μανία θεάτρου
Les cheveux du soleil sont nos mains aussi.
Και τα μαλλιά του ήλιου είναι χέρια μας επίσης.
Sophie Podolski
Νελλ Νταν
Nell Dunn
χαμάμ
steaming
(απόσπασμα)
μετάφραση Γιάννη Φαρμακίδη
Νελλ Νταν
Αγγλία (1936 - )
Νελλ Νταν
Χαμάμ (απόσπασμα)
μετάφραση Γιάννη Φαρμακίδη
Η μετάφραση έγινε από το αγγλικό πρωτότυπο του οίκου AMBER LANE PRESS, του 1995.
Τίτλος πρωτοτύπου: Steaming
Τα πρόσωπα
ΒΙΟΛΕΤΑ: γύρω στα 45
ΤΖΟΣΥ: γύρω στα 34
κυρία ΜΗΝΤΩΟΥ: γύρω στα 65
ΑΥΓΗ: η κόρη της, γύρω στα 35
ΝΑΝΣΥ: γύρω στα 38
ΤΖΕΗΝ: γύρω στα 38
ΜΠΙΛΛ: ένας άντρας που ακούγεται εκτός σκηνής
Πρώτη Πράξη
Σκηνή Πρώτη
ΒΙΟΛΕΤΑ Μπιλ! Μπιλ! Κατέβα κάτω γρήγορα!
ΜΠΙΛ (εκτός σκηνής) Τι θες;
ΒΙΟΛΕΤΑ Αυτά τα αναθεματισμένα τα ντουζ πάλι χάλασαν. Είχες υποσχεθεί ότι θα φρόντιζες γι’αυτό.
ΜΠΙΛ (εκτός σκηνής) Το ανέφερα στη δημοτική υπηρεσία και είπαν ότι θα στείλουνε υδραυλικό την άλλη βδομάδα.
ΒΙΟΛΕΤΑ Και θα περιμένουν ένα σωρό γυναίκες μιά βδομάδα να κάνουν ντουζ; Πως θα λουστούνε;
ΜΠΙΛ (εκτός σκηνής) Εμένα τι μου το λες; Εγώ φταίω;
Ο Μπιλ ακούγεται να απομακρύνεται.
ΒΙΟΛΕΤΑ Όλο το κτίριο βρίσκεται σε κακό χάλι και δεν το βλέπει, το μόνο που ξέρει είναι «εγώ φταίω;». Άντρες σου λέει.
Η πόρτα ανοίγει απότομα και μπαίνει βιαστικά η Τζόσυ.
ΤΖΟΣΥ Γειά σου, Βιολέτα!
ΒΙΟΛΕΤΑ Γειά σου, γλυκειά μου.
ΤΖΟΣΥ Πω, πω τι ταλαιπωρία τα λεωφορεία. - Που λες φοράω το παλτό, φοράω το τζην, τις μπότες - και δεν είχα γάντια- παίρνω τότε ένα ζευγάρι κάλτσες μπλέ ελεκτρίκ και τις φοράω στα χέρια - μου πήγαιναν τέλεια.
ΒΙΟΛΕΤΑ Ακόμα με κείνο το ξενικό πρόσωπο;
ΤΖΟΣΥ Ναι και άκου να δεις. Ήμουνα με τα μπικουτί στα μαλλιά, με μιά μακριά νυχτικιά, φορούσα κάτι ροζ κάλτσες κι από πάνω φορούσα και πιτζάμες κι αυτός εκεί, να θέλει να απαυτωθούμε. «Βγάλτα όλα αμέσως» πατάει μιά φωνή. Με κείνη τη γερμανική προφορά «βγάλτα όλα αμέσως». Κι αρχίζει να μου τα τραβάει και να μου τα σκίζει. Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο πόνεσα όταν τράβηξε το σουτιέν - καινούριο σουτιέν και μου το χάλασε, δεν μπορώ να το φορέσω τώρα. Δεν έχει φίλους, δεν κάνει τίποτα, δεν θέλει ούτε αυτοκίνητο. Σαν αυτόματο μηχάνημα ζει - σηκώνεται, ντύνεται, πάει στη δουλειά, γυρνάει, τρώει, κάνει μπάνιο, βλέπει τηλεόραση, πηδάει - αυτό το τελευταίο είναι το μόνο που τον ενδιαφέρει, κάθε βράδυ, κι όχι μόνο μιά φορά. Μα την αλήθεια τo ’χω σιχαθεί - και ξέρεις πόσο μ’ αρέσει εμένα αυτό το πράγμα.
ΒΙΟΛΕΤΑ Εγώ δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δεν βρίσκεις έναν άνθρωπο της προκοπής.
ΤΖΟΣΥ Πες μου εσύ που τους βρίσκεις και θα πάω κι εγώ να τους βρω.
ΒΙΟΛΕΤΑ Κάποιον σαν τον άντρα μου χρειάζεσαι, αλλά όχι τον ίδιο μου τον άντρα.
ΤΖΟΣΥ Βλέπεις λοιπόν - γι’ αυτό κόλλησα κι εγώ στον Τζέρυ - αχ να τον έβλεπες, κάθονταν σε μιά μεριά κι έλεγε «βαριέμαι, βαριέμαι» - «ώστε βαριέσαι;», του λέω - παίρνω το πουκάμισό του - «τώρα θα σου δώσω κάτι να κάνεις» - και κόβω όλα τα κουμπιά «πάρ’ τα», του λέω «και ξαναράψτα για να ’χεις κάτι να κάνεις». Με κοιτάει τότε μ’ ένα βλέμμα, να έτσι, (μιμείται το ψυχρό βλέμμα ενός τρελού) και μου λέει «σ’ αρέσει το χιόνι;» «Όχι και πολύ», του λέω. Και σηκώνεται, παίρνει από το ντουλάπι το αλεύρι και το αδειάζει σ’ όλη την κουζίνα. - παντού, ε! - εμένα με πιάσαν τα γέλια, αλλά αυτός καθόνταν εκεί σοβαρός και μ’ έβλεπε που καθάριζα τη κουζίνα. Τώρα εσύ μπορείς να μου πεις τι θέλει στη ζωή του αυτός ο άνθρωπος; Και δεν είναι κανένα πιτσιρίκι. Τι θέλει; Δεν είναι ζωή αυτή - πάω, αγοράζω έναν μεταχειρισμένο πάγκο, τον βάφω μόνη μου- δεν του αρέσει. Πάω, βλέπω ένα πολύ όμορφο κόκκινο φόρεμα κι ένα κόκκινο μαντήλι ασσορτί - σαράντα λίρες- να αυτό το φόρεμα μ’ αρέσει - δεν μου το αγοράζει. Πως τα καταφέρνει η Τζέην και κάνει ό,τι θέλει τους άντρες - τι γίνεται με μένα και δεν μπορώ;
ΒΙΟΛΕΤΑ Αν το πορτοφόλι σου είναι άδειο, κάνε κάτι για να το γεμίσεις.
