Writing on the World: Simonides, Exactitude and Paul Celan

Γραφοντας πανω στον κοσμο: Σιμωνιδης, Ακριβεια και Paul Celan




1996 Writing on the World: Simonides, Exactitude and Paul Celan

ΠΟΙΗΤΗΣ ΕΙΝΑΙ καποιος που γραφει πανω στον κοσμο. Ο Σιμωνιδης χρησιμοποιησε διαφορα εργαλεια και διαφορες επιφανειες - την ανθρωπινη φωνη, λυρες, φλαουτα, τυμπανα, σιωπη, τελετουργικες περιστασεις, ιδιωτικες χειρονομιες, που ολα τους χαθηκαν. Επισης εγραψε πανω σε πετρα. Τα πολλα επιγραμματα που αποδιδονται, εστω με αμφιβολιες, στο ονομα του απο αρχαιες αυθεντιες και εκδοσεις επιγραφικων στιχων υποδηλωνουν οτι πρεπει να υπηρξε ο πλεον υποληπτομενος επιγραμματιστης των αρχων του πεμπτου αιωνα και σιγουρα καλυπτε μεγαλο μερος των βιοτικων του αναγκων απο αυτες τις παραγγελιες. Δεν ξερουμε πολλα για την πρακτικη πλευρα μιας τετοιας ζωης, για τις σχεσεις μεταξυ ποιητη και πετρας, ποιητη και χαρακτη, ποιησης και μετρητων. Ποιος διαλεξε την πετρα, τον λιθοκοπο, το μερος οπου θα τοποθετουνταν η πετρα, την κατευθυνση προς την οποια θα κοιταγε; Ο λιθοκοπος ηταν ελευθερος, η σκλαβος; Πληρωνονταν με τη μερα, η με το κομματι; Απο τον Σιμωνιδη, η απο τον πατρωνα του; Ποιος εβαζε την τιμη για την επιγραφη; Πως υπολογιζονταν η τιμη - απο τον αριθμο των γραμματων; Των λεξεων; Των στιχων; Απο την μετρικη κομψοτητα, υπαινιγμους στον Ομηρο, πρωτοτυπες φιγουρες του λογου; Αραγε ο ιδιος ο Σιμωνιδης γνωριζε πολλα για για το χαραγμα των γραμματων, για το πως η πετρα ωθει καποια σχηματα γραμματων προς τα εμπρος και αλλα τα γεμιζει με σκια, για τον λογο που στους λιθοκοπους δεν αρεζε να χαραζουν τα ιωτα;

Ο πεμπτος αιωνας π.Χ. ηταν μια καλη εποχη να ενδιαφερθει κανεις για την τεχνη της επιγραφης. Η ζωη του Σιμωνιδη συνεπεσε με την περιοδο της μεγαλυτερης αναπτυξης αρχαιων τεχνικων χαρακτικης. Στην διαρκεια αυτης της περιοδου, οι διαφορες επιχωριες αλφαβητοι των Ελληνων εβρισκαν τον δρομο τους προς την κανονικοποιηση, τα σχηματα των γραμματων εγιναν ακριβεστερα στην κατασκευη τους και οι χαρακτες αρχισαν να αναπτυσσουν ενα αισθητηριο για την μορφη και την διαταξη μιας επιγραφης, οπως και για την σχεση της με την πετρα στην οποια επιγραφηκε. Αρχισαν να σκεφτονται λεπτομερειες οπως τις διαστασεις της στηλης· πως να τοποθετησουν το κειμενο στην πετρα σε ενα υψος βολικο για τον αναγνωστη να το διαβασει, πως να χρησιμοποιησουν γραμματα διαφορετικου μεγεθους στην επικεφαλιδα για αυξημενη αναγνωσιμοτητα και ζωντανια. Επιπλεον ο πεμπτος αιωνας ειδε το παλιο στυλ βουστροφηδόν να δινει την θεση του σε μια πιο ευχαριστη και κατανοητη συμβαση του αριστερα-προς-τα-δεξια. Ειδικοτερα το στυλ στοιχηδόν, που εισηχθη τον εκτο αιωνα, αρχισε να εχει εκτεταμενη δημοσια χρηση μετα τους Περσικους Πολεμους. Στοιχηδόν ειναι ο ορος για ενα στυλ γραφης στην οποια τα γραμματα στοιχιζονται καθετα οσο και οριζοντια σε ισα διαστηματα κατα μηκος των σχετικων τους ευθυγραμμισεων οπως η παραταξη ανδρων σε εναν στρατιωτικο σχηματισμο. Αυτο το ακριβολογο στυλ επιγραφικης γραφης, που εφτασε στο απωγειο της τεχνικης του αναπτυξης και δημοφιλιας στις μερες του Σιμωνιδη, προφανως ειχε καποια επιδραση στα γνωσιακα σχηματα του ιδιου του Σιμωνιδη. Οι ιστορικοι υποθετουν οτι το κυριο κινητρο για την υιοθετηση του στοιχηδόν στυλ ηταν ο αισθητικος ελεγχος - "μια πρακτικη εκφραση του ελληνικου αισθηματος για ταξη και ωραιοτητα" - ιδιαιτερα στο φως της ειδικοτερης καταλληλοτητας των μορφων των γραμματων του ελληνικου αλφαβητου, με τις πολλες καθετες γραμμες τους, για αυτου του ειδους την στοιχιση. Ο αισθητικος ελεγχος της φορμας του αλφαβητου ηταν επισης μια εγνοια του Σιμωνιδη· η βιογραφικη του σημειωση στην Σουδα, μας λεει οτι αυτος ο ποιητης το πηρε πανω του να σχεδιασει τεσσερα νεα γραμματα για το ελληνικο αλφαβητο (ητα, ωμεγα, φι και χι). Αυτη η ιστορια, αποκρυφικη η μη, μας υπενθυμιζει οτι, καθοσον η εξελιξη των ελληνικων σχηματων γραμματων δεν ειχε ολοκληρωθει παρα στο τελος του πεμπτου αιωνα, ο Σιμωνιδης ηταν στην μοναδικη θεση, τοσο ιστορικα οσο και ισιοσυγκρασιακα, να τελειοποιησει τον σχεδιασμο επικοινωνιας της τεχνης του. Ενας επιγραφικος ποιητης ειναι καποιος που ενδιαφερεται να κανει καθε γραμμα να μετρα.

Να μετρας γραμματα ηταν μια δραστηριοτητα με την οποια οι χαρακτες του στοιχηδόν στυλ εξοικειωνονταν πολυ και επαγγελματικα στις αρχες του πεμπτου αιωνα χαρη σε μια σημαντικη προοδο στην τεχνικη τους, την εισαγωγη του καναβου. Ο καναβος ηταν ενα πλεγμα οριζοντιων και καθετων γραμμων μαρκαρισμενο επανω στην πετρα πριν απο την χαραξη, ωστε να διαιρει την επιφανεια της σε ισα τετραγωνα. Τοτε το κειμενο μπορουσε να εγχαραχθει σε τελεια στοιχηδον ακολουθια τοποθετωντας ενα γραμμα σε καθε τετραγωνο διαστημα, η, εναλλακτικα, τοποθετωντας τα γραμματα στα σημεια της διατομης οριζοντιων και καθετων γραμμων. Με την χρηση του καναβου ο χαρακτης μπορουσε να εκτιμησει την ακριβη περιοχη που θα χρειαζονταν για να χαραξει το κειμενο του και να φιξαρει ακριβως το σημειο στο οποιο το κειμενο θα κατεληγε πανω στην πετρα. Οι ιστορικοι μας λενε πως οι χαρακτες του πεμπτου αιωνα οριζαν την πετρα τους εκ των προτερων με αξιοσημειωτη ακριβεια· το περιθωριο λαθους σε καλοκομμενες πετρες λογω της παραλλαγης της μοναδας του καναβου μεταξυ ενος μερους της πετρας και ενος αλλου βρεθηκε να μην ειναι περισσοτερο απο μισο χιλιοστο.

Ο Σιμωνιδης, απο την μερια του, πρεπει να περνουσε μεγαλο διαστημα του χρονου του τραβωντας νοητες γραμμες και τοποθετωντας δεδομενα, μετρωντας σχηματα με το ματι του νου του και αποκοβωντας τα επουσιωδη, μετρωντας τα γραμματα και λογαριαζοντας αμοιβες. Η "ακριβεια" σε καθε επιπεδο του ποιητικου σχεδιασμου ηταν το καταφανες χαρακτηριστικο του στυλ του, κατα την γνωμη αρχαιων κριτικων:

Σιμωνίδου δὲ παρατήρει τὴν ἐκλογὴν τῶν ὀνομάτων, τῆς συνθέσεως τὴν ἀκρίβειαν·

Προσεξε καλα την επιλογη των λεξεων του Σιμωνιδη και την ακριβεια με την οποια συναρμοζει τα πραγματα...

