"Καθημερινή ζωή". "Καθημερινότητα". ἦθος.





«Καθημερινή ζωή». «Καθημερινότητα». ἦθος.

Και τώρα ο αέρας είναι τόσο γεμάτος από τέτοια στοιχειά που κανείς δεν ξέρει τρόπο να τ' αποφύγει.

Κυρίες και κύριοι, οι στίχοι δεν λέγονται από μένα αλλά από τον Faust και δεν αναφέρονται στον αέρα εδώ αλλά σ' έναν άλλο. Όμως από τότε που ο Freud τους προέταξε της πραγματείας του Η ψυχοπαθολογία της καθημερινής ζωής εγείρουν την αξίωση να μιλούν στο όνομα όλων και να ισχύουν για όλες τις μέρες.

Έχουν όνομα τα πλάσματα που βλέπει ο Freud να στοιχειώνουνε τον αέρα; Έχουν. Και πολλά μάλιστα. Αναφέρονται στον υπότιτλο της Ψυχοπαθολογίας: Λησμοσύνη, παραδρομή της γλώσσας, δεισιδαιμονία και πλάνη.

Πώς εννοούνται λοιπόν αυτά, ώστε να εμφανίζονται σαν στοιχειά;

Ένα μεσημέρι πριν από τρεις μήνες στη Βιέννη περνούσα μπροστά από ένα τουριστικό γραφείο. Στη βιτρίνα παραδεισένιοι τόποι διακοπών κι από πάνω με μεγάλα εκκωφαντικά γράμματα: «Welt-schwätze» (Βλακείες του κόσμου). Βλακείες του κόσμου; Μια στιγμή! Εκεί γράφει «Weltschätze» («Θησαυροί του κόσμου»)!

Κεφάτος λέω: «Αν μπορώ ακόμα να κάνω παραναγνώσεις στα γερμανικά, τότε αυτή η γλώσσα εξακολουθεί να μου είναι οικεία!». Η σκέψη πως η εξοικείωση με μια γλώσσα δεν αποτιμάται μόνο από τη γλωσσομάθεια αλλά κι από τα γλωσσικά λάθη μου φαίνεται αρκετά υποσχόμενη. Όμως αυτήν την ώρα δεν έχω διάθεση να την προχωρήσω. Την αφήνω κατά μέρος και συνεχίζω το δρόμο μου.

Ας υποθέσουμε τώρα πως δεν είμαι μόνος αλλά παρέα με τον Σίγκμουντ Freud, τον οποίο γνωρίζω επιπόλαια μόνο. Του διηγούμαι τι μου συνέβη μόλις. Με μιας σοβαρεύει. Στο πρόσωπο του απλώνεται μια σκιά.

- Αυτό είναι Fehlleistung [κατά λέξη «λάθος επίδοση»], μου αντιτείνει.

Τα χάνω. Δεν το 'χα σχεφτεί πως μόλις είχα κάνει μια επίδοση κι επιπλέον μια λάθος επίδοση. Πως ό,τι κάνω κι ό,τι αφήνω είναι καν επίδοση. Πως η ζωή δεν είναι ένα «οράν φάος ηελίοιο», να βλέπεις το φως του ήλιου, όπως λέγεται ακόμα στον Όμηρο, αλλά απόδοση έργου. Τώρα μου έρχονται στο νου και λέξεις του όπως «ονειρικό έργο» και «έργο πένθους».

O Freud συνεχίζει απτόητος: Είναι, λέει, μια ανεπάρκεια της ψυχικής ζωής.

Τώρα τα χάνω ακόμα περισσότερο. Δεν το 'ξέρα πως είχα μόλις ένα «ψυχικό» βίωμα και μάλιστα ανεπαρκές.

Βλέπω να με καταλαμβάνει μια αφωνία. Ναι, βασικά ο Freud με είχε ήδη προετοιμάσει όταν είπε πως οι αντιλήψεις του σημαίνουν μια «δεύτερη κοπερνικανική επανάσταση». Η αφωνία μου είναι ακριβώς σαν τότε που μου 'μαθαν πως η ανατολή κι η δύση του ήλιου είναι οπτική απάτη.