ΤΖΟΣΥ Αυτό προσπαθώ να κάνω. Κοίτα να δεις τι νομίζω εγώ - αφού κοιμάται στο κρεβάτι μου πρέπει να πληρώνει και τους λογαριασμούς μου. Άσε, όταν έχω τέτοια χρέη όπως τώρα, εγώ είμαι εδώ και το μυαλό μου είναι αλλού. Τι να πρωτοπληρώσω, το ρεύμα ή το τηλέφωνο; Και το γκάζι; Λέω να σκοτώσω ένα ρολόϊ που έχω, να πληρώσω το γκάζι. Δεν είμαι καλά, μου ’ρχεται τρέλα - δεν μπορώ να ηρεμήσω στιγμή και με πιάνουν και κάτι τρομεροί πονοκέφαλοι. Αν δεν μπορούσα να έρχομαι κι εδώ, θα τρελαινόμουνα στ’ αλήθεια.
ΒΙΟΛΕΤΑ Υπάρχουν μόνο τρεις τρόποι για να βρεις λεφτά. Ή κληρονομάς, ή παντρεύεσαι, ή δουλεύεις.
ΤΖΟΣΥ Το τελευταίο βγάλ’ το. Τι άλλο μένει;
ΒΙΟΛΕΤΑ Εγώ λέω ότι πρέπει να βρεις μιά δουλειά.
ΤΖΟΣΥ Τι, να κάνω την υπάλληλο; Θα τρελαθώ απ’ την βαρεμάρα.
ΒΙΟΛΕΤΑ Ε τότε κάτσε όπως είσαι, να εξαρτιέσαι από τον έναν κι από τον άλλον που σου κάνουν τη ζωή μαρτύριο.
ΤΖΟΣΥ Κάτσε, ρε συ, δεν πρέπει να πληρώσει τους λογαριασμούς; Ή μήπως εγώ είμαι κανένας φαταούλας; Αλλά είναι απλά ότι δεν έχω λεφτά.
ΒΙΟΛΕΤΑ Καλά, αυτό το έχω ξανακούσει.
Η πόρτα ανοίγει και μπαίνει η κ. Μήντωου και την ακολουθεί η Αυγή.
κ.ΜΗΝΤΩΟΥ Η κακόμοιρη η Αυγή μου βγήκε να πάει στην τουαλέτα, γλυστράει στον πάγο και κάνει μιά μελανιά τόσο μεγάλη πάνω στον... (Με τα χείλια της μόνον σχηματίζει την λέξη που δεν θέλει να προφέρει και με το χέρι της χτυπάει ελαφρά τον πισινό της Αυγής.) Και μετά χθες περδικλώθηκε στα σκαλιά - Αυγή πάλι ασχολείσαι με τη φόρμα σου - πιωμένη και στο κακό της χάλι, κυττάξτε εδώ! (Παραμερίζει τα μαλλιά της Αυγής από το μέτωπο για να φανεί μιά μελανιά) Δεν μπορώ ποτέ να καταλάβω τι πίνει όταν δεν είμαι σπίτι...και δεν μπόρεσα ποτέ να βρω που κρύβει τα άδεια μπουκάλια... (Χαμογελάει, ενώ η Αυγή ξεσπάει σε άγριο γέλιο) Γελάς, Αυγή, ε; Kλείστο και σταμάτα να γελάς και πήγαινε να ξεντυθείς. Που λέτε, ξυπνάω σήμερα το πρωϊ και τι να δω, γεμάτη η σκάλα χιόνι.
ΒΙΟΛΕΤΑ Πάλι στάζει η στέγη, κ. Μήντωου;
ΑΥΓΗ Βιολέτα, πως σου φαίνονται τα μαλλιά μου;
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Τρέχω, πάω στη κουζίνα και δεν είχα τίποτα άλλο εχτός από τις κουτάλες.
ΑΥΓΗ Πες μου, μου πάνε; Αυτή δεν μ’ αφήνει να τα μακρύνω.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Άμα τα μακρύνει, θα πιάσει ψείρες. Πάντοτε ήτανε με κοντά μαλλιά - τι την έπιασε τώρα ξαφνικά και τα θέλει μακριά;
ΒΙΟΛΕΤΑ Πρέπει να βρείτε κάποιον να φιάξει τη στέγη, θα πάθετε πνευμονία!
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Όχι. Δεν θα πάθω τίποτα, έχω το κοκκαλάκι της νυχτερίδας. Κι έπειτα θα σταματήσει να στάζει όταν καλοσυνέψει ο καιρός. Χώρια που θα τρομάξει η Αυγή να δει έναν άντρα να σκαρφαλώνει στη σκεπή.
ΑΥΓΗ Δεν πειράζει, μπορεί να περδικλωθεί και να πέσει!
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Φάε τη γλώσσα σου Αυγή και πήγαινε να ξεντυθείς. Έχει περίοδο γι’ αυτό κάνει αστειάκια...πάντοτε κάνει αστειάκια όταν έχει περίοδο, έτσι είναι.
ΑΥΓΗ Χθες κάναμε ένα καταπληκτικό τραπέζι: ψητό κοτόπουλο με πατάτες και σάλτσα, κουνουπίδι...
κ.ΜΗΝΤΩΟΥ Είχαμε και σούπα...
ΑΥΓΗ ...α ναι, είχαμε και σούπα και μετά η μαμά είχε κάνει και μηλόπιττα.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Το ευχαριστηθήκαμε με το παραπάνω και κει που τελειώναμε έρχεται η Βερονίκη. «Γιατί δεν βάζεις το μαχαίρι και το πηρούνι απ’ την ίδια πλευρά όταν τελειώνεις το φαγητό σου, μητέρα;», μου λέει. «Εμένα δεν μ’ ενδιαφέρουν τα μαχαιροπήρουνα», της λέω, «αυτό που μ’ ενδιαφέρει είναι να ευχαριστηθώ το φαγητό.»
