Κατά την διάρκεια του αιώνα, καλλιεργείται η Λατινική Γλώσσα και Κουλτούρα, βάσει ελληνικών προτύπων, π.χ Λίβιος Ανδρόνικος, Κουίντος Έννιος, Φιλαινίδα, κ.ά. Παράλληλα, η Δημοκρατία της Ρώμης θ'αναδειχθεί στο ισχυρότερο κράτος της Μεσογείου, βελτιώνοντας συνεχώς τους πολεμιστές της, και τις μονάδες τους, τις «λεγεώνες» και τις «άλλες (= λεγεώνες συμμάχων, εξού και η αγγλική λέξη ally)».
οι τρεις βαθμίδες λεγεωνάριων
της Ύστερης Δημοκρατίας (3ος - 1ος αι π.Χ)
με την φορά του ρολογιού, από πάνω: αστάτοι, πρίγκιπες και τριάριοι
Ο προηγούμενος αιώνας έκλεισε με την μάταιη προσπάθεια του Αντιγονίδα βασιλιά της Μακεδονίας, και «ἐρώμενου τῶν Ἑλλήνων», Φιλίππου Ε', να προσαρτήσει την μεγαλόνησο Κρήτη, προς βοήθεια της οποίας σπεύδει συνασπισμός δυνάμεων υπό τον πανούργο συντονισμό της Συγκλήτου. Οι επεκτατιστές ηγέτες της Ρώμης αναμιγνύονται πλέον δυναμικά στις υποθέσεις και των κρατών της Ανατολικής Μεσογείου:
νόμισμα της συμπολιτείας των ΑΙΤΩΛΩΝ, με απεικόνιση του Καλυδώνιου Κάπρου,
όπως και αγένειου ανδρός που φορά δωρικό ..μπερέ, δηλαδή την περίφημον καυσία!
– Με την ανάπτυξη δικτύου συμμαχικών και πελατειακών κρατών (π.χ η Ρόδος, η Πέργαμος, η Αθήνα, το Βυζάντιο, η Χίος, η Κύζικος, η Αχαϊκή Συμπολιτεία, ενίοτε δε και η Αιτωλική Συμπολιτεία, με την έωλη διπλωματία) επιτυγχάνονται διαδοχικές νίκες επί των ανατολικών υπερδυνάμεων, ήτοι
των Αντιγονιδών, με πυρήνα την Μακεδονία, και
των Σελευκιδών, με πυρήνα την Συρία (το ευρύτερο Λεβάντε) & την Μεσοποταμία (το μτγ Ιράκ), που αυτήν την εποχή προσπαθούν να καλύψουν το κενό εξουσίας που έχει αφήσει στο Αιγαίο η παρακμή των Πτολεμαίων.
αριστερά:
αργυρό Τετράδραχμον του Φιλίππου Ε' των Αντιγονιδών, βασιλέα των Μακεδόνων, όπου απεικονίζεται και η θεά Αθηνά με ηλιακό ρόδακα επί της ασπίδος της!
δεξιά:
χρυσός Στατήρας της Ρώμης, με απεικόνιση της θεάς Nίκης/Victoria, το πρώτο νόμισμα που τιμά πολίτη, τον ύπατο Τίτο Κουίνκτιο Φλαμινίνο, θριαμβευτή επί του Φιλίππου Ε' το 197 πΧ, ο ίδιος γαλίφης που ανακηρύσσει την Ελευθερία των Ελλήνων κατά την διάρκεια των Ισθμίων (196 πΧ)
~ μάχη στις Κυνός Κεφαλές, 197 π.Χ. ~
Ρωμαίοι λεγεωνάριοι (αριστερά)
με πίλα (ιταλικά ακόντια),
με ασπίδες ιταλικού τύπου (θυρεοί ή σκούτα, εξού και το μτγ σώμα σκουτάριων),
με γλάδια (ισπανικά ξίφη) και εν αλυσιδωτοίς θωράκιση
(η μτγ ζάβα, ενδεχομένως γαλατική εφεύρεση, αλλά σε χρήση και σε όλο τον Ελληνιστικό, αλλά και Ιρανικό, Κόσμο),
εναντίον αργυράσπιδων (δεξιά), δηλαδή έμπειρων Ελλήνων φαλαγγιτών, μαχόμενων με σάρισσες
(δηλ. πρόκειται για φάλαγγα ελληνιστικού τύπου, όπως εφευρέθηκε από τους Θηβαίους, και τελειοποιήθηκε από τους Μακεδόνες),
και με τις κατάλληλες ασπίδες (διαφορετικές από αυτές των οπλιτών), κωπίδες και λινοθώρακες.
Ύστερα από αυτήν την μάχη, όπου επειδή δεν προλαβαίνουν να παραταχθούν πλήρως και με επαρκή πλευρική κάλυψη, οι Έλληνες φαλαγγίτες αιφνιδιάζονται και ηττώνται ολοκληρωτικώς από τους Ρωμαίους λεγεωναρίους στις κορυφογραμμές των λόφων ονόματι Κυνός Κεφαλές,
η Μακεδονία περιορίζεται στην βόρεια Ελλάδα, συμφώνως με τους ταπεινωτικούς όρους που επιβάλλει η Σύγκλητος στον βασιλιά Φίλιππο Ε'.
– H Ρώμη επικρατεί σταδιακά σε όλη την Μεσόγειο (264 - 31 π.Χ), με συνδυασμό μπρουτάλ διπλωματίας, πολιτικής “σπέρνω διχόνοια”, και χειραγώγησης των κατά τόπους ελίτ. Ύστερα από κάμποσους αιώνες πειραματισμών στο πατρονάρισμα των λαών της Ιταλικής Χερσονήσου, η Ρώμη καταφέρνει να ηγεμονεύσει και επί των λαών της Ανατολικής Μεσογείου, σύμφωνα με τις αρχές “καρότο & μαστίγιο”, και “διαίρει & βασίλευε”. Κάπως έτσι συντρίβεται και η κραταιά Μακεδονία με την μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ, και παρά την σωφροσύνη του βασιλέως Περσέως.
