video της εκδηλωσης
Στην γλωσσα του Freud ενοχη, Schuld, θα πει χρεος, οφειλη. Ειμαι ενοχος θα πει οφειλω, ειμαι χρεωμενος. Υπαρχει ελευθερο και ανελευθερο χρεος. Οφειλω π.χ. να ετοιμασω μια ομιλια για την σημερινη μας συναντηση. Οφειλω να συνομιλησω με την ενοχη. Αυτο ειναι το θεμα μου. Μπορει να πετυχει, και τουτο θα με κανει πιο πλουσιο, πιο ησυχο στον τροπο που συναντω την ενοχη, τοσο στην καθημερινοτητα μου οσο και στις ωρες της ψυχοθεραπειας. Η συνομιλια με την ενοχη μπορει και να αποτυχει. Ομως και αυτο μπορει να με κανει πιο πλουσιο. Μπορει να με συμφιλιωσει με το φευγαλεο και την παροδικοτητα μου, με το τυχαιο του χρονου που, καταπως λεει ο Πινδαρος, αλλα τα δινει, και αλλα οχι ακομα. Αυτο θα ηταν παραδειγμα μιας ελευθερης ενοχης.
Στην ανελευθερη ενοχη η προετοιμασια της σημερινης ομλιας θα εμοιαζε με προετοιμασια για εξετασεις, αν οχι για το εκτελεστικο αποσπασμα. Εσεις θα εισασταν οι κριτες μου. Και η καταδικαστικη σας κριση θα κρεμονταν πανω απο το τρεμαμενο κεφαλι μου σαν δαμοκλειος σπαθη. Και γιατι η οφειλη της σημερινης ομιλιας θα ηταν ανελευθερη; Γιατι τωρα δεν θα με ανοιγε, αλλα θα με συρρικνωνε. Η ανελευθερη οφειλη θα με συρρικνωνε γιατι θα σας εκχωρουσα μια υποθεση δικη μου, εν προκειμενω την συνομιλια μου με την ενοχη. Η αρχη και το τελος θα εναποκεινταν στην δικη σας κριση, στην βαθμολογια σας. Εγω θα ειχα χαθει στην δικη σας εικονα για μενα. Θα εβλεπα την εικονα μου στον καθρεφτη των δικων σας ματιων. Ο εαυτος μου θα ηταν σαν πολη κατακτημενη απο εσας, που θα ησασταν δυναμεις κατοχης. Αυτην την παρομοιωση χρησιμοποιει ο Freud οταν κανει λογο για το Υπερεγω. Το λαθος του εγκειται στο οτι το συλλαμβανει ως ενδοψυχικη διασταση. Ομως τωρα που γραφω ειστε εδω, οχι μεσα μου αλλα απεναντι μου, και με κρινετε. Ο Freud δεν μπορει να το παρακολουθησει γιατι δεν γνωριζει μια παρουσια που δεν ειναι αισθητηριακα αντιληπτη στο τωρα, δεν γνωριζει π.χ. την δικη σας νοερη παρουσια τωρα που γραφω. Το νοερο μπορει να το παραστησει μονο ως κατι μεσα μου, ως ψυχικο μορφωμα.
