Το έργο ανέβηκε στον Βόλο το 2015, σε σκηνοθεσία Γιάννη Φαρμακίδη. Δείτε εδώ την παράσταση.
Χάϊνερ Μύλλερ (Γερμανία 1929 - 1995)
Η μετάφραση έγινε από το γερμανικό πρωτότυπο όπως υπάρχει στην έκδοση Heiner Müller Werke 4 Die Stüke 2 του οίκου Suhrkamp, Φρανκφούρτη επί του Μάϊν, 2001.
Πρωτότυπος τίτλος: Die Hamletmaschine
1
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ
Υπήρξα ο Άμλετ. Στεκόμουνα στην ακτή και φλυαρούσα με το κύμα που έσκαγε, πίσω μου τα ερείπια της Ευρώπης. Οι καμπάνες χτυπούσαν για την επίσημη κηδεία, δολοφόνος και χήρα ήταν ζευγάρι, πίσω από το φέρετρο με το υψηλό πτώμα οι επίσημοι σε βήμα χήνας, ολολύζοντας έναν κακοπληρωμένο θρήνο ΠΟΙΑΝΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΗ Η ΣΩΡΟΣ ΣΤΗ ΝΕΚΡΟΦΟΡΑ / ΓΙΑ ΠΟΙΟΝ ΑΚΟΥΓΟΝΤΑΙ ΚΡΑΥΓΕΣ ΚΑΙ ΟΙΜΩΓΕΣ / Η ΣΩΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΟΣ ΜΕΓΑΛΟΥ/ ΔΩΡΗΤΟΥ ΚΑΙ ΕΥΕΡΓΕΥΤΟΥ ο λαός σε σχηματισμό, έργο της πολιτικής του ΗΤΑΝ ΕΝΑΣ ΑΝΔΡΑΣ ΠΟΥ ΠΗΡΕ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΜΟΝΟΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΑΝΤΕΣ. Σταμάτησα την νεκρική πομπή, άνοιξα με το σπαθί το φέρετρο, στράβωσε η κόψη, κατάφερα με στομωμένη τη λεπίδα να μοιράσω τον νεκρό πατέρα Η ΣΑΡΚΑ ΕΛΚΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΑΡΚΑ στις δυστυχισμένες μορφές που στέκονταν τριγύρω. Ο θρήνος μεταβλήθηκε σε χαρά, η χαρά σε φιλιά ηχηρά, στο άδειο φέρετρο ο δολοφόνος ανέβασε την χήρα, ΝΑ ΣΕ ΒΟΗΘΗΣΩ ΝΑ ΤΗΝ ΑΝΕΒΑΣΕΙΣ ΘΕΙΕ, ΑΝΟΙΞΕ ΤΑ ΣΚΕΛΗ ΜΑΜΑ. Ξάπλωσα στο έδαφος και άκουγα τον κόσμο να περιστρέφεται και να οδηγείται με βηματισμό στην σήψη.
I’M GOOD HAMLET GI’ME A CAUSE FOR GRIEF
AH THE WHOLE GLOBE FOR A REAL SORROW
RICHARD THE THIRD I THE PRINCEKILLING KING
OH MY PEOPLE WHAT HAVE I DONE UNTO THEE
ΣΑΝ ΚΑΜΠΟΥΡΑ ΣΕΡΝΩ ΤΟΝ ΒΑΡΥ ΕΓΚΕΦΑΛΟ ΜΟΥ
ΠΑΡΑΚΑΤΙΑΝΟΣ ΚΛΟΟΥΝ ΜΙΑΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗΣ ΟΥΤΟΠΙΚΗΣ ΕΛΠΙΔΑΣ
SOMETHING IS ROTTEN IN THIS AGE OF HOPE
LETS DELVE IN EARTH AND BLOW HER AT THE MOON
Εδώ έρχεται ο φάντασμα που με έκανε, το σκεπάρνι ακόμη στο κρανίο. Δεν χρειάζεται να βγάλεις το καπέλο, ξέρω ότι έχεις μια τρύπα περισσότερη. Ήθελα η μητέρα μου να είχε μία τρύπα λιγότερη, όταν εσύ ήσουνα ακόμη με σάρκα: θα είχα γλυτώσει εγώ. Πρέπει να τα ράψουν τα θηλυκά, ένας κόσμος χωρίς μητέρες. Θα μπορούσαμε να σφάζαμε ο ένας τον άλλον με ησυχία και με κάποια εμπιστοσύνη, εάν η ζωή μας παρατραβούσε σε μάκρος ή ο λαιμός ήταν πολύ στενός για τις κραυγές μας. Τι θες από μένα; Δεν σού φτάνει μιά επίσημη κηδεία; Γερο-παράσιτο! Δεν έχεις καθόλου αίμα στα παπούτσια; Τι σχέση έχω εγώ με το πτώμα σου; Νά ’σαι ικανοποιημένος με την τελετή, ίσως πας στον παράδεισο. Τι περιμένεις; Τις χήνες τις έσφαξαν. Η αυγή δεν θα έρθει.
