ουσια της γιορτης. Ο χρονος της γιορτης ειναι στεκουμενος χρονος. Ετσι διεξερχομαστε την γιορτη. Μπορω να διεξερχομαι μονον κατι που στεκει και δεν παρερχεται. Διεξερχομαστε την γιορτη οπως ενα λαμπρο κτισμα. Οποιος πραττει, εχει εμπρος στα ματια του στοχους. Κατευθυνομαι και κατατεινω ειναι ο   βηματισμος του. Οποιος μονον πραττει δεν ειναι ικανος να διεξερχεται γιορταστικα, κατι που σταματα τον χρονο. Εκτος αυτου το διεξερχομαι ειναι ελευθερο απο σκοπο. Σ' αυτο διαφερει απο την αναγκαστικα στοχοπροσηλωμενη πραξη.

Η γιορτη δεν ανηκει στο φιλοσοφικο λεξιλογιο της Arendt. Γι' αυτην δεν γινεται πουθενα λογος. Το παθος της για την πραξη αποσπα απο την ζωη καθε εορταστικοτητα. Η γιορτη ειναι η εκφραση μιας πληθωρικης ζωης, μια εντονη μορφη ζωης. Στην γιορτη η ζωη αναφερεται στον εαυτο της, αντι να ακολουθει σκοπους εξω απο αυτην την ιδια. Εξουδετερωνει την πραξη. Ετσι το Σαμπατ ολες οι στοχευμενες δραστηριοτητες απαγορευονται. Η ζωη η οποια, ελευθερη απο σκοπο, ταλαντωνεται στον εαυτο της συνιστα την γιορταστικη γαληνη. Οχι η αποφασιστικοτητα για την πραξη αλλα το ανοιχτοκαρδο της γιορτης μας ανυψωνει πανω απο την σκετη ζωη. Η γιορτη λαμβανει χωρα εξω απο τον οικο. Το οικονομικο αδρανοποιειται. Μορφες συμπεριφορας οπως σπαταλη, η κραιπαλη, που συχνα παρατηρουνται σε αρχαϊκες γιορτες, παραπεμπουν στον αντιοικονομικο χαρακτηρα της γιορτης. Στον χρονο της γιορτης η ζωη δεν ειναι πλεον επιβιωση, ενω η πραξη παριστα μια μορφη επιβιωσης. Η γιορτη προσδιδει στη ζωη περισσοτερη λαμψη παρα η πραξη. Η νοηση της Arendt κλεινεται ολοτελα απεναντι σ' αυτες τις λαμπρες μορφες της ανθρωπινης υπαρξης.