Ομως ας επιστρεψουμε σ' εμενα που σας μιλω, που δινω εξετασεις εμπρος σας, και σ' εσας, τους κριτες μου, που με ακουτε. Το ενδιαφερον ειναι οτι με το τελος της ομιλιας, ακομα κι αν μου εχετε δωσει καλο βαθμο, στα ματια μου τιποτα δεν θα εχει αλλαξει. Μπορει ακομα και να πω οτι σας ξεγελασα, και δεν αντιληφθηκατε την ανεπαρκεια μου. Οπωσδηποτε θα συνεχισω να βλεπω τους ανθρωπους ως κριτες, κι εμενα στο καναβατσο. Προκειται για ενα κλιμα, το κλιμα του τοπου μου, που εχει απο πριν σημαδεψει τροπους αντιληψης και αντιδρασης, τροπους που δεν αλλαζουν απο ενα, δυο, η περισσοτερα περιστατικα. Εδω δεν μαθαινω απο την εμπειρια, π.χ. απο το οτι καποιοι ανθρωποι στεκουν απεναντι μου ως κριτες, ομως αλλοι οχι. Και ακομη, ο απολογητικος, ισως και ικετευτικος, ισως και τσαμπουκαλιδικος τονος μου θα παρασυρει τον Αλλο σε μια θεση κριτη που δεν θα την ειχε οπωσδηποτε απο μονος του. Ειμαι λαθος, ειμαι ανεπαρκης, ειμαι αναξιος εκ των προτερων. Γι' αυτο και η ψυχαναλυση, σε μια τετοια περιπτωση, δεν αναλωνεται σε ασκοπες συμβουλες και σε μια υποστηριξη και ενθαρρυνση που παραμυθιαζει, αλλα προσβλεπει σε ο,τι συνιστουσαν οι παλιοι γιατροι - προσβλεπει σε μια αλλαγη κλιματος. Μονο που αυτη συνηθως δεν γινεται με το να πας "σ' αλλη γη σ' αλλη θαλασσα" διοτι "η πολις θα σε ακολουθει".
Και μια και μιλαμε για ψυχαναλυση, θα επισημανω μια ενοχη, ενα χρεος, μια οφειλη που συχνα επωμιζεται ο θεραπευτης, αυτο που ο Freud αποκαλει "θεραπευτικος ζηλος". Ο θεραπευτικος ζηλος, οσο καλος και να φαινεται εκ πρωτης οψεως, ανηκει στην ανελευθερη ενοχη διοτι οδηγει τον θεραπευτη να αναλαβει την υποθεση του πελατη του, π.χ. οταν θεωρει πως γνωριζει ποιος ειναι και ποιο ειναι το καλο του, οταν τον συμβουλευει, τον καθοδηγει προς τα εκει κλπ.
Ομως συχνα ο θεραπευτικος ζηλος αφορα και την σχεση ενος ανθρωπου με τον ιδιο τον εαυτο του. Γινεται αυτοθεραπευτικος ζηλος. Ηδη αυτη τουτη η εμφανιση της ψυχολογιας γεννα και την αξιωση να παρει κανεις την τυχη του εαυτου του στα χερια του. Ποσες φορες, οταν χαλασει μια σχεση μου, οταν βγουν τα παιδια μου στραβα, οταν αποτυχω στην επαγγελματικη μου ζωη, ακομα και οταν αρρωστησω απο καποια λεγομενη "ψυχοσωματικη" ασθενεια, ακομα και οταν με βρει ο καρκινος, ποσες φορες δεν θα πω: "Τι κανω λαθος; λαθος; Τι εκανα λαθος;" Ο σημερινος ανθρωπος ειναι μανατζερ του εαυτου του. Διαχειριζεται την ζωη του συμφωνα με το συνθημα του Barack Obama στην πρωτη του προεκλογικη εκστρατεια: Yes, we can! Το "Μπορω!" ειναι ο αμειλικτος πηχυς για την λυση καθε προβληματος. Αν δεν περασεις απο επανω του και τον ριξεις, θα εισαι ο μονος υπευθυνος. Η σημερινη ενοχη δεν αφορα πρωτιστως τον Αλλο, αλλα τον εαυτο μου. Ετσι ο χρονος μου αναλωνεται στην βελτιωση και στην συντηρηση της φυσικης και της ψυχικης μου καταστασης, στην προληψη και την θεραπεια, στα γυμναστηρια, σε συμβουλους σχεσεων και γαμου και παιδιων, σε διατροφολογους, στην αποθεωση της ιατρικης.
