04 Η Ελέα







04 Η Ελέα

Στράβων VI 1 π. 252

κάμψαντι δ' ἄλλος συνεχὴς κόλπος, ἐν ὧι πόλις, ἥν οἱ μὲν κτίσαντες Φωκαιεῖς Ὑέλην, οἱ δὲ Ἔλην ἀπὸ κρήνης τινός, οἱ δὲ νῦν Ἐλέαν ὀνομάζουσιν, ἐξ ἧς Παρμενίδης καὶ Ζήνων ἐγένοντο ἄνδρες Πυθαγόρειοι. δοκεῖ δὲ μοι καὶ δι' ἐκείνους καὶ ἔτι πρότερον εὐνομηθῆναι.

Hanspeter Padrutt, Und sie bewegt sich doch nicht [Και όμως δεν γυρίζει], Zürich 1991, σελ. 14κ.ε.

Μιαν ανοιξιάτικη νύχτα του έτους 1979 η Άνια κι εγώ ταξιδέψαμε στην κλινάμαξα από την Ζυρίχη στην Νάπολη. Το πρωί περάσαμε την Ρώμη και κατά το μεσημέρι πήραμε το τραίνο της σιδηροδρομικής γραμμής που προχωρά από την Νάπολη προς τον Νότο. Με τροχούς που έβγαζαν συριστικό τόνο [Ι,6: ἄξων δ᾿ ἐν χνοίηισιν ἵει σύριγγος ἀυτήν...] το τραίνο έφτασε το απόγεμα στην Ascea.

Η Ascea Marina είναι ένα μικρό παραθαλάσσιο θέρετρο στην δυτική όχθη της Κάτω Ιταλίας, κάπου 70 χλμ. νότια του Σαλέρνο. Κοντά στην Ascea Marina βρίσκονται τα ερείπια μιας αρχαίας πόλης που καλούνταν Βέλη ή Ὑέλη και στα βιβλία αναφέρεται συχνά με το όνομα Ελέα. Οι Ρωμαίοι την ονόμαζαν Velia, κι οι Ιταλοί έτσι αποκαλούν την μόλις πρόσφατα ανασκαφείσα περιοχή των ερειπίων ακόμη και σήμερα. Είναι λιγότερο γνωστή από το κάπως βορειότερα ευρισκόμενο Paestum [Ποσειδωνία].

Τώρα, εκτός της θερινής σεζόν, ακόμη και στην εποχή του Πάσχα, δεν είχε στην Ascea τουρίστες. Απορημένοι μας παρατηρούσαν καθώς κινούσαμε για την Velia. Καταλύσαμε στο ξενοδοχείο «Magna Graecia», λίγο πριν από τον τόπο των ερειπίων.

Magna Graecia – «Μεγάλη Ελλάδα» -, εδώ κάποτε μιλούσαν ελληνικά. Η ελληνική Ελέα ιδρύθηκε γύρω στο 540 π.Χ. από τους Φωκαιείς. Αυτοί οι έμποροι της Μεσογείου ήταν, κατά την αφήγηση του ιστοριογράφου Ηροδότου, οι πρώτοι Έλληνες που, με τα γρήγορα καράβια τους, επεχείρησαν μακρυνές θαλασσοπορείες. Όταν η πόλη της καταγωγής τους, η Φώκαια, που βρίσκονταν στην δυτική όχθη της Ανατολίας, απειλήθηκε από τον μήδο Άρπαγο, έναν στρατηγό του πέρση βασιλιά (περί το 545 π.Χ.), πολλοί Φωκαιείς εγκατέλειψαν την πόλη. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο προτίμησαν την ελευθερία στην ξενιτειά από την δουλεία στην πατρίδα. Με τα καράβια τους κατέβηκαν πρώτα στην νήσο Κορσική, όπου ήδη ήταν εγκατεστημένοι Φωκαιείς. Όμως μετά από σκληρές μάχες με τους Ετρούσκους και τους Καρθαγένους αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν στην νότια Ιταλία, όπου εγκαταστάθηκαν, προστατευμένοι από παρυφές μιας βουνοσειράς.

