Ο βασιλεύς αυτοκράτωρ Αλέξιος Γ΄ παντρεύει τις κόρες του: Την Ειρήνη με τον Αλέξιο Παλαιολόγο και την Άννα με τον Θεόδωρο Λάσκαρη Τζαμάντουρο. Ο Λάσκαρης, που είναι μερικώς τουρκικής καταγωγής, περιγράφεται ως ένας θαρραλέος νεαρός και άγριος πολεμιστής. Η τρίτη κόρη, η Ευδοκία, είναι ήδη παντρεμένη με τον Στέφανο Β΄, άρχοντα της Ρασκίας (ή ζουπάνος της Ράσκας, ουσιαστικά βασιλιάς της Σερβίας).
Ο Ιβάνκο-Αλέξιος στασιάζει στο Αιμιμόντο (το θέμα Φιλιππουπόλεως). Οπότε στέλνεται δύναμη καταστολής εναντίον του. Όμως ο Ιβάνκο αιχμαλωτίζει σε ενέδρα τον αρχηγό της δύναμης μαζί με το επιτελείο του, τον πρωτοστράτορα Μανουήλ Καμύτζη, τον οποίο και πουλάει στον τσάρο αυτοκράτορα Καλογιάννη.
Εν τω μεταξύ, το ρωμαίικο πλώιμον (ο αυτοκρατορικός στόλος), με επικεφαλής τον υποναύαρχο Στεριόνη, συντρίβει την αρμάδα του Γενουάτη πειρατή Γαφόρη. Εν τούτοις, οι κάτοικοι του δουκάτου της Κέρκυρας (νήσος Κορυφώ) παραδίδονται στην προστασία του Γενοβέζου πειρατή Λέοντα Βετράνου Καφάρο, ανθρώπου του Γαφόρη που καταφεύγει στο νησί κατακτώντας το φρούριο του Παλαβίου.
Γενοβέζοι δραστηριοποιούνται και στην Κρήτη, όπου προβαίνουν σε οχύρωση θέσεων ανά την μεγαλόνησον, τα επονομαζόμενα Καστέλια (= Castles).
Ένας θείος του βασιλιά αυτοκράτορα Αλεξίου Γ΄, ο Ιωάννης Άγγελος Κομνηνός, ο Δούκας, διεκδικεί ανεπιτυχώς την πορφύρα. Στη συνέχεια στασιάζει και ο νόθος γιος του, Μιχαήλ, που ενώ είναι δούκας του θέματος των Μυλάσων (Καρία), ξεσηκώνει τοπική ανταρσία και οργανώνει τον λαό της δικαιοδοσίας του ώστε ν' αποκρούσει την αυτοκρατορική αντεπίθεση. Όμως ηττάται και αυτός. Οπότε καταφεύγει στην Κόνυα, δηλαδή στο Ικόνιο, την έδρα του ανταγωνιστικού σουλτανάτου της Ρωμανίας.
Ο Ρως πρίγκηψ Νεαπόλεως (κνυάζ του Νόβγκοροντ, αιρετός!) & μέγας ηγεμών του Κιάβου (βέλικυι κνυαζ του Κιέβου), τρισέγγονος του βέλικυι κνυάζ Βασιλείου (Βλάντιμιρ ή Βολόντιμιρ Β') του «Μονομάχου», Ρωμανός Μστισλάβιτς ο «Αυτοκράτωρ», ανακτά ρωσικά εδάφη που τελούσαν υπό ουγγρική κυριότητα από το 1188, και συσπειρώνει τους κατοίκους της περιοχής, ιδρύοντας την ηγεμονία Γαλικίας & Βολυνίας, που θ'αποδειχτεί ο θεμέλιος λίθος της κατοπινής Ουκρανίας.
