- Μήπως φταῖμε ἐμεῖς;

Κάποιοι συνάνθρωποί μας, βαπτισμένοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, δὲν πηγαίνουν τὴν Κυριακὴ στὴν ἐκκλησία. Γιὰ ποιούς λόγους

ἆραγε; Μᾶς ἀπασχόλησε τὸ θέμα; Κάποιοι λένε, ὅτι εἶναι κουρασμένοι, κατάκοποι ἀπὸ τὴν ἐργασία τῆς ἑβδομάδος καὶ θέλουν νὰ ξεκουραστοῦν τὴν Κυριακὴ τὸ πρωί. Ὁ ἐχθρὸς τῆς σωτηρίας μας, ὁ διάβολος, ἐκμεταλλεύεται τὴν περίστασι καὶ τοὺς ψιθυρίζει στὸ αὐτί· «Δὲν πειράζει, χαλάρωσε λίγο σήμερα· ὅλη τὴν βδομάδα εἶσαι τεντωμένος». Χτυπάει ἡ καμπάνα. Κάνουν κάποια κίνησι νὰ σηκωθοῦν – πάλι ψιθυρίζει· «Εἶναι νωρὶς ἀκόμη· λίγο ἀργότερα». Τὸ ἀποτέλεσμα· ἢ τοὺς παίρνει ὁ ὕπνος καὶ χάνουν ὁλοτελῶς τὴν θ. Λειτουργία, ἢ ὅταν ξεκινοῦν τοὺς ἀπογοητεύει· «Τέτοια ὥρα, δὲν θὰ βρῇς θέσι· Θὰ μπορέσῃς νὰ σταθῇς ὄρθιος; Δὲν κάθεσαι στὸ σπιτάκι σου καλύτερα, νὰ παρακολουθήσῃς ἄνετα ἀπὸ τὴν τηλεόρασι;» καὶ δὲν πηγαίνουν κι αὐτοὶ στὴν ἐκκλησία. Ὡς γνωστὸν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ψυχοσωματικὴ ὕπαρξι. Ἀσφαλῶς χρειάζεται καὶ τὴν σωματικὴ ἀνάπαυσι. Ὁ Κύριος «κεκοπιακὼς ἐκ τῆς ὁδοιπορίας ἐκαθέζετο». Ἀς ἐξετάσουμε πῶς διαθέτουμε τὸν χρόνο μας, ἰδίως τὸ Σαββατόβραδο. Μία ἱεράρχησι χρειάζεται. Δὲν δικαιοῦται ὁ Πανάγαθος Θεὸς μας μία ἢ δύο ὧρες τὴν ἑβδομάδα νὰ Τοῦ διαθέσωμε γιὰ δοξολογία, εὐχαριστία, προσευχὴ καὶ θεία λατρεία; Γιὰ τὶς τόσες δωρεές, εὐλογίες καὶ εὐεργεσίες ποὺ μᾶς ἐχάρισε στὴν διάρκεια τῆς ζωῆς μας «ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός», γιὰ τὶς θαυμαστὲς ἐπεμβάσεις, τὰ θαύματα, τὶς θεραπεῖες ἀπὸ ἀρρώστιες κ.ἄ. ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἑβδομάδος ποὺ πέρασε; Πόσα θαύματα ἔγιναν χωρὶς νὰ γίνουν ἀντιληπτά; Τὸ ὅτι ζοῦμε δὲν εἶναι δικό Του δῶρο;

Οἱ ἐκδηλώσεις τῆς ἀγάπης Του εἶναι πάρα πολλές. Εἴμαστε χρεωμένοι ἀπέναντί Του, σὰν ἄτομα καὶ σὰν Ἔθνος.

