Ο βασιλεύς αυτοκράτωρ Ισαάκ Β΄ Άγγελος εκστρατεύει εναντίον των στασιαστών της Βουλγαρίας, αδελφών Ασέν/Ασάν, συνεπικουρούμενος από τον Ιωάννη Δούκα και τον Μανούηλ Καμύτζη, αλλά βρίσκοντας τις θέσεις των εχθρών οχυρωμένες, εγκαταλείπει την προσπάθεια. Ενώ όμως αναχωρεί, πέφτει σ'ενέδρα στις ρεματιές του Αίμου, κοντά στην Βερόη (σημ. Στάρα Ζαγορα), όπου οι Βλάχοι και οι Βούλγαροι υπήκοοι των Ασέν συντρίβουν τον τακτικό αυτοκρατορικό στρατό. Συντόμως, οι νικητές θα προσαρτήσουν εκτεταμένα εδάφη, περιλαμβανομένων των πόλεων Αχιαλώ (<-- Αγχίαλος), Βάρνα (αρχ. Οδησσός), Νις (Ναϊσσός) και Τριάδιτζα (αρχ. Σαρδική, η μτγ Σόφια).
Ύστερα από μεσολάβηση του πεθερού του, Μπέλα/Μπέλου Γ' των Αρπάντ, βασιλιά της Ουγγαρίας, και πρώην δεσπότη της Ρωμανίας, ο αυτοκράτωρ Ισαάκ Β΄επιτρέπει στον Αλαμανό ομόλογό του, Φρειδερίκο Μπαρμπαρόσσα, του οίκου Χοενστάουφεν, να διασχίσει την Ρωμανία και δέχεται να τον βοηθήσει να περάσει στην Ασία. Έτσι η στρατιά των Νεμιτζών σταυροφόρων οδηγείται στην Καλλίπολη, σε ασφαλή απόσταση από την Κ/πολη. Στη συνέχεια, η στρατιά των Γερμανών σταυροφόρων διεκπεραιώνεται στην Μ. Ασία και συνοδεύεται παραλιακά, προς τον νότο. Έπειτα οδηγείται (και πάλι προφανώς όχι τυχαία) μέσω της κοιλάδας του Μαιάνδρου στο Μυριοκέφαλο, δηλαδή στην τοποθεσία όπου οι Σελτζούκοι ενέδρευσαν και τσάκισαν τον στρατό του Μανουήλ Α΄ Κομνηνού, το 1176. Όμως, οι σταυροφόροι δεν ηττώνται, αν και αρχικά ανησυχούσαν, γι’αυτό και είχαν επιδιώξει μάταια να διασχίσουν την γη των Σελτζούκων, ειρηνικά.
το οικόσημο του αυτοκρατορικού οίκου των Χοενστάουφεν
Κόντρα σε προβλέψεις και ευσεβείς πόθους, οι Γερμανοί νικούν δυο φορές τους Σελτζούκους, και κατακτούν την πρωτεύουσά τους, δηλαδή το Ικόνιο. Ο Μπαρμπαρόσσα συνεχίζει θριαμβευτικά την πορεία προς τους Αγίους Τόπους μπαίνοντας στην Κάτω Αρμενία, όμως πεθαίνει απρόσμενα στον ποταμό Καλύκαδνο, κοντά στην Σελεύκεια. Η στρατιά του γρήγορα αποδιοργανώνεται και σχεδόν διασκορπίζεται, αλλά ο πυρήνας της, με επικεφαλής τον Φρειδερίκο της Σουαβίας, καταφέρνει να φτάσει στην Αντιόχεια.
Εν τω μεταξύ, αναπροσαρτάται στην Ρωμανία, η σερβική χώρα Ρασκία, η επικράτεια του μεγάλου ζουπάνου Στεφάνου Νεμάνια (1169-96).
ρήξ Ρισάρντ των Πλανταζενέτ
δουξ Νορμανδίας τε, και Ακουιτανίας
κόμης Μαΐν & Ανζού (ήτοι Κενομαννικόν & Ανδεγαυίαν)
βασιλεύς Ιγγλιτέρας (Αγγλίαν), 1189-92, 1194-99
Μερικούς μήνες ύστερα από την ενθρόνιση του Ριχάρδου ως ρήγα της Ιγγλιτέρας, ξεσπά μπαράζ από πογκρόμ Εβραίων ανά την επικράτεια, με συμβολικό αποκορύφωμα τ'ολοκαύτωμά τους ενώ πολιορκούνται στην ακρόπολη της συμπρωτευούσης του Βορρά, Εβόρακον/Γιορκ, στη ΝορθΟύμπρια. Η κατοπινή άτιμος δράση του «Λεοντοκάρδου» επί τη ευκαιρία της Τρίτης Σταυροφορίας, υποδεικνύει ότι ίσως δεν είναι άμοιρος ευθυνών και για τις διώξεις των εν πολλοίς φραγκοφώνων μα και ευπόρων Ιουδαίων της Αγγλίας.
