"Άννα ΙΙ" του Γιάννη Φαρμακίδη

μανία θεάτρου

nobody, not even the rain, has such small hands

κανένας, ούτε ακόμη η βρόχη, δεν έχει τόσο μικρά χέρια

E. E. Cummings

Γιάννη Φαρμακίδη

Άννα ΙΙ

μονόλογος για μιά γυναίκα

Άννα, αγαπημένη μου Άννα, γλυκιά μου εαυτή Άννα, μόνον εσύ μού έχεις απομείνει στον κόσμο. Όχι, όχι, ξέρω πολύ καλά ότι δεν είμαι εγωΐστρια. Αν αγαπώ εσένα, εσένα και μόνον εσένα, τρυφερή μου εαυτή Άννα, είναι επειδή οι άλλοι, όλοι οι άλλοι, μ’ έχουν προδώσει. Θα μπορέσουμε να ζήσουμε από ’δώ και πέρα ήσυχα και ευτυχισμένα, αν τώρα πάρω την σωστή απόφαση. Αλλά ποιό από τα δύο που μπορώ να κάνω είναι η σωστή απόφαση; Τι άρωμα να βάλω στο κέϊκ; Ξύσμα λεμονιού ή ξύσμα πορτοκαλιού; Ναι, Άννα, τα δύο αυτά αρώματα είναι κοντινά μεταξύ τους. Αλλά όχι και τόσο κοντινά. Οι διαφορές εξακολουθούν να υπάρχουν. Λεμόνι ή πορτοκάλι; Είναι και το μανταρίνι. Ναι, αλλά ευτυχώς τώρα έχω να διαλέξω μόνον ανάμεσα σε δύο ενδεχόμενα. Φυσικά θα μπορούσαν να ήταν τρεις οι εναλλακτικές λύσεις, αλλά φρόντισα την μία να την αποκλείσω. Ειλικρινά δεν ξέρω αν έκανα καλά ή όχι;

Γιατί απέκλεισα το μανταρίνι; Άννα, τι έπαθες; Ξεχνάς, ε; Συγκεντρώσου. Είχαμε κάνει ολόκληρες συζητήσεις γι’ αυτό. Οι αρρώστιες μάς κάνουν να ξεχνάμε. Αλλά το μανταρίνι δεν ήταν λεπτομέρεια.

Άννα, Άννα, εαυτή μου, δεν ξεχνάς μόνον εσύ. Ξεχνώ κι εγώ. Ξέρεις τόση ώρα τι έχω ξεχάσει; Να ράψω το πουκάμισο σου. Να μην φαίνεται η τρύπα. Ευτυχώς που όταν δημιουργήθηκε η τρύπα δεν το φορούσα το πουκάμισό σου. Ήταν κρεμασμένο το πουκάμισό σου στην καρέκλα όταν πυροβόλησες. Ωραία, ζήλευες. Και λοιπόν; Θα μου πεις να είμαι ευτυχισμένη που δεν πυροβόλησες εμένα. Ο πυροβολισμός είναι σαν την εκσπερμάτωση. Καμιά φορά δεν ξέρεις προς τα πού θα πάει

Όχι, Άννα, αυτή τη στιγμή δεν έχεις κανένα λόγο να κοπιάσεις για να βάλεις τις σκέψεις σου σε σειρά. Ας πάνε να πνιγούνε όλοι. Εσένα σ’ ενδιαφέρουν τώρα μόνον δυό-τρία πράγματα. Ένα απ’ αυτά να ράψω το πουκάμισο σου.

Ξύσμα λεμονιού ή ξύσμα πορτοκαλιού; Η σφαίρα έχει τρυπήσει τον θώρακα, αλλά σε ποιό σημείο ακριβώς; Και γιατί, Άννα, έχεις τέτοιες απορίες; Είπες να γράψεις ένα ποίημα. Και τό ’γραψες. Και κόλλησες σ’ αυτές τις λεπτομέρειες. Τόση έμπνευση και να κολλήσεις σ’ αυτές τις λεπτομέρειες. Άννα, λογικέψου, συγκεντρώσου, πάρε μιά απόφαση, η ώρα περνάει, πρέπει να ετοιμαστείς.

