Η πρώτη αναφορά σε «Λακεδαιμόνα» (= «το πνεύμα των Λακέων», εκλιπούσα ονομασία τόπου ή φυλής, ενδεχομένως λελεγική) γίνεται σε πινακίδα με γραφή Γραμμικής Β' από την Θήβα, όπου έχει καταγραφεί το όνομα ή προσωνύμιο Λακεδαιμόνιος:
Ρα - Κε - Δα - Μο - Νι - Ιο
Δυο γενιές ύστερα από την εποχή του Τρωικού Πολέμου (που συνέβη κατά την διάρκεια της βασιλείας της φαραώ Θουόριδος/Τ'ουζερτ στην Αίγυπτο, [1197]1191-1189 π.Χ), η θρυλική «Λακεδαιμόνα» κατακτάται από τον Ηρακλείδη άρχοντα Αριστόδημο, ο οποίος υποδουλώνει τους Λέλεγες ιθαγενείς και την αχαϊκή άρχουσα τάξη τους, ενδεχομένως ακόμα και ως πρώιμους είλωτες.
Γύρω στο 900 π.Χ, και ενώ η εξουσία των Αριστοδημιδών έχει εξασθενήσει, στην βόρειο μεθόριο της Λακωνίας, και συγκεκριμένα στην άνω κοιλάδα του π. Ευρώτα, συνοικίζονται τέσσερα -κατ'άλλους πέντε- χωριά, για την αύξηση της αμυντικής τους ικανότητας. Είναι οι κώμες Μεσόα, Λίμναι, Κυνοσούρα, Πιτάνα[, Δύμα], που ιδρύουν την Σπάρτα.
Οργανώνοντας συνεχώς, και με αυξανόμενη κλίμακα, την άμυνα της περιοχής, οι κάτοικοι της Σπάρτης αποκτούν το γόητρο που τους επιτρέπει να επιβληθούν σε όλη την Λακεδαιμόνα, αλλά και να παραγκωνίσουν τους Αριστοδημίδες!
Μέχρι τα μέσα του 8ου αι π.Χ, αυτοί οι Σπαρτιάτες κυριαρχούν σε ολόκληρη την κοιλάδα του π. Ευρώτα, κατακτώντας πόλεις όπως οι Γέρονθρες (το σημ. Γεράκι) και η Φάρις, ενώ μπαίνουν και στην πρωτεύουσα των Αριστοδημιδών, Αμύκλες.
Οι υποταγμένοι Αχαιοί και Λέλεγες των εκβολών του π. Ευρώτα, δηλαδή στην περιοχή Έλος, υποπέφτουν σε καθεστώς δουλείας λαμβάνοντας και το υποτιμητικό όνομα Είλωτες, εκ του τοπωνυμίου Έλος.
Πάντως, με τον καιρό οι κυριότεροι δύο από τους οίκους των πολέμαρχων που διοικούν την Σπάρτη, μυθοπλάττουν ανάγοντας την καταγωγή τους στους διδύμους γιους του Δωριέα βασιλέα των Λακεδαιμονίων Αριστοδήμου και της Αργείας, τον Προκλή και τον Ευρυσθένη, τα παιδιά που ανέθρεψε ο θείος τους, ο θρυλικός Θηρ ή Θήρας, αδελφός της Αργείας και γιος του πρόσφυγα στην Λακωνία, Αυτεσίωνα του Τισαμενού, άρα και απόγονος του Κάδμου, που λίγο αργότερα -όταν θα έχουν ενηλικιωθεί οι Αριστοδημίδες αδελφοί- θα ιδρύσει δωρική αποικία στην νήσο Καλλίστη, την κατοπινή Θήρα (Σαντορίνη <-- Σάντα Ειρήνη).
Οι Έλληνες συνδιαμορφώνονται με μη-Έλληνες σε όλη την Μεσόγειο. Παράδειγμα τέτοιας σύντηξης αποτελεί και η Ίτανος, πόλη-κράτος Ετεοκρητών, που θα συμμετάσχει ενεργά στην ίδρυση της Κυρήνης το 630 π.Χ, από κοινού με την Θήρα. Οι Ετεοκρήτες, δηλαδή οι γνήσιοι Κρήτες, αποτελούν απογόνους των αυτοχθόνων Μινωιτών.
Όπως φαίνεται και στο παράπλευρο νόμισμα, οι Ιτάνιοι λατρεύουν την θάλασσα και τα πλάσματά της.
Εν τω μεταξύ, επώνυμοι των νέων βασιλικών οίκων της Σπάρτας, καθίστανται ο γιος του Σόου, Ευρυπών, και ο Άγις, υποτιθέμενοι απόγονοι του Προκλέους και του Ευρυσθένους, αντίστοιχα. Είναι υπό την ικανή διοίκηση των Ευρυπωντιδών από τις Λίμνες, και των Αγιαδών από την Πιτάνα, που η Σπάρτη αποκτά ηγεμονικό ρόλο στην Πελοπόννησο, και την Ελλάδα, από τα μέσα του 6ου αι π.Χ.
Ενδεικτικά, το 546 π.Χ, ο Εχέστρατος Αγιάδας φέρεται να κατακτά την νήσο Κύθηρα, και την πελασγική χώρα, Κυνουρία (εκτεινόμενη νοτιότερα από τα κλασικά της σύνορα, μέχρι τις πόλεις Ζάραξ & Γλαμπεΐς), μέχρι τότε κτήση του -επίσης δωρικού- κράτους του Άργους, που κυβερνάται ακόμα από απογόνους του Τήμενου.
~ πολεμιστές του 9ου - 7ου αι ~
Από αριστερά προς τα δεξιά, οι τύποι περικεφαλαίας είναι:
1. Αττική, 2. Κέγκελ, 3. Κρητική:
η εξέλιξη του Ιλλυρικού τύπου περικεφαλαίας, από την -χάλκινη ή καπρόδοντον- περικεφαλαία
των Μυκηναίων/Αχαιών, μέσω της Κρητικής, και μιας ακόμα παλαιότερης, της τύπου Kegel:
~ Ιλλυρική περικεφαλαία ~
Από αυτήν εξελίσσονται η Αττική (βελτίωση της οποίας θα αποτελέσουν η Χαλκιδική και η Θρακική,
αν και αρκετά αργότερα, κατά την διάρκεια της Ελληνιστικής Περιόδου) και η Κορινθιακή
~ Κορινθιακή περικεφαλαία ~
η εξέλιξη της περικεφαλαίας από την τύπου Kegel (παραλλαγή της οποίας, η Κρητική), μέχρι την Θρακική:
Κατά την διάρκεια του Α' Μεσσηνιακού Πολέμου (περίπου 757-720 ή 743-724 π.Χ, σύμφωνα με τις αναφορές του Διοδώρου του Σικελιώτου και του Παυσανίου του Περιηγητού), ο Ευρυποντίδης βασιλεύς Θεόπομπος, συντρίβει τον ομόφυλό του, τον Αιπυτίδη βασιλιά της Μεσσανίας. Ύστερα από σκληρές μάχες μεταξύ των Δωριέων, και την εκπόρθηση του κυριοτέρου μεσσηνιακού φρουρίου, της Ιθώμης, η Σπάρτα (--> Σπάρτη) προσαρτά και ολόκληρη την Μεσσανία (--> Μεσσηνία). Οι ιθαγενείς της κατακτημένης χώρας, Δωριείς, Αχαιοί και Λέλεγες, καθίστανται και αυτοί «είλωτες», δηλαδή εντάσσονται στην διακριτή εργασιακή τάξη με τα μειωμένα δικαιώματα, και με πλήρη υποταγή στο θέλημα των Σπαρτιατών ιδιοκτητών γης που τους διαχειρίζονται. Από τώρα και στο εξής και μέχρι την Θηβαϊκή Ηγεμονία, Μεσσήνιοι πρόσφυγες εγκαταλείπουν ομαδόν την δηωμένή τους πατρίδα, αναζητώντας καταφύγιο σε άλλες χώρες, ελληνικές και μη, όπως πχ η Ετρουρία. Όταν στις αρχές του 5ου αι πΧ, ο τύραννος του Ρηγίου, Αναξίλαος, καταλαμβάνει την Ευβοϊκή πόλη Ζάγκλη της Σικελίας, μαζεύει πολλούς από αυτούς εκεί, οι οποίοι και μετονομάζουν την Ζάγκλη, ως Μεσσήνη/Μεσσάνα/Μεσσίνα.
700 π.Χ
Εν τούτοις, ο πολυετής Α' Μεσσηνιακός Πόλεμος δεν αφήνει ούτε την Σπάρτη, ανέπαφη. Επιστρέφοντας στην Λακωνία, οι Σπαρτιάτες πολεμιστές διαπιστώνουν ότι οι γυναίκες τους έχουν τεκνοποιήσει με άλλους, ακόμα και με είλωτες. Προφανώς, οι Σπαρτιάτισσες διέθεταν την ελευθερία για να το κάνουν αυτό! Όμως, από τον αναβρασμό που ξεσπά, αναγκάζονται να αποχωριστούν από τα έφηβα πια παιδιά τους, που σχηματίζουν διακριτή τάξη, τους «Παρθενίες». Η λύση που εφευρίσκεται, δεν εκπλήσσει για τα δεδομένα της εποχής. Οι Παρθενίες εξαναγκάζονται να φύγουν από την Λακεδαιμόνα, αναζητώντας ομαδικά την τύχη τους πέραν από την θάλασσα, με αποικία στον γενναίο νέο κόσμο της Δύσης.
~ οι Δελφοί ~
Κατόπιν προτροπής του μαντείου των Δελφών, προς τον αρχηγό τους, Φάλανθο, οι Παρθενίες ιδρύουν τον Τάραντα το 706 π.Χ, σε νησίδα που ακόμα και μέχρι σήμερα αναβλύζει πόσιμο νερό, στα έγκατα του Castel Aragonese στη νησίδα Città Vecchia του Τάραντο. Λέγεται πάντως, ότι και πριν από τους Παρθενίες, ο Σπαρτιάτης βασιλεύς Πολύδωρος είχε προβεί σε μια πρώτη αποστολή αποίκων, ήδη από το 734 π.Χ. Κοντά στην Σπαρτιατική αποικία, λίγο νοτιώτερα στην ακτή, με εύφορη γη ως ενδοχώρα, κατάλληλη γι'αμπελουργία και σιτοκαλλιέργεια, προϋπήρξε παλαιότερη κρητική εγκατάσταση, το Σατύριον, το σημερινό χωριό Σάτουρο. Όμως από την ίδρυση του Σατυρίου μέχρι την ίδρυση του Τάραντα, μεσολαβεί η δημιουργία ..υδρογραφικής υπηρεσίας από το Μαντείο των Δελφών που εντοπίζει και χαρτογραφεί νησίδες με πόσιμο νερό ανά την Μεσόγειο. Εκτός από τον Τάραντα, τρανταχτό παράδειγμα αποτελούν και οι Συρακούσες, που ιδρύονται από τους Κορινθίους επί της νησίδας Ορτυγίας (Νᾶσος), όπου αναβλύζει γλυκό νερό που υποτίθεται ότι κατεβαίνει απ'την Πίνδο, και διέρχεται κάτω απ'το Ιόνιο Πέλαγος, σύμφωνα με τις αρχαίες μυθεξηγήσεις.
φάλαγγα σε εφόρμηση
οι δυο τρόποι χειρισμού του οπλιτικού ακοντίου
Μερικά χρόνια αργότερα, η εξασθενημένη Σπάρτη αντιμετωπίζει νέο αντίπαλο, τον δυναμικό τύραννο του Άργους, Φείδονα (περίπου 680-650 π.Χ.). Φερόμενος και ως ο εφευρέτης της φάλαγγας οπλιτών, ο Φείδων καταφέρνει και αναβιώνει το αρχαίο μεγαλείο του Άργους, αποκαθιστώντας την επικράτεια του Ηρακλείδη Τήμενου.
Αργείοι νικούν Αρκάδες οπλίτες
Ο Φείδονας επίσης ανανεώνει την αμφικτιονία της Καλαύρειας, ως συμμαχία κρατών εναντίον της σπαρτιατικής απειλής. Εναντίον των Σπαρτιατών, ο Φείδων συνασπίζει και τους Πισάτες, όπως και πολλούς από τους ατίθασους -όσο και μη Δωριείς- Αρκάδες. Κάπως έτσι, γίνεται δυνατή η συντριβή των Σπαρτιατών στις Υσιές, το 669/8 π.Χ, γεγονός που επιτρέπει στο Άργος, τόσο ν'ανακτήσει την Κυνουρία, μέχρι τις Πρασιές, όσο και να καταστεί κυρίαρχο στην Πελοπόννησο για αρκετές δεκαετίες.
