Ο γιος του μεγάλου ζουπάνου της Ράσκας, Στεφάνου Β' Νέμανιιτς/Nemanjić «του πρωτοστεφούς ρηγός της Σερβίας» ([1196]1217-28), και της Ευδοκίας [Δούκαινας] Αγγελίνας, ο διάδοχος Στέφανος (Γ΄, Δούκας) Ράντοσλαβ της Σερβίας νυμφεύεται φέτος την Άννα Δούκαινα, κόρη του δεσπότου της Άρτας και γενικότερα της ευρωπαϊκής Ρωμανίας, Θεοδώρου Άγγελου Δούκα Κομνηνού. Δηλαδή ύστερα από την προσέγγισή της με την ασιατική Ρωμανία των Λασκαρήδων πέρυσι, η Σερβία - των Σάββα και Στεφάνου Β' Νέμανιιτς - τα βρίσκει τώρα και με την ευρωπαϊκή Ρωμανία των Δουκών Αγγέλων, αν και το ζήτημα της αυτοτέλειας της Σερβικής Εκκλησίας, εξακολουθεί να ενοχλεί τα μάλα την ευρωπαϊκή Ρωμανία.
Οι Ρωμιοί μαχητές του επιδόξου βαcιλέως αυτοκράτορος Θεοδώρου Δούκα της ευρωπαϊκής Ρωμανίας, κατακτούν φέτος την Βέροια απ'την λατινική Ρωμανία, και πιο συγκεκριμένα, απ'το φεουδαλικώς υφιστάμενο, βασίλειο της Θεσσαλονίκης των Μομφερατικών, προσαρτώντας έτσι και διοικητικά, περιοχές Δρουγουβιτών που μέχρι τώρα διαχειρίζονταν μονάχα εκκλησιαστικώς, μέσω του αρχιεπισκόπου Αχρίδος, A' Ιουστινιανής και πάσης Βουλγαρίας, Δημητρίου Χωματιανού. Η αρχιεπισκοπή αυτή είχε ιδρυθεί το 1018 από τον Βασίλειο Β' Πορφυρογέννητο ως «Αχρίδος και πάσης Βουλγαρίας», και θα παραμείνει αυτοκέφαλη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο μέχρι το 1767, όταν θα καταργηθεί. Ο αναχρονιστικός προσδιορισμός «Πρώτης Ιουστινιανής / IVSTINIANA·PRIMA» έχει προστεθεί από τον Αδριανό Κομνηνό, όταν αναλαμβάνει και ο ίδιος αρχιεπίσκοπος Αχρίδος στις αρχές του 12ου αι, ως Ιωάννης Δ'.
☦
Ο Αχρίδος Δημήτριος αποστέλλει στον Ζίτσας Σάββα, τον Σκοπίων Ιωάννη ως αντιπρόσωπο της θελήσεώς του, ίνα αποκαταστήσει το ακέραιον της αρχιερατικής του δικαιοδοσίας. Όμως ο Σάββας απλά θα ξεκαθαρίσει την ανεξαρτησία του, εντός της Ορθής Πίστεως βεβαίως.
Είναι που πέρυσι, ο οικουμενικός πατριάρχης Μανουήλ ο Φιλόσοφος (1217-22), εγκαθιδρύει το αυτοκέφαλον της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, χρίζοντας ως «αρχιεπίσκοπον μοναστηρίου Ζίτσης (Манастир - Жича)» στο Κράλιεβο, τον Άγιο Σάββα, κατά κόσμον Ράστκο Νέμανιιτς, γιο του σεβαστοκράτορος Στεφάνου Νεμάνια, και ήδη από το 1191 επανιδρυτή και ηγούµενο της αθωνικής Μονής Χιλανδαρίου. Στην τωρινή πρωτοβουλία, τόσο των ιεραρχών Μανουήλ και Σάββα, όσο και των πολιτικών κυβερνητών -και μεταξύ τους συμμάχων, βαcιλέως αυτοκράτορος Θεοδώρου Λάσκαρη, και κράλη Στεφάνου Νέμανιιτς, αντιδρά με σφοδρότητα αυτός που έτσι χάνει τις μητροπολιτικές επαρχίες των σερβικών χωρών, π.χ την Ράσκα, την Πρίζρεν, και την Λίπλιαν. Είναι ο αρχιεπίσκοπος Αχρίδος, A' Ιουστινιανής και πάσης Βουλγαρίας Δημήτριος Χωματιανός (1216-34). Όπως και άλλοι εξέχοντες αξιωματούχοι της ευρωπαϊκής Ρωμανίας του δεσπότου Θεοδώρου Δούκα Κομνηνού, όπως π.χ ο Ιωάννης Απόκαυκος και ο Γεώργιος Βαρδάνης, ο πολυγραφώτατος Δημήτριος Χωματιανός αντιδρά στην εκκλησιαστική αυτοτέλεια των Σέρβων. Ανάμεσα στην επιχειρηματολογία του, ο αρχιεπίσκοπος Δημήτριος αναφέρεται και στο πολυποίκιλον της εθνικής συστάσεως της δικαιοδοσίας του, επισημαίνοντας ότι ανάμεσα σε Βέροια και Σκόπια δεν κατοικούν Βούλγαροι, αλλά Δρουγουβίτες (οι πρόγονοι των Σλαυομακεδόνων).