Ο τελευταίος βασιλεύς Μακεδόνων, Περσεύς, σε υπέροχο νόμισμα με τον ίδιο και με τον αετό του Διός, να στέκεται μυώδης πάνω στον κεραυνό του Διός.
Στη συνέχεια, η Μακεδονία κατακερματίζεται σε τέσσερις μερίδες αυτόνομες, αλλά ουχί ανεξάρτητες, υπό την αυθεντία της Ρωμαϊκής Συγκλήτου (168-148 π.Χ):
A' μερίδα: Μεταξύ των π. Νέστου και του Στρυμώνα με πρωτεύουσα την Αμφίπολη, μαζί και με τις πρόσφατες προσκτήσεις του Περσέα μεταξύ π. Νέστου και Έβρου
Β' μερίδα: Τα εδάφη μεταξύ π. Στρυμώνα και Αξιού, με πρωτεύουσα την Θεσσαλονίκη,
Γ' μερίδα: Γνωστή και ως Κάτω ή Παράλιος Μακεδονία, περιλάμβανε την περιοχή μεταξύ των π. Αξιού και Πηνειού με κέντρα τις Αιγές και την Πέλλα.
Δ' μερίδα: Η Άνω Μακεδονία, με πρωτεύουσα την Ηράκλεια Λυγκηστίδα (κτν Μπιτόλα ή Μοναστήρι), περιλαμβανομένης ολόκληρης της ορεινής βορειοδυτικής Μακεδονίας, και της ενδοχώρας της Γ' μερίδας.
Η Σύγκλητος επιτρέπει τον σχηματισμό στρατού στις μερίδες Α', Β' και Δ', αλλά αποκλειστικά για αμυντικούς σκοπούς. Επίσης επιχειρεί ν'αποκόψει την μεταξύ των μερίδων επικοινωνία και συνεργασία! Οι μερίδες διατηρούνται υπό αυτό το καθεστώς από το 168 π.Χ., έως ότου οργανωθούν ως ενιαία provincia/επαρχία της Ρώμης το 147 π.Χ. Το 150 π.Χ. εμφανίζεται κάποιος Ανδρίσκος (= «μικρός Ανδρέας»), με τον ισχυρισμό ότι αποτελεί γιο του Περσέα. Αυτοανακηρύσσεται βασιλιάς ως Φίλιππος Στ', και από την Θράκη εφορμεί ακολουθούμενος από πλήθη πατριωτών, σχεδιάζοντας να αναβιώσει το βασίλειο της Μακεδονίας. Το 149 π.Χ. εισέρχεται στην Θεσσαλονίκη. Όμως το θέρος του 148 π.Χ. ηττάται σε νέα μάχη στην Πύδνα. Το κίνημα του Ανδρίσκου θ'αποδειχτεί και η τελευταία προσπάθεια αναβίωσης του μακεδονικού βασιλείου.
Στις διάφορες χώρες-πελάτες, η Ρώμη εφαρμόζει φιλολιγαρχική πολιτική εξασφαλίζοντας την στήριξη των αρχόντων, εντείνοντας όμως συγχρόνως τις κοινωνικές τριβές, αποσταθεροποιώντας έτσι, κι αποδυναμώνοντας τα κράτη αυτά.
η κατανομή των κτήσεων & των αποικιών της Ρώμης,
όπως και αυτές των Λατίνων συμμάχων τους, το 100 π.Χ
Αλλά και στην Ιταλία παρουσιάζονται τέτοιου είδους προβλήματα: Το κοινωνικό χάσμα γιγαντώνεται καθώς οι ανώτερες τάξεις αποκτούν τεράστιες περιουσίες από τα πλούσια λάφυρα της Ανατολής, ενώ οι ελεύθεροι αγρότες, που κυρίως συγκροτούν τις στρατιές, εξαθλιώνονται, αφού παραμελούνται τα χωράφια τους και γενικά η λιγοστή τους περιουσία, κατά τις χρονοβόρες εκστρατείες σε μακρινές χώρες. Οι αγρότες και οι βιοτέχνες ταλαιπωρούνται επιπλέον από τον ανταγωνισμό των εισαγόμενων από την Ανατολή προϊόντων, αλλά κι από την απληστία και αρπακτικότητα των μεγάλων γαιοκτημόνων, που συνηθίζουν να επεκτείνουν τα λατιφούντιά τους, καταπατώντας περιουσίες απόντων ή απλά ανυποψίαστων αγροτών.
Από τα μέσα του αιώνα, επιδιώκεται πλέον από την Σύγκλητο και η προσάρτηση μακρινών υπερπόντιων πελατών-κρατών, που μετατρέπονται οδυνηρά σε επαρχίες:
i. Ιλλυρικόν (επίμονη διείσδυση και επέκταση επί των ιλλυρικών φυλών, 229~100),
ii. Ήπειρος (άσκοπη γενοκτονία των φυλών του Κοινού των Απειρωτών, 167),
iii. Μακεδονία (168, με οριστική κατάκτηση του ισχυρού βασιλείου το 148),
iv. Αφρική (οριστική καταστροφή της αξιοθαύμαστης Δημοκρατίας της Καρχηδόνας, 146),
v. Αχαΐα (νότια Ελλάς, κατάλυση της έως τώρα συμμαχικής & κραταιάς Αχαϊκής Συμπολιτείας, 146),
vi. Ασία («κληροδότηση» του ανθηρού & συμμαχικού βασιλείου της Περγάμου, στην ρωμαϊκή Σύγκλητο, 133).