Ο Φείδων δεν επαναπαύεται στις δάφνες του. Στη συνέχεια βοηθά τους Μεσσηνίους, που επαναστατούν μαζικά εναντίον των Σπαρτιατών. Κατά την διάρκεια αυτού του Β' Μεσσηνιακού Πολέμου (περίπου 660-640 π.Χ.), η Σπάρτα αντιμετωπίζει με συνέπεια Μεσσήνιους, Αργείους, Πισάτες και Αχαιούς. Τελικά, η Μεσσηνία υποτάσσεται εκ νέου, στο κράτος των Λακεδαιμονίων. Όταν η Σπάρτη θα πληγεί από ισχυρό σεισμό το 464, θα ξεσπάσει και Γ' Μεσσηνιακός Πόλεμος (464-454). Οι Μεσσήνιοι θα επιχειρήσουν και τότε μάταια, να αποτινάξουν τον ζυγό της Σπάρτης, οχυρωμένοι στην μητρόπολή τους Ιθώμη.
Όμως, ήδη κατά την διάρκεια του Β' Μεσσηνιακού Πολέμου καθίσταται σαφές στην Σπάρτη ότι δεν αρκεί πια η παρουσία λίγων εκλεκτών και υπεργυμνασμένων πολεμιστών που μάχονται εκ του συστάδην και ημίγυμνοι, με λίγα όπλα και με περίσσιο ηρωισμό. Οπότε οι Σπαρτιάτες αναπτύσσουν φάλαγγες οπλιτών, στο πρότυπο των πιο επικίνδυνων αντιπάλων τους, των Αργείων, αν και δυσκολεύονται στην επάνδρωση των οπλιτικών γραμμών (με βάθος οκτώ, συνήθως). Έτσι, διευρύνεται το σώμα μαχίμων της Σπάρτας, περιλαμβάνοντας και τους υποταγμένους Περίοικους, που επανδρώνουν με περηφάνια μόρες ολόκληρες, μονάδες λακωνικής φάλαγγας (στον ενικό μόρα, εκ της ίδιας ρίζας με την λέξη μόριον = τμήμα συνόλου), αντίστοιχες με τις τάξεις (εξού και οι μτγ ταξιαρχίες) των άλλων πόλεων-κρατών, όπως και πιθανή προέλευση του μεσαιωνικού γεωγραφικού όρου Μοριάς.
Οι μόρες αποτελούσαν τον κύριο κορμό του στρατού ξηράς των Λακεδαιμονίων, κατά την διάρκεια της Αρχαιότητας. Οι βασιλικές σωματοφυλακές και άλλα ειδικά τμήματα υπήρξαν πολύ μικρότερα σε μέγεθος. Το γόητρο της Σπάρτης περνούσε μέσα από τα ανδραγαθήματα των μόρων, όπως και η δόξα της Ρώμης περνούσε μέσα από την αποτελεσματικότητα των λεγεώνων.
Η κάθε μόρα της Αρχαίας Σπάρτης επανδρώνονταν τοπικά, όπως τα συντάγματα των Ζουλού, ή οι μεραρχίες της Νεώτερης Ελλάδας. Είχε αυτόνομη διοίκηση, και ήταν ιδιαζόντως αποτελεσματική κατά τον αχό της μάχης. Χωρίς να είναι σαφής ο ακριβής αριθμός τους, γνωστές είναι οι μόρες:
της Σπάρτας (η Α' μόρα, με τοτέμ: αρσενικό Γοργόνειον, κεφαλή ανδρός, στυλιζαρισμένη σε αποτροπαϊκή γκριμάτσα που θυμίζει Μαορί πολεμιστή. Πάντως το Γοργόνειον παραπέμπει και στην λατρεία της Χαλκιοίκου Αθηνάς),
των Αμυκλών (τοτέμ: πετεινός, ιερό ζώο του θεού Απόλλωνος),
των Γερονθρών (τοτέμ: σκορπιός, ιερό ζώο του θεού Άρη),
του Έλους (τοτέμ: ταύρος με ανάστροφα κέρατα),
της Σκιριτιδας (τοτέμ: γεράκι),
της Λιμνατίδας (τοτέμ: κύκνος, το ιερό ζώο των Λελέγων),
της Πύλου (τοτέμ: πάνθηρας, ιερό ζώο του θεού Διονύσου), και
της Στενυκλάρου (τοτέμ: κάπρος).
Η δόξα τους φαίνεται ότι παραμένει ζωντανή στην Πελοπόννησο, μέχρι και στις αρχές του Μεσαίωνα. Πέραν από την υιοθέτηση της οπλιτικής φάλαγγας, οι Σπαρτιάτες βελτιώνουν και την αντοχή των όπλων τους, εξελίσσοντας το κράμα σιδήρου που ήδη χρησιμοποιείται από όλους τους Έλληνες, μέσω σύντηξής του με άνθρακα. Δηλαδή φτιάχνουν ατσάλι!
Λακεδαιμόνιοι αποκαλούνται συλλογικά:
i) οι Σπαρτιάτες => απόγονοι των αρχικών κατοίκων στις κώμες Μεσόα, Λίμναι, Κυνοσούρα, και Πιτάνα, μα και στην αρχαία πρωτεύουσα Αμύκλες, που αρχικά επανδρώνουν πέντε λόχους οπλιτών, ως τις πιο επίλεκτες μονάδες των Λακεδαιμονίων, ενώ αργότερα σχηματίζουν τις μόρες της Σπάρτας και των Αμυκλών
ii) οι Περίοικοι => απόγονοι μη-Σπαρτιατών Δωριέων, αλλά κυρίως «κρεολοί» Δωριέων με Λέλεγες και Αχαιούς, συνολικά πολλοί περισσότεροι από τους Σπαρτιάτες.
iii) ορισμένοι από τους Είλωτες => Σ'εξαιρετικά κρίσιμες περιόδους στους πολεμιστές περιλαμβάνονται και -επιλεγμένες από την Κρυπτεία?- ομάδες Ειλώτων, που κυρίως αποτελούν εξαθλιωμένους απογόνους Λελέγων και Αχαιών βιλάνων.
Εν τούτοις, λόγω και της διαρκούς πολεμικής προσπάθειας, η Σπάρτη κλυδωνίζεται επικίνδυνα από εσωτερικές εντάσεις, πολιτικές και οικονομικές. Αυτήν την ταραγμένη εποχή είναι που επεμβαίνει στο πολίτευμα, ο σεβαστός Λυκούργος, με τις ανελαστικές «Ρήτρες» του, με τις οποίες επανιδρύει την πολιτεία των Λακεδαιμονίων.
Οπότε, με τον Λυκούργο και τις μεταρρυθμίσεις του (περίπου 650 π.Χ), η Λακεδαιμών αποκτά το γνώριμο πολίτευμα που την καθιστά θρυλική.
Βέβαια, όπως και ο λίγο μεταγενέστερος Δράκων που νομοθετεί στην Αθήνα, ο Λυκούργος εμπνέεται τους νόμους του, από το παροιμιωδώς αυστηρό Δίκαιον των κρητικών πόλεων-κρατών, ενώ και την εφαρμογή της Πολιτείας του, την προπαγανδίζει στους συμπατριώτες, μέσω της ποίησης του καλού του φίλου, Θάλητα από την κρητική Γόρτυνα. Ποικίλες κρητικές πόλεις-κράτη αποτελούν σταθερούς εταίρους των κατοίκων της Λακεδαιμόνας για όλη αυτήν την περίοδο, π.χ. βοηθώντας στον αποικισμό της Θήρας και του Τάραντα, και γενικότερα στηρίζοντας τις διεθνείς σχέσεις που διατηρεί η Σπάρτη, π.χ. με την πλούσια -όσο και φιλελληνική- Λυδία, όπως προδίδει και η καριέρα του Αλκμάνα.
λατρευτική στήλη του 540 π.Χ.
Με την ανανεωμένη τους πολιτεία, αλλά και την κοινωνία τους ραγδαίως μιλιταρίζουσα, οι Σπαρτιάτες θα ιδρύσουν Πελοποννησιακή Συμμαχία γύρω στο 556 π.Χ, ενώ θα κατακτήσουν εκ νέου την Κυνουρία, το 547 π.Χ. Πλέον, θα αποτελούν το δέος της Ελλάδας. Μην διαφέροντας οπτικά από τους οπλίτες άλλων κρατών, ως χαρακτηριστικό τους γνώρισμα οι δεινοί Λακεδαιμόνιοι πολεμιστές φορούν κόκκινο μανδύα, στην απόχρωση του αίματος, που θα καταστεί σύμβολο του σπαρτιατικού μιλιταρισμού, κατά την διάρκεια της Αρχαιότητας.
η έκταση της Πελοποννησιακής Συμμαχίας κατά την περίοδο 556-404 π.Χ
Στην διαμάχη του Άργους με την Σπάρτη, σημαντικό μπαλαντέρ αποτελεί η ναυκρατούσσα Κόρινθος, όπου στα τέλη του 8ου αι π.Χ. αναπτύσσεται η τριήρης, ως βελτίωση της προϋπάρχουσας διήρους. Με την ναυτική τους ισχύ, οι Κορίνθιοι ασκούν κυρίαρχη πολιτική, ιδρύοντας αποικίες σε στρατηγικής σημασίας τοποθεσίες (π.χ. Αμβρακία (--> Άρτα), Ανακτόριο (--> Πρέβεζα), Κέρκυρα (<-- Κόρκυρα <-- Γόργυρα <-- Τάφος), Επίδαμνος (--> Δυρράχιο), Απολλωνία (--> Φίερι), Συρακούσες, Ποτίδαια, ενώ συμμετέχουν και στην δημιουργία της πόλεως-εμπορείου Ναυκράτις, στην πάντα πλούσια Αίγυπτο), αρνούμενοι για καιρό να αναμειχθούν σαφώς στις διενέξεις των γειτόνων τους στην Πελοπόννησο. Τελικά όμως, τάσσονται με τους Λακεδαιμόνιους, εναντίον των Αργείων. Έτσι, στο εξής θα αποτελέσουν τον κυριότερο εταίρο των Λακεδαιμονίων στην Πελοποννησιακή Συμμαχία.
Ιωνική Δωδεκάπολη
Κατά την διάρκεια των Σκοτεινών Χρόνων (11ος - 9ος αι π.Χ), η Αθήνα αποκτά και διατηρεί ηγεμονικό ρόλο στην επικράτεια του οίκου των Μακάρων, και κυρίως στην κατοπινή Ιωνία, μέσω της δράσης των υιών του Κοδρίδου Νηλέως, που αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τις Αθήνες, όταν ηττήθηκε από τον χωλό αδελφό του, Μέδονα. Αυτό το γεγονός γίνεται η παραδοσιακή αφορμή για τον Α' Αποικισμό.
Τον 5ο αι π.Χ όμως, η Ιωνία αποτελείται από 14 πόλεις με ιερή έδρα το Πανιώνιο, κατανεμημένες ανά διάλεκτο):
Χίος (η πιθανότερη πατρίδα του Ομήρου), Ερυθρές
Σάμος (= ενδεχομένως "Βαθύ" στην λελεγική λαλιά, που με το όρος Κέρκη ή Κερκετέα, ενδεχομένως αποτέλεσε το απόρθητο "ύστατο καταφύγιο" των ιθαγενών της Ανατολίας εναντίον της χετταϊκής επεκτατικότητας κατά την Ύστερη Εποχή του Ορειχάλκου: το όρος Αριννανδα!)
Μίλητος, Μυούς, Πριήνη (από την Κλασική Εποχή και μετά, αποτελούν ενιαία πολιτική οντότητα)
Έφεσος, Ιασούς, Κολοφών, Κλαζομενές, Τεώς, Λέβεδος, Φώκαια
Σμύρνη (αιολική πόλη, που θα προσχωρήσει στους Ίωνες ήδη από το 699 π.Χ)
Γύρω από την Ιωνία, ακτινοβολούν και οι άλλες ελληνικές πόλεις της Ασίας, αιολικές και δωρικές, αλλά και οι πόλεις της Εύβοιας (Κύμη (οι μυθικές Αιγές, η έδρα της δυναστείας των Μακάρων..), Χαλκίς, Ερέτρια, Κάρυστος), των Κυκλάδων και του Σαρωνικού (Κόρινθος, Περαχώρα, Μέγαρα, Αίγινα, Ελευσίς, Αθήνα).
Οι Ιάονες/Ίωνες έχουν δημιουργηθεί μέσω του συγχρωτισμού Ελλήνων ιθαγενών με Πελασγούς εμιγκρέδες σε Αττική, Εύβοια, Κυκλάδες, αλλά και στην κοιτίδα των Πελασγών, την Ιωνία (η δυτική εσχατιά στην αρχική έκταση της Βορειο-Δυτικής Ανατόλιας ομάδας Αρίων, που υπήρξε πολλούς αιώνες πρωτύτερα, ανάμεσα στους ποταμούς Μαίανδρο και Άλυ), ύστερα από οργανωμένο αποικισμό της, υπό την αιγίδα της αθηναϊκής δυναστείας των Κοδριδών, έξι γενιές μετά από την γενιά του Τρωικού Πολέμου.
