Ο Ορθόδοξος μητροπολίτης Κιέβου, -ο γραικικής εθνικότητας- Μάξιμος εγκαταλείπει και επίσημα την ρημαγμένη από τους Μογγολο- Τατάρους πόλη του, μεταφέροντας την έδρα του στο Βλάντιμιρ της Σουσδαλίας (κατοπινή Μοσχοβία).
Στην Βουλγαρία, επιβάλλεται ως τσάρος, ο Τσακα, γνήσιος Μογγόλος πολέμαρχος, γιος της Αλακα και του Νογκαϊ Χαν, ισχυρού αξιωματούχου της Λευκής και της Μπλε Ορδής, και διοικητή της εμπροσθοφυλακής των Μογγόλων στην δυτική μεθόριο της Ευρώπης. Όταν ο πατέρας του ηττάται από τον ανταγωνιστή του, Τοκτα Χαν της Λευκής Ορδής, ο Τσακα θα καταφύγει με στρατιά ιπποτοξοτών στην ούτως ή άλλως υποτελή Βουλγαρία, όπου και θα επιβληθεί ως τσάρος (1299-1300), νυμφευόμενος και την Ελένα, κόρη του Γεωργίου Α' Ταρτάρου. Όμως, στη συνέχεια ο Τοκτα Χαν θα εισβάλλει και στην Βουλγαρία για να καταδιώξει τον γιο του αντιπάλου του. Τότε, ο Τσακα θα ηττηθεί και θα εκτελεστεί, αφού πρώτα ντόπιοι συνεργάτες του θ'αυτομολήσουν προς τον ισχυρό Τοκτα.
Ένας από αυτούς είναι και ο Τοντόρ/Θεόδωρος Σβετοσλάβος, γιος του Γεωργίου Τέρτερ, που με την ανοχή του Τοκτα Χαν θα γίνει και ο επόμενος τσάρος αυτοκράτωρ (1300-21). Τα υπολείμματα της ορδής του Τσάκα θ'αμυνθούν μάταια για μερικούς μήνες ακόμα, αναγνωρίζοντας ως αρχηγό, τον νεαρό γιο του Τσάκα, τον Καρά Κιουτσούκ Χαν (= Μαυρούλης Άρχων). Στη συνέχεια, και αφού πρώτα εξασφαλίσει τον μόνιμο παραγκωνισμό της Σμίλτσενας μέσω δολοπλοκιών εντός της αυτοκρατορικής αυλής στην Κωνσνταντινούπολη, ο τσάρ Τοντόρ Σβέτοσλαβ θα στραφεί εναντίον του ευεργέτου του, βασιλέως αυτοκράτορος Ανδρονίκου Β', ψευδώς υποδεικνύοντάς τον στους υπηκόους του ως τον υπεύθυνο για τις απανωτές μογγολικές επιδρομές. Επί της ουσίας όμως, ο τσάρος επιδιώκει ν'αποσπάσει τις ελληνικές πόλεις της ακτής και το ανατολικό ήμισι της Ζαγορίας.
στιγμιότυπο
από την μάχη του π. Σκαφίδα
Όπερ και εγένετο, ύστερα από επιχειρήσεις δυο ετών (1303-04), που με την μάχη του π. Σκαφίδα επιστέφονται με τακτική νίκη του βουλγαρικού στρατού μ'επικεφαλής τον τσάρο Θεόδωρο Σβετοσλάβο και τον θείο του, δεσπότη Αλντιμιρ/Έλντιμιρ, επί του αυτοκρατορικού στρατού του οποίου ηγούνται ο συναυτοκράτωρ Μιχαήλ Θ' Παλαιολόγος και ο δεσπότης Βοϋσίλ/Βασίλης του βουλγαρικού οίκου Σμίλετς. Οπότε ο τσάρος Τοντόρ Σβέτοσλαβ των μογγολογενών Τέρτερ προσαρτά εδάφη του διπλωματικού του πατρός, Ανδρονίκου Β' Παλαιολόγου, και συγκεκριμένα τις πόλεις Αγαθόπολη, Αχιαλώ/Αγχίαλος, Μεσημβρία, Πόρος (ή Πύργος, το σημ. Μπουργκάς), Ρουσσόκαστρον, Σκαφίδα, Σωζόπολη, Υάμπολη. Γενικά ο τσάρος Θεόδωρος/Τοντόρ Σβέτοσλαβ θ'αποδειχτεί καλός ηγεμόνας (1300-22).
