μανία θεάτρου
Les cheveux du soleil sont nos mains aussi.
Και τα μαλλιά του ήλιου είναι χέρια μας επίσης.
Sophie Podolski
Σάρα Κέϊν Sarah Kane
4.48 Ψύχωσις
4.48 Psychosis
(απόσπασμα)
μετάφραση Γιάννη Φαρμακίδη
Η μετάφραση έγινε από το αγγλικό πρωτότυπο όπως υπάρχει στην έκδοση Sarah Kane Complete Plays του οίκου Methuen, Λονδίνο 2001.
Δείτε εδώ την παράσταση στον Βόλο, το 2005, σε σκηνοθεσία Γιάννη Φαρμακίδη.
Σάρα Κέϊν
(1971 - 1999)
Παραθέτουμε εδώ ένα εκτεταμένο απόσπασμα από το έργο της Σάρα Κέϊν "4.48 Ψύχωσις" σε μετάφραση Γιάννη Φαρμακίδη.
Στην παρούσα έκδοση της μεταφράσεως διατηρήθηκε η σελιδοποίηση και η στίξη του αγγλικού πρωτοτύπου.
(Πολύ μακρά σιωπή.)
- Όμως έχεις φίλους.
(Μακρά σιωπή.)
-Έχεις πολλούς φίλους.
Τι τους προσφέρεις τους φίλους σου ώστε να σε βοηθάνε τόσο;
(Μακρά σιωπή.)
Τι προσφέρεις;
(Σιωπή.)
_ _ _ _
μιά σταθερή συνείδηση κατοικεί σε σκοτεινή αίθουσα δεξιώσεων κοντά στην οροφή ενός μυαλού, το δάπεδό του μετατοπίζεται όταν μιά αχτίδα φωτός πέφτει πάνω σε δέκα χιλιάδες κατσαρίδες, και όλες οι σκέψεις ενώνονται σε στιγμιαία αρμονία με το σώμα που επί τέλους είναι παρόν, καθώς οι κατσαρίδες αποτελούν μιά αλήθεια που ποτέ, κανένας δεν προφέρει.
Πέρασα μιά νύχτα όπου όλα μου αποκαλύφθηκαν .
Πώς να μιλήσω πάλι;
ο σπασμένος ερμαφρόδιτος που εμπιστεύονταν μόνον την αντρογυναικεία φύση του βρίσκει το δωμάτιο γεμάτο απ’ την πραγματικότητα και εκλιπαρεί να μην ξυπνήσει από τον εφιάλτη
και ήταν όλοι τους εκεί
δεν έλλειπε κανένας
και ήξεραν τ’ όνομά μου
καθώς ξέφευγα σαν σκαθάρι πάνω στη ράχη από τις καρέκλες τους
Θυμήσου το φως και πίστεψε στο φως
Μιά στιγμιαία διαύγεια πριν την αιώνια νύχτα
μη μ’ αφήσεις να ξεχάσω
_ _ _ _
Είμαι λυπημένη
Αισθάνομαι ότι το μέλλον είναι χωρίς ελπίδα και τα πράγματα δεν μπορούν να βελτιωθούν
Έχω βαρεθεί κι έχω απογοητευτεί με όλα
Είμαι ένα εντελώς αποτυχημένο άτομο
Είμαι ένοχη, τιμωρούμαι
Θά’ θελα ν’ αυτοκτονήσω
Κάποτε μπορούσα να κλαίω αλλά τώρα είμαι πέρα από δάκρυα
Έχω χάσει το ενδιαφέρον για τους άλλους ανθρώπους
Δεν μπορώ να πάρω αποφάσεις
Δεν μπορώ να φάω
Δεν μπορώ να κοιμηθώ
Δεν μπορώ να σκεφτώ
Δεν μπορώ να ξεπεράσω τη μοναξιά μου, τους φόβους μου, την αηδία
Δεν μ’ αρέσει το σώμα μου
Δεν μπορώ να γράψω
Δεν μπορώ ν’ αγαπήσω
Ο αδερφός μου πεθαίνει, ο εραστής μου πεθαίνει, εγώ τους σκοτώνω και τους δύο
Εφορμώ προς τον θάνατό μου
Τα φάρμακα με τρομάζουν