Μιλησα προηγουμενως για κλιμα. Αν ενας κλιματικος παραγοντας του τοπου μου ειναι το "Μπορω", τοτε αυτονοητα ο Αλλος ειναι ενας που επισης "μπορει". Περιμενω απο τον Αλλο να "μπορει". Η λεξη που εκφραζει την σημερινη κατηγορια δεν ειναι "εσφαλες" αλλα "απετυχες". Υπαρχει αραγε μητερα που να διαβασε Winnicott και να μην σκεφτηκε με δεος αν ειναι good enough mother;
Ετσι σημερα κανεις οφειλει πρωτιστως στον εαυτο του. Και μια σχεση εχει περισσοτερο τον χαρακτηρα κοινοπραξιας. Teamwork. Ο Sartre δινει ως παραδειγμα του Συνειναι την κωπηλασια. Οπωσδηποτε αυτο δεν ειναι Heidegger. Ομως το παραδειγμα του Sartre ειναι μια εικονα της σημερινης διαπροσωπικης σχεσης: Η βαρκα πηγαινει καλα οταν ο καθενας κανει την δουλεια του με επιτυχια. Ειναι ενδιαφερον οτι εδω κανενας δεν μπορει να αναλαβει την υποθεση του Αλλου. Δεν μπορω συγχρονως να κανω κουπι και γι' αυτον. Δεν μπορω να τον βοηθησω και δεν μπορει να με βοηθησει. Ο καθενας εχει να βοηθησει τον εαυτο του. Και, χαριν της επιδοσης, να λεηλατησει τον εαυτο του, να τον ξεθεωσει. Τα κατοχικα στρατευματα, για να θυμηθουμε την παρομοιωση του Freud, δεν τα στελνει πλεον ο Αλλος. Ειμαι εγω ο ιδιος που εχω καταλαβει τον εαυτο μου, τον αφαιμασσω, τον εξουθενωνω. Ειμαι good enough γιος, μαθητης, εργαζομενος, εραστης, συζυγος, πατερας; "Μπορεις κι αλλο!". Μεχρι τελικης πτωσεως. Η σημερινη καταθλιψη, στην εποχη του "Yes, we can", εχει την μορφη της εξαντλησης, του "δεν μπορω να μπορω".
Ομως πολιτισμικα ζουμε, λιγοτερο η περισσοτερο εμφατικα, σε διαφορες εποχες, π.χ. και σ' εκεινη του Freud, που ηταν μια κοινωνια της πειθαρχιας και της απαγορευσης. Εδω παιζει η Ηθικη, και η Ηθικη μιλα για το πως πρεπει να ζω, και το Πρεπει εκπορευεται απο μια ανωτερη αρχη, π.χ. απο τους γονεις, το σχολειο, την εκκλησια. Ο λογος τους ειναι νομος. Καλουμαι να ειμαι "καλο παιδι", και καθε σημαδι που μου δειχνει οτι ειμαι και κακο παιδι συνοδευεται απο ενοχη. Μια πραξη μου ειναι δικαιολογημενη οταν συμφωνει με τους νομους της κοινωνικης και της οικογενειακης Ηθικης. Οταν δεν εχει εναν τετοιο "αποχρωντα λογο" ειμαι καταδικαστεος, απο τους αλλους και απο τον εαυτο μου. Ειμαι "κακος", και τουτο δεν ξεπλενεται με τιποτα. Η αρχη του αποχρωντος λογου, η αρχη του αιτιου με οριζει ως υπ-αιτιο, οριζει οτι ειμαι η αιτια, οτι απο εμενα εξαρταται αν θα απογοητευσω, η θα στεναχωρησω τους γονεις μου, ακομα ακομα και αν θα τους "πεθανω", απο εμενα εξαρταται αν μια σχεση παει καλα η οχι, αν τα παιδια μου βγουνε "σωστα", "τι θα πει ο κοσμος" κλπ. Στο πολιτισμικο πλαισιο των σχεσων εξουσιας πρεπει να εννοηθουν φαινομενα οπως αυτο της προδοσιας, της συγχωρεσης, της εκδικησης.
