"η Λαίδη της ψείρας" του Τεννεσσύ Ουίλλιαμς

μανία θεάτρου

κανένας, ούτε ακόμη η βροχή, δεν έχει τόσο μικρά χέρια

nobody, not even the rain, has such small hands

E E Cummings

Τεννεσσύ Ουΐλλιαμς

Η Λαίδη της ψείρας

μετάφραση Γιάννη Φαρμακίδη

Το έργο ανέβηκε στον Βόλο, δύο φορές, σε δύο διαφορετικές σκηνοθεσίες, από τον Γιάννη Φαρμακίδη, το 1998 και το 2018.

Τεννεσσύ Ουΐλλιαμς

Η Λαίδη της ψείρας

Η μετάφραση έγινε από τον Γιάννη Φαρμακίδη, Βόλος, Νοέμβριος 2012, εκ του αγγλικού πρωτοτύπου, όπως υπάρχει στην έκδοση «27 wagons full of cotton and other plays» του οίκου New Directions, Νέα Υόρκη, ΗΠΑ. Τίτλος πρωτοτύπου «The Lady of Larkspur Lotion»

τα πρόσωπα

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ

Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

Το σκηνικό: ένα άθλια επιπλωμένο δωμάτιο στην γαλλική συνοικία της Νέας Ορλεάνης. Δεν υπάρχουν παράθυρα, το δωμάτιο στην πραγματικότητα είναι ένα από πολλά τέτοια διαχωρισμένα με μεταξύ τους με κόντρα-πλακέ. Υπάρχει μόνον ένα μικρός φεγγίτης απ’ όπου περνάει το ελάχιστο φως του απογεύματος. Υπάρχει μια ψηλή, μαύρη ντουλάπα, της οποίας οι πόρτες έχουν ραγισμένους καθρέφτες, από το ταβάνι κρέμεται μια ηλεκτρική λάμπα, ένα μαύρο άχαρο κομοδίνο, μια στραπατσαρισμένη εικόνα ενός αγίου και πάνω από το κρεβάτι ένας θυρεός σε κορνίζα.

Η κυρία Χάρντγουϊκ-Μούρ, μια γυναίκα στα σαράντα με βαμμένα ξανθιά μαλλιά, κάθεται ανήμπορη στην άκρη του κρεβατιού, σαν να μην μπορεί να σκεφτεί να κάνει κάτι άλλο.

Τότε ακούγεται ένα χτύπημα στην πόρτα.

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ (με έναν έντονο, προσποιητό τόνο) Ποιός είναι παρακαλώ;

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ (από έξω, απότομα) Εγώ!

(Το πρόσωπο της κυρίας Χάρντγουϊκ-Μούρ δείχνει ένα στιγμιαίο πανικό, σηκώνεται σαν πιασμένη.)

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ Ω… κυρία Γουάϊρ. Περάστε. (Μπαίνει η σπιτονοικοκυρά, μια χοντρή, απεριποίητη γυναίκα στα πενήντα.) Θα ερχόμουνα τώρα σε σάς να σάς μιλήσω για κάτι.

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Ναι; Για ποιό πράγμα;

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ (καλοσυνάτα, αλλά χαμογελώντας με δυσκολία) Κυρία, Γουάϊρ, λυπάμαι, αλλά πρέπει να σάς πω ότι δεν θεωρώ τις κατσαρίδες την καλύτερη συντροφιά. Τι λέτε εσείς;

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Κατσαρίδες;

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ Ναι. Ακριβώς. Μέχρι σήμερα είχα πολύ μικρή πείρα από κατσαρίδες. Και τις λίγες που είχα δει ήταν απ’ αυτές που περπατάνε. Αυτές εδώ, κυρία Γουάϊρ, φαίνεται ότι είναι ιπτάμενες κατσαρίδες. Τρόμαξα, μ’ έπιασε φρίκη στην κυριολεξία, όταν μιά από αυτές απογειώθηκε από το πάτωμα κι άρχισε να πετά γύρω-γύρω, λίγα εκατοστά από το πρόσωπό μου. Κυρία Γουάϊρ, κάθισα στην άκρη του κρεβατιού κι έκλαψα, ήμουνα τρομαγμένη και αηδιασμένη. Φανταστείτε! Ιπτάμενες κατσαρίδες, να ζουζουνίζουν μπροστά στο πρόσωπό μου! Λοιπόν, θέλω να ξέρετε, κυρία Γουάϊρ-

