Ευρισκόμενοι στην Βενετία, οι αρχηγοί της Δ΄ σταυροφορίας εναντίον των Απίστων, που έχει κηρύξει από την ανάρρησή του ο πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ (1198-1216), συμφωνούν να πληρώσουν στην Γαληνοτάτη Δημοκρατία του Αγίου Μάρκου 85.000 ασημένια Μάρκα για την μεταφορά στους Αγίους Τόπους, 4.500 ιπποτών, 9.000 ιπποκόμων, και 20.000 πεζικάριων. Οι Βενετοί θα συνοδεύουν την νηοπομπή με πενήντα γαλέρες, ενώ θα παρέχουν και προμήθειες για εννέα μήνες. Όμως θα τους παραχωρηθούν τα μισά από τα τυχόν κατακτημένα εδάφη. Οπότε η Βενετία ξεκινά αμέσως την ναυπήγηση του κατάλληλου μεταγωγικού στόλου.
Ο τσάρος αυτοκράτωρ Βλάχων & Βουλγάρων (1197-1207), ο Καλογιάννης της δυναστείας Ασάν καταλαμβάνει τις βλάχικες (ρωμαίικες) πόλεις Κωνστάντζα (Κωνσταντία) και Βάρνα (αρχ Οδησσός). Επίσης καταφέρνει να αναγνωριστεί από την ρωμαίικη διπλωματία, ως ντε φάκτο ηγεμών όλων των χωρών από την Μαύρη Θάλασσα μέχρι τον ποταμό Βαρδάρη/Αξιό, και μέχρι το Βελιγράδι.
~Λαντζαύρα~
η Βουλγαρία των Ασάν
Ο Προσακός (σλαυιστί Προσεκ/Προceκ) απεικονίζεται ως έδρα αυτονόμου θύλακος,
υπό την αυθεντία του Ντόμπρομιρ Χρυσού (Добромѝр Хриз, 1196-1202),
στην κοιλάδα του π. Βαρδάρη (αρχ. Αξιός), ανάμεσα
από το Πετρίτσι και το Πρίλαπον.
Ο Ρωμιο-Δρογουβίτης ξάδελφος του Αλεξίου Γ΄, ο πρωτοστράτωρ Μανουήλ Καμύτζης, που κρατούνταν σε βουλγαρική φυλακή, εξαγοράζεται από τον εξίσου Δρογουβίτη άρχοντα του Προσακου και πρώιν γαμπρό του, τον Ντόμπρομιρ Χρυσό. Όταν ο βασιλεύς αυτοκράτωρ Αλέξιος Γ΄ Άγγελος αρνείται να καταβάλει το αντίτιμο των λύτρων που πληρώθηκαν, ο Χρυσός μαζί με τον Καμύτζη στασιάζουν, καταλαμβάνουν την Πελαγονία (Μπιτόλα) και το Πρίλαπον (Πριλεπ, ΠρHΛeπ, μτγ Περλεπές), ενώ επιδράμουν κι έως την κοιλάδα των Τεμπών. Απελπισμένος ο Αλέξιος Γ΄, επειδή δυσκολεύεται να συγκεντρώσει πιστό στρατό, ελευθερώνει τον γιο του Ισαάκιου Β΄, τον Αλέξιο, κανονίζοντας έτσι ώστε να εκστρατεύσουν μαζί εναντίον του Χρυσού και του Καμύτζη.