Απο αυτην την αποψη οι σχεσεις εξουσιας ειναι παντα και σχεσεις ενοχης, οφειλης, υποχρεωσης. Στον μικροκοσμο της οικογενειας συνηθως υποκρυπτονται κατω απο ο,τι ονομαζουν "αγαπη". Τοτε μιλαμε και για μια "δεμενη" οικογενεια. Οι δεσμοι ειναι δεσμα γιατι ο καθενας εχει εκχωρησει υποθεσεις του, δηλαδη την ελευθερια του, στον αλλο και εχει αντιστοιχα ιδιοποιηθει υποθεσεις, δηλαδη την ελευθερια του αλλου. Ειναι ολοι τους συρρικνωμενοι καθως ο καθενας τρεφεται απο προσδοκιες για τον Αλλο, η εκπληρωση των οποιων θα τους ολοκληρωνε, υποχρεωσεις προς τον Αλλο, η ανταποκριση στις οποιες θα τους ολοκληρωνε. Ειναι συρρικνωμενοι οπως ο δανειστης και ο χρεωμενος, καθως ο δανειστης εχει δωσει ενα μερος των χρηματων του και ο χρεωμενος πρεπει να αποδιδει ενα μερος των χρηματων του, με αποτελεσμα ολοι να ζουν περιορισμενα ως προς τις οικονομικες τους δυνατοτητες - στον οποιο περιορισμο ανηκει και η τοκογλυφια, με στενοτερη και ευρυτερη εννοια.
Καποιες φορες η ελευθερια απο χρεος και οφειλη, η λυτρωση απο την ενοχη τρομαζει. Η ενοχη, το δεσιμο με τον Αλλο μεσα απο το "σου οφειλω" / "μου οφειλεις" ειναι ενα κουτουκι, ενας μικροκοσμος οπου βολευεσαι, εστω και μιζερα, οπου ο κοσμος αρχιζει και τελειωνει στο καμαρακι του.
Οταν μιλω για "λυτρωση απο την ενοχη" δεν εννοω τους λεγομενους "ασυνειδητους", αυτους που παλιοτερα στην ψυχοπαθολογια χαρακτηριζονταν ως "ψυχοπαθητικοι" γιατι, οπως λεγονταν, τους ελειπε το Υπερεγω. Αυτοι οι ανθρωποι, στους οποιους συγκαταλεγονται πολλοι παραβατικοι του ποινικου δικαιου οσο και πολλοι ανθρωποι της πασης φυσεως εξουσιας, οφειλουν, οχι την ελευθερια αλλα το αχαλινωτο τους στο οτι ειναι τοσο κλεισμενοι στον εαυτο τους που ο Αλλος ειναι απλα επικουρικο η οχληρο αντικειμενο. Εδω θα επρεπε να μνημονευσουμε και τους επιλεκτικα ψυχοπαθητικους, που γινονται ετσι οταν διαβουν π.χ. το κατωφλι του σπιτιου τους. Καθως ο Αλλος ως Αλλος λειπει απο το οπτικο τους πεδιο, λειπει και καθε αναφορα σ' αυτον, π.χ. η ενοχη. Για την δυνατοτητα μιας αληθινης ελευθεριας απο χρεος και οφειλη, μιας λυτρωσης απο την ενοχη που ανοιγει στον κοσμο, θα μιλησω αργοτερα.
