μανία θεάτρου
Les cheveux du soleil sont nos mains aussi.
Και τα μαλλιά του ήλιου είναι χέρια μας επίσης.
Sophie Podolski
Φωτογραφία από αγγλική παράσταση του έργου.
Τεννεσσύ Ουΐλλιαμς
Tennessee Williams
Γιατί καπνίζεις τόσο πολύ, Λίλυ;
Why do you smoke so much, Lily?
(απόσπασμα)
μετάφραση Γιάννη Φαρμακίδη
Η μετάφραση έγινε από το αγγλικό πρωτότυπο της εκδόσεως «Mister Paradise and other one-act plays by Tennessee Williams» του οίκου New Directions, Νέα Υόρκη, 2005.
Τεννεσσύ Ουΐλλιαμς
Γιατί καπνίζεις τόσο πολύ, Λίλυ;
μετάφραση Γιάννη Φαρμακίδη
Σκηνικό: ένα μοντέρνο διαμέρισμα στην δυτική πλευρά του Σέϊντ Λιούϊς.
Η κυρία Γιόρκ στέκεται μπροστά σ’ έναν οβάλ καθρέφτη στο καθιστικό δωμάτιο. Κάθε της κίνηση είναι γεμάτη με την κάπως τρομακτική ματαιότητα της καλοστεκούμενης μέσης ηλικίας. Τακτοποιεί τα κυματιστά μαλλιά της και την όλη εμφάνισή της με έναν χαζό τρόπο. Ανασηκώνεται το στήθος της που κρέμεται. Τα χέρια της φτερουγίζουν σαν λευκά χοντρά λευκά περιστέρια και τα βαριά βραχιόλια της και τα σκουλαρίκια της ηχούν σαν τα χαλινάρια αλόγου.
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ Την τελευταία φορά μού έκαναν τις μπούκλες πολύ πυκνές, δεν νομίζεις;
(Η Λίλυ δεν λέει τίποτε. Κάθεται καπνίζοντας. Φαίνεται λίγο ζαλισμένη. Κυττάζει με αδειανό βλέμμα την γυάλα με τα χρυσόψαρα που κολυμπούν μέσα σε ψεύτικα κοράλλια.)
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ (Ανεβάζοντας την φωνή της και στρέφοντας το βλέμμα της.) Είπα ότι την τελευταία φορά μού έκαναν τις μπούκλες πολύ πυκνές, δεν νομίζεις;
(Η Λίλυ ανακάθεται ελαφρά στον ψάθινο καναπέ και βγάζει άλλον έναν γκρι κώνο καπνού από τα σουρωμένα χείλη της. Δεν φαίνεται να βλέπει, ούτε να ακούει την μητέρα της.)
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ (Επίμονα) Γιατί καπνίζεις τόσο πολύ, Λίλυ; Σε κάνει φυτό!
ΛΙΛΥ (Τα μάτια της παίρνουν χρώμα, ένα λαμπερό, υπερβολικό πράσινο.) Ω Θεέ μου, μητέρα! Τι άλλο μπορώ να κάνω;
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ (Τακτοποιεί τα μαλλιά της με εκνευρισμένες κινήσεις.) Υπάρχουν τόσο χρήσιμα πράγματα να κάνει μιά νεαρή κοπέλα. Θα μπορούσες να αρχίσεις να πλέκεις. Φοβερή ιδέα. Όλα τα κορίτσια της χρονιάς σου πλέκουν όταν δίνει απογευματινό τσάϊ η Σούζαν Χολτ. Κάθονται τριγύρω στο πάτωμα με τις βελόνες τους και τα κουβάρια τους, μιά καταπληκτική εικόνα!
ΛΙΛΥ (Γελώντας τσιριχτά) Δεν είμαι από αυτά τα κορίτσια της χρονιάς μου. Με τις βελόνες και τα κουβάρια θα είμαι η τέλεια γεροντοκόρη!