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ (διακόπτοντας) Δεν με εκπλήττουν καθόλου οι ιπτάμενες κατσαρίδες. Παντού έχουν κατσαρίδες, ακόμη και στα πλούσια σπίτια έχουν. Αλλά δεν ήταν αυτό που ήθελα-

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ (διακόπτοντας) Μπορεί να είναι έτσι, κυρία Γουάϊρ, αλλά πρέπει να σάς πω ότι εγώ έχω φοβία με τις κατσαρίδες, ακόμη και με τις συνηθισμένες, αυτές που περπατούν, όμως γι’ αυτές που πετούν-! Εάν θα μείνω άλλο εδώ, πρέπει να εξαφανιστούν αυτές οι ιπτάμενες κατσαρίδες και μάλιστα να εξαφανιστούν αμέσως!

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Και πώς να εμποδίσω εγώ αυτές τις ιπτάμενες κατσαρίδες να μπαίνουν από το παράθυρο; Αλλά δεν ήταν αυτό που ήθελα-

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ (διακόπτοντας) Δεν ξέρω πώς, κυρία Γουάϊρ, αλλά πρέπει να υπάρχει κάποια μέθοδος. Το μόνο που ξέρω είναι ότι πρέπει να εξαφανιστούν για να ξανακοιμηθώ εδώ, κυρία Γουάϊρ. Αν ξυπνήσω τη νύχτα και βρω μιά τέτοια στο κρεβάτι μου, θα έχω σπασμούς, σάς ορκίζομαι θα πεθάνω από σπασμούς!

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Συγχωρέστε με που θα σάς το πω, κυρία Χάρτνγουϊκ-Μουρ, αλλά είναι πιό πιθανό να πεθάνετε από το πολύ πιοτό, παρά από σπασμούς εξ αιτίας των κατσαρίδων. (Αρπάζει ένα μπουκάλι από το κομοδίνο.) Τι είναι αυτό εδώ; Λοσιόν Λάρκσπερ. Α, μάλιστα, αυτή η λοσιόν για τις ψείρες του αιδείου. Μάλιστα!

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ (κοκκινίζοντας) Εγώ πάντως την χρησιμοποιώ για να ξεβάφω τα νύχια μου.

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Δύσκολη δουλειά, ναι!

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ Τι εννοείτε;

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Δεν υπάρχει κανένα σπίτι στη γαλλική συνοικία της Νέας Ορλεάνης που να μην έχει κατσαρίδες.

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ Αλλά όχι σε τέτοιες τεράστιες ποσότητες. Σάς λέω ότι αυτό το μέρος έχει πλημμυρίσει από κατσαρίδες.

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Δεν είναι τόσο τραγικά τα πράγματα. Και επί τη ευκαιρία, δεν μού έχετε πληρώσει το υπόλοιπο του ενοικίου αυτή την εβδομάδα. Δεν θέλω να αφήσω κατά μέρος το ζήτημα με τις κατσαρίδες, αλλά, όπως και να το κάνουμε, θέλω να πάρω να λεφτά.

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ Θα σάς πληρώσω το υπόλοιπο του ενοικίου μόλις εξαφανίσετε τις κατσαρίδες!

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Ή θα μού πληρώσετε το ενοίκιο τώρα αμέσως ή αλλοιώς να φύγετε.

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ Έτσι κι αλλοιώς είχα σκοπό να φύγω, εχτός εάν φύγουν οι κατσαρίδες!

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Τότε αφήστε τα λόγια και φύγετε!

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ Δεν πρέπει να είστε στα καλά σας, δεν μπορώ να φύγω τώρα αμέσως!

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Τότε γιατί λέγατε για τις κατσαρίδες;

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ Έλεγα για τις κατσαρίδες ότι, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι η πιό καλή παρέα μέσα στο δωμάτιο!

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Πάρα πολύ ωραία. Μην κάνετε παρέα μαζί τους. Πάρ’τε τα πράγματά σας και πάτε εκεί που δεν έχουν κατσαρίδες!

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ Εννοείτε ότι επιμένετε να διατηρήσετε τις κατσαρίδες;

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Όχι, εννοώ να πάρω το ενοίκιο που μού χρωστάτε.

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ Ούτε συζήτηση αυτή ακριβώς τη στιγμή.