Λόγω της ομώνυμης εξέχουσας ελληνο-πελασγικής φυλής, που θα μεγαλουργήσει στην Μικρά Ασία και σε όλη την Ασία, η ονομασία «Ίωνες» θα εδραιωθεί στις χώρες της Ασίας ως ο κατεξοχήν εθνικός προσδιορισμός των Ελλήνων, σε διάφορες παραλλαγές:
Γιαβάννας, Γιαβάν, Γιουνάν, είναι οι προσαρμογές του «Ίωνες», αντίστοιχα στις ομογλωσσίες των Άρυων (περσικά & ινδικά), των Σημιτών (π.χ. ασσυριακή, φοινικική, εβραϊκή, αραβική, αμχαρική, γεεζική, τιγρέ, και τιγρινύα) και των Αλτάι (τουρκικές & μογγολικές λαλιές).
Στην Ιωνία είναι που ξεχωρίζει ανάμεσα στα έθνη και τους αιώνες ο Ελληνισμός, για την πρωτοπορία του! Η πολυύμνητος Ιωνία με τις δώδεκα πόλεις[-κράτη], καθίσταται φωτεινή αφετηρία της Επιστήμης και του Κοσμοπολιτισμού, των δύο κατεξοχήν επιτευγμάτων των Ελλήνων της Κλασικής Αρχαιότητας.
Όπως αναφέρει ο Robert Cohen (σ. 78, στο La Grèce et l'hellénisation du monde antique, 1934):
«..Στον ίσκιο των ναών της Αρτέμιδος, στην Έφεσο, ριζώνουν οι τραπεζίτες.
Η Κολοφών πλουτίζει με τον λιμένα της, το Νότιον, όπως και με το ονομαστό μαντείο της, στην Κλάρο.
Οι Κλαζομενές ειδικεύονται στο εμπόριο με την πάντα ζάμπλουτη Αίγυπτο.
Η Φώκαια αναπτύσσει γόνιμες σχέσεις στην Δύση (εκτός από την Λάμψακο στον Ελλήσποντο, οι Φωκείς ιδρύουν αποικίες κυρίως στην Δυτική Μεσόγειο, πόλεις πετυχημένες, όπως η Ὑέλη/Velia, επίσης γνωστή ως Ελέα, η Αλαλία/Aleria, η Μασσαλία/Marseilles, το Εμπορείον/Empúries, η Ρόδη/Roses, η Ιεράπολη/Hyères, η Αντίπολη/Antibes, η Μόνοικος/Μονακό, η Νίκαια/Nice, και το Ημεροσκόπειον).
Η εύφορη Χίος καθίσταται μεγάλη αγορά Δουλείας, αλλά αποτελεί και την πιθανότερη πατρίδα του Ομήρου, του θρυλικού δημιουργού της Ιλιάδος και της Οδύσσειας.
Από τον 8ο έως και τον 6ο αι, δεν πραγματοποιείται επιχείρηση τολμηρή, στην οποία να μην εμπλέκεται και η Μίλητος, με τις ογδόντα αποικίες, κυρίως εντός της Μαύρης Θάλασσας.
Μονάχα η Σάμος μπορεί να παραβγεί σε πλούτο την Μίλητο, αν και όχι σε θάρρος..»
γρύψ/γρύπας και περιηγητής σε νόμισμα του Επιζήνωνος, τυράννου των Αβδηριτών
Στην Ιωνία είναι που εμφανίζεται η μεθοδολογία της σκέψης, της μάθησης και της συσσώρευσης γνώσης που σήμερα ονομάζεται Επιστήμη! Οι πρώτοι διανοητές που μπορούν να προσδιοριστούν ως «επιστήμονες» είναι λοιπόν οι επονομαζόμενοι «Φυσικοί Φιλόσοφοι». Δεν υπήρξε συγκεκριμένη σχολή. Κοινός παρανομαστής των φυσικών φιλοσόφων είναι η επιδίωξη της Γνώσης, αντικείμενο που ενθαρρύνεται από τις πόλεις τους. Ενώ κάποιοι από αυτούς είναι αριστοκράτες και πολιτικοί, άλλοι είναι αστοί ή ακόμα και πιο ταπεινοί:
Θαλής - Μίλητος
Αναξαγόρας - Κλαζομενές
Αναξίμανδρος - Μίλητος
Αναξιμένης - Μίλητος
Πυθαγόρας - Σάμος
Ηράκλειτος - Έφεσος
Λεύκιππος - Άβδηρα
Ίων - Χίος
Εμπεδοκλής - Ακράγας, Σικελία
Ίππων - Σάμος, Ρήγιον, Μεταπόντιον, Κρότων
Δημόκριτος - Άβδηρα
Αρχέλαος - Αθήνα
Διογένης - Απολλωνία
Αιολική Δωδεκάπολη
(δεν περιλαμβάνει την έκταση της αιολικής διαλέκτου)
Φρικωνίς (σταδιακά λαμβάνει το όνομα Κύμη, που απλά σημαίνει Κώμη ή Πόλη),
Αιγές (τόσο αυτή η πόλη, όσο και η Φρικωνίδα, αντιγράφουν την μυθική πρωτεύουσα των Μακάρων, Αιγές ή Κύμη)
Μυρινα
Λάρισσα (πελασγική ονομασία)
Κίλλα (υπήρχε κατά την διάρκεια του Τρωικού Πολέμου, ως οικισμός των, συμμαχικών προς την Τροία, Λελέγων)
Αιγειρόεσσα
Γρύνεια
Πιτάνη
Τήμνος
Σμύρνη (θ'αποστατήσει από το Κοινό, για να προσχωρήσει στην Ιωνική Αμφικτυονία το 699 π.Χ)
Νέον Τείχος
Νότιον
η Λεσβία ποιήτρια Σαπφώ, από Αμερικάνο ζωγράφο, 1904
Δωρική Πεντάπολη -> Εξάπολη
Κως,
Κνίδος (= τσούχτρα),
Αλικαρνασσός (= αλς + καρνασσός, δηλαδή το «κέρατο» -δηλαδή η «γλώσσα γης»- στην ακροθαλασσιά, η σημ. Μποντρούμ (= φυλάκα, εκ της τουρκικής απόδοσης της λέξης «υπόδρομον», το Πετρώνιο/Petronium των Χοσπιταλιέρων, η αχαϊκή Ζεφυρία). Είναι η πατρίδα του Ελληνο-Κάρα Ηροδότου, του πατέρα της Ιστορίας),
Ιαλυσός,
Κάμειρος
Το βόρειο ήμισυ του ηπειρωτικού Ελληνισμού, από την Αιτωλία, μέχρι την Μακεδονία, παραμένει στάσιμο πολιτειακά, αφού κυριαρχείται από φυλετικά βασίλεια, με αναχρονιστική οργάνωση. Η φυλή των Μακεδόνων, συγγενική των Μαγνήτων (κοινή κοιτίδα τους η Πιερία, κατά την διάρκεια της Εποχής του Ορειχάλκου), και με λαλιά που προσομοιάζει και με την αιολική, και με την δωρική διάλεκτο, κατεβαίνει από τα ορεινά, και με ορμητήριο την Ημαθία, κατακτά την Πιερία και την Βοττιαία, σταδιακά αναπτυσσόμενη ως περιφερειακή υπερδύναμη, κατά την διάρκεια της Κλασικής Αρχαιότητας.
ο χώρος επιρροής του βασιλείου των Μακεδόνων,
αν και αρχικά η φυλή περιορίζεται σε Ημαθία, Πιερία, Βοττιαία και Αλμωπία
Η Ρώμη μάλλον ξεκίνησε την λαμπρή της ιστορία ως μεθοριακό ορμητήριο των Ετρούσκων, για την προς τον Νότο επέκτασή τους. Η ονομασία «Ρώμη» προέρχεται από το ουμβρικό «Ρούμα», που τυχαίνει ν' αποτελεί και την αρχική προφορά της ελληνικής λέξης «ρύμη», ήτοι ορμή, ροή, και τα συναφή, του π. Τίβερη ενδεχομένως. Η Ρώμη αναπτύσσεται χάριν της θέσεως της ανάμεσα σε εμπορικές οδούς, αλλά και λόγω των ..γεφυροποιών της. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο που ο ανώτατος αρχιερέας της Ρώμης, ο «Πόντιφηξ Μάξιμος», αρχικά απλώς αποτελούσε τον «Μέγιστο Γεφυροποιό» της πόλης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχει αυτούσια η λέξη «ρούμα = ροή» στην κρητική διάλεκτο της ελληνικής, όπως φαίνεται και στο τοπωνύμιο Παλαιόρουμα = παλαιό ρεύμα, παλαιά ροή.
Η πλειονότητα των Ρωμαίων είναι Λατίνοι που μιλούν γλώσσα του λατινο-φαλισκικού κλάδου της Αριοευρωπαϊκής Γλωσσικής Ομάδας. Όμως, από πολύ νωρίς, ο οικισμός τους καθίσταται κέντρο ελέγχου της χώρας του Λατίου, για μιαν άρχουσα τάξη Ετρούσκων, που προωθούνται από την ευρύτερη περιοχή της σημερινής Τοσκάνης.
Οι Ετρούσκοι (Ρασεννα ή Τυρσανοί ή Τυρρανοί ή Τυρρηνοί, εκ της αριοευρωπαϊκής λέξης «*τουρσα» --> ελληνική «τυρσίς» = πύργος, υψηλό μέρος, λόφος), όπως και οι Ταρτήσσιοι στην νότια Ισπανία άλλωστε, έχουν διαμορφωθεί ως λαός από την πρόσμειξη μη-Αριοευρωπαίων ιθαγενών με αποίκους που καταφτάνουν από την περιοχή του Αιγαίου σε αρκετά κύματα: Από το 6000-4500 π.Χ (δια θαλάσσης διάδοση της Γεωργίας στην Δυτική Μεσόγειο), στην περίοδο ~ 3800-1628 π.Χ (εποχή της μινωικής παρουσίας από το Αιγαίο μέχρι την Ισπανία), στη συνέχεια ~ 1250 - 1150 π.Χ (εποχή δράσης των επονομαζομένων από τα αιγυπτιακά χρονικά «λαών της Πράσινης Θαλάσσης», με την Ετρουρία να υποδέχεται Πελασγούς της Ασίας και Τεύκρους/Τρώες), και έως το ~ 1060 - 950 π.Χ (νέα εποχή των μαζικών μεταναστεύσεων, γνωστή και ως ο Α' Αποικισμός, έξι γενιές μετά από τον Τρωικό Πόλεμο).
Τυρρηνοί υπήρχαν και στο βορειοανατολικό Αιγαίο, π.χ. στη Λήμνο (Λήμνος. Άναφέρεται «Λαμνία» γυναίκα, γραμμικής Β' : Ra-Ma-Ni-Ja), όπου τους είχε εγκαταστήσει η δυναστεία των Μακάρων, ως μετοίκους από την Ετρουρία, και όχι το αντίστροφο, όπως διατείνονται οι πηγές του Ηροδότου. Η παρανόηση γίνεται κατανοητή, αν ληφθεί υπόψη ότι και Τυρρηνοί βρέθηκαν να κατοικούν στο βόρειο Αιγαίο στις αρχές του 13ου αι π.Χ, και Πελασγοί μεταναστεύουν σε πόλεις της Ετρουρίας, προερχόμενοι και από τις δυο πλευρές του Αιγαίου (από Πελασγιώτιδα [Θεσσαλία] προς την Άγυλλα/Καερε, και από την Πελοπόννησο προς την Πίσα --> Πίζα, αλλά και από την Ασία (<-- *ΑσσούFα) μαζί με Τεύκρους/Τρώες πρόσφυγες) από τα τέλη του 13ου αι π.Χ, και μετά!