Ειδικά το ευημερές, ισχυρό, όσο και δημοφιλές ανά τα έθνη, βασίλειον της Περγάμου, πριν απορροφηθεί εντός της ρωμαϊκής επικράτειας ως PROVINCIA ASIANA το 133, θα ισορροπήσει αδέξια μεταξύ της φιλίας, της καχυποψίας, και της κυρίαρχης πολιτικής της Ρώμης, αν και ουδέποτε θα εναντιωθεί στο θέλημά της.
Η Πέργαμος ασφυκτιά διαρκώς, ως πελάτης υπό την ηγεμονική πολιτική της ρωμαϊκής Συγκλήτου, ακόμα και όταν και η ίδια ασκεί κυρίαρχη πολιτική απ'άκρη σ'άκρη στο Αιγαίο, π.χ με ναύσταθμο στην Ελαία, κατοχή της νήσου Άνδρου (από το 210, την ίδια εποχή που ο κραταιός βασιλεύς Άτταλος Α' ο Σωτήρ (241-197), διατελεί στρατηγός της Αιτωλικής Συμπολιτείας, την οποία και διατηρεί φιλορωμαϊκή, ενέργεια που λίγο θα συγκινήσει την Ρώμη τελικά), όπως και της νήσου Αίγινας (205), βραχυβίως δε και με προγεφυρώματα στην Εύβοια.
Παράλληλα, η πειθήνια Πέργαμος συμβάλλει και στην υποταγή έτερων ελληνικών κρατών, στο θέλημα της Ρώμης. Έτσι, ο Άτταλος Β' ο Φιλάδελφος, βασιλεύς της Περγάμου (159-138), εκλεγμένος στρατηγός της Αιτωλικής Συμπολιτείας:
βοηθά τον σφετεριστή Αλέξανδρο Βάλα στην ανάληψη της εξουσίας στην Ασία των Σελευκιδών (150-145),
συμπράττει στην συντριβή της Αχαϊκής Συμπολιτείας το 146. Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλοί από τους θησαυρούς της πρωτευούσης Κορίνθου, καταλήγουν τότε ως λάφυρα στην Πέργαμο, και όχι στην Ρώμη, ύστερα από τις μάχες:
της Σκάρφειας, όπου ηττάται και σκοτώνεται ο Κριτόλαος, στρατηγός της Συμπολιτείας, από τον πραίτορα Μέτελλο, και
της Λευκόπετρας, όπου ο Ρωμαίος ύπατος Μόμμιος κατανικά τον --εκ νέου και κατεπειγόντως διορισθέντα-- στρατηγό Διαίο
ο Αλέξανδρος Βάλας της Συρίας (150-145) σε ασημένιο τετράδραχμο
Ύστερα από την μάχη της Λευκόπετρας, και ενώ ο Διαίος απαγκιστρώνεται προς την Αρκαδία, ο Μόμμιος προβαίνει στην άλωση και λεηλασία της τρανής Κορίνθου, που υλοποιείται επιδειχτικά σκληρά, κατ'εντολήν της Συγκλήτου. Ως αποζημίωση για τον Ελληνισμό, ο ύπατος Μούμμιος εξαγγέλει την «ελευθερία» των ελληνικών πόλεων του Νότου, εντός των πλαισίων της συγκλητικής «επαρχίας της Αχαΐας» βέβαια, ενώ αφιερώνει στην Ολυμπία, ..χάλκινο άγαλμα του Διός από τα λάφυρα της Αχαΐας.
~ Ολυμπία ~
Και ο Άτταλος Β' ο Φιλάδελφος προβάλλεται ως προστάτης του Ελληνισμού, υιοθετώντας έτσι πλήρως την διττή ηγεμονική ατζέντα της Ρωμαϊκής Συγκλήτου:
ενισχύοντας τον ελληνίζοντα φίλο του, Αριαράθη Ε' τον Ευσεβή Φιλοπάτορα, βασιλιά στην Καππαδοκία (163-130),
τιμώντας την Αθηναϊκή Δημοκρατία, όπου είχε σπουδάσει μαζί με τον Αριαράθη. Χορηγία του αποτελεί η «Στοά του Αττάλου».
ιδρύοντας διαχρονικά σημαντικότατες πόλεις, όπως:
η Αττάλεια της Παμφυλίας το 150, και
η Φιλαδέλφεια της Φρυγίας, ιδρυθείσα μετά από το 189, ως απόδειξη της αγάπης των δύο αδελφών, Αττάλου Β' και Ευμένους Β'.
η ακρόπολη του Περγάμου
Ακριβώς πριν από την κατάκτησή της βέβαια, η Αχαΐα ηγεμόνευε στον Ελλαδικό χώρο, ελέω Ρώμης & Περγάμου πάντα. Μέσα από συνεχείς δολοπλοκίες, συρράξεις, και πολέμους με γειτονικά κράτη, αλλά και με σχεδόν σταθερή συμμαχία με την παντοκράτειρα Ρώμη, η Συμπολιτεία θα επικρατήσει σε ολόκληρη την Πελοπόννησο, έως το ατυχές συμβάν που θ'αποτελέσει αφορμή για την προσάρτησή της από την Ρωμαϊκή Δημοκρατία, με την ίδρυση της «επαρχίας της Αχαΐας», PROVINCIA ACHAEA, το 146 π.Χ.
Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 150 π.Χ, είχε ξεκινήσει διένεξη της Αχαΐας με την Αθήνα για την «προστασία» της αυτοκυβέρνητης πολιτείας του Ωρωπού, επί της μεθορίου της Αττικής με την Βοιωτία. Μάλιστα στην πρώτη ικετευτική προσφυγή των Αθηναίων προς την Ρώμη το 155, η πρεσβεία αποτελούνταν από τρεις στωικούς φιλοσόφους, τον σχολάρχη της Στοάς, Διογένη τον Βαβυλώνιο, τον σχολάρχη της Νέας Ακαδημίας, Καρνεάδη τον Κυρηναίο, και τον σχολάρχη του Λυκείου, Κριτόλαο. Αν και τα αιτήματα των Αθηναίων επί της ουσίας δεν θα διευθετηθούν, πολίτες από όλους τους λαούς της Ιταλικής ελκύονται από την Φιλοσοφία, και γρήγορα υιοθετούν κατά βούληση την στωική, την πλατωνική, και την αριστοτελική σκέψη!
