μανία θεάτρου
Les cheveux du soleil sont nos mains aussi.
Και τα μαλλιά του ήλιου είναι χέρια μας επίσης.
Sophie Podolski
Δύο αποσπάσματα σκηνών από τον "Άμλετ" του Σαίξπηρ με πρόσωπα τον Άμλετ και την Οφηλία. Μετάφραση Γιάννη Φαρμακίδη
πράξη τρίτη, σκηνή πρώτη
ΑΜΛΕΤ Η συνείδηση μάς κάνει όλους δειλούς, και η φυσική μας αποφασιστικότητα γίνεται αδύναμη από την πολλή σκέψη. Και σπουδαίες πράξεις που θα έπρεπε να εκτελεστούν αμέσως, πάνε στραβά μ’ αυτόν τον τρόπο και παύουν να ονομάζονται πράξεις. Αλλά, σιωπή, τώρα, έρχεται η όμορφη Οφηλία. Νύμφη, σε παρακαλώ, στις προσευχές σου δεήσου για τις αμαρτίες μου.
ΟΦΗΛΙΑ Μάλιστα, κύριέ μου. Πώς είναι η εξοχότητά σας μετά από τόσες μέρες;
ΑΜΛΕΤ Ταπεινά σάς ευχαριστώ. Καλά, καλά, καλά.
ΟΦΗΛΙΑ Κύριέ μου, έχω κάποια ενθύμια δικά σας που εδώ και πολύ καιρό θέλω να σάς επιστρέψω. Παρακαλώ, πάρ’τε τα τώρα.
ΑΜΛΕΤ Όχι, όχι εγώ. Εγώ τίποτε ποτέ δεν σάς έδωσα.
ΟΦΗΛΙΑ Εξοχότατε κύριέ μου, γνωρίζετε πολύ καλά ότι μού τα δώσατε, και μαζί μ’ αυτά λέξεις ταιριασμένες με τόσο γλυκιά ανάσα που τα έκαναν ακόμη πιο πολύτιμα. Τώρα χάθηκε το άρωμά τους, γι’ αυτό πάρ’τε τα πίσω. Τα όμορφα δώρα χάνουν την αξία τους όταν αυτοί που τα έχουν δώσει αποδεικνύονται όχι τόσο καλοί. Ορίστε, κύριέ μου.
ΑΜΛΕΤ Χα, χα, είστε έντιμη;
ΟΦΗΛΙΑ Κύριε μου;
ΑΜΛΕΤ Είστε όμορφη;
ΟΦΗΛΙΑ Τι εννοεί η εξοχότητα σας;
ΑΜΛΕΤ Ότι εάν είστε έντιμη και όμορφη, η εντιμότητά σας δεν έχει καμία σχέση με την ομορφιά σας.
ΟΦΗΛΙΑ Μπορεί όμως η ομορφιά να σχετίζεται με κάτι καλύτερο από την εντιμότητα;
ΑΜΛΕΤ Βεβαίως, η δύναμη της ομορφιάς μπορεί γρηγορότερα να μεταβάλει μιά έντιμη κοπέλα από αυτό που είναι σε πόρνη, παρά η δύναμη της εντιμότητας να μεταβάλει μιά όμορφη κοπέλα σε παρθένο. Αυτό ήταν κάποτε ένα παράδοξο, αλλά τώρα έχω τη λύση. Κάποτε σάς είχα αγαπήσει.
ΟΦΗΛΙΑ Πράγματι, κύριέ μου, με κάνατε να το πιστέψω.
ΑΜΛΕΤ Δεν έπρεπε να με είχατε πιστέψει, διότι η αρετή δεν μπορεί να διορθώσει τον κακό μας χαρακτήρα, όσο κι αν προσπαθήσουμε. Δεν σάς αγάπησα.
ΟΦΗΛΙΑ Εξαπατήθηκα πολύ.