Προφανώς έχοντας συναίσθηση της σχέσης τους με την Ανατολή, οι Τυρσηνοί/Ετρούσκοι θα αλληλεπιδρούν πάντα δημιουργικά με τους Έλληνες, αλλά και με τους Φοίνικες. Οι αυτόχθονες πρόγονοι των Ετρούσκων υποδέχονται με θέρμη και τους τελευταίους μετοίκους από την λαγγεμένη Ανατολή, και σιγά σιγά εξελίσσουν τα χωριά τους στις λοφοκορυφές, σε κανονικές πόλεις (900-750 π.Χ). Οι δυνατότερες από αυτές τις πόλεις, επιβάλλονται στην χώρα ως χαλαρή ομοσπονδία πόλεων-κρατών, και επεκτείνουν την κυριαρχία τους σχεδόν συνεχώς, μέχρι την έκπτωση των Ταρκυνίων από την Ρώμη, το 509 π.Χ. Οι Ετρούσκοι λατρεύουν οτιδήποτε ελληνικό, και αυτό έχει καταστεί προφανές από τα αρχαιολογικά κατάλοιπα, π.χ δείγματα Αγγειοπλαστικής, με προϊόντα εισαγωγής τόσο από την Μεγάλη Ελλάδα, όσο και από την κυρίως Ελλάδα. Βέβαια, η Αγγειοπλαστική δεν αποτελεί παρά το ορατό σήμερα κλάσμα της πολυποίκιλης αίγλης του Ελληνισμού ανά τα έθνη της Μεσογείου. Πάντως, και οι ίδιοι οι Ετρούσκοι δημιουργούν Τέχνη, π.χ τοιχογραφίες και δικά τους αγγεία, αλλά πάντα με αναφορά τον Ελληνικό Πολιτισμό!
Τυρρηνική Δωδεκάπολη (768 - 264 π.Χ)
(η πρώτη πόλη που θα κατακτηθεί από τους Λατίνους, το 396 π.Χ)
2. Άγυλλα ή Κάειρα ή Κάιρα ή Καιρέα - CAERE <-- Κισρα
(από το όνομα αυτής της πόλης προέρχονται και τα: ceremonivm, ceremony, τσιριμόνια,
εκ των μεγαλοπρεπών τελετών στις οποίες αρέσκονταν, και με τις οποίες εντυπωσίαζαν τους Λατίνους!)
3. Ταρκυινία - TARQVINII <--Τάρχνα
5. Βολσινία - VOLSINII <-- Βέλζνα
6. Αρέτσο ή Αρρέτιον - ARRETIVM <-- Αρριτιμ ?
7. Κλύσιον - CLVSIVM <-- Κλεύσιν
8. Κορτόνα - CORTONA <-- Κουρτουν
9. Περούτζια - PERVSIA <-- Φέρσνα
10. Ποπoυλωνία - POPVLONIA <-- Φουφλούνα
11. Βετουλωνία - VETVLONIA <-- Βατλούνα
12. Βολτέρα - VOLATERRAE <-- Βέλαθρη
το Δώδεκα είναι αριθμός ιερός,
οπότε και θα παραμείνει για πάντα η ονομαστική δύναμη της Τυρρηνικής Ομοσπονδίας,
ενώ αυτή σαφώς και περιλαμβάνει περισσότερες πόλεις-κράτη:
~ΕΤΡΟΥΡΙΑ~
~ΛΑΤΙΟ & KAMΠANIA~
Κάπουα - CAPVA <-- Κάπευα
Ρώμη <-- Ρώμα - ROMA <-- Ρούμα
η Αιώνια Πόλη διατέλεσε τυρρηνικό προπύργιο, το διάστημα: 616-509 π.Χ
~ΟΥΜΒΡΙΑ~
Νάρνι - NARNIA <-- Νέκουινον
(σημαντική για τους Ρασεννα/Τυρρηνούς, αν και τον καιρό που η περιοχή κατακτάται από την Ρώμη, και καθίσταται επαρχία
ως «GALLIA CISALPINA ~ Δευραλπική Γαλλία ~ Εντεύθεν των Άλπεων Γαλατία» περίπου το 81 π.Χ,
επικρατούν δημογραφικά οι Κέλτες/Γαλάτες, που κυβερνούν την περιοχή, από την εποχή
της κατάκτησης της Βορείου Ιταλίας από τον Βρέννο, 390~387 π.Χ)~
Αδρία -ADRIVM <-- Aτρια
Μπολόνια - Βονωνία - BOLONIA <-- Φέλσνα
Μάντοβα - Μάντουα - MANTVA <-- Μάνθβα
Μοδένα - MODENA <-- Μουτινα
Πάρμα - PARMA <-- Παρμα
Πιατσέντσα - Πλακεντία - PLACENTIA <-- ?
Ραβέννα - RAVENNA <--Ραύνα
Ρίμινι - Αρίμινον - ARIMINVM <- ?
Σπίνα - SPINA <-- ?
Στο απόγειο της, η Ετρουσκική Δωδεκάπολις ελέγχει το Τυρρηνικό Πέλαγος μέχρι και την νήσο Κορσική, και χώρες της Ιταλικής Χερσονήσου από την κοιλάδα του π. Πάδου, μέχρι την Οπική Πεδιάδα (= Καμπανία), με ονομαστές πόλεις-προπύργια!
συμπόσιον
μουσικοί
από το μνήμα
των λεοπαρδάλεων, 473 π.Χ, Ταρκυνία
~ Ετρούσκος και Ετρούσκα ξεφαντώνουν εν χορώ ~
Ο λαός αυτός αισθάνεται μεγάλη οικειότητα και με τους Έλληνες, και με τους Φοίνικες, παρ'όλο που μιλά γλώσσα εντελώς ξένη, τόσο ως προς τις αριοευρωπαϊκές, όσο και ως προς τις αφροασιανές λαλιές!
Γνωρίζουμε πια ότι η Ναυτιλία είχε αναπτυχθεί από πολύ νωρίς στην Μεσόγειο. Ήδη, από την Νεολιθική & Ενεολιθική Εποχή λοιπόν, και στο εξής, η Μεσόγειος αποτελεί γόνιμο σταυροδρόμι λαών και πολιτισμών. Μέσω συστημάτων Διεθνούς Εμπορίου (που πάντως την Εποχή του Ορειχάλκου, περιορίζεται ως ανταλλαγές αγαθών μεταξύ ηγεμόνων, και άνευ νομίσματος), αντιγράφει ο ένας λαός τον άλλο. Έτσι είναι που οι Αχαιοί της ηπειρωτικής Ελλάδος υιοθετούν την γραφή των μινωιτών Κρητών, την Γραμμική Α', προσαρμοσμένη στην ελληνική τους λαλιά, ως Γραμμική Β΄.
Προϊόν επαφών και σύντηξης των λαών αποτελούν και οι Φιλισταίοι (που εμφανίζονται από τον 12ο αι π.Χ. κι εξής, μεταξύ άλλων και ως απόγονοι Πελασγών, ιθαγενών της μτγ Ιωνίας, αλλά και Πελασγών & Αχαιών εκ της δυτικής όχθης του Αιγαίου, όπως προδίδει η ύπαρξη σε αρχαιολογικές θέσεις της Πεντάπολής τους (Ασκαλών, Γαθ, Ακκαρών, Άζωτος, Γάζα), οικιακής αγγειοπλαστικής ταυτόσημης με Ύστερη Ελλαδική ΙΙΙΓ', LH ΙΙΙC) που από τις πόλεις-κράτη τους στην παράλια Παλαιστίνη, θ'αναμειχθούν με τους Κρήτες (έθνος συγγενικό στην γλώσσα με τους Γαραμάντες, που κλάδος του στην γη Χαναάν, καθίσταται οι βιβλικοί «Χερεθίτες», με επίκεντρο την Ράφα/Ραφία, νότια της Γάζας, και μέχρι τα Ρινοκόλουρα, τα οποία αποτελούσαν πόλη-ορόσημο μεταξύ Συρίας και Αιγύπτου, το σημ. αλ Αρίς.) αποίκους στο Νεγκέβ, με Ιουδαίους (αυτόχθονες της ερήμου που θα ενστερνιστούν το όραμα του Μωυσή για τον λαό Ισραήλ), και με Φοίνικες (στο σημ. Λίβανο, που ήδη είχαν αναμειχθεί με Αιγαίους, όπως π.χ. οι Τζεκερ (= Τεύκροι) της Ντορ), όπως και με τους μυστηριώδεις απόγονους γιγάντων, τους Νεφιλίμ ή Ρεφαΐμ (μάλλον μίξη Αιγαίων επιδρομέων, με Αμορίτες μετανάστες από την Μπασαν, μεγάλη χώρα στον Βορρά, που θα διαιρεθεί στις κατοπινές Βαταναία, Γαυλανίτιδα/Γκολάν, Αυρανίτιδα, και Τραχωνίτιδα/Αργοβ), στην κοιλάδα Ρεφαΐμ (Β' Βασιλειών - II Regnorum, 23:14. Στην ίδια κοιλάδα οι Φιλισταίοι θα ηττηθούν αργότερα από τον προφητάνακτα Δαυίδ, ο οποίος και θα την μετονομάσει τότε σε κοιλάδα Μπαάλ-Περαζίμ = κοιλάδα του «Άρχοντα του Περάσματος»).
φιλισταϊκά αγγεία από την Άζωτο
Οι Φιλισταίοι θα ξεκινήσουν δυναμικά την ιστορική τους παρουσία, κατατροπώνοντας τον πρώτο βασιλιά του Ισραήλ, Σαούλ, και διορίζοντας τον επόμενο βασιλιά, τον προφητάνακτα Δαβίδ. Παράλληλα, οι Φιλισταίοι στήνουν εμπορικό δίκτυο απ'άκρη σ'άκρη στην Μεσόγειο, π.χ. μέσω εγκάρδιων σχέσεων με τους ιθαγενείς της νήσου Κρήτης, αλλά και μέσω αποικιών σε ακόμα πιο μακρινά μέρη, όπως π.χ στις πόλεις Θάρρος (στην Σαρδηνία, επίσης Τάρρας, πηγή μεταλλευμάτων, όπως και:
i. η Τάρρα, η πόλη του μυθικού Καρμάνορος στην Αγιά Ρουμέλη, την μπούκα του φαραγγιού της Σαμαριάς,
ii. ο λόφος Τάρα, στην Έιρε, που με το πέρασμα των αιώνων θ'αναδειχτεί και ως τόπος θρησκευτικού ενδιαφέροντος και βασιλικού γοήτρου για τους Ιρλανδούς),
και Γάδειρα στην χώρα των Ταρτησσίων/Τουρδιτανών, στην νότια Ισπανία. Και η Θάρρος, και τα Γάδειρα, κατοπινά θ'αποτελέσουν φοινικικά προπύργια, στην Δυτική Μεσόγειο της Κλασικής Αρχαιότητας.
η Ταρτησσική Χώρα
τα Γάδειρα, πόλη-κράτος που εξασφάλισε στους Φοίνικες
την αποκλειστικότητα στην χρήση της ατλαντικής εμπορικής
οδού προς τις Κασσιτερίδες Νήσους (Βρετανικά Νησιά),
κυρίως εις βάρος των Φωκαέων της Δύσεως (Μασσαλιώτες).
Πολιτιστικά, οι Φιλισταίοι εξελίσσονται εντελώς ανεξάρτητα από τους Έλληνες, αν και παραφυάδα του Αιγαιακού Κόσμου. Συγκεκριμένα οι Φιλισταίοι, μεταξύ των οποίων και οι Χερεθίτες, θ'αρχίσουν βαθμιαία να χρησιμοποιούν την χαναανίτικη λαλιά του ιθαγενούς υποστρώματος του Λεβάντε, ως κύρια γλώσσα τους. Επιπλέον, οι Χερεθίτες αποτελούν και τους αγωγούς της διάδοσης της αλφαβήτου από την Σημιτική Πολιτιστική Σφαίρα, στην μητρόπολή τους, μεγαλόνησο Κρήτη!
Ως ξεχασμένη συνεισφορά της προς την Ανθρωπότητα, η αλληλεπίδραση των Κρητών με τους Χερεθίτες (Κρήτες άποικοι στην Παλαιστίνη), συμβάλλει στην οριστική εγκατάλειψη της Γραμμικής Β΄ (ήδη είχε εξασθενήσει με την πτώση της Ανακτορικής Οικονομίας, όπως υπονοεί η απουσία αρχαιολογικών ευρημάτων, και όπως προδίδει η ανάπτυξη της επικής ποίησης!), αυτού του τόσου ασύμβατου με την ελληνική γλώσσα τρόπου γραφής με 87 συλλαβικά σύμβολα, για χάριν ενός εύχρηστου νεοπαγούς τρόπου γραφής με μόλις 22 σημεία, που έχει εφευρεθεί κάπου στην Χαναάν. Πρόκειται για την αυτονόητη πια αλφάβητον!
Επιγραφές ελληνικής γλώσσας με Αλφάβητο εμφανίζονται μαζικά στις αρχές του 8ου αι π.Χ, όπου ανάγονταν η γένεση του Ελληνισμού, πριν από την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β' από τον Μιχαήλ Βέντρις. Είναι η νέα δημιουργική εποχή που αντιμάχεται ο συντηρητικός Ησίοδος, με την έκρηξη παμμεσογειακού Εμπορίου, με την επίσημη έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων το 776 και την ίδρυση των πρώτων αποικιών στην Ιταλία!