Πεθαίνει ο Ιτζαντιν Καϊ Καους, οπότε σουλτάνος γίνεται ο αδελφός του, Αλααντίν Καϊ Κουμπάτ (1220-37), γιος του Καϊ Χοσρού Α΄ και της Ρωμιάς ευγενούς Μαυροζώμαινας. Οι αεί αναξιόπιστοι Βενετοί κλείνουν συμφωνία και με τους Σελτζούκους του σουλτανάτου της Ρωμανίας.
οι εκστρατείες του Μουσουλμάνου αυτοκράτορα της Ρωμανίας, Αλααντίν Καϋκουμπάτ μπιν Καϋκαβούς (1220-37)
Ο νέος σουλτάνος ξεκινάει δυναμικά την βασιλεία του, κυριεύοντας την πόλη Καλονόρος (το αρχ. Κορακήσιον, τουρκιστί Αλαΐα (<-- Αλάιγιε) προς τιμήν του Αλααντίν, που με την κεμαλική γραφή μετατράπηκε σε Αλάνυα), απέναντι από την Κύπρο, όπου οργανώνει ναύσταθμο, και στη συνέχεια στόλο, με την βοήθεια των ντόπιων Ρωμιών. Παράλληλα ενισχύει την άμυνα της πόλης, με 6,5 χλμ οχυρώσεων και 140 πύργους. Περήφανος, την χαρακτηρίζει, «ισχύ των δυο θαλασσών», εννοώντας ίσως το Αρχιπέλαγος (Αιγαίον Πέλαγος) και το Λεβάντε (η μυθική Αερία).
ο πύργος-φρυκτωρία (Κιζίλ Κουλέ = Άλικος Πύργος),
και οι υπόλοιπες ρωμέικου τύπου οχυρώσεις που χτίζουν οι Σελτζούκοι στην Αλάνυα
χριστιανικός ναός εντός του τείχους
Λογομαχώντας με τον καρδινάλιο Πελάγιο και εγκαταλείποντας την Αίγυπτο ύστερα από την κατάληψη της Δαμιέττης, ο Ιωάννης Βριένιος εισβάλλει στη Συρία του Μουαζζάμ Σαραφαλντίν, όπου πολιορκεί την Καισάρεια [Μαριτίμα]. Εν τω μεταξύ, ο Μαλίκ Καμίλ Ναζιραλντίν του Μισιριού έχοντας συνεφέρει τον στόλο του, τσακίζει την αρμάδα των σταυροφόρων κοντά στην Κύπρο και γενικότερα ο πόλεμος εξελίσσεται πλέον δυσμενώς για τους σταυροφόρους.
Στην προσπάθειά του ν'αποκαταστήσει την τάξη στη Σικελία, ο ιμπεράτωρ Γερμανίας & ρήγας της Σικελίας, Φρειδερίκος Β', εκδίδει φέτος νέα νομοθεσία, τις περίφημες Ασσίζες της Κάπουας. Είναι που εικοσιέξι έτη ύστερα από το καθεστώς τρομοκρατίας που επέφερε ο πατέρας του Φρειδερίκου Β' το 1194 στο ρηγάτο της Σικελίας, επικρατεί ακόμα χάος, με αθέμιτη κυριαρχία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, ασυδοσία της αριστοκρατίας, αλλά και αυτονομιστικές τάσεις διαφόρων κοινοτήτων, περιλαμβανομένων τόσο Αράβων στη δυτική Σικελία, όσο και Ελλήνων στην ανατολική Σικελία. Επίσης, ο Φρειδερίκος Β' προωθεί την έξωση συμμαχικών δυνάμεων που όμως κερδοσκοπούν από χρόνια εις βάρος του ρηγάτου, και συγκεκριμένα την Πίζα (Πίσα), αλλά κυρίως την Γένοβα (Γένουα), η οποία και ελέγχει εξ ολοκλήρου στρατηγικούς τόπους όπως η ελληνική πόλη Συρακούσες. Ο ρήγας Φεντερίκο Β' κηρύσσει την Συρακούσα πιστότατη/fidelissima, κατάσχοντάς την από την κυριότητα της Γένοβας, και από την διοίκηση του Γενοβέζου κόμητος Αλαμάννο ντα Κόστα.
Στο Μισίρι (Αίγυπτος), με αφορμή την επιβολή νέων φόρων, και παρά την ηπιότητα του Καμίλ, ο λαός ξεσηκώνεται και στρέφεται εκ νέου εναντίον των Κοπτών. Οι διωγμοί/πογκρόμ εις βάρος των Κοπτών, δηλαδή των Αιγυπτίων Χριστιανών, καθίστανται σταδιακά εκτονωτικός θεσμός για τους Μουσουλμάνους της χώρας του Νείλου, ύστερα από τις πρώτες διώξεις που εξαπέλυσε ο τρελός Φατιμίδης χαλίφης Χακίμ (996-1021), πριν από τις σταυροφορίες. Για τον λόγο αυτό οι Χριστιανοί μειώνονται δραματικά και γίνονται από συντριπτική πλειονότητα, πολύπαθη μειονότητα.
Οι Τεύτονες Ιππότες προσαρτούν εδάφη της ρωσικής ηγεμονίας του Πολοτσκ.
Μογγολικές ορδές εισβάλλουν στην Χορασμία από τέσσερα διαφορετικά σημεία και συντρίβουν τον στρατό του Χοράσμιου Σάχη.