Η ηθοποιός προφέρει τα επόμενα λόγια και εκτελεί αυτά που περιγράφουν τα λόγια.

Μιά νεαρή γυναίκα μπαίνει στο δωμάτιο. Φορά ένα φόρεμα ή φούστα και μπλούζα. Ντύσιμο με πολύ θηλυκότητα. Στο χέρι κρατά ένα λευκό αντρικό πουκάμισο, μιά γραβάτα κι ένα φύλλο χαρτιού, πρόκειται για σελίδα περιοδικού. Στέκεται μπροστά στον καθρέφτη. Ακουμπά σε μιά καρέκλα το φύλλο του χαρτιού, φορά το πουκάμισο πάνω από το φόρεμα, το κουμπώνει και αρχινά να δένει την γραβάτα κυττώντας τις οδηγίες για το δέσιμο της γραβάτας που αναφέρονται στις σελίδα του περιοδικού.

Όταν τελειώσει, παίρνει από το τραπέζι ένα ψεύτικο μουστάκι και το κολλάει στο επάνω χείλος της, κυττώντας το αποτέλεσμα στον καθρέφτη.

Όταν τελειώσει με το μουστάκι, κάθεται σε μιά πολυθρόνα, ανάβει τσιγάρο βάζει ποτό και παίρνει μιά αναπαυτική πόζα. Έπειτα, παίρνει από το τραπέζι ένα βιβλίο. Το ανοίγει στην σελίδα όπου έχει τοποθετήσει έναν σελιδοδείκτη. Αρχινά να διαβάζει:

Ο Ρόζενκραντζ και ο Γκύλντενστερν βγαίνουν.

ΑΜΛΕΤ Now I’m alone. Τώρα είμαι μόνος.

What rogue and peasant slave I am? Τι άξεστος χωριάτης είμαι;

Συνεχίζει να διαβάζει μερικούς στίχους ακόμη. Σταματά για λίγο. Μετά

επαναλαμβάνει δυο-τρεις φορές με δυνατή φωνή:

Τώρα είμαι μόνος. Τώρα είμαι μόνος. Τι χρειάζομαι τους άντρες όταν εγώ η ίδια μπορώ να γίνω άντρας, παραμένοντας την ίδια στιγμή γυναίκα, συγκεντρώνοντας επάνω μου την τέλεια ένωση άντρα και γυναίκας;

Ανάλογα με την επιθυμία της στιγμής παίρνω μορφή άντρα ή γυναίκας και αρνούμαι την υποταγή στην μητέρα Φύση. Είμαι χωρίς μητέρα.

Άννα, γλυκιά μου εαυτή Άννα, Άννα μου, είμαι ελεύθερη Άννα, είσαι ελεύθερη Άννα, εσύ κι εγώ, εσύ η τρυφερή μου εαυτή κι εγώ είμαστε ελεύθεροι.

Η γυναίκα σηκώνεται, βγαίνει από το δωμάτιο. Σε λίγο ξαναμπαίνει φορώντας πάντοτε το μουστάκι, το πουκάμισο, την γραβάτα, αλλά τώρα έχει βγάλει και τα υπόλοιπα γυναικεία ρούχα και φορά παντελόνι.

Φυσικά και θα μπορούσε να ήταν τυχαία εκείνη η λεπτομέρεια. Όμως εγώ θέλω να πιστέψω ότι δεν ήταν. Και σε τελευταία ανάλυση μού ήταν αδιάφορο, αν η λεπτομέρεια ήταν τυχαία, τελείως αδιάφορο. Πρόσεξε να δεις. Εγώ κάθομαι σε μιά καρέκλα. Κι εσύ κάθεσαι στην απέναντι πολυθρόνα. Η μπλούζα σου είναι ανασηκωμένη, όχι πολύ, τόσο όσο χρειάζεται για να φαίνεται ο οφαλός σου. Φυσικά θα μπορούσε να είχε ανασηκωθεί η μπλούζα επειδή προηγουμένως έκανες κάποιες δουλειές του σπιτιού. Αλλά εγώ θέλω να πιστέψω την ακόλουθη εκδοχή. Καθώς ερχόσουνα από την κουζίνα στο καθιστικό, εγώ καθόμουνα με πλάτη γυρισμένη, εσύ εκμεταλλεύτηκες τα δυό-τρία δευτερόλεπτα που δεν σε έβλεπα για να ανασηκώσεις την μπλούζα σου ώστε να φανεί ο οφαλός σου.