Κυρίες και κύριοι, συγχέω τις ημερομηνίες. Η αφωνία δεν μου ήρθε τον περασμένο Ιούνιο στο τουριστικό γραφείο αλλά στην πρώτη μου συνάντηση με τον Freud πριν από σχεδόν σαράντα χρόνια, ακριβώς εδώ στη Βιέννη, την οποία επισκέφτηκα νεαρός τότε φοιτητής της ιατρικής στη διάρκεια ενός οικογενειακού ταξιδιού. Είχα υπό μάλης μια ελληνική μετάφραση της Ψυχοπαθολογίας της καθημερινής ζωής- ήταν ένα μεγάλο βιβλίο σκληρόδετο, μαύρο σαν το κοράκι. Παρ' όλ' αυτά ή ακριβώς γι' αυτό ήταν σ' εκείνο το ταξίδι που αποφάσισα να γίνω ψυχαναλυτής.

Στο μεταξύ κύλησε πολύ νερό κάτω από τις γέφυρες του Neckar, του Limmat και του Δούναβη.19 Και πολλές μνήμες πήραν κι έδωσαν20 οι κατοπινές ελληνικές θάλασσες.

Και τώρα να 'μαι πάλι εδώ, και πάλι ο Freud μου πετάει κατάμουτρα: «Ψυχική ζωή». «Λάθος επίδοση». «Ανεπάρκεια».

Αυτήν τη φορά τον κοιτάζω: Το σκοτεινό πρόσωπο, τις σφιγμένες γραμμές, τον πολεμιστή που σαν άλλος Δον Κιχώτης είν' έτοιμος να χιμήξει ενάντια σε στοιχειωμένες μορφές.

Η παρανάγνωσή μου, λέει, έχει προκαθοριστεί από κίνητρα άγνωστα στη συνείδηση.

Τι ακούω πάλι; Ακόμα και το λάθος μου είναι προκαθορισμένο, δηλαδή δικαιολογημένο, δηλαδή βάσιμο - άρα δεν είναι λάθος! Αυτός ο άνθρωπος μου παίρνει το λάθος μου! Στον κόσμο του δεν υπάρχει χώρος για λάθη!

Σκέφτομαι πως εδώ ο Freud είναι πρόδρομος της κυβερνητικής, όπου βέβαια η «διαταραχή» όντως συναπαρτίζει τον συστημικό κύκλο με την έννοια της επανατροφοδότησης. Εδώ ο «ντετερμινισμός» του Freud και η πληροφορική του Wiener παν χέρι με χέρι.

Το λάθος («Fehler») δεν υπάρχει. Ένα παλαιότερο συνώνυμο του «Fehlen» είναι «Brechen» («διαρρηγνύω»). Το ρήγμα του λάθους δεν υπάρχει διότι δεν πρέπει να υπάρχει αφού (Freud) «[...] όταν κανείς [...] διαρρηγνύει τον φυσικό ντετερμινισμό, ακόμα και σ' ένα σημείο, έχει πετάξει στα σκουπίδια όλη την επιστημονική κοσμοθεωρία».

Σ' αυτό το φως ένα ξέχασμα στην καθημερινή ζωή, μια παραδρομή κτλ. πρέπει να γίνει στοιχειό. O Freud πρέπει να κάνει το παν (Faust) για να το αποφύγει.

Τον κοιτάζω. Δεν αφήνομαι πια στην επιχειρηματολογία του - δεν μ' ενδιαφέρει να περισώσω την «επιστημονική κοσμοθεωρία» ή να την πετάξω στα σκουπίδια. Φέρνω στη μνήμη πώς ξεκίνησε η ιστορία μπροστά στο τουριστικό γραφείο. Λάθος επίδοση, είπε. Ανεπάρκεια. Ξεκίνησε μ' αυτήν την κρίση για τις «βλακείες του κόσμου». Κι εγώ έτσι το κατάλαβα. Όμως τώρα, χάρη στον Freud, πρέπει να γίνω προσεκτικότερος.

Να μιλούμε για «λάθος επίδοση» έχει νόημα μόνο εκεί που υπάρχει κριτήριο σωστού και λάθους. Τι θα μπορούσε να είναι ένα τέτοιο κριτήριο; Κάπου το γεγονός ότι στη βιτρίνα έβαλαν τη φράση «Θησαυροί του κόσμου» και όχι «Βλακείες του κόσμου». Θα ήταν λοιπόν λάθος επίδοση κι ανεπάρκεια εκ μέρους μου αν στην ερώτηση «Τι γράφει στη βιτρίνα;» είχα απαντήσει «Βλακείες του κόσμου». Μόνο που η κατάσταση ήταν τελείως άλλη. Κανείς δεν μου έθεσε μια τέτοια ερώτηση!