Δεν μπορώ να κάνω έρωτα
Δεν μπορώ να γαμήσω
Δεν μπορώ νά ’μαι μόνη μου
Δεν μπορώ νά ’μαι με άλλους
Οι γοφοί μου είναι υπερβολικά μεγάλοι
Αντιπαθώ το μουνί μου
Στις 4.48
όταν η απελπισία έρθει
θα κρεμαστώ
ενώ θ’ ακούγεται η ανάσα του εραστή μου
Δεν θέλω να πεθάνω
έχω γίνει τόσο απελπισμένη από το γεγονός της θνητότητάς μου που έχω αποφασίσει ν’ αυτοκτονήσω
δεν θέλω να ζήσω
Ζηλεύω τον εραστή μου που κοιμάται και λαχταρώ τη τεχνητή του αναισθησία
Όταν ξυπνήσει θα ζηλέψει την άϋπνη νύχτα μου τη γεμάτη σκέψεις και λόγια ανεπηρέαστα από φάρμακα
Έχω αφεθεί στον θάνατο αυτή τη χρονιά
Κάποιοι θα το αποκαλέσουν προσωπική απόλαυση
(τυχεροί που δεν ξέρουν την αλήθεια του)
Κάποιοι θα γνωρίσουν την απλή πραγματικότητα του πόνου
Αυτό αρχίζει να γίνεται η συνηθισμένη μου ζωή
_ _ _ _
100
91
84
81
72
69
58
44
37 38
42
21 28
12
7
_ _ _ _
Δεν έμεινα για πολύ, δεν έμεινα εκεί για πολύ. Αλλά πίνοντας πικρόν μαύρο καφέ αντιλαμβάνομαι εκείνη την φαρμακευτική μυρουδιά σ’ ένα ακίνητο σύννεφο καπνού
και κάτι μ’ αγγίζει μέσα σ’ αυτό το σιωπηρό θλιβερό μέρος, μιά πληγή από δύο χρόνια τώρα, ανοίγει σαν πτώμα και μιά ντροπή θαμμένη από καιρό ξεστομίζει τη σιχαμερή σάπια λύπη της.
Ένα δωμάτιο με ανέκφραστα πρόσωπα που κυττάνε αφηρημένα τον πόνο μου, τόσο στερημένα από νόημα που πρέπει να έχουν κακό σκοπό.
Ο Δόκτωρ Τάδε και ο Δόκτωρ Δείνας και ο Δόκτωρ Πώς-τον-λένε που έτυχε να περνάει και σκέφτηκε να μπει στα πεταχτά και να πάρει και τα ούρα. Καίγομαι σ’ έναν καυτό θάλαμο τρόμου, πλήρης εξευτελισμός μου καθώς τρέμω χωρίς λογική, σκοντάφτω σε λέξεις, δεν μου μένει τίποτα να πω για την δήθεν αρρώστια που τελικά δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά η συνειδητοποίηση ότι τίποτα δεν έχει νόημα αφού πρόκειται να πεθάνω. Και με φέρνει σ’ αδιέξοδο αυτή η απαλή ψυχιατρική φωνή της λογικής που μου λέει ότι υπάρχει μιά αντικειμενική πραγματικότητα όπου το σώμα μου και το μυαλό μου γίνονται ένα. Όμως δεν είμαι εδώ και ποτέ δεν ήμουν. Ο Δόκτωρ Τάδε το σημειώνει αυτό και ο Δόκτωρ Δείνας αποτολμά ένα μουρμουρητό συμπαθείας. Με παρατηρούν, μ’ εξετάζουν, μυρίζουν την σακατεμένη μου ζωή που στάζει σαν πύον από το δέρμα μου, την απελπισία μου με τα γαμψά της νύχια, τον πανικό που με εξαντλεί και με διαποτίζει καθώς βλέπω με τρόμο τον κόσμο κι αναρωτιέμαι γιατί όλοι τους χαμογελούν και με κυττάζουν ξέροντας στα κρυφά την οδυνηρή ντροπή μου.