ΕΓΩ ΠΡΕΠΕΙ
ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΗΘΕΙΑ ΕΝΑ ΚΟΜΜΑΤΙ ΣΙΔΕΡΟ ΝΑ ΜΠΗΓΕΤΑΙ ΣΤΗΝ
ΔΙΠΛΑΝΗ ΣΑΡΚΑ Ή ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΙΠΛΑΝΗ
ΝΑ ΜΕΙΝΩ ΣΤΑΘΕΡΟΣ ΕΠΕΙΔΗ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΓΥΡΙΖΕΙ
ΚΥΡΙΕ ΣΠΑΣΕ ΜΟΥ ΤΟΝ ΛΑΙΜΟ ΚΑΘΩΣ ΠΕΦΤΩ ΚΑΤΩ ΣΕ ΜΙΑ ΜΠΥΡΑΡΙΑ
Μπαίνει ο Οράτιος. Μοιράζεται τις σκέψεις μου που είναι γεμάτες αίμα, από την στιγμή που η αυγή κρεμάστηκε στον άδειο ουρανό. ΕΡΧΕΣΑΙ ΠΟΛΥ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΜΕΝΟΣ ΦΙΛΕ ΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΟΙΒΗ ΣΟΥ / ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΛΛΟΣ ΡΟΛΟΣ ΓΙΑ ’ΣΕΝΑ ΣΤΟ ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ ΜΟΥ ΕΡΓΟ. Οράτιε, με γνωρίζεις; Είσαι φίλος μου, Οράτιε; Αν με γνωρίζεις, πώς μπορείς να είσαι φίλος μου; Θες να παίξεις τον Πολώνιο, ο οποίος θέλει να κοιμηθεί με την κόρη του, την γοητευτική Οφηλία, έρχεται για την ατάκα της, κύττα πώς κουνάει τον πισινό της, ένας τραγικός ρόλος. Ορατιοπολώνιος. Ήξερα ότι είσαι ηθοποιός. Κι εγώ είμαι, παίζω τον Άμλετ. Η Δανία είναι μιά φυλακή, ανάμεσά μας σηκώνεται ένας τοίχος. Κύττα τι σηκώνεται από τον τοίχο. Βγαίνει ο Πολώνιος. Η μητέρα μου η νύφη. Τα στήθη της τριανταφυλλόκηπος, το μουνί η φωλιά των φιδιών. Έχεις ξεχάσει τα λόγια σου, Μαμά. Θα κάνω τον υποβολέα ΞΕΠΛΥΝΕ ΤΟΝ ΦΟΝΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΣΟΥ ΠΡΙΓΚΗΠΑ ΜΟΥ / ΚΑΙ ΔΕΙΞΕ ΣΤΗΝ ΝΕΑ ΔΑΝΙΑ ΕΝΑ ΧΑΡΟΥΜΕΝΟ ΠΡΟΣΩΠΟ. Θα σε κάνω πάλι παρθένα, Μητέρα, έτσι ώστε ο βασιλιάς να έχει έναν αιματηρό γάμο. ΤΟ ΜΗΤΡΙΚΟ ΜΟΥΝΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟΔΟΡΜΟΣ. Τώρα με το νυφικό σου πέπλο θα σού δέσω τα χέρια πίσω στη πλάτη σου γιατί με αηδιάζει η αγκαλιά σου. Τώρα θα ξεσκίσω το νυφικό σου φόρεμα. Τώρα θα λερώσω τα κουρέλια του νυφικού σου με το χώμα που έχει γίνει ο πατέρας μου, με τα κουρέλια θα λερώσω το πρόσωπό σου, τη κοιλιά σου, τα στήθη σου. Τώρα θα σε πάρω, μητέρα μου, στα αόρατα ίχνη του, του πατέρα μου. Θα πνίξω τις κραυγές σου με τα χείλη μου. Αναγνωρίζεις τον καρπό του σώματός σου; Τώρα πήγαινε στον γάμο σου, πουτάνα, διάπλατα στον ήλιο της Δανίας, που πάνω σε ζωντανούς και νεκρούς λάμπει. Με το πτώμα θα βουλώσω τη χέστρα, έτσι που το παλάτι να πνιγεί στο βασιλικό σκατό. Και μετά άφησέ με, Οφηλία, να φάω την καρδιά σου, που χύνει τα δάκρυά μου.