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Γιατί ούτε συζήτηση;

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ Θα σάς πω γιατί. Τα ποσά που μού στέλνει κάθε τρίμηνο ο επιστάτης που έχω στη φυτεία καουτσούκ δεν έχουν έρθει ακόμη. Έχουν καθυστερήσει εδώ και μερικές εβδομάδες και τώρα πήρα ένα γράμμα σήμερα το πρωί που λέει ότι υπήρχε ένα πρόβλημα με τους φόρους του προηγούμενου έτους και-

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Αφήστε αυτή την ιστορία με τη φυτεία καουτσούκ! Την έχω ακούσει πολλές φορές αυτή τη φυτεία καουτσούκ στη Βραζιλία! Νομίζετε ότι δεκαεφτά χρόνια που κάνω αυτή τη δουλειά δεν έχω μάθει τίποτα για γυναίκες σαν και σάς;

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ (πεισματικά) Τι σημαίνει αυτό που λέτε;

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Να υποθέσω δηλαδή ότι οι άντρες που έχετε εδώ τα βράδυα έρχονται για να μιλήσουν για τη φυτεία καουτσούκ στη Βραζιλία;

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ Πρέπει να έχετε τρελλαθεί για να λέτε τέτοια πράγματα.

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Ακούω αυτά που ακούω και ξέρω τι συμβαίνει!

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ Ξέρω ότι κατασκοπεύετε, ξέρω ότι κρυφακούτε στις πόρτες!

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Ποτέ δεν κατασκοπεύω και ποτέ δεν κρυφακούω στις πόρτες! Το πρώτο πράγμα που μαθαίνει μια σπιτονοικοκυρά στη γαλλική συνοικία της Νέας Ορλεάνης είναι να μην βλέπει και να μην ακούει, μόνον να μαζεύει να λεφτά! Όσο εισπράττω-εντάξει, είμαι τυφλή, είμαι κουφή, είμαι μουγκή! Όταν δεν εισπράττω, ξαναβρίσκω την όρασή μου, και την ακοή μου, και τη φωνή μου. Κι άμα χρειάζεται τηλεφωνάω και τον διοικητή της αστυνομίας που συμβαίνει να είναι κουνιάδος της αδερφής μου! Τόν άκουσα χθες βράδυ τον καβγά για τα λεφτά.

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ Ποιόν καβγά; Ποιά λεφτά;

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Αυτός φώναζε τόσο δυνατά που χρειάστηκε να κλείσω το μπροστινό παράθυρο για να μην φτάνουν οι φωνές στον δρόμο. Και δεν άκουσα τίποτα για φυτεία στη Βραζιλία! Άλλα πράγματα άκουσα με πολλές χαρακτηριστικές λεπτομέρειες σ’ αυτή την κουβεντούλα που είχατε μετά τα μεσάνυχτα. Έχει, λέει, τη λοσιόν για τις ψείρες του αιδοίου, για να ξεβάφει τα νύχια της! Για παιδάκι με περνάτε; Άλλο ένα παραμύθι, σαν το παραμύθι με τη φυτεία καουτσούκ!

(Η πόρτα ανοίγει απότομα. Μπαίνει ο συγγραφέας, φορώντας μιά ξεφτισμένη κόκκινη ρόμπ-ντε-σαμπρι)

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ Σταματήστε!

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Α, μάλιστα, εσύ μάς έλειπες!

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ Σταματήστε να καταδιώκετε αυτή τη γυναίκα!

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Μπαίνει στη σκηνή ο δεύτερος κύριος Σαίξπηρ!

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ Άκουσα τα δαιμόνιά σας να ουρλιάζουν στον ύπνο μου.

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Ύπνο; Χα-χα! Μάλλον εννοείς το μεθύσι σου!

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ Ξεκουράζομαι εξ αιτίας της αρρώστιας μου! Δεν έχω το δικαίωμα-

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Αρρώστια; Τον αλκοολισμό δηλαδή! Μη προσπαθείς να μού κάνεις τον αξιολύπητο. Και χαίρομαι που ήρθες τώρα. Να σού επαναλάβω αυτά που είπα και σ’ αυτήν εδώ. Τέρμα με τους μπαταχτσήδες! Έγινα σαφής; Σάς έχω βαρεθεί με όλους εσάς, τα ποντίκια, τους μπάσταρδους, τους μεθύστακες, τα αποβράσματα που προσπαθούν να με ξεγελάσουν με υποσχέσεις, και ψέμματα, και παραμύθια!

