μανίαθεάτρου
Les cheveux du soleil sont nos mains aussi.
Και τα μαλλιά του ήλιου είναι χέρια μας επίσης.
Sophie Podolski
Τσέζαρε Παβέζε
Cesare Pavese (1908 – 1950)
ποιητής και πεζογράφος
Κώνστανς (Κόννι) Ντάουλινγκ
Constance (Connie) Dowling
"Θα 'ρθεί ο θάνατος και θά 'χει τα μάτια σου"
Ο Τσέζαρε Παβέζε έγραψε μερικά από τα καλύτερα ποιήματά του λίγες μέρες πριν αυτοκτονήσει από αναπάντητο έρωτα προς την αμερικανίδα ηθοποιό Κώνστανς (Κόννι) Ντάουλινγκ Constance (Connie) Dowling.
Οι μεταφράσεις των ποιημάτων είναι του Γιάννη Φαρμακίδη.
Verrà la morte e avrà i tuoi occhi -
questa morte che ci accompagna
dal mattino alla sera, insonne,
sorda, come un vecchio rimorso
ο un vizio assurdo. Ι tuoi occhi
sarano una vana parola,
un grido taciuto, un silenzio.
Cosí li vedi ogni mattina
quando su te sola ti pieghi
nello specchio. Ο cara speranza,
quel giorno sapremo anche noi
che sei la vita e sei il nulla.
Per tutti la morte ha uno sguardo.
Verrà la morte e avrà i tuoi occhi.
Sarà come smettere un vizio,
come vedere nello specchio
riemergere un viso morto,
come ascoltare un labbro chiuso.
Scenderemo nel gorgo muti.
[22 marzo 1950]
Θα ’ρθεί ο θάνατος και θά ’χει τα μάτια σου -
αυτός ο θάνατος που μάς συνοδεύει
απ’ το πρωΐ ως το βράδυ, άϋπνος,
κουφός, σαν παλιά τύψη
ή ελάττωμα παράλογο. Τα μάτια σου
θα είναι μιά λέξη μάταιη,
μια κραυγή άηχη, μιά σιωπή.
Έτσι τα βλέπεις κάθε πρωΐ
όταν μόνη σου σκύβεις
στον καθρέφτη. Ω αγαπημένη ελπίδα,
εκείνο το πρωΐ θα γνωρίσουμε, ακόμη κι εμείς,
πως είσαι η ζωή και το τίποτα.
Για όλους ο θάνατος έχει ένα βλέμμα.
Θα ’ρθεί ο θάνατος και θά ’χει τα μάτια σου.
Θά ’ναι σαν να απεκδυόμαστε ένα ελάττωμα,
σαν να βλέπουμε στον καθρέφτη
να αναδύεται ένα πρόσωπο νεκρό,
σαν να ακούμε ένα χείλι κλειστό.
Θα κατεβούμε στην δίνη βουβοί.
(22 Μαρτίου 1950)
You, wind of March
Sei la vita e la morte.
Sei venuta di marzo
sulla terra nuda -
il tuo brivido dura.
Sangue di primavera
- anemone ο nube -
il tuο passo leggero
ha νiolato la terra.
Riomincia il dolore.
Il tuo passo leggero
ha riaperto il dolore.
Era fredda la terra
sotto povero cielo,
ers immobile e chiusa
in un torpido sogno,
come chi piú non soffre.
Anche il gelo era dolce
dentro il cuore profondo.
Tra la vita e la morte
la speranza taceva.
Ora ha una voce e un sangue
ogni cosa che vive.
Ora la terra e il cielo
sono un brivido forte,
la speranza li torce,
li sconvolge il mattino,
li sommerge il tuo passo,
il tuo fiato d’aurora.
Sangue di primavera,
tutta la terra trema
di un antico tremore.
Hai riaperto il dolore.
Sei la vita e la morte.
Sopra la terra nuda
sei passata leggera
come rondine ο nube,
e il torrente del cuore
si è ridestato e irrompe
e si specchia nel cielo
e rispecchia le cose
e le cose, nel cielo e nel cuore,
soffrono e si contorcono
nell’attesa di te.
È il mattino, è l’aurora,
sangue di primavera,
tu hai violato la terra.
La speranza si torce,
e ti attende ti chiama.
Sei la vita e la morte.
Ι1 tuo passo è leggero.
