- Κράτα καλὰ τὸ διαμάντι αὐτό!

Ὁ Τιμόθεος, ἀγαπητοί μου, ἦταν ὁ πρῶτος ἐπίσκοπος Ἐφέσου στὴ Μικρὰ Ἀσία, ὅπου τὸν ἐγκατέστησε ὁ ἀπόστολος Παῦλος.

Ἡ μητρόπολις τῆς Ἐφέσου ὑπῆρχε μέχρι τὴν καταστροφὴ τοῦ 1922. Μετὰ ἔσβησε, ὅπως ἔσβησαν γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας καὶ ὅλες οἱ ἄλλες μητροπόλεις τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Μιὰ χρυσῆ ἁλυσίδα ὑπῆρχε. Ὁ πρῶτος κρίκος εἶνε ὁ Τιμόθεος• καὶ ὁ τελευταῖος, ποὺ ζοῦσε μέχρι τῶν ἡμερῶν μας (μέχρι τὸ 1967), ἦταν ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρυσόστομος (ὁ Χατζησταύρου).

Πρὸς τὸν πρῶτο λοιπὸν ἐπίσκοπο Ἐφέσου γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος καὶ μεταξὺ τῶν ἄλλων τοῦ λέει• Σύ, παιδί μου, «μένε ἐν οἷς ἔμαθες καὶ ἐπιστώθης» (Β΄ Τιμ. 3,14), νὰ μένῃς σταθερὸς σ᾽ αὐτὰ ποὺ ἔμαθες καὶ βεβαιώθηκες γι᾽ αὐτά.

–Μά, λένε πολλοί, ἀπὸ τότε πέρασαν δεκαεννέα αἰῶνες• σ᾽ αὐτὰ τὰ παλιὰ νὰ μείνουμε;…

Ὁ διάβολος ῥίχνει διάφορες λέξεις στοὺς ἀνθρώπους –εἶνε καμμιὰ εἰκοσαριά–, καὶ τὶς πιπιλίζουν σὰν καραμέλλες χωρὶς νὰκαταλαβαίνουν τί σημαίνουν. Μιὰ ἀπὸ τὶς «καραμέλλες» αὐτὲς εἶνε καὶ ἡ λέξι «πρόοδος». «Πρόοδος!» σοῦ λένε μὲ δέος. Κι ἅμα δοῦν κανένα νέο ἢ καμμιὰ νέα νὰ πιστεύῃ στὸ Θεό, λένε• Ὀπισθοδρομικὸς αὐτός, στὸ Μεσαίωνα ζῇ… Καὶ ὅμως ὁ ἀπόστολος φωνάζει• «Μένε ἐν οἷς ἔμαθες καὶ ἐπιστώθης, εἰδὼς παρὰ τίνος ἔμαθες».

Εἶνε, λοιπόν, ἡ Ἐκκλησία ἐναντίον τῆς προόδου; Ὄχι ἀσφαλῶς. Ἡ πρόοδος εἶνε κάτι ἔμφυτο, εἶνε στοιχεῖο τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Ὁ Κύριος εἶπε «Αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς» (Γέν. 1,28). Καὶ ἐνῷ τὰ ζῷα δὲν προοδεύουν, ὁ ἄνθρωπος προοδεύει. Οἱ πρωτόγονοι σκεπάζονταν μὲ προβειές• σήμερα δὲν εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ σκεπαζώμαστε μὲ προβειές• ὑπάρχουν ὄχι μόνο ἀργαλειοὶ ἀλλὰ καὶ ἐργοστάσια ὑφαντικῆς ποὺ κατασκευάζουν ἐνδύματα.

Ἄλλοτε ὁ ἄνθρωπος κατοικοῦσε σὲ σπηλιές• σήμερα ὑπάρχουν σπίτια, πολυκατοικίες καὶ οὐρανοξύστες, δὲν μποροῦμε νὰ τοῦ ποῦμε νὰ γυρίσῃ στὶς σπηλιές. Ἄλλοτε ὁ ἄνθρωπος φωτιζόταν μὲ δᾳδιά• σήμερα ἔχει ἠλεκτρισμό, λαμπτῆρες, πολυελέους• δὲν μποροῦμε νὰ τοῦ ποῦμε, Σβῆσε τὰ ἠλεκτρικὰ φῶτα καὶ ἄναψε δᾳδιά. Ἄλλοτε ὁ ἄνθρωπος σκάλιζε τὴ γῆ μὲτὰ νύχια ἢ μὲ κοφτερὰ λιθάρια• σήμερα ὁ γεωργὸς καλλιεργεῖ πεδιάδες ἀπέραντες μὲ τρακτέρ• δὲν μποροῦμε νὰ τοῦ ποῦμε, Ἄφησε τὰ τρακτὲρ καὶ πάρε πάλι λιθάρια νὰ σκαλίζῃς τὴ γῆ. Ἄλλοτε στὰ ποτάμια περίμενε νὰ στερέψῃ τὸ ῥεῦμα γιὰ νὰ περάσῃ• σήμερα ἔχει γέφυρες. Δὲν εἴμαστε λοιπὸν ἐναντίον τῆς προόδου• δὲν ἐννοεῖ αὐτὸ ὁ ἀπόστολος Παῦλος.

