Θέατρο, ρόλος, συναισθήματα.
Τι κάνουμε με τα συναισθήματα του ρόλου μας;
Θέατρο, ρόλος, συναισθήματα.
Τι κάνουμε με τα συναισθήματα του ρόλου μας;
Τι είναι ένας ρόλος στο Θέατρο;
Σύντομο δοκίμιο του Γιάννη Φαρμακίδη που μοιράστηκε στο Κοινό της παραστάσεως «Σάς παρακολουθώ εδώ και εκατομμύρια χρόνια» η οποία δόθηκε στον Βόλο, τον Οκτώβριο του 2023.
Τι είναι ένας ρόλος στο Θέατρο; Είναι συναισθήματα! Τι μπορούμε να κάνουμε με αυτά τα συναισθήματα; Απολύτως τίποτε! Έτσι ακριβώς, απολύτως τίποτε. Και να γιατί. Τα συναισθήματα γεννιούνται μέσα μας ανεξάρτητα από την θέλησή μας. Δεν μπορούμε να θελήσουμε να αισθανθούμε χαρά, εάν δεν μάς συμβαίνει κάτι καλό. Δεν μπορούμε να θελήσουμε να μην αισθανθούμε λύπη, εάν μάς συμβεί κάτι κακό. Εάν μπορούσαμε να δημιουργούμε ή να αφαιρούμε από μέσα μας συναισθήματα, θα είχαμε βρει το κλειδί της ευτυχίας. Όλος ο κόσμος θα ήτανε χαρούμενος κι ούτε ένα άτομο λυπημένο.
Άρα, λοιπόν, τι κάνουμε, τελικά, με τα συναισθήματα, όταν πάμε να ερμηνεύσουμε έναν ρόλο; Ας αφήσουμε προς στιγμήν κατά μέρος αυτό το ερώτημα, θα επανέλθουμε σ’ αυτό αργότερα, και ας σκεφτούμε ότι ένας ρόλος είναι ένα άλλος άνθρωπος τον οποίον καλούμαστε να γνωρίσουμε.
Πώς γνωρίζουμε καλά έναν άνθρωπο; Χρειάζεται να ικανοποιηθούν δύο συνθήκες: α) Να έχουμε πολύ συχνή, καθημερινή, επαφή μαζί του β) Αυτή η επαφή να μην είναι στιγμιαία, παρά να έχει κάποια διάρκεια. Για παράδειγμα, εάν με τον άνθρωπο που μένει στο διπλανό σπίτι έχουμε καθημερινή επαφή, αλλά αυτή περιορίζεται σε μιά «καλημέρα», δεν θα τον γνωρίσουμε καλά ποτέ. Χρειάζεται να μιλάμε μαζί του, κάθε μέρα, και να μιλάμε αρκετά μαζί του.
Το ίδιο καλούμαστε να κάνουμε με έναν ρόλο. Χρειάζεται να περνάμε τα λόγια του ρόλου κάθε μέρα. Προσοχή, χρειάζεται ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ. Συνήθως, στον ερασιτεχνικό θεατρικό χώρο δεν υπάρχει η δυνατότητα καθημερινών προβών όλων των μελών μαζί της ομάδας. Αλλά αυτό δεν πρέπει να μάς εμποδίσει να διαβάζουμε στο σπίτι μας ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ τα λόγια του ρόλου μας, και, εννοείται, πάντοτε μεγαλοφώνως και ποτέ από μέσα μας.
Τι θα συμβεί, εάν περνάμε ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ, αλλά ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ, ακόμη και τις Κυριακές και τις γιορτές, τα λόγια του ρόλου; Πρώτα-πρώτα θα αποστηθίσουμε τα λόγια. Δεύτερον θα αρχίσουμε να ταυτιζόμαστε με τον άνθρωπο, με το θεατρικό πρόσωπο που είναι ο ρόλος μας. Θα αρχίσουμε, δηλαδή, να νοιώθουμε σαν το πρόσωπο που καλούμαστε να ερμηνεύσουμε. Θα βγούμε δηλαδή από τον εαυτό μας και θα γίνουμε το άλλο πρόσωπο και θα αποκτήσουμε τα συναισθήματά του. Θα γεννιούνται μέσα μας τα συναισθήματα του θεατρικού προσώπου και, μάλιστα, ανεξάρτητα από την θέλησή μας.