Ενώ η Αχαϊκή Συμπολιτεία στηρίζει το αυτονομιστικό κίνημα των Ωρωπιέων, ξεσπά σκάνδαλο χρηματισμού των στρατηγών της Συμπολιτείας, από τον Ωρωπό, αλλά κυρίως συμβαίνει τσακωμός τους για την μοιρασιά: Συγκεκριμένα, ο γηραιός και καταξιωμένος Καλλικράτης κατηγορεί για υπεξαίρεση τον Λακεδαιμόνιο συνάδελφό του, Μεναλκίδα! Ο Καλλικράτης πεθαίνει το 150, αλλά το 149/48, ο Μεναλκίδας και ο Αχαιός διάδοχος του Καλλικράτους, Διαίος, μεταβαίνουν στην Ρώμη επιζητώντας διαιτησία από την κοσμοκράτειρα Σύγκλητο. Ενώ αναμένεται το θέλημα της Ρώμης, κλιμακώνεται η ένταση ανάμεσα στις δύο παρατάξεις της Συμπολιτείας, Βορράς (βόρειος Πελοπόννησος) vs Νότος (Λακωνία). Σεβόμενη την αρχή της, «διαίρει και βασίλευε», η Σύγκλητος διατάσσει την αυτονόμηση εκτεταμένων περιοχών από την εξουσία της Συμπολιτείας, π.χ. Λακωνία, Κορινθία και Αργολίδα!
Στη συνέχεια, ενώ οι ταραχές και η ανησυχία επιδεινώνονται, ρωμαϊκές και περγαμηνές δυνάμεις καταλύουν την Αχαϊκή Συμπολιτεία, με τον Ρωμαίο στρατηγό Μούμμιο ν'ανακοινώνει την «ελευθερία» των πόλεων του Νότου, στην πρωτεύουσα Κόρινθο, το 146 π.Χ.. Ο Ωρωπός τίθεται υπό την εποπτεία της Ερέτριας, αν και η Αθήνα αποζημιώνεται για την απώλειά της, με την κυριότητα κάποιων από τις [Βόρειες] Σποράδες Νήσους.
Senatvm: Γερουσία ή Σύγκλητος, ελληνιστί
Προώθηση κοινωνικών μεταρρυθμίσεων από τους αδελφούς Γράκχους, εξομαλύνουν τις κοινωνικές τριβές μεταξύ των Ρωμαίων πολιτών. Για την εφαρμογή της προοδευτικής του πολιτικής, ειδικά ο Τιβέριος Γράκχος χρησιμοποιεί κεφάλαια από το γενναιόδωρο κληροδότημα του Αττάλου Γ' Φιλομήτωρος Ευεργέτου, κληροδότημα που περιλαμβάνει ολόκληρο το ευδαίμων βασίλειο της Περγάμου, της δυναστείας των Ατταλιδών. Το να κληροδοτείς την επικράτειά σου στην Ρώμη, δεν είναι κάτι άγνωστο για την εποχή. Συνηθίζεται για να εξασφαλίζει ασφάλεια, όπως και ..μακροημέρευση για το μονάρχη, αποτρέποντας τους αντιπάλους του από το να προσπαθούν να τον ανατρέψουν, επισείοντας την σαρωτική επέμβαση της παντοκράτειρας Ρώμης.
Όμως, λόγω και της απομύζησης των κρατών, από την Ρώμη, αλλά και από τις ντόπιες αριστοκρατίες, ξεσπούν κοινωνικές εξεγέρσεις υποταγμένων λαών, όπως πχ του Εύνου και του Κλέονος στην Σικελία (136-32) και του Αριστονίκου στην Ασία (129), αλλά και πόλεμοι εναντίον των Νουμιδών, όπως και εναντίον των επιτιθέμενων γαλατικών φύλων των Άμβρων και Τευτόνων. Ένας Γραικός τω έθνος από την Κύμη της Ιταλίας, αλλά και Ρωμαίος πολίτης, ο Γάιος Βλόσσιος, μαθητής του φιλοσόφου Αντιπάτρου από την Ταρσό, αλλά και φίλος του Τιβερίου Γράκχου, είχε την τιμή να συμμετέχει:
και στους αγώνες των αδελφών Γράκχων στην Ιταλία, αλλά
και στην εξέγερση του Αριστονίκου στην Ασία, πριν αυτοκτονήσει για να μην συλληφθεί από τις δυνάμεις καταστολής.
Μάλιστα λέγεται ότι ο Βλόσσιος προκάλεσε τις μεταρρυθμίσεις των Γράκχων, μαζί με τον ρήτορα Διοφάνη!
Ως «Ευμένης Γ'», ο Αριστόνικος, ένας υποτιθέμενος γιος του Αττάλου Β' του Φιλαδέλφου, και ετεροθαλής αδελφός του τελευταίου βασιλιά της Περγάμου, του Αττάλου Γ', θα οργανώσει απελπισμένη, αλλά λυσσαλέα, αντίσταση κατά της ρωμαϊκής προσάρτησης, με επιφανή θύματα εντός του αντιπάλου στρατού, έναν Ρωμαίο ύπατο, και τον πολιτιστικά φιλέλληνα, αλλά πολιτικά φιλορωμαίο βασιλιά της Καππαδοκίας, Αριαράθη Ε' τον Ευσεβή Φιλοπάτορα. Συνολικά, η Πέργαμος ισορρόπησε μάλλον μάταια μεταξύ της φιλίας, της καχυποψίας, και της κυρίαρχης πολιτικής της Ρώμης.
