"ο καρδιοφάγος" Φερδινάνδος Σμάλτς

μανία θεάτρου

Les cheveux du soleil sont nos mains aussi.

Και τα μαλλιά του ήλιου είναι χέρια μας επίσης.

Sophie Podolski

Φωτογραφία από παράσταση του έργου στην Κολωνία το 2018 .

Φερδινάνδος Σμάλτς

Ferdinand Schmalz

ο καρδιοφάγος

der herzerlfresser

(απόσπασμα)

μετάφραση Γιάννη Φαρμακίδη

Η μετάφραση έγινε από το γερμανικό πρωτότυπο όπως υπάρχει στην έκδοση TheaterTheater Aktulelle Stücke 27 του οίκου Fischer, Φρανκφούρτη επί του Μάϊν, 2016.

Φερδινάνδος Σμάλτς

Αυστρία (1985-)

Μέσα στις στενές καρδιές μας κουβαλάμε όλον τον έρωτα του κόσμου τούτου και θα μπορούσαμε να ήμασταν ευτυχισμένοι, απλά εάν είχαμε μιά γλώσσα να μοιραζόμασταν αυτόν τον έρωτα. Θα μπορούσαμε να συσκευάσουμε τον έρωτα σε κουτί με λέξεις, μετά θα μπορούσαμε να τόν μοιραστούμε μέσα από τις λέξεις, αυτόν τον έρωτα, που αγανακτεί μέσα στο στενό κουτί, μόνο που η γλώσσα είναι, αλίμονο, πιό στενή από τις καρδιές, τίποτε στ’ αλήθεια δεν χωράει εκεί, με λέξεις δεν μπορείς να μιλήσεις για έρωτα.

Και θα ήθελε κάποιος να ουρλιάξει ανάμεσα σε ανθρώπους, ακόμη και αυτούς τους ανθρώπους με τους οποίους θα μπορούσε να μοιραστεί τον έρωτα, θα ήθελε, θα έπρεπε κάποιος να ουρλιάξει, οπωσδήποτε θα έπρεπε, αλλά δεν το κάνει.

Κι επειδή ο έρωτας που αγανακτεί μέσα στη στενάχωρη καρδιά δεν μπορεί να κραυγάσει, συνηθίζει στη λύπη της στενάχωρης καρδιάς που τον φιλοξενεί, συνηθίζει στο στομάχι και γίνεται ξινός ή συνηθίζει στο συκώτι και γίνεται πικρός, και καμιά κραυγή για έρωτα, καμιά απολύτως κραυγή, από το στόμα που τόν φιλοξενεί, μόνον λύπη σωματική.

Κι όμως μέσα σ’ όλα αυτά, υπάρχει μια αλήθεια ότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνος του στον κόσμο, ότι εκεί έξω υπάρχουν κι άλλες καρδιές που φιλοξενούν έρωτες και σε αυτές επίσης αγανακτεί ένας αμίλητος έρωτας, και πάνω από αυτές τις στενάχωρες καρδιές κρέμονται στόματα που δεν μπορούν να ουρλιάξουν, παρ’ όλο που πρέπει να ουρλιάξουν, μόνον ξινά στομάχια και πικρά συκώτια, ακόμη και το πιό γλυκό λικέρ δεν βοηθάει, αν χυθεί μέσα στο σώμα.

Έτσι ζει καθένας δίπλα στους άλλους και ανάμεσα σε όλες τις καρδιές υπάρχουν γκρεμοί που νομίζουμε, εμείς οι μονοκύτταροι οργανισμοί από μπετόν αρμέ, ότι με τίποτε δεν μπορούμε να διαβούμε.

Όμως όταν κάποιος καταργεί όλα αυτά τα σύνορα μεταξύ μας, όταν κάποιος κατάματα τον θάνατο κυττά, τον θάνατο, αυτό το σύνορο το οποίο για πάντα χωρίζει τον έναν μας από τον άλλον, τότε κάνει πέρα τους γελοίους φράχτες του τσιμενταρισμένου εγώ, τότε μπορεί επί τέλους να ξαναβρεί τον εαυτό του μέσα στους άλλους, τότε ο έρωτάς μας δεν είναι αυτός ακριβώς ο γκρεμός;

Και αυτό που κάποιος δεν σκέφτεται, αυτό που οι άνθρωποι με σφιχτές πονεμένες καρδιές δεν έχουν σκεφτεί, είναι, ότι μπορεί να υπάρξει ένας τέτοιος έρωτας, ένας έρωτας βαθύς σαν γκρεμός, μέσα στον οποίον όλοι θα μπορούσαν να πέσουν, διότι ο έρωτας ολοκληρώνεται μόνον όταν μοιράζεται σε κάθε έναν, αλλά σε κάθε έναν μονοκύτταρο οργανισμό, κι όλο αυτό το μοίρασμα είναι ο έρωτας ολόκληρος.

Αυτή η βεβαιότητα για ολόκληρο το σύνολο, που είναι ο έρωτας, δεν υπήρχε πάντοτε μέσα μου. Αυτήν την ενόραση την προκάλεσε ένα γουρούνι που όρμησε μέσα μου, επειδή το μαχαίρι μπήχτηκε στο βαθύ σκοτεινό μέρος ενός άλλου σώματος, επειδή πάντοτε σκέφτομαι, και σκίζω το γουρούνι και μπήγω το μαχαίρι εντελώς μέσα και πιάνω το ζώο και σκάβω μέσα στα σπλάχνα του, μέσα σε όλη αυτήν την ακαταστασία και μέσα στην πιό σκοτεινή γωνία του γουρουνίσιου σώματος βρίσκω μιά καρδιά. Τήν κόβω και την βγάζω έξω. Και κρατώ πάντοτε την καρδιά στο χέρι και σκέφτομαι ότι καθένας έχει μιά καρδιά, κάθε ένας κουβαλά πάνω του μια ματωμένη ανοιχτή καρδιά κι έτσι πρέπει να μπορεί να κάνει, κι έτσι πρέπει να μπορεί να ουρλιάξει.

Όμως πώς μπορεί κάποιος, ένας ολοκληρωμένος άνθρωπος, να μιλά για ένα τέτοιο πράγμα όπως ο έρωτας, που δεν είναι ένα ολόκληρο πράγμα, που ποτέ δεν ήταν ένα ολόκληρο πράγμα, παρά είναι πάντοτε κομματιασμένο, και μετά από ατέλειωτα κομματιάσματα να ξαναγίνει ένα ολόκληρο πράγμα; Αυτό έχω αναρωτηθεί μ’ αυτήν την γουρουνίσια καρδιά χέρι μου. Κι επειδή δεν μπορούσα να βρω καμιά ολόκληρη απάντηση, μόνον μισή, το μισό μιάς απάντησης, δεν θα έπρεπε και ο ολόκληρος άνθρωπος, επίσης να κομματιάζεται; Σε καμία περίπτωση ξεχωριστός! Διαμελισμένος είναι ο άνθρωπος όπως ένα πετσοκομμένο γουρούνι.