λεει ο Διονυσιος ο Αλικαρνασσευς (Vet. Script. 420 Reiske). Ο Διονυσιος επελεξε τον κριτικο ορο ἀκρίβεια· ειναι μια λεξη με δυο σημασιες που αντανακλουν τα δυο πιο σταθερα χαρακτηριστικα της αρχαιας φημης του Σιμωνιδη. Ἀκρίβεια μπορει να σημαινει "ακριβολογια, επακριβως, ακριβεια της γλωσσας", η "φειδω, λιτοτητα, τσιγγουνια με τα λεφτα" (LSJ). Βρισκουμε εναν ομολογο ορο να χρησιμοποιειται στα Αριστοφανικα Σχολια (περι της Ειρηνης 699)

Σιμωνίδης δοκεῖ πρῶτος σμικρολογίαν εἰσενεγκεῖν εἰς τὰ ᾄσματα καὶ γράψαι ᾆσμα μισθοῦ·

Φαινεται πως ο Σιμωνιδης ηταν ο πρωτος που εισηγαγε λεπτολογο υπολογισμο στα ασματα και στην συνθεση ασματων επι μισθω...

Για "λεπτολογο υπολογισμο" ο σχολιαστης χρησιμοποιει την λεξη σμικρολογία, μια αμφιλεγομενη λεξη, οι αναφορες της οποιας περιλαμβανουν "εξονυχιστικη προσοχη για λεπτομερειες της γλωσσας, ακριβη εκφραση" και "εξονυχιστικη προσοχη για οικονομικα εξοδα, φιλαργυρια" (LSJ). Ο Σιμωνιδης αφησε το αποτυπωμα του και στις δυο σφαιρες λειτουργιας - γλωσσα και χρηματα - οσο μπορουμε να κρινουμε απο την ιστορια και τα ανεκδοτα, διοτι η τεχνη του διαμορφωθηκε απο ιδιαιτερες πολιτισμικες πιεσεις. Ο Σιμωνιδης, οντας ο πρωτος Ελληνας ποιητης που κερδιζε το ψωμι του διαμορφωνοντας μια τιμη για ενα ποιημα, ηταν πιθανον πλουσιος ανθρωπος, πιθανον ενα στραβοξυλο, και δεν ειναι εκπληξη το οτι φημιζονταν για φιλαργυρια και απληστια. Και παλι θα ηταν μια χονδροειδης ερμηνεια αυτη που θα επαιρνε τα χρηματα του Σιμωνιδη ολοτελα κυριολεκτικα. Υποψιαζομαι οτι ο ιδιος ο Σιμωνιδης σπανια εκανε ετσι. Ολα γινονται πιο ενδιαφεροντα αν εννοησουμε την απληστια του ως βιογραφικο τροπο ολης της ακμαζουσας οικονομιας του χρηματος του πεμπτου αιωνα, αυτην την πολιτισμικη διαδικασια που ανηγαγε σε εμπορευμα καποιες μεχρι τουδε ιερες δραστηριοτητες οπως την μεταδοση της σοφιας μεσα σε μια βαθεια παραδοσιακη κοινωνια. Τα χρηματα αφησαν ενα ριζικο αποτυπωμα στον αρχαιο πολιτισμο· ο Σιμωνιδης αντεδρασε σ' αυτο εφευρισκοντας μια ποιηση ριζικης οικονομιας. Και ειναι ευλογο, δεδομενου του ποσο πολλη απο την εργασια του συνετεθη για επιγραφες σε πετρα, οτι εμαθε πολλα απο τους λιθοκοπους, επαγγελματιες μιας τεχνης που ειναι ριζικα ολιγαρκης.

Ομως οι αρχαιες πετρες, με τον ολιγαρκη τροπο τους, ηταν ριζικες επισης - πολυ περισσοτερο απ' ο,τι μας υποδηλωνουν τα θνητα τους υπολειμματα. Οι λιθοκοποι σχεδιαζαν το εργο τους ετσι ωστε να διακοπτουν και να συγκρατουν την προσοχη ενος περαστικου, να τον κανουν να σταματησει, να μεινει ακινητος και να διαβασει. Η εκθαμβωτικη ομορφια και η ταξη του στοιχηδον στυλ συνεβαλαν ιδιαιτερα σ' αυτον τον σκοπο. Οι ιστορικοι μας λενε πως οι χαρακτες αρεσκονταν να ενισχυουν αυτην την εντυπωση (ιδιαιτερα σε μικρα μνημεια οπως ταφοπλακες) με ιδιαιτερη χωρικη διευθετηση του κειμενου (ισως μια και μονη γραμμη για καθε λεξη), η ζωγραφιζοντας τα γραμματα μετα την χαραξη τους, συνηθως με κοκκινη μπογια, ομως μερικες φορες εναλλασσοντας τις γραμμες κοκκινου και μαυρου. Φανταστειτε εναν επιταφιο σαν αυτον του Σιμωνιδη για τον Σπινθηρα (fr. 126B, 133D) εγχαραγμενο μ' εναν τετοιο τροπο

ΤΑΦΟ

ΕΔΩ

Ο ΣΠΙΝΘΗΡ

ΣΤΟΝ ΣΠΙΝΘΗΡΑ

ΕΘΕΣΕ

ΝΕΚΡΟ

Θα μας ενεπνεε να ξανασκεφτουμε την χιλιοειπωμενη ρηση του Σιμωνιδη "η ποιηση ειναι ζωγραφια που μιλαει" (Plutarch Mor. 346f) οταν οπτικοποιουμε τον Σπινθηρα να σφυζει προς τον κοσμο απο μια ταφοπετρα σε εναλλασσομενους στιχους κοκκινου και μπλε. Και σιγουρα αυτο ειναι για το οποιο πληρωνει ο πελατης - μια στιγμη δευτερης σκεψης αγορασμενη απο τον διαβαταρικο χρονο δια της προσοχης καποιου που ειναι ακομα ζωντανος.

Παντως δεν θα 'πρεπε να υπεραπλουστευουμε την επιταφικη συναλλαγη. Οταν ενας περιπλανωμενος διαβατης σταματα να διαβασει τον επιταφιο του Σπινθηρα μια μερα τον πεμπτο αιωνα π.Χ., περιλαμβανονται πολλα περισσοτερα απο το να τραβηξει οπτικη προσοχη. Οι αρχαιες επιγραφες ηταν οντως "ομιλουσες πετρες", με την εννοια οτι η σιωπηλη αναγνωση δεν ηταν ενας συνηθισμενος ουτε ενας πρακτικος τροπος να τις αποκρυπτογραφησεις. Οι πετρες, γενικα χαραγμενες σε scriptio continua χωρις διαστηματα αναμεσα στις λεξεις, απαιτουσαν να διαβαζονται δυνατα ωστε ο αναγνωστης να "αναγνωριζει" (ἀναγιγνώσκειν) τις λεξεις. Αυτο που αναγνωριζεται σε μια τετοια αναγνωση δεν ειναι τοσο πολυ μεμονωμενα γραμματα, η οπτικα δεδομενα οσο μια συνεχεια ηχων διαταγμενων σε viva voce καθως ο αναγνωστης ακουει τον εαυτο του να τους προφερει. Λεξεις και ομαδες λεξεων θολες στο ματι θα αποκτησουν σχημα στο αυτι και θα ξεκλειδωσουν τους κωδικες της ννημης. Ετσι στα ελληνικα τα ρηματα για το "διαβαζω" τυπικα αρχιζουν με ενα προθεμα οπως ανα- ("παλι"), η επι- ("πανω απο"), λες και το διαβασμα ουσιαστικα θεωρουνταν ενα ειδος συμπαθητικης δονησης μεταξυ των γραμματων συντιθεμενης απο τον συγγραφεα και την φωνη με την οποια ο αναγνωστης τις ανασυρει απο την σιγη. Ειναι ενδιαφερον οτι το δευτερο πλεον εμφανες χαρακτηριστικο του στυλ του Σιμωνιδη (μετα την ακριβεια) κατα την γνωμη των αρχαιων κριτικων ειναι η ποιοτητα την οποια αποκαλουν το συμπαθές. Ο ορος, γενικα μεταφραζομενος στα αγγλικα ως "συμπαθεια" η "παθος", υποδηλωνει καποια κοινη κινηση της ψυχης μεταξυ συγγραφεως και αναγνωστη (πρβλ. το miseratio commovenda του Κουιντιλιανου: "λυπη κινουμενη μαζι με λυπη"), λες κι οι λεξεις εχουν την δυναμη να εισελθουν στον αναγνωστη και να σχεδιασουν εκει ενα συναισθημα μεσα απο την ιδια του την φωνη. Δειτε αυτον τον επιταφιο για ανδρες που επεσαν στη μαχη:

Ἄσβεστον κλέος οἵδε φίληι περὶ πατρίδι θέντες

κυάνεον θανάτου ἀμφεβάλοντο νέφος·

οὐδὲ τεθνᾶσι θανόντες, ἐπεί σφʼ ἀρετὴ καθύπερθεν

κυδαίνουσʼ ἀνάγει δώματος ἐξ Ἀίδεω.

