Θωρ Ζευς Τεσούμπ
Τάρχων
Ζευς vs Τυφών
Μα το σφυρί του Θωρ, την τρίαινα του Ποσειδώνος, τον κεραυνό του Διός[, και τον κεραυνό και τον πέλεκυ του Χαντάτ (σημιτιστί)/Ισκούρ (σουμεριστί)/Τεσούμπ (χιττιστί/νάσιλι) /Τάρου (χαττιστί/χάττιλι, γλώσσα συγγενική με τους Βόρειο-Δυτικούς Καυκάσιους)-Ταρχούνζ (λουβιστί) - Τάρχωνος (χιττιστί/νάσιλι)], σιγά σιγά ξεκαθαρίζει στους επιστημονικούς κύκλους ότι η εξημέρωση ζώων και η εκτροφή τους ως οικόσιτα, αλλά ακόμα περισσότερο η εφεύρεση της καλλιέργειας γης, γενικά η Γεωργία συμπέφτει με την πληθυσμιακή έκρηξη των λαών στην Εγγύς Ανατολή, που στην συνέχεια θα προβούν σε μεταναστευτικές ροές:
---> Σουμέριοι
---> Σημίτες [και γενικότερα οι Αφροασιανοί]
---> Αριοι
---> πρωτοΚαρτβέλιοι
---> Αλαρόδιοι (συγγενείς με Βορειο-Ανατολικούς Καυκάσιους)
---> Ζαγρανοί (εξαφανισθέντες)
---> Ελαμίτες (Ελυμαίοι)
---> ίσως και άλλοι
Με απλά λόγια, ανακριβής η θεώρηση της στέπας ως κοιτίδας των Ι̶ν̶δ̶ο̶ε̶υ̶ρ̶ω̶π̶α̶ί̶ω̶ν̶Αρίων. Από [νότια] Αρμενία και Ασσυρία(/Κουρδιστάν/Naharin/αλ-Τζαζίρα) προέρχονται οι Άριοι, και από Ελλάδα περάσαν όλοι όσοι διέδωσαν στην Ευρώπη τις θυγατρικές λαλιές, δηλαδή όλες πλην των ιθαγενών (Βασκική, Ιβηρική, Ετρουσκική, Πικεντική, ίσως δε και Πικτική, κλπ) και των Ουραλο-Αλταϊκών.
H εφεύρεση της καλλιέργειας γης υλοποιήθηκε για την μαζική εκμετάλλευση των καρπών από οκτώ φυτά:
1. δίκοκκο σιτάρι ~ Emmer wheat
2. μονόκοκκο σιτάρι ~ Einkorn wheat
3. κριθάρι ~ barley
4. φακή ~ lentil
5. αρακάς/μπιζέλι ~ peas
6. ρεβύθια ~ chickpea
7. ρόβι/λαθούρι ~ bitter vetch
8. λινάρι & λιναρόσπορος ~ flax
Το λίκνο πλείστων πρωτο-λαών, όπως οι
Άριοι, οι Αφροασιανοί, οι πρωτο-Σουμέριοι, οι Ελαμίτες, οι Καρτβέλιοι, οι Αλαρόδιοι και άλλοι,
εντοπίζεται ακριβώς εκεί όπου εντοπίζονται και
οι αρχικές κοιτίδες των εφευρετών της συστηματικής
κτηνοτροφίας και της καλλιέργειας των «Οκτώ Σπαρτών Καρπών»
(10.000 - 7.000 π.Χ).
η παρούσα εξάπλωση άριων λαλιών
Όπως κάποιοι συντηρητικοί στις ΗΠΑ αρνούνται ν'αποδεχτούν την εξέλιξη της ζωής, και ας αποτελεί δεδομένο μέγεθος, ήδη από την Αρχαιότητα, έτσι και στην Ελλάδα κάποιοι προπαγανδίζουν την άρνηση της εξέλιξης των γλωσσών, και την ύπαρξη μπουκέτων ολόκληρων, και οικογενειών από ομογλωσσίες, με κλαδωτή ανάπτυξη, όπως τα κλαδιά ενός δέντρου, που μπορεί να μεγαλώσουν με την δημιουργία και νέων παρακλαδιών, αλλά μπορεί και να εξασθενήσουν και να σταματήσουν να υπάρχουν.
Η πραγματικότητα δεν πρέπει ν'αμφισβητείται επειδή κάτι ενδεχομένως μας ενοχλεί, δεν μας αρέσει, ή απλά θα προτιμούσαμε να είναι διαφορετικό: Είναι σαν να λέμε ότι στις Θερμοπύλες δεν πολέμησαν τουλάχιστον 1000 μηδομάχοι (μαζί με τους Θεσπιείς), αλλά ούτε καν 300! Με την ίδια διαδικασία, κάποιος μπορεί να πιστέψει ότι: «α, μα και αυτοί πολλοί ήταν! 30 γενναίοι Ελληνόψυχοι ήταν όλοι κι όλοι, μαζί με τον Λεωνίδα, που παρεμπιπτόντως ήτο και ωραίος γκόμενος και όχι ..εξηντάρης (που ήταν στην πραγματικότητα, way older than Κωνσταντάρας στο ..«Τι 30, τι 40, τι 50!»)».
Δεν μπορεί να αμφισβητείται ακόμα η ύπαρξη του αρχικού έθνους που μιλούσε την προγονική λαλιά, που προηγήθηκε π.χ της Ινδικής (Χίντι-Ουρντού), της Τσιγκάνικης, της Ελληνικής, της Κουρδικής, της Λιθουανικής, της Ρωσικής, της Γαλλικής, της Αγγλικής, της Ισπανικής, της Πορτογαλικής και της Αλβανικής. Αν και αυτός ο αρχέγονος λαός έχει λάβει κάμποσα υποθετικά ονόματα (π.χ. Ιαπετίδες, Ινδοευρωπαίοι, ή ...Ινδογερμανοί παλαιότερα), ακριβέστερος προσδιορισμός είναι το «Αριοευρωπαίοι», ή απλά το «Άριοι (επίσης Άρυοι ή Άρυας)». Οι ελληναράδες ας τους λένε, ξέρω γω, «πρώτοΕλληνοΈλληνες»!
προσεγγιστική αποτύπωση των χωρών όπου επικρατούν οι λαλιές των Αρείων, 100 πΧ
~ approximation of the lands where the Aryan languages predominate, circa 100 BCE
λατινιστί: Devs dedit dentes; Devs dabit panem.
πορτογαλικά: Deus deu dentes, Deus dará pão.
γαλικικά: Deus deu dentes, Deus dará pan.
ισπανικά: Dios le dio a los dientes, Dios le dará el pan.
καταλανικά: Déu li va donar a les dents, Déu li donarà el pa.
γαλλικά: Dieu a donné à dents, Dieu va donner du pain.
λιθουανικά: Dievas davė dantis, Dievas duos duonos.
λετονικά: Dievs deva zobus, Dievs dos maizi.
αρχαιοελληνιστί: Θεός έδωκεν οδόντες, Θεός δώκει άρτον.
ελληνικά: ο Θεός έδωσε δόντια, ο Θεός θα δώσει και ψωμί.
σανσκριτιστί: Devas adadat datas, Devas dasyati δanas.
γκουτζαράτι: Βαγκαβάνα dάντα άπυα χατά, βαγκαβάνα bρηdα aπασή.
σερβικά & κροατικά: Bog dao zube, Bog će dati hleb.
ουκρανικά: Boh dav zuby, Boh dastʹ khlib.
ισλανδικά: Guð gaf tennur, Guð mun gefa brauð.
δανικά: Gud gav tænder, vil Gud give brød.
γερμανικά: Gott gab Zähne, Gott wird Brot geben.
γιδδικά: Gʼát hʼt ẕyyn, gʼát wwʻt gʻbn brwyt.
αγγλικά: God gave teeth, God will give bread.
