Ο άντρας τηλεφωνεί.
- Άσπα… Μ’ ακούς; Άσπα; Ναι, εγώ σ’ ακούω. Εντάξει τώρα; Ωραία. Θα βρεθούμε το απόγευμα; Έχω μιά ιδέα. Να πάμε στο καφενείο, δίπλα στη θάλασσα, να διαβάσουμε, και μετά όταν σουρουπώσει, να πάμε για φαγητό σ’ εκείνη την ταβέρνα που σ’ αρέσει. Γιατί; Δεν το καταλαβαίνω αυτό. Έτσι ξαφνικά; Δηλαδή χωρίζουμε. Όχι, δεν χρειάζεται. Δεν χρειάζεται. Εντάξει, εντάξει, κατάλαβα. Όχι, δεν υπάρχει λόγος. Γειά. Εντάξει, εντάξει, κατάλαβα, γειά.
Ο άντρας μένει για λίγο σκεπτικός. Έπειτα, ξαφνικά, με γρήγορες κινήσεις, τοποθετεί στο κέντρο της σκηνής, ένα τραπεζάκι και δυό καρέκλες, όπως στα καφενεία. Παίρνει στα χέρια του το βιβλίο Le théâtre et son double του Antonin Artaud, κάθεται κι αρχίσει να διαβάζει. Έπειτα από λίγο βλέπει την Άσπα η οποία ψάχνει να βρει πού κάθεται αυτός. :
Άσπα, εδώ κάθομαι. Έλα. Ωραία, δεν είναι εδώ; Ακριβώς δίπλα στη θάλασσα. Όχι, δεν άργησες. Κι εγώ πριν λίγο ήρθα. Εγώ πήρα αυτό να διαβάσω, δηλαδή το είχα διαβάσει παλιά, αλλά θέλω να το ξαναδιαβάσω επειδή θέλω να γράψω ένα θεατρικό έργο και χρειάζομαι κάποιες φράσεις απ’ αυτό. Όχι «Αντονίν», προφέρεται «Αντονέν». Αντονέν Αρτώ. Le théâtre et son double. Στα ελληνικά το έχουν μεταφράσει «Το θέατρο και το είδωλό του»
Αυτό που θέλω να κάνω είναι να γράψω ένα θεατρικό έργο για τη σχέση θεάτρου και ζωής.
Ναι, εντάξει, συνέχεια μ’ αυτό το θέμα ασχολούμαι στα έργα που γράφω. Ας πούμε ότι θέλω άλλη μιά φορά ν’ ασχοληθώ μ’ αυτό.
Όχι, δεν νομίζω ότι θα κινδυνέψω να επαναληφθώ. Άλλωστε, αυτή τη φορά, θα εξετάσω την σχέση θεάτρου και ζωής μέσα από την οπτική του Αντονέν Αρτώ.
Υπάρχει μια φράση στο βιβλίο που με είχε εντυπωσιάσει όταν την πρωτοδιάβασα και εξακολουθεί να με εκπλήττει. Άκου: L’ action d’un sentiment au théâtre, η δράση ενός συναισθήματος στο θέατρο, apparaît comme quelque chose, παρουσιάζεται σαν κάτι, d’infiniment plus valable, απείρως πολυτιμότερο, que celle d’un sentiment réalisé, από ένα συναίσθημα στη ζωή.
Τι θα πουν όλα αυτά; Θα πουν ότι εάν όλα αυτά που λέει ο Αρτώ είναι αλήθεια, και εγώ πιστεύω ότι είναι αλήθεια, τότε οι συνέπειες είναι… είναι… προτιμώ να τις ονομάσω καταπληκτικές. Και απροσδόκητες.
Ναι, είναι καταπληκτικές και απροσδόκητες επειδή… Μια στιγμή να σού διαβάσω μια άλλη φράση που λέει ο Αρτώ…
Ή μάλλον, καλύτερα να σού δώσω ένα παράδειγμα.
