μανία θεάτρου
κανένας, ούτε ακόμη η βροχή, δεν έχει τόσο μικρά χέρια
nobody, not even the rain, has such small hands
E E Cummings
Ισαβέλλα Σαντακρότσε
(1970-)
έρωτας παιδί
(αποσπάσματα)
πρωτότυπος τίτλος: Amorino
μετάφραση Γιάννη Φαρμακίδη
Η μετάφραση έγινε από το ιταλικό πρωτότυπο όπως υπάρχει στην έκδοση του οίκου Bompiani, Μάρτιος 2012, Μπέργκαμο, Ιταλία.
Στις φωτογραφίες πιό κάτω εικονίζεται η συγγραφέας.
Τα αποσπάσματα κειμένων της Σαντακρότσε που παρουσιάζονται εδώ χρησιμοποιήθηκαν στην παράσταση του 2014 που έγινε στην Θεσσαλονίκη με τίτλο "Αυτό το πρόσωπο" σε σκηνοθεσία Γιάννη Φαρμακίδη. Πηγαίνετε εδώ στην σελίδα ¨Οι παραστάσεις μας από το 2012 μέχρι σήμερα" για να δείτε την παράσταση.
σελίδα 235
Ήμουν παρθένα, αγία ανάμεσα στους διαβόλους. Έχω τόση επιθυμία να επιστρέψω σ’ εκείνη τη φωτιά. Αγγίζομαι, γυμνή, μπροστά στον καθρέφτη και βλέπω την ψυχή μου να ορμά από τον ουρανό.
Τελικά δεν είμαι τίποτα, είμαι ένα σώμα αμόρφωτο, στερημένο από κάθε σοφία.
Το μόνο που θέλω είναι να συνουσιαστώ, να με γαμήσει ο οποιοσδήποτε διαβάτης. Τώρα το γνωρίζω, τώρα που είμαι επί τέλους ένα τίποτα.
Να με γαμήσουν, δεν ζητώ τίποτ’ άλλο. Να με γαμήσουν στο στόμα, στο μουνί, στον κώλο. Να μην είμαι παρά ένα τίποτα, να είμαι μόνον τρύπες για γέμισμα, τίποτ’ άλλο. Ούτε καρδιά, ούτε συναισθήματα, ούτε φως να περνά μέσα από το μελάνι, όχι πιά έγκυος από νεκρούς, όχι διαπερασμένη από το άγνωστο, όχι πιά όλ’ αυτά, όχι πίεση, όχι εξουσία, τίποτα, επί τέλους τίποτα, να είμαι τίποτα κι
αυτό φτάνει, αυτό μόνο, τίποτα. Κάν’τε με να αποβάλω σαν σκατό τον εαυτό μου. Δεν θέλω πιά να γράφω, δεν θέλω πιά να με κυριεύουν πνεύματα, θέλω μόνον να είμαι τρύπες, κρέας να με παίρνουν, καμιά λέξη, ούτε καν συλλαβή, δεν θέλω πιά να είμαι το στερέωμα εκείνου του αλφάβητου που ουρλιάζει, θέλω να είμαι επί τέλους τίποτα.
Δεν θέλω πιά βιβλία, παραγράφους, σελίδες, δεν θέλω πιά να είμαι κάποια που ήμουν, δεν θέλω πιά να περιμένω, να ελπίζω, να παλεύω, να πιστεύω ακόμη, δεν θέλω πιά να ονειρεύομαι τον έρωτα, τα χέρια που σφίγγουν, τη φωνή που λέει σ’ αγαπώ, δεν θέλω πιά επαίνους, προσβολές, βραβεία, καταδίκες, δεν θέλω να σκέφτομαι, να δημιουργώ, να υποφέρω, δεν θέλω πιά την ευφυΐα, ούτε τον τρόμο, ούτε την ευαισθησία που σε μαστιγώνει, ούτε την συναισθηματικότητα που σε σκοτώνει, ούτε επιθυμίες δόξας, ούτε πιά να λυτρωθώ από την αγριότητα, ούτε να νικώ, ούτε να αγαλλιάζω, να λέω στον εαυτό μου ότι κατάφερα να σωθώ, ούτε πια να αντιστέκομαι: θέλω μόνον να αποβάλω σαν σκατό τον εαυτό μου, να μείνω άδεια, να είμαι επί τέλους τίποτα.
σελίδα 241
Ο έρωτας είναι αυτό: μια καρδιά που γρυλίζει.
Κάθε έρωτας , κι αυτός που είναι ο πιό γλυκός, αυτός ο αληθινός που είναι αιώνιος, έτοιμος να πεθάνει για να σώσει αυτό που αγαπάει, είναι μια καρδιά που γρυλίζει.
σελίδα 270
Το σεξ ως θρησκεία του κακού. Μια τελετουργία. Η Ανέττα και η Αλβερτίνη με ξεγυμνώνουν μπροστά στον Αλέξανδρο, με παραδίδουν σ’ αυτόν. Τα χτυπήματά του με σπάζουν, γίνομαι κομμάτια, αρπαγμένη από τα στόματά τους, με τρώνε και με πίνουν.
Αυτό το σκοτάδι του δωματίου. Το λευκό του δέρματός μας είναι ένα φως.
Αναζητώ γλυκύτητα στην βία, στις αγκαλιές που με αποσπούν από τον ίδιο μου τον εαυτό, αναζητώ στην εισβολή χώρο για να αδειάσω τον εαυτό μου από την εγκατάλειψη.
Στην βία βρίσκεται η ηδονή απελευθερωμένη από κάθε ευθύνη να καταργήσει την φυλακή των αισθήσεων, φθάνω στην έκσταση μόνον όταν η ηδονή σκοτώνεται από το σωματικό βασανιστήριο: η αθανασία είναι θάνατος οριστικός.
Η ακρίβεια, η επιδίωξη της τελειότητος, όλες αυτές οι άχρηστες φράσεις που γράφω κι έχω γράψει, προτιμότερη είναι μια βλασφημία ευλογημένη από την άρνηση του ψέμματος.
σελίδα 287
Μισώ τον έρωτα, μιλώ πάντοτε άσχημα γι’ αυτόν, επειδή είναι ο τόπος όπου έχω θανατωθεί. Έχω θανατωθεί στου Έρωτα, ξέρεις που βρίσκεται αυτό; Είναι ένα μέρος μικρό, χωρίς παράθυρα, όπου τα όνειρα γίνονται στη τύχη εφιάλτες, κι ένα χαμόγελο γίνεται στη τύχη μορφασμός.
Φοβάμαι τον έρωτα, επειδή δεν αγαπώ τίποτ’ άλλο.
Ερωτευμένη με τον Έρωτα, εκείνο το μικρό μέρος, χωρίς παράθυρα, που μ’ έχει σκοτώσει.