Όχι, όχι, Άννα, σε παρακαλώ, μην μου πεις την δική σου εκδοχή της αλήθειας. Λοιπόν, άκου τι θέλω τώρα αυτή τη στιγμή. Έχουμε καταφέρει να απαλλαγούμε από όσους μας είναι ενοχλητικοί και στις επόμενες μιά-δυό ώρες αποκλείεται κάποιος άλλος να μας ενοχλήσει. Ναι, είμαι απόλυτα βέβαιη ότι κανένας δεν πρόκειται να έρθει τόσο σύντομα. Ε, εάν έρθει, θα είναι μοιραίο. Αλλά κι εγώ νομίζω ότι κανένας δεν θα έρθει. Εντάξει, υπάρχει κάποιος κίνδυνος. Αλλά ο κίνδυνος υπάρχει παντού στη ζωή μας. Ας πούμε υπάρχει ο κίνδυνος να πάψουμε ν’ αγαπιόμαστε. Αγαπιόμαστε τώρα, αλλά… Ακριβώς γι’ αυτό σε θέλω τόσο αυτή τη στιγμή. Για να μηδενίσουμε τον κίνδυνο να πεθάνει η αγάπη μας. Η διαδικασία είναι απλή.

Παίρνει ένα μαχαίρι από το τραπέζι.

Άννα, Άννα, δεν είσαι ένα άλλο πρόσωπο, είσαι η εαυτή μου. Δεν θέλω να γνωρίσω άλλη γυναίκα. Θα μείνουμε οι δυό μας.

Έχεις μιά μοναδική ικανότητα, Άννα, εαυτή μου, να με νευριάζεις. Αυτή η μανία σου να θες εξηγήσεις για κάθε λεπτομέρεια. Κυττάς μόνον τις λεπτομέρειες και αδιαφορείς για το σύνολο. Ας πούμε, αρχίζω μιά συζήτηση για τις τάσεις στην γυναικεία μόδα. Κι εσύ αντί να μου απαντήσεις στο ίδιο επίπεδο, αντί να μου πεις τις απόψεις σου για τις τάσεις στην γυναικεία μόδα, αρχίζεις να μου μιλάς για συγκεκριμένα ρούχα που είδες. Μα, Άννα μου, τα συγκεκριμένα ρούχα είναι λεπτομέρειες μέσα στις τάσεις της μόδας, δεν αντιπροσωπεύουν ολόκληρες τις τάσεις της μόδας. Αυτή η αποφυγή από μέρους σου της αφηρημένης σκέψης, μού τη δίνει στα νεύρα. Ειλικρινά μερικές φορές έχω επιθυμήσει να σε μπατσίσω για να ξεκολλήσεις από τις λεπτομέρειες.

Πάλι αυτή τη στιγμή φοράς το άρωμα που δεν συμπαθώ. Επίτηδες το κάνεις; Γιατί αποφάσισες ακόμη μιά φορά να βάλεις αυτό το άρωμα που μού τη σπάει; Ξεκούμπωσε τα κουμπιά της ζακέτας σου. Τι κυττάς τριγύρω; Βλέπεις κανέναν; Η συνήθεια, θα μού πεις. Τόσες φορές την έχεις πάθει. Σε διαβεβαιώ άλλη μιά φορά ότι όχι μόνον δεν υπάρχει κανένας εδώ, αλλά ούτε πρόκειται κανένας να έρθει, τουλάχιστον τις επόμενες δύο ώρες. Έχουμε αρκετό χρόνο μπροστά μας για όλα.