2
Η ΕΥΡΩΠΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ
Enormous room. Οφηλία. Η καρδιά της είναι ένα ρολόϊ.
ΟΦΗΛΙΑ (ΧΟΡΟΣ / ΑΜΛΕΤ) Είμαι η Οφηλία. Αυτή που ο ποταμός δεν μπορεί να συγκρατήσει. Η γυναίκα στο σχοινί η γυναίκα με τις μαχαιρωμένες φλέβες η γυναίκα με την υπερβολική δόση ΧΙΟΝΙ ΠΑΝΩ ΣΤΑ ΧΕΙΛΗ η γυναίκα με το κεφάλι στον φούρνο υγραερίου. Χθες σταμάτησα να σκοτώνω τον εαυτό μου. Είμαι μόνη με τα στήθη μου τα σκέλη μου το μουνί μου. Συντρίβω τα εργαλεία της φυλακίσεώς μου την καρέκλα το τραπέζι το κρεβάτι. Καταστρέφω το πεδίο μάχης που ήταν σπίτι μου. Με δύναμη ανοίγω τις πόρτες να μπει ο αέρας και η κραυγή του κόσμου. Σπάζω το παράθυρο. Με τα ματωμένα χέρια μου ξεσκίζω τις φωτογραφίες των αντρών που αγάπησα και που με χρησιμοποίησαν πάνω στο κρεβάτι πάνω στο τραπέζι πάνω στην καρέκλα πάνω στο πάτωμα. Βάζω φωτιά στη φυλακή μου. Ρίχνω τα ρούχα μου στη φωτιά. Ξεθάβω από το στήθος μου το ρολόϊ που ήταν η καρδιά μου. Βγαίνω στους δρόμους ντυμένη στο αίμα μου.
3
ΣΚΕΡΤΣΟ
Πανεπιστήμιο των νεκρών. Ψίθυροι και μουρμουρητά. Από τις ταφόπλακές τους (έδρες) οι νεκροί φιλόσοφοι πετάνε τα βιβλία τους στον Άμλετ. Πινακοθήκη (χορογραφία) των νεκρών γυναικών. Η γυναίκα στο σχοινί η γυναίκα με τις μαχαιρωμένες φλέβες κλπ. Ο Άμλετ τήν παρατηρεί με την στάση ενός επισκέπτη μουσείου(θεάτρου). Οι νεκρές γυναίκες τού αρπάζουν τα ρούχα από το σώμα του. Από ένα όρθιο φέρετρο με την επιγραφή ΑΜΛΕΤ 1 βγαίνει ο Κλαύδιος και, ντυμένη και μακιγιαρισμένη σαν πουτάνα, η Οφηλία. Στριπτήζ από την Οφηλία.
ΟΦΗΛΙΑ Θες να φας τη καρδιά μου, Άμλετ; Γελάει.
ΑΜΛΕΤ Τα χέρια μπροστά στο πρόσωπο: Θέλω να είμαι γυναίκα.