Το ξενοδοχείο «Magna Graecia», ένα τριόροφο ταπεινό κυβικό οικοδόμημα, είναι συμπιεσμένο ανάμεσα στην σιδηροδρομική γραμμή και στην οδική αρτηρία που την περνούν πολλά αυτοκίνητα. Το παράξενο σημάδι μιας ελληνικής παράδοσης στην νότια Ιταλία δονείται από την μοντέρνα συγκοινωνία.

Η πόλη της Ελέας χωρίζονταν από τα ηπειρωτικά με λόφους και βουνά. Ένα ισχυρό τείχος συμπλήρωνε την προστασία αυτής της θέσης. Η προς την θάλασσα ανοιχτή πόλη έμεινε μακριά από τους πολέμους της ηπειρωτικής χώρας κι έζησε επί αιώνες, σύμφωνα με την παράδοση των Φωκαίων, από το ψάρεμα και το θαλάσσιο εμπόριο.

Αφού εγκατασταθήκαμε στο ξενοδοχείο, οδοιπορήσαμε στην άκρη του επικίνδυνου δρόμου έξω προς τα ερείπια. Άλλον δρόμο δεν είχε γιατί εδώ δεν προβλέπονται τουρίστες χωρίς αυτοκίνητο. Σε απόσταση, επάνω σ’ έναν λόφο, διακρίναμε έναν πύργο· είναι από τον Μεσαίωνα. Κάποτε αυτός ο λόφος παρείχε στους Φωκαιείς προστασία από άνεμο κι εχθρό. Τότε ακόμη εξείχε πολύ μέσα στην θάλασσα, που τον περιέβρεχε σαν χερσόνησο. Σήμερα περιβάλλεται κι από τις τρεις πλευρές από επίπεδο έδαφος γιατί, με την πάροδο των αιώνων, οι δύο κόλποι βόρεια και νότια του λόφου προσχώθηκαν από τους ποταμούς που εκβάλλουν εδώ κι έγιναν δύο πεδιάδες που ενώθηκαν γύρω απ’ αυτόν και τον χώρισαν απ’ την θάλασσα. Ακόμη και δύο μικρά νησιά, που τότε προσέφεραν καλά αγκυροβόλια, τώρα καταλήφθηκαν από γη. Ο λόφος εξακολουθεί να ξεπροβάλλει από το τοπίο, με τον πύργο στην ράχη του. Όμως στην ρίζα του δεν σκάει πια η θάλασσα αλλά ο θόρυβος των αυτοκινήτων του δρόμου, κι εμπρός του βρίσκεται η πεδιάδα, που εδώ και λίγα χρόνια γεμίζει μέχρι την Ascea από εξοχικές κατοικίες, εγκαταστάσεις κάμπινγκ και ξενοδοχειακά συγκροτήματα. [...]


Η Ελέα αποτελούνταν από τρία τμήματα:

  • την Ακρόπολη επάνω στην ράχη του λόφου που αναφέρθηκε: Εδώ βρέθηκαν τα υπολείμματα ενός χωριού από τον 6ο αιώνα π.Χ., κι από πάνω τα ίχνη ενός κλιμακωτού ναού που χτίστηκε περί το 480 π.Χ., παρόμοιου με την Ακρόπολη των Αθηνών. Απότομες πλαγιές και τείχη από κλιμακωτά επίπεδα προστατεύουν αυτό το τμήμα, που βρίσκονταν έξω από τα κανονικά τείχη της πόλης, από εισβολείς·

  • το βόρειο τμήμα της πόλης στην βόρεια παρυφή της βουνοσειράς, την οποία ο λόφος συνεχιζει προς τον βόρειο κόλπο (που τώρα έχει γίνει η πεδιάδα του Alento): Εδώ έγιναν λίγες ανασκαφές. Στο βόρειο άκρο βρέθηκε μία μεγάλη πύλη στο τείχος της πόλης, η οποία οδηγούσε στο λιμάνι της παλαιάς εκβολής του ποταμού Palistro·

  • το μεγάλο νότιο τμήμα της πόλης, το οποίο εκτείνονταν κατά μήκος της νότιας πλαγιάς του λόφου έως τον νότιο κόλπο (που τώρα έχει γίνει η πεδιάδα της Ascea): Τις τελευταίες δεκαετίες έγιναν εδώ πολλές ανασκαφές. Στο νότιο άκρο βρέθηκε άλλη μια μεγάλη πύλη στο τείχος της πόλης, που οδηγούσε σ’ ένα λιμάνι το οποίο, μ’ έναν στην θάλασσα χτισμένο μώλο, ήταν προστατευμένο από ψηλά κύματα.