Ντροπή ντροπή ντροπή.
Πνιγμένη στην γαμημένη ντροπή σου.
Μυστήριοι γιατροί, ευαίσθητοι γιατροί, φευγάτοι γιατροί, γιατροί που θά ’παιρνες όρκο ότι γαμάνε τους ασθενείς, κάνουν τις ίδιες ερωτήσεις, μου βάζουν λόγια στο στόμα, προσφέρουν χημικές θεραπείες για εκ γενετής άγχος και καλύπτουν ο ένας τις μαλακίες του άλλου ώσπου θέλω να ουρλιάξω για σένα, τον μοναδικό γιατρό που μ’ άγγιξε, που γέλασε με το μαύρο χιούμορ μου, που πήρε τα ούρα όταν είχα ξυρίσει το κεφάλι, που είπε ψέματα ότι του ήταν ευχάριστο που με έβλεπε. Που είπε ψέματα. Και του ήταν ευχάριστο που με
έβλεπε. Σ’ εμπιστεύτηκα, σ’ αγάπησα και δεν με πονάει που σε χάνω, με πονάνε τα κωλοψέματά σου που μου πέταγες κατάμουτρα για ιατρική ορολογία.
Δίκη σου η αλήθεια, δικά σου και τα ψέματα, όχι δικά μου.
Και καθώς πίστευα ότι ήσουν διαφορετικός και ότι ίσως να αισθανόσουνα την αγωνία που καμιά φορά τρεμόσβηνε στο πρόσωπό σου και ήταν έτοιμη να εκραγεί, εσύ κύτταζες να καλύψεις τον κώλο σου, όπως οι άλλοι. Όπως όλοι οι άλλοι ηλίθιοι μαλάκες.
Στο μυαλό μου όλα αυτά λέγονται προδοσία. Και το μυαλό μου είναι το θέμα απ’ αυτά εδώ τα σκόρπια κομμάτια.
Τίποτα δεν μπορεί να σβύσει τον θυμό μου.
Και τίποτα δεν μπορεί να μου ξαναδώσει εμπιστοσύνη.
Αυτός δεν είναι κόσμος να θέλω να ζήσω μαζί του.
_ _ _ _
- Έχεις κάνει καθόλου σχέδια;
- Να πάρω μιά υπερβολική δόση, να κόψω τις φλέβες και να κρεμαστώ.
- Όλα αυτά τα πράγματα μαζί;
- Δεν νομίζω ότι θα τα θεωρήσουνε κραυγή βοηθείας.
(Σιωπή.)
- Δεν θα πετύχει.
- Και βέβαια θα πετύχει.
- Δεν θα πετύχει. Θ’ αρχίζεις να ζαλίζεσαι εξ αιτίας της μεγάλης δόσης και δεν θά ’χεις τη δύναμη να κόψεις τις φλέβες σου.
(Σιωπή.)
- Θά ’μαι όρθια πάνω σε μιά καρέκλα με μιά θηλιά στον λαιμό μου.
(Σιωπή.)
- Εάν ήσουνα μόνη πιστεύεις ότι θα μπορούσες να κάνεις κακό στον εαυτό σου;
- Ναι, και τρομάζω γι’ αυτό.
- Αυτό όμως δεν είναι και η προστασία σου;
- Ναι. Ο φόβος είναι που με κρατάει μακριά από τις σιδηροδρομικές γραμμές. Εύχομαι ο θάνατος νά ’ναι το γαμημένο τέλος. Αισθάνομαι σαν ογδόντα ετών. Έχω κουραστεί απ’ τη ζωή μου και το μυαλό μου θέλει να πεθάνει.
- Αυτό είμαι μιά μεταφορά, όχι μιά πραγματικότητα.
- Είναι μιά σύγκριση.
- Τότε δεν είναι πραγματικότητα.
- Δεν είναι μεταφορά, είναι σύγκριση, αλλά ακόμη κι αν ήταν, το βασικό χαρακτηριστικό που έχει η μεταφορά είναι ότι είναι πραγματική.
(Μακρά σιωπή.)