Στην καρδιά των Ινδιών, που αυτήν την εποχή είναι η χώρα Μαγκάντα, η ινδουϊστική δυναστεία Σούγκα σταδιακά εκτοπίζει την μεγαλοπρεπή βουδιστική δυναστεία Μαούρια, διαδικασία που κλιμακώνεται το 186/5 π.Χ, με την άλωση της πρωτεύουσας των Μαυρια, Παταλιπούτρα (σημ. Πάτνα). Όντας Βουδιστής -ή απλά φιλικά προσκείμενος στις διδαχές του Δάρμα- ο βασιλεύς της Βακτρίας, Δημήτριος [Α', 205-171] δράττεται της ευκαιρίας, και διακηρύσσει την βούλησή του για προστασία των απανταχού πιστών του Βούδα. Στα πλαίσια της πολιτικής του Δημητρίου, το έτος 186/5 αναγορεύεται ως το πρώτο έτος της βακτριανής χρονολόγησης, τονίζοντας την ελληνική κηδεμονία επί των Ινδών. Κάπως έτσι, οι Έλληνες της Βακτριανής διαφοροποιούν πλέον το ημερολόγιο τους από τους συμπατριώτες τους στην υπόλοιπη Βασιλεία των Σελευκιδών, που ως πρώτο έτος της χρονολόγησής τους, μετρούν το 312 π.Χ, την χρονιά που ο Σέλευκος Νικάτωρ επιβλήθηκε οριστικά στην μεγαλύτερη πόλη του κόσμου, Βαβυλώνα.
Από χρόνια, ο Βουδισμός προϋπήρξε δημοφιλής στους Έλληνες/Ίωνες/Γιάουνας/Γιαβανας/Γιονακας/Γιόνας/Γιουάν της εποχής και της περιοχής, ιδίως σε αυτούς που γίναν υπήκοοι των Μαούρια, στις Ινδίες (Γανδαρίς & Γανδαρίτιδα, Bάρβαρα, Παταληνή, Σινδική (Sindh, Ινδική, η Σατταγυτία σατραπεία των Αχαιμενιδών), Σιγγηρδίς, Σουραστρηνή), όπου επιβάλλεται ο Ιανιστής μονάρχης Τσαντραγκουπτα (--> Σανδρόκυπτος, Σανδροκοττος, Ανδρόκοττος), από το 316 κι εξής, αλλά και στις πυκνοαποικισμένες από Έλληνες, Αραχωσία και Παροπαμισάδες, από το 303 κι εξής.
Ύστερα από την αιματηρή προσάρτηση της χώρας Καλίγκα (262-261), ο εγγονός του Σανδροκύπτου Μαυρια (Σαντραγκούπτα Μαουρια), ο Ασόκας, επίσης προσηλυτίζεται στην ανεκτικότητα που εστί ο αντιβραχμανισμός (είτε ως Βουδισμός, είτε ως Ιανισμός), και αναπτύσσει εκτεταμένο ιεραποστολικό έργο, καμαρώνοντας ότι διαδίδει τον νόμο/δάρμα του Βούδα προς όλες τις κατευθύνσεις, π.χ. όχι μόνο στην ελληνοϊνδική μεθόριο, αλλά και βαθιά στον Ελληνικό Κόσμο, στέλνοντας κατηχητές σε:
i. Αντιγιογκα/Αντίοχος Β΄Θεός των Σελευκιδών, στην Μεσοποταμία & Συρία,
ii. Τουραμαγια/Πτολεμαίος Β' Φιλάδελφος των Λαγιδών, στην Αίγυπτο,
iii. Αντικινι/Αντίγονος Β' Γονατάς των Αντιγονιδών, στην Μακεδονία,
iv. Μακα/Μάγας των Λαγιδών, συγγενής -αλλά και ανταγωνιστής του Φιλαδέλφου- στην Κυρηναϊκή,
v. Αλικασουνταρα/Αλέξανδρος Β' Αιακίδης των Μολοσσών σε Ήπειρο & Ιταλία.
Ήδη κατά την διάρκεια της βασιλείας του, την εκτενή του επικράτεια, που περιλαμβάνει όλη την Αριανή/Αριακή («η χώρα με τις χίλεις πόλεις»), την Πενταποταμία, και όλη την κοιλάδα του π. Ινδού, ο βασιλεύς της Βακτριανής, Δημήτριος [Α' ο Ανίκητος, 205-171 π.Χ], την κατανέμει σε κάμποσους συγγενείς/διαδόχους, με την σαφή πρόθεση, πάντως, να κυβερνάται ως ενιαία χώρα (όπως και μια χώρα χαλαρά υφισταμένη ως προς την κραταιά Βασιλεία των Σελευκιδών, την αχανή αυτοκρατορία του πεθερού του Δημητρίου, Αντιόχου Γ' του Μέγα (222-187 π.Χ), τουλάχιστον μέχρι και κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 180 π.Χ), παρά την έκτασή της και την τετραπλή της υπόσταση:
i. Άνω Αριανή (Σογδιανή, Βακτριανή, Αραχωσία, Άρεια, Δραγγιανή, Μαργιανή, Γεδρωσία)
ii. Σκυθία (πέραν από την Σογδιανή, έως Αράλη & Κασπία, και την Έρημο Τακλαμακάν)
iii. Ινδοκαύκασος
iv. Ινδική
Α1. ΑΝΩ ΑΡΙΑΝΗ
Βακτριανή:
Βάκτρα, αρχ. Μπάλχικα, σημ. Μπαλχ
Αντιόχεια/Ευκρατίδεια, επίσης Αλεξάνδρεια Ωξεία, σημ. Άι Χανούμ = Δέσποινα Σελήνη (ή Κυρά Φεγγάρω)
Σογδιανή:
Μαράκανδα, η κατοπινή θρυλική Σαμαρκάνδη
Μαργιανή
Αντιόχεια η Μαργιανή, η κατοπινή Μερβ
Αρεία
Αλεξάνδρεια η Αρεία, η κατοπινή Χεράτ
Δραγγιανή
Αλεξάνδρεια η Προφθασία
Αραχωσία
Αλεξάνδρεια η Αραχωσία, η κατοπινή Κανταχάρ
Γεδρωσία
2. ΣΚΥΘΙΑ
Ταπουρία
Τραξιανή
Παρθιαία
Χορασμία
3. ΙΝΔΟΚΑΥΚΑΣΟΣ
Παροπαμισάδες:
Κωφηνή (Κάβουρα, η σημ Καμπούλ)
Αλεξάνδρεια Καυκασία, η Καφίσα (στις Παροπαμισάδες, μσν Καπισα, η σημ Μπέγραμ ή Μπαγραμ.)