Καποτε η ενοχη ξεπερνα το κρισιμο σημειο. Η επαπειλουμενη καταστροφη ειναι εδω. Εχει συμβει το μοιραιο που δεν ειναι πια αναστρεψιμο. Τοτε ερχονται οι τυψεις. Αγρια. Ο ερχομος τους, γραφει ο Μανωλης Αναγνωστακης, συμβαινει με "τὴν ὁρμὴ μιᾶς μπόρας ποὺ πέφτει". Εκανα λαθος. Εκανα κακο. Εκανα εγκλημα. Η φραση λεγεται και σε τυπτει, σε χτυπα κατακουτελα. Υπαρχει μια αγωνια, μια απογνωση, βασανο, και ολα αυτα στα ορια της παραφροσυνης. Συνεβη π.χ. σε εναν ελβετο τραπεζιτη στα 50 του, γιατι σε κατι εξετασεις στο σχολειο ειχε κλεψει. Και σε μια γυναικα απο ενα ελληνικο νησι, που μικρη ειχε θαψει κατι γατακια ζωντανα. Τι ειναι το βασανιστικο εδω; Το οριστικο και το ανεπιστρεπτο. Οτι ο χρονος δεν γυριζει πισω. Το πεσιμο επανω στον τοιχο του οχι πια. Στις τυψεις τυπτει ο χρονος. Καλυτερα, ο χρονος τυπτει εκει που ζητας να τον γυρισεις πισω, και που φυσικα σου το αρνειται. Το Οχι του σε χτυπα ανελεητα. Υπαρχει και η δυνατοτητα της επαναστασης εναντια στον χρονο. Η εφορμηση εναντιον του που αποζητα την αποκατασταση. Για το θυμα ειναι η εκδικηση που ζητα να παρει το αιμα της πισω. Για τον δραστη η νοσταλγια μιας τιμωριας που θα ισοφαρισει αυτο που εκανε. Και τα δυο τρεφονται απο την προσδοκια οτι ετσι θα λυτρωθει κανεις απο το στιγμα του παρελθοντος, οτι η ανοιχτη πληγη επιτελους θα κλεισει. Ομως αυτο δεν γινεται. Η τυψη, που στα γερμανικα σημαινει κυριολεκτικα "δαγκωμα της συνειδησης", ειναι, γραφει ο Nietzsche, "οπως το δαγκωμα του σκυλου σε μια πετρα, μια κουταμαρα." Μια, λεω εγω, τραγικη κουταμαρα.
Στην ενοχη κανεις εχει ανοιχτους λογαριασμους. Καποτε μιλαμε και για ανοιχτες πληγες. Τουτο γιατι, οπως ηδη ανεφερα, δεν προκειται για ενα μεμονωμενο περιστατικο αλλα για το κλιμα του τοπου τον οποιο ο ενοχικος κατοικει. Οπου βρεχει συνεχεια, η μια φορα που θα βγει κανεις με ομπρελα δεν τον απαλλασσει απο την βροχη της επομενης μερας. Εκεινος που την μια ωρα θα παραστησει το "καλο παιδι" εχει να το επιβεβαιωσει και την επομενη ωρα. Αν σας βλεπω ως κριτες, η ως εκτελεστικο αποσπασμα σημερα, αυτο θα επαναλαμβανεται οσο ζω. Αν σημερα λεηλατω τον εαυτο μου στον στιβο του "μπορω", αυτο, και μαζι βεβαια η αμυνα εναντια στον εφιαλτη της αποτυχιας, θα με κεντριζει ισοβια.
Ας δουμε τωρα την αιμορραγια της ενοχης προσεκτικοτερα. Μιλησα για την ανελευθερη ενοχη στην εποχη της κοινωνιας της πειθαρχιας και της απαγορευσης, στην οποια ανηκει και ο Freud, το συνθημα της οποιας ειναι το Πρεπει. Ο τοπος της ειναι το δικαστηριο. Για την σημερινη εποχη, εποχη της επιδοσης, το συνθημα ειναι το Μπορω. Ο τοπος της ειναι ο στιβος. Η καιρια λεξη για την πρωτη περιπτωση ειναι η συγκρουση και η εκβαση της, για την δευτερη περιπτωση ο ανταγωνισμος και η επιδοση. Η αφαιμαξη ειναι το κοινο τους στοιχειο. Το Πρεπει με αφαιμασσει επιζητωντας να με εξαλειψει ολοτελα, να με κανει χαλι και να περνα απο πανω μου ανεμποδιστα. Το Μπορω με αφαιμασσει διοτι ανηκει στην λογικη της επιδοσης να ξεπερνα τον εαυτο της συνεχεια.