Ασβεστη δοξα εθεσαν αυτοι οι ανδρες γυρω απο την αγαπημενη πατριδα

και περιβληθηκαν σ' ενα κυανο νεφος θανατου·

Μην εχοντας πεθανει, νεκροι, γιατι η αρετη κατεβαινοντας

δοξαστικα τους ανεβαζει συνεχως απο τον οικο του Αδη.

*Εδω "δοξα" ειναι μια ασβεστη ενεργεια που ανοιγει τον δρομο της μεσα απο τις επιφανειες των λεξεων οπως η πυρακτωση απο μια επικηδεια πυρα. Υπαρχουν διαφορες επιφανειες που ανοιγουν και μετατοπιζονται τοσο απροσμενα οσο ο καπνος. Υπαρχουν ερωτησεις και απαντησεις, μυστηριακα αποπροσανατολισμενες η μια απο την αλλη. Τι ειναι το καψιμο; Προφανως οχι αυτο που αναψε. Ποιος ειναι νεκρος; Προφανως οχι αυτοι που πεθαναν. Απο αυτα τα μυστηρια ο ποιητης δημιουργει μια γενικη ατμοσφαιρα αποπροσανατολισμου που ειναι χωρικη, ακουστικη και χρονικη, καθως και γνωστικη. Ο αναγνωστης εχει την αισθηση οτι κοιταζει κατω μεσα σ' εναν ταφο. Ακουει στυλωνοντας τ' αυτια του, περιμενει ν' ακουσει μια πορτα να κλεινει με βροντο. Αντ' αυτου ακουει την δικη του φωνη να ανοιγει και να σταματα στην ασυνηθιστα αβολη χασμωδια μεταξυ "θανατου" (θανάτου) και "περιβληθηκαν" (ἀμφεβάλοντο) στο μεσον του ποιηματος. Καθως κοιταζει κατω απο ψηλα προς την εισοδο του θανατου, περιμενει να δει σκοταδι. Αντιθετα υπαρχει ενας διαδρομος, μετα τον οποιο αναδυονται πολυ λαμπερα ζωντανα οντα και συνεχιζουν να αναδυονται μεσα στην ωρα της δικης του αναγνωσης. Οι χρονοι των ρηματων ελεγχουν αυτην την πραξη, κινουμενοι απο τον στιγμιαιο αοριστο του θανατου που περιγραφεται στο πρωτο διστιχο ("εθεσαν", "περιβληθηκαν") προς ενα ρημα στον παρακειμενο που αρνειται τον εγκλεισμο του θανατου στο μεσον ("μην εχοντας πεθανει, νεκροι") για να αποληξει στον ενεστωτα διαρκειας ("τους ανεβαζει συνεχως")σαν μια αργη διαρροη αθανασιας. Ενα τελικο χαινον φωνηεν (Ἀίδεω) ολοτελα στο τελος του ποιηματος αφηνει το σπιτι του Αδη να μενει ανοιχτο. Να χανει ζωη προς τα πανω.

Αυτο το ποιημα ειναι ενα απο τα ωραιοτερα παραδειγματα της σιμωνιδειας επιταφικης μεθοδου. Προτου αναλυσουμε την μεθοδο περισσοτερο, ας δουμε μια συγκριση. Εδω ειναι ενα ποιημα του Ρουμανου συγγραφεα του εικοστου αιωνα Paul Celan με τον τιτλο "Επιταφιος για τον François":

Die beiden Türen der Welt

stehen offen

geöffnet von dir

in der Zwienacht

Wir hören sie schlagen und schlagen

und tragen das ungewisse,

und tragen das Grün in dein Immer.

Οι δυο πορτες του κοσμου

ανοιχτες:

ανοιγμενες απο σενα

την δινυχτα.

Τις ακουμε να βροντανε και να βροντανε

και να φερουν το αβεβαιο,

και να φερουν το πρασινο στο Παντα σου.

Ειναι ενα ποιημα, ο ορος του οποιου ειναι η ακριβεια. Ασχολειται με υπολογισμο. Ο νεολογισμος του ποιητη Zwienacht ("δινυχτα"), καμωμενος απο τον αριθμο δυο και το ουσιαστικο για την νυχτα, ειναι μια προσπαθεια να βγαλει απο τον λογαριασμο την στιγμη του θανατου. Αυτος ο λογαριασμος γινεται ακουστος στο βροντημα των δυο πορτων ("schlagen und schlagen," "Τις ακουμε να βροντανε και να βροντανε") που ηχουν στον τελευταιο στιχο ("und tragen und tragen," "και φερουν και φερουν") μεσα στην αιωνιοτητα. Οπως ο Σιμωνιδης, ο Celan χρησιμοποιει ηχητικα εφε για να συρει τον αναγνωστη στην διαθεση της επιτυμβιας καταστασης. Ενας επιταφιος ειναι ενας μυστηριωδης τοπος οπου κατηγοριες οπως ουσιαστικο και αριθμος, ερωτηση και απαντηση, ανοιχτο και κλειστο μπορουν να αποπροσανατολιστουν. Ο Celan καταφερνει να διατηρησει αυτους τους αποπροσανατολισμους εμβαπτισμενους σε ενα περιεργο πρασινωπο φως και μετατοπιζομενους συνεχως πανω απο την επιφανεια του ποιηματος εως οτου αξαφνα τους βλεπουμε να χανονται περνωντας μια εισοδο στην λεξη "Παντα". Οπως ο Σιμωνιδης, ο Celan χρησιμοποιει ρηματα και χρονους ρηματων για να προβαλει αυτην την εξαφανιση στο παραδοξο. Διοτι ακουμε πορτες να κλεινουν με βροντο ενω μας λεει οτι και μενουν ανοιχτες, ισως αιωνια. Και οι τρεις τελικες λεξεις του ποιηματος συγκρατουν αυτο το ερωτημα ανοιχτο σαν στοπ πορτας επανω στο ουσιαστικοποιημενο επιρρημα παντα: "στο Παντα σου."

Οπως ο Σιμωνιδης, ο Celan κατασκευαζει τον επιταφιο του ως πραξη προσοχης μοιραζομενης μεταξυ ποιητη και αναγνωστη, η οποια κινειται περα απο την φωνη του αναγνωστη μεσα απ' ολες τις επιφανειες της γλωσσας του ποιητη. Για τον Celan αυτη η πραξη της προσοχης προηλθε απο μια θρησκευτικη αισθαντικοτητα. "Η προσοχη ειναι η φυσικη προσευχη της ανθρωπινης ψυχης," ειπε καποτε σε μια συνεντευξη. Πιστευω οτι και στην καλλιτεχνια του σιμωνιδειου στιχου μπορουμε ν' αντιληφθουμε μια μεθοδο τοσο συγκεντρωμενη οσο η προσευχη. Ειναι μια μεθοδος της προσευχης που μεταφραζει τις λεξεις και τους ηχους στην εκ βαθεων ποιητικη εμπειρια που καλειται "παθος", η "συμπαθεια": ενα τετοιο παθος ειναι λειτουργια της ποιητικης ακριβειας.

Ας δουμε τωρα ενα αλλο παραδειγμα του σιμωνιδειου παθους, οπου ο ποιητης στρεφει την προσοχη του στο μικροτερο, θλιβεροτερο στοιχειωμα ενος ιδιωτικου ταφου. Ο επιταφιος, εγγεγραμμενος για τον Μεγακλη, κανει μια αισθηση μαλλον στενωσης παρα ανοιχτοτητας, ενος πενθους που μενει μυστικο:

Σῆμα καταφθιμένοιο Μεγακλέος εὖτʼ ἄν ἴδωμαι

οἰκτίρω σέ, τάλαν Καλλία, οἶʼ ἔπαθες.

Οποτε βλεπω τον ταφο του νεκρου Μεγακλη

σε οικτιρω, καϋμενε Καλλια, για οσα υπεφερες

Η διαθεση του ποιηματος ειναι ανατριχιαστικα τριγωνισμενη και δουλευει δια της εκτροπης. Βγαινει εξω απο τον αναγνωστη για να αγγιξει τον ταφο του Μεγακλη, ομως κατοπιν αναπηδα απο τον Μεγακλη προς μια τριτη, απροβλεπτη παρουσια. Ο Καλλιας υλοποιειται σιωπηλα απο την πλευρα του αναγνωστη, πιο μυστηριωδης και πιο αξιολυπητος απο τον νεκρο αντρα. Ειναι σαν να στεκεσαι μονος (φανταζεσαι) σ' ενα δωματιο και ξαφνου ακους καποιον να ανασαινει. Αυτη η εκτροπη μου θυμιζει το τι συμβαινει στον πινακα του Giotto με τιτλο Ο Ιωακειμ αποσυρεται στην στανη του.