Γανδαρίτις:
Πευκελα, Πευκελαώτης (Πουσκαλαβατι, κοντά στο σημερινό Πεσαβαρ, στην Γανδαρίτιδα)
4. ΙΝΔΙΑ
Γανδαρίς:
Τάξιλα (Ταξασιλα, κοντά στην σημερινή Ισλαμαμπάντ)
Καθαία:
Σάγγαλα (η πρωτεύουσα του βασιλέως των Ινδιών Μενάνδρου, το σημ. Σιαλκότ)
Σινδική:
Μιννάγαρ, Μιννάγαρα
Βάρβαρα:
Βαρβαρικόν
Παταληνή:
Πάταλα
Σιγγηρδίς
Αριακή:
Οζηνή (Ujjain)
Βαρύγαζα
Σαδινή:
Σιμύλλα / Σήμυλλα
Συρασηνή:
Μεθόρα / Μαθούρα
Σκυθία και Άνω Αριανή
<= αρχικά ο γιος του Δημητρίου, Ευθύδημος Β', και αργότερα ο αδελφός του Δημητρίου, Αντίμαχος ο Θεός
Βακτρία - Βάκτρα, Αντιόχεια / Ευκρατίδεια
Σογδιανή - Μαράκανδα
Αρεία - Αλεξάνδρεια / Χεράτ
Αραχωσία - Αλεξάνδρεια / Κανταχάρ
Γεδρωσία
Μαργιανή - Αντιόχεια / Μαρβ
Τραξιανή
Χορασμία
Παρθιαία
Ταπουρία
Περιλαμβάνει όλον τον Βορρά της Άνω Ασίας από την Μαργιανή, με προσβάσεις μέχρι και στην μεθόριο της Χορασμίας, περιλαμβανομένης και της εύφορης κοιλάδας Φεργάνα, όπου το έθνος των Φρυνων, έως και πέραν από τα όρη Ιμαούς (σημ. Παμίρ), στο μακρινό Τακλαμακάν, ελέγχοντας τις πόλεις Κασγαρ & Γιαρκαντ της λεκάνης του π. Ταρίμ, όπου οι 26 πόλεις-κράτη των Τοχαρων. Αρχικά διοικείται από τον πρωτότοκο υιό του Δημητρίου, Ευθύδημο Β' (μάλλον πεθαίνει νέος), και αργότερα από τον αδελφό του Δημητρίου, Αντίμαχο Θεό. Η δυναστεία των Ευθυδημιδών θα εκτοπιστεί άδοξα από τον Ευκρατίδα, στρατηγό του Αντιόχου Δ' Επιφανούς, εισβολέα στην ευρύτερη Αριανή, και σφετεριστή της βασιλείας την οποία και μάλλον θ'αφαιρέσει από τον Δημήτριο Β', το έτος 171/70.
Αντίμαχος ο Θεός
Παροπαμισάδες - Αλεξάνδρεια η Καυκάσου / Καπίσα, Κωφηνή / Καμπούλ
Γανδαρίτις - Πευκελαιότης / Πευκέλα
Ινδική
<= Απολλόδοτος Σωτήρ (στρατηγός του Δημητρίου, και προκάτοχος του Μενάνδρου).
Απολλόδοτος ο Σωτήρ
Γανδαρίς - Τάξιλα
Καθαία - Σάγκαλα
Συρασυνή - Μεθόρα/Μαθούρα
Σινδική (Sindh, Ινδική, η Σατταγυτία σατραπεία των Αχαιμενιδών) - Μίνναγαρ / Μιννάγαρα
Βάρβαρα - Βαρβαρικόν
Ο λόγος για μια τέτοια ρύθμιση, ασυνήθιστη για τα ελληνιστικά πεπραγμένα, ίσως και να βρίσκεται σε ενδεχόμενες πιέσεις από νομάδες καταδρομείς από τον Βορρά, που θα ενταθούν μερικά χρόνια αργότερα. Ιστορικά ανάλογα επικρατείας «οριζοντίως διαιρεμένης, δυναστικώς» αποτελεί τόσο η πρώιμη Φραγκία των Μεροβίγγειων και των Καρολιδών, όσο και η πρώιμη Ρωσία του οίκου Ρούρικ, με σύστημα οριζοντίου διαδοχής στις κατά τόπους ηγεμονίες. Όμως, το βακτριανό βασίλειο θα καταστεί και μονίμως διαιρεμένο, με θεσμική ρήξη, ύστερα από την κατάληψη της Άνω Αριανής (Βακτριανή, Σογδιανή και λοιπός Βορράς) από τον Ευκρατίδα, σφετεριστή από την Δύση, οπότε θα επέλθει αναπόφευκτα και μαρασμός, λόγω της μονίμου πολώσεως μεταξύ Ευκρατιδών και Ευθυδημιδών/Διοδοτιδών ηγεμόνων.