Ο Ριχάρδος o Λεοντόκαρδος της Αγγλίας και ο Φίλιππος Β΄Αύγουστος της Γαλλίας ενώνουν τις δυνάμεις τους στην Βουργουνδία και τελικώς καταφτάνουν στην Μεσσίνα, σπουδαία ελληνική πόλη της Σικελίας, όπου τους φιλοξενεί ο Τανκρέδος, ο νέος ρήγας των Νορμαννών της Σιτσίλιας (1189-94).
Όντας αφέντης αρκετών εθνών, ο αλαζονικός Ριχάρδος διαθέτει σταυροφορική στρατιά που απαρτίζεται από Νορμαννούς, Άγγλους, Ουαλούς, Ιρλανδούς, Βάσκους (περιλαμβανομένων Γασκόνων & Ναβαραίων), Φράγκους & νότιο-Γάλλους, Λεονέζους & Καστιγιάνους (Ισπανοί) και Αραγονέζους (περιλαμβανομένων και Καταλανών), προερχομένους από τις εκτεταμένες κτήσεις του πατέρα του και της μητέρας του, σε Αγγλία, Ακουιτανία (που περιλαμβάνει και την πρώην βασκική Γασκώνη) και Ναβάρρα.
Υψηλοί αξιωματούχοι του ρήγα Τανκρέδου, όπως ο αμιράλης Μαργαρίτος, ο στρατηγός Ιορδάνης ντου Πιν, αλλά και οι αρχιεπίσκοποι του Μονρεάλε, του Ρηγίου και της Μεσσίνας βρίσκονται αντιμέτωποι με την μανία του αλαζονικού φιλοξενούμενου, τόσο ώστε τελικά εγκαταλείπουν την πόλη. Ύστερα από αντιμαχία των ανδρών του με τους κατοίκους της Μεσσίνας, ο Ριχάρδος, ο επονομαζόμενος και Λεοντόκαρδος, εγκαθιστά την αδελφή του, Ιωάννα, και την μητέρα του, Ελεονώρα της Ακουιτανίας, στην Μπανιάρα της Καλαβρίας, δηλαδή στην ασφάλεια της απέναντι ακτής, και στην συνέχεια καταλαμβάνει το λιμάνι της Μεσσίνας και κοντινό νησί, όπου καταδιώκοντας με αναίδεια τους καλογέρους από Ορθόδοξο μοναστήρι, την βασιλειανή Μονή του Σωτήρος του Φάρου, μετατρέπει τις αρχαίες του εγκαταστάσεις σε κατάλυμα για τους στρατιώτες του.
Τότε ξεσηκώνονται οι Γραικοί ιθαγενείς της περιοχής, με επικεφαλής τον τοπικό Καθολικό αρχιεπίσκοπο, τον φιλόδοξο Άγγλο Ριχάρδο Παλμερ της Μεσσίνας, εξαγριωμένοι από την συμπεριφορά του αλαζονικού Αγγλο-Νορμαννού ρήγα Ριχάρδου και των στρατιωτών του, που συν τοις άλλοις κακομεταχειρίζονται χυδαία τις γυναίκες της περιοχής:
το έμβλημα της Μεσσίνας,
με το ρωμέηκο φλάμπουρο
Έτσι, ο Τανκρέδος ξεκινά απευθείας διαβουλεύσεις με τον Ριχάρδο, ο οποίος, όμως, επιδιώκοντας να αναγνωρισθεί ο ίδιος ρήγας και των ντόπιων Νορμαννών, διστάζει να συγκρατήσει το στρατό του, που καταλήγει να λεηλατεί ανηλεώς την άτυχη ελληνική πόλη. Τελικά ο απαίσιος Ριχάρδος αρκείται στην είσπραξη άφθονου χρυσού (20.000 ουγγιές χρυσού), ως αποζημίωση για να ξεχάσει το κληροδότημα που δεν πρόλαβε ν'αναλάβει ο πατέρας του, Ερρίκος Β΄, ενώ απαιτεί και παραλαμβάνει άλλο τόσο χρυσό για να προικίσει την «θιγείσα» αδελφή του, Ιωάννα, ως χήρα του προηγούμενου ρήγα της Σιτσίλιας. Επιπλέον, ο Ριχάρδος επιβάλλει τον τετράχρονο ανηψιό του, Αρθούρο της Βρετάνης, ως διάδοχο του ρήγα Τανκρέδου. Τουλάχιστον, ο αναιδής Ριχάρδος δεσμεύεται να επιστρέψει το πλιάτσικο του στρατού του στους νοικοκυραίους της Μεσσίνας.
