Η Μάσα Καλέκο (Mascha Kaléko), γερμανίδα ποιήτρια εβραϊκής καταγωγής, γεννήθηκε στην Γερμανία το 1907 και πέθανε στο Ισραήλ το 1975. Η μετάφραση των ποιημάτων εδώ είναι του Γιάννη Φαρμακίδη
Bescheidene Anfrage
Steht mein Bild wohl noch auf deinem Tisch?
Kramst du manchmal noch in meinen Briefen?
Ist das kleine Landhaus mit dem schiefen
Bretterdach auch jetzt noch malerisch?
Geht die Haustürklingel noch so schrill
Und verklingt erschrocken immer leiser ...
Bellt dein Dackel Julius noch so heiser?
Ists am Abend so wie damals still ?
Hast du immer noch kein Telephon?
Gibts auf dem Balkon noch Hängematten?
Spielt ihr manchmal noch die Schubertplatten
Auf dem altersschwachen Grammophon?
Gibts zum Tee noch immer Zuckerschnecken?
Sagt Johanna immer noch 'der Gas' ... ?
Darf man in das teure Gartengras
Immer noch nicht seine Beine strecken?
Weht der Seewind morgens noch so frisch?
Grinst der Mond des Nachts noch so verlegen?
Gehst du manchmal mir zur Bahn entgegen?
... Steht mein Bild wohl noch auf deinem Tisch?
Steht mein Bild ...? - Ich hab’ es selbst zerrissen!
Glaub nur nicht, ich hätte deins vermißt.
Aber manchmal möcht man manches wissen,
Wenn man so mit sich alleine ist ...
Für Einen
Die Andern sind das weite Meer.
Du aber bist der Hafen.
So glaube mir: kannst ruhig schlafen,
Ich steure immer wieder her.
Denn all die Stürme, die mich trafen,
Sie ließen meine Segel leer.
Die Andern sind das bunte Meer,
Du aber bist der Hafen.
Du bist der Leuchtturm. Letztes Ziel.
Kannst Liebster, ruhig schlafen.
Die Andern... das ist Wellenspiel,
Du aber bist der Hafen.
Herbstabend
Nun gönnt sich das Jahr eine Pause.
Der goldne September entwich.
Geblieben im herbstlichen Hause
Sind nur meine Schwermut und ich.
Verlassen stehn Wiese und Weiher,
Es schimmert kein Segel am See.
Am Himmel nur Wildgans und Geier
Verkünden den kommenden Schnee.
Schon rüttelt der Wind an der Scheune.
Im Dunkel ein Nachtkäuzchen schreit.
Ich sitze alleine beim Weine
Und vertreib mir die Jahreszeit ...
Im Gasthaus verlischt eine Kerze.
Verspätet spielt ein Klavier.
- Dem ist auch recht bange ums Herze.
Adagio in Moll - so wie mir.
Der Abend ist voller Gespenster,
Es poltert und knackt im Kamin.
Ich schließe die Läden am Fenster
Und nehme die Schlafmedizin.
Κρίσιμες ερωτήσεις
Υπάρχει ακόμη η φωτογραφία μου στο τραπέζι σου;
Ξαναδιαβάζεις πότε πότε τα γράμματά μου;
Το μικρό χωριάτικο σπίτι με την κυρτή
ξύλινη στέγη είναι πάντοτε γραφικό όπως τότε;
Χτυπάει ακόμη το κουδούνι του σπιτιού τόσο τσιριχτά
και σταματάει μετά πάντοτε τρομαγμένο;...
Γαυγίζει πάντοτε ο Ντάκελ Γιούλιους τόσο βραχνά;
Τ’ απογεύματα είναι όπως τότε τόσο σιωπηλά;
Εξακολουθείς να μην έχεις τηλέφωνο;
Έχεις πάντοτε στο μπαλκόνι εκείνη την αιώρα;
Ακούς ακόμη δίσκους με Σούμπερτ
στο παλιό γραμμόφωνο;
Υπάρχουν πάντοτε κύβοι ζάχαρης για το τσάϊ;
Η Ιωάννα λέει πάντοτε
«Απαγορεύεται να πατάτε
στο γρασίδι του κήπου»;
Η θαλάσσια αύρα φυσά το πρωί πάντοτε τόσο δροσερή;
Χαμογελά την νύχτα η Σελήνη τόσο αμήχανη;
Ψάχνεις ποτέ να με βρεις στον δρόμο;
... Είναι ακόμη η φωτογραφία μου στο τραπέζι σου;
Είναι ακόμη η φωτογραφία μου...; Μα αφού εγώ η ίδια την έσκισα!
Και μην πιστέψεις ότι μου λείπει η δικιά σου.
Απλά είναι φορές που θέλει κάποιος να μάθει ένα σωρό πράγματα,
όταν είναι μόνος, ολομόναχος...
Για έναν
Οι άλλοι είναι η πλατιά θάλασσα.
Αλλά εσύ είσαι το λιμάνι.
Πίστεψε με, μπορείς ήσυχος να κοιμηθείς,
γυρίζω πάλι πάντοτε σε σένα.
Επειδή τόσες θύελλες που με βρίσκουν,
αφήνουν άδεια τα πανιά μου.
Οι άλλοι είναι η χρωματιστή θάλασσα,
αλλά εσύ είσαι το λιμάνι.
Είσαι ο φάρος, ο τελευταίος προορισμός.
Μπορείς, αγαπημένε μου, ήσυχος να κοιμάσαι.
Οι άλλοι είναι... το παιχνίδι με τα κύμματα,
αλλά εσύ είσαι το λιμάνι.
Απόγευμα φθινοπώρου
Τώρα το έτος κάνει μιά στάση.
Ο χρυσός Σεπτέμβριος έφυγε.
Έχουν μείνει στο φθινοπωρινό σπίτι
μόνο η μελαγχολία μου κι εγώ.
Εγκαταλειμμένα τα λιβάδια και οι στέρνες,
δεν λάμπει κανένα πανί στην λίμνη.
Στον ουρανό αγριόχηνες και γύπες
αναγγείλουν το χιόνι που έρχεται.
Χτυπά ο άνεμος τον αχυρώνα.
Στο σκοτάδι ένα νυχτοπούλι κράζει.
Κάθομαι μόνη μου, πίνω κρασί
και με παρασέρνει ο χρόνος...
Στο πανδοχείο σβύνει ένα κερί.
Περασμένη η ώρα κι ένα πιάνο παίζει.
Η καρδιά μου χτυπάει και με πονά.
Αντάτζιο μινόρε - όπως μέσα μου.
Το βράδυ είναι γεμάτο φαντάσματα.
Κρότοι και χτυπήματα μέσα στο τζάκι.
Κλείνω τα παντζούρια
και παίρνω το υπνωτικό.