Ο Άμλετ φοράει τα ρούχα της Οφηλίας, η Οφηλία τον μακιγιάρει πουτανίστικα, ο Κλαύδιος, τώρα πατέρας του Άμλετ, γελάει αθόρυβα, η Οφηλία δίνει το χέρι της να το φιλήσει ο Άμλετ και μπαίνει με τον Κλαύδιο / πατέρα του Άμλετ μέσα στο φέρετρο. Ο Άμλετ σε πόζα πουτάνας. Ένας άγγελος, έχει το πρόσωπο στον αυχένα: ο Οράτιος χορεύει με τον Άμλετ.
ΦΩΝΗ(-ΕΣ) μέσα από το φέρετρο: Αυτό που σκότωσες πρέπει και να το αγαπήσεις.
Ο χορός γίνεται γρηγορότερος και πιο άγριος. Γέλια μέσα από το φέρετρο. Σε μιά κούνια η Παναγία με τον καρκίνο στο στήθος. Ο Οράτιος ανοίγει μιά ομπρέλα, αγκαλιάζει τον Άμλετ. Μένουν ακίνητοι και αγκαλιασμένοι κάτω από την ομπρέλα. Ο καρκίνος του στήθους λάμπει σαν ήλιος.
4
ΠΑΝΩΛΗ ΣΤΗΝ ΒΟΥΔΑΠΕΣΤΗ ΜΑΧΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΡΟΙΝΛΑΝΔΙΑ
Περιοχή 2, κατεστραμμένη από την Οφηλία. Άδειος εξοπλισμός, σκεπάρνι στο κράνος.
ΑΜΛΕΤ Η σόμπα καπνίζει σ’ έναν μουντό Οκτώβριο.
A BAD COLD HE HAD OF IT JUST THE WORST
TIME.
JUST THE WORST TIME OF THE YEAR FOR
A REVOLUTION
Μέσα από τα προάστια το τσιμέντο ανθίζει
ο δόκτωρ Ζιβάγκο κλαίει
για τους λύκους του
ΤΟΝ ΧΕΙΜΩΝΑ ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ ΗΡΘΑΝΕ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ
ΚΑΤΑΣΠΑΡΑΞΑΝ ΕΝΑΝ ΓΕΩΡΓΟ
Βγάζει μάσκα και ρούχα.
Ο ΗΘΟΠΟΙΟΣ ΠΟΥ ΠΑΙΖΕΙ ΤΟΝ ΑΜΛΕΤ Δεν είμαι ο Άμλετ. Δεν ερμηνεύω πλέον κανέναν ρόλο. Τα λόγια μου δεν μού λένε πιά τίποτα. Οι σκέψεις μου ρουφάνε το αίμα από τις εικόνες. Το δράμα μου σταμάτησε να παίζεται. Πίσω μου ξεστήνουνε τα σκηνικά άνθρωποι που δεν ενδιαφέρονται για το δράμα μου, για ανθρώπους που δεν τούς αφορά. Ούτε εμένα μ’ ενδιαφέρει πλέον. Δεν συμμετέχω πλέον.
Οι εργάτες της θεάτρου, χωρίς να τους βλέπει ο Άμλετ, τοποθετούν ένα ψυγείο και τρεις συσκευές τηλεοράσεως. Θόρυβος του ψυγείου. Τρία προγράμματα χωρίς ήχο.