Ο φιλόδοξος, αν και νεαρός, Φράγκος ρήγας Φίλιππος Β΄Αύγουστος επιχειρεί να μεσολαβήσει, είτε ηρεμώντας, είτε τσακίζοντας τον Ριχάρδο. Όμως, ο οξυδερκής Νορμαννός ρήγας Τανκρέδος στέλνει πλούσια δώρα στον Φίλιππο για να πετύχει την ουδετερότητά του, επιλέγοντας να συμφιλιωθεί ο ίδιος με τον Ριχάρδο. Είναι που προτιμά την δική του συμμαχία, εν όψει της επικείμενης καθόδου στην Ιταλία, του νέου Γερμανού αυτοκράτορα, του Ερρίκου Στ'. Ο Ερρίκος Στ' των Χοενστάουφεν διατηρεί θαυμάσιες σχέσεις με τον Φίλιππο Β' Αύγουστο, οπότε είναι αμφίβολη η αφοσίωση του Φιλίππου προς τον νέο του φίλο, Τανκρέδο. Αντιθέτως, ο Ριχάρδος έχει ήδη προλάβει να τσακωθεί και με τους Χοχενστάουφεν.
η Περισυλλογή,
του Φραντσέσκο Χάγεζ
-
la Meditazione,
Francesco Hayez
η προκυμαία της Μεσσίνας,
από αρκετά μεταγενέστερη γκραβούρα, αλλά
πριν από την καταστροφή της με τους σεισμούς του 1783
η Άκρα/Ακκών,
κύριο προπύργιο της φραγκολεβαντίνικης Χριστιανοσύνης στην Παλαιστίνη
Στους Αγίους Τόπους, υπό την ηγεσία του Φρειδερίκου της Σουαβίας, η γερμανική στρατιά του εκλιπόντος πατρός του, Μπαρμπαρόσσα, καταφέρνει να φτάσει στην Άκρα, αν και συρρικνωμένη λόγω απωλειών και αναχωρήσεων για την πατρίδα.
Πεθαίνει η σύζυγος του αχρήστου και γενοκτόνου, του Γκυ ντε Λουζινιάν, η ρήγισσα της Ιερουσαλήμ, Σίβυλλα, αλλά και οι δυο της κόρες, οπότε τον θρόνο αναλαμβάνει η ετεροθαλής αδελφή της, η Ισαβέλλα, κόρη μιας δισέγγονης του Καλογιάννη (Ιωάννης Β' Κομνηνός), της Μαρίας Κομνηνής, 2ης συζύγου του βασιλιά της Ιερουσαλήμ, Αμορύ (Αμαλάριχος). Πατριός της Ισαβέλλας, και κηδεμόνας της κατά την παιδική της ηλικία στην Ναμπλούς (αρχ Νεάπολις), θα διατελέσει ο διάσημος Μπάλιαν της Ίμπελιν (τον οποίο απαθανατίζει ο Ορλάντο Μπλουμ στην ταινία Βασιλεία των Ουρανών, αν και εκεί φέρεται ως ταίρι της Σίβυλλας: Πέραν από το σενάριο, στην πραγματικότητα η ρήγισσα Σίβυλλα είχε συνάψει σχέση με τον αδελφό του Μπάλιαν, Μπάλντουιν/Βαλδουίνο, ενώ ο πραγματικός Μπάλιαν αποτέλεσε τον 2ο σύζυγο της Μαρίας Κομνηνής, μητέρα ήδη της Ισαβέλλας. Δηλαδή η Eva Green θα έπρεπε να λέγεται Μαρία Κομνηνή!)
Παρεμπιπτόντως, και ο προκάτοχος του βασιλέως Αμαλαρίχου, ο Βαλδουίνος Γ΄ είχε επίσης νυμφευτεί μιαν Κομνηνή, την Θεοδώρα Καλουσινή, εγγονή του αυτοκράτορος Καλογιάννη (Ιωάννης Β΄ Κομνηνός). Ο Κορράδος ο Μομφερρατικός, πάντως, σπεύδει να νυμφευτεί την νέα βασίλισσα, Ισαβέλλα, παραβλέποντας το γεγονός ότι είναι ήδη παντρεμένος με την Θεοδώρα Αγγελίνα, την αδελφή του αυτοκράτορα Ισαάκιου Β΄ Άγγελου. Όμως και η Ισαβέλλα είναι παντρεμένη! Για να παντρευτεί τον δυναμικό Λομβαρδό σταυροφόρο Κορράδο, η Ισαβέλλα χωρίζει πρώτα από τον Γοδεφρείγο Δ', κύρι του Τόρον, της Γαλιλαίας & της Υπεριορδανίας, σοφό διανοούμενο της εποχής, διαπρεπή αραβιστή λόγιο, ολίγον ομοφυλόφιλον όμως. Ύστερα από τον άκαιρο θάνατο του Κορράδου, η ατυχήσασα ρήγισσα Ισαβέλλα θα παντρευτεί άλλες δυο φορές: τον Ανρί, κόμητα της Σαμπαίν(Ερρίκος της Καμπανίας), και τον Αμορύ ντε Λουζινιάν (Αμαλάριχος Α' των Λουζινιάν), ρήγα της Κύπρου.