Ἂν ἀφαιρέσωμε λίγη ὥρα ἀπὸ τὸν πρωινό μας ὕπνο γιὰ νὰ πᾶμε στὴν ἐκκλησία, ὁ Θεὸς πολὺ θὰ τὸ ὑπολογίσῃ. Διότι θὰ δῇ τὸ φιλότιμό μας, τὴν προσπάθειά μας, καὶ θὰ εὐλογήσῃ τὴν ζωὴ καὶ τὰ ἔργα μας. Ὁ χρόνος ποὺ διαθέτομε στὸν Θεὸ ἁγιάζεται. Περνᾶ στὴν αἰωνιότητα. Ἄρα ἀξίζει ἡ λίγη θυσία τοῦ ὕπνου. Ἄλλωστε μπορεῖ κανεὶς νὰ συμπληρώσῃ τὴν ἀνάπαυσί του κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἡμέρας, σύμφωνα πάντα μὲ τὸ πρόγραμμά του.

Φταίει τελικὰ ὁ κόπος ἢ ἡ ἔλλειψι ζήλου καὶ ἀγάπης πρὸς τὸν εὐεργέτη μας Θεό;

Μήπως ἡ φιλαυτία, ἡ φυγοπονία ἢ καὶ ἡ ραθυμία μας; ἡ ἔλλειψις ἀγωνιστικότητος καὶ ἀντίστασης πρὸς τὶς ὑποβολὲς τοῦ πονηροῦ; οἱ πολλὲς μέριμνές μας; ἡ πλεονεξία μας; ὅμως λησμονοῦμε ὅτι «ἑνός ἐστι χρεία». Ἡ αὐτοπεποίθησις καὶ αὐτάρκειά μας.

Ἄλλοι ἐνοχλοῦνται ἀπὸ τὸ ἔντονο φῶς, ἀπὸ τοὺς πολλοὺς πολυελέους. Θέλουν τὴν ἁπλότητα. Λιγότερο φῶς, λέν. Διασπῶνται, θαμπώνονται. Τὸ θεωροῦν πολυτέλεια, γι᾿ αὐτὸ ἀναπαύονται περισσότερο στὶς ἱερὲς ἀγρυπνίες, μὲ τὸ λιγοστὸ φῶς τῶν καντηλιῶν καὶ τῶν κεριῶν!

Δόξα τῷ Θεῷ, στὶς διάφορες ἐνορίες, γιὰ τοὺς ἐργαζομένους κυρίως, γίνονται ἀγρυπνίες, ἀπ᾿ ὅπου ἀντλοῦν δύναμι γιὰ τὴν ἐργασία τους καὶ ἀντιμετωπίζουν εὐκολώτερα τὰ διάφορα προβλήματά τους.

Ἄλλοι παρακολουθοῦν Θεία Λειτουργία σὲ κάποιο μοναστήρι γιὰ τὸν ἴδιο λόγο.

Κάποιοι ἐνοχλοῦνται ἀπὸ τὶς φανταχτερὲς μίτρες καὶ στολὲς τῶν μητροπολιτῶν. Διερχόμεθα οἰκονομικὴ κρίσι, λένε καὶ σκανδαλίζονται. Δὲν γίνεται νὰ εἶναι πιὸ ἁπλές; Ὅμως, ἂς γνωρίζουν, πὼς ὅ,τι γυαλίζει δὲν εἶναι χρυσός· καὶ ὅτι πολλὲς φορὲς τὸ ὑλικὸ ἀπὸ τὸ ὁποῖο εἶναι κατασκευασμένες (οἱ μίτρες) εἶναι εὐτελὲς π.χ. γυαλί. Μήπως εἶναι ὅλα αὐτά «προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις»;

Πάντως, εἶναι γεγονός, ὅτι ὅσοι κλείνουν τὸ κατάστημά τους τὴν Κυριακὴ τὸ πρωὶ ἢ καὶ ὅλη τὴν ἡμέρα, λαμβάνουν μεγάλη εὐλογία ἀπὸ τὸν Θεό.

Κάποιος, ποὺ ἔκλεισε τὸ ζαχαροπλαστεῖο του τὴν Κυριακὴ γιὰ νὰ τιμήσῃ τὴν ἡμέρα τοῦ Κυρίου, τὴν Δευτέρα ποὺ τὸ ἄνοιξε δέχτηκε μία πολὺ μεγάλη παραγγελία ἀπὸ κάποιο κοντινὸ στρατόπεδο!