Η διακόσμηση είναι ένα μνημείο. Παρουσιάζει έναν άνδρα εκατό φορές μεγαλύτερον από την πραγματικότητα, ο οποίος έγραψε ιστορία. Το απολίθωμα μιάς ελπίδας. Το όνομά του έχει και υποκατάστατα. Η ελπίδα δεν επαληθεύτηκε. Το μνημείο κείται στο έδαφος, ισοπεδώθηκε τρία χρόνια μετά την επίσημη κηδεία του Μισητού και Τιμημένου από αυτούς που τον διαδέχτηκαν στην εξουσία. Η πέτρα κατοικείται. Στις ευρύχωρες τρύπες της μύτης και των αυτιών, στις πτυχώσεις του δέρματος και της στολής της ερειπωμένης εικόνας διαμένουν οι φτωχότεροι κάτοικοι της πρωτεύουσας. Την πτώση του μνημείου ακολούθησε μετά από κάποιο χρόνο η εξέγερση. Το δράμα μου, εάν ακόμη μπορούσε να παρασταθεί, θα συνέβαινε στον καιρό της εξεγέρσεως. Η εξέγερση αρχινάει σαν περίπατος. Ενάντια στις κυκλοφοριακές ρυθμίσεις στην διάρκεια του εργατικού ωραρίου. Ο δρόμος ανοίκει στους πεζούς. Εδώ κι εκεί ανατρέπεται ένα αυτοκίνητο. Εφιαλτικό όνειρο ενός μαχαιροβγάλτη: αργή πορεία μέσα από έναν μονόδρομο προς ένα χώρο που είναι αναμφίβολα πάρκινγκ, που περιβάλλεται από οπλισμένους πεζούς. Τους αστυνομικούς, εάν πάνε να παρέμβουν, τούς πετάνε στην άκρη του δρόμου. Όταν η πορεία πλησιάζει την περιοχή των κυβερνητικών κτηρίων, σταματά σ’ ένα φράγμα της αστυνομίας. Σχηματίζονται ομάδες από τις οποίες ξεπροβάλουν ομιλητές. Στον εξώστη ενός κυβερνητικού κτηρίου εμφανίζεται ένας άντρας μ’ ένα κοστούμι που δεν τού κάθεται καλά κι αρχίζει να μιλά. Όταν τόν χτυπά η πρώτη πέτρα, τραβιέται πέρα από την πόρτα με τα αλεξίσφαιρα κρύσταλλα. Από τις φωνές για περισσότερη ελευθερία βγαίνει η κραυγή για την πτώση της κυβερνήσεως. Αρχίζουν να αφοπλίζουν τους αστυνομικούς, ορμάνε σε δυό τρία κτήρια, μιά φυλακή έναν αστυνομικό σταθμό ένα γραφείο της μυστικής αστυνομίας, κρεμάνε από τα πόδια καμιά δωδεκαριά παρακρατικούς, η κυβέρνηση στέλνει στρατό, άρματα μάχης. Η θέση μου, εάν το δράμα μου μπορούσε ακόμη να παιχτεί, θα ήταν και στις δύο πλευρές του μετώπου, ανάμεσα στα μέτωπα, πάνω από αυτά. Στέκομαι στην μυρουδιά του ιδρώτα του πλήθους και πετάω πέτρες στους αστυνομικούς, τους στρατιώτες, τα τεθωρακισμένα, τα αλεξίσφαιρα κρύσταλλα. Κυττάζω μέσα από τα αλεξίσφαιρα κρύσταλλα της πόρτας και μυρίζω τον ιδρώτα του φόβου μου. Τρέμω, πνίγομαι επειδή μού ’ρχεται εμετός, η γροθιά μου ενάντια σε ’μένα που στέκομαι πίσω από τα αλεξίσφαιρα κρύσταλλα. Τρέμοντας από φόβο και αηδία, βλέπω τον εαυτό μου στο πλήθος που πλησιάζει, αφρός από το στόμα μου, οι γροθιές μου κινούνται εναντίον μου. Κρεμάω την ένστολη σάρκα μου από τα πόδια. Είμαι ο στρατιώτης στον πυργίσκο του άρματος, το κεφάλι μου είναι άδειο κάτω από το κράνος, η πνιγμένη κραυγή κάτω από τις ερπύστριες. Είμαι η γραφομηχανή. Δένω τη θηλειά, όταν κρεμάνε τους αρχηγούς της εξεγέρσεως, τραβάω μακριά το σκαμνί, σπάζω τον λαιμό μου. Είμαι αιχμάλωτος του εαυτού μου. Τροφοδοτώ με στοιχεία τον υπολογιστή μου. Οι ρόλοι μου είναι σάλιο είναι μαχαίρι πτυελοδοχείο είναι πληγές δόντια είναι λαρύγγι λαιμός και σκοινί. Είμαι η τράπεζα πληροφοριών. Αιμορραγώντας μέσα στο πλήθος. Ανασαίνοντας πίσω από την πόρτα. Λόγια-μύξες εκκρίνονται σε πλακάτ με ηχομόνωση πάνω από τη μάχη. Το δράμα μου δεν παίχτηκε ποτέ. Το κείμενο χάθηκε. Οι ηθοποιοί κρέμασαν τα πρόσωπά τους από τα καρφιά στα καμαρίνια. Ο υποβολέας σαπίζει μέσα στο κιβώτιό του. Τα βαλσαμωμένα πτώματα από την πανώλη μένουν ακίνητα μέσα στο θέατρο. Πηγαίνω σπίτι και ρίχνω νεκρό τον χρόνο, με τον ενιαίο / αδιαίρετο εαυτό μου.