- Δεν είσαι ογδόντα ετών.
(Σιωπή.)
- Εσύ είσαι;
(Σιωπή.)
- Εσύ είσαι;
(Σιωπή.)
- Ή είσαι εσύ;
(Μακρά σιωπή.)
- Περιφρονείς όλους τους ανθρώπους που δεν είναι ευτυχισμένοι ή ειδικά εμένα;
- Δεν σε περιφρονώ. Δεν φταις εσύ. Είσαι άρρωστη.
- Δεν νομίζω.
- Όχι;
- Όχι. Είμαι σε κατάθλιψη. Η κατάθλιψη είναι θυμός. Είναι αυτά που έκανες, είναι οι άνθρωποι που βρίσκονται γύρω σου και είναι ποιός φταίει απ’ αυτούς.
- Και ποιός φταίει;
- Εγώ η ίδια.
_ _ _ _
Το σώμα και η ψυχή δεν μπορούν ποτέ να παντρευτούν
Χρειάζεται να γίνω αυτή που είμαι ήδη και θα φωνάζω παντοτινά μ’ αυτόν τον παραλογισμό τον παραλογισμό που μ’ έχει προορίσει για την κόλαση
Δεν αρκεί μιά αδιάβροχη ελπίδα για να με κρατήσει
Θα πνιγώ στην απελπισία
στην ψυχρή μαύρη δεξαμενή του εγώ μου
που περιέχει μέσα της το άϋλο μυαλό μου
Πως μπορώ ξανά να υπάρχω
τώρα που η σκέψη της ύπαρξής μου έσβυσε;
Δεν υπάρχει ζωή που να την αποδέχομαι.
Θα μ’ αγαπήσουν για ό,τι με καταστρέφει
το ξίφος στα όνειρά μου
τη σκόνη των σκέψεών μου
την αηδία που πολλαπλασιάζεται στις πτυχές του μυαλού μου
Κάθε έπαινος αρπάζει ένα κομμάτι απ’ την ψυχή μου
Ένα εκφραστικό αλογάκι
σταβλισμένο ανάμεσα σε δύο ηλίθιους
Δεν ξέρουν τίποτα-
έχω πάντοτε γλυτώσει
Τελευταία στον μακρύ κατάλογο των κλεπτομανών της λογοτεχνίας
(μιά παμπάλαια παράδοση)
Η κλοπή είναι η αγία πράξη
στο στριφογυριστό μονοπάτι της έκφρασης
Μιά πλημμύρα από θαυμαστικά προετοιμάζει μια νευρική κρίση
Αρκεί μιά λέξη στο χαρτί και νά’το το δράμα
Γράφω για τους νεκρούς
τους αγέννητους
Μετά τις 4.48 δεν θα ξαναμιλήσω
Έχω φτάσει στο τέλος αυτής της σκοτεινής και αποκρουστικής αφήγησης για μιά αίσθηση που κλείστηκε σ’ ένα ξένο πτώμα κυνηγημένη από την κακεντρέχεια της ηθικής πλειοψηφίας
Είμαι νεκρή εδώ και καιρό
Πίσω στις ρίζες μου
Τραγουδώ χωρίς ελπίδα στην άκρη
_ _ _ _
ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΑΠΑΝΤΗΣΤΕ ΤΟ ΤΑΧΥΤΕΡΟ ΔΥΝΑΤΟ
_ _ _ _
Μερικές φορές γυρίζω το κεφάλι και αισθάνομαι τη μυρουδιά σου και δεν μπορώ να συνεχίσω δεν μπορώ γαμώτο να συνεχίσω να μην εκφράζω αυτή τη τρομερή, αυτή τη φριχτή, γαμώτο, που πονάει, γαμώτο, αυτή τη νοσταλγία που έχω για σένα. Και δεν μπορώ να πιστέψω ότι εγώ αισθάνομαι έτσι για σένα και συ δεν αισθάνεσαι τίποτα. Δεν αισθάνεσαι τίποτα;
(Σιωπή.)
Δεν αισθάνεσαι τίποτα;
(Σιωπή.)