Ευκρατίδας ο Μέγας (της Βακτριανής, 171-145 π.Χ) Vs Μένανδρος ο Σωτήρ (των Ινδιών, 165/155-130 π.Χ)
Ύστερα από μιαν Χρυσή Εποχή, όταν η Βακτριανή κυβερνάται από σελευκίδειον σφετεριστή, τον άνθρωπο του Αντιόχου Δ' Επιφανούς στην περιοχή, Ευκρατίδα (171-145 π.Χ. Μεταφέρει την πρωτεύουσά του από τα Βάκτρα, στην Αντιόχεια Ωξειανή (Αλεξάνδρεια επί Ώξου), την οποία και μετονομάζει ως Ευκρατίδεια. Αντιμετωπίζει με σχετική επιτυχία εισβολή Γιουετσι/Τόχαρων από το Τακλαμακάν το 162 π.Χ, καταφέρνοντας να κρατήσει ανέπαφη την ελληνική κυριαρχία επί της κοιλάδος του π. Ώξου), ενώ οι Παροπαμισάδες, η Αραχωσία, η Δραγγιανή, η Γεδρωσία, φυσικά και οι ελληνικές Ινδίες, κυβερνώνται από τον Μένανδρο (165-130 π.Χ., ο οποίος και μεταφέρει την έδρα του επίσης, από τα Τάξιλα, στα Σάγγαλα, σημ. Σιαλκοτ, κοντά στην σημ. Λαχώρη), ο Ελληνισμός πλήττεται πολιτικά και στην Κεντρική Ασία ύστερα από νικηφόρα εισβολή ανατολικών Σκυθών, των Σάκας (141 π.Χ κι εξής), αν και πάντως θα συνεχίσει ν'ακτινοβολά πολιτιστικά για αρκετούς αιώνες. Οι Σάκες είναι ιδιαιτέρως φιλικοί με τους κατακτηθέντες Έλληνες, χρησιμοποιώντας τους στις αστικές δομές, την δημόσια διοίκηση, και τον στρατό.
απεικόνιση του "εχθρού", σε έργο ιθαγενούς Ινδουϊστού καλλιτέχνη,
ανάγλυφη στήλη κόκκινου βασάλτη
Επωφελούμενοι και από τους ακατάπαυστους εμφύλιους σπαραγμούς των Ελλήνων βασιλέων & σφετεριστών στα βασίλεια της Βακτρίας και των Ινδιών, νομαδες επήλυδες εισβάλλουν στα εδάφη τους, αποσταθεροποιώντας τα, και λίγο πολύ προσαρτώντας τα (141 έως 25 π.Χ). Ο αίτιος λαός γι'αυτές τις μαζικές κινήσεις λαών είναι ο πολιτιστικός καταλύτης Χσιογκ-Νου / Ούννοι, λαός κατακτητών που έχουν στήσει ουραλο-αλταϊκή νομαδική αυτοκρατορία. Η αρχική φυλή που τους δημιούργησε, ξεκίνησε με κοιτίδα την κοιλάδα του π. Γενισεϊ, όπου διαβιούσαν λαοί και της Ντένε-Γενισεανής Ομογλωσσίας, αλλά και της τουγκουσικής υποομάδας της αλταϊκής ομοεθνίας. Αρκετά νωρίς, όμως, θα αναμειχθεί και με ογουρικά τουρκικά φύλα. Ολόκληρη η επικράτεια του βασιλείου της Βακτριανής (ανατολική Αριανή και βόρειες Ινδίες) υποφέρει από απανωτές εισβολές νομάδων:
το 162 π.Χ οι Τόχαρες,
το 162 π.Χ οι Πάρθοι του Αρσακίδου Μιθραδάτου,
το 141 π.Χ, οι Σάκες (ανατολικοί Σκύθες),
το 129 π.Χ. από Πάρθους (ο οίκος Σουρήν)
το 120 π.Χ. από νέο κύμα Γιουετσι/Τόχαρων, Κουσάνων, και κάμποσων άλλων λαών που τρέπονται σε μεταναστευτικές πορείες, λόγω της εκρηκτικής εξαπλώσεως των Χσιογκ Νου (πρωτο Ούννοι).
το 98/88 π.Χ από τον Σάκη/Σκύθη πολέμαρχο Μαύη ή Μάουη ή Μόγα που κατεβαίνει στις Ινδίες από την μεριά του Παμίρ, κατακτά τα πάντα μεταξύ της Πευκελαώτιδος (στην Γανδαρίτιδα) και της Μαθούρας, παντρεύεται την Ελληνίδα Μαχηνή, και καθιερώνει συμβίωση και συγκυριαρχία Σκυθών με Έλληνες που θα κρατήσει πέντε αιώνες.
το 48/47 π.Χ από τον Σάκη/Σκύθη πολέμαρχο Άζη που εισβάλλει κι επιβάλλεται και αυτός στις Ελληνικές Ινδίες, αν και προερχόμενος από άλλη χώρα, και συγκεκριμένα από το Σάκασταν/Σιστάν. Κηρύσσει Έτος Ιδρύσεως στα πρότυπα του Δημητρίου Ανικήτου, 128 έτη πρωτύτερα.
το 20 π.Χ από έτερη στρατιά Πάρθων, μ'επικεφαλής τον βιβλικό Γονδοφάρη του οίκου Σουρήν, ο οποίος και ιδρύει νέο κράτος, τους Ινδοπάρθους, με έδρα την μέχρι τότε πρωτεύουσα των Ινδοσκυθών, Τάξιλα στην Γανδαρίδα.
Στην ευρύτερη περιοχή του Ιράν, ακριβώς δυτικά από τα ελληνικά βασίλεια της Βακτρίας και των Ινδιών, εξαπλώνονται οι Αρσακίδες, ένας ιρανικός οίκος,
με νομαδικές καταβολές (συγκεκριμένα αποτελούν προϊόν μείξης Απάρνων με Πάρθους), που όμως αγκαλιάζει και τον Ελληνισμό ([247 πΧ] - 224 μΧ), με διαλλακτική και οικουμενική διάθεση.