Όμως είναι προφανές πια ότι δεν εμφανίστηκε τότε η Ελληνική Αλφάβητος! Ίσως δεν υπήρξε ιδιαίτερο χρονολογικό κενό μεταξύ Γραμμικής Β΄ και Αλφαβήτου. Η αλλαγή έγινε κάποια στιγμή ανάμεσα στα τέλη του 13ου και τα τέλη του 11ου αι π.Χ, αφού ανάμεσα σε αυτό το χρονικό διάστημα είναι που οι Χαναανίτες/Φοίνικες αποδεδειγμένα καταργούν το Θήτα και το Ξι, ενώ οι Έλληνες τα διατηρούν μέχρι σήμερα..!
Ναι μεν, τα αχαϊκά ανάκτορα καταστρέφονται μαζικά στις αρχές του 12ου αι, από 1190 έως 1150/25, αλλά κάποια γλίτωσαν π.χ σε Εύβοια και Κυκλάδες. Τέλη 12ου, με αρχές 11ου αι, και μέσω των Χερεθιτών και των Πελεθιτών (Πελασγοί άποικοι στην Παλαιστίνη, πρώιμοι Φιλισταίοι), η Αλφάβητος υιοθετείται από κρητικές πόλεις. Από αυτούς και μέσω της Κρήτης, η Αλφάβητος υιοθετείται και από τις πόλεις της Εύβοιας, οι οποίες και αργότερα μεταφέρουν την χρήση της και στις αποικίες τους στην Μεγάλη Ελλάδα.
Συνεχίστηκε λοιπόν η χρήση Γραμμικής Β', όπου δεν καταστράφηκαν ανάκτορα, και εγκαταλείφθηκε περίπου παράλληλα με την υιοθέτηση της Αλφαβήτου, και αυτό ενδεχομένως συνέβη στις Αιγές (Κύμη Ευβοίας), την μητρόπολη της δυναστείας Διονύσου/Ραδαμάνθυος. Άλλωστε, τόσο οι Μύθοι, όσο και τ'αρχαιολογικά δεδομένα (π.χ Λευκαντί), υποδεικνύουν ότι η επικράτεια της δυναστείας αυτής, δεν είχε απότομη καταστροφή ανακτόρων και άρχουσας τάξης, όπως στην υπόλοιπη Ελλάδα (και Κρήτη).
Εάν οι Έλληνες είχαν συνεχίσει την χρήση της Γραμμικής Β΄, θα είχαν τα προβλήματα των σύγχρονων Ιαπώνων, που λόγω παράδοσης διατηρούν μέχρι τις μέρες μας συλλαβικό τρόπο γραφής, αν και επίσης δεν ταίριαζε εξ αρχής με την λαλιά τους.
~~~~
Aπό το ελληνικό αλφάβητο θα προέλθουν τα αρχαία αλφάβητα των λαών της Ιταλικής Χερσονήσου, της Μικράς Ασίας, και περιοχών από την Ισπανία, ενώ αργότερα θα προέλθουν και το κοπτικό (για την καταγραφή της μεσαιωνικής αιγυπτιακής), άρα και το μεροϊτικο (στην Νουβία), το αρμενικό, το ιβηρικό (καρτβελικό = η λαλιά των Γεωργιανών), το αλβανικό (του Καυκάσου, η γραπτή γλώσσα του κατοπινού Νταγκεστάν. Απευθείας απομεινάρι της κοινής εκκλησιαστικής γλώσσας που χρησιμοποιούνταν από την Ορθόδοξον Εκκλησία σε αυτήν την Αλβανία (<-- Αλουανκ), αποδείχτηκε πρόσφατα ότι είναι η γλώσσα των Ουντι, του νταγκεστάνιου κλάδου), το αλανικό (για την καταγραφή πρώιμης οσσετικής λαλιάς), το γλαγολιθικό και το κυριλλικό (για την καταγραφή των σλαβικών γλωσσών), και το γοτθικό (του επισκόπου Ουλφίλα).
Επιπλέον, σύμφωνα και με τις άμπωτες και τις παλίρροιες της ελληνικής ακτινοβολίας, με ελληνική γραφή θα καταγράφονται κατά καιρούς και περιστασιακά ποικίλες γλώσσες, όπως η εβραϊκή (Βίβλος του Ωριγένους), η βακτριανή (την εποχή των Κουσάνων), η κελτική/γαλατική, βαλκανικές νεολατινικές, η τοσκική διάλεκτος της αλβανικής και η ογουρική & ογουζική τουρκική (με πιο γνωστά παραδείγματα την γκαγκαουζικη, την ουρουμλού και την καραμανλίδικη).
~~~~
η αναβίωση της ασσυριακής ισχύος
~
9ος - 7ος αι π.Χ
Μέχρι τον 7ο αι π.Χ, το αμάλγαμα που ονομάστηκε «Φιλισταίοι» θα έχει υιοθετήσει ενιαία γλώσσα, αν και όχι την ελληνική, αλλά την [δυτική σημιτική] λαλιά των ιθαγενών της γης Χαναάν. Όμως, από τις αρχές του 6ου αι π.Χ, οι Φιλισταίοι αρχίζουν ν'αλλάζουν εκ νέου διάλεκτο, υιοθετώντας την [αυτοκρατορική] αραμαϊκή [/συριακή], που προωθείται, ως διεθνής -γραπτή & προφορική- γλώσσα, από τους αφέντες του Λεβάντε/Ανατολής, αρχικά τους Ασσυρίους, ύστερα τους Βαβυλωνίους και λίγο αργότερα τους Πέρσες. Για την εποχή των Περσών, η χρήση αυτής της επίσημης αραμαϊκής καταγράφεται από τον π. Νείλο μέχρι τον π. Ινδό! Αυτήν την ίδια γλώσσα, θα έχουν ως καθομιλουμένη και οι Εβραίοι την εποχή του Χριστού.
τα Τέσσερα Πέρατα,
μεταξύ Φρυγίας, Αιγύπτου, Ελυμαΐδος, και πρωτο-Αρμενίας
Ύστερα από τους αυτόχθονες Σουμέριους, τους σημίτες Ακκάδιους και Αμορίτες, τους αλαρόδιους Κασσίτες, τους σημίτες Ασσυρίους, τους επίσης σημίτες Χαλδαίους και τους αρειους Μήδους, έρχεται η σειρά του επίσης άρειου έθνους των Παρσών, να κυριαρχήσει στα «Τέσσερα Πέρατα (= η Εύφορος Ημισέληνος ή Εγγύς Ανατολή)», αλλά και πολύ πέραν από αυτά...
[ευρύτερη] Συρία, «Γόνιμος Ημισέληνος», τα «Τέσσερα Πέρατα»:
i. Κάτω Μεσοποταμία/Ακκάδ/Καρντουνιας/Αμουρού/Βαβυλωνία/αλ-Ιράκ,
ii. Ασσυρία/Ναχαρίν-Naharin/αλ-Τζαζίρα, με χώρες όπως η Αδιαβηνή και η Γορδυηνή (---> Κουρδιστάν),
iii. Παλαιστίνη/Ντζάχυ-Djahy/αλ-Φιλιστίν,
iv. Συρία/Αράμ/Ρετιένου-Retjenu/αλ-Σαμ
Η ονομασία Συρία αρχικά αναφέρεται σε χουρρίτικη, λουβική και ελληνική σύντμηση του εθνωνυμικού «Ασσυρία», στη συνέχεια προσδιορισμός της Εγγύς Ανατολής (η έκταση των χωρών Ρετιένου, Αμουρού και Ναχαριν, συμφώνως με την ορολογία των Αιγυπτίων φαραώ), όπου διαδίδεται ραγδαία η αραμαϊκή λαλιά. από Κομμαγηνή και Κυρρηστική, έως Ιουδαία των μονοθεϊστών, και Περαία (οι αρχ. Γαλαάδ & Αμμών), υπό τον έλεγχο του ελληνίζοντος οίκου των Τωβιαδών. Δηλαδή περιλαμβάνει και την έκταση του αρχαίου Ισραήλ και του βασιλείου Ιούδα.
Αυτούς τους Πάρσες, οι Έλληνες του 6ου αι π.Χ, τους μετονομάζουν με θαυμασμό «Πέρσες», ήτοι κατακτητές! Οι Πέρσες θα επεκτείνουν την κυριαρχία τους πολύ πέραν από τα παραδοσιακά όρια των «Τεσσάρων Περάτων», αλλά θ'αναχαιτιστούν από Σκύθες στην σημερινή Ουκρανία, από Σάκες (Ανατολικοί Σκύθες) στην Μασσαγετία ([Χαου]μα-Σακέτες => Μασσαγέτες, επίσης Χαουμαβάργα Σάκας => Χαουμαβάργα Σάκας => Αμύργιοι Σάκες = Αμβροσιοφάγοι Σάκες, αφού η Αμβροσία <-- Χαομα-βρωσία=Χαομα-φαγία), και από Έλληνες στην Αθήνα (το διάστημα 516-479 π.Χ), αν και αξίζει να σημειωθεί ότι και στις τρεις περιπτώσεις, δεν πολεμήσαν σύσσωμοι τον Πέρση κατακτητή, αφού κάποιοι Σκύθες, Σάκες, και Έλληνες υποταχθήκαν, ενώ κάποιοι από τους υποταγμένους είχαν εξαρχής συνταχθεί με τους Πέρσες!
Η ΜΕΓΑΛΗ ΣΚΥΘΙΑ
Βοσπορανό Βασίλειο
Ταυρική Πεντάπολη
Χερσόνησος, μσν Χερσών, μτγ Κορσούν, σημ. Σεβαστούπολη
Κερκινίτιδα, η σημ. Γευπατόριγια <-- Ευπατόρεια
Τύρας, μτγ Άσπρον, Ασπρόκαστρο, Άκκερμάν στην γκαγκαουζική, Μαυρόκαστρο & Μόνκαστρο για τους Γενοβέζους, Τσετάτεα Άλμπα στην ρουμανικη, και σημ. Bilhorod στην ουκρανική
Ολβία, κοντά στην σημ Οντέσσα ή ουκρανική "Οδησσό"
Βορυσθένης, νήσος Μπερεζαν
Περσική Αυτοκρατορία
ταυροκαθάψια: ιερό άθλημα των Κρητών, unisex, όσο και αναίμακτον
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αρχικά κοινού μεσογειακού εθίμου που στη συνέχεια διαφοροποιείται με το πέρασμα των αιώνων, αποτελεί η ταυροθυσία, η οποία από τα βάθη της Ανατολίας (όπως προδίδουν οι ανασκαφές στην Τσατάλ Χουγιούκ, πρώιμη σιτοδίαιτη πόλη, και ορμητήριο Άριο-Ευρωπαίων) εξελίσσεται:
στα -unisex, αλλά και αναίμακτα- ταυροκαθάψια στην μινωική Κρήτη,
σε ταυρομαχίες σε Ισπανία & Οκκιτανία,
σε ταυροβόλια τόσο προς τιμήν της ανατόλιας Μεγάλης Μητέρας Θεάς (Ρέα - Κουμπάμπα - Κυβέλη - Άρτεμις Ταυροπόλος, η Εφεσία), όσο και για την Μιθραϊκή Πίστη (η ελληνιστική εκδοχή μιας πανάρχαιας ιρανικής λατρείας), όπως και
σε πανηγύρια του ταύρου στην σύγχρονη & χριστιανική Λέσβο, και τα υπόλοιπα κουλμπάνια ή κουρμπάνια ανά το βόρειο Αιγαίο.