Μερικοί, ὅταν δὲν βρίσκουν θέσι στὸν Ἱερὸ Ναὸ νὰ καθήσουν, γρήγορα ἀποχωροῦν. Μήπως φταῖμε ἐμεῖς, ὁ ἀτομισμός μας ποὺ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ τοὺς προσφέρωμε τὴν θέσι μας; Ἔτσι γινόμαστε αἰτία νὰ κάνῃ λογισμοὺς ὁ ἀδελφός μας.

Ἄλλοι εἶναι κουρασμένοι, ἄλλοι μὲ προβλήματα ὑγείας, καὶ πράγματι εἶναι διάσπασι μὲ τὸ ν᾿ ἀσχολοῦνται σὲ ποιόν θὰ δώσουν τὴν θέσι τους. Μὲ μία ἀλληλοκατανόησι τὸ λύνουμε τὸ πρόβλημα.

Κάποιοι ἄλλοι ἀδελφοί μας δὲν πλησιάζουν στὴν ἐκκλησία καὶ τὰ μυστήρια, διότι ἔχουν μπροστά τους κακὰ παραδείγματα ἐκκλησιαστικῶν ἢ ἄλλων προσώπων ποὺ ἐκκλησιάζονται. Μάταια προσπαθεῖ ἡ μητέρα νὰ παρακινήσῃ τὰ παιδιὰ ἢ τὸν σύζυγό της νὰ πάῃ τὴν Κυριακὴ στὴν ἐκκλησία! —Γιατί νὰ πάω; λένε· βλέπω καὶ ἀκούω αὐτοὺς ποὺ πηγαίνουν… Ἀσφαλῶς ὅλοι ἔχομε ἀδυναμίες καὶ πάθη καὶ κανείς δὲν εἶναι τέλειος. Ἂς κάνωμε προσευχὴ καὶ ὑπομονή· διότι πρόκειται πράγματι περὶ πειρασμοῦ, ὅταν μάλιστα συμβῇ νὰ κατοικοῦμε στὸ διπλανὸ ἢ στὸ κάτω ἀπὸ αὐτοὺς διαμέρισμα.

Ἢ ἐὰν ἐμεῖς ὡς γονεῖς δὲν δίνωμε τὸ καλὸ παράδειγμα στὰ παιδιά μας, ἐν προκειμένῳ δὲν ἐκκλησιαζώμαστε, πῶς τὸ ἀπαιτοῦμε ἀπὸ αὐτά;

Τὰ κακὰ παραδείγματα ὑπῆρχαν καὶ θὰ ὑπάρχουν πάντοτε. Ἂς προσπαθήσωμε νὰ μὴν ἐπηρεαζώμαστε ἀπὸ αὐτὰ καὶ στεροῦμε τὸν ἑαυτό μας ἀπὸ τὶς δωρεὲς τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὴν Χάρι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ποὺ ἀνανεώνει καὶ ἀναζωογονεῖ τὸν ὅλο ἄνθρωπο, σῶμα καὶ ψυχὴ μαζί.

Ὅσοι δὲν ἐκκλησιάζονται «δι᾿ εὐλόγους αἰτίας» εἶναι δικαιολογημένοι, θεωροῦνται παρόντες καὶ ὁ λειτουργὸς τοῦ ὑψίστου εὔχεται ἰδιαιτέρως ὑπὲρ αὐτῶν.

Ἂς μὴν ξεχνοῦμε, ὅτι «ἐκτὸς τῆς ἐκκλησίας δὲν ὑπάρχει σωτηρία». Στὸν κατακλυσμὸ τῆς ἐποχῆς μας, ἂς τρέξουμε σὰν τὸν Νῶε νὰ βροῦμε προστασία καὶ καταφύγιο στὴν Κιβωτὸ τῆς Ἐκκλησίας· καὶ νὰ εἴμαστε σίγουροι ὅτι, ὅσο κι ἂν τ᾿ ἀφρισμένα κύματα τὴν χτυποῦν ἀλύπητα, δὲν θὰ βυθιστῇ ποτέ· διότι στὸ τιμόνι της στέκει ἄγρυπνος ὁ Χριστός, ὁ ἀληθινὸς Θεός μας..

Ἀντωνία Χ.