Joachim Retiring To His Sheepfold. Giotto di Bondone Scrovegni Chapel, Padua, Italy (Photo: Alinari/Art Resource, NY)

Αυτος ο πινακας δειχνει τον Ιωακειμ, μετα την απελαση του απο τον ναο στην Ιερουσαλημ, να επιστρεφει στην στανη του στην παρουσια δυο βοσκων με τα προβατα τους κι εναν μικρο σκυλο που χοροπηδα. Ο Ιωακειμ βρισκεται σε βαθια κατηφεια και καρφωνει το βλεμμα του στο χωμα, εμφανως αποσυρμενος απο το περιβαλλον του. Ειναι μια στιγμη βαθιας συγκινησης, την οποια ο Giotto ζωγραφισε με τετοιο τροπο ωστε εσκεμμενα να αποπροσανατολισει την αντιληψη της εκ μερους του θεατη. Διοτι καθως ατενιζουμε τον Ιωακειμ, η συμπαθεια γι' αυτον ανακοπτεται απο τον βοσκο που κοιτα κατευθειαν εξω απο τον πινακα "προς εμας συμπαθητικα, σαν ολοι μας να ειμαστε μαζι μαρτυρες μιας καταστροφης." Το βλεμμα του βοσκου εχει μια παραξενη ενταση - κατευθειαν συγκεντρωνοντας μας στο βασανο του Ιωακειμ και θετοντας ενα φραγμα που το κρατα ιδιωτικο. Το ματι του βοσκου κανει επαφη με την συμπαθεια μας, ομως επισης οριοθετει τον τοπο οπου η συμπαθεια σταματα λιγο πριν απο το πενθος του Ιωακειμ και μενει περα απο εμας. Καπου με τον ιδιο τροπο το τριγωνισμενο επιγραμμα του Σιμωνιδη καθιστα εμφανες ενα εφεδρικο δεδομενο: την ιδιωτικοτητα του πενθους. Κανενας αλλος δεν μπορει να γνωριζει τι υπεφερε ο Καλλιας οταν εχασε τον Μεγακλη.

Ενα τελειως διαφορετικο συνολο τακτικων προβληματων τεθηκε για την σιμωνιδεια συμπαθεια με την παραγγελια να τιμηθει ο θανατος ως περισταση πολιτικης υπεκφυγης. Ακομα δεν ξερουμε ακριβως, πως να διαβασουμε την επιγραφη που εγραψε για τα εντυπωσιακα αγαλματα του Αρμοδιου και του Αριστογειτονα στην Αθηνα.

Harmodios and Aristogeiton (The Tyrant Slayers)Roman copies after the Greek originals ascribed to Kritios and Neslotes, from Tivoli. Museo Archeologico Nazionale, Naples, Italy (Photo: Alinari/Art Resource, NY)

Αυτο το μνημειο ανεγερθηκε πιθανως συντομα μετα απο το 510 π.Χ. εις μνημη της απελασης του Ιππια, του αποκαλουμενου "τελευταιου τυρανου των Αθηνων." Ο Ιππιας εκδιωχθηκε απο την πολη το 511/510 με ενα περιπλοκο πραξικοπημα που οργανωθηκε απο την οικογενεια των Αλκμαιονιδων. Ομως συντομα πολιτικοι αντιπαλοι των Ακκμαιονιδων μηχανορραφησαν για να τους αφαιρεσουν με απατη την τιμη για αυτην την ενεργεια και αρχισε να δημιουργειται ενας μυθος που απεδιδε την "απελευθερωση των Αθηνων" σε δυο νεους ανδρες καλουμενους Αρμοδιος και Αριστογειτων.

Αυτοι οι δυο ανδρες ειχαν οντως δολοφονησει τον αδελφο του Ιππια (τον Ιππαρχο) τρια χρονια προηγουμενως. Το πραγματικο κινητρο για αυτο το εγκλημα, οπως πιστοποιουν οι ιστορικοι μετα τον Θουκυδιδη, ηταν η σεξουαλικη ζηλεια. Συμφωνα με τον Θουκυδιδη, ο Αρμοδιος και ο Αριστογειτων ηταν εραστες. Οταν ο Ιππαρχος, ο αδελφος του τυραννου, ερωτευτηκε τον νεαρο Αρμοδιο και του εκανε προτασεις, ο Αρμοδιος ανεφερε το θεμα στον εραστη του, ο οποιος και επραξε αμεσα. Ο Αριστογειτων οργανωσε μια συνωμοσια για να δολοφονησει τον Ιππαρχο μαζι με τον ισχυρο αδελφο του καταμεσις στα πληθη και στην συγχυση στους δρομους της πολης των Αθηνων κατα την ετησια πομπη των Παναθηναιων. Οι συνωμοτες οντως καταφεραν να ξαποστειλουν τον Ιππαρχο συμφωνα με το σχεδιο - ομως κατοπιν εμφανιστηκαν οι σωματοφυλακες του Ιππια και εσφαξαν τον Αρμοδιο. Ο Αριστογειτων συνεληφθη ζωντανος, φυλακιστηκε, βασανιστηκε και αργοτερα εκτελεστηκε.

Κανενα απο τα συμβαντα αυτης της ρομαντικης τραγωδιας, ουτε τιποτα απο τα συγκεχυμενα επακολουθα μπορει να φανει οτι προκαλεσε την πολιτικη ενεργεια που εκπαραθυρωσε τον Ιππια τρια χρονια αργοτερα. Και παλι, συντομα μετα την απελαση ανεγερθη στην αθηναϊκη αγορα ενα αγαλμα του Αρμοδιου και του Αριστογειτονα ως "απελευθερωτων των Αθηνων", με μια επιγραφη, ενα διστιχο ενδεχομενως του Σιμωνιδη:

Ἦ μέγʼ Ἀθηναίοισι φόως γένεθʼ, ἡνίκʼ Ἀριστο-

γείτων Ἵππαρχον κτεῖνε καὶ Ἁρμόδιος

Σιγουρα μεγα φως γεννηθηκε για τους Αθηναιους οταν

ο Αριστογειτων και ο Αρμοδιος σκοτωσαν τον Ιππαρχο

Η μεταφραση δεν μπορει να μεταφερει τους ρηματικους χρονους του ελληνικου πρωτοτυπου. Ο πρωτος στιχος στηνει "ενα μεγαλο φως" που περιβαλλει "τους Αθηναιους" κι απο τις δυο πλευρες. Ο δευτερος στιχος μας δειχνει τον Ιππαρχο ξεβρασμενο αναμεσα στον Αριστογειτονα και τον Αρμοδιο ως το αμεσο αντικειμενο του ρηματος "σκοτωσαν"·ׄ το ρημα ειναι στον ενικο, παρα το συνθετο υποκειμενο του, για να δωσει εμφαση σ' αυτην την μοναδα του φονικου εγκλεισμου. Με τυπικη οικονομια, ο Σιμωνιδης αποδιδει τα παθιασμενα δεδομενα της ιστοριας περισσοτερο ως δομη παρα ως επιφανειακη ρητορικη. Μπορουμε να υποθεσουμε οτι η παραγγελια του Σιμωνιδη ηταν να δοξασει τον φονο ως αφιλοκερδη δημοκρατικη πραξη. Και ομως καταφερε να υπονοησει την πιο σκοτεινη πιεση μιας ιδιωτικης ερωτικης περιστασης πισω απο τον πολιτικο μυθο.

Ειναι μια ιστορια με κοφτες τομες και φονικες συναφειες. Ειναι ενα επιγραμμα που αρχιζει με "μια αξιοσημειωτη αθετηση ενος απο τους πιο στοιχειωδεις κανονες του ελεγειακου στιχου." Ο κανονας οτι ενα ενωτικο πρεπει οπωσδηποτε να ερχεται στο τελος του στιχου διατυπωνεται πρωτα απο τον Ηφαιστιωνα, τον λεξικογραφο στον οποιο οφειλουμε την διατηρηση αυτου του ποιηματος. "Καθε μετρικη γραμμη τελειωνει σε μια πληρη λεξη, οποτε στιχοι οπως αυτοι των επιγραμματων του Σιμωνιδη ειναι λαθος," λεει ο Ηφαιστιων (Εγχειριδιον 28). Αυτη η λανθασμενη προσωδικη παρορμηση επιτρεπει στον Αριστογειτονα να υπερπηδησει τον τοπο του στον εξαμετρο στιχο και να συναντησει τον αγαπημενο του στην επομενη αραδα καθως συγκλινουν καταπανω στον παρεμβαλλομενο Ιππαρχο. Ομως καθε αδεια εχει ενα τιμημα. Η δομη του ελεγειακου διστιχου χωριζει το ονομα του Αριστογειτονα στα μισα τοσο βιαια οσο και η ζηλεια που εκοψε τη ζωη του.