Ἂς ρωτήσουμε ὅμως• τώρα ποὺ ὁ ἄνθρωπος ἔχει ὅλη αὐτὴ τὴν πρόοδο, ἔγινε εὐτυχέστερος; Τί εὐτυχέστερος! Δὲν βλέπετε τὴ μάστιγα τοῦ καρκίνου ποὺ σαρώνει τὴ γῆ ἀπὸ τὰ παλάτια μέχρι τὰ καλύβια; Τί νὰ τὴν κάνῃς τὴν πρόοδο; Δὲν εἶνε προτιμότερο νὰ εἶσαι στὴν ἐρημιά, νὰ τρῶς χουρμᾶδες, νὰ πίνῃς νεράκι καὶ νὰ μὴν ἔχῃς ἀρρώστια; δὲν ἦταν προτιμότερο νὰ κάθεσαι σὲ μιὰ σπηλιὰ μ᾽ἕνα δᾳδί, παρὰ νὰ φοβᾶσαι μήπως ἡ ἐπιστήμη μ᾽ἕνα κουμπὶ σὲ κάνῃ κάρβουνο; Εἴμαστε λοιπὸν ὑπὲρ τῆς προόδου, ἀλλὰ ἂς ρωτοῦμε• ἡ πρόοδος αὐτὴ συμβαδίζῃ μὲ τὴν εὐτυχία μας;

Ὅταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει νὰ μείνουμε στὰ παλαιά, δὲν ἐννοεῖ νὰ μείνουμε στάσιμοι στὴ γεωργία, στὴν ἐπιστήμη, στὶς τέχνες. Ὅταν λέει «Μεῖνε, παιδί μου, ἐν οἷς ἔμαθες καὶ ἐπιστώθης», ἐννοεῖ τὸ ἑξῆς. Μέσα στὸν κόσμο αὐτόν, ποὺ διαρκῶς ἀλλάζει (φιλοσοφίες, συστήματα, ἐπιστῆμες), ποὺ τὰ «πάντα ῥεῖ» (Ἡράκλειτος παρὰ Μιχ. Ἰατροῦ Ε97 σ. 161, Π405 σ. 365),ποὺ ὅλα μεταβάλλονται, ὑπάρχει κάτι ἀμετάβλητο. Ἂς περάσουν αἰῶνες καὶ χιλιετίες, αὐτὸ θὰ μένῃ ἀμετάβλητο.

Ποιό εἶνε αὐτό; Εἶνε τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο. Δὲν ἀλλάζει, γιατὶ δὲν εἶνε ὕλη, εἶνε ἀλήθειες, εἶνε ἰδέες. Ἡ ὕλη ἀλλάζει, ἡ ἰδέα δὲν ἀλλάζει. Εἶνε ὁ σπόρος ποὺ ἔφερε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, «ὁ ὢν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας» (Β΄ Κορ. 11,31). Ποιές ἰδέες; Νά πέντε ἰδέες τοῦ Εὐαγγελίου.

α΄. Τὸ «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» (Ἰω. 13,34).

β΄. Ὁ ἄλλος ἐκεῖνος λόγος «πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν»(Ἰω. 4,24).

γ΄. Πλησίασε στὸ σταυρὸ καὶ τέντωσε τ᾽ αὐτάκι σου ν᾽ ἀκούσης• «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς• οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23,34). Ἀσύλληπτο ὕψος.

δ΄. Πλησιάζει ὁ θάνατος, φτερουγίζει ὁ χάρος; Ἄνοιξε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἄκουσε τί εἶπε ἕνας κατάδικος• «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (ἔ.ἀ. 23,42). Τί παρηγορία!

