μανία θεάτρου
Les cheveux du soleil sont nos mains aussi.
Και τα μαλλιά του ήλιου είναι χέρια μας επίσης.
Sophie Podolski
Ουΐλλιαμ Σαίξπηρ
Η τραγωδία του Μάκμπεθ
The Tragedy of Macbeth
πράξη δευτέρα, σκηνή δευτέρα
μετάφραση Γιάννη Φαρμακίδη
Η τραγωδία του Μάκμπεθ The Tragedy of Macbeth
Πράξη δευτέρα, σκηνή δευτέρα
μετάφραση Γιάννη Φαρμακίδη
ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΜΠΕΘ Το οινόπνευμα που μέθυσε τους υπηρέτες με έκανε δυνατή. Το ίδιο ποτό που έσβησε τη δίψα τους, εμένα με άναψε. Άκου. Ησυχία! Αυτή ήταν η κουκουβάγια που έκραξε, η καμπάνα του θανάτου, η πιο ανατριχιαστική καληνύχτα. Ο Μάκμπεθ τώρα θα σκοτώνει τον βασιλιά. Οι πόρτες στο δωμάτιο του βασιλιά είναι ανοιχτές και οι μεθυσμένοι υπηρέτες τόν προστατεύουν με το ροχαλητό τους. Έβαλα τόσα ναρκωτικά στα ποτά τους που δεν ξεχωρίζουν αν είναι ζωντανοί ή νεκροί.
ΜΑΚΜΠΕΘ (εκτός σκηνής) Ποιός είναι εκεί; Τι συμβαίνει;
ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΜΠΕΘ Αλλοίμονο, φοβάμαι ότι οι υπηρέτες ξύπνησαν και δεν έγινε ο φόνος. Η απόπειρα αν δεν πετύχει, θα μάς καταστρέψει. Τι είναι αυτός ο θόρυβος; Έβαλα τα μαχαίρια έτσι που να μπορεί να τα βρει ο Μάκμπεθ. Αν ο βασιλιάς δεν μού θύμιζε στην όψη τον πατέρα μου, θα τόν είχα σκοτώσει εγώ η ίδια.
(Μπαίνει ο Μάκμπεθ κρατώντας τα ματωμένα μαχαίρια.)
Ο σύζυγός μου!
ΜΑΚΜΠΕΘ Το έκανα. Άκουσες τον θόρυβο;
ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΜΠΕΘ Άκουσα την κουκουβάγια να κράζει και τους γρύλους να τρίζουν. Είπες κάτι πριν;
ΜΑΚΜΠΕΘ Πότε;
ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΜΠΕΘ Τώρα μόλις.
ΜΑΚΜΠΕΘ Καθώς κατέβαινα;
ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΜΠΕΘ Ναι.
ΜΑΚΜΠΕΘ Άκου! Ποιός κοιμάται στο δεύτερο δωμάτιο;
ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΜΠΕΘ Ο Ντόναλμπαίην.
ΜΑΚΜΠΕΘ (κυττώντας τα χέρια του) Αυτό είναι ένα άθλιο θέαμα.
ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΜΠΕΘ Ανοησίες.
ΜΑΚΜΠΕΘ Ένας από τους υπηρέτες γελούσε μέσα στον ύπνο του και ο άλλος φώναξε «Φόνος!» και ξύπνησαν ο ένας τον άλλον. Στάθηκα και τούς άκουσα. Αλλά μετά είπαν την προσευχή τους και ξανακοιμήθηκαν.
ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΜΠΕΘ Ο Μάλκολμ και ο Ντόναλμπαίην κοιμούνται στο ίδιο δωμάτιο.
ΜΑΚΜΠΕΘ Ο ένας υπηρέτης φώναξε «Κύριε ελέησον!» και ο άλλος «Αμήν», σαν να είχαν δει αυτά τα χέρια του δήμιου. Ακούγοντας τις τρομαγμένες τους φωνές δεν μπορούσα να πω «Αμήν», όταν είπαν «Κύριε ελέησον!»
ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΜΠΕΘ Μη το σκέφτεσαι τόσο πολύ.
ΜΑΚΜΠΕΘ Αλλά γιατί δεν μπορούσα να πω «Αμήν»; Είχα τόση πολλή ανάγκη το έλεος, και το «Αμήν» είχε κολλήσει στον λαιμό μου.
ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΜΠΕΘ Δεν είναι για να τα σκεφτόμαστε όλα αυτά. Διαφορετικά θα τρελαθούμε.
ΜΑΚΜΠΕΘ Νόμιζα ότι άκουσα μιά φωνή να λέει «δεν θα κοιμηθείς πιά! Ο Μάκμπεθ δολοφόνησε τον ύπνο.», τον ύπνο του αθώου, αυτόν τον ύπνο που διώχνει τις έγνοιες, τον ύπνο που ξεκουράζει τις μέρες, τον λουτρό του κουρασμένου, το βάλσαμο του ταραγμένου μυαλού, το δεύτερο καλύτερο έδεσμα της φύσης στο πανηγύρι της ζωής.
ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΜΠΕΘ Για ποιό πράγμα μιλάς;
ΜΑΚΜΠΕΘ Η φωνή επέμενε, «δεν θα κοιμηθείς πιά!», ακούγονταν σ’ όλο το σπίτι. «Ο Μάκμπεθ δολοφόνησε τον ύπνο, γι’ αυτό ο Μάκμπεθ δεν θα κοιμηθεί πιά.»
ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΜΠΕΘ Ποιός το είπε αυτό; Γιατί, άξιε κύριέ μου, αφήνεις τον εαυτό σου αδύναμο, έτσι δειλά που σκέφτεσαι; Πάρε λίγο νερό και ξέπλυνε αυτά τα πειστήρια που λέρωσαν τα χέρια σου. Γιατί πήρες αυτά τα μαχαίρια από το δωμάτιο; Έπρεπε να είναι εκεί. Πήγαινέ τα πάλι εκεί και πασάλειψε τους υπηρέτες με αίμα.
ΜΑΚΜΠΕΘ Δεν μπορώ να ξαναπάω. Φοβάμαι ακόμη και να σκεφτώ τί έχω κάνει. Δεν μπορώ ούτε να ξανακυττάξω.
ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΜΠΕΘ Δειλέ! Δώσ’ μου τα μαχαίρια. Οι κοιμισμένοι και οι νεκροί είναι ακίνδυνοι σαν ζωγραφιές. Μόνο τα παιδάκια φοβούνται τον διάβολο ζωγραφισμένο. Αν ακόμη τρέχει αίμα από τον βασιλιά, θα πασαλείψω τα πρόσωπα των υπηρετών με το αίμα, για να φαίνεται η ενοχή τους. (Βγαίνει.)
(Ακούγεται ένα χτύπημα εκτός σκηνής.)
ΜΑΚΜΠΕΘ Τι είναι αυτό το χτύπημα; Πώς τρομάζω με κάθε θόρυβο; Τι είναι αυτά τα χέρια; Χα! Μού ξεριζώνουν τα μάτια. Θα μπορέσει όλος ο μεγάλος ωκεανός του Ποσειδώνα να πλύνει αυτό το αίμα από τα χέρια μου; Όχι, αυτά τα χέρια την τεράστια θάλασσα θα την κοκκινίσουν, το πράσινο θα κάνουν κόκκινο.
(Μπαίνει η ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΜΠΕΘ)
ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΜΠΕΘ Τα χέρια μου είναι κόκκινα όσο και τα δικά σου, αλλά ντρέπομαι να έχω καρδιά λευκή από φόβο.
(Ακούγεται κτύπημα εκτός σκηνής)
Ακούω κάποιον να κτυπά την νότια πύλη. Ας γυρίσουμε στο δωμάτιό μας. Λίγο νεράκι θα μάς ξεπλύνει από όλη αυτήν την πράξη. Πόσο εύκολο είναι λοιπόν! Έχεις χάσει την αποφασιστικότητά σου.
(Ακούγεται κτύπημα εκτός σκηνής)
Άκου! Κι άλλο χτύπημα. Βάλε το νυχτικό σου, μην τυχόν μπει κάποιος και μάς δει με τα ρούχα. Βγες από τη ζάλη σου.
ΜΑΚΜΠΕΘ Από το να σκέφτομαι την πράξη μου, καλύτερα να μην νοιώθω τίποτα.
(Ακούγεται κτύπημα εκτός σκηνής)
Θα ξυπνήσεις τον νεκρό βασιλιά με το χτύπημά σου. Μακάρι να μπορούσες.
(Βγαίνουν.)