Τα φυσικα στοιχεια του μνημειου στο οποιο εγχαραχτηκε αυτο το επιγραμμα μπορει να τονιζαν καποιες απο αυτες τις εντασεις μεσα απο μια αλληλεπιδραση μεταξυ κειμενου και μορφων. Δεν σωζονται ουτε το ιδιο το αγαλμα ουτε καμια λεπτομερης αρχαια περιγραφη, αλλα ταυτοποιηθηκαν ενας αριθμος αντιγραφων. Μοιαζει καθαρο οτι οι δυο μορφες εστεκαν παραδιπλα η μια στην αλλη διαμορφωνοντας μια δυνατη συνθεση, με το επιγραμμα του Σιμωνιδη εγχαραγμενο απο κατω. Μαλιστα μπορουμε να εικονοποιησουμε το πως φανταζε χαρη στην ανακαλυψη, στην αθηναϊκη αγορα το 1936, μιας βασης απο πεντελικο μαρμαρο που περιειχε το τελος ενος πενταμετρου στιχου αυτου του διστιχου. Τοτε το κειμενο του Σιμωνιδη θα πρεπει να πηγαινε συνεχομενα κατα μηκος της βασης απο αριστερα προς τα δεξια μεταξυ των δυο αγαλματων. Το πρωτο μισο του ονοματος του Αριστογειτονα θα ειχε χαραχθει αμεσως κατω απο την δικη του μορφη, χιμωντας προς τα αριστερα με υψωμενο το ξιφος στην κατευθυνση του Αρμοδιου. Και το υπολοιπο ημισυ του ονοματος ωθειται διασχιζοντας το κενο μεταξυ των δυο μορφων, με την συμπεριφορικη ενεργεια την ταιριαστη σ' εναν εραστη που παραμεριζει εναν αντιζηλο απο την πλευρα του αγαπημενου του. Λοιπον ειναι αληθεια (και σε κανεναν ελληνα αναγνωστη δεν θα αγνωστο) οτι το ονομα Αριστογειτων, με τον αρχικο του κρητικο ρυθμο, συνταιριαζεται αδεξια με τον δακτυλικο εξαμετρο, ασχετα με το που θα το βαλεις. Ομως θα υπεθετα οτι ο τροπος με τον οποιο ο Σιμωνιδης σκηνοθετει αυτο το ακουστικο δεδομενο στο σχεδιο του, δεν θελει να μας μιλησει τοσο για μετρικη δυστροπια οσο για συναισθηματα φονου σε ενα παιδεραστικο αστυνομοκρατουμενο καθεστως. Η ακριβεια του εχει μια γλυπτικη δυναμη να περιφερει το ματι του αναγνωστη πισω απο τις φορμες σε ανθρωπινα θεματα. Παλι εδω βλεπουμε την "συμπαθεια", για την οποια ο Σιμωνιδης ηταν διασημος, να αναδυεται κατευθειαν απο τα χειροπιαστα δεδομενα της ἀκρίβειας του.

Και σιγουρα αυτο ειναι μια λειτουργια της μεγαλης ποιησης, να μας υπενθυμιζει οτι το ανθρωπινο νοημα δεν τελειωνει με τα χειροπιαστα δεδομενα. Τα δεδομενα ζουν στην σχεση τους του ενος με το αλλο· και η γλωσσα ειναι ικανη να αντικειμενοποιει τα δεδομενα καθοσον μπορει να ονομαζει (η, οπως λενε οι Ελληνες, να μιμειται) αυτες τις σχεσεις. Οταν μιλουμε για την σιμωνιδεια ποιοτητα της συμπαθειας ως λειτουργια της ακριβειας αυτου του ποιητη, σημειωνουμε την ικανοτητα του Σιμωνιδη να κανει να συμβαινουν οι ιδιες συσχετισεις σε ενα σετ λεξεων σ' ενα ποιημα οπως υφιστανται σ' ενα σετ δεδομενων στον κοσμο. "Να μασας αυτο το ψωμι με γραφοδοντες", οπως το αποκαλει ο Paul Celan. Ας δουμε ενα αλλο παραδειγμα μιας τετοιας μιμητικης πραξης σ' εναν επιταφιο που συνεθεσε ο Σιμωνιδης για μια γυναικα με το ονομα Αρχεδικη:

Ἀνδρὸς ἀριστεύσαντος ἐν Ἑλλάδι τῶν ἐφʼ ἑαυτοῦ

Ἱππίου Ἀρχεδίκην ἥδε κέκευθε κόνις,

ἧ πατρός τε καὶ ἀνδρὸς ἀδελφῶν τʼ οὖσα τυράννων

παιδῶν τʼ οὐκ ἤρθη νοῦν ἐς ἀτασθαλίην.

Για εναν ανδρα που ο ιδιος ηταν στην Ελλαδα ο αριστος ολων των ανδρων στην εποχη του:

Την κορη του Ιππια Αρχεδικη κρυβει αυτη η σκονη,

Αυτην, οντας απο εναν πατερα, απο εναν συζυγο, απο αδελφους, απο παιδια, ολους τυραννους.

Κι ουτε πηραν τα μυαλα της αερα να την ωθησουν σε ατασθαλια

Η Αρχεδικη ηταν κορη του Ιππια (τελευταιος τυραννος των Αθηνων, οπως προηγουμενως), ενος αντρα, η παρουσια και η δυναμη του οποιου, συνοδευομενου απο ολους τους υπολοιπους αντρες των ημερων του στον πρωτο στιχο του ποιηματος, ο οποιος οντως θαβει την Αρχεδικη στο μεσον του δευτερου στιχου, εγκλωβισμενη αναμεσα στο ονομα του πατερα της και την σκονη του δικου της ταφου. Ο τριτος στιχος εντοπιζει την ολοκληρωτικη αξιωση της για φημη σε μια μετοχη: "οὖσα", και εξειδικευει τον τροπο του Ειναι της εξαιτιας της τετραπτυχης σχεσης του με αντρες. Ειναι αξιοσημειωτο οτι αυτη η αξιωση, η οποια μας πληροφορει οτι η Αρχεδικη επαιξε τους ρολους κορης, συζυγου, αδελφης και μητερας, δεν χρησιμοποιει κανενα απο αυτα τα ονοματα για να την προσδιορισει. Οι λειτουργιες της Αρχεδικης επισημαινονται αποκλειστικα απο την γραμματικη της εξαρτηση απο τα ονοματα πατερας, συζυγος, αδελφος, παιδια. Ο τεταρτος στιχος τελικα οντως αποδιδει στην Αρχεδικη μια ποιοτητα, ομως ειναι μια ποιοτητα ονομαζομενη δια της απουσιας της. Αυτης της γυναικας η ελλειψη ατασθαλιας ερχεται χωρις να κανει εκπληξη στο τελος ενος επιταφιου που αναφερει καθε πλευρα του Ειναι της στην αρσενικη προελευση.

Υπαρχει ενας αριθμος απο (πλεον οικεια) πραγματα που θα μπορουσε κανεις να πει σ' αυτο το σημειο για αρσενικο λογο και πατριαρχικους κωδικες και την καταπιεση της θηλυκης φωνης. Ο Σιμωνιδης, υποψιαζομαι, δεν ειχε τιποτα απο αυτα κατα νου οταν συνεθεσε το ποιημα του, αλλα κατα βαση εξυπηρετουσε τελειως αλλους, τιμητικους σκοπους με υπολογισιμη επιτυχια. Κι επομενως ο επιταφιος για την Αρχεδικη μπορει να σταθει ακομα περισσοτερο ως ενθαρρυντικη ενδειξη οτι ενας ποιητης που διαμορφωνει την προσοχη του συμφωνα με την ακριβεια μπορει να καταληξει να λεει περισσοτερη αληθεια απ' οσο το εννοει. Διοτι συρεται ακομα βαθυτερα στα ενδον των φυσικων δεδομενων. Οπως λεει ο Rilke, "Καθως ενα ποτο διατρεχει την διψα, η βαρυτητα βυθιζεται διαμεσου του." Η πραξη της ποιητικης προσοχης συγκεντρωνει στον εαυτο της μια κατευθυντηρια δυναμη τοσο μυστηριακη οσο η βαρυτητα του ενστικτου του ποιητη για αληθινες συσχετισεις.