Και πάλι τα 'χω χαμένα. Αυτή η τελευταία θεώρηση με αναγκάζει να φέρω ακόμα μια φορά εμπρός μου τη σκηνή στο τουριστικό γραφείο, όμως τώρα όχι στη διάσταση σωστού-λάθους, καθώς αυτή εδώ καταδείχθηκε άσχετη.

Πώς έγινε λοιπόν ;Ήταν οι εικόνες από τα ειδυλλιακά τοπία διακοπών. Εγώ ο ίδιος έρχομαι από μια λεγόμενη «χώρα διακοπών». Στιγμιαία σκέφτηκα τα ψέματα που μας γεμίζει η βιομηχανία της διαφήμισης. Και μετά: «Βλακείες του κόσμου / Θησαυροί του κόσμου». Δεν μπορώ να πω ποια λέξη ήρθε εκπεφρασμένα σαν πρώτη. Ήταν περισσότερο όπως σε μερικά όνειρα όπου, π.χ., δυο πρόσωπα εμφανίζονται σε μία μορφή.

Τώρα, καθώς αναγνωρίζω το ονειρικό αυτής της εμπειρίας, διακρίνω κι ένα άλλο στοιχείο της: εκείνη τη στιγμή είχα κατά έναν τρόπο βυθιστεί. Το κέφι με το οποίο διαπίστωσα αυτό που συνέβη έμοιαζε με τη διάθεση του ξυπνήματος μετά από έναν καλό ύπνο. «Το λέμε "κόσμο", μα είναι όνειρο» γράφει ένας Τούρκος ποιητής.

Κυρίες και κύριοι, ενώ ο Freud ασχολείται ακόμα με το να εντάξει τα τελευταία μου λόγια στον «φυσικό ντετερμινισμό» του κι αργά απομακρύνεται για το σπίτι του - άλλωστε το τουριστικό γραφείο είναι δυο βήματα από την Berggasse21-, εγώ στρέφομαι προς τον άλλο μεγάλο της daseins-αναλυτικής μας προϊστορίας22, τον Martin Heidegger.

Ως γνωστόν αυτός δεν μιλάει για «καθημερινή ζωή» αλλά για «καθημερινότητα».

Στη συνηθισμένη χρήση της γλώσσας μια καθημερινότητα είναι, για παράδειγμα, το πρωί να πίνω μια κούπα καφέ, ζεστό το χειμώνα, κρύο το καλοκαίρι, να καπνίζω ένα τσιγάρο και να πηγαίνω στην τουαλέτα.

Αντιθέτως η «καθημερινότητα» του Heidegger είναι, παραθέτω, «ο τρόπος του είναι του Dasein με τον οποίο αυτό είναι κατεξοχήν και κατά το πλείστον». Δεν πρόκειται για τρόπο συμπεριφοράς, π.χ., τις πρωινές μου συνήθειες, αλλά για τρόπο του είναι. Τι θα πει «τρόπος του είναι»;

«Καθημερινότητα»: «ο τρόπος του είναι του Dasein, με τον οποίο αυτό είναι, κατεξοχήν και κατά το πλείστον».

Το προκείμενο βρίσκεται σ' αυτά τα επιρρήματα. Heidegger: «"Κατεξοχήν " σημαίνει: ο τρόπος με τον οποίο το Dasein "αποκαλύπτεται" στη συναλληλία της κοινής γνώμης [...] "Κατά το πλείστον" σημαίνει: ο τρόπος με τον οποίο το Dasein δείχνεται "κατά κανόνα " για τον καθένα [...]».

Η «καθημερινότητα» ονομάζει έναν τρόπο «αποκάλυψης», έναν τρόπο «δειξίματος». «Τρόπος του είναι» θα πει εδώ κάτι σαν «τρόπος εμφάνισης», «τρόπος παρουσίας» του «Dasein».

Πώς εμφανίζεται κάποιος με τον τρόπο της «καθημερινότητας»;

Θα περιοριστώ στη γνωστή μας «συνδράμουσα μέριμνα». Heidegger: «Αυτή η μέριμνα αναλαμβάνει για τον άλλο το μέλημα [...]».