ΑΥΓΗ Εγώ με το τσάι, θα ήθελα δυό μπριζόλες.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Να μη θέλεις καθόλου μπριζόλες, Αυγή. Η Βερονίκη λέει ότι παραπάχυνες. Για πήγαινε να ζυγιστείς. (Στην Βιολέτα) Κάθε επί πλέον κιλό από το κανονικό, μας αφαιρεί και ένα χρόνο ζωής.
AΥΓΗ Εγώ θέλω δυό μπριζόλες. Σκέτο θα το πιώ το τσάι;
κ.ΜΗΝΤΩΟΥ Έφαγε για πρωινό μιά τηγανιά χοιρινό με αυγό και τρεις κούπες τσάι και αμέσως μετά τρώει ένα βάζο μαρμελάδα, θα σκάσει άμα φάει κι άλλο. Κύττα εδώ.
Η κ. Μήντωου Σηκώνει την μπλούζα της Αυγής και δείχνει το στομάχι της που ασφυκτιά μέσα στη ρόζ φόρμα.
ΑΥΓΗ Μαμά, σου είπα πεινάω!
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Κλείσε το στόμα σου, Αυγή. Θα πάθει μεγάλο κακό η καρδιά σου, άμα τρως συνέχεια. Εγώ φοράω πάντοτε τον κορσέ μου και την μάλλινη τη φανέλα και δεν τα βγάζω όση ζέστα και να κάνει. Άμα δεν τα φοράω, αισθάνομαι σαν να μην έχω τίποτα επάνω μου. Ποτέ δεν ξέρεις τι σκέφτονται οι άνθρωποι όταν βγαίνεις έξω. Κάθε φορά που έρχεται η Βερονίκη, όλο διαταγές είναι. «Κάνε εκείνο, μην κάνεις το άλλο.» Αυτή δεν έρχεται να δει τη μάνα της και την αδερφή της, αυτή έρχεται λες και είναι η κοινωνική λειτουργός. Άντε Αυγή, πήγαινε να ξεντυθείς.
Μπαίνει η Νάνσυ.
ΝΑΝΣΥ Γειά σας, είναι εδώ η Τζέην;
ΒΙΟΛΕΤΑ Όχι, κούκλα μου, δεν είναι εδώ.
ΝΑΝΣΥ Είναι έντεκα η ώρα, είπε ότι θα ’τανε εδώ στις έντεκα. Έχουμε δώσει ραντεβού.
ΒΙΟΛΕΤΑ Δεν σ’ έχω ξαναδεί εδώ.
ΝΑΝΣΥ Ναι, πρώτη φορά έρχομαι - αλλά είχα ακούσει για δω πέρα από την Τζέην.
ΒΙΟΛΕΤΑ Α ναι, της Τζέην της αρέσει πολύ το χαμάμ - λοιπόν, εντάξει, θα πάρεις αυτόν τον πάγκο να ξαπλώσεις και θα βάλω την Τζέην δίπλα σου. Τα πράγματά σου βάλ’ τα σε όποιο ντουλάπι βρεις ελεύθερο. Μπορείς να ξεντυθείς τώρα αν θες και να κάνεις ένα ατμόλουτρο όση ώρα θα περιμένεις τη Τζέην.
ΝΑΝΣΥ Ευχαριστώ, αλλά θα περιμένω καλύτερα τη Τζέην να μου δείξει τα κατατόπια εδώ πέρα.
ΒΙΟΛΕΤΑ Α ναι; Δηλαδή είσαστε παλιές φιλενάδες;
ΝΑΝΣΥ Ναι, σχολείο μαζί πηγαίναμε. Προς το παρόν μόνον το παλτό μου θα βγάλω.
ΒΙΟΛΕΤΑ Ήξερα μία η οποία φορούσε συνέχεια περούκα και γυαλιά ηλίου, είχε τριάντα πέντε περούκες και πενήντα γυαλιά και άλλαζε, και η μοναδική φορά που τα έβγαζε ήταν όταν έρχονταν εδώ.
κ.ΜΗΝΤΩΟΥ (Στην Αυγή) Εμπρός, επάνω στη ζυγαριά. Ανέβα για να δούμε που βρίσκεσαι.
ΑΥΓΗ Εγώ δεν ξαναρχίζω να κάνω σκοινάκι και δεν πάει να λέει η Βερονίκη ό,τι θέλει.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Πήγαινε μέσα στο δωμάτιο να κάνεις το ατμόλουτρό σου, Αυγή, πήρες δυό κιλά από την περασμένη βδομάδα.
ΑΥΓΗ Τα πήρα γιατί μεγάλωσαν τα μαλλιά μου.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Δεν φταίνε τα μαλλιά σου, φταίνε όλα τα βάζα με τη μαρμελάδα που έφαγες.
ΑΥΓΗ Ε μη δίνεις σημασία σ’ αυτό , μαμά, πάντως εξακολουθείς να μ’ αγαπάς, δεν μ’ αγαπάς;
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Πήγαινε να κάνεις το ατμόλουτρό σου, Αυγή. Άντε μπράβο, γρήγορα. Διαφορετικά δεν θα σου πάρω γλυκό πορτοκάλι για το τσάι σου. (Στη Βιολέτα) Τώρα τελευταία δεν αισθάνομαι και πολύ καλά, ο γιατρός μου ’δωσε κάτι χάπια, αλλά δεν βλέπω να μου κάνουν τίποτα. Μου φαίνεται ότι δεν καταλαβαίνει το σώμα μου - μα δεν κάθεται να μ’ εξετάσει με την ησυχία του, όλο βιαστικός είναι.