Όμως το παραμύθι δεν έχει αίσιο τέλος, για τον οίκο Τερτερ. Με τον θάνατο του Θεοδώρου το 1322, ο γιος & διάδοχος, Γεώργιος Β΄Τέρτερ, θα παραμεριστεί από τον Κουμάνο σφετεριστή Μιχαήλ Σισμάν (Μιχαήλ Ασέν Γ'), ο οποίος και θα εξασφαλίσει τον θρόνο για τον γιο που θα κάνει ο ίδιος με την Θεοδώρα Παλαιολογίνα, τον Ιβάν Δ΄ Στέφανο.
Εν τούτοις, ο Ιβάν Δ΄ Στέφανος των Σισμάν θα έχει την μοίρα του Γεωργίου Β΄των Τέρτερ, αφού θα παραμεριστεί από τον ξάδερφό του, Ιβάν Ε΄Αλέξανδρο, που θα κυβερνήσει κανονικά και θ’αφήσει τον θρόνο στους γιους του, Ιβάν Στ΄ Σισμάν και Ιβάν Ζ΄ Στράτσιμιρ, οι οποίοι θα μάχονται αλλήλους, τον ίδιο καιρό που οι Οθωμανοί θα προελαύνουν στην χώρα τους. Ο άρχοντας του Βιδινίου και τελευταίος τσάρος, ο Ιβάν Ζ΄ Στράτσιμιρ, θα σκοτωθεί στην μάχη της Νικοπόλεως το 1396, κατά την σταυροφορία που θα οργανώσει ο δυναμικός Τσεχο-Γερμανός βασιλεύς της Ουγγαρίας, Σιγισμούνδος των Λούξεμπουργκ (1387-1437), αδελφός του αυτοκράτορα της Δύσης, Βενσεσλάβου ή Βάκλαβ (1378-1400), και κατοπινός αυτοκράτωρ (1410-37) & βασιλεύς Βοημίας (1419-37), προσπαθώντας μάταια ν’αναχαιτίσει την προέλαση του ελληνικής καταγωγής oθωμανού σουλτάνου Γιλντιρίμ (= Κεραυνός) Μπαγιαζίτ, ο οποίος τότε θα πολιορκεί με επιμονή την βασιλεύουσα Σταμπόλη (1394-1402).
Στην Ιταλία, αυξάνεται συνεχώς ο πληθυσμός στις πόλεις-κράτη της Τοσκάνης (η καρδιά της αρχ Ετρουρίας), λόγω του εμπορίου και της βιοτεχνικής ανάπτυξης. Βαθμιαία, η περιοχή αυτή θα γίνει η πολιτιστική καρδιά της Ιταλικής Χερσονήσου, λόγω του ανθηρού Εμπορίου, που θα επιδοτήσει και την ονομαστή Αναγέννηση, την κλασικίζουσα άνθηση των Τεχνών και των Επιστημών ανά την Ευρώπη, που όμως πηγάζει από την Τοσκάνη. Βοηθάει βέβαια και το γεγονός της παρακμής του ρηγάτου των Σικελιών, όπως και της Αγίας Έδρας της Ρώμης. Και έτσι είναι που η Τοσκάνικη διάλεκτος, και δη η Φιορεντινέζικη, θα καταστεί η επικρατούσα λαλιά της Χερσονήσου, και του ιταλικού έθνους. Γιατί η πόλη που θα πρωτοστατήσει σε όλο αυτό θα είναι η Φλωρεντινή Δημοκρατία.
Ήδη η ανθηρή Φλωρεντία (Φιρένζε) έχει αρχίσει να επεκτείνεται και πέραν από το τείχισμα που είχε χτιστεί για ν'αντικαταστήσει το ρωμαϊκό τείχος. Οπότε, φέτος ξεκινά η κατασκευή και τρίτου τείχους. Από το 1296 έχει ξεκινήσει και η ανέγερση της Βασιλικής της Αγίας Μαρίας των Ανθέων (Basilica Sanctae Mariae Floris/Santa Maria dei Fiori), του περίφημου καθεδρικού ναού, που θα ολοκληρωθεί το 1436, λίγα χρόνια πριν φιλοξενηθεί στην πόλη η Σύνοδος της Φερράρας[/Φλωρεντίας], και ο αυτοκράτωρ Ιωάννης H' Παλαιολόγος.