Τηλεόραση Η ημερήσια αηδία αηδία
Σε προκατασκευασμένες φλυαρίες Σε διατεταγμένη ευθυμία
Πώς γράφεται η λέξη ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΣΗ
Τον φόνο ημών τον επιούσιον δώσ’ ημίν σήμερον
ότι σόν εστί το τίποτα η αηδία
Στα ψέμματα που έγιναν πιστευτά
Από τους ψεύτες και κανέναν άλλον αηδία
Στα ψέμματα που έγιναν πιστευτά αηδία
Στα πρόσωπα των εξουσιαστών χαρακωμένα
από την διαμάχη για θέσεις ψήφους χαρτονομίσματα
Αηδία Ένα δρεπανηφόρο άρμα αστράφτει με κοφτερά λόγια
Βαδίζω στους δρόμους πολυκαταστήματα πρόσωπα
Με τις ουλές της καταναλωτικής μάχης φτώχεια
Χωρίς αξιοπρέπεια φτώχεια χωρίς την αξιοπρέπεια
του μαχαιριού της σιδερογροθιάς της γροθιάς
Τα ταπεινωμένα σώματα των γυναικών
Ελπίδα των γενεών
Στο αίμα πνίγεται δειλία βλακεία
Γέλια μέσ’ από νεκρά στομάχια
Χάϊλ ΚΟΚΑ ΚΟΛΑ
Ένα βασίλειο
Για έναν δολοφόνο
ΥΠΗΡΞΑ Ο ΜΑΚΜΠΕΘ Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΜΟΥ ΕΙΧΕ ΠΡΟΣΦΕΡΕΙ ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΠΑΛΛΑΚΙΔΑ ΤΟΥ ΗΞΕΡΑ ΟΛΑ ΤΑ ΣΗΜΑΔΙΑ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΣΩΜΑ ΤΗΣ ΡΑΣΚΟΛΝΙΚΩΦ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΠΑΛΤΟ ΤΟ ΣΚΕΠΑΡΝΙ ΓΙΑ ΤΟ / ΜΟΝΑΔΙΚΟ / ΚΡΑΝΙΟ ΤΗΣ ΕΝΕΧΥΡΟΔΑΝΕΙΣΤΡΙΑΣ
Στην μοναξιά των αεροδρομίων
Ανασαίνω Είμαι
Ένας προνομιούχος Η αηδία μου
Είναι ένα προνόμιο
Προφυλαγμένο με τοίχο
Αγκαθωτά συρματοπλέγματα φυλακή
Φωτογραφία του συγγραφέα
Δεν θέλω πλέον να τρώω να πίνω να αναπνέω να αγαπώ γυναίκες άντρες παιδιά ζώα. Δεν θέλω πια να πεθάνω. Δεν θέλω πλέον να σκοτώνω.
Σκίσιμο της φωτογραφίας του συγγραφέα.