ΑΥΓΗ Μαμά, σε βλέπω λίγο χλωμή.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Πήγαινε να κάνεις το ατμόλουτρό σου, Αυγή. Πρέπει να ιδρώσει να της φύγουν όλα αυτά τα ξύγκια. (Προσπαθώντας να μην την ακούει η Αυγή.) Πάλι άρχισε να ακούει τους αστυνομικούς - νομίζει ότι κρύβονται στον διπλανό κήπο και την παρακολουθούν. Όταν η αστυνομία προσπάθησε να βγάλει την Αυγή ότι δεν ήταν στα καλά της, ένας απ’ αυτούς μου είπε: «Αυτό που χρειάζεται η θυγατέρα σας είναι να παντρευτεί και να κάνει ένα μωρό». «Τι είπες, μωρέ», του λέω. «Νομίζεις ότι εμείς οι γυναίκες είμαστε για να ικανοποιούμε εσάς τους άντρες;» Έτσι που λες, συνέχεια βλέπει αυτούς τους τέσσερεις αστυνομικούς η Αυγή. Δεν ξέρω, εμείς ήμασταν πάντοτε μιά αξιοπρεπής οικογένεια και ασχολούμασταν μόνον με τα δικά μας. Εγώ ποτέ δεν άφησα τα παιδιά μου να παίζουν στο δρόμο.
ΒΙΟΛΕΤΑ Μα ήταν μια χαρά κοπέλα όπως όλες οι άλλες μέχρι που έπιασε εκείνη τη δουλειά στο αστυνομικό τμήμα. Τη θυμάμαι που περνούσε κάθε πρωί από δω απ’ τα λουτρά - πάντοτε ακριβώς στις οχτώμιση.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Και ήξερε να κάνει και ποδήλατο.
ΒΙΟΛΕΤΑ Πρέπει κάτι να της έχει συμβεί. Μα γιατί δεν την ρωτάς;
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Ο πατέρας, όταν ήταν ζωντανός, δεν ήθελε καθόλου να συζητάμε τέτοια θέματα. Μην συζητάς τέτοια πράγματα, μου έλεγε, γιατί θα πάει μετά και θα τα κάνει. Την έστελνε στο δωμάτιό της να ξαπλώσει - ο γιατρός της είχε δώσει ηρεμιστικά - αυτά γινότανε πριν δεκαέξη χρόνια - κι από τότε είναι συνέχεια ξαπλωμένη εχτός όταν τρώει ή όταν έρχεται εδώ.
ΒΙΟΛΕΤΑ Πρέπει να την παίρνεις μαζί σου όταν βγαίνεις έξω για ψώνια.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Μ’ αφού ξέρεις, δεν θέλει να ’ρθει - δεν έχει βγει έξω εδώ και δεκαέξη χρόνια, μόνον εδώ έρχεται. Και παρ’ όλο που καθόμαστε στο διπλανό τετράγωνο, δεν έρχεται κανονικά, περπατώντας, τρέχει απ’ την πόρτα μας μέχρι εδώ. - Όχι, όχι, ο πατέρας της δεν συζητούσε ποτέ τέτοια πράγματα, ήταν πραγματικός κύριος.
Μπαίνει η Τζέην.
ΤΖΕΗΝ Τι ψοφόκρυο είναι αυτό σήμερα! Πάγωσα.
ΒΙΟΛΕΤΑ Μη φοβάσαι Τζέην, τώρα εδώ θα ζεσταθείς.
ΤΖΕΗΝ Γειά σου, Βιολέτα.
ΝΑΝΣΥ Τζέην, γειά σου. ΤΖΕΗΝ Με συγχωρείς που άργησα, ξύπνησα αργά και μετά καθυστέρησα να πάω τον Σαμ στο σχολείο.
ΝΑΝΣΥ Καλέ εσύ έχεις γίνει μούσκεμα.
ΤΖΕΗΝ Να κρεμάσω το παλτό στο καλοριφέρ;
ΒΙΟΛΕΤΑ Φυσικά, κούκλα μου.
ΤΖΟΣΥ Δεν θυμάμαι τώρα αν αυτό το είδα στο όνειρό μου ή το φαντάστηκα ξυπνητή. Τεράστια μεταξωτά σεντόνια, κατακκόκινα, σαν μια πισίνα γεμάτη αίμα και να κρέμονται άσπρες, μεταξωτές κουρτίνες και το σώμα μου να κολυμπάει μέσα στο κατακκόκινο μεταξωτό και ’γω να βάζω με το μυαλό μου ότι όλοι με κυττάνε.
ΒΙΟΛΕΤΑ Τα ντουζ δεν δουλεύουνε.
ΤΖΟΣΥ Ε, όχι, να πάρει η ευχή.
ΤΖΕΗΝ Κι εγώ πρέπει να λουστώ - έχουν γίνει χάλια τα μαλλιά μου.
ΒΙΟΛΕΤΑ Θα σου φέρω στη λεκάνη ζεστό νερό από τη βρύση. Η δημοτική υπηρεσία δεν φροντίζει καθόλου γι’ αυτό το κτίριο.
ΤΖΕΗΝ Έλα να ξεντυθούμε και θα σου δείξω όλο το μέρος εδώ. Περίμενες ώρα;
ΝΑΝΣΥ Μπα, όχι και πολύ - Τζέην, δόξα τω Θεώ που ήρθες, είχα ένα πολύ άσχημο πρωινό σήμερα.
ΤΖΕΗΝ Τι έγινε;
ΝΑΝΣΥ Χάλασε το πλυντήριο.
ΤΖΕΗΝ Είπα κι εγώ...
ΝΑΝΣΥ Ο τεχνίτης είπε ότι θα έρχονταν χθες και τον περίμενα όλη τη μέρα.
ΤΖΕΗΝ Και δεν ήρθε;
ΝΑΝΣΥ Δεν ήρθε; Και σαν να μην έφτανε αυτό, σήμερα το πρωί η Νίνα έκανε εμετό πάνω στο χαλί της κρεβατοκάμαρας. Είναι δεκαέξη ετών και εάν δεν της κόψω εγώ το φαγητό της μικρά κομματάκια το κάνει εμετό.
ΤΖΕΗΝ Ίδια με μωρό.
ΝΑΝΣΥ Ακριβώς, αλλά δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς αυτήν. Και ο Όλιβερ τα χάλασε με την κοπελιά του γιατί λέει αφού θα πάει στην Υόρκη να σπουδάσει, ποιός ο λόγος να έχει κοπέλα στο Λονδίνο που δεν θα μπορεί να την βλέπει ούτε τα σαββατοκύριακα.
ΤΖΕΗΝ Πες του από μέρους μου ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να την αφήσει...εγώ στην ηλικία του είχα μισή ντουζίνα γκόμενους ταυτόχρονα.
ΝΑΝΣΥ Αχ αυτό το τρομερό παρελθόν σου...Ω Θεέ μου, τι κακάσχημη φαίνομαι στον καθρέφτη.