προσεγγιστική αποτύπωση των χωρών όπου επικρατούν οι λαλιές των Αρείων, 750-1300 μΧ
~ approximation of the lands where the Aryan languages predominate, circa 750-1300 CE
Χαρακτηριστικό παράδειγμα του πόσο κοντά στην αρχική λαλιά των Άριων, ήταν η αρχαία ελληνική γλώσσα, αποτελεί η έννοια «κόρη»:
(όπου αστερίσκος (*) υποδηλώνει υποθετική, αν και όχι αυθαίρετη, αναδόμηση της λέξης)
θουγάτηρ κατά τον 13ο αι π.Χ: TU-KA-TE, με γραφή Γραμμικής Β'
πρωτο-ελληνική: *θουγάταρ αρχικά, όπως και θουγάτηρ κατά τον 13ο αι π.Χ: TU-KA-TE, με γραφή Γραμμικής Β'
ελληνική: θυγάτηρ, θυγατέρα, κόρη
--> αρχαίες διάλεκτοι:
i. ανατολική ομογλωσσία
αρκαδοκυπριακή (λαλιά της Κλασικής Αρχαιότητας, απαράλλαχτη με την ανακτορική γλώσσα, αυτήν της Γραμμικής Β')
ιωνική
αττική
ελληνιστική Κοινή
καθαρεύουσα ελληνική
ii. δυτική ομογλωσσία
βορειοδυτικές λαλιές
Αιτωλών
Ακαρνάνων
Αχαιών της Φθιώτιδος
Ελεατών
Λοκρών
Μαγνατών
μαγνητική
δωρική
δωρική της Αχαΐας (σε Αχαΐα, Κεφαλονιά και Ζάκυνθο)
iii. αιολική ομογλωσσία
Βοιωτία
Θεσσαλία
Θεσσαλιώτιδα
Ιστιαιώτιδα ή Εστιαιώτις
Πελασγιώτιδα
Λέσβος & Αιολίδα
--> νεώτερες διάλεκτοι (εκ της Κοινής, με κατά τόπους επιβιώσεις στοιχείων και από άλλες διαλέκτους της Αρχαιότητας):
i. ρωμέικη
(ομιλείται από τους πιο εξευγενισμένους Ρωμιούς, τους λιγότερο ταλαιπωρημένους από εξωτερικές εισβολές, που διαβιούν στην ραχοκοκκαλιά της Αυτοκρατορίας, στην Βασιλεύουσα και τα θέματα Θράκης, Οπτιμάτων, Οψικίου, Θρακησίων, Σάμου, και Αιμιμόντου (γεωγραφικά: Θράκη, Βιθυνία, Προποντίς, Μυσία, Ιωνία, Λυδία, Φρυγία, και νότια Βουλγαρία), με την διάλεκτο «τι με λες;»)
ii. ποντιακή (σε όλα τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας, ενδεχομένως)
και καππαδοκική, σε
α) Φάρασα,
β) Σίλη/Σύλλη, στην Καππαδοκία (και όχι η Σίλη/Χιλή στην Βιθυνία)
γ) δυτική Καππαδοκία
iii. ελλαδίτικη
(στον Μοριά και την ηπειρωτική Ελλάδα, με έντονη την επιρροή των βλαχικων λαλιών, που επίσης χρησιμοποιούνται στην περιοχή)
iv. αιγαιοπελαγίτικη
(η διάλεκτος «τσι»)
v. λεβαντίνικη
(Ροδίτες, Κύπριοι, Ατταλειάτες, Αντιοχείς κ.ά. Δηλαδή ο Λεβάντες αποτελεί την αόριστη ονομασία της θαλάσσιας περιοχής ανατολικά της Ελλάδας, πρόκειται ακριβώς για την «Αερία» των αρχαίων μύθων)
vi. τσακώνικη
(ομιλούντες γλώσσα καταγόμενη απευθείας από την αρχαία δωρική διάλεκτο της ελληνικής)
vii. διάλεκτος Ιονίου
(και στην Ιταλική Χερσόνησο, αν και με διακριτή εξέλιξη ένθεν και ένθεν)
viii. σαρακατσάνικη
ix. γεβανίτικη
(η λαλιά των Ρωμανιοτών Ιουδαίων, εκ του Γεβανίμ <-- Γιαβάνας <-- Γιάουνας <-- Ίωνες, ήτοι η ονομασία των Ελλήνων από τους λαούς της Ασίας)
Bouckaert et al [2012].
"Mapping the Origins and Expansion of the Indo-European Language Family".
Science. 337 (6097), 957-960.
προσεγγιστική «αρχική εξάπλωση»των αριόφωνων ομάδων, όπου στον ένθετο χάρτη δυτικά/αριστερά οι πρωτο-Έλληνες και οι Ιλλυριοί, και ανατολικά/δεξιά οι πρωτο-Αρμένιοι, με σύνδεσμο των Ελλήνων με τους Αρμενίους την φρυγική εξάπλωση προς Ανατολάς, στην Ύστερη Εποχή του Μπρούντζου, αλλά κυρίως στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου...
άρεια ή ινδοϊρανική: ντουχαταρ
σανσκριτική: ντουχιταρ
ιερή γλώσσα του Ινδουισμού, του Ιανισμού και του Βουδισμού,
με την «θεϊκή» γραφή Ντεβαναγκάρι, μακρινή θυγατρική του χαναανογενούς αραμαϊκού αλφαβήτου
ζωντανές ινδοάριες ομογλωσσίες, όλες υπό την επιρροή της σανσκριτικής, δίχως να πηγάζουν από αυτήν απαραίτητα
χίντι-ουρντού
σίντι
πουντζάμπι: πούτρι
γκουτζαράτι
σιραϊκι
μαράθι
νεπαλί/γκόρχαλι
κονκανι
μπεγκάλι
μπιχάρι
οριγια
σινχαλεζο-μαλδιβική
σε πολλές γλωσσικές ομάδες, θυγατρικές της αρχικής [ινδο]άρυας λαλιάς, το *δϋγάταρ αντικαταστάθηκε από παραλλαγές των πούτρι, μπέτι, ατμάγια, κάνγια και λαρακι
δαρδική ομογλωσσία (στο ευρύτερο Ιμαούς/Παμίρ, και μέχρι και το Κασμίρ)
Kalaṣa άλα (σε Καφιριστάν / Νουριστάν και Τσιτράλ Καλάς, βόρεια από τις αρχ. Παροπαμισάδες, στις νότιες απολήξεις του Ινδοκαυκάσου / Χίντοκους)
ανατολική ομάδα
δυτική ομάδα
παρσική, ή παλαιά περσική (η επίσημη γλώσσα των Αχαιμενιδών, 550-330 π.Χ)
περσείδες γλώττες
φαρσί: ντοχταρ, ντοχτ - دختر , دختر
λούρι (η λαλιά του Λουριστάν)
λάρι
[ιουδαιο]σιράζι
ντάρι (η λαλιά των Ζωροαστριστών της διασποράς των Ινδιών, π.χ στην χώρα Κεράλα και αλλού)
θρακο-βαλτική, με πολιτιστική γέφυρα ανάμεσά τους, τοπωνύμια, και ομοιότητες στην λαλιά
κιμμερική ή γκόμερ
λαλιά Ταύρων Κριμέας
θρακική
βιθυνική
μοισική
δακική/γετική
βαλτική
πρωσική
σκαλβιανή
σουδοβιανή/γιοτβιγγιανή
γαλινδιανή
σελονιανή
σεμιγαλική
κουρονική
λιθουανική: ντουκρα, ντουκτα
σαμογιτική
λεττονική: όπου ο τύπος *δϋγάταρ αντικαταστάθηκε από το μεϊτα
λατγαλιανή
νέα κουρονική
σλαβική (πρωτοσλαυική ή σλοϋινική)
ανατολική πρωτοσλαβική: χρήση εκδοχής του *δϋγάταρ --> ενδεχομένως διατηρήθηκε υπό ιρανική επίδραση, μέσω της σκυθικής επιρροής
ρωσική: ντοτς- дочь
ρουθηνική (ουκρανική): ντοτσκα - дочка, με μπόλικα συνώνυμα όμως, όπως ντιφτσύνκα, ποροντζέννυα, νάσχαντοκ
μπελαρους (λευκορωσικη): ντατσκα - дачка
βουλγαρική: ντιουστεργια, dŭshterya - дъщеря
δυτική πρωτοσλαβική: το *δϋγάταρ άλλαξε σε *κτσέρκα, όπως π.χ. άλλαξε το *μορι σε θάλασσα στην πρωτοελληνική
σλαβομακεδονική: κέρκα - ќерка
σερβική & κροατική: κτσέρκα, τσέρκα, κτσι - kćerka, ćerka, kći
τσεχικη & σλοβακική: ντσερα - dcera (με υποκοριστικά τα: dceruška, dcerunka)