Λατρεύω τις γυναίκες οι οποίες μόλις βρεθούν μπροστά στα πρόσωπα με τα οποία είναι ερωτευμένες, ξεγυμνώνονται αμέσως. Άννα, Άννα, η υποταγή και η σιωπή είναι τα καλύτερα κοσμήματα μιάς γυναίκας. Όταν ακούω για εραστές οι οποίοι ξεντύνουν οι ίδιοι τις ερωμένες τους με πιάνουν τα γέλια. Οι δύστυχοι μεταβάλλονται σε υπηρέτες που βοηθούν την κυρία να ξεντυθεί. Όχι, Άννα, το ξεγύμνωμα είναι γυναικεία υπόθεση. Έτσι μπράβο, συνέχισε. Δεν θα κρυώσεις, έχει καλή θερμοκρασία εδώ μέσα. Είδες; Δεν παθαίνεις κάτι με το να ξεντύνεσαι μόνη σου. Έτσι, συνέχισε.

Θέλω να υποταχτώ σε σένα. Αφού είμαι η εαυτή σου, θέλω να έχεις πλήρη έλεγχο της εαυτής σου. Ξέρω ότι εσύ παίρνεις πάντοτε τις καλύτερες αποφάσεις. Πολύ καλύτερες από τις δικές μου. Έχω βαρεθεί να εξουσιάζω και να αποφασίζω. Εγκαταλείπομαι στα χέρια σου. Κάνε με ό,τι θες εσύ. Δεν μ’ ενδιαφέρει τι αποφάσεις θα πάρεις. Έχω ανάγκη να γείρω επάνω σου και να χαλαρώσω. Όπως χαλαρώνει ο άρρωστος όταν του δίνουν ναρκωτικό μετά την εγχείρηση.

Μιλάς, αγάπη μου. Εσύ πάντοτε μιλάς κι εγώ πάντοτε σ’ ακούω. Και τώρα σ’ ακούω να μιλάς, τώρα που μιλάω εγώ. Δεν μιλάς με το στόμα, μιλάς με τη στάση του σώματός σου, του γυμνού, θεϊκού σώματός σου. Βάλε τα χέρια σου πίσω από το κεφάλι σου. Έτσι. Να αναδειχτεί ακόμη περισσότερο το στήθος σου. Άνοιξε τα πόδια. Χαμογέλασε περισσότερο. Δεν πρόκειται να ξαναντυθείς. Θα μείνεις γυμνή σε όλη σου τη ζωή. Δεν θα αντέξω να σε δω ξανά ντυμένη. Άνοιξε κι άλλο τα πόδια σου.

Το σουτιέν που το έβαλες; Α, εκεί. Όχι, μην σηκώνεσαι. Θα το πάρω εγώ.

Παίρνει το σουτιέν που υπήρχε πάνω στο τραπέζι. Το κρατά στα χέρια της καθώς μιλά, το μυρίζει.

Μυρίζει Άννα. Μυρίζει εσένα. Εντάξει, εντάξει, σύμφωνοι. Θα σου επιτρέπω να το φοράς. Αλλά μόνον το σουτιέν. Τίποτ’ άλλο.

Αφήνει το σουτιέν πάνω στο τραπέζι. Παίρνει το μαχαίρι.

Πάω ταξίδι και έχω ένα σωρό δουλειές να κάνω. Και δεν είναι εύκολο να απαντώ στο τηλέφωνο. Και παρ’ όλ’ αυτά εσύ επιμένεις να γκρινιάζεις και να λες ότι εάν σ’ αγαπούσα πραγματικά, θα σου τηλεφωνούσα. Μετά από αυτό, δεν σου μιλούσα για δύο εβδομάδες. Άκου «εάν μ’ αγαπούσες»! Ώστε ακόμη είσαι στο «εάν»; Δεν είσαι βέβαιη αν σ’ αγαπάω; Σ’ αγαπάω που να πάρει ο διάολος. Σ’ αγαπάω. Αλλά κάποιες φορές έχω τα νεύρα μου.

Γιατί κατέβασες τα χέρια σου; Κουράστηκες; Καλά, αφού κουράστηκες. Μην τα σταυρώνεις, όμως, τα χέρια σου, έτσι, άχαρα, μπροστά στο στήθος σου. Άνοιξε κι άλλο τα πόδια σου. Κι άλλο. Έτσι. Με τα χέρια σου άνοιξε τώρα τα χείλη σου. Σου το λέω αυτό για να κάνεις κάτι χρήσιμο με τα χέρια σου.