Διαρρηγνύω την σφραγισμένη σάρκα μου. Θέλω να ζήσω μέσα στις φλέβες μου, στο μεδούλι των οστών μου, στον λαβύρινθο του κρανίου μου. Επιστρέφω πίσω στα έντερά μου. Εγκαθίσταμαι στα σκατά μου, στο αίμα μου. Κάπου κομματιάζονται σώματα για να μπορώ να κατοικήσω μέσα στα σκατά μου. Κάπου ανοίγουνε σώματα για να είμαι μόνος με το αίμα μου. Οι σκέψεις μου είναι πληγές στον εγκέφαλό μου. Ο εγκέφαλός μου είναι μιά πληγή. Θέλω να γίνω μιά μηχανή. Μπράτσα για να αρπάζω πόδια για να βαδίζω κανένας πόνος καμία σκέψη.
Η οθόνη της τηλεοράσεως σβύνει. Βγαίνει αίμα από το ψυγείο. Τρεις γυμνές γυναίκες: Μαρξ Λένιν Μάο. Λένε ταυτόχρονα ο καθένας στη γλώσσα του το κείμενο ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ ΝΑ ΑΝΑΤΡΑΠΟΥΝ ΟΛΕΣ ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ, ΣΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ… Ο ηθοποιός που παίζει τον Άμλετ φοράει ρούχα και μάσκα.
ΑΜΛΕΤ ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΣΚΟΥΛΙΚΙΩΝ ΣΚΟΝΤΑΦΤΟΝΤΑΣ
ΑΠΟ ΤΡΥΠΑ ΣΕ ΤΡΥΠΑ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΤΕΛΙΚΗ ΤΡΥΠΑ ΑΚΕΦΟΣ
ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΗ ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΠΟΥ ΤΟΝ ΕΙΧΕ ΚΑΝΕΙ
ΠΡΑΣΙΝΟΝ ΣΑΝ ΤΟ ΔΕΡΜΑ ΤΗΣ ΟΦΗΛΙΑΣ ΣΤΗΝ ΛΟΧΕΙΑ
ΚΑΙ ΠΡΙΝ ΑΛΕΚΤΩΡ ΦΩΝΗΣΕΙ ΤΡΙΣ ΞΕΣΚΙΣΕ
ΕΝΑΣ ΓΕΛΑΤΩΠΟΙΟΣ ΤΑ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΣΤΙΚΑ ΡΟΥΧΑ ΤΟΥ ΦΙΛΟΣΟΦΟΥ
ΣΥΡΘΗΚΕ ΕΝΑ ΘΕΟΡΑΤΟ ΚΗΝΥΓΟΣΚΥΛΟ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΤΕΘΩΡΑΚΙΣΜΕΝΟ
Μπαίνει μέσα στο άρμα, κόβει στα δύο με το σκεπάρνι τα κεφάλια των Μαρξ Λένιν Μάο. Εποχή παγετώνων.
5
ΑΓΡΙΑ ΠΡΟΣΜΟΝΗ / ΣΤΟ ΤΡΟΜΕΡΟ ΑΡΜΑ / ΧΙΛΙΕΤΗΡΙΔΑ
Βαθιά θάλασσα. Η Οφηλία σε αναπηρικό καροτσάκι. Ψάρια ερείπια πτώματα και κομμάτια από πτώματα παρασέρνονται.
ΟΦΗΛΙΑ ενώ δύο άντρες με ποδιά γιατρού τυλίγουν την Οφηλία και το καροτσάκι με γάζες:
Εδώ μιλάει η Ηλέκτρα. Στην καρδιά του σκοταδιού. Κάτω από τον ήλιο των βασανιστηρίων. Στις πρωτεύουσες του κόσμου. Στο όνομα των θυμάτων. Πετάω όλο το σπέρμα που είχα δεχτεί. Μεταβάλλω το γάλα των μαστών μου σε δηλητήριο. Παίρνω πίσω τον κόσμο που γέννησα. Πνίγω ανάμεσα στα σκέλη μου τον κόσμο που γέννησα. Τόν θάβω στο μουνί μου. Κάτω η ηδονή της καταπίεσης. Ζήτω το μίσος, η αηδία, η εξέγερση, ο θάνατος. Όταν αυτή διασχίσει την κρεβατοκάμαρά σας κρατώντας χασαπομάχαιρα, θα μάθετε την αλήθεια.
Οι άντρες φεύγουν. Η Οφηλία μένει στην σκηνή, ακίνητη, τυλιγμένη στις άσπρες γάζες.