Σου έσω πει τόσες φορές ότι σ’ αγαπώ, ότι σε θέλω, ότι είμαι ερωτευμένος μαζί σου, ότι θέλω συνέχεια να κάνω σεξ μαζί σου. Όλα αυτά είναι λόγια που αξίζουν, έτσι δεν είναι; Όμως αξίζουν περισσότερο αν τα πω, ως ηθοποιός, ερμηνεύοντας έναν ρόλο. Για παράδειγμα, άκου αυτό.
«Σ’ αγαπώ. Σ’ αγαπώ όπως ποτέ δεν αγάπησα κανέναν πριν από σένα- τουλάχιστον αυτό αισθάνομαι, τώρα, μαζί σου - έχω αυτήν την αίσθηση, ακόμη κι αν δεν είναι αληθινή, είναι τόσο δυνατή που δεν μπορεί παρά να είναι αληθινή - το καταλαβαίνεις; Θα ήθελα να ζήσω μαζί σου. Να σε παντρευτώ. Να γεράσω μαζί σου. Ξέρω ότι δεν αληθινό, αν καθίσω και σκεφτώ δέκα λεπτά ρεαλιστικά, θα διαπιστώσω ότι δεν είναι αληθινό, φαίνεται δεν ξέρω εάν το θέλω, κι όμως θα μπορούσα να ζήσω όλη μου τη ζωή μαζί σου, ίσως να μην μπορέσω να σκεφτώ δέκα λεπτά ρεαλιστικά, δεν μπορώ καθόλου να σκεφτώ, σ’ αγαπώ, αυτό είναι όλο, και ... μα κλαις;»
Ναι, είναι γυναικείος ο ρόλος. Ε, τι σημασία έχει; Ίσα-ίσα είναι για μένα ένας κόντρα ρόλος, και κάθε ηθοποιός που σέβεται τον εαυτό του, ψάχνει ευκαιρίες να παίξει κόντρα-ρόλους. Αλλά εντάξει, τώρα δεν έχει σημασία εάν αυτό ήταν κόντρα-ρόλος. Σημασία έχει το συναίσθημα. Έβγαλε συναίσθημα αυτό που έκανα; Ένοιωσες κάτι;
Α, μάλιστα. Ε, λοιπόν, αυτό το συναίσθημα που ένοιωσες, είναι, κατά τον Αντωνέν Αρτώ, πιό πολύτιμο από το συναίσθημα που αισθάνεσαι κάθε φορά που σού λέω ότι σ’ αγαπώ, όπως τώρα, που θέλω πάλι να σού πω ότι σ’ αγαπώ. Σ’ αγαπώ.
Το ξέρω ότι μ’ αγαπάς. Ξέρω ότι υποφέρεις που μ’ αγαπάς.
Υποφέρεις διότι δέχτηκες να παίξεις στο έργο που θα γράψω, παρ’ όλο που έχεις ένα σωρό άλλες υποχρεώσεις, και ξέρω ότι δέχτηκες επειδή μ’ αγαπάς.
Μα όχι, δεν μειώνεται η αγάπη μας, επειδή λέει αυτά που λέει ο Αρτώ. Είναι πολύτιμη η αγάπη μας. Απλά τα συναισθήματα των ηθοποιών όταν παίζουν είναι ακόμη πιό πολύτιμα.
Μα τι ακριβώς είναι αυτό που δεν καταλαβαίνεις;
Λοιπόν, άκου, θα σου διαβάσω άλλη μιά φράση του Αρτώ. Ονομάζει το θέατρο la gratuite immédiate το άμεσο δώρο qui pousse à des actes inutiles που ωθεί σε πράξεις άχρηστες et sans profit pour l’actualité και χωρίς κέρδος για την καθημερινή ζωή.
Ε, ναι, φυσικά υπάρχει κέρδος και για τους δυό μας στον έρωτά μας. Βοηθάμε ο ένας τον άλλον, προσφέρουμε ασφάλεια, χαλάρωση, ο ένας τον άλλον, απολαμβάνουμε ο ένας το σώμα του άλλου.