Και βγαίνω έξω στις έξη το πρωί και αρχίζω να ψάχνω για σένα. Αν έχω μιά προαίσθηση για έναν δρόμο ή ένα παμπ ή έναν σταθμό, πάω εκεί. Και σε περιμένω.
(Σιωπή.)
Ξέρεις, πραγματικά αισθάνομαι ότι με τραβάνε από τη μύτη.
(Σιωπή.)
Ποτέ στη ζωή μου δεν είχα πρόβλημα να δώσω σε κάποιον ό,τι μου ζητούσε. Αλλά κανένας δεν μπόρεσε να κάνει το ίδιο σε μένα. Κανένας δεν μ’ αγγίζει, κανένας δεν με πλησιάζει. Αλλά τώρα εσύ μ’ έχεις αγγίξει τόσο βαθιά γαμώτο που δεν μπορώ να το πιστέψω και δεν μπορώ να κάνω το ίδιο για σένα. Δεν μπορώ να σε βρω.
(Σιωπή.)
Πως είναι το πρόσωπό της;
Και πως θα την γνωρίσω όταν την δω;
Θα πεθάνει, θα πεθάνει, γαμώτο θα πεθάνει.
(Σιωπή.)
Πιστεύεις ότι είναι δυνατόν κάποιος να γεννηθεί σε λάθος σώμα;
(Σιωπή.)
Πιστεύεις ότι είναι δυνατόν κάποιος να γεννηθεί σε λάθος εποχή;
(Σιωπή.)
Γαμήσου. Γαμήσου. Γαμήσου, μ’ αρνήθηκες αφού δεν ήσουνα ποτέ εκεί, γαμήσου, μ’ έκανες να αισθάνομαι σαν σκατά, γαμήσου, στράγγιξες αυτή τη γαμημένη αγάπη και τη ζωή μέσα μου, γαμώ τον πατέρα μου που μου γάμησε τη ζωή μου για πάντα, γαμώ τη μάνα μου που δεν τον παράτησε και πάνω απ’ όλα γαμώ τη τύχη μου που μ’ έκανε ν’ αγαπήσω έναν άνθρωπο που δεν υπάρχει,
ΓΑΜΗΣΟΥ ΓΑΜΗΣΟΥ ΓΑΜΗΣΟΥ
_ _ _ _
- Τι έγινε το μπράτσο σου;
- Τό ’κοψα.
- Δείχνει ανωριμότητα να θες να τραβήξεις την προσοχή έτσι. Σε ανακούφισε αυτό;
- Όχι.
- Απάλυνε την ένταση;
- Όχι.
- Σε ανακούφισε αυτό;
(Σιωπή.)
Σε ανακούφισε αυτό;
- Όχι.
- Δεν καταλαβαίνω γιατί το έκανες.
- Ρώτα με.
- Απάλυνε την ένταση;
(Μακρά σιωπή.)
Μπορώ να το δώ;
- Όχι.
- Θά ’θελα να το δω, να δω αν μολύνθηκε;
- Όχι.
(Σιωπή.)
- Είχα σκεφτεί ότι θα μπορούσες να το έκανες. Πολλοί άνθρωποι το κάνουν. Απαλύνει την ένταση.
- Εσύ το έχεις κάνει;
- . . .
- Όχι, ε; Παραείναι γαμώτο σωστό και λογικό, ε; Γαμώτο. Δεν ξέρω εσύ τι έχεις διαβάσει, αλλά δεν απαλύνει την ένταση.
Γιατί δεν με ρωτάς γιατί;
Γιατί έκοψα το μπράτσο μου;
- Θά ’θελες να μου το πεις;
- Ναι.
- Πες το μου λοιπόν.
- ΡΩΤΑ
ΜΕ
ΓΙΑΤΙ
(Μακρά σιωπή.)
- Γιατί έκοψες το μπράτσο σου;
- Διότι νοιώθω περίφημα γαμώτο. Διότι νοιώθω καταπληκτικά γαμώτο.
- Μπορώ να το δω;
- Μπορείς. Αλλά μη τ’ αγγίξεις.
- (Κυττά.) Και νομίζεις ότι δεν έχεις τίποτα;
- Όχι.