Μη βιάζεσαι, μην ανησυχείς καθόλου. Θα έρθει η στιγμή που θα χρησιμοποιήσω το μαχαίρι. Σου είπα το έχω τροχίσει, σχεδόν δεν θα πονέσεις.

Έχω κουραστεί. Αυτή η αγωνία χρόνια ολόκληρα. Θέλω να είσαι η τελευταία γυναίκα. Η τελευταία και η μοναδική. Κι εσύ δεν έχεις κουραστεί; Κι εσύ δεν θες μιά τελευταία, ή καλύτερα μιά οριστική αγάπη που να μην σου πει ποτέ «όχι» ή «φεύγω», που να δεχτεί τα πάντα από σένα; Ξέρω, αγάπη μου, Άννα, γλυκιά μου εαυτή, ότι για να το καταφέρουμε αυτό, θα έχουμε μπροστά μας ένα σωρό δυσκολίες. Όμως αγάπη μου, θέλω να ζω μαζί σου κι ας αντιμετωπίζω χίλιες δυσκολίες. Σ’ αγαπώ, το καταλαβαίνεις; Κι αν σε βασανίζω, όπως τώρα που σε κρατώ γυμνή ενώ ακόμη δεν έχουνε ανάψει τα καλοριφέρ, αν σε βάζω να είσαι για ώρα σε κουραστικές στάσεις, είναι γιατί συνεχώς αισθάνομαι την επιθυμία της ηδονής. Θέλω την ηδονή μόνον από σένα, είσαι η μόνη γυναίκα που απόμεινε, όλες οι άλλες είναι ένα τίποτα. Με το τέλος του οργασμού, το μόνον που σκέφτομαι είναι ο επόμενος οργασμός. Γι’ αυτό δεν σταματώ ούτε στιγμή να σε χαϊδεύω και να σε γλύφω.

Όχι, μη μου ζητάς πάλι τα ίδια. Άννα, μην επιμένεις, εκτός εάν θέλεις να νευριάσω. Θα κάνεις αυτό που σου λέω. Δεν θέλω να είσαι καθαρή. Αυτό που κάνουμε οι δυό μας είναι βρώμικο. Και θέλω εσύ να είσαι πραγματικά βρώμικη. Εγώ πλένομαι για να μπορώ να απολαμβάνω την δική σου βρωμιά. Αν ήμουνα κι εγώ βρώμικη, πώς θα αγαπούσα την δική σου βρωμιά, αγάπη μου; Όταν τελειώσει αυτή η δυσκολία που ζούμε, όταν απαλλαγούμε απ’ όλους αυτούς που μας ενοχλούν, όταν πραγματικά μείνουμε οι δυό μας, σού ορκίζομαι, Άννα, ότι εγώ η Άννα δεν θα ξαναπλυθώ ποτέ, όπως και εσύ. Άννα, δεν θα πλυθείς ποτέ ξανά. Θα τελειώσει η ζωή μας μέσα στην απόλυτη βρωμιά του έρωτά μας.

Γιατί σ’ ενοχλεί που κρατώ όλη την ώρα το μαχαίρι; Ανατριχιάζεις; Δεν πρέπει. Έτσι κι αλλοιώς θα το δοκιμάσεις σε λίγο. Το μαχαίρι, εννοώ. Μη φοβάσαι. Σου είπα ότι το έχω ακονίσει καλά.

Εγώ; Πώς είμαι; Θα μπορούσα να κάνω περισσότερα πράγματα στη ζωή, αλλά αυτή η αρρώστια μου μ’ εμποδίζει. Θα ήθελα να σ’ αγαπώ ακόμη περισσότερο. Αλλά πώς όμως; Αυτή η αρρώστια έχει σακατέψει το σώμα μου. Παρ’ όλα αυτά σ’ αγαπώ. Όσο μπορώ. Αλλά σ’ αγαπώ. Για τις άλλες δουλειές ξοδεύω μόνον λίγες δυνάμεις, όλες τις άλλες δυνάμεις μου, όσες μου έχει αφήσει η αρρώστια, τις έχω αφιερώσει σε σένα.