Και γιατι η επιταγη του Πρεπει και του Μπορω δεν εχει τελειωμο; Δεν ησυχαζει ποτε; Γιατι ειμαι σαν την θαλασσα, και την θαλασσα, λεει ενας αρχαιος και ενας νεοτερος, ποιος θα μπορεσει να την εξαντλησει; Αν εξαντλουνταν, αν μπορουσα να γινω ολος ενα Πρεπει, να γινω ολος ενα Μπορω, δεν θα υπηρχε πια χρεος και ενοχη. Η ενοχη, η τυψη, η καταθλιψη ειναι το ιχνος του ανεξαντλητου, αυτου που δεν βολευεται ουτε στο Πρεπει ουτε στο Μπορω. Και με μια εικονα του Γιωργου Σεφερη: "Θεοι! πως αγωνιζεται η ζωη για να περασει, θα 'λεγες φουσκωμενο ποταμι απο την τρυπα βελονας." Ακουσα σε μια εποπτεια για μια γυναικα που ειχε περασει τη ζωη της φροντιζοντας του αλλους. Καποια μερα στο τραπεζι χυθηκε η κοκα-κολα. Η γυναικα, για πρωτη φορα, δεν κουνηθηκε απ' την θεση της. Οι γιατροι διεγνωσαν καταθλιψη.
Μιλησα προηγουμενως για κλιμα. Το Πρεπει και το Μπορω ειναι τοποι κατοικησης, δικαστηριο και αθλητικος στιβος, ο καθενας με τον δικο του πνιγηρο αερα που τρεφει την δικη του καθε φορα χαρακτηριστικη ενοχη. Μιλησα ακομα για τους παλιους γιατρους που συνιστουσαν αλλαγη κλιματος. Μια τετοια αλλαγη, η δυνατοτητα μιας τετοιας αλλαγης προσφερεται με την ψυχαναλυση. Στην ψυχαναλυση, με τον βασικο κανονα του λεγομενου "ελευθερου συνειρμου" για τον αναλυομενο και με την λεγομενη "ελευθερα μετεωρη προσοχη" του αναλυτη ειναι εγγεγραμμενη η δυνατοτητα μιας ελευθεριας, εκεινης, εμπρος στην οποια, οπως ειπα προηγουμενως, ο ενοχικος τρομαζει και λουφαζει στο καμαρακι των ενοχικων του δεσμων, στηνει διοδια στην τρυπα της βελονας απ' οπου παλευει να διοχετευσει το φουσκωμενο ποταμι της ζωης. Διοτι στο κλιμα της ψυχαναλυσης τα Πρεπει και τα Μπορω αντιμετωπιζονται με εκεινη την belle indifference, οχι τωρα ως συμπτωμα της υστεριας αλλα ως η καλωσυνατη, η δεκτικη αδιαφορια που δεν αναγνωριζει στα Πρεπει και στα Μπορω κανενα κυρος, καμια προτεταιοτητα, που τα δεχεται σαν ενα κυμα κι αυτα εκεινης της ανεξαντλητης θαλασσας. Στον βαθμο που με τον χρονο ο αναλυομενος μετατοπιστει, μετακομισει στον τοπο αυτου του κλιματος και αφησει πισω τον τοπο του δικαστηριου (Πρεπει) και τον τοπο του στιβου και της επιδοσης (Μπορω), στον ιδιο βαθμο θα μεινουν πισω η ενοχη, οι τυψεις, η καταθλιψη.