σλοβενική: χσι
πολωνική: τσόρκα
πρωτο- γερμανική, όλη η οικογένεια: *ντουχτερ
ανατολική πρωτογερμανική
γοτθική: νταουχταρ
σαξονική ή κάτω φραγκονική: ντόχτερ
ολλανδική: ντοχτερ
αφρικάανς: ντόγκτερ (η λαλιά αμαλγάματος Ολλανδών, Γάλλων, Γερμανών και Σκανδιναβών αποίκων, στην Νότια Αφρική)
αγγλο-φρισική (η λαλιά των προγόνων των Φρίσιων, των πρωτο- Άγγλων, των Σαξόνων και των Ιούτων, δηλαδή των λαών με κοιτίδα τις παραλιακές χώρες από την Φρισία μέχρι και την Γιουτλάνδη)
φρισική
αγγλική: ντώτερ (ουσιαστικά η αγγλική γλώσσα αποτελεί κλασική περίπτωση υβριδίου, ως σύντηξη της «εκκλησιαστικής» λατινικής γλώσσας που χρησιμοποιούσαν οι Ρωμανο- Βρετανοί, τόσο με την γαλλική (φράγκικη) των Νορμαννών κατακτητών του 1066 μ.Χ, όσο και με μια κοινή διάλεκτο με την οποία επικοινωνούσαν μεταξύ τους οι πρωτο- Γερμανοί κατακτητές του 450 μ.Χ: Άγγλοι, Σάξονες, Ιούτοι, Φρίσιοι και Σουηβοί/Σουαβοί/Αλαμανοί)
σκωτς, η σκωτσέζικη, αγγλοσαξονική γλώσσα με επιρροές από τις σκανδιναβικές λαλιές των καταδρομέων Βίκιγκς, που από την Δανία και από την Νορβηγία, λυμαίνονται την Σκοτία και την βόρειο Αγγλία για αιώνες (9ος - 13ος αι)
κάτω γερμανική: τοχτερ
άνω γερμανική
γερμ. ιουδαϊκή, ή γίντις (γιδδικά, yiddisch <-- judäisch): τάκτρ - tʼáktʻr - טאָכטער
βόρεια γερμανική, ή σκανδιναυική
κελτική ή πρωτο-γαλλική: *ντουχτιρ
ταρτησσική
τουρδιτανική
κυνησική
ηπειρωτική κελτική
γαλλική ή γαλατική
λεποντική
νωρική
γαλατική Ασίας
κελτιβηρική (κατόπιν αλληλεπίδρασης με την μη-άρια ιβηρική)
νησιωτική κελτική
βρετανική ή πρεττανική ή βριττονική ή βρυθονική (*KW (κβ-) --> *Kw (κφ-) --> P)
πικτική/καληδονική
κουμβρική
ουαλική: (το *δϋγάταρ αντικαταστάθηκε από το μερχ - merch, ήτοι «κορίτσι»)
νοτιοδυτική βρετανική
κορνική (κορνουαλική)
βρετονική (μιλιέται στην Βρετάνη)
γοϊδελική (*KW (κβ-) --> *Kw (κφ-) --> Q)
εϊρική ή γαελική (ιρλανδική): (το *δϋγάταρ αντικαταστάθηκε από το ινιον - iníon)
μανξ (στην νήσο Μαν, την αρχ. Μόνα)
σκοτική γαελική (λαλιά που διαμορφώθηκε στην Σκοτία, από Ιρλανδούς εποίκους)
πρωτο-τοχαρική: *ντκατσηρ
τοχαρική Α: τσκατσαρ
τοχαρική Β: τκατσηρ
ανατόλια
βόρεια ανατόλια:
βορειοδυτική (ανάμεσα στους π. Μαίανδρο και Άλυ)
παλαϊκή (στην ανατολική εσχατιά της ομογλωσσίας, και με εθνικούς απογόνους τους Παφλαγόνες, αν και οι κατοπινοί Παφλαγόνες μάλλον θα μιλούν φρυγική διάλεκτο)
πελασγική (αιγαιακά παράλια Μικράς Ασίας, από τον 21ο αι π.Χ, και στις δύο όχθες του Αιγαίου)
φιλισταϊκή (στην Παλαιστίνη του 13ου - 11ου αι π.Χ, πριν αντικατασταθεί από σημιτική λαλιά)
βορειοανατολική
χετταϊκή/νεσσίλι/νησίλεια (η επίσημη γλώσσα της Αυτοκρατορίας των Χετταίων <-- Χάττι, γνωστοί ως Κάτειοι/Κήτειοι σε κάποιους από τους ελληνικούς μύθους): ντουτταριγιατιγιας
νότια ανατόλια
λελεγική (Τάφιοι, Τηλεβόες, Κυλικράνες, αλλά και διάφορες άλλες φυλές του Αιγαίου και του Ιονίου, με εθνικούς απογόνους π.χ. και ελληνικές φυλές όπως οι Λάκωνες, οι Λοκροί, οι Κεφαλλήνες (⬅️Τηλεβόες), όπως και οι -υπήκοοι Πηλέως & Αχιλλέως- Έλλανες (Μυρμιδόνες)!)
λουβική: ντουτταριγιατις (σφηνοειδής γραφή), τουβαταρ (ιερογλυγική γραφή)
κατά προσέγγιση κατανομή ισογλώσσων
στην προϊστορική Ανατολία (Εποχή Ορείχαλκου ~ Bronze Age)
πρωτο- ιταλική
πικεντική
ουμβρική
οσκική: φουτιρ
οπική
σαμνιτική
λατινική: το *δϋγάταρ εξελίχτηκε σε *[d]γνάτα[ρ], στη συνέχεια σε γνάτα, αν και τελικά αντικαταστάθηκε από το φίλια - filia
ανατολική ρωμανική (ρωμανική ή βλάχικη)
δακο-ρωμανικη ή ρουμανικη & μολδαβική: φίιτσα - fiică, επίσης: fată, copilă (κοπέλα), fetiţă
ιστρο-ρωμανικη
μεγλενο-ρωμανικη
αρωμανικη ή αρμανεστικη
δυτική ρωμανική (ρωμάνς)
σαρδηνική, μαζί με την κορσικανική ομαδοποιούνται και ως «νότια ρωμανική»
πρώιμη ιταλιανικη (πρωτο- ιταλική)
φιορεντίνικη (ιταλική): φίλια - figla
μεντιάνο
ιστριωτική, ενδεχομένως παρακλάδι/απομεινάρι της λατινο- δαλματικής
κορσικανική
ιουδαιο- λατινική, των Ιουδαίων των Ιταλικών/«Ιτάλκος»
εσπέρια ή δυτική ρωμάνς
γαλλο-ιβηρική
γαλλο-ρωμανική (η παλαιά γαλλο-ρωμάνς)
γαλλο-ιταλική
λομβαρδική
λιγουρική
πιεμοντέζικη
εμιλιάνο-ρομανιόλικη
βενετσιάνικη (βενετική)
γαλλο-ραιτική
ρωμανς Ελβετίας
λαντινική
φριουλική
φραγκο-προβενσάλ
φραγκική (γαλλική): φιλ - fille
νορμαννική
πικαρδική
βαλωνική
φραγκο-προβενσάλ
οκκιτανο-ρωμανική ή ανατολική ιβηρική (απλά: Ρωμάνς / Romance)
προβηγγική (προβενσάλ)
λιμουζίν
καταλανική: φίλλια - filla
δυτική ιβηρική
μοζαραβική
αραγονέζικη (αραγωνική)
αστουρ-λεονεζικη
λεονέζικη
αστουρική
μιραντέζικη
διάλεκτος της Εξτρεμαδούρας, με καστιγιάνικη επιρροή
καστιγιάνικη (ισπανική): χίγια - hija, hijita
γαλικική: φιλια - filla
πορτογαλέζικη (πορτογαλική): φιλια - filha
φαλα
Με κοιτίδα (= urheimat) την μεταγενέστερη Αρμενία, το Κουρδιστάν, και την βόρεια Συρία (που παραδόξως θ'αποτελέσει και το μεσαιωνικό προπύργιο της νεο-αραμαϊκής ομογλωσσίας, και συγκεκριμένα την κοιτίδα της συριακής της Οσροηνής), οι Άριοι αρχίζουν να εξαπλώνονται, χονδρικά εντός του διαστήματος: 9.500 με 7.000 π.Χ. Ο χρόνος μετακίνησης των Αρείων δεν είναι ακόμα σίγουρος. Όμως, η κοιτίδα και η εξάπλωση των Αρίων έχει ερμηνευτεί ικανοποιητικά, από λογικούς μελετητές, που γι'αυτήν τους την δουλειά, θεωρούνται περιθωριακοί, όπως ο Ρώσος Ιβανώφ, ο Γεωργιανός Γαμκρελίντζε, ο Βρετανός Ρενφριου και οι Νεοζηλανδοί Γκραίυ & Άτκινσον.