Αναλαμβάνω για κάποιον το μέλημα του θα πει συνάμα του το αφαιρώ, π.χ., ως υπέρ- και υποπροστατευτική μητέρα, ως δεσποτικός και δουλικός πατέρας, ως θεραπευτής κατειλημμένος από «θεραπευτικό ζήλο» και αμέτοχος, ως άνθρωπος «συναισθαντικός» και αναίσθητος.

Αυτή η ποικιλόμορφη ανάληψη και αφαίρεση φέρνει μαζί της κάτι το ανήκουστο: O συνάνθρωπος γίνεται θέμα. Γίνεται «ο άλλος». Προκύπτει η αντιπαράθεση «εγώ» κι «εσύ».

O συνάνθρωπος γίνεται θέμα. Τούτο θα πει, το λέω σιβυλλικά: O αγγελιοφόρος εκλαμβάνεται ως το άγγελμα.

- Είστε ο βασικός κανόνας! μου είπε πρόσφατα σε μια ώρα ανάλυσης ένας ψυχίατρος.

Άλλο παράδειγμα από το διάλογο μ' έναν άντρα. Εγώ:

-Αν σας πω ότι στον τοίχο κρέμεται ένας πίνακας [στην πραγματικότητα είναι ένα απλό ρολόι], θα τείνατε όντως να δείτε εκεί έναν πίνακα;

Αυτός, σχεδόν σε διέγερση:

- Ναι, θα προσπαθούσα να δω το ρολόι κάπου σαν έργο τέχνης ή θα 'λεγα πως εκεί αντί για ρολόι θα 'πρεπε να 'ναι ένας πίνακας, ναι, βασικά θα 'βλεπα το ρολόι σχεδόν σαν πίνακα!

Με παρόμοιο τρόπο μητέρες και πατέρες και θεραπευτές και γνωστοί και καθόλου σπάνια όλοι εμείς φεύγουμε από τα πράγματα και στρεφόμαστε στους λέγοντες και πράττοντες.

Η «συνδρομή» του ενός προς τον άλλο είναι πάντα και επιδρομή του ενός στον άλλο, π.χ., με τη μορφή της κατηγορίας και της ενοχής, της εξάρτησης και της φυγής, της προσμονής και της απογοήτευσης, της κυριαρχίας και της δουλείας. O κόσμος συρρικνώνεται στον σκιώδη συμφυρμό από ένα «εγώ» κι ένα «εσύ». Προκύπτει το ατελείωτο πέρα δώθε ανάμεσα στις ψυχολογικές παραστάσεις «ταυτότητα» και «σχέση» που τίθενται και λογαριάζονται σαν πραγματικότητες.

Η δυνατότητα της «συνδράμουσας μέριμνας» είναι κάτι το αδύνατο. Καθόσον η συναλληλία είναι συναλληλία στα πράγματα, π.χ., στο ρολόι στον τοίχο του ιατρείου μου, καθόσον σ' αυτήν την πρόταση προσιδιάζει το κύρος ενός μέτρου, η «συνδράμουσα μέριμνα» είναι υπέρβαση του μέτρου και ύβρη.

Ο φερέφωνος άντρας που τείνει να δει στον τοίχο του ιατρείου μου έναν πίνακα, που αμέτρητες φορές πριν οικειοποιήθηκε τα λόγια της μητέρας του κι αμέτρητα ρολόγια τα αναγόρευσε σε πίνακες διέπραξε σχεδόν ανυποψίαστος -έτσι γίνεται πάντα- ύβρη. Η απορημένη διέγερτικότητα της απάντησης του είναι ενδεχομένως ένα σημάδι πως το άμετρο της το προσεγγίζει καθαυτό.

Αυτή η θεώρηση μοιάζει να είναι στραμμένη προς έναν ορίζοντα για τον οποίο κάθε παθολογικοποίηση και κάθε ψυχολογικοποίηση είναι ξένες. Δίνεται προσοχή στα μέτρα των πραγμάτων. Διότι ακόμα και στην ύβρη κανείς είναι στα πράγματα, σε ρολόγια και πίνακες. Είναι, εκπεφρασμένα, στον κόσμο.