Πόσος καιρός χρειάζεται για να συμβεί αυτό; Τουλάχιστον δύο μήνες, δηλαδή εξήντα συνεχείς ημέρες. Κάποιες φορές και παραπάνω. Αλλά, προσοχή! Οι πρόβες, δηλαδή το πέρασμα του κειμένου, ανεξάρτητα από τις πρόβες που κάνει η θεατρική ομάδα, οι πρόβες στο σπίτι δηλαδή, πρέπει να γίνονται ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ. Δεν έχει κανένα νόημα να καθόμαστε μόνον μιά φορά την εβδομάδα επί πέντε-έξη ώρες και να διαβάζουμε τα λόγια μας. Δεν πρόκειται ποτέ να ταυτιστούμε με το θεατρικό πρόσωπο. Πρέπει να έχουμε επαφή με το κείμενο ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ. Εάν δεν συμβαίνει αυτή η καθημερινή επαφή με τον ρόλο, δεν πρόκειται ποτέ να πετύχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Δεν χρειάζεται να τρομοκρατούμαστε πού θα βρούμε χρόνο κάθε μέρα. Σπανίως χρειάζεται πάνω από μισή ώρα για να διαβάσουμε, μεγαλόφωνα πάντοτε, τα λόγια του ρόλου μας.
Είναι άραγε βέβαιο ότι ακολουθώντας την ανωτέρῳ διαδικασία θα φτάσουμε στην ταύτιση με το θεατρικό πρόσωπο; Όχι, δεν είναι βέβαιο. Πρέπει να πούμε την αλήθεια. Για φτάσουμε στην ταύτιση χρειάζεται εκτός από την καθημερινή επαφή με το κείμενο και η από μέρους μας διάθεση να ταυτιστούμε με τον ρόλο μας. Ακόμη και τότε, δηλαδή με θετική διάθεση, πάλι δεν είναι εντελώς βέβαιη η ταύτιση. Όμως, και να μην συμβεί η ταύτιση, θα έχουμε κερδίσει δύο πράγματα. Πρώτον, θα έχουμε αποστηθίσει τα λόγια. Δεύτερον, θα έχουμε καταφέρει να λέμε τα λόγια μας με φυσικότητα, χωρίς υπερβολές. Θα διαπιστώσουμε μιά αλλαγή στον τρόπο που λέμε τα λόγια του ρόλου και αυτή η αλλαγή θα μάς εκπλήξει. Θα έχει συμβεί μιά αλλαγή στο τρόπο που εκφέρουμε τα λόγια του ρόλου και δεν θα έχουμε καταλάβει πώς φτάσαμε σε τέτοια αλλαγή.
Χρειάζεται να έχουμε υπ’ όψιν ότι ένας καλογραμμένος ρόλος, περιέχει πάντοτε στο κείμενο τα συναισθήματα. Ακόμη και εάν απλώς διαβάσουμε έναν ρόλο, χωρίς να έχουμε πρόθεση να τον αναπαραστήσουμε, νοιώθουμε αυτά τα συναισθήματα. Ο θεατρικός λόγος περιέχει ήδη και μεταδίδει τα συναισθήματα. Η δουλειά μας, όταν ερμηνεύουμε έναν ρόλο, είναι να δείξουμε αυτά τα συναισθήματα με τρόπο δημιουργικό, με τρόπο που να προκαλεί αισθητική έκπληξη στο Κοινό και όχι να προσλαμβάνει τα Κοινό μιά από τα ίδια.
Ας δούμε ένα παράδειγμα.
ΙΟΥΛΙΕΤΑ Τι είναι αυτό; Ένα κύπελλο στο χέρι του αληθινού μου έρωτα;
Με δηλητήριο, βλέπω, τέλειωσε η σύντομη ζωή του.
Παλιάνθρωπε! Το ήπιες όλο και δεν άφησες μιά φιλική σταγόνα να βοηθήσει κι εμένα.
Θα φιλήσω τα χείλη σου.
Ίσως λίγο δηλητήριο να έχει ακόμη επάνω τους να γιατρευτώ πεθαίνοντας.
(Τον φιλά.)
Τα χείλη σου είναι ζεστά.
Α, θόρυβος; Πρέπει να βιαστώ.
Ευτυχισμένο μου μαχαίρι!
(Αρπάζει το μαχαίρι του Ρωμαίου.)
Εδώ είναι η θήκη σου.
Εδώ να ξεκουραστείς και να μ’ αφήσεις να πεθάνω.
(Μαχαιρώνεται και πέφτει στο σώμα του Ρωμαίου.)