ΤΖΕΗΝ Να σου πάρω λίγο από τη κρέμα προσώπου;
ΝΑΝΣΥ Ναι, πάρε. Είναι Λανκόμ, τη βρήκα προσφορά.
ΤΖΕΗΝ Αυτή η μανία σου να κυνηγάς τις προσφορές. Κύττα εδώ, αγόρασα ένα ακριβούτσικο σαμπουάν από αβοκάντο, θες να δοκιμάσεις;
ΝΑΝΣΥ Μπα, δεν θα λουστώ.
ΤΖΕΗΝ Λοιπόν, άκου, πρέπει οπωσδήποτε να λουστείς. Εδώ πέρα το νόημα είναι το εξής: πρέπει να βραχείς ολόκληρη, να ιδρώσεις, μετά να στεγνώσεις και μετά πάλι να βραχείς - για να ανοίξουνε οι πόροι - και όταν πεινάμε η Βιολέτα μας φέρει κάτι για φαγητό - και όταν χαλαρώσουμε πολύ ξαπλώνουμε στους πάγκους και κοιμόμαστε - έλα, έλα να σε πάω να σου δείξω όλα τα δωμάτια.
ΝΑΝΣΥ Μπορώ να αφήσω εδώ τη τσάντα μου, υπάρχει κίνδυνος;
ΤΖΕΗΝ Πάρε μαζί σου ό,τι μπορεί να χρειαστείς και βάλε τα ρούχα σου και τη τσάντα στο ντουλάπι - πάμε να κάνουμε ένα ντουζ πριν μπούμε για ατμόλουτρο - αλλά τι λέω, αφού δεν λειτουργούν τα ντούζ.
ΒΙΟΛΕΤΑ Έλα, Τζεήν, σου έφερα τη λεκάνη με το νερό. Πάρ’ την μαζί σου στον ατμό και η φίλη σου θα σε βοηθήσει να λουστείς.
ΝΑΝΣΥ Χρειάζομαι ένα καλό χαμάμ. Όλη τη βδομάδα ήμουνα στις κακές μου. Ε δεν γίνεται τώρα να σπουδάζω με μιά υποτροφία που δεν φτάνει ούτε για τα βασικά και να ’χω να φροντίζω και σπίτι και παιδιά. Είχα να γράψω ένα δοκίμιο και η δουλειά δεν προχωρούσε καθόλου και μαζί μ’ αυτό κλέβουν το ποδήλατο του Σαμ κι αυτός να είναι εξαγριωμένος και επί πλέον το Σάββατο ένας πρώην γκόμενος θα έρχονταν για φαγητό, κάθομαι κι εγώ και κάνω ένα πολύ ωραίο βραστό κρέας με λαχανικά και δεν εμφανίζεται ο κύριος. Τον παίρνω τηλέφωνο και μου λέει ότι το είχε ξεχάσει εντελώς και ότι έπρεπε να πάει να δει τον πατέρα του...
ΝΑΝΣΥ Και μετά τι έγινε;
ΤΖΕΗΝ Του λέω...εντάξει δεν πειράζει...στο κάτω κάτω ίσως να μην σου άρεζε το κρέας...κι είχα να γράψω και το δοκίμιο. Έκλεισα το τηλέφωνο και μ’ έπιασαν τα κλάματα.
ΝΑΝΣΥ Εξακολουθείς να θες να ζεις μ’ έναν άντρα;
ΤΖΕΗΝ Όχι. Όχι. Ή τουλάχιστον όχι μ’ αυτούς που έχω ήδη ζήσει μαζί. Όταν πήγα πέρυσι στην Καλιφόρνια ανακάλυψα ότι δεν ήταν άσχημα να είσαι με γυναίκες που τις αρέσουν οι γυναίκες. Αλλά το κακό με μένα είναι ότι προτιμώ τους άντρες.
ΝΑΝΣΥ Εγώ μακάρι να ήξερα τι προτιμώ. Ξέρεις κάτι, χρόνια ολόκληρα τώρα δεν έχω καθίσει να σκεφτώ τι πραγματικά θέλω στη ζωή. Φτου να πάρει, ξέχασα να βγάλω την καράφα από το ξύδι.
ΤΖΕΗΝ Τι πράγμα;
ΝΑΝΣΥ Έχω μια κρυστάλλινη, σκαλιστή καράφα και έπιασε λεκέδες και για να βγουν πρέπει να τη βάλεις σε ξύδι και να ρίξεις και αλάτι.
ΝΑΝΣΥ Α ναι, ωραίο κόλπο, δεν το ’ξερα.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Έλα εδώ, Αυγή. Εγώ δεν χρησιμοποιώ ποτέ σαμπουάν, είναι τζάμπα λεφτά. Παίρνω τη φανέλα μου, την τρίβω με σαπούνι, βρέχω τα μαλλιά μου και μετά τα τρίβω με τη φανέλα που της έχω βάλει σαπούνι και μετά η Αυγή μου ρίχνει νερό στο κεφάλι κι αυτό ήταν. Αλλά όταν έρχομαι εδώ είναι πιό εύκολα γιατί μπαίνω κάτω από το ντουζ. Μένουμε σαράντα ένα χρόνια σ’ αυτό το σπίτι και ποτέ δεν είχαμε ζεστό νερό. Αλλά δεν είναι τόσο κακό αυτό γιατί άμα είχαμε ζεστό νερό, θα ήμουνα σαν τη Τζόσυ που όλη την ώρα στεναχωριέται πως πληρώσει τους λογαριασμούς κι ούτε και θα είχα όλες αυτές τις παρέες που έχω κάνει εδώ πέρα. Και η Αυγή και εγώ δεν βλέπουμε πότε να περάσει κάθε βδομάδα για να έρθει η μέρα για το χαμάμ.
ΒΙΟΛΕΤΑ Τόσο πολύ σας αρέσει, ε;
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Για μας είναι σαν γιορτή.
ΑΥΓΗ Όλες τις άλλες μέρες βαριέμαι.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Κλείσε το στόμα σου, Αυγή. Σε έχω μη στάξει και μη βρέξει, στο σπίτι.