- Εγώ το νομίζω. Αλλά δεν είναι δικό σου σφάλμα. Αλλά πρέπει να αναλάβεις την ευθύνη των πράξεών σου. Σε παρακαλώ μην το ξανακάνεις.
_ _ _ _
Τρομάζω στην ιδέα να χάσω εκείνη που ποτέ δεν άγγιξα
ο έρωτας με κρατά σκλάβα σε φυλακή δακρύων
δαγκώνω τη γλώσσα μου με την οποία δεν μπορώ να της μιλήσω
αναζητώ μιά γυναίκα που δεν γεννήθηκε ποτέ
φιλώ μιά γυναίκα διαπερνόντας τα χρόνια που προφητεύουν ότι ποτέ δεν θα συναντηθούμε
Όλα περνούν
Όλα χάνονται
Όλα ξεθυμαίνουν
η σκέψη μου απομακρύνεται μ’ ένα χαμόγελο θανάτου
αφήνοντας πίσω παράφωνη αγωνία
που βρυχάται μέσ’ την ψυχή μου
Καμία ελπίδα Καμία ελπίδα Καμία ελπίδα Καμία ελπίδα Καμία ελπίδα Καμία ελπίδα Καμία ελπίδα
Ένα τραγούδι για την αγαπημένη μου που αγγίζει την απουσία της
τη ρευστότητα της καρδιάς της, το άνοιγμα του χαμόγελού της
Σε δέκα χρόνια εκείνη θα εξακολουθεί να είναι νεκρή. Όταν ζω μ’ αυτό, όταν το αντιμετωπίζω, όταν περνούν μερικές μέρες και ούτε που το σκέφτομαι, εκείνη θα εξακολουθεί να είναι νεκρή. Όταν θα είμαι μια ηλικιωμένη γυναίκα που θα ζω στο δρόμο και θα ξεχνώ τ’ όνομά μου εκείνη θα εξακολουθεί να είναι νεκρή, θα εξακολουθεί να είναι νεκρή, απλά
γαμώτο
όλα θά ’χουν τελειώσει
κι εγώ πρέπει να σταθώ μόνη μου
Αγάπη μου, αγάπη μου γιατί μ’ εγκατέλειψες;
Εκείνη είναι το κρεβάτι όπου ποτέ δεν θα πλαγιάσω
και δεν υπάρχει νόημα στη ζωή μετά απ’ ό,τι έχασα
Φτιαγμένη για τη μοναξιά
για τον έρωτα της απουσίας
Βρες με
Σώσε με
απ’ αυτό
διαβρωτική αμφιβολία
μάταιη απελπισία
φρίκη αναπαυόμενη
Μπορώ να γεμίσω τον χώρο μου
να γεμίσω τον χρόνο μου
αλλά τίποτα δεν μπορεί να γεμίσει αυτό το κενό στην καρδιά μου
Η ζωτική ανάγκη για την οποία θά ’δινα τη ζωή μου
κατάρρευση
_ _ _ _
- Δεν υπάρχουν «εάν» και «αλλά».
- Δεν είπα «εάν» ή «αλλά», είπα «όχι».
- Δεν μπορεί πρέπει ποτέ αναγκαστικά δεν θα επιβάλλεται δεν πρέπει να.
Τα αδιαπραγματεύσιμα.
Όχι σήμερα.
(Σιωπή.)
- Σε παρακαλώ. Μη σβύνεις το μυαλό μου προσπαθώντας να με ορθοποδήσεις. Άκου και κατάλαβε, κι όταν αισθανθείς περιφρόνηση μην την δείξεις, τουλάχιστον όχι με λέξεις, τουλάχιστόν όχι μπροστά μου.
(Σιωπή.)
- Δεν αισθάνομαι περιφρόνηση.
- Όχι;
- Όχι. Δεν είναι δικό σου λάθος.
- Δεν είναι δικό σου λάθος, αυτό ακούω όλη την ώρα, δεν είναι δικό σου λάθος, είναι μιά πάθηση, δεν είναι δικό σου λάθος, το ξέρω ότι δεν είναι δικό μου λάθος. Μου το έχεις πει τόσες φορές που αρχίζω να σκέφτομαι ότι είναι δικό μου λάθος.