Οι μαζικές μεταναστεύσεις Αρείων (Αριοευρωπαίοι) και Αφροασιανών (Χαμιτοσημίτες), προς Ανατολή και Δύση,
προκαλούνται από εκρηκτική αύξηση των πληθυσμών τους, οφειλόμενη στην συστηματική καλλιέργεια σιτηρών,
τόσο άγριων (όπως το Ορδαίον το Κοινόν, προγονική μορφή του κριθαριού, αλλά και τα εξής σιτάρια:
το Τριτικόν Βοιωτικό, και το Τριτικόν Διπλοκοκκοειδές, μια διασταύρωση του Τριτικού Ουραρτού και του Αιγίλωψ),
όσο και ήμερων (το Τριτικόν Μονόκοκκο, βελτίωση του Βοιωτικού, όπως και το Τριτικόν Δίκοκκο, βελτίωση του Διπλοκοκκοειδούς).
Η μαζική σίτιση μέσω της καλλιέργειας εξημερωμένων δημητριακών, συντελεί στην δημιουργία των πρώτων αστικών κέντρων στην ευρύτερη Συρία. Η εκρηκτική αύξηση πληθυσμού σε αυτές τις περιοχές, θα προκαλέσει μαζική εξάπλωση της Αριοευρωπαϊκής και του σημιτικού κλάδου της Αφροασιανής Ομογλωσσίας, από Αρμενία - Κουρδιστάν - Βόρεια Συρία, και από Ισραήλ - νότια Συρία, αντίστοιχα.
λέξεις «Γνώσης» από διάσημες θυγατρικές της αρχικής λαλιάς των Αρίων
Οι κοντινότεροι γλωσσικοί συγγενείς των Αρίων είναι οι τρεις Καυκάσιες ομάδες:
ii. Βορειοδυτική ~ η Αντυγάμπζια, που μάλιστα διαθέτει συμφωνικούς φθόγγους παρόμοιους με αυτούς που χρησιμοποιούν οι Χόι-χόοι της νοτίου Αφρικής, φωτίζοντας υπό νέα οπτική γωνία την συσχέτιση της Κολχίδος με την υποσαχάρια Αφρική, που κάνει ο Ηρόδοτος! Βέβαια η αρχική πατρίδα τους ήταν πέραν από την ιστορική Κολχίδα, βόρεια του Καυκάσου, εκτεινόμενη μέχρι και την Μαιωτία. Ο κλάδος τους που θα εξελιχτεί στους Άμπσιλες/Άψιλες/Άψιλους/Αβασγούς, περνά τον Καύκασο, και μετοικεί στις βόρειες απολήξεις της Κολχίδος, φυσικά πριν από τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο και τον Αρριανό, που πρωτοαναφέρουν τους Αβασγούς ως Άπσιλες και Άψιλες, αντίστοιχα:
Κιρκάσσιοι/Τσερκές/Τσερκεσλάρ / δυτικοί Κιρκάσιοι
Τσερκέσσοι (Τσερκέζοι και Καμπάρντιοι μιλούν την ίδια γλώσσα, όπως π.χ και οι Κροάτες με τους Σέρβους)
Σαπσουγκ
Ηνίοχοι
Κασόγκοι / ανατολικοί Κιρκάσιοι
Μπεσλενεϋ
Ουμπυχ ✞
iii. Βορειοανατολική ~ η Αλαροδική
Χουρρο-Ουραρτού
Ουραρτού/Αλαροδική ✞
Αβάρ-Ανδική
Βάιναχ
Ερς ✞
Μαλχ ✞
Καλχ ✞
Κλιβιτς ✞
Τσαναρ ✞
Ντβαλ ✞
Τσοβ ✞
Τσεζ-Διδοϊκή
Ενώ, Αριοευρωπαίοι εισχωρούν δυναμικά τόσο στην ηπειρωτική Ευρώπη, όσο και στο Ιράν και την Κεντρική Ασία, πραγματοποιούνται και ποντοπόρες μεταναστεύσεις αριοευρωπαϊκών φυλών προς την Δύση, όπως προδίδει και η παραλιακή διάδοση των μυστικών της Γεωργίας, από το Αιγαίο μέχρι την Ισπανία, κατά το διάστημα 6300 με 5300 π.Χ. (κουλτούρα Cardial Pottery).
Πάντως, ενώ οι Άριοι διαδίδονται ραγδαία σε Ανατολή (π.χ. Ιράν & Ινδία, όπου αντίστοιχα θα επιβληθούν σε ελαμικά και δραβιδικά υποστρώματα ιθαγενών, και Τοχαρία, απ' όπου η σιτοκαλλιέργεια θα διαδοθεί και στην σφαίρα επιρροής της Κίνας) και Δύση (Ανατολία κι Ευρώπη), στην αρχική τους κοιτίδα εισχωρούν παραδόξως αλαροδικές φυλές, πανίσχυρες από κάποια στιγμή και μετά, ύστερα από την εξημέρωση του ίππου, και την χρησιμοποίησή του σε πολέμους.
Περί γλωσσών
Οι γλώσσες έχουν ζωντανή υπόσταση. Φυτρώνουν, πολλαπλασιάζονται λόγω διαφοροποίησης στην εξέλιξη της χρήσης τους, κι επεκτείνονται όπως τα κλαδιά ενός δέντρου, ακολουθώντας τις μετακινήσεις των λαών. Γεννιούνται, αναπτύσσονται, κατά περίπτωση διακλαδίζονται, κι ενδεχομένως σβήνουν και πεθαίνουν. Επίσης μας ενώνουν, παρόλο που μας χωρίζουν.
Η γλωσσική ποικιλότητα μπορεί συχνά να δημιουργεί προβλήματα, αλλά σίγουρα δεν αποτελεί και την «πηγή του Κακού» για την κακοδαιμονία της Ανθρωπότητας. Ακόμα και αν εξαλείφονταν η γλωσσική Βαβυλωνία, και ολάκερη η Ανθρωπότητα ενώνονταν ιδανικά υπό την ενότητα μιας παγκόσμιας γλώσσας, αυτό δεν θα ήταν δυνατό να διαρκέσει επ'άπειρον. Για του λόγου το αληθές, μας βεβαιώνει η δημιουργία των πολυάριθμων ρωμανικών λαλιών που προήλθαν με φυσική εξέλιξη από την λατινική, την ενιαία γλώσσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Πριν από κάμποσα χιλιάδες χρόνια γειτονικοί λαοί, οι Άριοι, οι Αφροασιανοί (γνωστοί παλαιότερα ως Σημιτο-Χαμίτες), οι [πρωτο]Σουμέριοι και οι [πρωτο]Ελαμίτες αναπτύχθηκαν πολιτιστικά, ενώ συγχρόνως εξαπλώθηκαν ακτινωτά, σβήνοντας άλλες γλωσσικές ομάδες, εξαιτίας της εφεύρεσης και της ανάπτυξης της Σιτοκαλλιέργειας στην ευρύτερη Συρία (10.000 - 7.000 π.Χ)! Προφανώς αντιγράφοντας αλλήλους, ανέπτυξαν για πρώτη φορά στην Ιστορία την Σιτοκαλλιέργεια, γεγονός που τους χάρισε την απαραίτητη δημογραφική και πολιτιστική ισχύ για να εξαπλωθούν με καταπληκτική επιτυχία, διαδίδοντας και την γλώσσα τους, διηπειρωτικά. Το μυστικό της επιτυχίας τους αποκαλύπτεται αναπλάθοντας την αλληλουχία: σιτάρι --> αλεύρι --> ψωμί --> δυνατότητα μαζικής σίτισης --> αστικά κέντρα --> ισχυρές κυβερνήσεις --> επιμελητείες (logistics) --> οργανωμένοι στρατοί. Στη συνέχεια έγινε «μύλος η υπόθεση».
