- Ἐπιλογὴ ἀποσπασμάτων ἀπὸ κηρύγματα τοῦ π. Αὐγουστίνου

Μὴ βιάζεις τὰ πράγματα!Τί μυστήρια ἔχει ἡ ζωή! Τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ εἶνε ἁπλωμένο πάνω ἀπ᾿ τὸ κρεβάτι τοῦ πόνου, μέσα στὶς φτωχὲς καλύβες, στὴ φτωχολογιά, σὲ κάθε πονεμένο ἄνθρωπο. Παντοῦ τὸ χέρι τοῦ ΘεοῦΚάτι, ποὺ ἐμεῖς τὸ θεωροῦμε δυστύχημα, ἀποδεικνύεται εὐεργέτημα. Ἔγραφαν οἱ ἐφημερίδες, ὅτι στὸ Κάϊρο κάποιος ἔτρεχε σὰν τρελλὸς καὶ ζητοῦσε νὰ πάρῃ εἰσιτήριο ἀπὸ τὸ ἀεροδρόμιο, γιὰ νὰ πάῃ σὲ ἄλλη πόλι μακριά. Τὰ χαρτιά του ὅμως δὲν ἦταν ἐν τάξει. Παρακαλοῦσε, πίεζε, ἀλλὰ στάθηκε ἀδύνατο.Τὸ ἀεροπλάνο ἔφυγε, κι αὐτὸς ἔμεινε ἐκεῖ, στενοχωρημένος πάρα πολύ. Μετὰ ἀπὸ μία ὥρα ὅμως, αὐτὸς ὁ ἴδιος πάει στὴν ἐκκλησία καὶ εὐχαριστεῖ τὸ Χριστό. Τί συνέβη; Τὸ ἀεροπλάνο, ποὺ θὰ ταξίδευε, ἐνῷ βρισκόταν στὰ ὕψη, ἔπαθε βλάβη, ἔπεσε κ᾿ ἔγινε συντρίμμια, καὶ οἱ 120 ἐπιβάτες σκοτώθηκαν. Γλύτωσε αὐτὸς ἀπὸ βέβαιο θάνατο!Μὴ βιάζεις, λοιπόν, τὰ πράγματα! Πολλὲς φορὲς ἡ βία κάνει κακό, ἐνῷ τὰ ἐμπόδια εἶνε γιὰ τὸ καλό. Συχνὰ οἱ θλίψεις ὁδηγοῦν σὲ καλὰ καὶ εὐεργετικὰ ἀποτελέσματα.

[«Κυριακὴ» 7822, 2-6-2013 (2008), ἀπὸ ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ν. Ἁγ. Μαρίνης Ἡλιουπόλεως - Ἀθηνῶν τὴν 23-5-1965]

Ἡ αἰτία τῆς χρεωκοπίας

Χρέος δὲν ἔχει μόνο τὸ ἄτομο, ὁ ἐργάτης, ὁ ἔμπορος, ὁ βιοτέχνης• χρέος ἔχουν καὶ οἱ συνεταιρισμοί, καὶ οἱ ὀργανισμοί, ἀλλὰ κι αὐτὸ τὸ κράτος. Δὲν θὰ ἐπεκταθῶ ἐπ᾽ αὐτοῦ• λέω μόνο ὅτι, ἂν ἀπὸ τὰ ἑκατοντάδες κράτη ὑπάρχῃ ἕνα ποὺ εἶνε βουτηγμένο στὸ χρέος, εἶνε τὸ δικό μας.

Κάποια κράτη δὲν δανείζονται, δανείζουν. Δὲν εἶνε ὥρα νὰ τὸ ἀναπτύξω – ὑπάρχει μιὰ παλαιὰ ὑπόσχεσι τοῦ Θεοῦ ποὺ λέει• Ἂν μὲ ἀκοῦς καὶ τηρῇς τὰ προστάγματά μου, θὰ σὲ κάνω ἔθνος εὐλογημένο, καὶ θὰ δανείζῃς – δὲ θὰ δανείζεσαι (βλ. Δευτ. 15,6). Ἐμεῖς τώρα εἴμαστε χρεωμένοι ὣς τὸ λαιμό. Ποιά ἡ αἰτία τῆς χρεωκοπίας; Ἐμεῖς! Αἰτία εἶνε ἡ σπατάλη, ἡ ἀσωτία, τὰ κέντρα διασκεδάσεως ὅπου κάθε βράδυ φεύγουν ἑκατομμύρια• ἂν ἤμουν κράτος, θὰ τὰ ἔκλεινα. Αἰτία ἀκόμα εἶνε ἡ νοοτροπία ποὺ λέει «δανεικὰ καὶ ἀγύριστα», ἡ φοροδιαφυγὴ ποὺ ἔχει λάβει διαστάσεις• αἰτία εἶνε ὅτι ὅλοι, ἀπ᾽ τὰ μικρὰ παιδιὰ μέχρι τὸν ἀσπρομάλλη γέρο, ξέρουν θαυμάσια ἕνα ῥῆμα, τὸ ῥῆμα «κλέβω», σὲ ὅλους τοὺς χρόνους, τὶς ἐγκλίσεις καὶ τὰ πρόσωπα• κλέβω, κλέβεις, κλέβει, κλέβουμε, κλέβετε, θὰ κλέψω, ἔκλεψα…, εἴθε νὰ κλέψω, κλέψε… Αὐτὰ γιὰ τὸ ὑλικὸ χρέος.