ΑΥΓΗ Εγώ πάντως βαριέμαι.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Πήγαινε να ξαπλώσεις, Αυγή, τα πόδια σου ασπρίσανε, κρυώνεις. (Στην Βιολέτα) Μπορείς να μου τρίψεις τις φτέρνες με τη ελαφρόπετρα; Είναι πολύ καθαρά τα πόδια μου. Τα έπλυνα πολύ ώρα. Είναι να μην έχεις κακούς γείτονες, ξέρεις. Μία που κάθεται πιό κάτω από μένα είπε ότι είδε την Αυγή να τραγουδάει στο μπαρ το Κόκκινο Λιοντάρι. Ακριβώς αυτό είπε, ότι είδε την Αυγή να πίνει τζιν και να τραγουδάει στο μικρόφωνο. Αν είναι δυνατόν η κόρη μου να πάει σε μπαρ.
ΑΥΓΗ (Βγαίνοντας από μία κουρτίνα.) Μαμά, είναι κάποιος εκεί και με κυττάει!
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Κλείσε το στόμα σου, Αυγή. (Στην Βιολέτα, εμπιστευτικά.) Επί τρεις ολόκληρες μέρες δεν είχε σηκωθεί από το κρεβάτι και ο ιδρώτας έτρεχε ποτάμι, μούσκεμα όλο της το σώμα. Εγώ ήξερα ότι κάτι είχε συμβεί στο αστυνομικό τμήμα, αλλά κάποιος μου είπε «Δεν θα καταφέρεις τίποτα εναντίον της αστυνομίας - όλοι τους θα ορκίζονται ότι κανένας τους δεν άγγιξε τη κόρη σου». Ο γιατρός της έδινε χάπια, αλλά τα χάπια της έφερναν διαρκώς ύπνο. Βέβαια ο πατέρας της πήγε στην Σκότλαντ Γυάρντ κανά δυό φορές. Και ο διοικητής του είπε «εάν ανακαλύψουμε ότι κάποιος από τους άντρες μας παρενόχλησε την κόρη σας, θα τιμωρηθεί αυστηρά.» Εύχομαι να γυρίσω μιά μέρα σπίτι και να την βρω νεκρή στην καρέκλα. Εύχομαι να πεθάνει πριν από μένα. Θα πονέσω, αλλά εάν φύγω εγώ πρώτη, ποιός θα την κυττάξει; Αισθάνθηκα λίγο κουρασμένη αυτή τη βδομάδα. Δυό βραδυές έπεσα από νωρίς για ύπνο. Η Αυγή ήταν πολύ χαρούμενη. Της αρέσει να είμαι μαζί της στο κρεβάτι. Χθες ξάπλωσα από τις εξήμισυ το απόγευμα. Και την αγαπάω και έχω υποχρέωση, γι’ αυτό είμαι μαζί της. Είμαι η μητέρα της.
Η Νάνσυ και η Τζέην παίζουν με το νερό, γελάνε.
ΒΙΟΛΕΤΑ Κορίτσια, μη κάνετε τόση φασαρία, αλλιώς το Δημοτικό Συμβούλιο θα μας τα κλείσει αυτά τα λουτρά.
Σταματάνε και η Βιολέτα τους δίνει πετσέτες.
ΝΑΝΣΥ Α τι ωραία, είναι ζεστή.
ΒΙΟΛΕΤΑ Τριφτείτε με τις πετσέτες γερά και δυνατά.
ΤΖΕΗΝ Γύρισε να σε σκουπίσω. Σήκωσε τα χέρια, έτσι μπράβο.
ΝΑΝΣΥ Τέλεια, είναι τέλεια.
ΤΖΕΗΝ Ας κάνουμε ένα τσιγάρο τώρα. Εδώ είναι τόσο όμορφα και ζεστά. Ξεπαγιάζω στο διαμέρισμα.
ΤΖΟΣΥ (Καθώς περνά μπροστά τους.) Μακάρι να μπορούσα κι εγώ να έκανα μιά βουτιά στην πισίνα.
ΤΖΕΗΝ Δεν είναι βαθιά.
ΤΖΟΣΥ Το φοβάμαι το νερό. Ποτέ δεν έμαθα να κολυμπάω. Αυτό που φοβάμαι πιό πολύ είναι να βάλω το κεφάλι μου μέσα στο νερό.
ΤΖΕΗΝ (Στην Νάνσυ) Ξημερώθηκα μέχρι στις τέσσερες το πρωί με το δοκίμιο για την ισλαμική ιστορία. Αλλά αισθάνομαι πολύ καλά. Γύρω στις έντεκα το βράδυ με είχαν πιάσει δάκρυα. Τότε λέω στον εαυτό μου «Τζέην δουλειά! Δουλειά Τζέην! Και του χρόνου τέτοιο καιρό με το δίπλωμα των αραβικών θα κάνεις κρουαζιέρες στον Νείλο και θα δίνεις διαλέξεις για την ιστορία της Μέσης Ανατολής.»
ΝΑΝΣΥ Είδα ένα περίεργο όνειρο χθες βράδυ - μου είχαν δώσει να φυλάω ένα μωρό, κοριτσάκι - δεν ήταν δικό μου - κι αυτό έπεσε από κεί που το είχα αφήσει και σκοτώθηκε. Μιά γυναίκα ήρθε και μου είπε ότι είχε σκοτωθεί. Δεν άντεχα να το δω πεθαμένο και είπα στη γυναίκα να το τυλίξει σε μιά χρωματιστή πετσέτα για να μη φαίνεται άσχημο - «Πρέπει να το πεις στη μητέρα του, θα έρθει σήμερα». Αισθανόμουνα φρίκη, αλλά δεν έφταιγα εγώ. «Κι έπειτα το μωρό είχε μιά παραμόρφωση» είπα. «Ίσως είναι ευχαριστημένοι οι γονείς τους που πέθανε.». Και κείνη τι στιγμή η πετσέτα που θα τυλίγονταν το μωρό έπεσε μέσα στις λάσπες και δεν είχα πλέον τίποτα να το τυλίξω. Αλλά η γυναίκα δεν με κατηγόρησε για τίποτα, μόνον είπε ότι έπρεπε να το πάρω εγώ το μωρό όπως ήταν. Τζέην, αυτή η γυναίκα ήσουνα εσύ και το περίεργο είναι ότι δεν με έκανες να αισθάνομαι ένοχη.
ΤΖΕΗΝ Ένοχη για ποιόν λόγο; κ. ΜΗΝΤΩΟΥ (Στην Βιολέτα) Έκοψα μερικά από τα χρυσάνθεμά μου και σου έφερα. Καλύτερα να τα κόβω, παρά να βλέπω να τα τρώνε τα ζωύφια , νευριάζω μ’ αυτό.