Είναι ένα ζήτημα, τι βρήκαν ήδη οι Φωκαιείς στην Ελέα όταν εγκαταστάθηκαν εδώ. Πιθανώς η περιοχή της Ακρόπολης ήταν ήδη κατοικημένη, ενδεχομένως επίσης ένα τμήμα της βόρειας περιοχής. Η Ελέα εποικίστηκε προπάντων στον νότο, κι αυτό το τμήμα έγινε γρήγορα το μεγαλύτερο, το σημαντικότερο τμήμα της πόλης.

Το βράδυ κόντευε, και ο περιφραγμένος τόπος των ανασκαφών στην ρίζα του λόφου με τον πύργο είχε ήδη κλείσει. Από τον φράχτη διακρίναμε τα ερείπια του νότιου τμήματος της πόλης. Έβρεχε. Έχοντας πίσω μας τον δρόμο με τ’ αυτοκίνητα και μερικά συγκροτήματα που χτίστηκαν μόλις πρόσφατα, αυτό το βράδυ προσπαθήσαμε να φανταστούμε την αρχαία πόλη της Ελέας, όπως θα μπορούσε να την είχε γνωρίσει ο Παρμενίδης, που έζησε εδώ περί το 500 π.Χ.

Είδαμε λοιπόν, τρόπον τινά μέσα από ένα καράβι που πλησίαζε το νότιο λιμάνι της Ελέας, την προεξοχή του βουνού να προβάλλει έξω στην θάλασσα και πάνω το αρχαίο χωριό – ίσως ήδη την Ακρόπολη με τον χρωματιστό ναό μια προστάτιδας θεάς [Ι,22: καί με θεὰ πρόφρων ὑπεδέξατο]. Και κατόπιν, πιο μέσα, εμπρός μας, χωμένο στην πλαγιά του λόφου, το νότιο τμήμα της πόλης, στο κόλπο με το λιμάνι εμπρός από την μεγάλη πύλη. Ή μήπως, όσο ζούσε ο Παρμενίδης, δεν υπήρχε κανένα τέτοιο τμήμα της πόλης και κανένα νότιο λιμάνι; Πάντως, όπως και νά ‘χει, εμείς είδαμε την νότια πόλη, με τα σπίτια της τους κήπους και τα δέντρα, περικλειόμενη από ένα παχύ τείχος, με πολεμίστρες και στεγασμένα χαρακώματα από ξύλο και κεραμίδια: το τείχος της πόλης, στην περιοχή του λιμανιού να φτάνει μέχρι το νερό, κατόπιν δεξιά και αριστερά της πόλης ν’ ανεβαίνει προς το βουνό κι επάνω στην βουνοκορφή να περιορίζει τον ορίζοντα πάνω από την πόλη. Και φανταστήκαμε πώς, πίσω απ’ αυτόν τον ορίζοντα πάλι κατέβαινε προς το βόρειο τμήμα της πόλης, με το ποταμίσιο λιμάνι στο βάθος, μ’ ένα κάστρο τριγύρω. Ο μόνος δρόμος από το ένα τμήμα της πόλης στο άλλο οδηγούσε μέσα από ένα στενό πέρασμα που βρίσκονταν ανάμεσα στον λόφο της Ακρόπολης και την προέκτασή του. Αυτό το διάνοιγμα ήταν χτισμένο με τοίχους και εφοδιασμένο με μία πύλη, η οποία μπορούσε ν’ ανοίξει και να κλείσει την δίοδο μεταξύ των τμημάτων της πόλης.