Γιέτον Νέτσιράϊ
Γιέτον Νέτσιραϊ Jeton Neziraj
Πόλεμος στα χρόνια του Έρωτα
πρωτότυπος τίτλος: Lufta në kohën e dashurisë
(απόσπασμα)
μετάφραση Γιάννη Φαρμακίδη
H μετάφραση έγινε από γερμανική μετάφραση του αλβανικού πρωτοτύπου η οποία υπάρχει στην έκδοση «Aktuelle Stüke 21» του οίκου Fischer, Φρανκφούρτη επί του Μάϊν, Δεκέμβριος 2010.
μανία θεάτρου
κανένας, ούτε ακόμη η βροχή, δεν έχει τόσο μικρά χέρια
nobody, not even the rain, has such small hands
e e cummings
Μονόλογος της Τζέννυ
Η Τζέννυ είναι μόνη. Κυττά ένα SMS στο τηλέφωνό της.
ΤΖΕΝΝΥ «Σήμερα ήμουνα στο πάρκο. Σκεφτόμουνα, Τζέννυ, ποιά λουλούδια θα σού άρεζαν περισσότερο.»
Ψέμματα, σκέτη υποκρισία. Μ’ έχεις γραμμένη στ’ αρχίδια σου.
Διαβάζει άλλο ένα SMS
«Ξύπνησα απόψε και μέχρι τα ξημερώματα δεν μπορούσα να ξανακοιμηθώ. Είχα ένα αίσθημα ότι κι εσύ ήσουνα στην ίδια κατάσταση.»
Κάθαρμα! Σε πονούσε ο κώλος από το σεξ, γι’ αυτό δεν μπορούσες να κοιμηθείς. Α, ρε, ξεδιάντροπε, φαφλατά, πάς να μού πουλήσεις λουλούδια και ξημερώματα. Πας να μού πεις ότι με σκέφτεσαι συνέχεια, ότι μ’ αγαπάς πάντοτε… Και τότε γιατί τη κοπάνησες; Και μέχρι σήμερα δεν μού έδωσες καμιά εξήγηση. Αφού λες ότι μ’ αγαπάς, γιατί δεν είσαι μαζί μου; Πούστη! Θες να με δουλέψεις. Δεν έχεις ιδέα τι κόλαση έχω ζήσει εγώ. Και νομίζεις ότι είναι παρηγοριά για ’μένα να μού γράφεις από κάπου; Τίποτα δεν μπορεί να με παρηγορήσει, εκτός ίσως από το να ήσουνα μαζί μου. Αυτές οι λέξεις σου από τόσο μακριά, έχουν ήδη παγώσει όταν φτάνουν σε ’μένα. Φρανκ, δεν αισθάνομαι τίποτα όταν τις διαβάζω. Δεν μπορώ πιά τίποτα να νοιώσω. Ούτε τον ίδιο μου τον εαυτό, ούτε την ανάσα μου. Πώς θα μπορούσα να πιστέψω ότι μ’ αγαπάς; Από πού θες να ξέρω ότι εσύ δεν πηδιέσαι με κάποια άλλη, την ίδια στιγμή που εγώ για εκατοστή φορά ξαναδιαβάζω τα SMS σου; Πώς, πώς θες να σε πιστέψω;
Μ’ έχεις γραμμένη στ’ αρχίδια σου.
Ένας ήχος αναγγέλλει την άφιξη από άλλο ένα SMS. Η Τζέννυ διαβάζει με ζωηρό ενδιαφέρον.
«Στέκομαι στο μπαλκόνι. Δεν ξέρω γιατί πρέπει να σκεφτώ τη πρώτη φορά που ειδωθήκαμε.»
Η Τζέννυ πετάει το τηλέφωνο και ξεσπά σε κλάματα.
τέλος του μονολόγου