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ (σκεπάζοντας τ’ αυτιά της) Σάς παρακαλώ, σάς παρακαλώ, σταματήστε να ουρλιάζετε! Δεν χρειάζεται!

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ (Στρέφεται στην κυρία Χάρντγουϊκ-Μούρ) Εσύ με τη φυτεία καουτσούκ στη Βραζιλία. Μ’ αυτό το οικόσημο στο τοίχο που το πήρες από παλιατζίδικο. Μού το είπε η γυναίκα που τό πούλησε! Ορίστε, μια απ’ τους Αψβούργους! Μάλιστα! Η κυρία με τίτλο! Η Λαίδη της ψείρας! Έτσι είναι ο τίτλος σου! (Η κυρία Χάρντγουϊκ-Μούρ ουρλιάζει άγρια και ρίχνεται μπρούμυτα στο κρεβάτι που βουλιάζει.)

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ (με μια χειρονομία συμπόνιας) Σταματήστε να πιέζετε αυτή την άτυχη γυναίκα! Δεν υπάρχει πιά έλεος σ’ αυτόν τον κόσμο; Τι έχουν απογίνει η ευσπλαχνία και η κατανόηση; Πού πήγαν όλα αυτά; Πού είναι ο Θεός; Πού είναι ο Χριστός; (Ακουμπά τρέμοντας πάνω στην ντουλάπα.) Και τι πειράζει αν δεν υπάρχει η φυτεία καουτσούκ στη Βραζιλία;

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ (ανασηκώνεται) Σάς λέω ότι υπάρχει, υπάρχει! (Ο λαιμός της τεντωμένος από την πεποίθηση, το κεφάλι της ριγμένο προς τα πίσω)

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ Τι πειράζει, λοιπόν, αν δεν υπάρχει η φυτεία καουτσούκ στη Βραζιλία; Θα έπρεπε να υπάρχει! Και φταίει η ίδια που χρειάζεται τη φυτεία και που χρησιμοποιεί την φαντασία της – αυτό το θείο δώρο - για να αναπληρώσει τη φρικτή έλλειψη της πραγματικότητας;

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ (Ρίχνεται μπρούμυτα στο κρεβάτι για άλλη μιά φορά.) Όχι, όχι, όχι, όχι, δεν είναι φαντασία!

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ Κι εγώ σάς παρακαλώ να μη μού φτύνετε κατάμουτρα αυτά τα μεγάλα κηρύγματα! Εσείς οι δυό ταιριάζετε στη φαντασία, ο ένας με το αριστούργημα των 780 σελίδων και η άλλη με τον τίτλο της, η Λαίδη της ψείρας.