Άκου, Άννα, αγάπη μου, μην απελπίζεσαι. Μόλις στρίψουμε την γωνία, μας περιμένει η ευτυχία. Αλλά και τώρα μπορούμε να γευόμαστε λίγο από την ευτυχία. Ναι, όπως αυτή τη στιγμή, τώρα, εδώ, αυτή τη μυστική στιγμή, που έχουμε ξεφύγει από τους άλλους, για μιά-δυό ώρες δεν θα έρθει κανένας, για μιά-δυό ώρες, αγάπη μου, μπορούμε να κάνουμε τα πάντα. Τι μου είπες στο τηλέφωνο; «Θέλω να κάθομαι συνέχεια επάνω σου.». Μέχρι να έρθουν οι άλλοι άνθρωποι, μέχρι να τελειώσει το διάλλειμα της ευτυχίας, κάνε αυτό που θες. Και θα κάνουμε συνεχώς αυτό που θέλουμε, όταν στρίψουμε την γωνία και συναντήσουμε την οριστική ευτυχία. Θα καθίσεις επάνω μου. Και θα βασανιστούμε από ευτυχία κι οι δυό μας. Δεν θα μ’ αγγίζεις, δεν θα σ’ αγγίζω, μόνον θα κάθεσαι επάνω μου και θα βασανιζόμαστε και οι δυό μας από ευτυχία.

Κουράστηκες σ’ αυτήν την στάση; Μα δεν είναι δύσκολη. Απλά κάθεσαι στην πολυθρόνα, με τα πόδια σου ανοιχτά και με τα χέρια σου κρατάς επίσης ανοιχτά τα χείλη σου. Κι όμως τώρα θα σε βάλω σε μιά πιό κουραστική στάση. Σήκω. Έλα, σήκω, μην καθυστερείς. Θέλω να αντιδράς αμέσως. Λοιπόν, τώρα κάθισε με τα γόνατα πάνω στην πολυθρόνα και με την πλάτη γυρισμένη σε μένα. Θα ακουμπάς τα χέρια σου στην ράχη της πολυθρόνας. Έτσι, και τώρα σκύψε. Κι άλλο. Κι άλλο. Τώρα είσαι καλά. Ναι, αυτό ακριβώς θέλω να βλέπω. Γι’ αυτό σ’ έβαλα να καθίσεις έτσι.

Εάν κρατάς όλη την ώρα το κεφάλι σου γυρισμένο προς εμένα, θα σε πονέσει ο λαιμός. Κύττα μπροστά σου. Με δεν χρειάζεται, αγάπη μου, να με βλέπεις. Αρκεί που με ακούς.

Όση ώρα λέει τα παραπάνω λόγια, σηκώνεται και μπροστά στον καθρέφτη

φοράει το σουτιέν πάνω από το πουκάμισο. Παρατηρεί προσεκτικά την εαυτή

της στον καθρέφτη.

Δεν έχω αντίρρηση να κάνεις τατουάζ. Όμως δεν θέλω να το βλέπει όλος ο κόσμος, Μα ναι, φυσικά, θέλω να σε βλέπουν γυμνή, αλλά δεν θέλω να βλέπουν το τατουάζ που θα έχεις. Το τατουάζ θα το κάνεις κάπου απόκρυφα. Σε κάποια σχισμή του σώματος. Έχω κι εγώ το δικά μου ζωγραφικά όνειρα για σένα. Θα σε βάψω ολόκληρη. Ολόκληρη, εννοώ. Ούτε ένα εκατοστό του δέρματος χωρίς χρώμα. Μα φυσικά κόκκινη θα σε βάψω, τι άλλο;

Βγάζει το σουτιέν, το αφήνει πάνω στο τραπέζι. Κάθεται στην πολυθρόνα.