To ένα από τα σιτοφάγα έθνη ξεπήδησε με αφετηρία το σημερινό Ισραήλ και την Ιορδανία, γεννώντας τον σημιτικό ή ασιατικό κλάδο της αφροασιατικής γλωσσικής ομάδας, με γλώσσες όπως η ακκαδική/βαβυλωνιακή, η αμοριτική, η [παλαιο]ασσυριακή, η χαναανιτικη/φοινικική, η εβραϊκή/μωαβική, η χαλδαϊκή/νεοβαβυλωνιακή, η αραβική, η μαλτέζικη, η αραμαϊκή/συριακή (η γλώσσα του Χριστού, που για κάποιο διάστημα λογίζονταν ως η 3η γλώσσα της Ρωμανίας), η αμχαρική, η γεεζική, η τιγρέ και η τιγρινύα, μεταξύ άλλων.
γλώσσες που προήλθαν από την λαλιά
των Αφροασιανών/Χαμιτοσημιτών
με κοιτίδα/urheimat, την γη Χαναάν και την Υπεριορδανία
ο ασιατικός κλάδος της Αφροασιανής ή Χαμιτο-Σημιτικής Ομογλωσσίας,
Σημίτες:
Εκτός από την σημιτική ομογλωσσία, στην αφροασιανή (ή χαμιτο-σημιτική) ομάδα περιλαμβάνονται επίσης η αιγυπτιακή (σε χρήση βρίσκεται ακόμα η ιερή γλώσσα των Κοπτών, ήτοι των Μονοφυσιτών Χριστιανών ιθαγενών της Αιγύπτου), η τσαντική (π.χ. η λαλιά των λαμπρών Χάουζα), η ονγκοτα, η ομοτική, η μεροητική (κουσιτική), η βερβερική (σε Μαυριτανία (=> Μαρόκο), Μπαρμπαριά (=> Αλγερία), και Τούνεζι (=> Τυνησία)), αλλά και η κρητο-γαραμαντική ομογλωσσία των Μινωιτών (η γλώσσα της Γραμμικής Α΄).
υποθέσεις για την ανάπτυξη του χαμιτοσημιτικού κλάδου:
η πιθανή κοιτίδα της αφροασιανής (ή χαμιτο-σημιτικής) ομάδας, από τα υψίπεδα της Ερυθραίας, μέχρι την κοιλάδα της Άνω Αιγύπτου.
η είσοδος των Αφροασιανών στην Ασία από το Σινά, σηματοδοτεί τον σχηματισμό του σημιτικού κλάδου, που θα ευδοκιμήσει λόγω της καλλιέργειας κεχριού, κριθαριού, σίκαλης, σιταριού και άλλων δημητριακών, και λόγω της εξημέρωσης ποικίλων ζώων ως οικόσιτα. Μαζί με τους Αριοευρωπαίους και τους Σουμέριους, οι Σημίτες θα εντρυφήσουν στην καλλιέργεια των Οκτώ Καρπών. 11 - 9.000 π.Χ
η σημερινή εξάπλωση της Αφροασιανής Ομογλωσσίας
Άλλο έθνος γεωργών-πολεμιστών ξεπήδησε από την βόρεια Συρία και το Κουρδιστάν, γεννώντας την αριο-ευρωπαϊκή γλωσσική ομάδα, από την οποία στην Δύση (ως Κέντουμ Κλάδος, όπως αποκαλούνταν κάποτε από την ακαδημαϊκή κοινότητα η ομαδοποίηση όσων από τις άρειες γλώσσες κάνουν χρήση μιας παραλλαγής του κέντουμ, που είναι ο λατινικός τρόπος προφοράς της άριας λέξης *hεκFατον, ήτοι ο αριθμός εκατό, κατόπιν απώλειας του hε-, και μετατροπής του -*KW- σε -κ-.). Στην Δύση σχηματίζονται οι εξής ομογλωσσίες:
η αχαϊκή (που περιλαμβάνει την ελληνική, την αρμενική, και την εξαφανισθείσα φρυγική),
η ανατόλια-λουβική (που περιλάμβανε την λελεγική και την ισαυρική),
η ανατόλια-χετταϊκή (που περιλάμβανε την πελασγική και την λυδική),
η ιλλυρική (εκ της οποίας απομένει η αλβανική, αλλά που κάποτε περιλάμβανε γλώσσες όπως η ιαπυγική, η μεσσαπική, η παννονική. Στην πορεία θα διολισθήσει σε Σάτεμ τύπο.),
η βαλτική (η οποία περιλαμβάνει την λιθουανική, την λεττονική, την εκλιπούσα πρωσική, αλλά και την θρακική γλωσσική υπο-ομάδα),
η σλαβική (στην πορεία θα διολισθήσει σε Σάτεμ τύπο, υπό την επιρροή ιρανόφωνων αφεντάδων, όπως οι σκυθικές και οι σαρματικές φυλές. Οι πιο αρχαίοι λαοί που εικάζεται ότι ήταν σλαβόφωνοι ήταν οι Βουδινοί, κάπου εντός της κατοπινής Ρωσίας, οι οποίοι διατηρούσαν άριστες σχέσεις με την ελληνοσκυθική φυλή των Γελωνών, αλλά και το υποτιθέμενα «θρακικό» έθνος των Κρώβυζων (=> Κροάτες) που αρχικά κατοικούσε μεταξύ του π. Ίστρου (Δούναβης) και του π. Βορυσθένους (Δνείπερ), στην κατοπινή Ουκρανία),
η γερμανική (στην οποία ανήκαν και οι λαλιές των Γότθων και των Βανδάλων),
η κελτική (ή γαλατική), αλλά και
η βενετο-σαβελλο-λατινική (ή ιταλική) ομογλωσσία, η οποία μας χάρισε την λατινική με τις πολυάριθμες θυγατρικές της, τις νεολατινικές ή ρωμανικές γλώσσες.