ΑΥΓΗ (Κάνοντας πείραγμα) Μαμά, πρέπει κάποιον να συνάντησες, έχεις κοκκινάδια γύρω από το στόμα και το σαγόνι, με κάποιον ήσουνα όση ώρα είχες βγει έξω, μαρτύρα τα!
ΒΙΟΛΕΤΑ Είναι πολύ όμορφα, θα τα βάλω στο νερό.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Πήγαινε να ζυγιστείς. Τώρα αμέσως! Μα που να την αφήσω μόνη της. Έρχεται ένας αστυνομικός και μου λέει ότι η Αυγή του είχε κάνει το σακάκι χίλια κομμάτια. Ξέρει η Αυγή όλες τις διαδρομές που κάνουν τα περίπολα - τι ώρα και από που περνάνε και δεν έχει βγει έξω εδώ και δεκάξη χρόνια. Ποτέ δεν βρήκα τι ακριβώς έγινε, αλλά ένα είναι βέβαιο - η Αυγή αποκλείεται να έδωσε προσχήματα. Ούτε εμένα δεν έχει φιλήσει ποτέ η Αυγή. Εμείς δεν φιλάμε στην οικογένεια. Άρα αποκλείεται η Αυγή να έκανε κάτι, να έδωσε αφορμή σε αστυνομικό. Από κείνον τον γιό μου, εγώ ποτέ δεν του ζήτησα να μου κουβαλήσει κάρβουνα όταν ήταν μαθητής και είχε εξετάσεις. Αλλά τώρα έχει ανοίξει δική του δουλειά και θα ’θελα να έρθει και να καθίσει στο τραπέζι με μένα και την Αυγή - στο κάτω κάτω αδερφή του είναι - κάτι πρέπει να αισθάνεται γι’ αυτήν - να καθίσει έτσι απλά και να φάμε. Υποψιάζομαι πως ντρέπεται για μας, αλλά η Αυγή δεν είναι κακός άνθρωπος. Επειδή ένα διάστημα ήτανε στο ψυχιατρείο, δεν σημαίνει ότι είναι κακή.
Η Αυγή κάνει αστεία με όσα λέει η μητέρα της.
ΑΥΓΗ Γιατί όχι, να έρθει να πιεί τσάι μαζί μου - εντάξει μόνο τα νεύρα μου είναι κακά, εγώ δεν είμαι κακή - εγώ δεν έκανα σε κανέναν τίποτα.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Μεταξύ μας τώρα, ο Αρθούρος, ο γιός μου αποκλείεται να φροντίσει για την Αυγή, αν συμβεί κάτι σε μένα. Του το είπα και μου απάντησε « Όχι, πρέπει να την βάλουνε μέσα, δεν μπορεί να μείνει σπίτι.» Μου ήρθε να τον σκοτώσω. Πήγαινε στη γωνία, Αυγή και κάνε σκοινάκι.
Η Αυγή αρχίζει να κάνει σκοινάκι.
ΑΥΓΗ Εν δύο λέτα τσιγκοκολέτα πράσινα κουφέτα
ΝΑΝΣΥ Σου φάνηκε περίεργο που ήρθα να σε βρω ξανά μετά από όλα αυτά τα χρόνια;
ΤΖΕΗΝ Εγώ ήρθα στο γάμο, ξέρεις - είδα τη μικρή δεκαεννιάχρονη προβατίνα να την οδηγούν στη σφαγή. Εγώ τουλάχιστον περίμενα ως τα εικοσιπέντε μου. Κάποτε σου έγραψα.
ΝΑΝΣΥ Το ξέρω, αλλά δεν σου απάντησα. Δεν ήξερα τι εντύπωση θα έκανες στον Ουίλλιαμ, τον άντρα μου.
ΤΖΕΗΝ Δηλαδή τι εντύπωση;
ΝΑΝΣΥ Μάλλον θα σε εύρισκε αντιπαθητική.
ΤΖΕΗΝ Γιατί;
ΝΑΝΣΥ Γιατί πάντα λες αυτό που σκέφτεσαι! Αύριο θα πάω στο γήπεδο να δω τον Όλιβερ να παίζει. Είναι αρχηγός της ομάδας ράγκμπυ του σχολείου του.
ΤΖΕΗΝ Υπερήφανη μαμά!
ΝΑΝΣΥ Εγώ η ίδια δεν τα κατάφερα ποτέ στον αθλητισμό. Θυμάσαι τότε που παίζαμε με το γυμνάσιο της αγίας Χίλντας και τη φάγαμε επειδή στο τελευταίο δευτερόλεπτο μου ξέφυγε η μπάλλα; Και θυμάσαι μετά στα αποδυτήρια που η προπονήτρια, η Κλώντωου Μόρισσον, με είχε πιάσει απ’ τα μαλλιά και με έσερνε; Τι φάση κι εκείνη! Και να ’χω κάτι νεύρα.
ΤΖΕΗΝ Αλλά δεν το έδειχνες.
ΝΑΝΣΥ Η μητέρα μου έλεγε πάντοτε ότι οι σωστές κυρίες δεν υψώνουν τη φωνή - ευτυχώς που ήσουνα τότε δίπλα μου και με έσωσες.
ΤΖΕΗΝ Σε συμπάθησα από την πρώτη μέρα που ήρθες στο σχολείο. Θυμάμαι ότι για να μας εντυπωσιάσεις μπήκες ολόκληρη σ’ ένα ντουλάπι μισό μέτρο ύψος, και με την πόρτα κλειστή. Ήθελες οπωσδήποτε να τα καταφέρεις σε κάτι.
ΤΖΟΣΥ Βρε Τζέην, άκουσέ με, εσύ που είσαι πιό μορφωμένη από μένα, είναι φυσιολογικό αυτό; Πριν μιά βδομάδα, ένα βράδυ, ο δικός μου το έκανε έξη φορές και μετά από κάθε φορά σηκωνότανε και πλενότανε και ήθελε κι εγώ να κάνω το ίδιο. Κι ήμουνα αναγκασμένη όλο το βράδυ να είμαι πέρα δώθε - ο μπάσταρδος, ξεθεώθηκα -
ΤΖΕΗΝ (γελώντας) Ναι, είναι αλήθεια δεν φαίνεται και πολύ φυσιολογικό.