Πριν δύο χρόνια, σ’ αυτήν ακριβώς την πολυθρόνα, σ’ αυτό το ίδιο σημείο, σ’ αυτήν ακριβώς τη στάση που έχεις τώρα, γυμνή, γονατιστή, με την πλάτη γυρισμένη προς εμένα, σ’ αυτήν λοιπόν την στάση, και μάλλον την ίδια ώρα όπως τώρα, βρίσκονταν μιά άλλη γυναίκα που η συμπεριφορά της έδειχνε ότι ήταν τρελλά ερωτευμένη μαζί μου, αλλά κι εγώ μαζί της. Εγώ καθόμουνα εδώ, σ’ αυτήν την πολυθρόνα που κάθομαι τώρα. Καθόμουν και θαύμαζα το πίσω μέρος του υπέροχου λατρεμένου, γυμνού, σώματός της. Και ξαφνικά, με μιά αστραπιαία κίνηση, πήρα την δερμάτινη ζώνη και χτύπησα την ιερή γύμνια της. Γιατί το έκανα; Από σεβασμό στην γύμνια που είχα εμπρός μου. Ναι, αγάπη μου, Άννα, αγάπη μου, ο σεβασμός δεν είναι πάντοτε απαλός. Την αγαπούσα, την σεβόμουνα και ήθελα να ταπεινωθώ μπροστά της. Την μαστίγωσα επειδή ήθελα να υποταχτώ στην κυριαρχία της. Με το χτύπημα εκείνο της αφιέρωσα τον έρωτά μου. Ήμουν σκλάβα της η οποία προσέφερε στην ιδιοκτήτριά της πόνο, όπως συνηθίζεται να προσφέρουν θυσία στις θεές. Την λάτρευα.

Μόλις η δερμάτινη ζώνη πλήγωσε την σάρκα της, εκείνη τινάχτηκε κι άρχισε να κλαίει. Πίστεψα ότι ήταν δάκρυα ευγνωμοσύνης, πίστεψα ότι μ’ ευχαριστούσε για το χτύπημα. Πόσο απατήθηκα! Δεν με συγχώρησε ποτέ. Όσο κι αν της έδειχνα πόσο πολύ την αγαπούσα. Όσο κι αν της μιλούσα για την αγάπη μου προς εκείνη, η οποία αγάπη μου ζητούσε να την χτυπήσει πάλι, να την πονέσει πάλι, για να ολοκληρωθεί. Δεν με καταλάβαινε. Ο ορθολογισμός της την τύφλωνε. Η λογική της τής στερούσε την ικανότητα να προσλάμβανε την αγάπη που έτρεφα για εκείνη.

Άννα, ό,τι πρόκειται να συμβεί ανάμεσά μας, μη θελήσεις να το βεβηλώσεις με ιδεολογίες. Άννα, εμείς, εσύ κι εγώ, είμαστε εδώ για την αγάπη που δεν γνωρίζει όρους και όρια. Άννα, μοναδική μου ερωμένη μου, εγώ και η εαυτή μου που είσαι εσύ, θα παλέψουμε με νύχια και με δόντια για να σε ελευθερώσουμε από το τέρας της λογικής, αν τύχει και σε αρπάξει.

Θα ενωθούμε, Άννα, με δεσμό αιώνιο και ακατάλυτο. Η πράξη που σε λίγο θα επιτελέσουμε θα είναι πιό δεσμευτική από οποιονδήποτε όρκο.

Σ’ ευχαριστώ, Άννα αγάπη μου, γλυκιά μου Άννα, που μένεις ακίνητη τόση ώρα στην στάση που σε διέταξα να πάρεις. Ενωμένη με την πολυθρόνα. Είσαι η προέκταση της πολυθρόνας. Ένας άλλος Κένταυρος, μισός άνθρωπος, μισός πολυθρόνα. Ή όπως τα μισοτελειωμένα αγάλματα όπου ένας ανθρώπινος κορμός ξεπροβάλει μέσα από την πέτρα, έτσι κι εσύ, ξεπροβάλει ο κορμός σου μέσα από την πολυθρόνα. Βάλε το χέρι σου στην σχισμή. Όχι, όχι έτσι. Κατέβασε το χέρι σου από μπροστά, ναι, έτσι, φέρ’ το ανάμεσα στα πόδια σου, έτσι ακριβώς, και τώρα με τα δάχτυλα σου άνοιξε τα χείλη σου. Ναι, έτσι. Θεά μου, τώρα είσαι πραγματικά γυμνή, τώρα που την εσωτερική περιοχή του σώματός σου την προσφέρεις στα μάτια της αγαπημένης σου εαυτής σου. Μείνε ακίνητη. Ξέρω, ξέρω, σε κουράζει αυτή η στάση. Αλλά λίγο, μόνον λίγο ακόμη, μείνει ακίνητη. Άνοιξε τα κι άλλο. Κι άλλο. Ναι, έτσι, αγάπη μου.