ΑΜΛΕΤ Πήγαινε σε μοναστήρι. Γιατί να θες να γεννήσεις περισσότερους αμαρτωλούς; Είμαι αρκετά έντιμος, παρ’ όλ’ αυτά μπορώ να κατηγορήσω τον εαυτό μου για τέτοια πράγματα που καλύτερα να μη με είχε γεννήσει η μητέρα μου. Είμαι αλαζόνας, μνησίκακος, φιλόδοξος, έχω τόση κακία που δεν την χωράνε οι σκέψεις μου και δεν με φτάνει ο χρόνος να την κάνω πράξη. Γιατί να υπάρχουν άτομα σαν εμένα που να σέρνονται ανάμεσα στην γη και τον ουρανό; Όλοι μας είμαστε εγκληματίες. Μη πιστέψεις κανέναν από ’μάς. Τρέξε σ’ ένα μοναστήρι. Πού είναι ο πατέρας σας;
ΟΦΗΛΙΑ Στο σπίτι, Κύριέ μου.
ΑΜΛΕΤ Κλειδώστε τον μέσα για να μπορεί να κάνει τον τρελό πουθενά αλλού εχτός από το σπίτι του. Αντίο.
ΟΦΗΛΙΑ Ω ουράνιες δυνάμεις, βοηθείστε τον!
ΑΜΛΕΤ Αν παντρευτείς, σού δίνω για γαμήλιο δώρο αυτήν την κατάρα: να μείνεις αγνή σαν πάγος, καθαρή σαν χιόνι, να μην ξεφύγεις από την συκοφαντία. Μπες σε μοναστήρι, πήγαινε. Αντίο. Ή εάν χρειάζεσαι να παντρευτείς, παντρέψου έναν ηλίθιο, διότι οι έξυπνοι άντρες ξέρουν πολύ καλά πόσο κορόϊδα θα τούς έχεις. Σ’ ένα μοναστήρι, πήγαινε, και γρήγορα. Αντίο.
ΟΦΗΛΙΑ Ουράνιες δυνάμεις, δώστε του πάλι τα λογικά του!
πράξη τρίτη, σκηνή δευτέρα
ΑΜΛΕΤ Δέσποινά μου, να γείρω στα γόνατά σας;
ΟΦΗΛΙΑ Όχι, κύριέ μου.
ΑΜΛΕΤ Εννοώ με το κεφάλι μου στα γόνατά σας.
ΟΦΗΛΙΑ Ναι, κύριέ μου.
ΑΜΛΕΤ Νομίσατε ότι το πήγαινα αλλού;
ΟΦΗΛΙΑ Τίποτα δεν νόμισα, κύριέ μου.
ΑΜΛΕΤ Καλή ιδέα να ξαπλώνεις ανάμεσα στα πόδια μιάς κοπέλας.
ΟΦΗΛΙΑ Τι συμβαίνει, κύριέ μου;
ΑΜΛΕΤ Τίποτα.
ΟΦΗΛΙΑ Είστε σε καλή διάθεση απόψε, κύριέ μου.
ΑΜΛΕΤ Ποιός, εγώ;
ΟΦΗΛΙΑ Ναι, κύριέ μου.
ΑΜΛΕΤ Ω Θεέ μου, ο οποίος είναι ο καλύτερος κωμικός. Τι άλλο να κάνεις εκτός από το να είσαι ευτυχισμένος; Κύτταξτε πόσο χαρούμενη είναι η μητέρα μου, μόλις δυό ώρες μετά τον θάνατο του πατέρα μου.
ΟΦΗΛΙΑ Όχι, είναι τέσσερες μήνες, κύριέ μου.
ΑΜΛΕΤ Τόσο πολύ; Τότε ας φορέσει ο διάβολος τα μαύρα, εγώ θα βάλω την βασιλική ερμίνα. Θεέ μου, πέθανε πριν δυό μήνες και δεν ξεχάστηκε ακόμη; Τότε, λοιπόν, υπάρχει ελπίδα ότι θα τόν θυμούνται και για πάνω από έξη μήνες. Αλλά θα πρέπει να χτίσει εκκλησίες για να γίνει αυτό, δέσποινά μου, ή αλλοιώς να συμβιβαστεί με το να τόν ξεχάσουν, όπως ξεχνούν τα πεθαμένα άλογα.