Κυρίες και κύριοι, επιτρέψτε μου εδώ μια σύντομη παρέκβαση: Εάν αληθεύει πως η φαινομενολογία εξ ορισμού δεν ανέχεται καμιά παθολογικοποίηση και καμιά ψυχολογικοποίηση, αυτή τουλάχιστον είναι η πεποίθηση μου, καθώς ούτε το παθολογικό ούτε το ψυχικό είναι φαινόμενα με την έννοια του Heidegger -αφού δεν δείχνονται αφεαυτών-, και αν αυτό εκληφθεί στα σοβαρά, τότε σήμερα η αποστολή μας δεν έχει τη στέγη της ούτε στην ιατρική ούτε στην ψυχολογία.

Κι όμως είμαι μέλος ενός ιατρικού συλλόγου και μου έρχονται εκείνοι οι άνθρωποι που καταλαβαίνουν τον εαυτό τους λιγότερο ή περισσότερο ως ασθενή και καμιά φορά τα ταμεία αναλαμβάνουν μέρος των εξόδων.

Για τις απαιτήσεις αυτών των συναντήσεων χρειάστηκε να μάθω να ξεχνώ πως είμαι γιατρός, κι ακόμα και θεραπευτής, και πρέπει να ενθαρρύνω αυτούς που έρχονται σ' εμένα να ξεχάσουν απ' τη μεριά τους πως έρχονται ως ασθενείς. Ήδη η προειδοποίηση του Freud για τον «θεραπευτικό ζήλο» μου φαίνεται πως δείχνει άρρητα προς αυτήν την κατεύθυνση.

Μόνο που απλά με το ξέχασμα δεν τελειώνει το πράγμα. Εννοώ πως η υπόθεση μας είναι στην ιατρική και στην ψυχολογία εκτός τόπου - και δεν έχω ιδέα ποιος πραγματικά θα 'ταν ο τόπος της. Ίσως μου λείπει το θάρρος για περαιτέρω σκέψεις - για περαιτέρω αποφάσεις. Ίσως δεν υπάρχει τέτοιος τόπος και μιλώ για μια ου-τοπία. Δεν ξέρω.

Διακόπτω λοιπόν την παρέκβαση μου άπρακτος κι έρχομαι στην τρίτη και πιο αγαπητή κολόνα της προϊστορίας μου. Κρατάει ακόμα, ακολουθεί ένας στίχος από την «Έρημη Χώρα» του T. S. Eliot, η τελευταία κολόνα μου κρατάει ακόμα: «an inexplicable splendour of Ionian white and gold» (μια ανεξήγητη λάμψη από ιωνικό λευκό και χρυσό). Μιλώ, στο μεταξύ, θα το μαντέψατε βέβαια, για τον Ηράκλειτο και για τον καιρό του.

Βασικά εξόκειλα στους αρχαίους ήδη όταν ερμήνευσα την «καθημερινότητα» του Heidegger και τα πράγματα που μας απασχολούν στο φως του άμετρου, της ύβρεως. Αυτό δεν είναι πια Heidegger, τουλάχιστον όχι έκδηλα. Οπωσδήποτε λέξεις όπως «Gewalt-tätigkeit» («βιαιο-πραγία») του Dasein στο Εισαγωγή στη Μεταφυσική, «Un-fug» («το αν-άρμοστο») στο Η ρήση του Αναξίμανδρου, «Gefahr» («κίνδυνος») σε πολλά κείμενα, δείχνουν με άλλοτε άλλο τρόπο και προς αυτήν την προοπτική. Σήμερα δεν μπορώ εδώ να επεκταθώ περισσότερο.

Είχα αρχικά κατά νου να συζητήσω το ἦθος, μια άξια ερωτήματος23 αρχαιοελληνική ανταπόκριση στην «καθημερινότητα». Σημείο εκκίνησης θα ήταν οι αναπτύξεις του Heidegger σ' ένα απόσπασμα του Ηράκλειτου που μεταφράζει με τις λέξεις:

[ἦθος:] Η (οικεία [καθημερινή]) διαμονή είναι στον άνθρωπο το ανοιχτό για την παρ-ουσίαση του θεού (του αν-οίκειου).

Όμως μου φαίνεται πως αρμόζει περισσότερο, καθώς σήμερα είμαι φιλοξενούμενος της γερμανικής γλώσσας, να φανώ φίλος του σπιτιού και να παραμείνω στη γερμανική λέξη «Alltag»24, όμως τώρα -και πάλι μια έκφραση του Heidegger- στην ηχώ των αρχαίων. Θα ήταν το δώρο του ξένου προς τιμήν του φιλόξενου. Τότε ο τίτλος της ομιλίας μου θα ήταν: «Καθημερινή ζωή». «Καθημερινότητα». Alltag.