αριστουργηματική απολλώνειος προτομή του Σάκυαμουνι Βούδα, Γανδάρα, 4ος αι μΧ,
με επικεφάλειον κότσο
Στα τέλη του αιώνα, ο Ελληνισμός εκπροσωπείται στις Ινδίες με αρκετές διακριτές πολιτείες:
Παροπαμισάδες με κέντρα σε:
Γανδαρίτιδα με έδρα την Πευκέλα (επίσης Πευκελαώτιδα/Πουσκαλαβάτι, η σημ. Charsadda, κοντά στην Πεσαβάρ),
Γανδαρίδα με έδρα τα Τάξιλα,
Καθαία με έδρα τα Σάγγαλα (Σιαλκότ),
Αραχωσία, έδρα της η Αλεξανδρόπολις (Αλεξάνδρεια η Αραχωσία, σημ. Κανταχάρ)
Ινδική [Σινδική/Σιντ] με έδρα την Μίνναγαρ,
νότιος Ινδική (ή «δυτική» Αριακή, ύστερα από την επικράτηση των Σακών), με έδρα την Οζηνή.
Λίγο πολύ, τα κράτη αυτά θ'απορροφηθούν φεντεραλιστικώς από τους Σάκες του βασιλέως Μάουη (στα νομίσματά του μας συστήνεται μ'ελληνική γραφή σε γενική πτώση ως «ΜΑΥΟΥ»: 85-60 π.Χ), από τις αρχές του 1ου αι π.Χ και μετά ως «μεγάλο βασίλειο Αριακής», με πρωτεύουσα τα Τάξιλα. Η ιδιότυπη συνύπαρξη Ελλήνων και Σακών (Σάκας ή Ινδοσκύθες) ηγεμόνων θα συνεχιστεί και μετά από τα μέσα του 1ου αι μ.Χ, όταν η Αριακή κατακτάται από νέους νομάδες από τα βορειοανατολικά, τις φυλές των Κουσάνων πολέμαρχων, που προς το παρόν πάντως παραμένουν και κυριαρχούν βορειότερα, στις κοιλάδες των π. Ωξου (Αμού Ντάρια) και π. Ιαξάρτου (Συρ Ντάρια), και στην Βακτριανή, δηλαδή στην παλαιά επικράτεια της ευκρατίδειας δυναστείας. Ύστερα από την κατάκτηση του βασιλείου τους από τους Πάρθους γύρω στο 20 πΧ, οι Σάκες/Ινδοσκύθες θα συνεχίσουν να κυβερνούν:
μιαν «βόρειον» Αριακή με πρωτεύουσα την Μαθούρα (Μεθόρα), αρχικώς προπύργιο των Ελλήνων «βασιλέων των Ινδιών» επάνω στην μεθόριο της απώτερης ελληνικής εξάπλωσης: 35 πΧ - 130 μΧ
μιαν «δυτικήν» Αριακή με πρωτεύουσα αρχικώς την Ουζηνή στην ενδοχώρα της Ινδίας, και αργότερα το λιμάνι Βαρύγαζα, νευραλγικό κόμβο διαμετακομιστικού εμπορίου βάμβακος και μπαχαρικών: 60 πΧ - 405 μΧ
Σάκες/Ινδοσκύθες με φρυγικά σκουφιά χορεύουν δίπλα σε κολώνα Κορινθιακού Ρυθμού
Οι Ινδίες την εποχή του Ιησού Χριστού, με παρόντες, Πάρθους, Έλληνες, και Σάκας/Ινδοσκύθες
Ενώ η Βακτρία παύει να υπάρχει το 120 π.Χ, κλάδος των Ευκρατιδών προσφεύγει σ΄εδάφη του βασιλείου των Ινδιών, και μάλιστα ίσως και να υπήρξε περίοδος ανακωχής και συγκυβερνήσεως, που συνάπτει Ευκρατίδας βασιλιάς, ο Αντιαλκίδας ο Νικηφόρος, με τον Ευθυδημίδη βασιλιά των Ινδιών, Λυσία τον Ανίκητο (~120-100 π.Χ.).
Η παρουσία των Ελλήνων/Ιώνων/Γιάουνας/Γιαβάνας/Γιονάκας/Γιόνας/Γιουάν στην περιοχή γι'αρκετές γενιές ακόμα, μαρτυράται κυρίως από αρχαιολογικά ευρήματα και νομισματικές ενδείξεις, συνήθως εντός των θεσμών του σκυθικού βασιλείου των Σάκας (Ινδοσκύθες, 141 πΧ - 405 μΧ). Οι Σάκες κατακτώνται μερικώς από τους Πάρθους το 20 π.Χ. Όμως επιβιώνουν κρατίδιά τους, «σατραπείες», ανατολικώς και νοτίως της παλαιάς πρωτευούσης, Τάξιλα. Γενικότερα, ο Ελληνισμός θα συνεχίσει ν'ακτινοβολεί:
και εντός της ευρύτερης Παρθικής Αυτοκρατορίας,
και εντός της Σουρήν αντιβασιλείας των Ινδοπαρθών που επικεντρώνεται στις πυκνά αποικισμένες από Έλληνες, Παροπαμισάδες,
και εντός δικαιοδοσίας των Βορείων (Σάκας) Σατραπών (60 πΧ - 130 μΧ), με έδρα την Μαθούρα, όπως
και στις κτήσεις των Δυτικών (Σάκας) Σατραπών (35 πΧ - 405 μΧ), που ως κράτος θ'αποδειχτεί πιο ανθεκτικό στον χρόνο και από το αδελφό κράτος της Μαθούρας, στον Βορρά, αλλά και από αυτήν ακόμα την κραταιά Κουσανική Αυτοκρατορία (30 μ.Χ - 375 μ.Χ).