ΤΖΟΣΥ Αλλά χθες βράδυ, δεν μπορώ να πω, με ξετρέλανε. Που λες το κάναμε κι είχα αρχίσει να το φχαριστιέμαι και ενώ εγώ μόλις άρχιζα να το φχαριστιέμαι, αυτός έχυσε. «Για στάσου» του λέω, «είμαι κι εγώ εδώ». Τον αρπάζω απ’ τα μαλλιά και του βάζω το κεφάλι από κάτω και τον είχα εκεί μιά ώρα μέχρι να χύσω - και κάθε φορά που πήγαινε να σηκώσει το κεφάλι, τον έπιανα και τον τραβούσα πάλι κάτω - ούτε ανάσα δεν τον άφηνα να πάρει... Αλλά το φχαριστήθηκα παντού , από τα δάχτυλα στα πόδια μέχρι το κεφάλι. Ήταν σαν να περνούσε ένα μούδιασμα μέσα απ’ όλο μου το σώμα. Τέτοιον οργασμό είχα μήνες να νοιώσω. Με πέθανε.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Ο γάτος μου έχει δυό μέρες να φανεί. Δεν το έχει ξανακάνει αυτό ποτέ.
ΒΙΟΛΕΤΑ Έλα τώρα, μην στεναχωριέσαι, μπορεί να βρήκε φιλενάδα.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Αποκλείεται, τον έχουμε ευνουχίσει.
ΑΥΓΗ (Σαν αντίλαλος) Τον έχουμε ευνουχίσει.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Φοβάμαι μήπως του κάνουν δύσκολη τη ζωή οι άλλοι αρσενικοί γάτοι.
ΑΥΓΗ (Πειράζοντας την μητέρα της) Μαμά, κάπως κίτρινη σε βλέπω!
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Μιά γνωστή μου είχε κάποτε έναν ευνουχισμένο γάτο κι επειδή σ’ όλη τη γειτονιά δεν υπήρχαν θηλυκές γάτες, οι άλλοι γάτοι τον περνούσανε για γάτα και του κάνανε τη ζωή μαρτύριο.
ΝΑΝΣΥ Τι ώρα να είναι;
ΜΠΙΛ (Εκτός σκηνής) Βιολέτα!
ΑΥΓΗ Η αστυνομία! Η αστυνομία!
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Αυγή, κλείσε το στόμα σου και κάτσε κάτω.
ΒΙΟΛΕΤΑ Μη φοβάσαι, ο Μπιλ είναι.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ (Στην Αυγή) Πάρε δύο χάπια και πήγαινε να κοιμηθείς - έχεις αρχίσει να με νευριάζεις.
ΝΑΝΣΥ Πρέπει να ντυθώ και να φύγω. Έχω αργήσει.
ΤΖΕΗΝ Μείνε λίγο ακόμη. Εγώ δεν βιάζομαι. Ο Σαμ θα βγει με κάτι φίλους του σήμερα.
ΝΑΝΣΥ Δεν μπορώ, έχω ένα σωρό δουλειές να κάνω, πρέπει να βγάλω και τη Νίνα βόλτα - κι ο Μπέντζυ, θα αναρωτιέται τι μου συνέβηκε.
ΤΖΕΗΝ Έλα τώρα, Νάνσυ, ο Μπέντζυ δεν μπορεί να κυττάξει τον εαυτό του;
ΒΙΟΛΕΤΑ Δεν θα τον αφήσω εγώ να μου κάνει τα νεύρα μου σμπαράλι - τον ξέρω πολύ καλά τι μούτρο είναι - τις προάλλες τον έπιασα να έχει φέρει μιά χαζοβιόλα εδώ μέσα και τρώγανε και πίνανε - κι έρχεται ο Διευθυντής και μου λέει τι είναι όλες αυτές οι άπλύτες πετσέτες πεταμένες εδώ έξω. Και του λέω «Κύριε Μπάϊντετ, δεν σταματάω να τρέχω όλη την ώρα μέσα στο χαμάμ να εξυπηρετήσω και την ίδια στιγμή ο κύριος Μπιλ Μπράντλυ κάθεται και τρώει το φαγητό του με μιά παλαβιάρα που έχει φέρει. Εσείς οι άντρες μπορεί να υποστηρίζετε ο ένας τον άλλον, αλλά εμένα δεν θα με κάνετε να πέσω από τα πόδια μου.».
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Τώρα που σε φώναξε τι ήθελε;
ΒΙΟΛΕΤΑ Λέει ότι βραστήρας κοντεύει να τρυπήσει και έχει δεν αντέχει άλλο και θα κόψει το ζεστό νερό στις εφτά ή ώρα.
ΤΖΟΣΥ Τι λέει ρε, θα παγώσουμε. Τι νομίζει ότι ήρθαμε να κάνουμε εδώ πέρα; Άμα ήταν έτσι καθόμουνα στο σπίτι μου και πάγωνα.
ΒΙΟΛΕΤΑ Λέει ότι ο βραστήρας είναι για πέταμα.
κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Το μυαλό του και μια λίρα. Στο τέλος θα μας πει ότι και μεις είμαστε για πέταμα.
ΑΥΓΗ (Πειράζοντας) Μαμά, ν’ αλλάξεις τσάντα, οι γριές έχουν τέτοιες τσάντες, μ’ αυτή την τσάντα φαίνεσαι γριά. Κ. ΜΗΝΤΩΟΥ Κλείσε το στόμα σου, Αυγή και κάνε σκοινάκι. Δεν σου ζήτησε κανείς τη γνώμη σου.
ΒΙΟΛΕΤΑ Και ξέρεις, κάθε μεσημέρι στη διακοπή για φαγητό πάει και τρώει σε μια ταβέρνα και κάθεται μέχρι στις τρεις, αντί να έρθει αμέσως να αναλάβει υπηρεσία. Να τον είχα εγώ άντρα και να μου’ κανε τέτοια, δεν θα γλύτωνε. «Γράψε στην αναφορά ότι χρειάζεται καινούριος βραστήρας.» του λέω. Γυρνάει και γελάει ειρωνικά και μου λέει «Αυτό το χτίριο θέλει 75.000 λίρες για ανακαίνιση.» «Ε και λοιπόν;» του λέω. « Δηλαδή όλος αυτός ο κόσμος στη γειτονιά, που πρέπει να πάει να κάνει ένα μπάνιο, στο Μόντε Κάρλο;».