Σαίξπηρ «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» Πράξη Πέμπτη, Σκηνή Τρίτη
Μετάφραση Γιάννη Φαρμακίδη
JULIET What's here? A cup, clos'd in my true love's hand?
Poison, I see, hath been his timeless end.
O churl! drunk all, and left no friendly drop
To help me after? I will kiss thy lips.
Haply some poison yet doth hang on them
To make me die with a restorative.
(Kisses him.)
Thy lips are warm!
Yea, noise? Then I'll be brief. O happy dagger!
(Snatches Romeo's dagger.)
This is thy sheath; there rust, and let me die.
(She stabs herself and falls on Romeo's body.)
Τι καλούμαστε να κάνουμε ερμηνεύοντας αυτήν την σκηνή; Αυτό το ερώτημα δεν είναι σωστό! Καλύτερα ας ρωτήσουμε: τι πρέπει να αποφύγουμε σε αυτήν την σκηνή; Το να παίξουμε δραματικά σε αυτήν την σκηνή είναι κάτι που το περιμένει το Κοινό. Άρα, εάν παίξουμε δραματικά, το Κοινό δεν θα δοκιμάσει καμία αισθητική έκπληξη. Δεν μπορούμε να προβλέψουμε τι θα κάνει κάθε μιά ηθοποιός ταυτιζόμενη με την Ιουλιέτα. Μπορούμε, όμως, να σκεφτούμε κάποια πράγματα. Η Ιουλιέτα, και η ηθοποιός που θα ταυτιστεί με την Ιουλιέτα, είναι δυνατόν να μην νοιώσει δραματικά, αλλά κάπως αλλιώς. Είναι δυνατόν, για παράδειγμα, να αισθανθεί έναν άκρατο ερωτισμό. Ένα ερωτικό πάθος κι όχι μιά δραματική κατάσταση. Σκεφτείτε ότι η Ιουλιέτα αποφασίζει να αυτοκτονήσει επειδή θεωρεί ότι η αυτοκτονία είναι ο μόνος τρόπος να επανασυνδεθεί με τον Ρωμαίο. Η Ιουλιέτα πάει να συναντήσει τον εραστή της. Καμία λύπη. Είναι γεμάτη χαρά από την προσδοκία της ηδονής. Συμπέρασμα: χρειάζεται να ερευνούμε το ασυνήθιστο παίξιμο και να αφήνουμε τους εαυτούς μας να παρασύρονται από το ασυνήθιστο, το απροσδόκητο, από ό,τι προκαλεί αισθητική έκπληξη. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι στο Θέατρο τόσον το παίξιμο, όσον και η σκηνοθεσία, πρέπει να υποτάσσονται σε έναν και μοναδικό σκοπό, να εκπλαγεί το Κοινό, να μην βαρεθεί το Κοινό, να μπορεί το Κοινό να θυμάται την παράσταση και μετά από αρκετά χρόνια.
Εάν σάς βγει στις πρόβες να ερμηνεύετε έναν ρόλο με τρόπο διαφορετικό από ό,τι συνήθως, μην διστάσετε να ακολουθήσετε αυτόν τον τρόπο. Μην αναρωτηθείτε: ταιριάζει αυτή η ερμηνεία με αυτόν τον ρόλο; Το Κοινό μπορεί να δεχτεί τα πάντα, την οποιαδήποτε ερμηνεία, εφ’ όσον τού προκαλεί αισθητική έκπληξη, εφ’ όσον του κρατά το ενδιαφέρον. Μη ξεχνάτε: Τέχνη είναι το ασυνήθιστο, υπό την προϋπόθεση ότι κρατά το ενδιαφέρον του Κοινού.