Ενώ ένας έρωτας πάνω στη σκηνή, είναι εντελώς άχρηστος, δεν οδηγεί πουθενά, δεν εισφέρει κανένας κέρδος στους ηθοποιούς, οι οποίοι υποδύονται τους ερωτευμένους. Κι ακριβώς επειδή ο έρωτας στο θέατρο είναι άχρηστος, είναι πιό πολύτιμος.
Όχι, όλα αυτά που λέει ο Αρτώ δεν αφορούν μόνον το συναίσθημα του έρωτα. Αφορούν όλα τα συναισθήματα στο θέατρο.
Ωραία, θα σού δώσω ένα παράδειγμα. Ας πούμε κάποιος σού κάνει ερωτική εξομολόγηση και σού λέει ότι φιλάει το χώμα που πατάς.
Γιατί δεν σού το έχω πει εγώ; Μα ήδη το έχω κάνει, το ξέρεις. Όχι ακριβώς το χώμα, έχω φιλήσει τα πόδια σου που πατούσαν πάνω στο χώμα. Μα, ναι, στο κάμπινγκ, που πάντοτε περπατάς ξυπόλυτη. Μετά δεν σού έχω φιλήσει τα πόδια; Άρα λοιπόν;
Έλεγα ότι κάποιος σού λέει, ναι εγώ ας πούμε, ότι φιλάει το χώμα που πατάς. Αλλά εσύ δεν έχεις διάθεση να ανταποκριθείς στο έρωτά του. Εσύ έχεις τα δικά σου προβλήματα. Τα συναισθήματα που δοκιμάζετε και οι δύο είναι δυνατά, εκείνος αισθάνεται την απόρριψη, εσύ την αμηχανία, τα συναισθήματά σας έχουν αξία, αρνητική αξία. Αλλά έχουν ακόμη μεγαλύτερη αξία, όταν παρουσιάζονται πάνω στην σκηνή όπου δεν αποσκοπούν σε τίποτα, απλώς υπάρχουν, πάνω στην σκηνή.
Ναι, θα σού δώσω το παράδειγμα. Σού λέει, λοιπόν, ότι φιλάει το χώμα που πατάς κι εσύ ετοιμάζεσαι να φύγεις. Και ξαφνικά τον ρωτάς γιατί το κάνει αυτό, να φιλάει το χώμα που πατάς: Зачем вы говорите, что целовали землю, по которой я ходила? Και χωρίς να υπάρχει κανένας απολύτως λόγος, νόημα κέρδος, αρχίζεις να λες ασυνάρτητα πράγματα, ότι θες ν’ αυτοκτονήσεις, меня надо убить, μετά ότι αντί για αυτοκτονία προτιμάς να ξεκουραστείς επειδή είσαι κουρασμένη, Я так утомилась! Отдохнуть бы... отдохнуть! μετά λες ότι είσαι γλάρος, Я — чайка... , μετά ότι έκανες λάθος και δεν είσαι γλάρος, παρά ηθοποιός Не то. Я — актриса. Ну, да! και άλλα τέτοια.
Και μετά τόσο μέσα στο δικό σου μυαλό, της ηθοποιού, όσο και στο μυαλό των θεατών που βλέπουν, γίνεται μια τεράστια αναστάτωση, έτσι για την αναστάτωση, sans profit, χωρίς κέρδος.
Λέει ο Αρτώ: Le théâtre provoque dans l’ esprit les plus mystérieuses altérations. Το θέατρο προκαλεί στο πνεύμα τις πιό μυστήριώδεις μεταβολές, αλλοιώσεις.
Ναι, ναι, ακριβώς έτσι, Η λέξη altération περισσότερο από μεταβολή, σημαίνει αλλοίωση. Ο Αρτώ δεν χρησιμοποιεί τυχαία την λέξη αυτή. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιούν οι γιατροί για να περιγράψουν μεταβολές στο σώμα, αλλά και στο πνεύμα.