Η καθημερινότητα (Alltag) μιλάει για την ημέρα (Tag). Σημειωτέον ότι στην ίδια τη λέξη δεν γίνεται λόγος για τον άνθρωπο - ούτε για τον τρόπο της συμπεριφοράς ούτε για τον τρόπο του είναι του. Φυσικά στην ημέρα ανήκει ο άνθρωπος, ψυχή τε και σώματι. Ήδη ο Heidegger εφιστά την προσοχή στο ότι διαθέσεις και καιροί ονομάζονται με τα ίδια ονόματα. Το μικρό του κείμενο Από την εμπειρία της νόησης μαρτυρεί καθαυτό την προκείμενη ταυτότητα.

Τούτο διόλου δεν σημαίνει πως η μέρα θα 'πρεπε να εννοηθεί με τον άνθρωπο για σημείο αναφοράς. Οπωσδήποτε αυτός δεν είναι ο τρόπος των αρχαίων. Όμως και το δειλινό του Trakl, ο Απρίλης του Eliot, τα τελευταία ποιήματα του Hölderlin, σ' αυτόν τον τρόπο είναι γραμμένα.

Η καθημερινότητα (Alltag, κατά λέξη «πανθ-ημέρα») μιλάει για την ημέρα (Tag). Η παλαιότερη μορφή είναι «alletag» («όλες οι μέρες»). Όμως η ονομαστική δύναμη της λέξης δεν εξαντλείται στο ότι η λέξη «alle» σημαίνει απλά το άθροισμα όλων των ημερών. Όπως, π.χ., στο «Allmacht» («παντο-δυναμία»), το «all-» μπορεί ν' ακουστεί και επιρρηματικά. Θα ήταν μια λέξη για τον υπερθετικό. Προς αυτήν την κατεύθυνση άλλωστε δείχνει και το μέσο και παλαιό υψηλό γερμανικό «al» - με ένα «l». Θα πει «μεγαλωμένος» - και με την εδώ επίσης σχετική σημασία του «δύσμορφος».

Διότι τώρα «Alltag» θα σήμαινε: το (ακολουθεί μια λέξη του Hölderlin) μοναρχικό κράτος της μέρας.

Οι άνθρωποι, καθόσον αντιλαμβάνονται τα λόγια και τα έργα τους μόνο μέσα από την ημέρα, στα αρχαία «ήμαρ», καλούνται οι «εφήμεροι».

Και πώς κρατεί η ημέρα; Στην τραγωδία του Σοφοκλή Αίας λέει [131]: «ώς ημέρα κλίνει τε κ άνάγει πάλιν / άπαντα τ' άνθρώπεια (η μέρα καταβιβάζει κι ανορθώνει πάλι / όλα τ' ανθρώπινα).

Το πώς αυτή η φράση θα μπορούσε ν' ακουστεί όχι μεταφορικά, όχι συμβολικά, γενικά όχι ανθρωπολογικά αλλά με ελληνικά αυτιά, το δείχνει ο ακόλουθος διάλογος από μια ώρα ανάλυσης.

Πρόσφατα μια γυναίκα μου είπε:

- Αν ήταν μεταξύ μας πάντα όπως σήμερα, τότε θα είχα εμπιστοσύνη, τότε θα μπορούσα να μιλάω ελεύθερα...

Εγώ:

- Είναι σαν να μου λέγατε: θα μπορούσα να χαρώ σήμερα τον ήλιο αν είχε ήλιο πάντα.

Η γυναίκα μίλησε στην απλοϊκή ψυχολογική γλώσσα: «μεταξύ μας», «εμπιστοσύνη». Αναφέρθηκε στη σχέση μας, στα συναισθήματα της, στις προσδοκίες και στις απογοητεύσεις της.

Το δικό μου «Είναι σαν...» φέρνει τα λόγια της σ' ένα άλλο φως. Φέρνει την ίδια τη γυναίκα επάνω στη γη και κάτω από τον ήλιο. Την αφήνει -να το πάλι- να βλέπει το φως του ήλιου. Την αφήνει να είναι στον κόσμο.