Ίσως τώρα τεθεί το ακόλουθο ερώτημα: γιατί χρειάζονται όλα αυτά, την στιγμή που είναι πανεύκολο να κάνω το λυπημένο άτομο ή το χαρούμενο ή το θυμωμένο ή ό,τιδήποτε άλλο; Γιατί να κάνω όλα αυτά, την στιγμή που έχω δει ηθοποιούς, αμέσως και χωρίς πολλά-πολλά, να μού δείχνουν λύπη, χαρά ή οποιοδήποτε άλλο συναίσθημα;
Ας δούμε τι ακριβώς κάνουν αυτοί οι ηθοποιοί που μόλις αναφέραμε. Μιμούνται τα εξωτερικά χαρακτηριστικά ενός συναισθήματος. Για παράδειγμα, ξέρουμε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι όταν είναι λυπημένοι, μιλάνε αργά, με μπάσσα φωνή, με το κεφάλι κατεβασμένο, με τα χείλη τραβηγμένα προς τα κάτω. Ένας ή μία ηθοποιός, είναι δυνατόν να μιμηθεί αυτά τα εξωτερικά χαρακτηριστικά και να υποδυθεί ένα λυπημένο θεατρικό πρόσωπο. Δηλαδή, με άλλα λόγια, να περιγράψει τα εξωτερικά χαρακτηριστικά ενός συναισθήματος. Αυτό το είδος του παιξίματος, γνωστό και ως περιγραφικό παίξιμο, έχει δύο σοβαρά μειονεκτήματα.
Το πρώτο μειονέκτημα είναι ότι η/ο ηθοποιός παίζει με έναν τρόπο που είναι αναμενόμενος. Δηλαδή το Κοινό ξέρει ότι τα περισσότερα λυπημένα άτομα μιλάνε με έναν συγκεκριμένο τρόπο, αυτόν που δείχνει η/ο ηθοποιός. Άρα, το Κοινό, δεν δοκιμάζει κάποια έκπληξη, κάποια αισθητική έκπληξη. Απλώς το Κοινό παίρνει μία από τα ίδια.
Το δεύτερο μειονέκτημα αυτού του τρόπου παιξίματος είναι ότι φαίνεται ψεύτικο, ακόμη και εάν η/ο ηθοποιός κάνει προσπάθειες να δείξει αληθοφάνεια. Δεν είναι τυχαίες εκφράσεις όπως «κάνεις θεατρινισμούς», «παίζεις θέατρο», που χρησιμοποιεί ο κόσμος για να πει ότι ένα άτομο δεν είναι ειλικρινές. Αλλά σκοπός του Θεάτρου είναι η αλήθεια. Το ότι το Θέατρο είναι μίμησις πράξεως, δεν σημαίνει, κατ’ ανάγκην ότι επιτρέπεται να δείχνει ψεύτικο.
Ας απαντήσουμε τώρα στο ερώτημα που θέσαμε στην αρχή, δηλαδή τι κάνουμε με τα συναισθήματα. Δεν κάνουμε τίποτε! Δεν χρειάζεται να σκεφτόμαστε τίποτε για τον ρόλο. Καμία εμβάθυνση, ανάλυση και άλλα τέτοια δεν πρόκειται να μάς βοηθήσει να παίξουμε. Όλα αυτά είναι καλά και χρήσιμα για ένα άτομο που μελετά το Θέατρο, αλλά δεν χρησιμεύουν στην/στον ηθοποιό καθώς στήνει τον ρόλο και, μετά, καθώς παίζει. Την ώρα που ερμηνεύουμε, για παράδειγμα τον ρόλο του Άμλετ, δεν πρόκειται να μάς βοηθήσει σε τίποτε όση ψυχανάλυση και νά ’χουμε κάνει του προσώπου του Άμλετ. Αυτό που χρειάζεται ο ηθοποιός για να παίξει τον Άμλετ είναι να αισθανθεί ως Άμλετ, να ταυτιστεί με τον Άμλετ. Και να γίνει αυτό έχουμε ήδη αναφέρει προηγουμένως ποιά διαδικασία πρέπει ν’ ακολουθήσουμε.
Έχω ακούσει άτομα που σκηνοθετούν και δίνουν οδηγίες στις/στους ηθοποιούς όπως για παράδειγμα: «σ’ αυτήν την σκηνή θα βάλεις αμφιβολία, αλλά και λίγο φόβο» ή «θα παίξεις βάζοντας χαρά, αλλά και κάποια επιφύλαξη». Τέτοιες και άλλες παρόμοιες οδηγίες μαρτυρούν ένα πράγμα: πλήρη άγνοια του Θεάτρου, αλλά και της ψυχολογίας. Όπως εξηγήσαμε προηγουμένως, είναι αδύνατον να παράγουμε συναισθήματα κατά βούλησιν.
Όλα όσα διαβάσατε προηγουμένως είναι εμπειρία μερικών δεκαετιών στο Θέατρο την οποία έχει ο συντάκτης του παρόντος δοκιμίου. Εάν θέλετε να επικοινωνήσετε μαζί του, γράψτε στην διεύθυνση maniatheatrou999@gmail.com