Οι κτήσεις των πολυάριθμων ηγεμόνων Ρως εκτείνονται από τον θύλακα Ταμάταρχα/Μάταρχα (Η αρχ. ελληνική Ερμώνασσα, μητρόπολη του φιλελευθέρου ελληνιστικού έθνους των Βοσπορανών, ως η ρωσική ηγεμονία του Τμουταρακαν, πλέον) βαθιά εντός της νομαδικής αυτοκρατορίας των Κουμάνων, μέχρι την παγερή Λευκή Θάλασσα, με δεκάδες νέα έθνη να εκχριστιανίζονται, κυρίως σλαβικά και ουραλικά, και να συμμετέχουν στο ρωσικό έθνος. Π.χ μόλις το 1115 ξεκινάει ο προσηλυτισμός των Βιάτιτσων, αν και με παράπλευρη απώλεια, την θανάτωση από εμπαθείς του φωτιστή τους, του Αγίου Κουξα εκ των Σπηλαίων του Κιέβου. Πάντως οι Σκανδιναυοί Ρως κνυαζ ( =πρίγκιπες/δούκες/ηγεμόνες), υιοθετούν και την σλαυική χωρική οριοθέτηση, με τους όρους Λευκή, Μαύρη, Ερυθρά, Πράσινος, για τις κύριες κατευθύνσεις Βορράς, Νότος, Ανατολή, Δύση, αντίστοιχα:
Ν. ως Λευκή Ρουσσία αρχικά εννοούνταν τα πέριξ της Μπέλο Οζερο και του Παλαιού Νόβγκοροντ (πριν κατέβει η ονομασία στη σημερινή Μπελαρούς),
S. ως Μαύρη Ρωσσία/Ρουσθηνία εννοούνταν οι επίκτητες κτήσεις των Ρως νοτιώτερα, εντός των Βαλτικών Χωρών (επίσης εντός και της σημερινής Μπελαρούς), η Βολυνία,
E. ως Κόκκινη Ρωσία/Ρουθηνία εννοούνταν η περιοχή του Γκαλίς, Γαλικία (η δυτική εσχατιά της σημερινής Ουκρανίας), συνήθως περιλαμβάνοντας και την Ποδολία (άρα άπασα η δυτική Ουκρανία, επίσης «Ουκραΐνα της Δυτικής Όχθης»),
W. ως Πράσινη Ρωσσία εννοούνταν η Καρπαθική Ρουθηνία, ακριβώς δυτικώς της Κόκκινης Ρωσσίας.
ρήξ Ρισάρ των Πλανταζενέ
δουξ Νορμανδίας τε και Ακουιτανίας
κόμης Μαΐν & Ανζού (Κενομαννικόν & Ανδεγαυίαν)
βασιλεύς Ιγγλιτέρρας (Αγγλία)
Κατά την διάρκεια πολιορκίας επί γαλλικού εδάφους, σκοτώνεται από δυνάμεις του ρηγός της Φραγκίας, Φιλίππου Αυγούστου, ο ρήγας της Αγγλίας, ο επιζήμιος για τον Ελληνισμό, Ριχάρδος ο «Λεοντόκαρδος (Coeur-de-Lion)».
~Χορασμία~
Στην Ασία, πεθαίνει ο Χοράσμιος σάχης, Τουκούς Σαχ, και τον διαδέχεται ο Μοχάμμαντ Αλαουντίν. Ιρανικής πολιτιστικής ταυτότητας, οι Χοράσμιοι Σάχες έχουν ξεκινήσει αρχικά από υποτελείς του Σελτζούκου μεγάλου σουλτάνου του Ισπαχάν, ενώ αργότερα έγιναν υποτελείς του περιφερειακού Σελτζούκου σουλτάνου του Μερβ (η αρχαία Μαργιανή Αλεξάνδρεια). Στη συνέχεια αναπτύσσονται θεαματικά, καταφέρνοντας ν’απορροφήσουν τις διάσπαρτες ηγεμονίες των Σελτζούκων, με την εξαίρεση όμως της ισλαμικής Ρωμανίας. Εν τούτοις, το πιο εξαιρετικό τους γνώρισμα είναι τ’ότι παρόλο που αποτελούν δυναστεία τουρκική και ισλαμική, εν τούτοις συμβάλλουν στην αναβίωση του Iρανικού Πολιτισμού. Εν τω μεταξύ, ο επίσης τουρκικός και ισλαμικός οίκος των Γουριδών (1148–1215) ολοκληρώνει την κατάκτηση της βόρειας Ινδίας, περιλαμβανομένης και της μακρινής και πολυπληθούς Βεγγάλης.