Ομως εδω που βρισκομαστε τωρα, στο βουνο, κατω απο τον ανοιχτο ουρανο και τον ισκιο των δεντρων, ταιριαζει περισσοτερο να σας μιλησω γι' αυτην την μετατοπιση με πλαγιους τροπους. Με παραμυθια. Θα σας διαβασω ενα αποσπασμα απο το βιβλιο του ελβετου λογοτεχνη Gerold Späth, Commedia. Στο πρωτο μερος μιλα μια πληθωρα ανθρωπων, που ο καθενας τους καλειται να γραψει κατι, ο,τι θελει. Ενας απ' αυτους, ο Wolf Holland, καλει σε μια μετατοπιση:
Ναι, Γκερολντ, πρεπει να σου πω πως η ζωη που την ζεις παντα με τονωνε περισσοτερο απ’ τη ζωη που την καταγραφεις. Αναρωτιεμαι και σε ρωταω κι εσενα πως το αντεχεις μ’ ολους αυτους γυρω σου, εκει οπου κι εγω ζουσα καποτε κι οπου εσυ συνεχιζεις να ζεις κι οπου δεν υπαρχει κανενας σωστος τοπος για μια σωστη ζωη. Στον πολιτισμο ολα γιναν κι απογιναν, παντου στον ιδιο παλιο δισκο το ιδιο παλιο αυλακι, τα παντα επαναληψεις, απονερα φιλτραρισμενα. Πρεπει να γινουμε παλι αγριοι, αλλιως και στην καλυτερη περιπτωση ολα εχουν μονο ενα μελλον προγραμματισμενο, ομως καμια προοπτικη πια και καμια ζωη. Κι ολ’ αυτα δεν ειναι καθολου αρκετα, ακομα και να κανεις κατι εναντιον τους δεν ειναι αρκετο, κοιτα μονο τ’ αποτελεσματα τριγυρω, κι ολα γεματα απογοητευμενους κι εξαντλημενους διχως αγαπη και διχως προοπτικη. Ολος ο λεγομενος μοντερνος κοσμος ειναι γεματος πεθαμενους που ξεπουλανε την υπακοη τους και την ψυχη τους και τη ζωη τους και νομιζουν πως ετσι μπορουνε ν’ αγορασουν τη ζωη. Δεν μπορουν, δεν γινεται. Μια μικρη ξανθη μπυρα ειναι η μεγαλη τους ελευθερια. Εχουν τηλεφωνο κι αυτοκινητο και πλαστικα και κραγιονια και κοκα-κολα και τι-βι κι ολες τις εγχρωμες αηδιες. Δε χρειαζεται. Για μηνες εκοβα ξυλα στην Αλασκα, ημουν δωδεκα ωρες τη μερα ενας εργατης και για την Μαρι-Τερεζ ενας κακος αντρας, οπως καθε αντρας που πρεπει να σακατευεται. Ομως δεν ειναι η δωδεκαωρη δουλεια που σ’ τη σπαει. Αυτο που σ’ τη σπαει ειναι η σκεψη πως καθε ζωντανο δεντρο που ριχνεις, το σκοτωνεις για να 'χουν αυτοι στο Σικαγο και στη Νεα Υορκη καθε μερα αρκετο χαρτι για τις πεντακοσιες σελιδες της εφημεριδας τους, γεματες με τυπωμενα χθεσινα σκατα των Ταιμς του Νεου Κοσμου που δεν ωφελουν τιποτα σε κανεναν. Γι’ αυτο ισοπεδωνεις ζωντανα δαση, κι αυτο σ’ τη σπαει τοσο που για πολλη ωρα μετα νοιωθεις μισος για σενα και για τη γυναικα σου και για τα παντα. Αυτους τους αυτοευνουχισμενους πιθηκους δεν μπορεις καν να τους πεις να πανε να γαμηθουν. Οι πιθανοτητες ειναι τοσο εναντιον σου που πρεπει να σταματησεις. Το κρασι ειναι ξυδι, χυσ’ το. Μη πληθαινεις την πουτανια του λεγομενου πολιτισμου. Αν εισαι αρκετα δυνατος κανε κατι εναντιον του, αλλα κανεις πρεπει να 'ναι τρομερα δυνατος, αλλιως θα χαθεις ανωφελα. Τα παρατησα. Τον χρειαζομαι αυτον τον ελευθερο χωρο και τις αρκουδες, κι ελαφια και αλκες στα δαση, και τα ποταμια γεματα σολωμους, απ’ αυτους βγαζω στην αγορα εξηντα σεντς το μισοκιλο και ζω μ’ αυτα και κανενας δεν χρειαζεται περισσοτερα απο μια θερμη ζωντανη γυναικα και παιδια και φως και αερα.