Φλωρεντινή Δημοκρατία: 1115-1532.
Λόγω της παντοδυναμίας του τραπεζικού οίκου των Μεδίκων
στα του φιορεντινέζικου γκοβέρνου, η Φλωρεντία δυστυχώς μετατρέπεται σε κληρονομική ηγεμονία,
αρχικώς δουκάτο (1532-69), και αργότερα μεγάλο δουκάτο (1569-1801, 1815-59). Και κάπως έτσι η Φλωρεντία παρακμάζει λόγω της αναξιοκρατίας που φέρνει η κληρονομική διαδοχή στις πολιτικές εξουσίες.
η σημαία της Φλωρεντίας
με fleur-de lis,
σύμβολο που επίσης χρησιμοποιείται και από τους βασιλικούς οίκους των Φράγκων/Γάλλων:
Καπέτοι (987-1328),
Βαλουά/Valois (1328-1498),
Βαλουά-Ορλεάν/Valois-Orléans (1498-1515),
Βαλουά-Αγκουλέμ/Valois-Angoulême (1515-89),
Μπουρμπών/Bourbon (1589-1792, 1815-30).
le drapeau de France = η σημαία της Φραγκίας
επί του οίκου Βαλουά, οι οποίοι μειώνουν
τα κρινάκια των Καπέτ σε τρία
Η επίμονη και πολυετής αντίσταση των Κρητικών εναντίον των Βενετών κατακτητών, λήγει επισήμως με συμβιβασμό της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας με τον εναπομείναντα αρχηγό των επαναστατών, τον Αλέξιο Καλλέργη.
Καλλέργηδες, έχουν μετονομαστεί, εδώ και καιρό, όσοι από τους απογόνους του οίκου των Φωκάδων, διαβιούν στην Κρήτη. Με τακτικές αντάξιες του «Ηγεμόνος» του Νικολό Μακιαβέλλι, ο μέγας άρχων Αλέξιος Καλλέργης αποσπά τη διασφάλιση ορισμένων ελευθεριών για τους συμπατριώτες του, αλλά και την απονομή άφθονων προνομίων για τον πολυμελή του οίκο.
Παρά το ότι μαίνεται ακόμα o B' Bενετο-Γενουατικός Πόλεμος (1294-99), με τους Γενουάτες, αλλά και με τον βασιλέα αυτοκράτορα Ρωμαίων, Ανδρόνικο Β’ Παλαιολόγο, να έρχονται σ'επαφή με τον ηγέτη του κόμματος των Επιφυλακτικών και de-facto αρχηγό των Κρητών επαναστατών, Αλέξιο Καλλέργη, για ν'αποκτήσουν εκ νέου ερείσματα στο πλούσιο νησί, ο Καλλέργης αποφασίζει ότι απλά έφτασε η στιγμή για ν'αποσπάσει προνόμια από τους Βενετούς κατακτητές. Δηλαδή, ως άλλος Αλκιβιάδης, ο ηγεμονικός Καλλέργης απαιτεί από την Βενετία την ικανοποίηση των προσωπικών του επιθυμιών, και μάλιστα ήδη από το σωτήριο έτος 1294. Οι διαπραγματεύσεις με τους Βενετσιάνους αφεντάδες (αφέντης <-- αυθέντης), καταλήγουν φέτος σε συμφωνία.
Έχοντας σταδιακά αναδειχτεί ως ο επιφανέστερος εκ των Κρητών πολεμάρχων, ο μέγας άρχων Αλέξιος Καλλέργης έχει πια εξασφαλίσει την υποστήριξη μερίδας του Ορθοδόξου Κλήρου, πολλών αρχοντικών οικογενειών, αλλά και των παροίκων (= δουλοπάροικοι). Στην ουσία, βέβαια, ο Καλλέργης συνεχίζει το σύστημα ανταρτοπολέμου (guerilla warfare), με τον οποίο οι Κρητικοί καταπονούν και εξαντλούν τις ενετικές δυνάμεις κατοχής, ανελλιπώς ήδη από την στιγμή της άφιξής τους στο νησί. Ακολουθώντας τις ίδιες τακτικές πολέμου, στις οποίες εντρύφησαν με επιτυχία εδώ και χρόνια όλοι οι Κρητικοί οπλαρχηγοί, ο Καλλέργης έχει πλέον καταστεί ντε φάκτο κύριος στην ενδοχώρα της Δυτικής Κρήτης (νομοί Ρεθύμνης & Χανίων), αλλά αποφασίζει να εκταμιεύσει την αίγλη του αυτήν, ερχόμενος σε διαπραγμάτευση με την βενετσιάνικη κυβέρνηση / γουβέρνον, το Δουκικό Συμβούλιο / Consiglio Ducali (ή Consiglio Minor. Η Σινιορία, ή Συμβούλιο των Δέκα, θα ιδρυθεί προσεχώς το 1310).