- Δεν είναι δικό σου λάθος.
- ΤΟ ΞΕΡΩ.
- Αλλά αφήνεσαι;
(Σιωπή.)
Έτσι δεν είναι;
- Δεν υπάρχει κανένα φάρμακο στον κόσμο που να δίνει νόημα στη ζωή.
- Αφήνεσαι σ’ αυτόν τον απελπισμένο παραλογισμό.
(Σιωπή.)
Αφήνεσαι
(Σιωπή.)
- Δεν θα γίνω ικανή να σκέφτομαι. Δεν θα γίνω ικανή να εργάζομαι.
- Τίποτα δεν θα σ’ εμποδίσει να εργάζεσαι εχτός απ’ την αυτοκτονία.
(Σιωπή.)
- Ονειρεύτηκα ότι πήγα στη γιατρό μου κι εκείνη μου έδωσε οχτώ λεπτά να ζήσω. Περίμενα μισή ώρα σε μιά κωλοαίθουσα αναμονής.
(Μακρά σιωπή.)
Εντάξει, ας το κάνουμε, ας πάρω τα φάρμακα, ας κάνω τη χημική λοβοτομή, ας σταματήσω τις ανώτερες λειτουργίες του εγκεφάλου μου κι ίσως γίνω λίγο πιό ικανή να ζω αυτή τη σκατοζωή.
Ας το κάνουμε.
_ _ _ _
αφαίρεση σε σημείο που
άνοστος
απαράδεκτος
ασήμαντος
αδιαπέραστος
άσχετος
άσχετος
άθρησκος
αμετανόητος
απέχθεια
απορύθμιση
απέκδυση
αποδόμηση
Δεν μπορώ να φανταστώ
(καθαρά)
ότι μία μόνη ψυχή
μπορούσε
ήθελε
όφειλε
ή θα θέλει
κι αν είναι έτσι
δεν νομίζω
(καθαρά)
ότι μιά άλλη ψυχή
μιά ψυχή σαν τη δική μου
μπορούσε
ήθελε
όφειλε
ή θα θέλει
ασχέτως
Ξέρω τι κάνω
πάρα πολύ καλά
Δεν υπάρχει ιθαγενής ομιλητής
ακατανόητος
άβολος
ανεπανόρθωτος
αγνώριστος
παρεκτραπείς
παράφρων
παραμορφώνω
αναμορφώνω
σκοτεινός σε σημείο που
Αληθής Σωστός Ακριβής
οποιοσδήποτε ή οιοσδήποτε
καθένας άπαντες όλοι
πνιγμός σε μιά θάλασσα λογικής
αυτή η τερατώδης κατάσταση παράλυσης
ακόμη άρρωστη
_ _ _ _
Συμπτώματα: αποχή από φαγητό, από ύπνο, από ομιλία, απουσία σεξουαλικής επιθυμίας, θέλει να πεθάνει.
Διάγνωση: παθολογική κατάθλιψη.
Σερταλίν, 50 mg. Η αϋπνία επιδεινώνεται, έντονες φοβίες, ανορεξία, (απώλεια βάρους 17 Kgs,) αύξηση σκέψεων και τάσεων αυτοκτονίας. Σταμάτησαν μετά την εισαγωγή στο νοσοκομείο.
Ζοπικλόν 7,5 mg. Κοιμήθηκε. Απότομο ξύπνημα με έντονη κινητικότητα. Η ασθενής αποπειράθηκε να φύγει από το νοσοκομείο παρά τις ιατρικές συστάσεις. Ακινητοποιήθηκε από τρεις άντρες νοσοκόμους διπλάσιους απ’ αυτήν. Η ασθενής απειλητική και μη
συνεργάσιμη. Παρανοϊκές σκέψεις - πιστεύει ότι το προσωπικό του νοσοκομείου προσπαθεί να την δηλητηριάσει.
Μελερίλ, 50 mg. Συνεργάσιμη.