Άλλο έθιμο με κοινή αρχέγονη προέλευση αποτελούν οι φαντασμαγορικές επικήδειες τελετές. Ιδίως οι κηδείες των λαών του Αιγαίου περιλαμβάνουν, κατά την Εποχή των Μύθων, διαγωνισμούς γυμναστικών και μουσικών ικανοτήτων, με τον νικητή κάθε “άθλου” να επιβραβεύεται από τους συγγενείς του επιφανούς εκλιπόντος. Χαμένη στον κυκεώνα των Ελληνικών Μύθων, είναι και η προέλευση των Ολυμπιακών Αγώνων, που δεν είναι άλλη από το ξόδι του Μινωίτη μονάρχη Δία Γ' του Ερμογένους, γόνου του οίκου του Ουρανού, εκπτώτου κόσμου της Κρήτης, που κηδεύτηκε με τιμές στην Ολυμπία. Γεννήθηκε εξόριστος στην Πελοπόνησο, ενώ έχει επικρατήσει Τιτανοκρατία στην Μεγαλόνησο. Μάλλον πέθανε άκαιρα, δίνοντας έτσι ευκαιρία ανάδειξης στον έναν από τους πέντε Δάκτυλους υπασπιστές του, τον Ιδαίο Ηρακλή, ο οποίος και του οργάνωσε την κηδεία.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες αποκτούν πανελλήνια αίγλη από το 776 π.Χ κι εξής, παρόλο που θα αποτελούν μόνιμη αφορμή έριδας μεταξύ της Πίσας (που υποστηρίζεται από το Άργος), και της Ήλιδος (που υποστηρίζεται από την Σπάρτη). Στους αγώνες δεν συμμετείχαν, ούτε καν παρακολουθούσαν παντρεμένες γυναίκες. Όμως ανύμφευτες μπορούσαν να συμμετάσχουν, ενώ στους διακεκριμένους θεατές, δίπλα στους ελλανοδίκες και τον βωμό του Σταδίου, κάθονταν η πρωθιέρεια της Δήμητρος. Διάσημες γυναίκες που ολυμπιονικούν:
η θεά Ήρα εστεμμένη,
και με τον κεραυνό του Διός,
σε στατήρα των Fαλείων
Κυνίσκα, κόρη του βασιλέως της Σπάρτας, Αρχιδάμου (ιδιοκτήτρια του νικηφόρου τεθρίππου, 96η & 97η Ολυμπιάς, ήτοι 396 & 392 π.Χ, αντίστοιχα)
Ευρυλεωνίς, Σπαρτιάτισσα (ιδιοκτήτρια του νικηφόρου δίφρου την 103η Ολυμπιάδα, ήτοι το 368 π.Χ)
Τιμαρέτα από την Ηλεία/Fαλεία
Θεοδότα από την Ηλεία/Fαλεία
Βιλιστίχη [ = Φιλιστίχη], από την παράλιον Μακεδονία (οδήγησε η ίδια το νικηφόρον τέθριππον στην 128η Ολυμπιάδα του 268 π.Χ, και την νικηφόρο συνωρίδα την 129η του 264 π.Χ), που θα καταστεί ερωμένη του Πτολεμαίου Β' του Φιλαδέλφου, με ιστορικό ανάλογο το αίσθημα του Βλαδιμήρου Πούτιν. Συμφώνως με τις συνήθειες των Λαγιδών, θ'αποθεωθεί εν ζωή ως Αφροδίτη Βιλιστίχη, ενώ όταν θα πεθάνει, θα θαφτεί στο Σεραπείον της Ρακώτιδος.
τα αρχικά αθλήματα για τα οποία
διαγωνίζονταν στην Ολυμπία
το αγώνισμα της πάλης:
Όμως, ενώ στην αρχαϊκή Ελλάδα τα επικήδεια έθιμα γεννούν τον Αθλητισμό και εν μέρει το Θέατρο, στην Ετρουρία και το Λάτιο εξελίσσονται διαφορετικά, καταλήγοντας στα θεάματα της αρένας, όπως οι μονομαχίες μεταξύ των “γλαδιατόρων”. Σημειωτέον ότι κατά την εποχή που περιγράφουν οι Μύθοι (16ος -12ος αι πΧ), ο Ελλαδικός χώρος κατοικείται από αρκετά έθνη που συμβιώνουν σχετικά αρμονικά, παρόλο που μιλούν διαφορετικές γλώσσες. Πραγματικά, από τους Τυρρηνούς (μη-αριοευρωπαϊκό έθνος του βορειοανατολικού Αιγαίου, όπου τους έχει εγκαταστήσει η δυναστεία των Μακάρων: πιθανοί μέτοικοι από την Ετρουρία, και όχι το αντίστροφο, όπως διατείνονται οι πηγές του Ηροδότου), Τελχίνες (Κυκλαδίτες), Κρήτες (Μινωίτες, μίξη Ευρωπιδών με Χαμίτες), Λέλεγες, Αχαιούς, Δαναούς και Πελασγούς, μόνο οι Αχαιοί είναι ελληνόφωνοι, ενώ οι ανάμεικτοι Δαναοί είναι τουλάχιστον δίγλωσσοι. Εν τούτοις, όλοι τους μαζί αναπτύσσουν κοινό πολιτισμό, τον οποίο στη συνέχεια μεταλαμπαδεύουν σε όλη την Μεσόγειο, από την Φιλισταία (κυρίως Πελασγοί (Φελεθι) + Κρήτες (Χερεθι)), την Κιλικία και την Φοινίκη, μέχρι και στις χώρες των Κελτών και των Ιβήρων.
Στην Ρώμη του 6ου αι π.Χ, είναι έκδηλη τόσο η ετρουσκική, όσο και η σύγχρονη ελληνική πολιτιστική επιρροή, προερχόμενη από την Ελλάδα, αλλά και από την Magna Graecia(ήτοι Μεγάλη Ελλάδα, Grande Ellade). Αυτή η νέα Ελλάδα έχει δημιουργηθεί στην νότια Ιταλία και την Σικελία, από αρχαϊκούς Έλληνες που ιδρύουν εκεί μεγάλες αγροτικές αποικίες, ξεφεύγοντας από τις συνωστισμένες πατρίδες τους, κυρίως κατά την διάρκεια του 7ου αι π.Χ.
Όπως και οι Φοίνικες, οι Φιλισταίοι, οι Δαναοί, οι Πελασγοί, οι Μινωίτες, και άλλοι λαοί της Ανατολικής Μεσογείου, οι [Αχαιοί] Έλληνες διατηρούσαν εμπορεία και διαμετακομιστικούς σταθμούς ανά την Μεσόγειο, με διαλείμματα ίσως, αλλά ήδη από την Ύστερη Εποχή του Ορείχαλκου. Με τον Β' Αποικισμό (700-550 π.Χ) όμως, γενικεύεται η τάση εγκατάλειψης αυτών των στρατηγικά κείμενων εμπορείων, για χάριν πιο ευρύχωρων και εύφορων περιοχών, πρόσφορων για εγκατάσταση γεωργών αποίκων.
Παραδείγματα άφθονα:
Πιθηκούσες Νήσοι --> Κύμη (Cvmae) --> Δικαιάρχεια (Ποτίολοι), Παρθενόπη και Φάληρον --> Νεάπολις (Νάπολη),
Ορτυγία Νάσος --> Συρακούσαι (734 π.Χ),
Σατύριον --> Τάρας/Τάραντας (706 π.Χ),
Άζιρις --> Κυρήνη (630 π.Χ),
Λακυδών --> Μασσαλία (600 π.Χ),
Η Κυρήνη και η Μασσαλία, και άλλες κάμποσες αποικίες βασίζονται και στην δημιουργική σύντηξη με αυτόχθονες:
Ερυθρά [= Ρέγκιουμ] --> Ρήγιον (743 π.Χ),
Λυγός --> Βυζάντιον (657 π.Χ),
Μέταβον & [Ινκορονάτα] --> Μεταπόντιον,
Σίρις (την ήλεγχαν οι Χώνες, πριν τακιμιάσουν με ποικίλους μεταγενέστερους μετανάστες από το Αιγαίο)--> Ηράκλεια.
λόχος από κλασική φάλαγγα του Άργους, όπως απεικονίζεται στο περίφημο βάζο του Γκίζη (Chigi, 650-640 π.Χ), μιαν εξαίρετη όλπη ύστερου πρωτοκορινθιακού τύπου. Η πόλη -κράτος του Άργους επεκτείνονταν διαρκώς κατά την διάρκεια του 8ου και του 7ου αι π.Χ. (προσαρτώντας ολόκληρη την ανατολική ακτή της Πελοποννήσου, από Μέγαρα, μέχρι και τα Κύθηρα), πριν κατατροπωθεί από την ανερχόμενη Σπάρτη, στα τέλη του 6ου αι π.Χ, όταν εξαναγκάζεται να ενταχθεί στην «Πελοποννησιακή Συμμαχία», ηγεμονικό θεσμό των Λακεδαιμονίων.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Τα εικονιζόμενα τρισκέλια και τετρασκέλια, που κοσμούν ορισμένες από τις ασπίδες, όπως και η σβάστικα, το τρισκέλιον, το κόλοβρατ, το μπορτζγαλι, και άλλα παρόμοια, αποτελούσαν πανάρχαια σύμβολα καλοτυχίας, πριν τα καπηλευτεί και τα ατιμάσει η κατάπτυστη Άκρα Δεξιά, βεβαίως, ο διεθνής Φασισμός. Οι απανταχού ακροδεξιοί διαθέτουν οπλοστάσιο από λιτά σύμβολα, όπως η σβάστικα, ελκυστικές ιδέες και λακωνικά συνθήματα, που μπορούν να έχουν απήχηση σε κάθε άνθρωπο, λόγω των αρχέγονων ενστίκτων μας, ως ζώα που είμεθα, όταν ξεχνάμε τον Πολιτισμό, και δη ως ζωάκια θηρευτικά. Επίσης, ως εκφάνσεις του συλλογικού υποσυνειδήτου της Ανθρωπότητας, τα ποικίλα σβαστικοειδή αποτελούν και τυποποιημένες απεικονίσεις προφανών -αν και ακατανόητα χαοτικών!- φαινομένων κίνησης στην Φύση, για τον πρωτολαό των Αρίων, αλλά και ευρύτερα ως έκφανση του συλλογικού υποσυνειδήτου της Ανθρωπότητας, σχηματική προβολή για κάθε δίνη που εμφανίζεται σε ρευστά, π.χ η πνοή ανέμου. Έτσι και τα διάφορα μαιανδρικά μοτίβα αποτελούν τυποποιημένες απεικονίσεις υδάτινου κυματισμού και ροής, π.χ ποτάμι και θαλάσσια κύματα.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Βέβαια, μεταναστεύσεις Ελλήνων προς την Ιταλική Χερσόνησο οργανώνονται για διάφορους λόγους, και για ευρύτερο χρονικό διάστημα, ανάμεσα στον 16ο αι π.Χ, όταν έγινε ο αποικισμός των Πιθηκουσών & των Αιολιδών Νήσων από Αχαιούς άνακτες που ενδιαφέρονταν για την απομύζηση του ορυκτού πλούτου της απέναντι ακτής, με κρίσιμη καμπή και κατά τον 12ο με 11ο αι π.Χ, όταν λαμβάνουν χώρα οι μετοικεσίες προσφύγων από την καταρρέουσα ανακτορική Ελλάδα, που οδήγησαν στην δημιουργία νέων εθνών, όπως οι Χώνες και οι Οινωτροί, και μέχρι το 452 π.Χ, όταν θα ιδρυθούν οι Θούριοι, μέσω της επιμονής των Συβαριτών εμιγκρέδων, αλλά και της επεκτατικότητας της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Κατά το ίδιο ευρύ διάστημα (16ος - 5ος αι π.Χ), εκτυλίσσεται παράλληλα και ο σχηματισμός, το μεσουράνημα, και η κόπωσις του έθνους των Ετρούσκων στον Βορρά. Οι Ετρούσκοι κυριαρχούν νωρίς στην Ρώμη (εάν δεν την ίδρυσαν κιόλας), χρησιμοποιώντας την και ως ορμητήριο για την επέκτασή τους νοτιότερα.
Από τους Ετρούσκους βασιλείς της, συνάπτεται και η 1η συνθήκη της Ρώμης με την Καρχηδόνα, πόλη-κράτος που από φοινικική αποικία, ιδρυθείσα το 814 π.Χ [πάνω στην Βύρσα/Μπούρσα, προϋπάρχουσα αποικία αριοευρωπαϊκού λαού], από την εκ της Τύρου αριστοκράτισσα Ελίσσα (= «σωτηρία Κυρίου», σημιτικό όνομα, όπως και το άρρεν Ελισαίος, αν και η αρχόντισσα Ελίσα αναφέρεται και με το ελληνικό όνομα Διδώ), έχει εξελιχθεί στο ισχυρότερο κράτος της Δυτικής Μεσογείου, μέσω του προσεταιρισμού όλων των άλλων φοινικικών οικισμών, αλλά και αρκετών ιθαγενών φυλών της Δυτικής Μεσογείου, ύστερα από την άλωση της μητροπολιτικής Τύρου, από τους κραταιούς Ασσυρίους, το 575 π.Χ. Η ακμή της Καρχηδόνας (Καρθ Χαντάστ = Νεάπολις | Carthagvm/Carthago/Carthagena & Καρχαδών/Καρχηδών, αλλά και Καρθαγένη μσν, και Καρθαία, μιαν από τις πόλεις της Κέας.) και της υπερπόντιας επικράτειάς της, διευκολύνεται από το άριστο πολίτευμά της. Η ευνομία της θ'αποτελέσει παράδειγμα μίμησης για λαούς όπως οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι.
αυλήτρια και κωμαστής σε αττικό μελανόμορφο πινάκιο,
που αποδίδεται στον αγγειογράφο Ψίακα, 520-510 π.Χ.