ε΄.Θέλεις κάτι ἀκόμα; Εἶνε ὁ τελευταῖος λόγος τοῦ Ἐσταυρωμένου• «Πάτερ μου, εἰς χεῖράς σου παραθήσομαι τὸ πνεῦμά μου» (ἔ.ἀ. 23,46). Δηλαδή• ἀγάπη, ἐπίγνωσις καὶ λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, συγχώρησις, μετάνοια, ἑτοιμότης πρὸ τοῦ θανάτου• νά τὸ ἀθάνατο Εὐαγγέλιο.

Ὅσο καὶ νὰ προοδεύσῃ τεχνικῶς - οἰκονομικῶς - ἐπιστημονικῶς ὁ κόσμος, οἱ ἀλήθειες αὐτὲς εἶνε ἄφθαστες, καὶ γι᾽αὐτὸ ἀκριβῶς εἶνε ἀμετάβλητες. Νὰ φέρω ἕνα παράδειγμα• εἶνε σὰν τὸν ἥλιο. Ἐρωτῶ• μπορεῖ κανεὶς ν᾽ἀντικαταστήσῃ τὸν ἥλιο; Ὅλες οἱ ἠλεκτρικὲς ἑταιρεῖες, ὅλος ὁ ἠλεκτρισμὸς τοῦ κόσμου, παραπάνω ἀπὸ δυὸ μῆνες δὲν μποροῦν νὰ καλύψουν τὶς ἀνάγκες τῆς Γῆς• ὅλα τὰ μηχανήματα νὰ δουλεύουν, δὲν μποροῦν ν᾽ἀντικαταστήσουν τὸν ἥλιο. Ἔτσι καὶ ἡ ἐπιστήμη καὶ ἡ τέχνη δὲν μποροῦν ν᾽ ἀντικαταστήσουν τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ εἶνε ὁ πνευματικὸς ἥλιος τοῦ κόσμου. Καὶ ὁ μὲν ἥλιος καὶ τὰ ἄστρα θὰ σβήσουν μιὰ μέρα, ἐνῷ γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο ὁ Χριστὸς λέει• «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35. Λουκ. 21,33).

Ὥστε λοιπόν, ἄνθρωπε, προόδευε συνεχῶς• προόδευε στὶς τέχνες, στὴν ἐπιστήμη, στὴ γεωργία, στοὺς πυραύλους, παντοῦ• κράτα ὅμως τὸ Εὐαγγέλιο «ὡς ἄγκυραν τῆς ψυχῆς ἀσφαλῆ τε καὶ βεβαίαν» (Ἑβρ. 6,19). Γι᾽ αὐτὸ ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει, Μεῖνε ἀκλόνητος, «μένε ἐν οἷς ἔμαθες καὶ ἐπιστώθης…».

* * *

Σὲ μιὰ ἐποχή, ἀγαπητοί μου, ποὺ διαρκῶς μεταβάλλεται, ἔχουμε ἀνάγκη ν᾽ἀκούσουμε κ᾽ ἐμεῖς τὴν προτροπή, νὰ μείνουμε σταθεροὶ στὰ διδάγματα τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας, τῆς Ὀρθοδοξίας μας. Τὸ φωνάζει ὁ Παῦλος, τὸ φωνάζει ὁ Τιμόθεος πρῶτος ἐπίσκοπος Ἐφέσου, τὸ φωνάζει καὶ ὁ ἅγιος Πολύκαρπος ὁ πρῶτος ἐπίσκοπος τῆς ἄλλης πόλεως, τῆς πολυκλαύστου Σμύρνης –ἑορτάζει στὶς 23 Φεβρουαρίου.

Ἦταν μαθητὴς τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ εὐαγγελιστοῦ. Τὸν ἔπιασαν σὲ γεροντικὴ ἡλικία, ἀκμαῖον ὅμως τῷ πνεύματι, τὸν ἔφεραν δεμένο στὸ στάδιο τῆς Σμύρνης καὶ τοῦ εἶπαν• –Ἄλλαξε θρησκεία, προσκύνησε τὰ εἴδωλα. Τί εἶπε ἐκεῖνος• –Δὲν μπορῶ ν᾽ἀφήσω τὸ ἀνώτερο καὶ νὰ πάω στὸ κατώτερο. Καὶ εἶχε δίκιο• ἂν ἔχῃς ἕνα διαμάντι, τὸ ἀλλάζεις μ᾽ἕνα χαλίκι; Διαμάντι εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία• δὲν θὰ τὸ ἀνταλλάξουμε μὲ τίποτε. Κράτα το καλὰ τὸ διαμάντι αὐτὸ μὴ σοῦ τὸ πάρουν! Τέλος ἀποφάσισαν νὰ κάψουν τὸν Πολύκαρπο καὶ οἱ Ἑβραῖοι ἔφεραν φρύγανα. Τοῦ λένε• –Τελευταία σου στιγμή• ἀρνήσου τὸ Χριστό, βλαστήμα τον. Καὶ τί λέει• ἐκεῖνος• –Ὀγδοντα έξι χρόνια λατρεύω τὸ Χριστὸ καὶ σὲ τίποτα δὲν μὲ ἔβλαψε, εἶνε ὁ εὐεργέτης μου• δὲν τὸν ἀρνοῦμαι. Ἔτσι ἔβαλαν φωτιὰ καὶ τὸν ἔκαψαν.