Οι Ελληνες της γενιας στην οποια γεννηθηκε ο Σιμωνιδης ειχαν ενα ονομα για αυτο το ενστικτο και μια βαθια πιστη στην αξιωση του για την αληθεια. Αποκαλουσαν το ενστικτο που κανει εναν ποιητη ποιητη απλα σοφία. Πιστευαν οτι η ενασκηση της ποιητικης σοφιας ειναι ο καθαροτερος τοπος οπου η αληθεια μπορει να αποκτησει υπαρξη για τον εαυτο της. Εσυ κι εγω, απο την αλλη, ανηκουμε σε μια γενια που δεν ειναι πλεον ικανη να χρησιμοποιησει μια τετοια λεξη, η να διαγει συμφωνα με μια τετοια πιστη. Ειμαστε μερος μιας εποχης εξαρθρωσης, οπου η τεχνη και η αληθεια εχασαν η μια τον δρομο της αλλης, μιας εποχης την οποια ο Martin Heidegger αποκαλει "γλισχροι καιροι".

Με ενδιαφερει παρα πολυ, αυτο το γλισχρο, διοτι ο Heidegger λεει οτι το πρωταρχικο του χαρακτηριστικο ειναι μια χρηση της γλωσσας "που δεν νοιαζεται για ακριβεια." Η ενσταση εναντια στην ανακριβεια επαναληφθηκε πιο προσφατα απο τον ιταλο συγγραφεα Italo Calvino.

Λιγο πριν τον θανατο του ο Calvino απετεινε στον εαυτο του το ερωτημα της γλωσσας και το μελλον της γλωσσας στην τεχνη. Γενικα η προγνωση του ειναι σκοτεινη, ομως η ορολογια της διαφωτιστικη. Το οτι στον εικοστο αιωνα ολες οι τεχνες μας παραπαιουν, ιδιαιτερα εκεινες του λογου, ο Calvino το αποδιδει σε ενα ελλειμμα ακριβειας.

"Ακριβεια" ηταν ο τιτλος μιας διαλεξης που ο Italo Calvino εγραψε, ομως ποτε δεν εδωσε, ο θανατος του οποιου προλαβε τις Charles Eliot Norton Lectures στο Harvard το 1985. Ακολουθως το δοκιμιο δημοσιευτηκε σ' εναν τομο δοκιμιων με τιτλο Six Memos For The Next Millennium, και ξεκινα ως μια τροπον τινα ελεγειακη συζητηση της εξαφανισης της ακριβειας απο ολες τις λογοτεχνιες, τις παραστασεις, και τις καλλιτεχνικες φορμες του σημερινου μας "πολιτισμου της μετριοτητας", οπως ο Calvino αποκαλει την μοντερνα εποχη. Συνεχιζει περιγραφοντας αυτην την εξαφανιση σαν "μια πανουκλα που προσβαλλει την γλωσσα, που εμφανιζεται ως απωλεια της γνωστικης λειτουργιας και της αμεσοτητας, ενας αυτοματισμος που τεινει να ισοπεδωσει την καθε εκφραση στις πλεον γενικες, ανωνυμες και αφηρημενες φορμουλες, να νερωσει τα νοηματα, να στομωσει την κοψη της εκφραστικοτητας, αφανιζοντας την σπιθα που ξεπεταγεται απο την συγκρουση λεξεων και νεων "περιστασεων".

Αυτα ο Calvino. Και ειναι ενδιαφερον να τον ακουμε να συνεχιζει χαρακτηριζοντας την προσωπικη του αντιδραση στην "πανουκλα που προσβαλλει την γλωσσα" με ορους που ο Σιμωνιδης θα καταλαβαινε αμεσως. "Αυτος ειναι ο λογος που προσπαθω να μιλω οσο το δυνατον λιγοτερο... " λεει ο Calvino. Ο Σιμωνιδης επισης φημιζονταν για την φειδωλη του επικοινωνια. "Συχνα μετανιωσα για λογια, ομως ποτε οταν εμενα σιωπηλος", καταγραφηκε οτι ειπε· και ο Πλουταρχος μιλα για ενα συμποσιο οπου ο ποιητης καθονταν διπλα σ' εναν αντρα που παρεμεινε τελειως σιωπηλος ολο το βραδυ. Τελικα ο Σιμωνιδης στραφηκε προς αυτον και ειπε: "Καλε μου ανθρωπε, αν εισαι ηλιθιος, κανεις σοφο πραγμα· αν παλι εισαι σοφος, κανεις ηλιθιο."

Πιστευω οτι ο Σιμωνιδης και ο Italo Calvino θα ειχαν συμφωνησει οτι ο προσδιορισμος της αληθινης σχεσης μεταξυ ομιλιας και σιωπης, που ειναι η ουσια της ακριβειας, ειναι ενα θεμα τοσο ευαισθητο που φτανει στα ορια του παραδοξου. "Οι θνητοι μιλουν καθοσον ακουν," λεει ο Heidegger σε ενα απο τα δοκιμια του για την γλωσσα. Αυτο ειναι το στυλ ενος φιλοσοφου να πει κατι που ενας ποιητης θα το αντεστρεφε. Πρεπει να "ακους με το στομα σου," λεει ο Paul Celan. Ισως δεν υπαρχει πιο συγκινητικο παραδειγμα για το διλημμα του καλλιτεχνη σε γλισχρους καιρους απο αυτο του ακραιου και ατιθασευτου ρουμανου ποιητη. Ο Paul Celan αυτοκτονησε το 1970 αφου περασε την ζωη του επιδιωκοντας ενα ιδανικο ακριβειας τοσο ριζικο που, τελικα, καμια ανθρωπινη γλωσσα δεν μπορουσε να το βολεψει. Το ποιημα με τιτλο "Μιλα κι εσυ" καταγραφει ενα μερος του αγωνα του να παρει τα αληθινα μετρα του λογου:

Sprich auch du,

sprich als letzter

sag deinen Spruch


Sprich-

Doch scheide das Nein nicht vom Ja

Gib deinem Spruch auch den Sinn

gib ihm den Schatten.


Gib ihm Schatten genug,

gib ihm so viel,

also du um dich verteilt weißt zwischen

Mittnacht und Mittag und Mittnacht


Blicke umher

sieh, wie's lebendig wird rings -

Beim Tode! Lebendig!


Wahr spricht, wer Schatten spricht


Μιλα -

Μα μην χωρισεις το οχι απο το ναι.

Δωσε στον λογο σου και το νοημα:

δωσε του την σκια.


Δωσε του σκια αφθονη,

δωσε του τοση

οση γνωριζεις γυρω σου μοιρασμενη αναμεσα

μεσανυχτα και μεσημερι και μεσανυχτα.


Κοιτα τριγυρω:

δες πως ολα ζωντανευουν παντου -

Μα τον θανατο! Ζωντανευουν!


Αληθινα μιλαει οποιος μιλαει σκιές.

Τι σημαινει να μιλας σκιες; Τι σημαινει να μην χωρισεις το όχι απο το ναι; Για τον Paul Celan σημαινε προσπαθεια μιας ζωης να καθαρει την ποιητικη του γλωσσα απο καθε τι το ανακριβες, το αδιακριτο, η το λανθασμενο. Σημειωτεον απεσυρε απο την κυκλοφορια, λιγους μονο μηνες μετα την δημοσιευση του το 1948, το πρωτο του βιβλιο στιχων λογω των πολλων τυπογραφικων λαθων που περιειχε. Τυπογραφικα λαθη σε μια σελιδα ηταν μονο ενα προμηνυμα αυτου που ο Celan κατεληξε να θεωρει τυπογραφικα λαθη στην ψυχη της ποιητικης του γλωσσας. Τα ποιηματα του εγιναν ολο και μικροτερα, οι στιχοι του ολο και συντομοτεροι, η χρηση του των λεξεων προοδευτικα πιο διασπαρτη, πιο επειγουσα και πιο συμπυκνωμενη, υποχωρωντας εν ονοματι της ακριβειας ολο και βαθυτερα μεσα σ' αυτο που ενας γερμανος κριτικος αποκαλεσε "την no man's land μεταξυ ομιλιας και σιωπης." Επιχειρουσε να κανει μια νεα γλωσσα. Τα υστερα χρονια της ζωης του ηταν με τοσο αυξανομενο ρυθμο κυριευμενος απο αυτο το σχεδιο που στραφηκε εναντιον του δικου του πρωιμου εργου, ιδιαιτερα του πιο φημισμενου και πιο ανθολογημενου ποιηματος του ("Φουγκα του θανατου", σχετιζομενου με τα στρατοπεδα συγκεντρωσεως των Ναζι οπου πεθαναν και οι δυο γονεις του), αρνουμενος την επανατυπωση αυτου του ποιηματος για τον λογο οτι μιλουσε υπερβολικα αδιακριτα για πραγματα που δεν μπορουσαν να λεχθουν. Βρισκουμε την οψιμη ποιηση του να ειναι παντου στριμωγμενη απο αυτην την εγνοια:

… gleitest du mir auf den Mund,

mitten in meiner

dich Schatten beschwerenden

Rede

… γλιστρας πανω στο στομα μου

στα μισα του λογου μου

που σου απευθυνω, σκια

για να σου προσδωσω βαρος

Και περιγραφει την δικη του λυση σ' ενα αλλο ποιημα με την φιγουρα του ξυσιματος.