Antikenmuseum und Sammlung Ludwig, Βασιλεία, Ελβετία
Στα τέλη του 6ου αι, αρκετές ελληνικές πόλεις-κράτη ακμάζουν, αλλά λίγες γνωρίζουν την επιτυχία των πολυάριθμων Αθηναίων, των μαχητικότατων Σπαρτιατών, των εμπορικοτάτων Μεγαρέων, των ναυτικοτάτων Κορινθίων, των τολμηροτάτων Φωκαέων.
Οι Σάμιοι, όμως συνδυάζουν τις αρετές όλων των Ελλήνων, ιδίως κατά την διάρκεια της τυραννίας του θρυλικού Πολυκράτους, ικανού, αν και σκληρού (και σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ευλογημένου με ..Τύχη). Διαβιώντας την επαύριο της ήττας του Κροίσου (560-547) από τον Κύρο τον Μέγα (559-530), και της επακόλουθης προσάρτησης της Λυδίας στην Περσική Αυτοκρατορία, ο Πολυκράτης (538-522, ή 535-515) θα προσπαθήσει μάταια να στήσει νέο δίκτυο αντιπερσικής συμμαχίας με τον τύραννο της Νάξου, Λύγδαμι (546-524) και τον φαραώ της Αιγύπτου, Άμασι Β' (570-526, Ahmose II). Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Άμασης Β' έχει πλέον μικρές προσδοκίες, έχοντας απογοητευτεί λόγω της αποτυχίας της προϋπάρχουσας αντιμηδικής συμμαχίας:
Αίγυπτος/Μισρ,
Λυδία,
Σπάρτη/Λακεδαιμών, και
Στους χρόνους του Πολυκράτη, η Σάμος κυριαρχεί στο Αιγαίο, ενώ χτίζονται περίφημα και θαυμαστά έργα για την πόλη της Σάμου:
i. λιμένας,
ii. ναός της Ήρας, το Ηραίον,
iii. και υδρευτικός αγωγός, το Ευπαλίνειο Όρυγμα.
Η εκδίωξη του τελευταίου Ρωμαίου βασιλιά, του κ'ελληνικής καταγωγής Ετρούσκου Ταρκυνίου του Υπερήφανου, οριστικοποιείται με την εγκαθίδρυση δημοκρατικού πολιτεύματος και στην Ρώμη (510 π.Χ.).
Οι Ρωμαίοι θεσπίζουν δημοκρατικούς θεσμούς μιμούμενοι νόμους Ελλήνων και Καρχηδονίων. Για παράδειγμα, το ζεύγος των Consvli (ελληνιστί, Ύπατοι) με την ετήσια θητεία, που προέρχεται από το καρχηδονιακό ζεύγος των Σουφφενίμ (ελληνιστί, Σωφέτες, ήτοι «Κριτές»).
Εισβολή Ετρούσκου στρατηγού, του Λαρς Πορσενα, τυράννου στην πόλη Κλεύσιν/Clvsivm/Κλύσιον, καταλήγει σε εκ νέου υποταγή της Ρώμης στην Ετρουσκική Ομοσπονδία (508 π.Χ), αν και υπό την μορφή πρόσκαιρης επικυριαρχίας, ενώ της επιτρέπεται να διατηρήσει και το νέο της πολίτευμα.
υποθετικό στιγμιότυπο από το φουσάτο του Λαρς Πορσένα, που κυρίευσε την Ρώμη:
μείξη οπλιτών ελληνικού τύπου, με βουνίσιους πολεμιστές
Ακόμα πιο μάταιη αποδεικνύεται εκστρατεία Ελλήνων από την Κύμη, που εισβάλλουν και στην Ρώμη, ύστερα από νέα νικηφόρα μάχη του Αριστοδήμου εναντίον των Ετρούσκων. Ο Αριστόδημος ο Μαλακός είναι ο χαρισματικός Δημοκρατικός τύραννος της Κύμης, αν και προσωπικός φίλος του έκπτωτου βασιλιά της Ρώμης, Ταρκυνίου του Υπερήφανου, που συντρίβει δυο φορές τις δυνάμεις των Ετρούσκων, σε μάχη μπροστά απ'την Κύμη το 526 π.Χ, και στην έδρα του Κοινού των Λατίνων, Αρικία, το 504 π.Χ, αλλά που τελικά αδυνατεί να επιβάλλει στην Ρώμη την παλινόρθωση του φίλου του. Πάντως, οι Κυμαίοι του Αριστοδήμου, με την βοήθεια των Συρακουσίων του τυράννου Ιέρωνος, θα τσακίσουν και την στρατιά των Ετρούσκων που θα επιχειρήσει ν'αλώσει την ίδια την Κύμη το 474 π.Χ. Αυτή η συντριπτική ήττα θα σημάνει την αρχή της παρακμής για την Ομοσπονδία των πόλεων των Ετρούσκων. Έτσι, από τα τέλη του 5ου αι π.Χ, η σφαίρα επιρροής των δυναμικών Ετρούσκων θα καταληφθεί σταδιακά από Γαλάτες, Σαμνίτες, αλλά και από ανερχόμενη δύναμη, την πόλη της Ρώμης, της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας.
Γενικά, η Ρώμη εφαρμόζει τις πολιτικές “λυγίζουμε, αλλά δεν σπάμε” και “ισχύς εν τη ενώσει”, που θα της επιτρέψουν να επιβιώσει αντιμετωπίζοντας δυναμικούς αντιπάλους, κατά τους επόμενους τρεις αιώνες.
Τον ίδιο καιρό, η Αθήνα μετατρέπεται πιο γρήγορα σε πραγματική Δημοκρατία, με ολοένα και πιο άμεση εκπροσώπηση της Λαϊκής Βούλησης στις Εξουσίες. Το έναυσμα δίνεται από τις μεταρρυθμίσεις του Σόλωνος (αρχές 6ου αι π.Χ), του Κλεισθένους (508/7 π.Χ.), και του Εφιάλτου (462/1 π.Χ.), εμπνεόμενες πάντως από ήδη υπάρχοντα πολιτειακά συστήματα, που λειτουργούν με επιτυχία στην Μεγάλη Ελλάδα, σ'αυτό το γενναίο νέο κόσμο της Δύσης, ιδιαζόντως δημοκρατικές, όπως πιστοποιούν και αρχαιολογικά ευρήματα, ύστερα από εισηγήσεις φωτισμένων νομοθετών, όπως οι Ζάλευκος και Χαρώνδας.
Ύστερα από την πτώση της βασιλικής δυναστείας των Νηλειδών το 1060-50 (με τελευταίο άνακτα τον Κόδρο και τους γιους του, Μέδονα και Άκαστο), η Αθηναϊκή Πολιτεία κυβερνάται για περίπου τέσσερις αιώνες με ολιγαρχικό τρόπο, κυρίως από ευπατρίδες, γόνους αριστοκρατικών οίκων, όπως π.χ. οι Αλκμαιoνίδες, κλάδος των Κοδριδών/Νηλειδών. Όμως αυτή η διακυβέρνηση από αρίστους, παρακμάζει λόγω της παγίας απληστίας τους και των θεσμικών αυθαιρεσιών τους. Η κρίση κλιμακώνεται την εποχή ανάμεσα στην θητεία του Ιππομένους (727-717 π.Χ, που εκτελεί δημοσίως τον εραστή της θυγατρός του, αλλά και την ίδια θυγατέρα!) και στα γεγονότα που θα οδηγήσουν στο Κυλώνειον Άγος (632 π.Χ, ο στιγματισμός των πανίσχυρων Αλκμαιωνιδών ως μιάσματα, λόγω του ανίερου τρόπου που κατέστειλαν το πραξικόπημα του ολυμπιονίκου Κύλωνος). Οπότε οι συνθήκες υπήρξαν ευνοϊκές για τις προοδευτικές αλλαγές του Σόλωνος στις αρχές του 6ου αι π.Χ. Παραδείγματος χάριν, η θητεία των αρχόντων στο Κλεινόν Άστυ μετατρέπεται από δεκαετής σε ενιαύσια, ήδη από το 683/2 π.Χ.
ΣΤΑΔΙΑ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΪΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
α) 595 - 561 π.Χ: ο Σόλων παύει την παντοδυναμία των ευπατριδών, επιβάλλει Σεισάχθεια, και επιχειρεί συμβιβασμό των τάξεων
β) 561 - 510 [508/7] π.Χ: [λαϊκιστική] τυραννίδα των Πεισιστρατιδών
γ) 508/7 - 462 π.Χ: ο Κλεισθένης αναπτύσσει Δημοκρατία, ήπια, μα θεσμικώς θεμελιωμένη σε στέρεες βάσεις. Η εποχή του Κλεισθένους καταγράφεται και αρχαιολογικώς, με τους κούρους ν'αποκτούν το κοντό μαλλί των Δημοκρατών, μετά από το 510. Οι κούροι υπήρξαν επιτάφιοι ανδριάντες γόνων αριστοκρατικών οίκων μ'εξιδανικεύμενη γυμνή σωματική μορφή. Οι πλούσιοι συνεχίζουν να είναι πλούσιοι και να το δείχνουν, πχ με τους κούρους τους, αλλά τώρα πια τους παραγγέλνουν με το χαρακτηριστικό της κοντής κομμώσεως των κοινών ανθρώπων. Δηλαδή καθίσταται σαφής η κοινωνική γαλήνη που πέτυχε η Δημοκρατία του Κλεισθένους. Ως πολιτιστικό στοιχείο, η αλλαγή στην κόμμωση είναι αντίστοιχη με την κατάργηση κυλότας και περούκας απ'την Α' Γαλλική Δημοκρατία (1792-1804), ή η καθιέρωση γενικευμένης χρήσης του «κύριε/κυρία» απ'τις κατοπινές αστικές δημοκρατίες (Αντιθέτως στην Ρεπουμπλίκ Φρανσέζ Πριμέγ, προσφωνούσαν καθολικώς «σιτιζέν/πολίτη», ενώ στην Σοβιετία, καλούσαν άπαντες «σύντροφε»).
Δεν υπάρχει μεγαλύτερο κομπλιμέντο γι'αυτήν την Δημοκρατία (508-411 πΧ), από μιαν από τις κατηγορίες που προσάπτονται στην Αθηναϊκή Πολιτεία από τους εσωτερικούς εχθρούς της, τους προδοτικούς Ολιγαρχικούς, και συγκεκριμένα ότι «δεν ξεχωρίζεις τον πολίτη από τον δούλο στους δρόμους» ~ Πλάτων.
δ) 462 - 411 π.Χ: ηγέτες με πιο ονομαστούς τον Εφιάλτη και τον Περικλή, αναπτύσσουν:
ισχυρό Πολεμικό Ναυτικό βασισμένο στον εθελοντισμό των ερετών του,
Ελεύθερο και Διεθνές Εμπόριο με επεκτατική διάθεση όπως επιβάλλουν οι οικονομικοί κανόνες,
και πιο ενεργό Δημοκρατία, την οποία και την εξάγουν ανά τον Ελληνισμό, σ'Αιγαίο, Μεγάλη Ελλάδα, και Μαύρη Θάλασσα, όπως θα πράττει αργότερα και η Α' Γαλλική Δημοκρατία, εξάγοντας την Δημοκρατία στους λαούς ανά την Ευρώπη και Καραϊβική (1792-1804).
Από αντίδραση των Ολιγαρχικών/Συντηρητικών ανεξαρτήτως πόλεως και πατρίδος, αντίθετων στην εξάπλωση της Δημοκρατίας/Ρεπουμπλικανισμού/Φιλελευθερισμού, είναι που ξεσπά ο Πελοποννησιακός Πόλεμος (431-421, 415-404).
ε) [411] 404 - 403 π.Χ: Ολιγαρχία, με προδοτικό αποκορύφωμα το καθεστώς που επιβάλλουν οι ίδιοι οι Σπαρτιάτες: «Τριάκοντα Τύραννοι»
στ) 403 - 322 π.Χ: αποκατάσταση της Δημοκρατίας, με πρώτο ηγέτη τον Ευκλείδη, μέχρι τον ατυχή Λαμιακό Πόλεμο (323-322 π.Χ.). Δίκη και καταδίκη του Σωκράτους το 400/399 με κυριότερη αιτία την κακεγερσία μαθητών του όπως πχ ο Κριτίας, που μεταξύ άλλων, μέσα σε μερικούς μήνες εκτέλεσε/φόνευσε περισσότερους Αθηναίους απ'τις απώλειες της πρώτης δεκαπενταετίας του Πελοποννησιακού Πολέμου!