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ (Εκνευρισμένη) Άκου εδώ, πρέπει να αφήσεις κατά μέρος αυτό το σύμπλεγμα της γεροντοκόρης! Έχεις μόνον πέντε χρόνια που τελείωσες το σχολείο. Έχεις καιρό μπροστά σου. Αν και θα ευχόμουνα…
ΛΙΛΥ (Κλείνοντας τα πονεμένα μάτια της και ρουφώντας βαθιά το τσιγάρο) Το ξέρω, μητέρα! Μόλις τέλειωσα το σχολείο είχες ευχηθεί να είχα παντρευτεί. Ευχήθηκες και την επόμενη χρονιά. Και την τρίτη και την τέταρτη χρονιά πάλι ευχόσουνα να είχα παντρευτεί…
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ (Βάζοντας ρουζ) Φυσικά είχα ευχηθεί να παντρευόσουνα! Ποιά μάνα δεν εύχεται να παντρευτεί η κόρη της; Τι άλλο υπάρχει να κάνεις εσύ; Έτσι που έχουν πάει τα πράγματα…
ΛΙΛΥ (Πικρά) Ξέρω, ξέρω! Δεν έχουμε πιά λεφτά!
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ (Βάζοντας νευριασμένα πούδρα) Έτσι είναι ακριβώς! Έχουμε φτάσει στο τέρμα!
ΛΙΛΥ (Γελώντας πικρά και ανάβοντας κι άλλο τσιγάρο) Όμως δεν θα παντρευτώ, μητέρα! Κανένας δεν με ζήτησε! Και τι θες να κάνω; Να αρπάξω με το ξύλο έναν αθώον αρσενικόν και να τόν σύρω στην κρεβατοκάμαρά μου; Είναι παράνομο, μητέρα! Εδώ στο Μισσούρι ο βιασμός είναι παράνομη πράξη!
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ Στάματα να μιλάς χυδαία!
ΛΙΛΥ Σού περιγράφω την πραγματικότητα! Κανένας δεν με ζήτησε!
(Το γέλιο της Λίλυ βγαίνει με πόνο ανάμεσα στους καπνούς του τσιγάρου που τρέμει. Φαίνεται να προσπαθεί να σταματήσει το γέλιο της με τον καπνό, όπως ρίχνουν μάταια νερό για να σβύσουν μια μεγάλη φωτιά. Το γέλιο συνεχίζεται. Τραντάζεται το λεπτό σώμα της.)
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ (Βάζοντας κραγιόν) Εσύ η ίδια αποκλειστικά φταις! Μάρτυς μου ο Θεός, έκανα τα πάντα που μπορεί μιά μητέρα να κάνει. Αφιέρωσα την ζωή μου να σε προετοιμάσω για την κοινωνική ζωή. Δεν έκανα ποτέ ούτε ένα λάθος. Πήγες στο καλύτερο ιδιωτικό σχολείο της πόλης. Πήγες στο καλύτερο λύκειο της πόλης. Πήγες ένα πανάκριβο ταξίδι στην Ευρώπη. Γνώρισες τους κατάλληλους ανθρώπους. Όλους τους κατάλληλους νεαρούς άντρες…
ΛΙΛΥ Όλους τους κατάλληλους νεαρούς άντρες; Εννοείς τους φλώρους! Ω Θεέ μου, πόσο τούς αντιπάθησα! Όταν χορεύαμε, τούς πατούσα επίτηδες για να τούς ακούσω πώς τσίριζαν!
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ (Πηγαίνοντας νευριασμένη από τον καθρέφτη στο καθιστικό) Δεν αμφιβάλλω! Εσύ και οι χαζοκουλτουριάρικες ιδέες σου! Που είναι αρκετές για να τρομάξουν κάθε σοβαρό άντρα! Οι άντρες δεν θέλουν μιά κινητή βιβλιοθήκη, Λίλυ! Οι άντρες θέλουν σάρκα και αίμα! Γιατί δεν κάνεις λίγο την χαζή, έτσι για αλλαγή; Απλά να κάθεσαι και να μην λες τίποτε! Δώσ’ τους μιά ευκαιρία να αρχίσουν αυτοί…
ΛΙΛΥ Μού κάνει εντύπωση που μού προτείνεις να τούς τυλίξω όπως έκαναν παλιά!