[25 marzo 1950]
Passerò per Piazza di Spagna
Sarà un cielo chiaro.
S’apriranno le strade
sul colle di pini e di pietra.
Il tumulto delle strade
non muterà quell’aria ferma.
I fiori spruzzati
di colori alle fontane
occhieggeranno come donne
divertite. Le scale
le terrazze le rondini
canteranno nel sole.
S’aprirà quella strada,
le pietre canteranno,
il cuore batterà sussultando
come l’acqua nelle fontane –
sarà questa la voce
che salirà le tue scale.
Le finestre sapranno
l’odore della pietra e dell’aria
mattutina. S’aprirà una porta.
Il tumulto delle strade
sarà il tumulto del cuore
nella luce smarrita.
Sarai tu – ferma e chiara.
(28 marzo 1950)
You, wind of March
Είσαι η ζωή και ο θάνατος.
Ήρθες Μάρτιο
στην γυμνή γη -
το ρίγος σου διαρκεί.
Αίμα της ανοίξεως
- ανεμώνη ή σύννεφο -
το βήμα σου ελαφρύ
έχει βιάσει τη γη.
Ξαναρχινά η οδύνη.
Το βήμα σου ανάλαφρο.
ξανάνοιξε την οδύνη.
Ήταν κρύα η γη
κάτω από φτωχό ουρανό,
ήταν ακίνητη και κλειστή
σε ναρκωμένο όνειρο,
σαν κάποιος που πλέον δεν υποφέρει.
Ακόμη κι ο πάγος ήταν γλυκός
μέσα στην βαθιά καρδιά.
Ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο
η ελπίδα σιωπούσε.
Τώρα έχει μιά φωνή κι ένα αίμα
κάθε πράγμα που ζει.
Τώρα η γη κι ο ουρανός
είναι ένα δυνατό ρίγος,
τα λυγίζει η ελπίδα,
τα ανατρέπει το πρωϊνό,
τα πλημμυρίζει το βήμα σου,
η εωθινή σου ανάσα.
Αίμα της ανοίξεως,
όλη η γη τρέμει
από τρόμο αρχαίο.
Έχεις ξανανοίξει την οδύνη.
Είσαι η γη και ο θάνατος.
Πάνω στην γυμνή γη
πέρασες ανάλαφρη
σαν χελιδόνι ή σύννεφο
και ο χείμαρρος της καρδιάς
ξαναρχίζει και εισβάλει
και καθρεφτίζεται στον ουρανό
και καθρεφτίζει τα πράγματα -
και τα πράγματα, στον ουρανό και την καρδιά,
υποφέρουν και συστρέφονται
περιμένοντάς σε.
Είναι το πρωϊνό, είναι η αυγή,
αίμα της ανοίξεως,
έχεις βιάσει τη γη.
Η ελπίδα λυγίζει
και σε προσμένει, σε καλεί.
Είσαι η ζωή και ο θάνατος.
Το βήμα σου είναι ανάλαφρο.
(25 Μαρτίου 1950)
Θα περάσω από την πιάτσα ντι Σπάνια
Θα ’ναι ένας ουρανός καθαρός.
Θ’ ακούγονται οι δρόμοι
σε λόφους πεύκων και πέτρας.
Ο θόρυβος των δρόμων
δεν θ’ αλλάξει τον αέρα που λιμνάζει.
Τ’ άνθη, ραντισμένα
με χρώματα στα σιντριβάνια
θα κυττούν σαν γυναίκες
εύθυμες. Οι σκάλες,
οι πλατείες, τα χελιδόνια
θα τραγουδούν στον ήλιο.
Θ’ ανοίξει αυτός ο δρόμος,
οι πέτρες θα τραγουδήσουν,
η καρδιά θα χτυπήσει αναπηδώντας
όπως το νερό στο σιντριβάνι -
θα ’ναι αυτή η φωνή
που θ’ ανεβαίνει τις σκάλες σου.
Τα παράθυρα θα γνωρίσουν
την εωθινή οσμή της πέτρας και του ανέμου.
Θ’ ανοίξει μιά πόρτα.
Ο θόρυβος των δρόμων
θα ’ναι ο θόρυβος της καρδιάς
στο απορημένο φως.
Θα είσαι εσύ - ακλόνητη και φωτεινή.
(28 Μαρτίου 1950)