ζ) 322 π.Χ - 623 μ.Χ: η Αθήνα ως πόλη-κράτος υπό την δεσποτεία Μακεδονίας, Αχαΐας και Ρώμης, με περιστασιακή αυτοδιοίκηση και μετά από την φρικτή πολιορκία και άλωσή της από τον Σύλλα το 86 π.Χ, μέχρι την σύμπτυξη και ταμπούρωμα των Αθηναίων, λόγω της πολιορκίας τους από τους Γότθους, και τους Έρουλούς τους, το 267 μ.Χ (Αν και ήδη απ'το 253, ο αυτοκράτορας Βαλεριανός απηύθυνε έκκληση στις ελλαδικές πόλεις να προστατευθούν με πολιτοφυλακές και οχυρώσεις, εξού και το Βαλεριανόν Τείχος των Αθηνών), και γενικότερα, το ταμπούρωμα των αστών της Ελλάδας μετά απ'το 623 μ.Χ, λόγω της μαζικής καθόδου των Αβαροσλάβων. Πιο ονομαστοί άρχοντες αυτής της χιλιετίας είναι ο Μέστριος Πλούταρχος της Χαιρώνειας (45-120 μ.Χ.), ο Λύκιος Φλάβιος Αρριανός (Αθηναίος, έπαρχος της Καππαδοκίας, 95-180 μ.Χ.), ο Τιβέριος Κλαύδιος Ηρώδης Αττικός (σύζυγος της Ρηγίλλης, αξιωματούχος στην Ρώμη, και με ακίνητη περιουσία πανταχόθεν, Μαραθώνας 103 μ.Χ - Κηφισιά 179 μ.Χ), και ο Πόπλιος Ερρένιος Δέξιππος («Άρχων Βασιλεύς» και «Επώνυμος» των Αθηναίων, 210-273 μ.Χ.).
Έως αυτήν την εποχή, δεν είναι καθόλου απίθανη μέχρι και η περιστασιακή μετάβαση Ταρτησσίων, ίσως δε και Φοινίκων & Ελλήνων εταίρων τους, προς την μεγάλη Δυτική Ήπειρο (αυτή «που περικλείει τον Ωκεανό» του Πλουτάρχου, δηλαδή η Αμερική), και πιο συγκεκριμένα σε νησιώτικα συμπλέγματα της Καραϊβικής Θαλάσσης (Σατυρίδες Νήσοι (η κοιτίδα των προγόνων των ζόρικων των Καλιναγο, ή Καρίμπ --> Καραΐβες ?) αλλά και Εσπερίδες, Ατλαντίδες, Νηρηίδες κλπ.), ακόμα και στην μεταλλοφόρο περιοχή των Μεγάλων Λιμνών (μέσω του π. του Αγίου Λαυρεντίου, όπως και η γαλλική πρόσβαση (16ος-17ος αι μ.Χ): Κρόνιοι Νήσοι & πέριξ). Ύστερα από την άλωση της Ταρτησσού, οι Φοίνικες της Δυτικής Μεσογείου περιορίζονται στην λήψη μετάλλων από τις Κασσιτερίδες Νήσους, Ιβερνία/Έϊρε και Αλβιώνα/Βρεταννία, δρομολόγια που περιφρουρούν με συνέπεια από τους ανταγωνιστές τους.
δεξιά: οικογένεια Καρίμπ/Καραϊβών, 1818 μ.Χ
αριστερά: ο Ζευς ως «σάτυρος», και με ενδυμασία που θυμίζει
εκπληκτικά ιθαγενή της Αμερικής, επιτίθεται στην Αντιόπη,
σε ψηφιδωτό/μωσαϊκό της αυτοκρατορικής εποχής, από το Ζεύγμα
(Σελεύκεια + Απάμεια, οι επί του π. Ευφράτη)
κερητίζειν, παιχνίδι των Ελλήνων, όπως
απεικονίζεται ανάγλυφα σε βάση κούρου του 5ου αι π.Χ,
από το Θεμιστόκλειο Τείχος του Πειραιά
Βέβαια, αξίζει να επισημανθεί ότι η μεταλαμπάδευση
από λαό σε λαό ενός πολιτιστικού αγαθού ή μιας τεχνολογικής σύλληψης,
δεν συνεπάγεται απαραίτητα και εθνική ή φυλετική συνέχεια.
Παραδείγματα πολλά, από τα πιο σημαντικά έως τα πιο φοκλορικά:
i. Γεωργία: 1. οικόσιτα κτήνη
2. Σιτοκαλλιέργεια,
που αισίως μεταλαμπαδεύτηκε
π.χ. από τους Άρυους της Κεντρικής Ασίας,
στους Κινέζους της θρυλικής δυναστείας Σαγκ!
ii. Χαλκοχρησία
iii. Ορειχαλκοχρησία
iv. Σιδηροχρησία
vi. πόλο με άλογα ~ διεθνώς πόλο ~ ρωμέικα τζυγάνιον <-- φαρσί τσοουγάν:
Προφανώς και δεν γίνονται Πέρσες όλοι όσοι παίζουν ιπποσφαίριση!
vii. juggling, η τέχνη των ζογκλέρ, με άγνωστη την εθνικότητα των εφευρετών της, κατοίκων -πάντως-
κάποιας χώρας στην Εγγύς Ανατολή, των πρώτων γνωστών αστικών κέντρων!
viii. μουσικά όργανα, όπως ο άσκαυλος,
ix. ξυλοπόδαρα ~ αρχ. κωλοβαθριστές,
τα ξυλοπόδαρα και το γιογιο, όπως και άλλα σκερτσόζικα
μαραφέτια πιθανά αποτελούν ελληνικές εφευρέσεις από τον 6ο αι π.Χ,
αλλά και πάλι, πώς μπορούν τέτοιες παιχνιδιάρικες εφευρέσεις ν'αποτελούν πατέντες
αποκλειστικά για τους μετέχοντες την ελληνική Παιδεία;
Υφίσταται πάντα η επιχειρηματολογία περί παράλληλης, ακόμα και ταυτόχρονης επίτευξης του ίδιου έργου, ή της εφεύρεσης της ίδιας τεχνικής. Όμως, κατόπιν ενδελεχούς έρευνας, οι περισσότερες περιπτώσεις -κοινού πολιτιστικού στοιχείου ή κοινού τεχνολογικού επιτεύγματος- ανάγονται αποκλειστικά σε μία πηγή προέλευσης --> μονόδρομη μεταφορά σε πολλές κατευθύνσεις --> παράλληλη εξέλιξη, ενδεχομένως και με αμφίδρομη αλληλοαντιγραφή. Παράδειγμα αποτελεί ο Δικέφαλος Αετός, που έχει αποκλειστική πηγή προέλευσης την Ανατολία, όπου υπάρχουν πολλά παραδείγματα διακοσμητικής, όσο και εραλδικής, χρήσης του από την Εποχή του Ορείχαλκου. Μέσω επαφών με τους Χετταίους και άλλα ιθαγενή έθνη της Ανατολίας, το εν λόγω μοτίβο μεταφέρεται και στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, οπότε το συναντάμε και σε μυκηναϊκές αρχαιολογικές θέσεις (στην κεντρική αίθουσα του Αρχαιολογικού Μουσείου Αθηνών εκτίθενται θαυμάσια κοσμήματα κάποιας Αχαιής αρχόντισσας με σχετικό μοτίβο), αλλά μέχρι εκεί..
Ο Δικέφαλος ξαναεμφανίζεται πολύ αργότερα, ως χρυσέρυθρο έμβλημα (να πω οικόσημο?) των Κομνηνών, ενός σχετικά άσημου μικρασιατικού οίκου, που σχετίζεται με τους Δούκες, τους οποίους και καταφέρνει να διαδεχτεί τελικά. Όμως, μέχρι να εδραιωθούν οι Κομνηνοί, και ν'αρχίσουν να αντιγράφουν δυτικότροπα κόλπα, όπως π.χ. τα εραλδικά οικόσημα, μπουκάρουν στην Ανατολία και οι Σελτζούκοι, που επίσης υιοθετούν τον Δικέφαλο, στην προσπάθειά τους να τα βρουν με τους ιθαγενείς λαούς. Όσο για την Γερμανική Αυτοκρατορία, η υιοθέτηση του Δικεφάλου συμβαίνει μόλις το 1244, επί τη ευκαιρία γραικογερμανικής επιγαμίας. Συγκεκριμένα, ο ρήξ της Σιτσίλιας και ιμπεράτωρ της Αλαμανίας Φρειδερίκος Β' μετατρέπει τον στυλιζαρισμένο κιτρινόμαυρο αετό των Χοενστάουφεν σε αυτοκρατορικής αίγλης Δικέφαλο, την ίδια στιγμή που ο Καλογιάννης της εποχής, ο αυτοκράτωρ Ιωάννης Γ' Δούκας Βατάτζης, καταργεί τον πρασινόμαυρο δικέφαλο του προηγούμενου πεθερού του, του Θεοδώρου Λάσκαρη, υιοθετώντας τα πιο πρεστίζιους χρώματα του νέου του πεθερού, Φρειδερίκου Β'. Κατά την διάρκεια του 12ου αι και 13ου αι, ο Δικέφαλος υιοθετείται και από ηγεμονικούς οίκους της Συρίας, και συγκεκριμένα από τους Ζεγκίδες και τους Αγιουβίδες, που επίσης κοσμούν με αυτόν τα νομίσματά τους, τις Ντιρχαμ (<-- Δραχμές!).
Κατά την διάρκεια του 15ου αι, ο Δικέφαλος υιοθετείται από τον σουηβικό οίκο των Αψβούργων, από αλβανικούς και σερβικούς οίκους, και από τους ηγεμόνες της Μοσχοβίας. Επιπλέον, πριν κλείσει ο αιώνας, ο Δικέφαλοςεμφανίζεται και στις εξωτικές -όσο και δραβιδικές!- Νότιες Ινδίες, και συγκεκριμένα στην Καρνατακα, ως εραλδική προβολή προϋπάρχοντος μυθικού όντος, του Μπερουντα/Γκανταμπερουντα, πιθανότατα κατόπιν δράσης στην περιοχή κάποιου εμιγκρέ Μουσουλμάνου πολέμαρχου, από αυτούς που εγκαταλείπουν την Ανατολία λόγω της οθωμανικής εξάπλωσης! Υπάρχει και πιθανό όνομα πίσω από αυτήν την υποθετική μετανάστευση: Είναι ο Γιουσούφ Αντίλ Σαβα (Σελτζούκος αμιράς Ιωσήφ Σάββας ?), που θα ιδρύσει το σουλτανάτο της Μπίγιαπουρ ([1485]1490-1686 μ.Χ). Λόγω της κοσμικής φύσης και της διαλλακτικότητας της δυναστείας των Αντίλ σάχηδων, η πρωτεύουσά τους, Μπιγιαπουρ (<-- Βιτζαγιαπουρα <-- Βιτζάγια = Νίκη εκ της ίδιας ρίζας με το λατινικό Βικτώρια + Πούρα = Πόλη, εκ της ίδιας ρίζας με την ελληνική λέξη!) καθίσταται πόλος έλξης για χορευτές, ποιητές, σούφηδες, λόγιους, καλλιγράφους, μουσικούς, τεχνίτες & καλλιτέχνες από ποικίλα έθνη, κερδίζοντας κατά την διάρκεια του 17ου αι το παρατσούκλι "η Παλμύρα του Ντεκκάν". Πάντως, λίαν συντόμως, και συγκεκριμένα το 1511, ο Δικέφαλος/Γκανταμπερουντα υιοθετείται ευχαρίστως και από Ινδουιστές, μέσω του βασιλείου της Μυσόρης (1399-1947), ανταγωνιστικής ισλαμο-ινδουιστικής ηγεμονίας, υπό την προστασία της ινδουιστικής Αυτοκρατορίας Βιτζαγιαναγκαρα (1336-1646). Ο αυτοκράτωρ της Βιτζαγιαναγκαρ, Αχγιουταραγια (ή Αχγιουτα Ντέβα Ράγια = Θεϊκός Βασιλιάς Αχγιουτα, 1530-42), επίσης υιοθετεί τον Δικέφαλο/Γκανταμπερουντα, κοσμώντας μάλιστα με αυτόν και νομίσματά του, ακολουθώντας ανατόλια προηγούμενα.
Κατά την διάρκεια του 16ου αι, και συγκεκριμένα το 1592, ο Κεφαλλονίτης θαλασσοπόρος Χουάν ντε Φούκα, γεννημένος Γιάννης Φωκάς, εξερευνά την περιοχή της Κασκαδίας για λογαριασμό του ρηγάτου της Εσπάνιας. Προφανώς στα φλάμπουρα/σημαίες της αποστολής περιλαμβάνεται και ο Δικέφαλος των Αψβούργων προκαλώντας βαθιά εντύπωση στους ήδη φιλότεχνους ιθαγενείς λαούς της περιοχής, οι οποίοι σκαρφίζονται έτσι τον Δικέφαλο Κόρακα, εμπνεόμενοι από το αγαπημένο τους τοτέμ, τον πανέξυπνο κόρακα!