WEGGEBEIZT vom

Strahlenwind deiner Sprache

das bunte Gerede des An-

erlebten - das hundert-

züngige Mein-

gedicht, das Genicht

ΑΠΟΞΥΣΜΕΝΑ απο

την ακτινοθυελλα της γλωσσας σου

η φαιδρη φλυαρια της σκουπιδο-

φαγωμενης εμπειριας - το εκατο-

γλωσσο ψευδο-

ποιημα, το αποποιημα

Δυο χαρακτηριστικα αυτων των στιχων, που ιδιαιτερα επικαλουνται τον Σιμωνιδη, χρηζουν σημειωσης. Πρωτα, η συλλογη απο τον Celan των εικονων της "αποξυσμενης" φλυαριας και της "σκουπιδο- / φαγωμενης εμπειριας" υποδηλωνει μια παραλληλια με την εμπειρια του Σιμωνιδη απο την τεχνη της λιθοκοπιας. Τοσο η ξεση οσο και η επιγραφη ειναι διαδικασιες εκτομης, που επιζητουν να κατασκευασουν μια στιγμη της προσοχης αποκοβοντας, η αποτεμνοντας, η αποξεοντας ο,τι ειναι ασχετο, ωστε να αφησουν το νοημα εκτεθειμενο στην επιφανεια. Δευτερον, και συγγενικο, ο Celan, οπως ο Σιμωνιδης, ειχε την νοοτροπια να κανει την μεταφυσικη του μεσα απο αρνητικοτητα. Δειτε τον νεολογισμο του Genicht στον στιχο 6: "noem" (απο το ουσιαστικο Gedicht που σημαινει "ποιημα" και το επιρρημα nicht που σημαινει "δεν") αντανακλα μια συνεχομενη εμμονη στο εργο του Celan με την αρνηση και με την διαλεκτικη απουσιας και παρουσιας που ειναι συμφραζομενη στην αρνηση. Ειδαμε αυτην την διαλεκτικη να συστηνεται στο ποιημα "Μιλα κι εσυ" ως ειδος γλωσσας που διατηρει "Ναι και Οχι αδιαιρετα." Ο Σιμωνιδης επισης ετεινε να παιζει με την διαλεκτικη του Ναι και Οχι. Οι πολλες και διαφορες τακτικες του της αρνησης και της διπλης αρνησης αποσκοπουν στο να καταστησουν εμφανη την διαδικασια της αποκοπης, η της αποξεσης μιας επιφανειας γλωσσας. Ο σκοπος του ειναι να δημιουργησει μια στιγμη αρνητικης προσοχης οπου βλεπουμε την αληθεια βαθμιαια να ξεχωριζει απο ο,τι δεν ειναι η αληθεια, οπως σχηματα γραμματων πανω σε πετρα. Ενα απλο, ομως εκπληκτικο επιταφικο παραδειγμα αυτου ειναι το αποσπασμα του Σιμωνιδη 152E:

Ἄνθρωπʼ, οὐ Κροίσου λεύσσεις τάφον· ἀλλὰ γὰρ ἀνδρὸς

χερνήτεω μικρὸς τύμβος ἔμοιγʼ ἱκανός.

Συ! Οχι δεν βλεπεις τον ταφο του Κροισου.

Ναι, ανηκει σ' εναν φτωχο (εμενα), που του φτανει ενας μικρος ταφος.

Το ποιημα σκηνοθετει μια φανταστικη διαλεκτικη πλουτου και φτωχειας, φημης και μηδαμινοτητας. Ο Κροισος ηταν ο τελευταιος βασιλιας του αμυθητα πλουσιου βασιλειου της Λυδιας. Οταν τα στρατευματα του ηττηθηκαν απο αυτα του Κυρου του Μεγαλου, ο Κροισος σωρευσε τον πλουτο του κανοντας μια αχανη ταφικη πυρα, τοποθετηθηκε στην κορυφη και της εβαλε φωτια. Το ποιημα του Σιμωνιδη ελκει την προσοχη μας στην αχανη πυρακτωμενη κρυπτη του Κροισου μονο και μονο για να την αποξεσει - αφηνοντας εκτεθειμενο τον μικροσκοπικο ταφο ενος φτωχου ανωνυμου ανθρωπου που του φταναν μικρα πραγματα. Ειναι μια παραξενη και δυνατη στιγμη αναπληρωματικης δαπανης. Ειναι ενα μεγαλουργημα ποιητικης οικονομιας - καθως ο Σιμωνιδης επιτασσει σε διαθεσιμοτητα ολον τον πλουτο του Κροισου για να καταφωτισει τον ταφο ενος ανθρωπου πολυ φτωχου για να βαλει το δικο του ονομα στην ταφοπλακα του. Μια τετοια στιγμη αρνητικης προσοχης, οταν Ναι και Οχι παραμενουν αδιαιρετα, ειναι ενα μεσοδιαστημα ενικου γνωστικου περιεχομενου, διαθεσιμου σ' εμας πουθενα αλλου εκτος απο την γλωσσα. Οι ποιητες ειναι αυτα τα βαθια καλοπροαιρετα οντα που αναλαμβανουν οι ιδιοι το εργο να αναπαραστησουν σ' εμας τετοια πραγματα. Οπως λεει ο Celan σ' ενα ποιημα με τιτλο "Μεγαλη, πυρακτωμενη κρυπτη":

brenn ich dies Bild ein,

zwischen

die Hörner....

Die Welt ist fort, ich muß dich tragen

Καιγω αυτην την εικονα, αναμεσα

στα κερατα…

Ο κοσμος εχει χαθει, εγω πρεπει να σε φερω

Και σ' ενα αλλο ποιημα συμπυκνωνει την ποιητικη του ευθυνη σε μια ενοχλητικα απλη διπλη αρνηση:

MIT DEN VERFOLGTEN in spätem, un-

verschwiegenem

strahlendem

Bund

ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΔΙΩΓΜΕΝΟΥΣ, σε

οψιμο, αν-

αποσιωποιητικο,

αχτιδοβολο

δεσμο...

Οσο "αναποσιωποιητικη" και να 'ταν, η "υποσχεση" του Celan στους "καταδιωγμενους" σημαινε αποσυρση σε μια γλωσσα τοσο ιδιωτικη που τον σιωπησε. Προεβλεψε αυτην την σιωπη κι ακομα κατεληξε να την θεωρει αρμοζουσα στην ποιητικη αποστολη, η θα μπορουσαμε ετσι να συμπερανουμε απο ενα απο τα ποιηματα που δημοσιευτηκαν απο τους εκδοτες του μετα τον θανατο του.

ERST WENN ich dich

als Schatten berühre,

glaubst du mir meinen

Mund

der klettert mit Spät-

sinnigem droben

in Zeithöfen

umher,

du stößt zur Heerschar

der Zweitverwerter unter

den Engeln,

Schweigewütiges

sternt

ΜΟΝΟΝ ΟΤΑΝ

σαν σκια σε αγγιζω

θα πιστεψεις

το στομα μου,

που αναρριχαται με υστερο-

νοητα πραγματα ψηλα

σε αυλες του χρονου,

πεφτεις πανω στο τσουρμο

απο τους επαναχρηστες μεταξυ

τως αγγελων,

κι ενα σωμα που λυσσαει για σιωπη

αστριζει

Σ' αυτο το ποιημα ο Celan καταφερνει να τοποθετηθει ακριβως σ' εκεινο το οριο οπου Ναι και Οχι μενουν αδιαιρετα προβαλλοντας την φωνη του στο μελλον του δικου του θανατου και μιλωντας προς τα πισω στον κοσμο που θα τον εχει σιγασει. Που θα πει, εγραψε τον δικο του τον επιταφιο. Διοτι οπως ειδαμε απο την ποιηση του Σιμωνιδη, αυτη ειναι η προϋποθεση της επιταφικης δημοσιευσης, οτι οι νεκροι μπορουν να μιλουν στους ζωντανους καθε φορα που διαβαζεται η επιγραφη. Ας δουμε ενα ακομη παραδειγμα τετοιου λογου, συντεθειμενο απο τον Σιμωνιδη για τους αντρες που επεσαν στη μαχη του Ευρυμεδοντα:

Τῶνδέ ποτʼ ἐν στέρνοισι ταχυγλώχινας ὀιστούς

λοῦσεν φοίνισσαι θοῦρος Ἄρης ψαχάδι·

ἀντὶ δʼ ἀκοντοδόκων ἀνδρῶν μναμεῖα θανόντων

ἄψυχʼ ἐμψύχων ἅδε κέκευθε κόνις.