«Μένε ἐν οἷς ἔμαθες»• τὸ φωνάζει ὁ Παῦλος, τὸ φωνάζει ὁ Πολύκαρπος, τὸ φωνάζει ὁ Χρυσόστομος Σμύρνης, τὸ φωνάζουν μυριάδες ἡρώων. Θὰ τὸ φωνάξουμε κ᾽ ἐμεῖς καὶ τὰ παιδιά μας• θὰ μείνουμε στὴν Ὀρθοδοξία.

«Μένε ἐν οἷς ἔμαθες». Ἡ Ἑλλὰς θὰ μείνῃ σὰν τὸ βράχο. Πέφτουν τὰ κύματα πάνω του καὶ νομίζεις ὅτι θὰ κλονιστῇ, μὰ ὁ βράχος μένει. Θὰ μείνουμε σὰν τὸ βράχο ποὺ ἐπάνω του κυματίζει ἡ σημαία τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἂς λυσσάζουν τὰ σκυλιά, ἂς φωνάζουν οἱ προτεστάντες, οἱ παπικοί, οἱ χιλιασταί, οἱ μασόνοι, οἱ ἄθεοι, οἱ κομμουνισταί, οἱ πάντες• ἐμεῖς θὰ μείνουμε πάνω στὰ γαλάζια βράχια, μὲ τὴ σημαία τῆς Ὀρθοδοξίας μέχρι τέλους. Πιστοὶ στὸ καθῆκον, στὴν πίστι μας, στὸν Ἐσταυρωμένο• πιστοὶ στὴν ἁγία μας ἀποστολικὴ Ἐκκλησία• ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ

Ἁγ. Κωνσταντίνου πλ. Ὁμονοίας - Ἀθηνῶν τὴν 23-2-1964.

Τὴν ὁμιλία αὐτὴ μπορεῖτε νὰ τὴν ἀκούσετε χωρὶς περικοπὲς

στὸ cd 93β΄Α τῆς σειρᾶς «ΦΩΝΗ ΒΟΩΝΤΟΣ».

Πληροφορίες στὸ τηλέφωνο 23850-28868)

* * *

«Σὺ δὲ μένε ἐν οἷς ἔμαθες καὶ ἐπιστώθης, εἰδὼς παρὰ τίνος ἔμαθες…» (Β΄ Τιμ. 3,14)Μὲ τὴν ἔναρξι τοῦ Τριῳδίου, ἀγαπητοί μου, πάνω στὸ ἀθάνατο δεντρὶ τῆς Ὀρθοδοξίας μας κελαϊδοῦν ἀηδόνια•ἐννοῶ ὅλα αὐτὰ τὰ τροπάρια ποὺ ἀκούσαμε ἀπὸ τὸν ψάλτη. Ὅλα αὐτὰ εἶνε ὡραῖα.Ὡραῖα γιὰ ποιούς• γιὰ ἐκείνους ποὺ ἔχουν αὐτιά. Γι᾽ αὐτὸ εἶπε ὁ Κύριος «Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω» (Ματθ. 11,15 κ.ἀ.). Εἶνε ὡραῖα γιὰ ὅσους ἔχουν ἀκοὴ πνευματική. Ἂς παρακαλέσουμε τὸν Κύριο, ποὺ ἄνοιξε τὰ αὐτιὰ τῶν κωφῶν, ν᾽ἀνοίξῃ καὶ τὰ δικά μας.Ἀπ᾽ὅλα ὅσα ψάλλει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, θὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ προσέξουμε ἕνα λόγο τοῦ σημερινοῦ ἀποστόλου, μία προτροπὴ ποὺ ἔκανε ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸν Τιμόθεο.