Όσοι από τους Αριοευρωπαίους κινηθήκαν ανατολικώς από το Κουρδιστάν, δηλαδή την αρχική πατρίδα, διατήρησαν το αρχικό όνομα "Άριοι" (από την ακαδημαϊκή κοινότητα είναι γνωστοί ως Σάτεμ Κλάδος, όπου σάτεμ ο αβεστανός τρόπος που προφέρεται η άρια λέξη *hεκFατον, ήτοι ο αριθμός εκατό, κατόπιν μετατροπής του -kw- σε -σ-). Εν τούτοις, διαμόρφωσαν:
i. την πολυάριθμη ιρανική ομογλωσσία. Ο Ιρανικός Κόσμος ακτινοβολεί μέχρι και σήμερα.
ii. την δαρδική ομογλωσσία (η οποία γέννησε κάμποσες λαλιές στην περιοχή του Παμίρ, και μέχρι το Κασμίρ), αλλά και
iii. την ινδοάρια ομογλωσσία, η οποία παρουσιάζει εξαιρετική ποικιλία περιλαμβάνοντας γλώσσες & υποομάδες γλωσσών όπως π.χ. η αρχ. σανσκριτική και οι κατοπινές χίντι-ουρντού, σίντι, πουντζάμπι, γκουτζαράτι, σιραϊκι, μαράθι, νεπαλι/γκόρχαλι (σε Νεπάλ και Μπουτάν, αλλά και η λαλιά των Γκούρκας), κονκανι, μπεγκάλι, σινχαλεζο-μαλδιβική, μπιχάρι, οριγια.
iv. και τέταρτο κλάδο της ομάδας των Αρίων, που πάντως θεωρείται και υπομάδα της δαρδικής ομογλωσσίας, απαρτίζεται από τις διαλέκτους του Ινδοκαυκάσου (Ιντοκους), που μιλούν λαοί στο Νουριστάν και το Τσιτράλ Καλάς, και αποτελεί ένα σχεδόν ξεχασμένο μικρόκοσμο εντός της συνολικής αριο-ευρωπαϊκής λαοθάλασσας. Στα τέλη του 4ου αι π.Χ, οι πρόγονοι αυτών των λαών ξάφνιασαν ευχάριστα τους Έλληνες κατακτητές και αποίκους, όταν τους υποδέχθηκαν φιλόξενα και γλεντούσαν διονυσιακά μαζί τους, σε αντίθεση με τους υπολοίπους Αρίους που πρόβαλλαν σθεναρή αντίσταση, όπως έκαναν και κάνουν εναντίον οποιοδήποτε εισβολέα.
Τέλος, από την ξεχασμένη, αν και σίγουρα καταπληκτική, μετακίνηση μιας φυλής, της ανατολικότερης που ανήκε ποτέ στον Κέντουμ κλάδο της αριο-ευρωπαϊκής ομάδας, κατάγονταν και οι δύο γλώσσες των Τόχαρων, ενός λαού που κατά την Ελληνιστική Εποχή εντοπίστηκε να κατέχει την λεκάνη του π. Ταρίμ, στις παρυφές του Τακλαμακαν, η ανατολική εσχατιά του Ελληνιστικού Κόσμου, μια μακρινή μεθόριος προς την Σινική/Θινική/Σηρική Αυτοκρατορία (= Κίνα της δυναστείας Χαν), στο κατοπινό Κινέζικο Τουρκεστάν.
Πάντως και η τέχνη των ζυμαρικών (παστα) είναι αρχαιότατη και αλληλένδετη με την ίδια την σιτοκαλλιέργεια, συμβαδίζοντας και με την κατά τόπους διάδοσή της. Δηλαδή, αντιθέτως με ό,τι αναληθώς διαδίδεται, ο Μάρκο Πόλο ούτε πήγε τα μακαρόνια στην Κίνα, ούτε τα έφερε από την Κίνα! Απλά, ανάμεσα στην Ιταλία και την Κίνα, πόλεμοι, επιδημίες, όπως και άλλες διάφορες συμφορές & συγκυρίες, θα οδηγήσουν στην λήθη και αυτήν την πολιτιστική πτυχή.
Οι Τόχαροι θα ευημερήσουν για αρκετούς αιώνες (18ος αι πΧ - 9ος αι μΧ). Μάλιστα θα προσηλυτιστούν στο Μάχα Γιάνα [= Μέγα Άρμα] Βουδισμό, μέσω της Βακτριανής, τον οποίο και θα μεταλαμπαδεύσουν και ανατολικότερα, μέχρι και την Κίνα, μέσω του θρυλικού Δρόμου του Μεταξιού. Όμως, μέσω της εκρηκτικής τους αλληλεπίδρασης με Ούνους (Ούνας), Σάκες (Σάκας, οι ανατολικοί Σκύθες) και Πάρθοι (Πάρθοι/Παχλάβας του οίκου Σουρήν, στο Σειστάν), οι Τόχαροι (Τόχαρες) και οι Κοσσάνοι (Κουσάνοι/Κουσάνας) θα συμβάλλουν στην καταστροφή της ελληνικής βασιλείας στην Βακτριανή και τις Ινδίες. Στη συνέχεια, θα συμβάλλουν και στην εθνογένεση των κυμάκ Κουμάνων, ενώ τελικά θα συγχωνευτούν με τους Ουϊγούρους, τουρκικό έθνος αρκετά δυναμικό, κατά το διάστημα 9ος - 13ος αι.
Πολιτιστικές ενδείξεις υποδεικνύουν συνάφεια των Τόχαρων με τους Αρμένιους και τους Κέλτες-Γαλάτες, αλλά γλωσσικές ενδείξεις υποδηλώνουν ότι οι Τόχαρες διαφοροποιήθηκαν αρκετά νωρίς από τον αριοευρωπαϊκό κορμό, γύρω στο 7.900 π.Χ, αμέσως μετά από τους βόρειους Ανατόλιους (π.χ. οι Χετταίοι και οι Πελασγοί), και πριν από όλες τις άλλες άριες γλώσσες.
Επίσης εικάζεται ότι οι τοχαρικές λαλιές διολίσθησαν σε Κέντουμ τύπο, εκ των υστέρων, αιώνες μετά από την δημιουργία τους. Ως Κέντουμ Κλάδος είναι γνωστή στην ακαδημαϊκή κοινότητα η ομαδοποίηση όσων από τις άρειες γλώσσες κάνουν χρήση μιας παραλλαγής του κέντουμ, που είναι ο λατινικός τρόπος προφοράς της άριας λέξης *hεκFατον, ήτοι ο αριθμός εκατό, κατόπιν απώλειας του hε-, και μετατροπής του -*kw- σε -κ-.
η τωρινή εξάπλωση της Ουραλικής Ομοεθνίας,
αν και χωρίς να λαμβάνεται υπόψιν η σαρωτική ανάπτυξη της ρωσικής γλώσσας
Πάντως η περίπτωση των Τόχαρων δεν αποτελεί την μοναδική συγκλονιστική μετανάστευση που έχει καταγραφεί ποτέ: Ακόμα και σήμερα επιζούν οι Γιουγκαγίρ, υπόλειμμα εξάπλωσης της ουραλικής ομοεθνίας σε όλη την βόρειο Ασία, και μέχρι τις ακτές του Ειρηνικού Ωκεανού. Είναι πολύ πιθανή η γλωσσική συνάφεια της ουραλικής ομογλωσσίας και με την εσκιμο- αλεουτική ομογλωσσία, η οποία εκτείνεται από τις ανατολικές παρυφές της Σιβηρίας, έως και την Γροιλανδία. Επίσης υπάρχει και η περίπτωση της μεμονωμένης εθνικής ομάδας των Κετ -Οστυακ (= «ξένοι», όπως αποκαλούνται από τους ανήκοντες στην αλταϊκή ομοεθνία γείτονές τους), αυτοχθόνων της κοιλάδας του π. Γενισέι. Αυτοί οι Γενισεανοί, τελευταίο υπόλειμμα των οποίων αποτελούν οι Κετ, συγγενεύουν γλωσσικά και φυλετικά με τους Να-Ντένε ιθαγενείς της Βορείου Αμερικής. Διηπειρωτικές (Ασία - Ωκεανία - Αφρική) υπήρξαν και οι ποντοπόρες μεταναστεύσεις των λαών, οι γλώσσες των οποίων σχηματίζουν την αυστρονήσια ομογλωσσία.
η Αυστρονησιακή Ομογλωσσία σε Ωκεανία και Ινδικό Ωκεανό
Το γεγονός ότι μία φαινομενικά απλή ευρεσιτεχνία, όπως είναι η σιτοκαλλιέργεια, άλλαξε τελείως τον ρουν της Ιστορίας της Ανθρωπότητας, τελικά δεν είναι κάτι το σπάνιο. Ουσιαστικά, όλα τα ιστορικά γεγονότα μπορούν ν'αναχθούν σε βασικά αίτια, ποικίλα μεγέθη ενός πολυπαραμετρικού συστήματος, που όμως συνήθως είναι απλά και προβλέψιμα. Για παράδειγμα, παρόμοια εκρηκτική επίδραση, με αυτή που είχε η σιτοκαλλιέργεια για τους Αριοευρωπαίους & τους Χαμιτοσημίτες, είχε η εφεύρεση του αναβολέα από κάποιο αλταϊκό έθνος (Άβαροι?). Άλλο παράδειγμα αποτελεί η διάδοση της χρήσης του σιδήρου στους Κογκο-Νιγηρικούς λαούς, οι κυριότεροι εκ των οποίων είναι οι Μπαντού. Σε συνδυασμό με την βοοτροφία, η σιδηροχρησία τους επέτρεψε να εξαπλωθούν σε αχανείς εκτάσεις της Αφρικής, εκτοπίζοντας τους Νειλο-Σουδανούς, αλλά κυρίως τους Χοϊσάνους, μια φυλή των οποίων πρωταγωνιστεί στην ταινία "Και οι θεοί τρελάθηκαν".