Λοφεπραμίν, 70 mg, αυξήθηκε στα 140 mg, κατόπιν στα 210 mg. Αύξηση βάρους 12 Kgs. Μικρής διάρκειας απώλεια μνήμης. Καμία άλλη αντίδραση.
Λογομαχία με εκπαιδευόμενο γιατρό τον οποίο κατηγόρησε η ασθενής για δόλο. Μετά το γεγονός η ασθενής ξύρισε το κεφάλι της και έκοψε τα μπράτσα της με ξυράφι.
Η ασθενής μετεφέρθη σε κοινό θάλαμο λόγω του ότι εισήχθη ασθενής με οξεία συμπτώματα ψυχώσεως και απαιτούνταν κλίνη στον θάλαμο επειγόντων περιστατικών.
Σιταλοπράμ, 20 mg. Σπασμοί το πρωί. Καμία άλλη αντίδραση.
Διεκόπη η χορήγηση Λοφεπραμίν και Σιταλοπράμ λόγω σοβαρών παρενεργειών και ελλείψεως ορατής βελτιώσεως. Συμπτώματα από την διακοπή της χορήγησης: Ζάλη και σύγχυση. Η ασθενής πέφτει κάτω, λιποθυμά και ορμά πάνω σε αυτοκίνητα. Παραισθήσεις - πιστεύει ότι ο κοινωνικός λειτουργός είναι ο αντίχριστος.
Υδροχλωρική φλουοξετίνη, εμπορική ονομασία Πρόζακ, 20 mg, αυξήθηκε στα 40 mg. Αϋπνία, ακανόνιστη όρεξη, (απώλεια βάρους 14 Kgs) έντονες φοβίες, ανίκανη να φτάσει σε οργασμό, σκέψεις για ανθρωποκτονία αρκετών γιατρών και φαρμακοβιομηχάνων. Διεκόπη η χορήγηση.
Διάθεση: οργή και λύσσα.
Αποτέλεσμα: οργή και λύσσα.
Θοραζίν, 100 mg. Κοιμήθηκε. Πιό ήρεμη.
Μπενλαφαξίν 75 mg, αυξήθηκε στα 150 mg, έπειτα στα 225 mg.
Ζάλη, χαμηλή πίεση, πονοκέφαλοι. Καμία άλλη αντίδραση. Διεκόπη η χορήγηση.
Η ασθενής αρνήθηκε το Σεροξάτ. Υποχονδρία - αναφέρει ότι ανοιγοκλείνουν σπασμωδικά τα βλέφαρα ότι υφίσταται σοβαρή απώλεια μνήμης ως ένδειξη προϊούσας δυσκινησίας και προϊούσας άνοιας.
Αρνήθηκε κάθε περαιτέρω θεραπεία.
100 ασπιρίνες και ένα μπουκάλι βουλγαρικό Καμπερνέ Σωβινιόν, εσοδείας 1986. Η ασθενής ξύπνησε μέσα σε λίμνη εμετού και είπε: «Κοιμήσου μ’ ένα σκυλί και θα ξυπνήσεις γεμάτη μυίγες». Έντονος στομαχικός πόνος. Καμία άλλη αντίδραση.
_ _ _ _
Ο φεγγίτης ανοίγει
δυνατό φως
η τηλεόραση μιλάει
γεμάτη μάτια
τα πνεύματα της οράσεως
και τώρα φοβάμαι τόσο πολύ
βλέπω πράγματα
ακούω πράγματα
δεν ξέρω ποιά είμαι
γλώσσα έξω
σκέψη μηδέν
το σταδιακό τσαλάκωμα του μυαλού μου
Που αρχίζω;
Που σταματώ;
Πως αρχίζω;
(Διότι επιμένω να συνεχίσω)
Πως σταματώ;
Πως σταματώ;
Πως σταματώ;
Πως σταματώ;
Πως σταματώ; Μιά λωρίδα πόνου
Πως σταματώ; μπήγεται στα πνευμόνια μου
Πως σταματώ; Μιά λωρίδα θανάτου
Πως σταματώ; σφίγγει την καρδιά μου
θα πεθάνω
όχι ακόμη
αλλά έρχεται