έμβλημα της Πιζανής Δημοκρατίας
Όμως ο νεαρός Αλέξιος, έχοντας άλλα κατά νου, δραπετεύει με την βάρκα ενός πιζανού πλοίου, με το πλοίο αυτό αναχωρεί για Σικελία και τελικά φτάνει στο Χάγκεναου της Σουαβίας, όπου βρίσκεται η αδελφή του, Ειρήνη Αγγελίνα, και ο 2ος σύζυγός της, ο Φίλιππος της Σουαβίας, ο ένας από τους 2 Νεμιτζούς αυτοκράτορες. Εκεί συναντά επίσης έναν ξάδελφο του Φιλίππου, τον Βονιφάτιο από τον οίκο των Αλεράμων, έναν από τους αρχηγούς των σταυροφόρων και αδελφό του Κορράδου του Μομφερρατικού, συζύγου της θείας του, αδελφής του Ισαάκιου Β΄, της Θεοδώρας, πριν την αφήσει για χάριν της ρήγισσας Ισαβέλλας της Ιερουσαλήμ. Ο Αλέξιος του Ισαάκιου Β΄ προσπαθεί να πείσει τις υψηλές του γνωριμίες να τον βοηθήσουν στην εκθρόνιση του θείου του, του Αλεξίου Γ΄, ακόμα και με την χρήση της στρατιάς των σταυροφόρων. Το εγχείρημα φαντάζει μεγάλο και δύσκολο, όμως ο Αλέξιος κερδίζει την συμπάθεια των δύο ξαδέλφων και των ανθρώπων τους, αφού σκορπά γενναιόδωρα υποσχέσεις, ενώ τον στηρίζει και η αδελφή του, Ειρήνη, που είναι ιδιαιτέρως δημοφιλής στους Νεμιτζούς, παρόλο που είναι Ελληνίδα και χήρα του εχθρικού Νορμαννού ρήγα της Σικελίας, Ρογήριου Γ΄. Γερμανός συγγραφέας την περιγράφει ως “Ρόδον χωρίς αγκάθι, περιστερά δίχως δόλον”.
Εν τω μεταξύ, ο Λέων Σγουρός, άρχων της Ναυπλίας από το 1198, στασιάζει εναντίον του Αλεξίου Γ΄ και επεκτείνεται προς τα βόρεια, προσαρτώντας σταδιακά το θέμα των Ελλαδικών (Ελλάς). Για να τον αντιμετωπίσει ο Αλέξιος Γ΄, του στέλνει την κινούμενη συμφορά, τον Μιχαήλ Δούκα Κομνηνό, τον οποίο αμνηστεύει και διορίζει δούκα του θέματος της Πελοποννήσου (Μορέας). Όμως, ο Μιχαήλ αντί να αντιμετωπίσει τον Λέοντα Σγουρό, που κατέχει ανόμως τμήμα του Μορέα, προτιμά ν’ασχοληθεί με την προσάρτηση στην προσωπική του κυριότητα, αυτοκρατορικών εδαφών στην ηπειρωτική Ελλάδα, τα οποία εξασφαλίζει μέσω του γάμου του με την χήρα του Σεναχερείμ, του Αρμένιου δούκα του θέματος της Νικοπόλεως (Ήπειρος & Αιτωλία).
Αλλεπάλληλοι σεισμοί κοστίζουν αμέτρητες ανθρώπινες ζωές σε Αίγυπτο, Συρία και άλλες χώρες της Ανατολής. Παρόμοιων συνεπειών γεγονός δεν έχει καταγραφεί ποτέ άλλοτε στην Ιστορία.
Στην Λιβονία, ο επίσκοπος Αλβέρτος ιδρύει την πόλη Ρίγα, ως ορμητήριο για την κατάκτηση των Λιβονών και των Λετονών. Αλλά και η ακμάζουσα ρωσική ηγεμονία του Νόβγκοροντ (= Νεάπολη, ρωσιστί), που βαθμιαία μετατρέπεται σε δυναμική εμπορική δημοκρατία, δέχεται την επίθεση μιας σουηδικής στρατιάς. Η επίσης ρωσική μεγάλη ηγεμονία του Βλάντιμιρ-Σουζνταλ δέχεται επίθεση από τους Καμαίους Βούλγαρους, τους προγόνους των σημερινών Τσουβάσων, της περιοχής των π. Βόλγα και Κάμα.