Παρεπιμπτόντως, όπως οι Αβορίγινες της Αυστραλίας, έτσι και οι Χόι-Σάν, ή Ζουτβάσοι ή Χοϊσάνοι στον Νότο της αφρικανικής ηπείρου, έχοντας σχηματίσει ειρηνικές κοινωνίες, σχεδόν ιδανικές, και σε πλήρη αρμονία με το φυσικό περιβάλλον, έχουν προβληματίσει τους κοινωνιολόγους, αφού δικαιώνουν τους θεωρητικούς Αναρχικούς και τις απόψεις τους για το πως θα έπρεπε να ζούμε. Αν βέβαια μας άρεσαν οι ανέσεις της Παλαιολιθικής Εποχής, ιδίως όσον αφορά την υπομάδα τους, τους κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες Σαν, που όπως και οι Αβορίγινες [οι αυτόχθονες της αφιλόξενης αυστραλιανής υπαίθρου], και ποικίλοι ιθαγενείς της Αμερικής, όπως οι Τουπι-Γκουαρανί, οι Σαν εξακολουθούν να διαβιούν ως τροφοσυλλέκτες στις ερήμους Καλαχάρι και Ναμίμπ, παρά τις ..άκομψες οχλήσεις των υπολοίπων εθνών.
Χόιχοϊ φαμίλια, 1804
Τμήμα των Λαών Χόι (=Χόισαν), οι Χόιχοοι υιοθέτησαν την κτηνοτροφία απ'τους Μπαντού. Απ'τον συγχρωτισμό τους με Μπόερς, θα προκύψουν και μικτοί πληθυσμοί όπως οι Coloureds, Oorlams, Griquas, κλπ.
Σαν, τμήμα των Χοϊσάνων, που παραμένει μέχρι σήμερα τροφοσυλλεκτικός νομαδικός λαός
Τότε βέβαια, κατά τις απαρχές της Ιστορίας, οι περισσότεροι λαοί του κόσμου, επιλέξαμε την βλαβερή, αν και βολική «Πρόοδο»: λαοί όπως οι αυτόχθονες στις παρυφές των υποχωρούντων παγωτώνων στην σημερινή Ουκρανία, οι Νειλοσουδανοί, οι Αριοευρωπαίοι, οι Χαμιτοσημίτες (Αφρο-Ασιανοί), οι Κογκο-Νιγηρανοί, οι Αυστρονήσιοι (π.χ Πολυνήσιοι (όπως οι Χαβανέζοι και οι Μαορί), Μικρονήσιοι, Ινδονήσιοι, Μαλαίοι, αλλά και οι εκ του Βορνέο (!) καταγόμενοι Μαδαγασκαρηνοί), οι Αυστρο-Ασιανοί (οι αρχικοί αυτόχθονες σε Ινδία και Ινδοκίνα, κυρίως Χμερ, Βιετναμέζοι, Μον & Μουντα), οι Χμογκ-Μιεν, οι Καμ-Τάι (Κανταϊ), οι Σινο-Θιβετανοί (οι οποίοι εξέλαβαν το δώρο της σιτοκαλλιέργειας αρκετά νωρίς, κατά την διάρκεια της θρυλικής δυναστείας Σαγκ, προφανώς από Άρυους της Κεντρικής Ασίας: σε Βακτρία-Μαργιανή (της Πρώιμης Εποχής του Ορειχάλκου, γνωστή και ως πολιτισμός π. Ώξου, 2300-1700 π.Χ), και σε Τοχαρία), και οι Δραβίδες.
Στην Βίβλο, η κοσμοπλημμύρα των μετακινούμενων Αριοευρωπαίων & Χαμιτοσημιτών αποδόθηκε στους υποτιθέμενους απόγονους των γιων του Νώε. Οι απόγονοι των Σημ, Χαμ, αλλά και Ιαφεθ -όνομα που θυμίζει τον εξίσου μυθικό τιτάνα Ιαπετό, παππού του Δευκαλίωνα και της Πύρρας- σάρωσαν, κατέκλυσαν την οικουμένη. Ομάδες από Χαμιτοσημίτες & Αριοευρωπαίους κατέκτησαν, αφομοίωσαν, εκτόπισαν ή εξολόθρευσαν πολλούς λαούς εξίσου ή περισσότερο πολιτισμένους, αλλά φευ λιγότερο δυναμικούς.
Γνωρίζουμε πραγματικά λαμπρούς λαούς που ανήκαν σε έτερες γλωσσικές ομάδες, όπως η νειλο-σουδανική που αναπτύσσεται στην Αφρική, λόγω της καλλιέργειας κεχριού (pearl millet) και ζαχαρόχορτου (σόργον ~ sorghum), και η οποία φέρεται να πυροδότησε τον σχηματισμό του Μεγαλιθικού Πολιτισμού της Δυτικής Ευρώπης, αλλά και την πολιτιστική έκρηξη της προδυναστικής Αιγύπτου! Σε αυτήν ενδεχομένως ανήκαν και οι γλώσσες των Κυκλώπων (στην μτγ Ζευγιτανία), των Αιθιόπων (στην μτγ Τριπολιτανία) & των Φαιάκων (νήσος Μάλτα, Φαίακες = Γκρίζοι) των ελληνικών μύθων, όπως επίσης και η νουβική, η λαλιά της 25ης δυναστείας της Αιγύπτου, αυτής των μαύρων φαραώ. Σήμερα η νειλο-σουδανική περιλαμβάνει πολλές γλωσσικές υποομάδες, με γλώσσες όπως η σονγκαϊ (εξού και η πάλαι ποτέ αυτοκρατορία με έδρα στο Γκάο, και συμπρωτεύουσα το θρυλικόΤιμπουκτού), η κανουρι (στα πέριξ του π. Νίγηρα), η λανγκο & αχολι (που μιλιούνται από πολύπαθους λαούς στην Ουγκάντα), η ντινκα μαζί με την φουρ (που μιλιέται στο Νταρφουρ) και την νουερ (οι λαλιές των λαών που καταδυναστεύονται στο νότιο Σουδάν), η νουβική (μια σύγχρονη εκδοχή της αρχαίας γλώσσας), η μασάι (στην Κένυα, μιλιέται από τον ομώνυμο λαό που, με την φήμη του, έλκει στίφη τουριστών) και η λουο (επίσης στην Κένυα, που αποτελεί την προγονική λαλιά του Προέδρου των ΗΠΑ, Μπαρακ Χουσεΐν Ομπάμα).