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ Ξέρεις πολύ καλά τι εννοώ.
ΛΙΛΥ (Τινάζεται.) Και βέβαια ξέρω τι εννοείς! Και μού φέρνει αηδία! Εκλεπτυσμένη πορνεία υψηλής κοινωνίας! Ελάτε, να το σώμα μου! Ξεντύστε με και πήδηξε με! Το μόνο που ζητώ είναι μιά νομική κατοχύρωση κι ένα μάτσο λεφτά!
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ (Βραχνά) Σκάσε! Σκάσε! Θα πρέπει να πλύνεις το στόμα σου με σαπούνι μετά από αυτά που λες! (Αρπάζει το περιοδικό από τα γόνατα της Λίλυ και το πετάει στο πάτωμα.) Διαβάζεις διαρκώς ένα σωρό βλακείες! Θα αρπάξω όλα αυτά τα σκουπίδια, όλα αυτά τα περιοδικά με τις ανοησίες και θα τα πετάξω έξω απ’ το παράθυρο! Ποιοί διαβάζουν τέτοια πράγματα; Κάτι κομμουνιστές, κάτι μακρυμάλληδες, κάτι αλήτες και κάτι παρόμοιοι!
(Το γέλιο της Λίλυ σταματά επειδή της κόβεται η ανάσα. Το τσιγάρο κρέμεται πάντοτε από τα χείλη της. Η κυρία Γιόρκ σκύβει και το αρπάζει. Το πετάει μέσα στην γυάλα με τα χρυσόψαρα.)
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ Σταμάτα αυτό το καταραμένο κάπνισμα! Όπου να κυττάξω, βλέπω αποτσίγαρα. Σ’ όλο το σπίτι! Χθες κατά λάθος κάθισα με τον κώλο μου πάνω σε ένα αποτσίγαρο.
ΛΙΛΥ (Κρύβοντας το πρόσωπο με τα χέρια της) Είναι πολύ χυδαίο αυτό που είπες, μητέρα.
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ Χυδαίο, ε; Χυδαίο; Εσύ είσαι η χυδαία, Λίλυ! Μα την αλήθεια, εάν εσύ…
(Χτυπά το τηλέφωνο. Η κυρία Γιόρκ τρέχει να το σηκώσει. Η Λίλυ ανάβει άλλο ένα τσιγάρο. Βγάζει τον καπνό με έναν θορυβώδη αναστεναγμό. Με την παλάμη της πιέζει το μέτωπό της, κουνά γρήγορα δεξιά-αριστερά το κεφάλι της, τα χείλη της σουφρώνουν από πόνο.)
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ (Μιλώντας στον κομμωτή της) Μπορώ να έρθω τώρα αμέσως; Εντάξει, έρχομαι αμέσως!
ΛΙΛΥ (Γελώντας ελαφρά) Δόξα τω Θεώ, φεύγει!
(Η κυρία Γιορκ φοράει το γούνινο παλτό της, το βελούδινο καπέλο της και τα μαύρα γάντια της. Το παλτό είναι καινούριο. Κυττιέται άλλη μια φορά στον καθρέφτη, τακτοποιεί την εμφάνισή της, σουφρώνει τα ρυτιδιασμένα χείλη της και σηκώνοντας τα καλοαποτριχωμένα φρύδια της.)
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ (Απαιτητικά) Πώς σού φαίνεται;
ΛΙΛΥ (Με κλειστά τα μάτια) Δεν μού φαίνεται.
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ (Θυμωμένα διορθώνοντας το καπέλο) Να προσέχεις καλύτερα, όταν σού μιλάω, Λίλυ.