Δεν είναι μόνο το ψυχολογικό που ορίζει τα λόγια της γυναίκας. Όταν, μεταφρασμένο σ' αυτό το άλλο φως -στο φως της ημέρας-, λέει «Θέλω να χει πάντα ήλιο», τότε αναφέρεται στην ημέρα μέσα απ' αυτό το «εγώ». Τα λόγια της καθορίζονται από το ανθρωπολογικό.

Γιατί αυτό είναι εδώ παράταιρο; Διότι στους αρχαίους ο άνθρωπος δεν είναι θέμα. O άνθρωπος δεν έχει κανένα δικό του νοείν (Παρμενίδης) και κανέναν δικό του λόγον (Ηράκλειτος). Αφ' εαυτού είναι σκιάς όναρ, σκιάς όνειρο (Πίνδαρος).

Τα λόγια της γυναίκας, που μεταφρασμένα στο μη-ψυχολογικό ήταν «Θέλω να 'χει πάντα ήλιο», πρέπει λοιπόν να μεταφραστούν μια φορά ακόμα στο μη-ανθρωπολογικό. Τότε η φράση «Θέλω να 'χει πάντα ήλιο» θα 'λέγε κάπου: «O ήλιος θέλει να κρατεί πάντα».

Αυτό δεν της το 'πα. O ήλιος θέλει να κρατεί πάντα. Για έναν φροϋδικό είναι «προβολή». Όμως το «θέλω» δεν αναφέρεται αναγκαστικά στο «εγώ», π.χ., σε φράσεις του είδους «Το κινητό θέλει τον Γερμανό του».

Η φράση «Ο ήλιος θέλει να κρατεί πάντα» θα πει ακόμα και «δεν θέλει να συννεφιάσει, δεν θέλει να σκοτεινιάσει, δεν θέλει να βραδιάσει, δεν θέλει να νυχτώσει». Ή ότι η μέρα θέλει να γίνει εφήμερη, ν' αρχίζει και να τελειώνει στην ημέρα. Είναι αυτή η θέληση της μέρας για «εφ-ημερία» που μίλησε με το στόμα της γυναίκας.

Η απάντηση μου ήταν:

-Είναι σαν να μου λέγατε: θα μπορούσα να χαρώ σήμερα τον ήλιο αν είχε ήλιο πάντα.

Στα λόγια μου ηχεί κάτι ακόμα: Η προειδοποίηση πως κυνηγά κάτι αδύνατο, πως το «εφ-ήμερο» είναι αδύνατο, πως τα ανεπιθύμητα σύννεφα, οι ομίχλες, οι κακοκαιρίες, οι νύχτες θα εκδικηθούν. Φυσικά είχα κατά νου τα λόγια του Ηράκλειτου: «"Ήλιος γάρ ούχ ύπερβήσεται μέτρα· ει δε μή, 'Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι έξευρήσουσιν» (ο ήλιος δεν θα υπερβεί τα μέτρα. Ειδάλλως οι Ερινύες, οι επίκουροι της δίκης, θα τον ανεύρουν).

Που θα πει ακόμα πως ο ήλιος όντως κοιτάει να υπερβεί τα μέτρα και πως πρώτα στην έριδα, στη φίλια κι ανελέητη έριδα με το σκοτάδι, αρμόζεται στα μέτρα και το «εφ-ήμερο» αρκείται με το «ημερήσιο».

Η απάντηση μου ξένισε τη γυναίκα:

- Μα αυτά είναι καιρικά φαινόμενα. Δεν έχουν καμιά σχέση.

Δεν είπα τίποτα. Όπως οι λίγες, έτσι κι οι πολλές εξηγήσεις δεν είναι πάντα το καλύτερο. Το άφησα να μείνει στον αέρα της συνάντησης μας. Κάλλιστα μπορεί να μείνει ανεμοσκόρπισμα.

Εφήμεροι... Παγιδευμένοι μεταξύ ανατολής και δύσης, πάραδομένοι στου κύκλου τα γυρίσματα, ανορθώνονται και πέφτουν οι ίδιοι κάθε στιγμή και σε κάθε περίσταση και πάντα εκ νέου!

Ένας μουζικάντης από την Κρήτη το λέει σ' ένα τραγούδι: «Ό,τι κι α φέρει η ανατολή, η δύση θα το πάρει». Θ' ακούσουμε το στίχο να άδεται στη δική του γλώσσα.