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ Και τι πειράζει αυτό; Υποθέστε ότι δεν υπάρχει αριστούργημα των 780 σελίδων. Υποθέστε ότι δεν υπάρχει κανένα απολύτως αριστούργημα! Και τι μ’ αυτό, κυρία Γουάϊρ; Υπάρχουν μόνον λίγα, πολύ λίγα χειρόγραφα στο βάθος του συρταριού μου. Υποθέστε ότι ήθελα να γινόμουνα ένας μεγάλος καλλιτέχνης, αλλά μού έλειπε η έμπνευση και η δύναμη! Υποθέστε ότι τα βιβλία μου μένουν ανολοκλήρωτα μόλις πριν το τελευταίο κεφάλαιο. Το ίδιο και οι στίχοι μου ανολοκλήρωτοι. Υποθέστε ότι οι αυλαίες της μεγάλης φαντασίας μου άνοιξαν για καταπληκτικά θεατρικά έργα-αλλά τα φώτα της σκηνής έσβυσαν πριν το πέσιμο της αυλαίας. Υποθέστε ότι όλες αυτές οι ατυχίες είναι αληθινές. Και υποθέστε ότι εγώ-τρικλίζοντας από μπαρ σε μπαρ, και από πιοτό σε πιοτό, μέχρι να σωριαστώ σ’ εκείνο το στρώμα γεμάτο ψείρες, σ’ αυτό εδώ το μπουρδέλο- υποθέστε, λοιπόν, ότι εγώ, για να κάνω υποφερτόν αυτόν τον εφιάλτη όσο καιρό πρέπει να είμαι ο ανίκανος πρωταγωνιστή του- υποθέστε ότι τόν στολίζω, τόν λαμπρύνω, τόν αποθεώνω! Με όνειρα και μυθοπλασίες και φαντασίες! Όπως, ας πούμε, ότι δήθεν υπάρχει το αριστούργημα των 780 σελίδων-που πρόκειται να ανεβεί στο Μπρόντγουαίη-τόμοι εκπληκτικών στίχων στα χέρια εκδοτών που περιμένουν μόνον τις υπογραφές για να εκδοθούν! Υποθέστε ότι ζω σ’ αυτόν τον κόσμο της αξιοθρήνητης μυθοπλασίας. Εσείς τι ικανοποίηση θα έχετε, καλή μου γυναίκα, να κομματιάσετε, το τσαλαπατήσετε αυτό το… εντάξει, πέστε το ψέμα; Ένα σάς λέω-κι ακούστε με καλά! Δεν υπάρχουν άλλα ψέμματα, παρά μόνον αυτά που χώνουν μέσα στο στόμα το μισόκλειστο χέρι της ανάγκης και η σιδερένια γροθιά της απελπισίας, κυρία Γουάϊρ! Έτσι, ναι, είμαι ψεύτης! Αλλά ο δικός σας κόσμος είναι χτισμένος πάνω σ’ ένα ψέμμα, ο κόσμος σας είναι μια απαίσια κατασκευή από ψέμματα! Ψέμματα! Ψέμματα! Είμαι κουρασμένος τώρα, ό,τι είχα να πω τό είπα κι ούτε έχω λεφτά να σού δώσω. Γι’ αυτό πάρε δρόμο, άφησε αυτή τη γυναίκα στην ησυχία της! Άφησέ την ήσυχη! Έλα, κουνήσου, βγες έξω, φύγε! (Την σπρώχνει έξω από την πόρτα.)

ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ (φωνάζοντας απ’ έξω) Αύριο το πρωί! Ή τα λεφτά ή φεύγετε! Κι οι δυό σας! Κι οι δυό μαζί! Αριστούργημα εφτακοσίων ογδόντα σελίδων και φυτεία καουτσούκ στην Βραζιλεία! Μπούρδες!

(Αργά-αργά τα δυό ερείπια, ο συγγραφέας και η γυναίκα, γυρνούν τα πρόσωπα ο ένας στον άλλον. Το φως της ημέρας έχει λιγοστέψει κι άλλο. Ο συγγραφέας αργά και με δυσκολία ανοίγει τα χέρια του σε μιά χειρονομία απελπισίας.)

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ (γυρίζοντας για να αποφύγει το βλέμμα του) Κατσαρίδες! Παντού! Τοίχοι, ταβάνι, πάτωμα! Το μέρος είναι γεμάτο κατσαρίδες.

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ (απαλά) Το ξέρω. Υποθέτω δεν υπήρχαν κατσαρίδες στην φυτεία καουτσούκ στη Βραζιλία.

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ (παίρνοντας θάρρος) Όχι, και βέβαια δεν υπήρχαν. Όλα ήταν τέλεια εκεί-τέλεια. Τα πατώματα ήταν τόσο αστραφτερά και καθαρά που γυάλιζαν σαν καθρέφτες!

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ Ξέρω. Και υποθέτω ότι από τα παράθυρα θα είχε κανείς μια όμορφη θέα!

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ Απίστευτα όμορφη!

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ Πόσο μακριά ήταν από την Μεσόγειο;

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ (χαμηλόφωνα) Από την Μεσόγειο; Μόνον ένα-δυό μίλια!

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ Σ’ ένα ηλιόλουστο πρωϊνό υποθέτω θα ήταν δυνατό να διακρίνει κανείς τους λευκούς βράχους του Ντόβερ; Στην άλλη πλευρά της Μάχγης;

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ Ναι, όταν η ατμόσφαιρα ήταν καθαρή. (Ο συγγραφέας σιωπηλά τής προσφέρει ένα μπουκάλι ουΐσκυ.) Ευχαριστώ, κύριε-;

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ Τσέχωφ! Άντων Πάβλοβιτς Τσέχωφ!

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΪΚ-ΜΟΥΡ (χαμογελώντας με ό,τι απόμεινε από την κοκεταρία της) Ευχαριστώ, κύριε-Τσέχωφ.

αυλαία