Άλλη γλωσσική ομάδα που βλάφτηκε, αν και τελικά επιβίωσε, από την επέλαση των σιτοδίαιτων πολεμιστών, είναι η προχωρημένη και πολυπληθής δραβιδική η οποία ξεκίνησε την λαμπρή πολιτιστική σφαίρα της Ινδίας, ακόμα παρούσα με θυγατρικές γλώσσες όπως η Μπραχούι, η Κανναντα, η Τελουγκου, η Ταμίλ, και η Μαλαγιαλαμ. Στον Καύκασο άντεξαν τρεις επιπλέον ενδιαφέρουσες γλωσσικές ομάδες, δηλαδή η αντυγαμπζα (των Τσερκέζων, των Αντυγαίων, των Καμπαρντίνων, των Αμπαζα και των Αμπχαζίων, όπως και των προγόνων τους, που κάποτε κάλυπταν τεράστιες εκτάσεις στην Ανατολική Ευρώπη, την Σαρματία), η ναχο-νταγκεστάνια (των Τσετσένων, των Ιγκουσετών και των πολυάριθμων φυλών του Νταγεστάν, η "Χώρα των Βουνών" σε άπταιστα αραβοτουρκικά, την οποία οι Ρωμαίοι την αποκαλούσαν "Αλβανία", ήτοι "Λαμπρή/Λευκή Χώρα", αν και αυτή η χώρα είχε ευρύτερη έκταση περιλαμβάνοντας και την περιοχή Σιρβάν της Ατροπατηνής/Αζερμπαϊτζάν: Απευθείας απομεινάρι της κοινής εκκλησιαστικής γλώσσας που χρησιμοποιούνταν από την Ορθόδοξον Εκκλησία σε αυτήν την Αλβανία (<-- Αλουανκ), αποδείχτηκε πρόσφατα ότι είναι η γλώσσα των Ουντι, του νταγκεστάνιου κλάδου) και η καρτβελική (των Γεωργιανών, των Μιγκρέλιων και των Λαζών).
~ η εθνοκάψουλα του Kαvκάcoυ ~
Ο Καύκασος αποτελεί μέχρι σήμερα καταφύγιο για δεκάδες λαλιές:
καρτβελικές, ναχ-νταγκεστάνιες, αντυγαμπζα, αριοευρωπαϊκές, αλταϊκές!
Σύμφωνα με περίφημη γλωσσολογική μελέτη του Γεωργιανού Θωμά Γκαμκρελιντζε και του Ρώσου Β. Ιβανώφ, η γλώσσα του αρχικού έθνους των Αριοευρωπαίων προσιδίαζε με τις γλώσσες της καρτβελικής ομογλωσσίας. Ενδεχομένως οι Αριοευρωπαίοι στην αρχική τους κοιτίδα να γειτνίαζαν προς τον βορρά με Καρτβέλιους, όπως βρίσκονταν σε επαφή με τους Σημίτες, προς τον νότο. Ύστερα από κάμποσους αιώνες εκρηκτικής παρουσίας των Αριοευρωπαίων στην Ευρώπη, θα επιζήσει μετά βίας μία γλώσσα Ευρωπαίων αυτοχθόνων, η βασκική.
οι λαλιές στην σημερινή Ευρώπη
Κατά την Αρχαιότητα, έλαμψαν στο κατοπινό Ιράκ και οι απίστευτα προοδευμένοι Σουμέριοι, λαός που κάποτε κατοικούσε σε ολόκληρη την Μεσοποταμία, αν και μιλούσε γλώσσα εξίσου μεμονωμένη όσο είναι σήμερα π.χ. η νιβχ στην ρωσική Μαντσουρία, η μπουρουσάσκι στο Μπαλτιστάν του Κασμίρ, η αινού στο Ιαπωνικό Αρχιπέλαγος, και η βασκική στα Πυρηναία Όρη. Τελικά, οι Σουμέριοι θα αφομοιωθούν από κύματα μεταναστών, διαδοχικά οι Ακκάδιοι, οι Αμορίτες, οι Κασσίτες, οι Ασσύριοι, οι Χαλδαίοι και οι Αραμαίοι, τέκνα της σουμερικής πολιτισμικής σφαίρας όλοι τους, πάντως. Κατά παρόμοιο τρόπο, είναι που οι Αριοευρωπαίοι θα αφομοιώσουν σχεδόν ολόκληρη την ακμάζουσα αλαρόδια γλωσσική ομάδα (συγγενείς των Κασσιτών), με γλώσσες όπως αυτές των Ουραρτού και των Χουρριτών, λίγο βορειότερα. Ανάμεσα στις λαοθάλασσες των Άρυων της Αριάνας (--> Ιράν) και των Σημιτών της Μεσοποταμίας, θα συνθλιβούν μέχρι λήθης και άλλοι λαοί, όπως π.χ. οι αυτόχθονες της οροσειράς Ζάγρος, η ύπαρξη των οποίων μόλις πρόσφατα τεκμηριώθηκε.
η διασπορά των Χουρριτών κατά την Εποχή του Ορείχαλκου,
με αφετηρία τα βουνά της ανατολικής Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν
Έτσι, οι αρμενόφωνοι άνθρωποι των κατοπινών εποχών, σαφώς και θ'αποτελέσουν φυλετικούς απόγονους και των Αλαροδίων (ή Ουραρτού, ή Ναΐρι), αν και γλώσσες συγγενικές με αυτές των Αλαροδίων, μιλούν σήμερα μονάχα οι ολιγομελείς, αν και πολυάριθμες, φυλές της βορειοανατολικής καυκασιανής oμογλωσσίας (ή ναχ-νταγκεστάνια), ενός κλάδου - απομεινάρι από την αρχαία αλαρόδια ομογλωσσία. Εν τούτοις, οι αλαροδικές φυλές, πανίσχυρες από κάποια στιγμή και μετά, ύστερα από την εξημέρωση του ίππου, και την χρησιμοποίησή του στην τέχνη του πολέμου, είχαν επικρατήσει στην αρχική κοιτίδα των Αριοευρωπαίων, παρόλο που οι Αριοευρωπαίοι θα εξαπλώνονται ραγδαία σε Ανατολή (Ιράν, Ινδία και Τοχαρία) και Δύση (Ανατολία κι Ευρώπη). Οι Αρμένιοι θα δημιουργηθούν αρκετά αργότερα, από την ανάμειξη Φρύγων κατακτητών (Μούσκοι) από την ελληνική Δύση, με τον λαό Ναϊρι, τους Ουραρτού (εξού και Αραράτ, το όρος όπου προσγειώθηκε η κιβωτός του Νώε, ουσιαστικά το συμβολικό ground-zero των Αριοευρωπαίων, που αργότερα υιοθετήθηκε και ως ιστορία της Βίβλου) των ασσυριακών πηγών, τους Αλαρόδιους των ελληνικών πηγών, ενός αλαροδικού υποστρώματος, συγγενικού με τους Χουρρίτες.
Σίγουρα η μεγάλη ποικιλία των λαών που μιλούν σήμερα γλώσσες καταγόμενες από τις αρχικές λαλιές των Χαμιτοσημιτών και των Αριοευρωπαίων, δεν οφείλεται μόνο στην ευρεία γεωγραφική εξάπλωσή τους, αλλά προκλήθηκε κι από την αλληλεπίδρασή τους με τους κατά τόπους αυτόχθονες λαούς. Άλλο παράδειγμα αποτελούν οι λαοί που μιλούσαν σκυθικές διαλέκτους αναμείχθηκαν δεόντως με Αντυγες (Αντυγαιοι, Αντυγαμπζα, Κιρκάσιοι, Τσερκέζοι), σχηματίζοντας τις ονομαστές σαρματικές φυλές, μία εκ των οποίων ήταν οι Αλανοί, γλωσσικό υπόλειμμα των οποίων αποτελούν οι Οσσέτες. Όμως, μερικής αλανικής καταγωγής είναι δεκάδες έθνη της Ευρώπης, από τους Καταλανούς και τους Έλληνες, έως τους Ρώσους και τους Τάταρους της Κριμαίας. Επιπλέον, οι Αντυγαμπάζιοι και οι Σαρμάτες από κοινού συνέβαλλαν στην τύπου "Σάτεμ" διαφοροποίηση των βαλτο-σλαβικών γλωσσών, από ένα συμπαγή βαλτο-σλαβο-γερμανικό κλάδο της αριο-ευρωπαϊκής ομάδας. Φυσικά οι ομιλούντες αριο-ευρωπαϊκές γλώσσες αλληλεπιδρούν και μεταξύ τους. Π.χ. οι Γαλάτες που σχεδόν άπαντες έγιναν λατινόφωνοι. Ακόμα πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι αγγλόφωνοι, που ουσιαστικά μιλούν τρεις αριο-ευρωπαϊκές γλώσσες ενσωματωμένες σε μία, ήτοι φρισική (εκ της γερμανικής ομογλωσσίας), λατινική (η κλασική λατινική της Εκκλησίας), και γαλλική (φράγκικη, langue d'oil).