Τι έπαθες; Σ’ ενόχλησε κάτι; Τι; Δεν άκουσα. Άννα, αγάπη μου, μίλα πιό δυνατά. Σε πονάνε οι ρώγες; Γιατί; Τι θα πει δεν ξέρεις; Να μαντέψω εγώ; Έχουν σκληρύνει. Έχουν σκληρύνει πολύ. Γι’ αυτό πονάνε. Οι ρώγες σκληραίνουν όταν μαζεύεται εκεί πολύ αίμα. Γίνονται σκληρές σαν χαλίκια. Αυτήν την λέξη χρησιμοποίησε ο ποιητής για να τις περιγράψει: «δυό χαλίκια». Αγάπη μου, σου πονάνε οι ρώγες επειδή εκεί έχει μαζευτεί πολύ αίμα, αλλά μην ξεχνάς, Άννα μου, ότι το αίμα είναι ο χυμός της ζωής. Πλημμυρισμένες οι ρώγες σου από τον χυμό της ζωής. Ναι, Άννα, το είχα σχεδιάσει από την αρχή. Το περίμενα να σκληρύνουν οι ρώγες σου. Γι’ αυτό σου ζήτησα να σταθείς έτσι. Γυμνή, γονατιστή, πάνω στην πολυθρόνα, με την πλάτη γυρισμένη σε μένα, σ’ αυτήν την στάση χωρίς καμιά προστασία, στο έλεος του βλέμματός μου. Περίμενα ότι σε λίγα λεπτά το σώμα σου θα ένοιωθε την υποταγή που ζητούσα. Περίμενα ότι το σώμα σου θα έστελνε αίμα πολύ στις ρώγες σου. Και το έστειλε. Τι αποζητά το αίμα σ’ αυτές τις δύο άκρες του σώματός σου; Που θέλει να πάει το αίμα σου; Δεν απαντάς; Δεν ξέρεις; Μα δεν μπορείς να μαντέψεις; Κάνε μία προσπάθεια, σκέψου. Ναι, σωστά είπες, αναζητά να βγει έξω από το σώμα σου. Αλλά να πάει πού; Μα είναι δυνατόν να λες τέτοια λόγια; Το πολύτιμο αίμα σου να χυθεί κάτω; Να αγγίξει το άγιο αίμα σου την ευτέλεια της καθημερινότητας; Όχι, αγάπη μου, αυτό δεν θα το επιτρέψω. Ναι, πρέπει να βγει το αίμα σου. Για να πάψεις να πονάς. Αλλά να μην χυθεί κάτω, Άννα μου, εαυτή μου, πάναγνη εαυτή μου, μόνον εγώ μπορώ να γίνω η αποδέκτρια του αίματός σου, μόνον εγώ μπορώ να το δεχτώ χωρίς να το ευτελίσω, εγώ η άλλη σου εαυτή. Ναι, Άννα, ετοιμάσου να με γονιμοποιήσεις με το αίμα σου. Θα το δεχτώ εντός μου. Αυτό το μαχαίρι θα βοηθήσει. Μη φοβάσαι. Σου έχω πει ότι το έχω ακονίσει πολύ καλά. Κοφτερό σαν ξυράφι. Μιά σχισμή στην κάθε ρώγα θα είναι αρκετή. Μόνον λίγο θα πονέσεις. Μα γιατί δεν θες; Τώρα με πρησμένες τις ρώγες σου πονάς περισσότερο. Λίγο μόνον θα σχίσω την κάθε ρώγα και θα απαλλαχτείς από το βάσανό σου. Και μετά, αφού εγώ πάρω την κατάλληλη στάση, εσύ θα σταλάξεις το αίμα από τις ρώγες σου μέσα στην μήτρα μου και θα με γονιμοποιήσεις. Θα ενωθούμε για πάντα. Και τίποτα δεν θα μας χωρίσει πλέον. Ούτε ο θάνατος.

αυλαία