[«Κυριακή», φ. 1804, 12-4-2013, ἀπὸ ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν Παρασκευὴ 22-3-1991]

Νέα συμφορὰ

ν εἶνε μαζί μας ὁ Κύριος, τότε ἡ πατρίδα μας θὰ εἶνε ἀπόρθητο φρούριο. Ἂν ὅμως πλήθυνε ἡ ἀνομία, πάγωσε ἡ ἁγνὴ ἀγάπη, νεκρώθηκε ἡ Ὀρθόδοξος πίστις, ὑψώθηκαν ἀνάμεσά μας ξένοι βωμοί, νέα εἴδωλα τοῦ ψευτοπολιτισμοῦ, τότε νέα συμφορά, μεγαλύτερη σὲ βάθος καὶ ἔκτασι ἀπὸ τὴν ἅλωσι τῆς Κωνσταντινουπόλεως, θὰ πέσῃ στὸ ταλαίπωρο ἔθνος μας. Ὁ «Θεὸς οὐ μυκτηρίζεται», δὲν ἐμπαίζεται (Γαλ. 6,7). Εἶνε «πῦρ καταναλίσκον», φωτιὰ ποὺ κατατρώει (Δευτ. 4,24• 9,3. Ἑβρ. 12,29). Κανένας ἔξυπνος οἰκονομικὸς συνδυασμός, καμμιὰ συμμαχία μὲ ξένα κράτη δὲ θὰ μᾶς σώσῃ, ἂν ἀπιστοῦμε καὶ νεοειδωλολατροῦμε καὶ βλασφημοῦμε καπηλικῶς τὰ θεῖα. Ἱστὸ ἀράχνης ὑφαίνουμε, ἕνα λεπτὸ καλάμι θὰ μᾶς διαλύσῃ.

[«Κυριακή», φ. 1809, 29-5-2013, μὲ ἀποσπάσματα ἄρθρου στὸ περιοδικὸ «Κιβωτός» (ἔτος Β΄, τεῦχ. 17-18/Μάϊος-Ἰούνιος 1953)]

Ἑτοιμάζονται πάλι νὰ παίξουν ὅπως στὰ ζάρια τὴν τύχη τῆς πατρίδας μας

Τὴν ἀτίμωσι καὶ τὸ μαρτύριο, ποὺ ὑπέστη ὁ Χριστός, τὸ ὑφίστανται ὄχι μόνο ἄτομα καὶ οἰκογένειες ἀλλὰ καὶ ἔθνη μικρὰ καὶ ἀδύνατα. Θυμηθῆτε, ὅσοι ἔχετε κάποια ἡλικία, τί ἔγινε στὴν Ἑλλάδα τὸ 1941, ᾽42, ᾽43, ᾽44; Θυμηθῆτε, πόσες καταστροφὲς ὑπέστη τὸ γένος μας. «Διεμερίσαντο», Ἑλλάδα, «τὰ ἱμάτιά σου ἑαυτοῖς καὶ ἐπὶ τὸν ἱματισμόν σου ἔβαλον κλῆρον». Ἔτσι λέγαμε τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ τότε ποὺ ἡ Ἑλλάδα μας βρισκόταν σ᾿ ἕνα χάος, τότε ποὺ δίχασαν τὰ παιδιά της κι ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος ἦταν ἡ μία παράταξι κι ἀπὸ τὸ ἄλλο ἡ ἄλλη καὶ σκοτώνονταν μεταξύ τους. Κομμάτιασαν τὴν πατρίδα μας, τὰ νησιά της, τὰ πελάγη της, τὰ ἀγαθά της, καὶ οἱ Ἕλληνες πεινασμένοι πέθαιναν στοὺς δρόμους. Δὲν εἶχαν οὔτε ἕνα καρβέλι ψωμί, οὔτε μιὰ σταλαγματιὰ λάδι. Δὲν εἶχαν λάδι οὔτε γιὰ τὴν καντήλα, δὲν εἶχαν ἄρτο οὔτε γιὰ ἀντίδωρο καὶ θεία κοινωνία. «Διεμερίσαντο», ὦ πατρίδα μου, «τὰ ἱμάτιά σου ἑαυτοῖς καὶ ἐπὶ τὸν ἱματισμόν σου ἔβαλον κλῆρον».

Δὲν εἶμαι προφήτης, ἀλλὰ σημειῶστε αὐτὸ ποὺ θὰ πῶ. Τὰ μεγάλα κράτη, τὰ μεγάλα θηρία, ἑτοιμάζονται πάλι νὰ παίξουν ὅπως στὰ ζάρια τὴν τύχη τῆς πατρίδας μας. Γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ ἡ Ἑλλάδα θὰ ὑποστῇ τὴν καταισχύνη. Γυμνώνοντας τὸν φτωχό, γυμνώνεται ὁ Χριστός, γυμνώνεται ἡ Ἐκκλησία, ἡ πατρίδα, ἡ ἀνθρωπότης. Βάρβαρα χέρια, χειρότερα ἀπὸ τῶν Ῥωμαίων στρατιωτῶν, σχίζουν τὸν ἄρραφο χιτῶνα τοῦ Χριστοῦ.

[«Κυριακή», φ. 7142 , 2-5-2013 (2000)• β΄ μέρος ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Μεταμορφώσεως Μοσχάτου - Ἀθηνῶν τὴν Μ. Παρασκευὴ 12-4-1963]

Ἡ διαίρεσις τοῦ χριστιανισμοῦ

Ἂν σήμερα ὁ χριστιανισμὸς δὲν σημειώνει ἐντυπωσιακὲς ἐπιτυχίες, μία αἰτία εἶνε ἡ διαίρεσις.