βασισμένο στο διακριτικό του Γαλανού Πλωίμου,
ενίοτε και με τέσσερις, ή μονάχα με δύο, μπλε λωρίδες, το οικόσημο των Καλλέργηδων θα εμπνεύσει τις Γαλανόλευκες παντιέρες του 17ου αι
Με την περιβόητη συνθήκη της Σινιορίας με τον κρητάρχη Καλλέργη, την Pax Alexii Callergi, η Βενετία αναγνωρίζει την ηγεμονική θέση (στάτους) του μεγάλου άρχοντα Καλλέργη, με αντάλλαγμα όρκο πίστης και υπακοής προς τη Γαληνοτάτη Δημοκρατία. Στους Καλλέργηδες επιστρέφονται τα κτήματά τους, ενώ τους παραχωρούνται και αρκετά επιπλέον, απ'άκρη σ'άκρη στο νησί. Ο μέγας άρχων Αλέξιος Καλλέργης αποκτά πλήρη κυριότητα αυτής της εκτεταμένης γης, την οποία και δύναται να χρησιμοποιήσει όπως επιθυμεί, ή και να παραχωρήσει σε όποιον θέλει. Επιπλέον, μπορεί να διατηρεί άλογα, να απελευθερώνει βιλάνους (πάροικοι, δουλοπάροικοι) όπως επιθυμεί, να κυκλοφορεί ελεύθερα στις πόλεις και στα φρούρια και να δέχεται κανίσκια (= μπαξίσια, ήτοι μίζες). Οι Καλλέργηδες αποκτούν τη νομή των επισκοπών Μυλοποτάμου και Καλαμώνος, καθώς και το δικαίωμα να πακτώνουν την εκκλησιαστική περιουσία και των δύο Δογμάτων. Επιτρέπεται η εγκατάσταση Ορθοδόξου επισκόπου στην περιοχή του Αρίου. Επίσης, οι Κρητικοί μπορούν πλέον να μεταβαίνουν εκτός Κρήτης για να χειροτονηθούν, ενώ ορίζεται ότι οι παπάδες, οι διάκονοι και τα παιδιά τους, εφόσον δεν είναι ήδη πάροικοι, δεν μπορούν να καταστούν ποτέ "διακρατημένοι πάροικοι (= κρατικοί δουλοπάροικοι)".
Πάντως, η συνθήκη της Βενετίας με τον Καλλέργη θ'αποδειχτεί επωφελής για όλους τους Κρητικούς, άρχοντες, Κλήρο και παροίκους, παρεμπιπτόντως μονάχα. Σίγουρα κατοχυρώνονται τα προνόμια των Αρχοντορωμαίων μέσα στο βενετικό καθεστώς. Όμως, ουσιαστικά η συμφωνία ευνοεί κυρίως τον Καλλέργη προσωπικά, ο οποίος και ισχυροποιείται τόσο απέναντι στους Βενετούς, όσο και απέναντι στους υπολοίπους ιθαγενείς άρχοντες. Το 1304, ο Καλλέργης θα πουλήσει στη Βενετία 60.000 μουζούρια σιτάρι. Το 1381 η Βενετία θα παραχωρήσει το προνόμιο της βενετικής ευγένειας, μέσω καταχώρησης στη Χρυσή Βίβλο (Libro d'Oro) στο γιο του Αλεξίου, Γεώργιο Καλλέργη.