Μεσα στις θωρακικες κοιλοτητες αυτων των ανδρων, σαν τα σουβλερα

του νυχια απο τα βελη ελουσε ο αγριος Αρης: σε μια κοκκινη σταλα

Αντι για ανδρες με δορατα, μνημεια που

εχουνε πτωματα

- ψυχες ΝΑΙ αντι για ψυχες ΟΧΙ - ειναι ο,τι κρυβει αυτη η σκονη

Η μεταφραση ειναι επιτηδευμενη γιατι το στυλ και η συνταξη φτανουν στα ορια μιας ιδιωτικης γλωσσας. Ο Σιμωνιδης εφηυρε την λεξη ταχυγλώχινας (εδω μεταφρασμενη "σουβλερα νυχια απο τα βελη" για να τραβηξει την προσοχη σας) κι επισης την λεξη ἀκοντοδόκων (ανδρες με δορατα) και χρησιμοποιησε τις λεξεις φοίνισσαι ψαχάδι σε μια κατασκευη δοτικης που αψηφα την γραμματικη περιγραφη ("σε μια κοκκινη σταλα"). Ενδεχομενως θα μπορουσαμε να την αποκαλεσουμε δοτικη της ακριβειας, καθως ο Σιμωνιδης μοιαζει να χρησιμοποιει την φραση για να προσμετρησει την διαφορα μεταξυ ζωντανων και νεκρων, μεταξυ ομιλιας και σιωπης, μεταξυ Ναι και Οχι. Το ολο ποιημα συγκεντρωνεται προς αυτην την κοκκινη σταλα, η οποια ακολουθειται κατευθειαν απο την προθεση της ανταλλαγης (ἀντὶ) στην αρχη του στιχου 3 και κατοπιν απο μια δηλωση για το τι ακριβως ανταλλασσεται με τι σ' αυτην την επιταφικη συναλλαγη.

Μοιαζει οτι οι ζωντανοι ανδρες ανταλλασσονται με μνημες και οι ψυχες θετικο με ψυχες αρνητικο. Ομως θα πρεπει να σημειωσουμε οτι οι οροι της ανταλλαγης ειναι προβληματικοι. Τα χειρογραφα διατηρουν μια αναγνωση (ἄψυχʼ ἐμψύχων) η οποια απο τον Bergk και εκτοτε διορθωθηκε σε ἔμψυχ’ ἀψύχων. Θα πει οτι διορθωνουμε μια φραση που θα σημαινε "ψυχες ΟΧΙ αντι ψυχες ΝΑΙ" σε μια φραση που σημαινει "ψυχες ΝΑΙ αντι ψυχες ΟΧΙ". Και οι δυο αναγνωσεις εχουν το ιδιο μετρο· η διορθωση δικαιολογειται στην βαση της λογικης. Ο Denys Page συνοψιζει την εκδοτικη γνωμη της αναγνωσης του χειρογραφου οταν το αποκαλει "μια βαρια και αχαρη φραση" που "αντικαθιστα την σαφηνεια με το χαος."

Δεν θα σκοπευα να διαφωνησω με τον Denys Page, μα μου συμβαινει να ειμαι ευγνωμων που ο Σιμωνιδης μας αφησε ενα κειμενο το οποιο, με πρισσοτερους απο εναν τροπους, κρατα Ναι και Οχι αδιαιρετα. Υποθετω οτι το δωρο ειναι θεοσταλτο· και παλι θα επρεπε να σημειωσουμε εν παροδω οτι ο ιδιος ο Σιμωνιδης ειχε καποιες αλλοκοτες πεποιθησεις σχετικα με το σχισμα μεταξυ Ναι και Οχι που συμβαινει με τον θανατο και μνημονευεται σ' εναν επιταφιο. "Δεν ειναι η ψυχη που εγκαταλειπει το σωμα, αλλα το σωμα που εγκαταλειπει την ψυχη," καταγραφεται πως ειπε. Αυτο μου φαινεται μια μυστηρια και αποπροσανατολιστικη ιδεα. Απορω που να ειναι η ψυχη και ποια να ειναι η ζωη της απο την ωρα που το σωμα την εγκαταλειπει. Απο την αλλη, ειναι μια απο τις λειτουργιες της μεγαλης ποιησης να θετει μυστηριωδη και αποπροσανατολιστικα ερωτηματα για την ζωη και την ψυχη. Βλεπουμε τον Σιμωνιδη να αποδιδει αυτην την λειτουργια αδιστακτα σ' ενα οξυ μικρο ανεκδοτο απο την βιογραφικη του παραδοση. Αναφερει μια διενεξη αναμεσα στον ποιητη και σε καποιον ανωνυμο σκαιο ανθρωπο σχετικα με την αξια της επιταφικης ποιησης. Η θεση του σκαιου ειναι να ακυρωνει τους επιταφιους καλωντας τους "φλυαρα πτωματα που δεν ξερουν να κειτονται ησυχα." Κατοπιν ερχεται η σινωνιδεια ανταποδωση: "Καλε μου ανθρωπε, εισαι πιο νεκρος καταμεσις στη ζωη σου απ' αυτους που κειτονται θαμμενοι κατω απο την γη!"

Ο ποιητης ειναι καποιος που γραφει πανω στον κοσμο. Για να το κανει αυτο πρεπει να τοποθετησει τον εαυτο του ιδιοσυγκρασιακα σε ενα ειδος no man's land μεταξυ αρνητικου και θετικου, μεταξυ ψυχης και σωματος, μεταξυ σιωπης και ομιλιας. Εχει να επανεφευρει τις επιφανειες στις οποιες συνηθως εγγραφονται τα ανθρωπινα γραπτα - ειτε αυτες αποτελουνται απο πετρα, η τυπωμενες σελιδες, η την οψη ενος νομισματος, η τα φαινομενα που καλουμε λογικο και μνημη. Πρεπει να εφαρμοσει τον εαυτο του στις επιφανειες του κοσμου με εργαλεια τετοιας ακριβειας που να μπορουν να αποκοψουν καθε τι που του μοιαζει αναληθες. Ειναι μοναχικο, σφιχτο, αποθαρρυντικο εργο γιατι τον κανει να τσιγγουνευεται με συνηθισμενες πολιτισμικες δαπανες οπως ο χρονος, η γραμματικη, η αρετη και η συνομιλια. Ενα τελικο, βασικα μετα θανατον ποιημα του Paul Celan δειχνει ποσο στεκει στην κοψη του ξυραφιου. Μαλιστα ειναι ενα ποιημα με την ιδεα να ειναι επιγραφη σ' εναν πινακα του Vincent Van Gogh, Χωραφι σταρια με κορακια:

Rabenüberschwärmte Weizenwoge

Welchen Himmels Blau? Des untern? Obern?

Später Pfeil, der von der Seele schnellte

Stärkres Schwirren. Näh'res Glühen. Beide Welten

Σμαρι απο κορακια πανω απο σιτηροκυματα

Μπλε ποιανου ουρανου; Του κατω; Του ανω;

Υστερο βελος που εκτοξευσε η ψυχη

Δυνατοτερο βουητο.

Εγγυτερη πυρακτωση. Οι δυο κοσμοι μαζι

Wheatfield With Crows

Το Χωραφι σταρια με κορακια ηταν ο τελευταιος πινακας του Van Gogh. Μετα που τον τελειωσε πυροβολησε τον εαυτο του στο διαφραγμα και πεθανε τρεις μερες αργοτερα. Αν ηταν αληθεια, οπως καποιοι μελετητες θελουν να το φανταζονται, οτι τα κορακια που χυνονται σμαρι στον μπλε ουρανο σ' αυτον τον πινακα ειχαν τρομαξει απο τον ιδιο τον πυροβολισμο του ζωγραφου, ο Van Gogh θα ειχε πετυχει κατι που θα επιδοκιμαζαν και ο Σιμωνιδης και ο Paul Celan. Ζωγραφισε τον ιδιο του τον επιταφιο. Τοτε μοιαζει ταιριαστο οτι ενας ποιητης θα ειχε επανεγγραψει τον επιταφιο του σε μια γλωσσα τοσο ακριβη που καθιστα ορατο το σημειο οπου το Ναι και το Οχι ειναι γραμμενα πανω στον κοσμο αδιαιρετα, καθιστα ακουστο τον ηχο μιας ψυχης που εγκαταλειπεται απο το σωμα της.