ΛΙΛΥ (Με ένα βραχνό γέλιο, τρέμοντας ελαφρά) Άμα ήταν να προσέξω, θα βούλωνα τα αυτιά μου με βαμπάκι!
(Το ταξί ,έξω, κορνάρει. Η κυρία Γιορκ πάει βιαστικά στην εξώθυρα.)
ΚΥΡΙΑ ΓΙΟΡΚ (Στρεφόμενη προς την Λίλυ καθώς φεύγει) Και θα ήθελα πάρα πολύ να κόψεις το κάπνισμα! Καταστρέφει την επιδερμίδα σου, απλά την καταστρέφει το…
(Η πόρτα κλείνει πριν τελειώσει την φράση της. Η Λίλυ εκεί που κάθεται κουνιέται πέρα δώθε σαν μεθυσμένη. Σηκώνεται με δυσκολία και αρχίζει να τριγυρνά χωρίς σκοπό μέσα στο διαμέρισμα. Τής πέφτουν παντού οι στάχτες. Όταν το τσιγάρο φτάσει στη μέση, το σβύνει πάνω στον τοίχο και ρίχνει το αποτσίγαρο στον δίσκο με τα φλυντζάνια. Έπειτα ανάβει άλλο τσιγάρο. Πάει στο δωμάτιό της. Τα έπιπλα εκεί είναι λευκά, οι κουρτίνες και τα σκεπάσματα είναι ροζ. Η Λίλυ έχει μια όψη σκοτεινή και ωχρή. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου της είναι έντονα. Το σώμα της μακρύ και γωνιώδες. Θα έμοιαζε περισσότερο με έναν νεαρό εμφανίσιμο άντρα.
Στέκεται στο μέσον του ροζ και λευκού δωματίου και ρουφά το τσιγάρο. Τα δάχτυλά της αρχίζουν πάλι να τρέμουν. Πιέζει με το χέρι της το μέτωπό της και παίρνει βαθιά ανάσα. Το τσιγάρο γλυστρά από τα χέρια της και πέφτει στο πάτωμα. Το σβύνει με το τακούνι της και ανάβει άλλο. Ρουφώντας και ξεφυσώντας έντονα, σωριάζεται στο κρεβάτι. Το μαλακό κρεβάτι τήν κάνει πιό νευρική. Σηκώνεται, πάντοτε καπνίζοντας, περιφέρεται πάλι γύρω στο δωμάτιο. Σταματά μπροστά στον μεγάλο καθρέφτη του δωματίου της και κυττάζει μέσα του. Χαμογελά χωρίς λόγο καθώς κυττιέται.
Ασυναίσθητα τα χείλη της αρχίζουν να μουρμουρίζουν κάποιες φράσεις που ταιριάζουν περισσότερο στην μητέρα της όταν και οι δύο τους παρευρίσκονται σε κοινωνικές συναθροίσεις. Στην αρχή μιλά δυνατά. Έπειτα φαίνεται να τρομάζει. Απομακρύνεται από τον καθρέφτη. Κρύβει με τα δυό της χέρια το στόμα της και έπειτα τα αυτιά της. Αλλά η φωνή που είχε δημιουργήσει δεν μπορεί να σταματήσει παρ’ όλο που τα χείλη της τώρα είναι σιωπηλά. Ένας ψίθυρος σαν από φάντασμα συνεχίζει να ακούγεται με φωνή χαμογελαστή, ψεύτικη την οποία φωνή χρησιμοποιεί η μητέρα της σε κοινωνικές εκδηλώσεις.)
ΦΩΝΗ Η Λίλυ είναι το πιό παράξενο παιδί. Μοιάζει πάρα πολύ τον καημένο τον πατέρα της. Ήταν και εκείνος ο τύπος του διανοούμενου, ξέρετε. Τού άρεζε πολύ το γράψιμο. Ο καημένος ο Στέφεν!