Πρέπει να σού πω ότι ο Αρτώ παρομοιάζει το θέατρο με την πανούκλα. Ναι, αυτήν την φοβερή επιδημία η οποία παλιότερα είχε εξοντώσει εκατομμύρια ανθρώπων.
Τι κοινό υπάρχει ανάμεσα στην πανούκλα και το θέατρο;
Ο Αρτώ ξεκινά το κείμενό του με την περιγραφή ενός πραγματικού, ιστορικού γεγονότος. Την επιδημία πανούκλας που ξέσπασε στην Μασσαλία το 1720. Ο Αρτώ ήταν από την Μασσαλία. Γράφει ότι μέσα στην πόλη που είχε πληγεί από την πανούκλα είχε συμβεί το εξής απροσδόκητο που έφτανε στον παραλογισμό: οι κάτοικοι είχαν πάψει να πιστεύουν ότι μπορούσε να τούς αποτελειώσει ο θάνατος, οι αλλοιώσεις στο μυαλό για τις οποίες μιλήσαμε προηγουμένως. Άκου πώς ακριβώς περιγράφει ο Αρτώ. (σελίδες 34-35 της εκδόσεως Gallimard, folio essais, του 1991)
«Οι τελευταίοι επιζώντες εξάπτονται, ο γυιός, μέχρι τότε υπάκουος και ενάρετος, σκοτώνει τον πατέρα του, ο εγκρατής σοδομίζει τους πλησίον. Ο φιλήδονος γίνεται αγνός. Ο φιλάργυρος ρίχνει το χρυσάφι του με τις χούφτες από τα παράθυρα. Ο ήρωας του πολέμου πυρπολεί την πόλη για την οποία κάποτε είχε θυσιαστεί να την σώσει. Ο κομψός στολίζεται και πάει να περιπλανηθεί στους τάφους. Ούτε η ιδέα της απουσίας κυρώσεων, ούτε η ιδέα του επικείμενου θανάτου, δεν είναι αρκετές για να παρακινήσουν σε πράξεις τόσο απόλυτα παράλογες τους ανθρώπους που δεν πίστευαν ότι ο θάνατος ήταν ικανός να τους αποτελειώσει. Και πώς να εξηγηθεί εκείνη η ξαφνική εκτίναξη του ερωτικού πυρετού μεταξύ των θεραπευθέντων από την πανούκλα οι οποίοι αντί να διαφύγουν παραμένουν επιζητώντας να αρπάξουν μια καταδικαστέα ηδονή από τους ετοιμοθάνατους ή ακόμη κι από τους νεκρούς, τους μισολυωμένους μέσα στους σωρούς των πτωμάτων όπου η τύχη τους είχε ρίξει.
Αλλά εάν απαιτείται μιά τεράστια μάστιγα για να φανεί αυτή η απόλυτη φρενίτιδα και εάν αυτή η μάστιγα ονομάζεται πανούκλα, ίσως να μπορεί κάποιος να ερευνήσει τι σημαίνει αυτός ο απόλυτος παραλογισμός σε σχέση με την προσωπικότητά μας. Η κατάσταση αυτού που πεθαίνει από την πανούκλα χωρίς όμως να καταστρέφεται, με επάνω του όλα τα στίγμα ενός απόλυτου κακού και σχεδόν αφηρημένου, είναι ταυτόσημη με την κατάσταση του ηθοποιού τον οποίον τα συναισθήματά του τόν δοκιμάζουν ολοκληρωτικά και τόν αναστατώνουν χωρίς όφελος για την πραγματικότητα. Τα πάντα στην σωματική όψη του ηθοποιού, όπως και σ’ εκείνη του άρρωστου από πανώλη, δείχνει ότι η ζωή έχει ανταποκριθεί στον παροξυσμό, κι όμως τίποτα δεν συνέβη.»