Ξερεις που θα με βρεις, Γκερολντ. Εδω ολα ειναι τοσο γεματα ζωη που δεν μπορεις καν να πεθανεις. Ακομα κι οι νεκροι εδω συνεχιζουν να ζουν για πολυ, βαθια στο χωμα κι ομως παντα εδω περα, κι ο θανατος εχει τη θεση του και δεν ειναι κατι κακο. Δε χρειαζεται να 'χεις σχεδον καθολου αγχος εδω, αυτο ειναι το υπεροχο.
Μαζεψ’ τα προτου σε λιωσουν κι ελα με τη γυναικα σου και με τα παιδια σου. Χρειαζεται καποιος να καταγραψει τι ειναι η ζωη πραγματικα. Αυτον τον τρελο πειρασμο πρεπει να τον νοιωσεις και να τον αισθανθεις. Οσο τον νοιωθεις δεν σ’ εχουν γραπωσει ακομα ολοτελα και μπορεις ακομα να τους ξεφυγεις. Αμα δεν τον αισθανεσαι, τερμα και μ’ εσενα, η υπεροχη καυτη ζωη ματαια θα σε καλουσε, αφου δεν θ’ ανταποκρινοσουν πια. Θα ‘ταν κριμα, Γκερολντ. Ο Βολφ σου.
Και για τον αλλο τοπο, μεσα απο τον αλλο τοπο, μιλα ενας ψαρας, ο Samuel Corrado Beck:
Δε θα με πιστεψουν, κι οι ψαραδες σιγουρα οχι. Καποτε μια πανεμορφη ιριδοπεστροφα, τριαμισι ολοκληρα κιλα ψαρι, την εριξα παλι στη λιμνη.
Μιαν αλλη φορα εναν ξιφια πρωτης, τουλαχιστον δεκαξι κιλα, και πριν εννια χρονια ακριβως, φθινοπωρο, στις εντεκα του Νοεμβρη, νωρις το πρωι, η λιμνη ακομα μεσα στη χαμηλη γκριζα ομιχλη κι ο κολπος κι η οχθη σαν ανυψωμενα, σα μετεωρα, κι εγω ειδα κι επαθα ν’ ανεβασω στη βαρκα εναν γουλιανο. Εναν τεραστιο γουλιανο και ηδη απο χρονια στη λιμνη σπανιοτατο ειδος. Ενα σιγουρα πανω απο 25 κιλα βαρυ ζωο. Αλλα κι αυτο το ψαρι το ξαναδωσα στη λιμνη.
Παρολαυτα ειμαι ψαρας, αυτη ειναι η δουλεια μου. Πιανω πολλα. Πιανω αρκετα. Τοσα οσα η λιμνη με κανονικο ψαρεμα μπορει να δωσει. Ξερω που εχει ψαρι, ποτε και ποσο βαθια, και τι τσιμπαει και τι αφηνει, τι ποσοτητα δινει. Ομως καθε φορα ενοιωθα πως θα μου φερει δυστυχια να κρατησω το ψαρι. Οπως ο ψαρας στο παραμυθι. Δεν εχω μιλησει γι’ αυτο ποτε μεχρι σημερα. Ομως θα ‘ταν βαρυ αμαρτημα να κλεισεις αυτα τα τρια εξαισια ψαρια στο ψαροκαλαθο. Ειμαι σιγουρος πως καμια φορα κι αλλοι ψαραδες αφηνουν εναν ξιφια η καποιο αλλο ωραιο ψαρι να φυγει παλι. Δεν πρεπει να παιρνεις απ’ τα ψαρια τους βασιλιαδες και τις βασιλισσες, τους πριγκηπες και τις πριγκιπισσες, αλλιως ο βυθος δε θα δωσει πια τιποτα. Κανεις πρεπει να 'χει ενα μετρο και μια αισθηση για τις δινες και για τα ρεματα κατω απ’ την καρινα. Πολλα συμβαινουν εκει. Ιδεα δεν εχουμε. Κανεις πρεπει να ξερει πως η ζωη εδω ειναι πολυ συντομη για να θελουμε να την γαρνιρουμε με πρωτες ψαριες και να την χαλαμε με κοκορεματα.