Έτσι, οι Καλλέργηδες θα καταστούν η ισχυρότερη ελληνική οικογένεια στο νησί. Από τώρα και στο εξής, τα μέλη του οίκου Καλλέργη συνήθως θα στηρίζουν τη Βενετία, όπως π.χ κατά τη διάρκεια της αποσχιστικής "Δημοκρατίας του Αγίου Τίτου (1363-68)". Τότε που Ιταλοί άποικοι υπό την ηγεσία ευγενών από επιφανείς βενετσιάνικους οίκους, όπως οι Γραδενίγοι, θα προσπαθήσουν μάταια να οργανώσουν τη Μεγαλόνησο ως ανεξάρτητη Δημοκρατία. Πάντως, τους επαναστάτες του Αγίου Τίτου θα τους στηρίξουν και τα Κύθηρα του ρωμιοβενετσιάνικου οίκου Βενιέρι, που θα τιμωρηθούν γι’ αυτό από τη μαμά Βενετία. Συγκεκριμένα, οι Βενετοί θα κατασχέσουν τα 11 από τα 24 φέουδα των Βενιέρηδων στο νησί (1365). Εν τούτοις, μόλις κατά την επόμενη χρονιά (1364), σημειώνεται ανταρσία ενός Καλλέργη, όχι πάντως του αρχηγού του οίκου, εναντίον της Βενετικής Πολιτείας.
Λήγει ο Β΄ Βενετο – Γενουατικός Πόλεμος (1294-99), πάλι εις βάρος των Βενετών. Μακροπρόθεσμα όμως, η Γένουα, που αποτελεί πια κάτι σαν χορηγό της Ρωμανίας, δεν θ’αντέξει τον ανταγωνισμό της Βενετίας, συγχρόνως με τις απώλειες λόγω της εξάπλωσης των Οθωμανών. Ύστερα από άλλους δύο Βενετο–Γενοβέζικους πολέμους, τελικά η Υπέροχη Δημοκρατία του Αγίου Γεωργίου της Γένουας θα χρεοκοπήσει εξαιτίας της έντονης πολεμικής προσπάθειας εναντίον της Βενετίας και της Γραικοτουρκίας, αλλά κι εξαιτίας της πολιτικής παρακμής που θα επακολουθήσει (δέκα δούκες σε πέντε χρόνια). Οπότε θ’αναγκαστεί να υποπέσει σε καθεστώς υποτέλειας (προτεκτοράτο, 1396-1409 [1528]) ως προς το βασίλειο της Φραγκίας. Η Γένουα δεν θα συνέλθει ποτέ πλήρως, ενώ η οριστική επικράτηση των Οθωμανών επί της Ρωμανίας (1392-1475), θα τη βρει μάλλον ανήμπορη να βοηθήσει αποτελεσματικά.
Ο φύλαρχος της ογουζικής φυλής Σογούτ, Καρά Οσμάν Γαζί μπέης, αυτοανακηρύσσεται ανεξάρτητος εμίρης στο Γενί Σεχίρ (= Νεάπολη. Αποτελεί πρωτεύουσα των Σογουτλάρ Τούρκων από το 1289. Ίσως γι' αυτήν, και όχι για τη Νεβ Σεχίρ της Καραμανίας (Καππαδοκία), θα ονομαστεί Νεάπολη η προσφυγική περιοχή του αττικού δήμου Νικαίας, στην παλιά Κοκκινιά). Πάντως το Ιλ Χανάτο δεν ενδιαφέρεται πλέον για τη δυτική του μεθόριο, η υποτελής στο Ιλ Χανάτο, Ανατολία των Μουσουλμάνων Ρωμιών, που παραπαίει από την πληθώρα Μογγόλων και Τούρκων πολέμαρχων που δρουν ανενόχλητα, αλλά κι από την επίμονη αντιπαράθεση των Σελτζούκων διεκδικητών του θρόνου, Γιγιαθαντίν Μασούτ Β΄ και Αλααντίν Καϊ Κουμπάτ Γ΄.
Ο Γαζάν Χαν του μογγολικού Ιλ Χανάτου με πολυάριθμη στρατιά επανδρωμένη με Μογγόλους, Τούρκους, Κούρδους, Αρμένιους και Γεωργιανούς, νικάει τους Μαμελούκους στην τρίτη μάχη της Εμέσης (Χομς), και τους απωθεί από τη Συρία. Όμως σύντομα το Ιλ Χανάτο θ'αποσύρει το στρατό κατοχής από την ευρύτερη Συρία, αναγκαζόμενο ν'αντιμετωπίσει την επιθετικότητα του επίσης μογγολικού χανάτου Τσαγκατάι.
Φέτος ανάγεται η ίδρυση της πόλεως-κράτους Σιγκαπούρα (Σιγκαπούρη = Λεοντόπολις), από Μαλαίο πρίγκιπα.